Δημοσίευσηαπό Athanasios » Σάβ Αύγ 18, 2012 11:46 am
Αγιου Ιωννου Αρχιεπισκοπου Κωνσταντινουπολεως του Χρυσοστομου
Λογος εις την αναστασιν της θυγατρος του Ιαειρου και εις την αιμορρουσαν
Το εργον επροφθασε τους λογους και οι Φαρισαιοι απεστομωθησαν ακομη περισσοτερο. Διοτι ηταν αρχισυναγωγος αυτος που ηρθε και το πενθος βαρυ. Το παιδι μονογενες και στο ανθος της ηλικιας του, μολις δωδεκα ετων και το ανεστησε δια μιας. Εαν δε ο Λουκας λεγει οτι ηλθαν και ειπαν <<μη σκυλλε (μη ταλαιπωρης) τον διδασκαλον τεθνηκε γαρ>>, θα απαντησωμε τουτο, οτι το <<αρτι ετελευσητε>> το ειπεν εκεινος στοχαζομενος τον χρονο της οδοιποριας ή για να επαυξηση την συμφορα. Συνηθιζουν, οσοι παρακαλουν, να μεγαλοποιουν με τα λογια την συμφορα τους και να προθετουν κατι επιπλεον, ωστε να προσελκυσουν περισσοτερο τους ικετευομενους. Κοιταξε ομως την απλοικοτητα του. Δυο πραγματα απαιτει απο τον Χριστον, και να ελθη ο ιδιος να βαλη το χερι του επανω, πραγμα που σημαινει οτι η μικρη ανεπνεε ακομη οταν την αφησε. Το ιδιο απαιτουσε και εκεινος ο Συρος Νενεμαν απο τον Προφητην. Ζητουσε, λεγει και να εξελθη και το χερι να βαλη επανω. Πραγματι οσοι ειναι πιο παχεις στο νου χρειαζονται και την ορασι και τα αισθητα πραγματα.
Ενω λοιπον ο Μαρκος λεγει οτι ελαβε τους τρεις μαθητας, καθως και ο Λουκας, ο Ματθαιος λεγει απλως τους μαθητας. Για ποιον λογον ομως δεν παρελαβε τον Ματθαιον, αν και ειχε μολις προσελθει; για να του δημιουργηση μεγαλυτεραν επιθυμια και επειδη ηταν ακομη ατελεστερος. Γι’αυτο τιμα τους τρεις μαθητας, ωστε να γινουν και οι αλλοι οπως εκεινοι. Ηταν γι’ αυτον αρκετο το οτι ειδε την αιμορροουσα και οτι ετιμηθη με το να γινη ομοτρα[εζος του Δεσποτου και να φαγη μαζι του. Και οταν εσηκωθη να φυγη τον ηκολουθησαν πολλοι σαν να περιμενουν καποιο μεγαλο θαυμα αλλα εξ’ αιτιας του προσωπου που ειχε ελθει. Επισης επειδη οι περισσοτεροι ησαν παχυτεροι στον νου εζητουσαν οχι τοσος την επιμελεια της ψυχης οσο την θεραπεια του σωματος και συνερρεαν ωθουμενοι αλλοι απο τα παθηματα τους και αλλοι σπευδοντας να γινουν θεαται της διορθωσεως ξενων παθηματων; αυτοι ομως που τον επλησιαζαν κυριως για τους λογους και την διδασκαλια του ως τοτε ησαν λιγοι. Πραγματι γι’ αυτο δεν αφησε να εισελθουν στην οικια παρα μονον οι μαθηται, και παλιν οχι ολοι, σε καθε περιπτωσι διδασκοντας μας να αποφευγουμε την δοξα των πολλων. <<και ιδου>>, λεγει <<γυνη εν ρυσει αιματος δωδεκα ετη εχουσα, προσηλθεν οπισθεν, και ηψατο του κρασπεδου του ιματιου αυτου. Ελεγε γαρ εν εαυτη εαν μονον αψωμαι του ιματιου αυτου, σωθησομαι>>. Για ποιον λογο δεν τον επλησιασε με παρρησιαν; εντρεπετο για την αρρωστια, επειδη ενομιζε οτι ειναι ακαθαρτος. Διοτι αν η γυναικα που ειναι στα εμμηνα της δεν εθεωρειτο καθαρα, πολυ περισσοτερο θα θεωρουσε τον εαυτο της ακαθαρτον εκεινη που πασχει απο τοιουτου ειδους ασθενεια, πραγματι συμφωνα με τον νομον αυτη η ασθενεια εθεωρειτο πολυ ακαθαρτος. Γι’ αυτο προσπαθει να μην γεινη αντιληπτη και κρυπτεται. Δεν ειχε ουτε αυτη ακομη σωστην και διαμορφωμενη γνωμη περι του Κυριου, αλλιως δεν θα επιστευε πως θα περνουσε απαρατηρητη. Και ειναι αυτη η πρωτη γυναικα που προσερχεται δημοσιως, ειχε ακουσει οτι θεραπευει και γυναικες και οτι τωρα πορευεται προς την μικρη κορη που μολις απεθανε. Δεν τον εκαλεσε ομως στον οικο της, μολονοτι ηταν πλουσια ,(ο Αγιος φαινεται συμπεραινει οτι η γυναικα αυτη, η μετεπειτα Αγια Βερονικη, ηταν πλουσια, απο τον χαλκινο ανδριαντα που, οπως διεσωσε η παραδοσις, εστησε αργοτερα στην αυλη του σπιτιου της) ουτε προσηλθε φανερα, αλλα μονον ηγγισε με πιστι κρυφα τα ενδυματα του. Ουτε καν εμφεβαλλεν, ουτε ειπε μεσα της: θα απαλλαγω αραγε απο την ασθενεια μου; Ή μηπως δεν θα απαλλαγω; αλλ’ επλησιασε γεματη ελπιδες για την αποκαταστασι της υγειας της.<< ελεγε γαρ>>, διηγειται ο Ευαγγελιστης, <<εν εαυτη εαν μονον αψωμαι του ιματιου αυτου, σωθησομαι>>. Ειδε απο ποιαν οικια ειχεν εξελθει, των τελωνων, και ποιοι τον ακολουθουσαν, αμαρτωλοι και τελωνες, ολα αυτα την εκαμαν αισιοδοξη. Και ο Χριστος; δεν την αφησε να διαφυγη απαρατηρητη, αλλα την παρουσιαζει στο μεσον και την φανερωνει, για πολλους λογους. Αν και μερικοι αναισθητοι λεγουν οτι το εκαμε απο φιλοδοξια. Γιατι λεγε, δεν την αφησε να περαση απαρατηρητη; Τι λες μιαρε(.Ματθ,θ,2) και παμμιαρε; αυτος που προτασσει να σιωπουμε, που αφηνει μυρια θαυματα να περασουν απαρατηρητα, αυτος αγαπα την δοξαν;
Γιατι λοιπον την παρουσιαζει στο μεσον; Πρωτον διαλυει τον φοβο της γυναικος, για να μη την ελεγχει η συνειδησις και ζη με αγωνια σαν να την εχη κλεψει την δωρεα. Δευτερον, την διορθωνει, επειδη ειχε φαντασθη οτι δεν θα υποπεση στην αντιληψι του. Τριτον επιδεικνυει σε ολους την πιστι της, ωστε να ποθησουν και οι αλλοι να την μιμηθουν, αλλωστε το εδειξε πως τα γνωριζει ολα πολυ καλα, αποτελει σημειον οχι μικροτερον απο την παυσι της ροης του αιματος. Επειτα, με την στασι της γυναικος κερδιζει τον αρχισυναγωγον, ο οποιος ηταν ετοιμος να κλονισθη στην πιστι και με αυτον τον τροπο να χαση το παν. Επειδη εκεινοι που ηλθαν ελεγαν <<μη σκυλλε τον διδασκαλον, οτι τεθνηκε το κορασιον>> και οι οικιακοι τον περιγελουσαν οταν ειπε οτι κοιμαται, ηταν φυσικο κατι παρομοιο να παθη και ο πατερας.
Γι’ αυτο προλαβαινοντας αυτην την αδυναμια, φερνει στο μεσον την γυναικα. Το οτι εκεινος ηταν πολυ παχυς στον νουν, ακουσε το απο τα λογια που του απευθυνει: <<μη φοβου, συ μονον πιστευε, και σωθησεται>>. Και πραγματι, επιτηδες περιμενε να επελθη ο θανατος και τοτε να παρουσιασθη, ωστε να γινη σαφης η αποδειξις της αναστασεως. Γι’ αυτο και βαδιζει καπως αργα και παρατεινει την συνομιλια του με την γυναικα, για να αποθανη εν τω μεταξυ η μικρη και να ελθουν οι απεσταλμενοι να το αναγγειλουν και να ειπουν: << μη σκυλλε τον διδασκαλον>>. Αυτο υπονοει και ο Ευαγγελιστης και το επισημαινει λεγοντας οτι <<ετι λαλουντος αυτου, ηλθον οι απο της οικιας λεγοντας, τεθνηκεν η θυγατηρ σου, μη σκυλλε τον διδασκαλον>>. Ηθελε να διαπιστωθη ο θανατος, για να μη δημιουργηθουν υποψιες για την αναστασι. Αυτο κανει παντου. Ετσι εκαμε και στην περιπτωσι του Λαζαρου, περιμενε και μια και δυο και τρεις ημερες. Για ολους αυτους τους λογους την παρουσιαζει στο μεσον και της λεγει: <<θαρσε, θυγατερ>>, οπως ακριβως ειχεν ειπει και στον παραλυτο: <<θαρσει τεκνον>>.(.Ματθ.θ,2). Επειδη η γυναικα ηταν φοβισμενη, γι’ αυτο λεγει <<θαρσει>> και την αποκαλει θυγατερα, η πιστις την εκαμε πραγματι θυγατερα. Και ακολουθει το εγκωμιον: << η πιστις σου σε εσωσε>>. Ο Λουκας μαλιστα μας αναφερει περισσοτερα για την γυναικα. Αφου προσηλθε, λεγει, και ελαβε την υγεια, δε την εκαλεσεν ο Χριστος αμεσως, αλλα πρωτα ερωτησε: <<τις ο αψαμενος μου;>>. Επειτα, ο Πετρος και οι αλλοι του ειπαν: <<επιστατα, οι οχλοι συνεχουσι σε και αποθλιβουσι και λεγεις, τις ο υψαμενος μου;>>- αυτο μαλιστα ειναι πολυ μεγαλη αποδειξις του οτι ειχε ενδυθη σαρκα αληθινην και οτι ειχε καταπατησε εντελως την υπερηαφανεια, διοτι δεν τον ακολουθουσαν απο μακρια, αλλα τον ειχαν περικυκλωσει απο παντου- αυτος, λεγει, επεμενε: <<ηψατο μου τις, εγω γαρ εγνων δυναμιν εξ εμου εξελθουσαν>>, αποκρινομενος με απλοικωτερον τροπο συμφωνα με το πνευματικον επιπεδο των παρευρισκομενων. Αυτα τα ελεγε για να πειση και εκεινην να το ομολογηση μονη της. Γι’ αυτο και δεν την ηλεγξεν αμεσως, ωστε αφου αποδειξη οτι τα γνωριζει ολα, σαφως να την πειση να τα ομολογηση ολα αυθορμητως, αυτο θα τον βοηθουσε να διακηρυξη την πιστι της γυναικος χωρις να προξενηση αμφιβολιες. Ειδες οτι η γυναικα ηταν καλλιτερα απο τον αρχισυναγωγον; δεν τον εσταματησε, δεν τον εκρατησε, μονον με τα ακρα των δακτυλων της τον ηγγισε, και μολονοτι ηλθε, αργοτερα, εφυγε πριν απο αυτον θεραπευμενη. Και εκεινος μεν ωδηγησε τον ιατρον στην οικια του, ενω σε αυτη ηρκεσε μονον η αφη.
Αν και ηταν δεμενη με τα δεσμα του παθους της, της ειχε ομως αναπτερωσει το ηθικον η πιστις. Και προσεξε πως την παρηγορει με τα λογια: <<η πιστις σου σεσωκε σε>>. Εαν την ειχε φερει στο μεσον για να επιδειχθη, βεβαιως δεν θα το προσεθετε αυτο. Αλλα το ειπε για να ενισχυση την πιστι του αρχισυναγωγου και συγχρονως να διακηρυξη την αρετην της γυναικος και να της προξενηση με αυτα τα λογια ευχαριστησι και ωφελειαν οχι μικροτεραν απο την σωματικην υγεια. Απο τουτο γινεται φανερον οτι με αυτο που εκαμε ηθελε να δοξαση εκεινην και συγχρονως να διορθωση τους αλλους, αλλα οχι να προβαλη τον εαυτον του. Διοτι ο ιδιος εμελλε να ειναι εξ’ ισου θαυμαστος και χωρις να γινη αυτο- αφθονωτερα απο χιονοστιβαδες εξεχυνοντο γυρω του τα θαυματα, και πολυ μεγαλυτερα απο αυτο και εκαμε και επροκειτο να καμη. Ενω η γυναικα αυτη, εαν δεν συνεβαινε αυτο θα ειχεν απελθει απαρατηρητη, απεστερημενη των μεγαλων αυτων επαινων. Γι’ αυτο την εφερε στο μεσον και την παρουσιασε ενωπιον ολων και την απηλλαξε απο τον φοβο (διοτι, λεγει, επλησιασε τρεμοντας) και την εκαμε να λαβη θαρρος και μαζι με την υγεια του σωματος της εδωσε και αλλα εφοδια, λεγοντας <<πορευσου εν ειρηνη>>.
Οταν ηλθε στην οικια του αρχοντος και ειδε τους αυλητας και τον οχλον θορυβημενον, τους ειπε: <<αποχωρειτε, ου γαρ απεθανε το κοριτσιον, αλλα καθευδει (κοιμαται) και κατεγελων αυτου>>. Ωραια τα τεκμηρια των αρχισυναγωγων, αυλοι και κυμβαλα στον θανατο, για να προκαλεσουν θρηνους. Και ο Χριστος; εξεβαλε ολους τους αλλους και εβαλε μεσα τους γονεις, ωστε να μην ημπορουν να ειπουν οτι εθεραπευσε με καποιον αλλον τροπο. Ανεστησε λοιπον με τον λογον του και πριν απο την αναστασι, λεγοντας: <<ου τεθνηκε το κορασιον αλλα καθευδει>>. Πολλες φορες το κανει αυτο. Οπως ακριβως και τοτε στην θαλασσαν επετιμησε πρωτα τους μαθητας, ετσι και εδω αποβαλλει την ανησυχιαν απο τις ψυχες των παροντων, δεικνυοντας συγχρονως οτι του ειναι ευκολο να εγειρη τους νεκρους- το ιδιο εκαμε και στην περιπτωσι του Λαζαρου, οταν ειπε <<Λαζαρος ο φιλος ημων κεκοιμηται>>(.Ιωαν,ια 11) και συγχρονως μας μαθαινει να μη φοβουμεθα τον θανατον, διοτι δεν ειναι πλεον θανατος, αλλα ηδη εχι γινει υπνος. Επειδη και ο ιδιος επροκειτο να αποθανη προπαρασκευαζει τους μαθητας με τα σωματα των αλλων, ωστε να λαβουν θαρρος και να υπομενουν τον θανατο με ηρεμια. Πραματι απο τοτε που ηλθεν αυτος, ο θανατος ειναι πλεον υπνος. Ωστοσο ομως των περιγελουσαν και αυτος ομως δεν ηγανακτησε που δεν τον επιστευαν για το θαυμα που θα επιτελουσε μετα απο λιγο, ουτε τους επετιμησε που γελουσαν, ωστε ο γελως, και οι αυλοι και τα κυμβαλα και ολα τα αλλα να γινουν αποδειξις του θανατου.
Επειδη πολλες φορες μετα τα θαυματα οι ανθρωποι δυσπιστουν, τους προλαμβανει με τις ιδιες τις αποκρισεις των, οπως εγινε και με τον Λαζαρο και με Μωυση. Στον μωυσην ειπε: <<τι τουτο το εν τη χειρι σου>>(Εξοδ.δ,2), ωστε οταν το ιδη να μετατρεπεται σε οφι, να μη λησμονηση οτι ηταν ραβδος προηγουμενως, αλλα ενθυμουμενος τα ιδια του τα λογια να εκπλαγη για το γεγονος. Και στην περιπτωσι του Λαζαρου ερωτα: <<που τεθεικατε αυτον>>;(.Ιωαν.ια.34) ωστε εκεινοι που απηντησαν <<ερχου και ιδε>> και οτι <<οζει (εχει βρωμισει), τεταρταιος γαρ εστι>> να μην ημπορουν πλεον αν απιστησουν για την αναστσι του νεκρου. Οταν λοιπον ειδε τα κυμβαλα και τον κοσμο τους ωδηγησε ολους εξω, και θαυματουργει παροντων των γονεων, εισαγοντας στο σωμα οχι αλλην ψυχην, αλλα επαναφεροντας αυτην την ιδια που εξηλθε, και ετσι εξυπνησε την μικρη σαν απο υπνο. Την πιανει δε απο το χερι για να πληροφορηση αυτους που παρακολουθουσαν, ωστε με οσα εβλεπαν να τους ανοιξη τον δρομο για την πιστι της αναστασεως. Διοτι ενω ο πατερας ελεγε <<επιθες την χειρα>>,(Ματθ.θ,18 ), αυτος κανει κατι περισσοτερο, οχι μονον θετει επανω της το χερι του αλλα την πιανει και την εγειρει, δεικνυοντας οτι τα εχει ολα ετοιμα. Και οχι μονο την εγειρει, αλλα προστασσει να της δωσουν και τροφη, για να μη φανη το γεγονος φανταστικο. Και δεν της διδει ο ιδιος, αλλα ανεθεσε σ’ εκεινους, οπως εκαμε και με τον Λαζαρο, οταν ειπε: <<λυσατε αυτον, και αφετε υπαγειν>>, και μετα τον εκαμε ομοτραπεζον του. Πραγματι φροντιζει παντοτε και για τα δυο, για να αποδειξη πληρως και τον θανατο και την αναστασι.
Συ ομως προσεξε παρακαλω οχι μονον την αναστασι, αλλα οτι παρηγγειλε να μη το ειπουν σε κανεναν και περισσοτερο κοιταξε να διδαχθης απο ολα αυτα την ταπεινοφροσυνη και την αποφυγη της ματαιοδοξιας. Μαθε επισης και τουτο, οτι εξεβαλε απο την οικιαν εκεινους που θρηνουσαν και τους εκρινε αναξιους γι’ αυτην την θαυμαστην θεωρια και μην εξελθης και συ με τους αυλητας, αλλα μενε μαζι με τον Πετρον και τον Ιακωβον και τον Ιωαννην. Εαν εκεινους εξεδιωξε τοτε, πολυ περισσοτερο τωρα. Διοτι τοτε δεν ηταν ακομη φανερον οτι ο θανατος εγινεν υπνος, τωρα ομως αυτο ειναι και το απο τον ηλιον φανερωτερον. Αλλα δεν του ανεστησε τωρα την μικρη σου θυγατερα; θα σου την αναστηση ομως οπωσδηποτε και με πιο μεγαλην δοξα. Επειδη εκεινη μετα την αναστασι της απεθανε παλι, ενω η δικη σου οταν αναστηθη θα μεινη στο εξης αθανατος. Κανεις να μη χτυπιεται πλεον απο την θλιψιν, ουτε να θρηνη, ουτε να διαββαλη το κατορθωμα του Χριστου. Επειδη οντως ενικησε τον θανατο. Τι θρηνεις λοιπον αδικως; αφου το πραγμα εγινε υπνος. Τι οδυρεσαι και κλαις; αυτο και εθνικοι αν το εκαμαν θα επρεπε να τους περιγελουμε, οταν ομως κανει ο πιστος αυτες τις ασχημιες, ποια δικαιολογια, ποια συγγνωμη θα υπαρξη, εαν κανη παρομοιες ανοησιες και μαλιστα μετα απο τοσον χρονον και σαφη αποδειξι της αναστασεως; συ ομως σαν να προσπαθης να επαυξησης το παραπτωμα, μας φερνεις και γυναικες εθνικες για θρηνωδους με σκοπο να εξαψης το παθος και να ριξης λαδι στη φωτια, και δεν ακους τον Παυλο που λεγει:<<τις συμφωνησις Χριστω προς Βελιαρ (τον διαβολο): ή τις μερις πιστω μετα απιστου;>>.(Β Κορ.στ 15). Και οι μεν ειδωλολατρες οι οποιοι δεν γνωριζουν τιποτε για την αναστασιν, ευρισκουν ομως λογους παρηγοριας και λεγουν: υπομεινε με γενναιοτητα, δεν ημπορεις να ματαιωσης αυτο που εγινε, ουτε να το διορθωσης με τους θρηνους. Ενω εσυ που ακους πνευματικωτερους και υψηλοτερους λογους απο αυτους, δεν εντρεπεσαι να καμης μεγαλυτερες ασχημιες απο εκεινους; διοτι εμεις δεν εχουμε μονον αυτο να ειπουμε: υπομεινε γενναιως, επειδη οπωσδηποτε θα αναστηθη, το παιδι κοιμαται, δεν απεθανε, ησυχαζει, δεν εχαθη. Το περιμενει αναστασις και ζωη αιωνιος και αθανασια και καταστασις αγγελικη. Δεν ακους τον ψαλμο που λεγει <<επιστρεψον ψυχη μου εις την αναπαυσιν σου, οτι κυριος ευηργετησε σε>>;(Ψαλμ.ριδ.(114).7). Ο Θεος ονομαζει το πραγμα ευεργεσιαν και συ θρηνεις; και τι περισσοτερο θα εκαμες εαν ησουν εχθρος του νεκρου; εαν καποιος πρεπει να θρηνη, αυτος ειναι ο διαβολος, εκεινος ας κτυπα την κεφαλη του, εκεινος ας οδυρεται για το οτι οδευουμε προς μεγαλυτερα αγαθα. Στην ιδικην του πονηριαν αρμοζουν αυτες οι γοερες κραυγες, οχι σ’ εσε που μελλεις να στεφανωθης και να ευρης αναπαυσι. Ενα γαληνιο λιμανι ειναι ο θανατος. Παρατηρησε απο ποσα κακα ειναι γεματη η ζωη αυτη, σκεψου ποσες φορες την εχεις καταρασθη, και τα πραγματα προχωρουν προς το χειροτερο. Αλλα και απ’ αρχης δεν εκληρονομησες μικρην καταδικη: <<εν λυπαις τεξη τεκνα>>(Γεν.γ.16).λεγει , και <<εν ιδρωτι του προσωπου σου φαγει τον αρτον σου>>(Γεν.γ.19) και <<εν τω κοσμω θλιψιν εξετε>>(Ιωαν.ιστ33). Για τα εκει ομως τιποτε παρομοιον δεν εχει λεχθη, αλλα το εντελεως αντιθετον, οτι <<απεδρα οδυνη, λυπη και στεναγμος>>(Ης.λε.10) και οτι <<απο ανατολων και δυσμων ηξουσι(θα ελθουν) και ανακλιθησονται εις τους κολπυς του Αβρααμ>>(Ματθ.η.11), του Ισαακ και του Ιακωβ, και οτι εκει ειναι νυμφων πνευματικος και χαρμοσυνες λαμπαδες και ταξιδι στον ουρανο.
Γιατι λοιπον εντροπιαζεις αυτον που απηλθε΄γιατι προδιαθετεις τους αλλους να φοβουνται και να τρεμουν τον θανατο; γιατι κανεις πολλους να κατηγορουν τον Θεον οτι ειναι αιτιος πολλων δεινων; ή μαλλον γιατι μετα απο αυτα προσκαλεις του πτωχους και παρακαλεις τους ιερεις να προσευχωνται; για να ευρη αναπαυσιν ο νεκρος, λεγει, για να τον αντιμετωπιση ο δικαστης με ευσπλαχνιαν. Γι’ αυτα λοιπον θρηνεις και μοιρολογεις΄αρα τον εαυτον σου μαχεσαι και πολεμεις, προκαλωντας για σενα καταιγιδαν, ενω εκεινος εχει προσαραξει σε λιμανι. Και πως να αντιδρασω, λεγει, ετσι ειναι η φυσις. Δεν ευθυνεται ομως η φυσις ουτε αυτο ειναι αναποφευκτον, αλλα εμεις ειμεθα που κανουμε τα ανω κατω, εκφυλιζομεθα και προδιδουμε την ευγενεια των χριστιανων και τους απιστους τους κανουμε χειροτερους. Πως θα ομιλησουμε στον αλλον περι αθανασιας; πως θα πεισουμε τον εθνικον, οταν φοβουμεθα και φριττωμε τον θανατο περισσοτερον απο εκεινον; και μαλιστα πολλοι απο τους ειδωλολατρες, οταν απεθαναν τα παιδια τους, εφορεσαν στεφανι και λευκα ενδυματα, αν και δεν εγνωριζαν τιποτε περι αθανασιας, για να κερδισουν την παρουσαν δοξα, και συ ουτε για τη μελλουσα δεν παυεις να κτυπας το στηθος σου σαν τις γυναικες. Αλλα τωρα δεν εχεις κληρονομους της περιουσιας σου, δεν εχεις διαδοχο; και τι θα προτιμουσες γι’ αυτον, να κληρονομηση την περουσια σου ή τους ουρανους; τι θα επιθυμουσες, να κληρονομηση πραγματα που αφανιζονται, τα οποια μετα απο λιγο θα τα αφηνε, ή τα μονιμα και ακινητα; δεν τον εκαμες κληρονομο σου, αλλα τον εκαμε ο θεος ιδικον του, δεν εγινε συγκληρονομος των αδελφων του, αλλα του Χριστου. Και σε ποιον θα αφησουμε τα ενδυματα, σε ποιον τα οικηματα, σε ποιον τους δουλους και τους αγρους; παλι σε αυτον και μαλιστα με περισσοτεραν ασφαλειαν απο ο,τι αν ζουσε τιποτε δε σε εμποδιζει. Εαν οι βαρβαροι μαζι με τους νεκρους καιουν και τα υπαρχοντα τους, πολυ περισσοτερον ειναι δικαιον να στειλης και συ μαζι με τον νεκρον αυτα που του ανηκουν, οχι για να γινουν στακτη οπως εκεινα, αλλα για να τον περιβαλης με μεγαλυτεραν δοξα. Και αν μεν απηλθε αμαρτωλος, για να του συγχωρεθουν οι αμαρτιες, εαν δικαιος, για να αυξηθη ο μισθος και η ανταμοιβη του. Επιθυμεις ομως να τον ιδης; ζησε την ιδιαν ζωη μ’ εκεινον, και γρηγορα θα απολαυσης το ιερον του προσωπο. Και μαζι με αυτα συλλογισου και τουτο, οτι και αν δεν ακουσης εμενα, θα σε πειση οπωσδηποτε ο χρονος. Αλλα τοτε δεν θα εχης κανενα μισθον, αφου η παρηγορια θα προελθη απο τον χρονο που θα εχη απρελθη. Εαν ομως τωρα θελεις να φιλοσοφησης, θα κερδισης δυο, τα μεγαλυτερα. Και τον εαυτον σου θα απαλλαξης απο αυτα τα δεινα, και με πιο λαμπρο στεφανι θα σε στεφανωση ο Κυριος. Διοτι και απο την ελεημοσυνη και απο τα αλλα πολυ ανωτερον ειναι το να υπομεινης την συμφορα με πραοτητα. Αναλογισου οτι και ο Υιος του Θεου απεθανε, εκεινος για σενα και συ για τον εαυτον σου. Και μολονοτι ειπε <<ει δυνατον παρελθετω απ’ εμου το ποτηριον>>(Ματθ.κστ.39) και ελυπηθη, δεν απεφυγε ομως τον θανατον, αλλα τον εβιωσε σε ολη του την πραγματικοτητα. Και δεν υπεμεινε εναν κοινον θανατον, αλλα τον χειροτερο, και πριν τον θανατο μαστιγωσεις και πριν τις μαστιγωσεις ονειδισμους και ειρωνειες και υβρεις, για να σε μαθη να τα υπομενης ολα γενναιως. Αφου ομως απεθανε και απεθεσε το σωμα, το ελαβε παλι πιο ενδοξο προσφεροντας ετσι σε σενα τις καλλιτερες ελπιδες. Εαν αυτα δεν ειναι μυθος, τοτε μη θρηνης, εαν τα θεωρης αυτα αξιοπιστα μη δακρυζης, πως θα ημπορεσης να πεισης τον εθνικον οτι πιστευεις;
Αλλα και ετσι ακομη σου φαινεται ανυποφορο το συμβαν; γι’ αυτο ακριβως δεν αξιζει να τον θρηνης, επειδη εκεινος απηλλαγη απο πολλες παρομοιες συμφορες. Μη τον φθονης λοιπον, μη θελης το κακο του, διοτι το να αποζητη κανεις τον θανατον επειδη καποιος απεθανε προωρα και να τον πενθη που δεν εζησε για να υποφερη και αλλα πολλα παρομοια, σημαινει οτι τον φθονει και θελει το κακο του. Και μη σκεπτεσαι οτι δεν θα επιστρεψη πλεον στην οικογενειακην εστιαν, αλλα οτι και συ ο ιδιος σε λιγο θα πας κοντα του.μη συλλογιζεσαι οτι πλεον δεν θα επανελθη εδω, αλλα οτι και ολα αυτα που βλεπουμε γυρω μας δεν θα παραμεινουν οπως ειναι τωρα, αλλα θα μετασχηματισθουν. Διοτι και ο ουρανος και η γη και η θαλασσα και τα παντα θα αναμορφωθουν και τοτε θα λαβης το παιδι σου λαμπροτερο. Και αν μεν απηλθε ο αμαρτωλος, ο θανατος εσημανε την παυσι των εργων της κακιας, διοτι εαν ο Θεος εγνωριζε οτι θα παρουσιαζε μεταβολη δεν θα τον επαιρνε πριν μετανοηση. Εαν ομως εφυγε δικαιος απο την ζωη, κατεχει τωρα τα αγαθα με ασφαλεια. Αρα ειναι φανερον οτι τα δακρυα σου δεν μαρτυρουν φιλοστοργιαν, αλλα παθος αλλογιστον. Επειδη αν αγαπουσες αυτον που εφυγε, επρεπε να χαιρης και να ευφραινεσαι που απηλλαγη απο αυτην την τρικυμια. Τι περισσοτερον υπαρχει εδω; Ειπε μου τι νεο και ασυνηθες; τα ιδια δεν βλεπουμε συνεχως να επαναλαμβανωνται; Ημερα και νυκτα, νυκτα και ημερα, χειμων και θερος, θερος και χειμων, και τιποτε περισσοτερο. Και αυτα μεν ειναι παντοτε τα ιδια τα κακα πμως παντοτε παραδοξα και ανανεωμενα. Με αυτα λοιπον ηθελες να ταλαιπωρηται καθημερινως μενοντας εδω, να αρρωσταινη, να πενθη, να φοβηται, να τρεμη και αλλα μεν απο τα δεινα να τα υποφερη, αλλα δε να φοβηται μηπως τα υποστη; Ουτε βεβαιως ημπορεις να ισχυρισθης, οτι ταξιδευοντας στο μεγα τουτο πελαγος, ηταν δυνατον να απαλλαγη απο την λυπη και τις μεριμνες και τα αλλα παρομοια. Και εκτος αυτου συλλογισου και το αλλο, οτι δεν τον εγεννησες αθανατον, και οτι αν δεν απεθαινε τωρα, θα το υφιστατο αυτο λιγο αργοτερα. Αλλα δεν τον εχορτασες; Θα τον απολαυσης ομως εκει οπωσδηποτε. Αλλα επιθυμεις να τον βλεπης κι εδω; Και τι σε εμποδιζει; εχεις και τωρα αυτην την δυνατοτητα, εαν νηφης(νηφω=κρατω τον νου μου προσεκτικα μεσα μου και εξεταζω τους λογισμους μου) διοτι η ελπις των μελλοντων ειναι πιο φανερα απο την ορασι. Και αν ζουσε μεσα στα ανακτορα συ η ιδια η μητερα του δεν θα ζητουσες να τον ιδης, ακουγοντας οτι ευδοκιμει. Τωρα ομως που τον βλεπεις να εχη αποδημησει προς τα πολυ ανωτερα, μικροψυχεις για τον συντομον αυτον καιρο, και μαλιστα ενω εχης αντι εκεινου τον συζυγο σου; Ααλλα δεν εχεις ανδρα; Εχεις ομως παρηγορια, τον <<πατερα των ορφανων και κριτην των χηρων>>(Ψαλμ.ξζ(67)στ). Ακουσε οτι και ο παυλος αυτην την χηρεια την μακριζει, λεγοντας: <<η δε οντως χηρα και μεμονωμενη ηλπισεν επι κυριον>>(Α.Τιμ.ε,5). Πραγματι αυτη θα ευαρεστηση περισσοτερο στον Θεον, δεδομενου οτι απεδειξε περισσοτεραν υπομονη. Μη θρηνης λοιπον γι’ αυτο το γεγονος το οποιο θα γινη αφορμη να στεφανωθης, για το οποιο θα απαιτησης μισθον. Απλως επεστρεψες την παρακαταθηκην, εαν παρεδωσες αυτο που ο Θεος σου ειχε εμπιστευθη. Μη μεριμνας πλεον, αφου εφυλαξες το θυσαυρο σε ασυλητον θυσαυροφυλακιο. Και αν συνειδητοποιησης τι ειναι η παρουσα και η μελλουσα ζωη, και οτι αυτη μεν ειναι ιστος αραχνης και σκια, τα δε εκει ολα αμεταβλητα και αθανατα, δεν θα χρειασθης πλεον αλλους λογους. Τωρα το παιδι εχει απαλλαγη απο καθε ειδους μεταβολην, εαν ομως ηταν εδω, ισως παρεμεινεν εναρετος, αλλ ισως και οχι. Ή δεν βλεπεις ποσοι αποκηρυττουν τα παιδια τους; ποσοι αναγκαζονται να τα κρατουν κοντα τους αν και ειναι χειροτερα απο τα αποκηρυγμενα; Ας συλλογιζωμεθα ολα αυτα και ας φιλοσοφουμε με τον τροπον αυτον και τον νεκρο θα ευχαριστησωμε, και απο τους ανθρωπους θα απολαυσωμε πολλους επαινους, και απο τον Θεον θα λαβωμε τον μεγαλο μισθο της υπομονης και θα γινωμε μετοχοι των αιωνιων αγαθων, τα οποια ειθε να επιτυχωμε, με την χαρι και την φιλανθρωπια του Κυριου ημων Ιησου Χριστου, <<ω η δοξα και το κρατος εις τους αιωνας των αιωνων. Αμην.>>.