Δημοσίευσηαπό Athanasios » Σάβ Αύγ 18, 2012 11:52 am
Ομιλια εις την ογδοην Κυριακην του Λουκα
Γερμανου του Β, Πατριαρχου Κωνσταντινουπολεως. (Αποσπασμα με αποσυμβολισμους)
Ειναι μεγαλο εμποδιον προς αρετην η υπερηφανεια και επαρσις και οποιος δεν ειναι τιποτε, και νομιζει πως ειναι μεγας και αξιος ευκολα πλαναται και κρημνιζεται, διοτι η υπερηφανεια και επαρσις γινεται εμποδιον για καθε καλο σ’ συτον που την εχει και τον κανει μισητον και απροσδεκτον στον Θεον διοτι <<ακαθαρτος παρα Κυριω πας υψηλοκαρδος>> (Παροιμ. ιστ,5) και <<Κυριος υπερηφανοις αντιτασσεται, ταπεινοις δε διδωσιν χαριν>> (Παροιμ. γ,34). Η υπερηφανεια ειναι η αιτια ολων των κακων, και οσοι την εχουν εγκαταλειπονται απο τον Θεον, και υστερουμενοι της θειας βοηθειας πιπτουν στα παθη της ατιμιας, διοτι αρκει μονο η επαρσις να σκορπιση ολον τον πλουτον των αρετων. Επειδη οχι μονον παρακινει προς κακιαν, αλλα και στην ιδια την αρετην υποκρυπτομενη μας προξενει πολλην ζημια, διοτι μας αναγκαζει απο το ενα μερος να υπομενωνε τους κοπους και τους πονους, και απο το αλλο μας κανει να χανωμε τον καρπον των αρετων και ετσι δεν κερδιζουμε τιποτε. Ακαιρα λοιπον κοπιαζει ο υπερηφανος και ματαιως βασανιζεται ταλαιπωρουμενος στους ιδρωτες και αγωνες της αρετης, διοτι ως κυριευμενος απο την υπερηφανειαν απομακρυνεται απο την θειαν βοηθεια μια μενει ταλαιπωρος ερημος και απορος απο καθε αγαθον. Αυτο επαθε και ο σημερινος νομικος ο οποιος ετολμησε να πειραξη τον Χριστον ερωτωντας αυτον με δολον και επαρσιν. Ακουσετε λοιπον τον θεηγορον Λουκα τι λεγει στο ιερον Ευαγγελιον, να μαθετε σαφεστερα την υποθεσι. <<τω καιρω εκεινω, νομικος τις προσηλθε τω Ιησου πειραζων αυτον και λεγων, διδασκαλε, τι ποιησας ζωην αιωνιον κληρονομησω;>>. Αυτος ο νομικος ενομισε οτι θα παγιδευση και θα παρασυρη τον Κυριον να τον προσταξη πραγματα που εναντιωνονται στον νομο, και του λεγει, τι να καμω διδασκαλε, για να κηρονομησω ζωην αιωνιον, την οποιαν διδασκεις και αναγγελεις στον λαο συχνα και επιμελεστατα; και επειδη ο Δεσποτης εγνωρισε την πανουργια του νομικου, του αναφερει για τον νομο, διακρινοντας μεν τον πειρασμον του, συγχρονως δε ελεγχοντας και καταδικαζοντας εκεινον διοτι ενομιζε πως ειναι εναρετος, χωρις να ειναι: <<ο δε ειπε προς αυτον, εν τω νομω τι γεγραπται; πως αναγιγνωσκεις;>>. Ερωτα ο Κυριος τον νομικο να αποκριθη τι γραφει ο νομος, για να το ειπη ο ιδιος με το στομα του προς ελεγχο και κατακρισι του. <<ο δε αποκριθεις ειπεν αγαπησεις κυριον τον Θεον σου εξ’ ολης της καρδιας σου και εξ ολης της ψυχης σου και εξ’ ολης της ισχυος σου και εξ’ ολης της διανοιας σου, και το πλησιον σου ως σεαυτον. Ειπε δε αυτω, ορθως απεκριθης.>> Επειδη ο νομικος απηγγειλε τις δυο μεγαλες εντολες, ο Κυριος του ειπεν οτι καλως και ορθως απεκριθη, πραγματι πρωτον πρεπει να αγαπουμε τον Θεον με ολη την ψυχη και την καρδια μας, και δευτερον τον πλησιον μας. Και ειναι τοσο δεμενες μεταξυ τους αυτες οι εντολες που δεν ξεχωριζουν , διοτι οποιος αγαπα τον Θεον αγαπα και τον πλησιον του, για να φυλαξη το θειον προσταγμα και οποιος δεν αγαπα τον αδελφον του, ουτε τον Θεον αγαπα και ετσι παραβαινει την εντολη του, η οποια λεγει σε αλλο μερος του Ευαγγελιου. Οτι σ’ αυτες τις δυο εντολες <<ολος ο νομος και οι προφηται κρεμανται>>. (Ματθ.κβ,40). Αυτες λοιπον τις δυο εντολες εχουν ως ριζαν και αιτιαν και αφορμην ολος ο νομος και ολοι οι προφηται και οποιος τις φυλαξει αυτες ανελλιπως και πληρεστατα, εχει εκπληρωσει ολον τον νομον, <<τουτο ποιει και ζηση>>. Επειδη ορθως απεκριθης, ω νομικε, προτιμωντας αυτες τις δυο μεγαλες εντολες, φυλαξε αυτες και συ καθως πρεπει, για να ζησης ζωην αιωνιον,την οποιαν κληρονομου οσοι τηρησουν αυτες τις εντολες. <<Ο δε θελων δικαιουν εαυτον, ειπε προς τον Ιησουν και τις εστι μου πλησιον;>>. Ο νομος ονομαζει πλησιον καθε ανθρωπον που χρειαζεται βοηθεια, και λεγεται πλησιον επειδη ολοι οι ανθρωποι πλησιαζουμε, ειμεθα κοντα ο ενας στον αλλον, ενω ο νομικος εθεωρουσε πλησιον τον ισον στην αρετη, γι’ αυτο, ως υπερηφανος που ηταν, ειπε, και ποιος ειναι πλησιον μου, δηλαδη εναρετος σα εμενα; και ο Χριστος του αποδεικνυει με ωραιοτατην παραβολην σοφωτατα, οτι την εντολην αυτη την εκπληρωνει οποιος συμπαρισταται και βοηθει τον αδελφον του σε ωρα αναγκης. <<Υπολαβων δε ο Ιησους (λαμβανοντας τον λογον) ειπεν: ενας ανθρωπος κατεβαινεν απο την Ιερουσαλημ προς την Ιεριχω, και επεσε πανω σε ληστας, οι οποιοι τον εξεδυσαν, τον επληγωσαν και αφηνοντας τον μισοπεθαμενον εφυγαν. Συνεβη δε να κατεβαινη στον δρομον εκεινον ενας ιερευς, και οταν τον ειδε, αντι να τον βοηθηση τον αφησε και εφυγεν. Ομοιως και ενας Λευιτης, ερχομενος στον τοπον εκεινον και βλεποντας αυτον, τον προσεπερασε και απεμακρυνθη. Καποιος δε Σαμαριτης που περιπατουσε σ’ εκεινον τον δρομον ηλθε εκει, και οταν τον ειδε, τον ευσπλαχνισθη και τον επλησιασε, εβαλε λαδι και κρασι στις πηγες του, και αφου τον ανεβασε στο ζωον του, τον επηγε σε ενα πανδοχειον και τον επεμεληθη, και την επαυριον αναχωρωντας εβγαλε δυο δηναρια και τα εδωσε στον πανδοχεα λεγοντας, επιμελησου τον και οσα εξοδευσης τα πληρωνω στην επιστροφην.>>.
Με την παραβολην αυτην ο πολυελεος Κυριος μας διδασκει να σπλαχνιζωμεθα τον πλησιον και να βοηθουμε οσον ημπορουμε τους ενδεεις και πτωχους, διοτι δεν υπαρχει ωφελιμωτερα αρετη απο αυτην επειδη ωφελουνται και τα δυο μερη, ο πτωχος και απορος ωφελειται σωματικως λαμβανοντας τα αναγκαια της φυσεως, και εκεινος που τον ελεει ωφελειται ψυχικως, που ειναι καλλιτερον. Πλην ομως το νοημα της παραβολης αυτης ειναι οτι ο Κυριος την ειπε για τον εαυτον του, οτι εδειξεν ο φιλανθρωπος τοσην ευσπλαχνιαν και αγαθοτητα στον πληγωμενον ανθρωπον. Και ακουσετε την εξηγησι να λαβετε πολλην ωφελειαν και κατανυξιν.
Η ανθρωπινη φυσις κατεβαινεν απο την Ιερουσαλημ, η οποια ερμηνευεται ορασις ειρηνης, δηλαδη απο την ειρηνικην διαγωγην, στην Ιεριχω, η ποια ειναι χαμηλη και πνιγηρα απο τον καυσωνα,(η Ιεριχω ειναι απο τα χαμηλωτερα μερη της γης, ευρισκομενη 270 μετρα κατω απο την επιφανεια της θαλασσης) που σημαινει οτι ηλθε στην εμπαθη και κτηνωδη ζωην. Και δεν ειπε κατεβη, αλλα κατεβαινεν, διοτι η ανθρωπινη φυσις τρεχει και αυτη στον κατηφορον, οπως τα υδατα των ποταμων και προσεχει ολως δι’ ολου την λασπην και βορβορον της αμαρτιας, αυτη επεσε στους ληστας δαιμονας οι οποιοι της αφηρεσαν το ενδυμα της αρετης και επειτα την επληγωσαν με αμαρτηματα διαφορα. Διοτι οι δαιμονες πρωτα μας απογυμνωνουν απο τους καλους λογισμους και απο την σκεπην και βοηθειαν του Θεου, και τοτε μας πληγωνουν με αμαρτηματα και μας αφηνουν ερημους της θειας Χαριτος. Ειπε δε οτι οι δαιμονες αφησαν την φυσιν των ανθρωπων μισαποθαμενην, επειδη το σωμα, που ειναι το ημισυ μερος του ανθρωπου, εγινε θνητον και απεθανεν, η δε ψυχη εμεινεν αθανατος. Να το εξηγησωμε και με αλλον τροπον, η ανθρωπινη φυσις δεν εμεινεν εντελως απεγνωσμενη, ουτε εθανατωθη τελειως, αλλα της εμεινεν η ελπιδα στον Χριστον, οτι αυτος θα την θεραπευση, οπως και εγινε, επειδη τον θανατον που επροξνησε ο πρωτος Αδαμ στην ανθρωποτητα, τον εθανατωσεν ο αθανατος Κυριος. Ιερεα και Λευιτην ονομαζει τον νομον και τους προφητες, οι οποιοι ηθελαν μεν να βοηθησουν την ανθρωπινην φυσιν, αλλα δεν ειχαν την δυνατοτητα, διοτι οι πληγες ησαν ανιατες για την ανθρωπινην δυναμι οθεν αντι να βοηθησουν, υπεχωρησαν, αυτο σημαινει το <<αντιπαρηλθε>>. Επ’ αυτου ο Αποστολος λεγει: Το αιμα των ταυρων και των τραγων δεν ημπορουσε να συγχωρηση τα αμαρτηματα. Το δε <<κατα συγκυριαν>> εχει την εξης εννοιαν οτι ο νομος εδοθη πρωτυτερα για την ανθρωπινην ασθενειαν, επειδη οι ανθρωποι δεν ημπορουσαν απο την αρχη να δεχθουν το Ευαγγελιον του Χριστου, γι’ αυτο λεγει για τον ιερεα και τον Λευιτην <<κατα συγκυριαν>>, δηλαδη δεν ηλθαν επι τουτου οι προφητες για να θεραοευσουν τον ανθρωπον, αλλα το εφερεν , το απαιτουσε η περιστασις. Ο Κυριος ομως και Θεος μας, που οι Ιουδαιοι τον ελεγαν υβριστικα Σαμαρειτην, ηλθεν επι τουτου, με αυτον τον σκοπο, να μας θεραπευση ως ευσπλαχνος. Και αφου εσαρκωθη με τροπον ανεκφραστον, εγινεν ανθρωπος οπως εμεις ο φιλανθρωπος απο την πολλην αυτου αγαθοτητα, και δε αφησε το κακον αθεραπευτον, αλλα εδεσε καλα τα τραυματα και εβαλε λαδι και κρασι, δηλαδη τον λογον της διδασκαλιας, με το ελαιον εννοει την ευσπλαχνιαν, και με τον οινον το στυπτικον και αυστηρον της δικαιοσυνης. Οταν ακουης τον Κυριο να λεγη <<δευτε προς με παντες, καγω αναπαυσω υμας>> και αλλα ομοια, αυτα φανερωνουν το ελαιον, την ιλαροτητα δηλαδη και την ευσπλαχνιαν. Και οταν παλι λεγει, <<πορευεσθε εις το σκοτος>> και τα τοιαυτα, φανερωνουν τον οινο, δηλαδη την αυστηροτητα της κρισεως. Ακομη και με αλλον τροπον, ελαιον νοειται η ανθρωπινη διαγωγη, και οινος η θεικη, ο θεανθρωπος Κυριος λοιπον ενεργει αλλα ως Θεος και αλλα ως ανθρωπος και οταν μεν ετρωγεν, επινεν, εκοιματο και αλλα ομοια επραττε, εγνωριζετο ως ανθρωπος, τουτο ειναι το ελαιον, επειδη δεν μετεχειριζετο ζωην σκληραν και επιπονον. Οταν δε παλιν ενηστευε πολλες ημερες, περιπατουσε στην θαλασσαν ή αλλα ομοια εκαμεν, εγνωριζετο Θεος παντοδυναμος. Οινον λοιπον να εννοησης την θεοτητα, την οποια δεν ημπορουσε κανεις να υποφερη ακρατον, χωρις το ελαιον της ανθρωπινης του φυσεως. Επειδη λοιπον ο Κυριος μας εσωσε ως Θεος και ανθρωπος, γι΄αυτο λεγει οτι μας εβαλεν οινον και ελαιον, με τα οπια λυτρωνονται οσοι βαπτιζονται και θεραπευονται απο τα ψυχικα τραυματα και πρωτα μεν χριονται με το ελαιον του μυρου, επειτα μεταλαμβανουν και το θειον αιμα, τον οινον δηλαδη.και ανεβασεν ο Κυριος την πληγωμενην μας φυσιν <<εις το ιδιον υποζυγιον>>, την εσηκωσε δηλαδη επανω του ο φιλευσπλαχνος, επειδη μας εκαμε μελη του και κοινωνους του ιδικου του σωματος και μας ανυψωσε στην προτεραν αξιαν. Πανδοχειον ωνομασε την Εκκλησια, η οποια τους δεχεται ολους, διοτι ο παλαιος νομος τους Μωαβιτες και τους Αμμωνιτες δεν τους εδεχετο, αλλα τωρα η εκκλησια του Χριστου δεχεται καθε εθνος, και πορνους και τελωνες και τους παντες, οπως εχει γραφη στις Πραξεις των Αποστολων. Επειδη οταν συνεστηθη η εκκλησια, εγινε δηλαδη το πανδοχειον απο ολα τα εθνη, η πιστις εξηπλωθη. Τοτε εγινε και η δωρεα του Αγιου Πνευματος και η χαρις επληθυνετο. Λοιπον ολοι οι Αποστολοι και διδασκαλοι και αρχιερεις, λογιζονται ως πανδοχεις εις τους οποιους ο Κυριος εδωσε τα δυο δηναρια, δηλαδη την Παλαιαν και την Νεαν Διαθηκην, που εχουν και οι δυο την εικονα και τα λογια του βασιλεως. Αυτα τα δυο δηναρια αφησεν ο Κυριος οταν ανεβαινε στους ουρανους, και τα παρεδωσε στους Αποστολους του και σ’ ολους τους αρχιερεις, ιερεις και διδασκαλους, λεγοντας. <<Ο εαν προσδαπανησης εν τω επανερχεσθαι με αποδωσω σοι>>.
Και αληθως πολλα εξωδευσαν οι μακαριοι Αποστολοι, και πολυ εκοπιασαν για να σπειρουν την διδασκαλια σε καθε τοπον. Αλλα και οι κατα καιρους διδασκαλοι πολλα εδαπανησαν και αυτοι και κοπιασαν, και τον μισθον ομως μελλει να τον απολαυσουν πλουσιον, οταν επιστρεψη παλιν ο κυριος, δηλαδη στην δευτεραν αυτου παρουσιαν και επανοδον. Τοτε θα του ειπη καθε ενας απο αυτους <<Κυριε, δυο δηναρια μοι εδωκας, ιδου αλλα δυο προσεδαπανησα>>
Ακουσετε την παραβολην με συντομιαν σαφεστερα και καθαρωτερα. Ο Σαμαρειτης ειναι ο Χριστος που εσαρκωθη απο την υπερευλογημενην Αειπαρθενον Μαριαν, την υπερενδοξον μητερα του, το <<ιδιον κτηνος>>, το ζωον του, ειναι το σωμα του Χριστου, οινος ο διδασκαλικος λογος, ελαιον, η φιλανθρωπια, το πανδοχειον ειναι η Εκκλησια,ο πανδοχευς, οι Αποστολοι, οι αρχιερεις και διδασκαλοι, τα δυο δηναρια, η Παλαια και η Νεα Γραφη και η αγαπη προς τον Θεον και προς τον πλησιον και επανοδος του Σαμαρειτου, η Δευτερα του Χριστου παρουσια και ελευσις.
Αφου ετελειωσεν ο Κυριος αυτην την θαυμασιαν παραβολη, ηρωτησε τον νομικον: <<Ποιος απο αυτους του τρεις σου φαινεται οτι εγινε πλησιον εκεινου που επεσε στους ληστας; και αυτος του ειπε, εκεινος που του εδειξε ευσπλαχνια. Τοτε του ειπεν ο Κυριος: πηγαινε και καμε και συ το ιδιο>>. Με τα λογια αυτα ο Κυριος μας διδασκει να γινωμεθα μιμηται του στην ευσπλαχνια και την συμπαθεια, να ελεουμε τους ενδεεις και τους πτωχους και να του βοηθουμεν οσον ημπορουμε, ειτε καλοι ειναι, ειτε πονηροι. Επειδη οπως εκαμεν Εκεινος, ο πανοικτιρμων και πολυελεος προς εμας τους αχαριστους και εσταυρωθη και επαθε για την αγαπη μας, ετσι θελει να συμπασχωμε και ‘μεις με τους αδελφους και να τους βοηθουμε χωρις προφασεις και πρεπει να υπακουωμε σ’ αυτον ως τεκνα γνησια αν ποθουμε να γινουμε και κληρονομοι της βασιλειας του. Οταν λοιπον ιδουμε τον αδελφον και πλησιον μας να θλιβεται απο την πειναν και διψαν, και να βασανιζεται απο τις συμφορες και τις δυστυχιες, να ειναι πληγωμενος και πονεμενος απο τις αδικιες, μη τον παραβλεψωμεν οπως ο ιερευς και τον αφησωμε αβοηθητον, ουτε να αλλαξωμε δρομον οπως ο Λευιτης, αλλα ας δειξωμε προς αυτον συμπαθειαν και καλωσυνην. Ας τον κοιταζωμε με βλεμμα ιλαρον και ευσπλαχνον, ας ανοιξωμε τα ωτα στους στεναγμους και τα δακρυα του, ας κατεβουμε απο το υποζυγιον της υπερηφανειας, της αλογιας και ματαιοτητας ας σταλαξωμε ελαιον φιλανθρωπιας και ας δεσωμε τις πληγες του με λογους παρηγοριας. Και ας τον ανεβασωμε στο καλον υποζυγιο να τον φερωμε στον οικο μας, να παρηγορησωμε την συμφορα του, συμφωνα με το παραδειγμα που μας εδωσεν ο Κυριος, κατα την δυναμι μας. Και αν εχωμε τα απαραιτητα προς εξυπηρετησι και παρηγοριαν του, μη μας φανη δυσκολο και βαρυνθουμε τον κοπον, αλλ’ ας τον παμε στο πανδοχειον, να παρακινησωμεν εκεινους οι οποιοι εχουν την δυναμι να τον βοηθησουν. Ακομη ας παρακαλεσωμε τον Θεον, εαν ειναι κατα το θελημα του, να του ελαφρωση και να σμικρυνη την παιδευσι. Και ακομη ας φροντιζωμε και για την σωτηρια των αδελφων και πλησιον μας, διοτι οπως ειμεθα χρεωστες να τους βοηθουμε στα σωματικα, ετσι πρεπει να τους νουθετουμε και στα ψυχικα και να τους διδασκωμε τα ψυχωφελη και σωτηρια, να τους παρακινουμε προς βιον εναρετον, ετσι γινομεθα προξενοι της σωτηριας των, καθως μας διδασκει και ο Αποστολος, λεγοντας, <<ας εχωμεν φιλαδελφιαν ο ενας προς τον αλλον, να αγαπουμε τον πλησιον, καθως ο Θεος ηγαπησεν ημας και εδωκε τον Υιον Αυτου τον μονογενη λυτρον υπερ ημων>>. Ας γινωμε λοιπον και ‘μεις συμπαθεις και αγαθοι προς τους πλησιον και οχι αμελεις και ασπλαχνοι, και αλλοτε ας τους βοηθουμε στις αναγκες του σωματος, αλλοτε ας τους διορθωνωμε και ας τους οδηγουμε στη οδο της σωτηριας, για να εχωμε περισσοτερον μισθον.