«Η αγάπη είναι απλή μα θέλει κόπο»

Η Ορθοδοξία απέναντι στις προκλήσεις της σημερινής εποχής.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
gkou
Δημοσιεύσεις: 726
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:05 pm
Τοποθεσία: Γεωργία, Κόρινθος

«Η αγάπη είναι απλή μα θέλει κόπο»

Δημοσίευσηαπό gkou » Παρ Απρ 12, 2013 12:09 pm

ΕΝΑΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΝΑ

Το πρόσωπο της Μάνας, είναι ένα πρόσωπο ίσως το πιο ιερό στη ζωή του ανθρώπου, ένα πρόσωπο μοναδικό και ανεπανάληπτο στην ύπαρξή μας. Οι σκέψεις αυτές έρχονται σε μια περίοδο αποϊεροποίησης των πάντων, σε μια περίοδο που οι αξίες φαίνεται να περιφρονούνται από το λεγόμενο προοδευτικό κομμάτι της κοινωνίας μας, αλλά όχι από τους νέους ανθρώπους. Σε μία πρόσφατη έρευνα που έγινε για λογαριασμό της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, το 90% των νέων ανθρώπων θεωρούν ως σημαντικότερη αξία στη ζωή τους την οικογένεια και η ρήση της Αγίας Γραφής «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου» με την έννοια του «μην τους απαρνιέσαι αλλά σεβάσου τους», εξακολουθεί να βρίσκει σήμερα απήχηση στις καρδιές των νέων ανθρώπων!
Ας επιχειρήσουμε μία σύντομη αναφορά στο πρόσωπο της Μητέρας από τα λόγια του Ιωάννου του Χρυσοστόμου, όπου θα δούμε κάποιες πρακτικές συμβουλές του Αγίου προς την μάνα και κατ’ επέκτασιν προς όλες τις μητέρες του κόσμου, συμβουλές που και σήμερα διατηρούν ανέγγιχτη την ομορφιά τους, την επικαιρότητα και τη σπουδαιότητά τους! Ας δούμε αυτήν την μικρή επιλογή από τα έργα του μεγάλου αυτού πατέρα της Εκκλησίας και ας προβληματιστούμε με τους στοχασμούς του!
Τιμούμε την Μητέρα επειδή ο Κύριος την τίμησε στο σταυρό και στην Κανά. «Και στον Ιωάννη είπε ο Ιησούς: Να η μητέρα σου. Γιατί όμως δεν μίλησε για καμιά άλλη γυναίκα, αν και παραβρίσκονταν και άλλες γυναίκες κοντά στον Σταυρό ; Για να μας διδάξει να αποδίδουμε περισσότερη τιμή και σεβασμό στις μητέρες». Αυτό είναι πάρα πολύ σπουδαίο σήμερα. Σήμερα οι θεσμοί, τα πρόσωπα και οι μορφές δεν γίνονται αντικείμενο τιμής, αλλά χλεύης και ειρωνείας. Σήμερα στην τηλεόραση γίνεται λόγος για τους γονείς σαν «ο γέρος και η γριά». Γίνεται διαρκώς λόγος για το δικαίωμα της γυναίκας να διαθέτει όπως θέλει τον εαυτό της κάνοντας μέχρι και εκτρώσεις, δηλαδή φόνους αθώων παιδιών. Κι όμως ο λόγος της Εκκλησίας έρχεται να μας δείξει κάτι πραγματικά αιώνιο: τη σημασία του να τιμούμε τις μορφές που μας πρόσφεραν στη ζωή και η πρώτη τέτοια μορφή είναι η μορφή της μάνας. Ο Κύριός μας τίμησε την μητέρα του όχι μόνο στη λύπη, αλλά και στη χαρά. Ας θυμηθούμε και το γάμο στην Κανά που μολονότι φαινομενικά την μάλωσε όταν του είπε ότι δεν θα είχαν κρασί οι καλεσμένοι, ο Κύριος τελικά έκανε το θαύμα, δείχνοντας και μ’ αυτόν τον παράξενο τρόπο ότι σεβόταν και αγαπούσε την μητέρα του! Να θυμηθούμε και το ευαγγελικό «ην υποτασσόμενος αυτοίς»; Είναι μία ακόμη απόδειξη της στάσης και αναγνώρισης που έδειχνε ο ίδιος ο Θεός που έγινε άνθρωπος στα πρόσωπα εκείνων που Τον ανέθρεψαν.
Χαρακτηριστικό της καλής μητέρας είναι η φιλοστοργία , η αγάπη και η θυσία για το παιδί της, μια θυσία που εκδηλώνεται με τη χαρά της όταν κοπιάζει για το παιδί της! «Και η μητέρα , όταν πονάει για το παιδί της ευχαριστιέται απ’ αυτόν τον πόνο, φροντίζει για το παιδί που γέννησε και ευφραίνεται γι’ αυτές τις φροντίδες, παρόλο που η φροντίδα αυτή καθ’ εαυτή είναι βεβαίως κουραστική και πικρή, όταν όμως καταβάλλεται για τα παιδιά συνοδεύεται από πολλή ευχαρίστηση!». Αν μπορούσαν οι σύγχρονες μητέρες να συνειδητοποιήσουν τη σημασία αυτού του Πατερικού λόγου ! Σε μία εποχή όπου το πνεύμα του ατομισμού έχει θριαμβεύσει και βλέπουμε τους νέους να προβάλουν διαρκώς τη λέξη «είναι δικαίωμά μου», να ξεκουράζομαι, να βγαίνω έξω , να απολαμβάνω, να δουλεύω, να βγάζω χρήματα, έρχεται ο λόγος της Εκκλησίας να δείξει μιάν άλλη διάσταση. Είναι ευτυχία για την γυναίκα να κουράζεται για τα παιδιά της, να θυσιάζεται για τα παιδιά της, κι αυτό ας είναι ένα ακόμη μήνυμα προς τους γονείς που μεγαλώνουν παιδιά, να θυσιάζονται για αυτά, χωρίς γογγυσμούς και γκρίνιες , και έτσι να τα μαθαίνουν με το παράδειγμά τους , ότι αυτό είναι που δίνει νόημα και αξία στη ζωή!
Καλή μητέρα δεν είναι αυτή που γεννάει παιδιά , αλλά αυτή που τα αναθρέφει σωστά. «Γνώρισμα της μητέρας δεν είναι η γέννηση παιδιών, γιατί αυτό είναι δώρο της φύσης, αλλά η ανατροφή των παιδιών, γιατί αυτό εξαρτάται από την ελεύθερη απόφασή της. Δεν κάνει λοιπόν την γυναίκα πραγματική μητέρα η γέννηση παιδιών, αλλά η καλή ανατροφή τους». Άλλη μια μεγάλη αλήθεια αυτή του αγίου. Ας σκεφτούμε σήμερα πόσες γυναίκες μεγαλώνουν πραγματικά τα παιδιά τους ή τα εμπιστεύονται σε φροντίδες άλλων. Και ακόμη περισσότερο, ας σκεφτούμε τί αξίες παίρνουν τα παιδιά σήμερα στις οικογένειές τους, πόσες ώρες περνούν μπροστά στην τηλεόραση, πόσο λίγα πράγματα μαθαίνουν από την αλλοτριωμένη κοινωνία μας για τον Θεό, την πατρίδα, την θυσία, την αγάπη, την προσφορά, την Παράδοσή μας. Κι εδώ είναι που το πρόσωπο της μητέρας παίζει τον αποφασιστικότερο ρόλο. Η πραγματική μητέρα είναι αυτή που μεγαλώνει τα παιδιά της εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου, με τις αξίες που θα τα βοηθήσουν να αντισταθούν στη λαίλαπα της ισοπέδωσης των πάντων. Αυτό μόνο η μητέρα μπορεί να το κάνει κι εκεί θα φανεί πόσο καλή μητέρα είναι!
Η μητέρα συνεργάζεται με τον πάτερα και επιδοκιμάζει τα λόγια του. Βασική παιδαγωγική αρετή η κοινή γραμμή στην ανατροφή των παιδιών. «Όταν διηγείται ο πατέρας, ας κάθεται κοντά και η μητέρα, εφόσον με τις διηγήσεις αυτές διαπλάθεται η ψυχή του παιδιού, για να βοηθά κι αυτή και να επαινεί αυτά που διηγείται ο πατέρας». Εδώ ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει κάτι πολύ σπουδαίο, την αναγκαιότητα κοινής γραμμής στην ανατροφή των παιδιών και την συνεργασία των γονιών, όταν μεγαλώνουν τα παιδιά. Πρέπει και οι δύο γονείς να ασχολιούνται μ’ αυτό το έργο, αλλά και οι δύο να έχουν κοινή γραμμή, και σ’ αυτό βοηθά ουσιαστικά με την παρουσία της η γυναίκα. Στην εποχή μας που η ανατροφή των παιδιών έχει καταντήσει συχνά έργο τρίτων ή που οι γονείς μαλώνουν για θέματα σχετικά με το παιδί, ο λόγος της Εκκλησίας μιλά για την ηρεμία και την γαλήνη στην οικογενειακή ζωή και την κοινή γραμμή στα θέματα των παιδιών, μια κοινή γραμμή που η μητέρα χρειάζεται να έχει υπομονή, ηρεμία ψυχής και κυρίως διάθεση προσευχής στο Θεό, ώστε να περάσει το πνεύμα συνεργασίας και ομόνοιας στην οικογένεια!
Οι μητέρες πρέπει να φροντίζουν ώστε τα παιδιά τους και ιδίως τα κορίτσια να μάθουν να είναι ευσεβή, σώφρονα, και, κυρίως πεπαιδευμένα και καλλιεργημένα , για να μπορέσουν να ευτυχήσουν στη ζωή τους. «Να τις παρακολουθείτε από κοντά ώστε να γίνουν νοικοκυρές. Περισσότερο απ’ όλα να τις εκπαιδεύετε να είναι ευλαβείς, σεμνές, αφιλάργυρες και να αποφεύγουν τους καλλωπισμούς. Και μ’ αυτό τον τρόπο τις προετοιμάζετε για το γάμο, ωφελώντας και τον άντρα που θα παντρευτούν και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Γιατί όταν η ρίζα είναι καλή, τα κλαδιά θα απλώσουν καλύτερα και για όλα αυτά θα λάβετε το μισθό σας. Γιατί έτσι πνευματικά καλλιεργημένο θα βγει το κορίτσι από το σπίτι για να έλθει σε γάμο, όπως ακριβώς ο αθλητής από την παλαίστρα, κατέχοντας την επιστήμη της συζυγικής ζωής και της ανατροφής των παιδιών, οφείλοντας να μεταμορφώσει όλα τα μέλη της οικογένειας με την δική της ψυχική ομορφιά, όπως η μαγιά μεταβάλλει το ζυμάρι σε ψωμί». Πόσες αλήθειες δεν κρύβουν αυτά τα Πατερικά λόγια. Η μητέρα δεν είναι στο σπίτι για να μαγειρεύει μονάχα, να πλένει, να σιδερώνει και να τακτοποιεί το σπίτι! Είναι για να περάσει στα παιδιά της αξίες, όπως η πνευματική καλλιέργεια, η ευλάβεια προς τον Θεό, η σεμνότητα και η αφιλαργυρία, ο καλλωπισμός της ψυχής! Σε μία εποχή όπου κυριαρχούν ή έλλειψη ενδιαφέροντος για το πνεύμα, η ασέβεια και η αδιαφορία στον Θεό, ο εγωισμός και η επίδειξη, το κυνήγι του χρήματος και ο στολισμός με κάθε μέσο του σώματος, ο Πατερικός λόγος καίρια προβάλλει τις αξίες που χρειάζεται να έχει μία γυναίκα!
Και κάτι άλλο: Οι μητέρες να μάθουν στα παιδιά τους, και στα κορίτσια και τα αγόρια, τι σημαίνει ανατροφή και συζυγική ζωή, ιδίως στα μεγαλύτερα. Σήμερα, τα μεγαλύτερα κορίτσια κι αγόρια ξέρουν πολλά, αλλά όχι τα ουσιώδη για την ζωή τους. Οι μητέρες και οι γιαγιάδες, καλούνται και να μιλούν και να δείχνουν με το παράδειγμά τους τι σημαίνουν όλα αυτά.
Τέλος βασικό γνώρισμα της καλής μητέρας είναι όταν αφήνει τα παιδιά της να φεύγουν από κοντά της. «Οι μητέρες εκείνες που αποχαυνωμένες από το πάθος ( από νοσηρή αγάπη) επιδιώκουν, εις βάρος του συμφέροντος των παιδιών τους, την συνεχή παρουσία κοντά τους θα μπορούσαν να ονομαστούν όχι μητέρες, αλλά φόνισσες των παιδιών τους» ! Βαρύς ο λόγος , αλά θίγει δύο καυτά θέματα. Την υπερπροστασία των παιδιών που τα κάνει «μαμόθρεφτα» και κυρίως τις διαρκείς επεμβάσεις των γονέων και ιδίως της μητέρας στο σπίτι του παιδιού, κάτι που διαλύει τόσα σπίτια σήμερα.
Χαρακτηριστικό της εκκλησιαστικής παιδαγωγικής η ελευθερία. Η μητέρα μαθαίνει τόσα πράγματα στα παιδιά της και μετά τα αφήνει ελεύθερα να πορευτούν στο δρόμο τους!
Μένει κοντά τους πάντοτε, όταν τη χρειαστούν, σβήνει φωτιές και δεν τις ανάβει όταν έχουν προβλήματα, αλλά ξέρει πότε θα κάνει πίσω! Η διαρκής ενασχόληση της μάνας με το παιδί δείχνει ότι η ανατροφή που δόθηκε δεν είναι καλή και η μάνα φοβάται για το παιδί της τόσο που δεν το θέλει ελεύθερο. Όμως ο Χρυσόστομος χαρακτηρίζει αυτήν την μάνα “φόνισσα”.
Ας μεγαλώνουμε λοιπόν τα παιδιά μας με αξίες και ας τα εμπιστευόμαστε μετά. Είναι αναπόφευκτο να κάνουν και λάθη. Κι εμείς, αφού κάναμε στο ακέραιο το καθήκον μας, ας κάνουμε μετά ό,τι είναι σπουδαιότερο: δηλαδή να μιλάμε στον Θεό με την προσευχή μας! Είναι ό,τι καλύτερο!
Αυτά είναι σε γενικές γραμμές κάποια από τα γνωρίσματα που βάζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την καλή μητέρα! Γνωρίσματα που πρέπει να τα δούμε σε άμεση συνάφεια με το κλίμα της εποχής μας και να ξαναδούμε τις ευθύνες μας. Ο λόγος του Θεού, όπως η Εκκλησία τον παρουσιάζει, δίδει συμβουλές πρακτικές και ουσιαστικές. Δεν μένει σε μας παρά να τον εφαρμόσουμε σε συνέπεια και σταθερότητα.

Εικόνα

Από το βιβλίο: « η αγάπη είναι απλή
μα θέλει κόπο»
Δρόμοι για την σύγχρονη οικογένεια…
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή Μουρτζανού
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ
ΑΘΗΝΑ 2012



Άβαταρ μέλους
gkou
Δημοσιεύσεις: 726
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:05 pm
Τοποθεσία: Γεωργία, Κόρινθος

Re: «Η αγάπη είναι απλή μα θέλει κόπο»

Δημοσίευσηαπό gkou » Παρ Απρ 19, 2013 9:04 am

ΣΥΖΗΤΩΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΗΣΤΕΙΑ

Όταν θέλουμε ως γονείς να μιλήσουμε στο παιδί μας για βασικές αρχές της Παράδοσής μας, τις οποίες καλό είναι να εφαρμόσει στη ζωή του, πάντοτε προβληματιζόμαστε. Μας φοβίζουν οι αντιδράσεις του, ιδίως όταν είναι στην εφηβεία, όπως επίσης και το γεγονός της πιθανής διπλοπρόσωπης συμπεριφοράς του. Μπροστά μας δηλαδή να εφαρμόζει αυτό που λέμε, σε άλλα περιβάλλοντα να λειτουργεί διαφορετικά.
Η νηστεία αποτελεί βασικό στοιχείο του τρόπου ζωής που προτείνει η Εκκλησία στον άνθρωπο. Η εκούσια αποχή από ορισμένα φαγητά την Τετάρτη και την Παρασκευή, τις Σαρακοστές και σε κάποιες εορτές, αποτελεί μορφή άσκησης, η οποία, χωρίς φαινομενικά να αλλάζει ιδιαίτερα την ζωή του ανθρώπου, τον βοηθά να αθλείται πνευματικά, να κόβει το θέλημά του και να στερεί το «εγώ» του από ό,τι αυτό απολαμβάνει.
Για ένα σύγχρονο παιδί η νηστεία αποτελεί μία ακατανόητη κίνηση. Κι εμείς ως γονείς , αλλά και ολόκληρη η κοινωνία με τα πρότυπα που προβάλλει, έχουμε καθιερώσει στην πράξη την ελευθερία της απόλαυσης ως βασική στάση ζωής. Ποιό το νόημα του να στερείται ένα παιδί και ο νέος τροφών, που πολλοί θεωρούν και απαραίτητες για την ανάπτυξή του; Μάλιστα , κάποιοι θα σπεύσουν να πούνε ότι «τα εξερχόμενα βλάπτουν και όχι τα εισερχόμενα».
Έχει, πάντως, αξία να μιλήσουμε για την νηστεία στη ζωή μας, νηστεύοντας εμείς οι ίδιοι. Στην απορία του παιδιού μας θα εξηγήσουμε την εντολή του Χριστού, η εφαρμογή της οποίας δεν είναι στέρηση της ελευθερίας, αλλά κίνηση αγάπης του παιδιού προς τον Πατέρα.
Εξηγούμε στα παιδιά μας την αξία και των νηστίσιμων φαγητών, τα οποία σε αφθονία τα βρίσκουμε σήμερα, ακόμα και στα ταχυφαγεία. Είναι άλλωστε τέτοια η ποικιλία τροφών που η αγορά διαθέτει, ώστε υπάρχει η δυνατότητα πολλών επιλογών.
Στα μεγαλύτερα παιδιά μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το παράδειγμα του αθλητή, ο οποίος για να πετύχει στην σταδιοδρομία του στερείται ορισμένων τροφών και απολαύσεων. Διδάσκουμε έτσι στο παιδί μας, ότι αν δεν χάσει κανείς, δεν κερδίζει, αν δεν θυσιάσει, δεν μπορεί να οδηγήσει τον εαυτό του στο να ανέχεται την μη ικανοποίηση των επιθυμιών του από τον συνάνθρωπό του. Έτσι μιλούμε και για το πνευματικό νόημα της νηστείας, που αποτελεί μέσο για τον περιορισμό των παθών και των αδυναμιών μας. Αν δεν περιορίσουμε το σώμα μας, δεν είναι εύκολο να παλέψουμε με τις αδυναμίες της ψυχής.
Στον έφηβο, πάντως, προτείνουμε και δεν επιβάλλουμε. Στο σπίτι μας βέβαια ακολουθούμε το πρόγραμμα της νηστείας. Αυτός είναι ο κανόνας. Δεν Απαιτούμε όμως φορτικά από τον έφηβο να τηρήσει τη νηστεία και έξω από αυτό. Το αφήνουμε στην διακριτική του ευχέρεια, γιατί η εφηβεία δεν θέλει απαγορεύσεις, αλλά ενθάρρυνση για προσωπικές αποφάσεις. Είναι όμως αυτονόητη η παρότρυνσή μας για συνεπή απόφαση και γνήσια στάση, όχι υποκριτική.
Πάνω απ’ όλα προσευχόμαστε στο Θεό ώστε τα παιδιά μας να κατανοήσουν τις αρχές που θέλουμε να τα διδάξουμε. Η τελική επιλογή του τρόπου ζωής δεν είναι κατόρθωμα δικό μας, αλλά δώρο του Θεού στην ζωή των παιδιών μας. Εμείς προτείνουμε και δείχνουμε δρόμους. Ο Θεός θα είναι τελικά που θα βοηθήσει αυτοί να καρποφορήσουν και όσο τα παιδιά είναι κοντά μας, αλλά και στο μέλλον.
Αυτό άλλωστε είναι και το τελικό νόημα της άσκησης και του πνευματικού αγώνα. Να καλλιεργηθεί σε όλους μας η εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού κι η αγάπη προς Αυτόν. Αλλιώς, απλώς λειτουργούμε με κριτήρια ηθικιστικά, που δεν έχουν καμία σχέση μ’ αυτό που θέλουμε να περάσουμε στα παιδιά μας: την Ορθόδοξη Παράδοση και τις αρχές της.


Από το βιβλίο: « η αγάπη είναι απλή
μα θέλει κόπο»
Δρόμοι για την σύγχρονη οικογένεια…
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή Μουρτζανού
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ
ΑΘΗΝΑ 2012



Άβαταρ μέλους
gkou
Δημοσιεύσεις: 726
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:05 pm
Τοποθεσία: Γεωργία, Κόρινθος

Re: «Η αγάπη είναι απλή μα θέλει κόπο»

Δημοσίευσηαπό gkou » Τρί Μάιος 14, 2013 12:29 pm

ΣΥΖΗΤΩΝΤΑΣ ΜΕ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΧΡΟΝΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ…



Σε μία συζήτηση με μαθητές άκουσα για μία ακόμη φορά τις γνωστές επιφυλάξεις –κατηγορίες- προβληματισμούς για την Εκκλησία. Τα οικονομικά σκάνδαλα, η περιουσία, τα χρυσά στα άμφια και τα στολίδια των επισκόπων, η γλώσσα. Αναπαραγωγές στερεοτύπων των μεγάλων, της τηλεόρασης και των Μ.Μ.Ε, όλα ως δικαιολογίες γιατί η Εκκλησία δεν μπορεί να αγγίξει τη νέα γενιά . Ατολμία και αδιαφορία για να ψάξουν τα παιδιά ποιά είναι η Εκκλησία και τί εκφράζει, ποιός είναι ο λόγος του Χριστού και γιατί αυτός ο λόγος ήταν, είναι και θα είναι επίκαιρος.
Η πρώτη μου αντίδραση αυθόρμητα με κάνει να θέλω να πω ότι δεν φταίνε τα παιδιά. Φταίμε εμείς οι παπάδες που δεν είμαστε αυτό που θα έπρεπε , φταίνε οι γονείς που μεταφέρουν τις προκαταλήψεις τους, την αδιαφορία τους για τις αξίες με τις οποίες θα έπρεπε να μεγαλώνουν τα παιδιά τους, ακόμη και για την απουσία τους από την ζωή τους, που κάνει τα παιδιά να μην συζητούν στα σπίτια τους για το τί είναι σωστό και τί λάθος. Φταίει η τηλεόραση που παίζει τα παιχνίδια της κάνοντας τα παιδιά να μην έχουν προσωπική άποψη, αλλά όντας ευκολόπιστα, να σαρώνουν τα πάντα για να δικαιολογήσουν την αδιαφορία τους. Φταίει το σχολείο, οι θεολόγοι που δίνουν γνώσεις, αλλά όχι ζεστασιά, που δεν ζούνε οι ίδιοι τη ζωή της Εκκλησίας με χαρά, για να βγάλουν αυτή την χαρά στη ζωή των μαθητών τους. Όλοι φταίνε, εκτός από τα παιδιά.
Καθώς προχωρούσε η συζήτηση, μία σκέψη τριβέλιζε το μυαλό μου. Ως πότε θα αθωώνουμε, θα λειτουργούμε προστατευτικά έναντι των παιδιών, θα δικαιολογούμε, θα ωθούμε τα παιδιά να συνεχίζουν να παραμένουν στην μακαριότητά τους; Γιατί όλο αυτό το «κατηγορώ», σε πολλές περιπτώσεις δικαιολογημένο, δεν επαρκεί, για να ερμηνεύσουμε ένα φαινόμενο, το οποίο σημαδεύει πλέον την εποχή μας. Έχουμε εκχωρήσει τις ευθύνες μας στους άλλους και συνεχίζουμε αμέριμνοι τα προγράμματά μας, τις ζωές μας, δικαιολογούμε τον εαυτό μας για τα λάθη, τις αποτυχίες, τις αμαρτίες μας, ακόμη και έναντι του Θεού είμαστε «εντάξει», δε φταίμε σε τίποτα. Κι Εκείνος είναι «υποχρεωμένος» να αποδεχθεί τις δικαιολογίες μας, γιατί ο Θεός είναι αγάπη!
Ο Αββάς Αλώνιος στο Γεροντικό λέει: «Αν δεν πη ο άνθρωπος στην καρδιά του, εγώ μονάχος και ο Θεός είμαστε στον κόσμο, δεν θα βρη ανάπαυση». Δεν θα κρατήσω την ερμηνεία του θείου έρωτα. Θα το δω στην προοπτική τη δική μας. Αν δεν αναλάβουμε ευθύνη να πάρουμε απόφαση τί είναι για μας ο Θεός, τι ο εαυτός μας, τί ο κόσμος, δεν θα βρούμε ανάπαυση. Αν για όλα πάντα θα φταίνε οι άλλοι (και όντως φταίνε σε πολλά ) , τότε θα παραμείνουμε «δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα», αποχαυνωμένοι και ευχαριστημένοι που έχουμε δικαιολογία για να συνεχίζουμε να ζούμε όπως ζούμε και να ονειρευόμαστε ότι θα επανέλθει το υπό κατάρρευσιν υπερκαταναλωτικό όνειρό μας.
Είπα στα παιδιά, όταν με ρώτησαν, γιατί είμαι στην Εκκλησία, γιατί είμαι Ορθόδοξος σήμερα, ότι στην Εκκλησία βρήκα τον μοναδικό εκείνο χώρο και τρόπο στον οποίο η αγάπη, όχι για έναν αλλά για όλους, για το Θεό και τον άνθρωπο, δεν είναι αδυναμία. Μόνο στην Εκκλησία σου αναγνωρίζεται το δικαίωμα και η χαρά να αγαπάς. Με τα λάθη και τις αδυναμίες σου, τις πτώσεις και τις αντιστάσεις σου. Σε κανέναν χώρο εγώ , τουλάχιστον ,δεν συνάντησα την αντίληψη ότι να αγαπάς δεν είναι ντροπή, ότι ο δρόμος σου είναι «με το σταυρό στο χέρι» και επιτέλους αυτό δεν είναι κακό.
Δεν ξέρω αν κάποιοι από τους μαθητές προβληματίστηκαν. Μάλλον ξέρω ότι σε κάποιον νέο διάλογο πάλι για τις περιουσίες και τα σκάνδαλα θα μιλάμε. Πόδες μερίδες φαγητό δίνει η Εκκλησία, πόσα ιδρύματα λειτουργεί, πόσα κουδούνια ηχούν στις στολές των δεσποτάδων και πόσο αξίζουν τα δεσποτικά εγκόλπια, ότι η γλώσσα δεν επιτρέπει στον νέο να λειτουργηθεί, να συναντήσει δηλαδή τον συνάνθρωπό του στο σώμα του Χριστού και να τον αγαπήσει, ανταποκρινόμενος στην αγάπη του Χριστού. Ωστόσο, έκλεισα την συζήτηση με τους μαθητές λέγοντάς τους ότι αξίζει να αναλάβουν οι ίδιοι την ευθύνη της ζωής τους, να έχουν οι ίδιοι εικόνα για ό,τι απορρίπτουν και ότι μέσα στην ζωή της Εκκλησίας, αν τολμήσουν, θα βρουν ανθρώπους για να μοιραστούν μαζί τους τον προβληματισμό τους. Και σε κάποιον δεκαπεντάχρονο που επανέλαβε ότι έχουμε αποτύχει όλοι οι μεγάλοι και ότι ήθελε να του πω έναν λόγο για να τον πείσω να έρθει στην Εκκλησία απάντησα ότι εγώ δεν βρίσκω για λογαριασμό του κανέναν λόγο. Αν όμως εκείνος βρει, η χαρά μου θα ήταν πολύ μεγάλη και η πόρτα της Εκκλησίας ανοιχτή για εκείνον.
Η Ορθοδοξία. Δόγματα, εικόνες, αιρετικοί, αναθέματα, συνοδικά, περηφάνια που είμαστε Ορθόδοξοι, επιθέσεις σε όλους τους άλλους, η Ορθοδοξία κινδυνεύει… Σ’ αυτήν την καταιγίδα ο λόγος του Αββά ηχεί στην ψυχή μου: «Αν δεν πη ο άνθρωπος στην καρδιά του, εγώ μονάχος και ο Θεός είμαστε στον κόσμο, δεν θα βρη ανάπαυση».
Εύχου, Αββά, να τον πω, να τον ζήσω τον λόγο σου, να μετρήσω την Ορθοδοξία μου στο πρίσμα αυτού του λόγου, να βρω ανάπαυση και μετά να συναντώ τους όποιους άλλους. Με ευθύνη για την ζωή μου. Αγαπώντας , αλλά όχι υπερ-προστατεύοντας και «αθωώνοντας». Και πρωτίστως, κοινωνώντας τον Χριστό, στην συνάντηση του σώματος, στην λειτουργία και την προσευχή, στο μοίρασμα, στον κόκκο της μετάνοιας που θα ήθελα να κάνει την καρδιά μου να καρπίσει.


Από το βιβλίο: « η αγάπη είναι απλή
μα θέλει κόπο»
Δρόμοι για την σύγχρονη οικογένεια…
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή Μουρτζανού
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ
ΑΘΗΝΑ 2012



Άβαταρ μέλους
gkou
Δημοσιεύσεις: 726
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:05 pm
Τοποθεσία: Γεωργία, Κόρινθος

Re: «Η αγάπη είναι απλή μα θέλει κόπο»

Δημοσίευσηαπό gkou » Τρί Νοέμ 19, 2013 7:38 pm

Νέοι, οικογένεια και εκκλησία

Εικόνα

Ο θεσμός του γάμου και της οικογένειας στριμώχνεται και ασφυκτιά, χάνει την ουσία της συνάντησης και συμπόρευσης, συχνά μετατρέπεται σε χωματερή συναισθημάτων ( Εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 1η Μαρτίου 2009 ) . Η περιγραφή αυτή, η οποία αποτυπώνει –κατά το μάλλον ή ήττον- την πραγματικότητα της εποχής, έρχεται σε αντίθεση με την εμπιστοσύνη που οι Έλληνες νέοι εξακολουθούν να περιβάλλουν το θεσμό. Τα ποσοστά της αξιοπιστίας του τείνουν να είναι σχεδόν απόλυτα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σε έρευνα της εταιρείας ALCO το 77 % των κοριτσιών και το 64% των αγοριών ηλικίας 16 έως 22 ετών (δηλαδή στην ηλικία της εφηβείας) δηλώνει απόλυτη προσήλωση στο θεσμό της οικογένειας, ενώ όσο μεγαλώνουν οι ηλικίες, τόσο αυξάνουν τα ποσοστά εμπιστοσύνης στον θεσμό, (εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2008 ) .Εύλογο το ερώτημα : Κάποιος εκφράζεται θετικά γι’ αυτό που ζει ή για εκείνο που θα ήθελε να ζει; Για ποιό λόγο όμως οι νέοι σήμερα, ενώ εμπιστεύονται , δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη να κάνουν οικογένεια; Για ποιο λόγο τα ποσοστά διάλυσης των γάμων είναι μεγάλα; Με ποιο τρόπο μπορεί η Εκκλησία να βοηθήσει ποιμαντικά την οικογενειακή ζωή;
Η εποχή μας μπορεί να λειτουργεί μέσα από μηχανισμούς παγκόσμιας εμβέλειας, οι οποίοι προβάλλουν κοινές αξίες για το σύνολο των ανθρώπων, με κύριο όχημα την τηλεόραση, ωστόσο δεν μπορεί να καυχιέται ότι έχει λύσει τα ηθικά προβλήματα που ανακύπτουν στην καθημερινότητα της ζωής. Ηθικό δεν είναι μόνο το δέον, ένα αξιακό σύστημα το ποίο πηγάζει από την θρησκευτική και κοινωνική πραγματικότητα και το οποίο οφείλουν οι άνθρωποι να τηρήσουν. Σήμερα δεν είναι το γενικό μόνο το οποίο μας λείπει, αλλά και το προσωπικό ήθος. Γιατί εκεί κρίνεται η πορεία της κοινωνίας . Στο κατά πόσον τα πρόσωπα θα μπορέσουν να αντισταθούν στους ποικίλους πειρασμούς και τις προκλήσεις που καθιστούν την ύπαρξη των ηθικών κανόνων υποκρισία. Το μερικό χτίζει ή γκρεμίζει.
Γνωρίζουμε καλά πως ο κύριος εχθρός της οικογενειακής ζωής , όπως και κάθε άλλης μορφής κοινοτικής συμβίωσης , είναι οπ εγωισμός. Όχι ως επιθυμία και απαίτηση του καθενός να ζήσει ευτυχισμένος και πλήρης εσωτερικά, αλλά ως τάση ικανοποίησης μόνο της «ατομικής» επιθυμίας και απαίτησης. Η άρνηση άσκησης εσωτερικής «βίας», η οποία θα βοηθήσει να θεωρηθεί η αγάπη και η συνύπαρξη ως η βάση για να χτιστεί η ευτυχία. Ο εγωισμός οδηγεί στο να προσδοκούμε την τελειότητα από τον Άλλο κι εκεί να βασίζουμε την ευτυχία μας, ενώ η ευτυχία δεν μπορεί παρά να είναι ο ίδιος ο Άλλος. Το πνεύμα της εποχής καθιστά τον Άλλο όργανο, μέσο της ευτυχίας του «εγώ» μας. Και το μέσο αντικαθίσταται, όταν δεν εκπληρώνει τις προσδοκίες . Δεν υπάρχει, άλλωστε , κάτι ισχυρό εσωτερικά, το ποίο να λειτουργεί ως ανάχωμα στην κυριαρχία του δικαιώματος, της αντίληψης ότι «πάντα μοι ἔξεστιν» ( Α΄ Κορ. 6, 12 ).
Γι’ αυτό και τα παιδιά μεγαλώνουν σ’ ένα περιβάλλον στο οποίο η αγάπη μεταξύ των γονέων δεν είναι συνήθως ιδιαίτερα ορατή (άλλωστε «ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα», καθότι όσο περνά ο καιρός νικιέται η επιθυμία του μοιράσματος και αυξάνει η ανάγκη για ατομική πληρότητα, ως συνέπεια του εγωισμού ), ενώ βιώνουν με διάφορες μορφές την προστατευτικότητά τους (μέριμνα για μάθηση και απόκτηση προσόντων, υπεραπασχόλησή τους, παρακολούθηση τηλεόρασης με τα πλείστα παρεχόμενα αρνητικά μηνύματα για την οικογένεια, ικανοποίηση επιθυμιών τους χωρίς μέτρο, χωρίς ουσιαστική επικοινωνία) , ενίοτε και την αδιαφορία τους. Αναμενόμενο αποτέλεσμα όλων αυτών τα πρότυπα τα οποία διαμορφώνονται μέσα τους να μην σχετίζονται με το κοινοτικό, αλλά με το ατομικό. Και ό,τι ατομικό νικιέται συνήθως εύκολα στην αναμέτρησή του με τα πρότυπα και τους πειρασμούς του κόσμου, ιδίως όταν δεν υπάρχει ουσιαστικά μηχανισμός άμυνας και εσωτερικής αντίστασης. Γι’ αυτό, τελικά, και τα ποσοστά διάλυσης των γάμων τείνουν να γίνουν συνεχώς αυξανόμενα ,ενώ οι νέοι αναβάλλουν την δημιουργία οικογένειας για αργότερα στη ζωή τους.
Πώς να μιλήσει λοιπόν κάποιος για την οικογένεια στα παιδιά και τους νέους, όταν η οικογένεια δεν είναι μια αφηρημένη ιδέα ή ένα όνειρο, αλλά μία βιωμένη πραγματικότητα; Ποιός μπορεί να είναι ο ρόλος της Εκκλησίας , η οποία είναι μεν οργανωμένη ως οικογένεια στα πλαίσια της Ενορίας, χωρίς όμως στην καθημερινότητά της να λειτουργεί έτσι;
Στην θεσμική, πνευματική και διοικητική της πράξη η Εκκλησία αντιμετωπίζει τα ίδια προβλήματα που βιώνει η σύγχρονη οικογένεια. Κατ’ αρχάς υπάρχει έλλειμμα συλλογικότητας στη ζωή μας. Τα περισσότερα μέλη της ενοριακής κοινότητας δεν ενδιαφέρονται για τις σχέσεις μεταξύ τους και με την Ενορία, αλλά μόνο για την ικανοποίηση των θρησκευτικών αναγκών τους. Στη θεωρία υπάρχουν πολλοί που ανήκουν στην ενορία. Στην πράξη μία ελάχιστη μειοψηφία έχει ζωντανή σχέση μαζί της. Επιπλέον, ενώ στην Εκκλησία υπάρχουν σταθερά πλαίσια κανόνων και αξιών που διέπουν τη ζωή των ανθρώπων , όταν δεν υπάρχει η αγάπη , το προσωπικό ενδιαφέρον και η άγρυπνη διακονία εκ μέρους των πατέρων-ποιμένων, τότε η ενοριακή ζωή δίνει την εντύπωση μιας οικογένειας σε κρίση. Και έργο των ποιμένων-πατέρων είναι η φροντίδα, η διδαχή, η σταθερή τήρηση των αξιών και των παραδόσεων, όπως επίσης και η επιμέλεια και η ενημέρωση, ώστε η ενορία-οικογένεια να αντιμετωπίσει τις κάθε λογής προκλήσεις , που δεν είναι μόνο η οικονομική ένδεια κάποιων παιδιών της ή η εκπλήρωση των θρησκευτικών αναγκών, αλλά η πνευματική επιβίωση σε μία εποχή όπου δεν είναι η πάλη «πρὸς αἷμα καὶ σάρκα», αλλά «πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τούτου» ( Εφες. 6, 12 ) . Και οι εξουσίες έχουν να κάνουν με το σαρκικό φρόνημα , τις πολιτισμικές προτάσεις, την περιφρόνηση της πίστης και της ηθικής, και, τελικά, την άρνηση του λόγου ύπαρξης της ίδιας της ενορίας ως οικογένειας.
Επομένως, χρειάζεται η αυτοσυνειδησία από την πλευρά των Ενοριών και των ποιμένων-πατέρων ότι η Εκκλησία είναι η μεγάλη οικογένεια του Θεού, η οποία στους κόλπους της χωρά την μικρότερη οικογένεια που είναι η Επισκοπή και οι ενορίες της, και στην συνέχεια την κατ’ οίκον εκκλησία. Στη βιωμένη πραγματικότητα της σύγχρονης οικογένειας, η Εκκλησία δεν μπορεί να δώσει πειστικό παράδειγμα πρότασης ζωής, εάν η ίδια δεν λειτουργεί ως πνευματική οικογένεια. Κι εδώ τα πρόσωπα διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο. Όπως για να υπάρξει οικογένεια χρειάζονται ο άνδρας και η γυναίκα, έτσι και για να υπάρξει η πνευματική οικογένεια χρειάζονται οι ποιμένες που θα αγαπήσουν και θα αφιερωθούν στο έργο αυτό και εκείνα τα λαϊκά στελέχη, τα οποία θα συνδράμουν με αγάπη το έργο των ποιμένων κα θα δώσουν το μήνυμα της συλλειτουργίας. Όχι με επιφάσεις λαϊκισμού και καλλιέργειας του ιδίου θελήματος που δίδουν οι απαιτήσεις για συνδιοίκηση, αλλά με βάση την πνευματική παράδοση της εκκλησιαστικής ζωής. Ο ποιμένας καλείται να αγαπήσει και να θυσιασθεί υπέρ της πνευματικής του οικογένειας κι εκείνη να υποτάσσεται στην αγάπη του και με ταπείνωση και υπακοή να βρει τους τρόπους που θα κάνουν πράξη το θέλημα του Θεού.
Αν η Ενορία λειτουργεί ως οικογένεια, τότε η Εκκλησία μπορεί ευκολότερα να μιλήσει στους νέους γι’ αυτό που είναι βίωμά της. Διότι αν κάτι απουσιάζει ουσιαστικά από την σύγχρονη οικογένεια είναι ο εγωκεντρισμός της στο Σώμα του Χριστού. Κι αυτός ο εγωκεντρισμός φανερώνεται μέσα από λέξεις- έννοιες οι οποίες δεν φαίνεται να λειτουργούν στην εποχή μας ως κριτήρια ήθους. Αγάπη, ελευθερία, ευθύνη, ιερότητα, σεβασμός, πιστότητα, χαρά, μοίρασμα, προσφορά, συλλειτουργία, ανοχή, ανάπαυση του άλλου, είναι μερικές από αυτές, τις οποίες κάποιος χρειάζεται όχι μόνο να παρουσιάσει ως ιδέες ή ως θεωρία στους νέους, αλλά να δείξει πώς λειτουργούν στην πράξη…
Όπου αυτό γίνεται κατορθωτό στην ενοριακή ζωή, διαπιστώνουμε ότι τα παιδιά και οι νέοι ανταποκρίνονται. Κάνουν την Ενορία σπίτι τους. Προτιμούν, μάλιστα, να είναι περισσότερες ώρες στο ναό και τις δραστηριότητές του, παρά στο σπίτι τους. Και όχι μόνο αυτό. Χτίζουν βιώματα και εικόνες μοιράσματος, αισθάνονται ότι έχουν να προσφέρουν, βιώνουν την μοναδικότητα και την αξία του να είναι κανείς πρόσωπο, διότι πάντοτε υπάρχει κάποιος που να ακούσει τον προβληματισμό τους, να χαρεί και να λυπηθεί μαζί τους. Και αισθάνονται ότι η πίστη στον Θεό και η σωτηρία που είναι το ζητούμενο στην εκκλησιαστική ζωή δεν είναι λόγια ή απρόσωπες τελετές, αλλά πορεία κοινωνίας, «αλληλοπεριχώρησης».
Ο ατομοκεντρικός εγωισμός συνήθως νικιέται μέσα από την θλίψη και τον πόνο. Σπάει μέσα από τον κόπο. Αυτό όμως είναι ένα μάθημα ιδιαίτερα σκληρό για τον άνθρωπο, για το οποίο δεν ετοιμάζεται μέσα από την νοοτροπία της εποχής μας, ιδίως στα πλαίσια της σύγχρονης οικογένειας.
Αντί όμως να περιμένουμε τα παιδιά και οι νέοι να πονέσουν για να μάθουν, κάτι που έτσι κι αλλιώς θα είναι αναπόφευκτο, καλό θα ήταν να τους προετοιμάζουμε με το αντίδοτο της αναζήτησης της αληθινής τους ταυτότητας, τουτέστιν του προσώπου τους, το οποίο δεν μπορεί να βρεθεί εκτός της σχέσης τους με τον συνάνθρωπο, κι εμείς λέμε και με τον Χριστό, στην ενοριακή ζωή, στην Εκκλησία. Ο άνθρωπος που χτίζει σχέσεις αγάπης, ευθύνης και συλλειτουργίας δεν θα συντριβεί από τον πόνο και τον κόπο. Θα ταπεινωθεί και θα συναισθανθεί τα όριά του, δεν θα ζήσει όμως την απόγνωση της συνολικής αποτυχίας του ως ανθρώπου, ούτε θα μάθει να στρουθοκαμηλίζει στην λογική της αντικατάστασης των άλλων, τους οποίους δεν μπορεί να υποτάξει στις επιθυμίες του.
Θα ήταν πάντως ουτοπία να αναφερόμασταν στην οικογένεια αν δεν λάβουμε υπόψιν και την περιρέουσα ατμόσφαιρα, την βιωμένη πραγματικότητα. Δεν ωφελεί π.χ. να δικαιολογούμε προβληματικές καταστάσεις που αντιμετωπίζουν τα παιδιά στο σπίτι τους. Να επισημαίνουμε με καθηκοντολογική γλώσσα τι πρέπει να κάνουν και τι όχι. Πώς να αγαπήσουν άλλωστε τα παιδιά τους γονείς που δεν αγαπιούνται μεταξύ τους; Που τα αντιμετωπίζουν ως βάσανα μιας αποτυχημένης σχέσης ή που τα θεωρούν ως τον μοναδικό λόγο για να υπάρχει αυτή η σχέση; Εδώ η φύση υποχωρεί μπροστά στην οργή που η πραγματικότητα επιφέρει. Η παραδοχή της αποτυχίας, όσο επώδυνη κι αν είναι, παραμένει ίσως ο μοναδικός δρόμος για να χτιστεί κάτι νέο.
Γιατί εκεί έγκειται ίσως η λύση. Το να κατανοήσουν οι νέοι ότι δεν φταίει ο θεσμός για την αποτυχία των προσώπων και να αγωνιστούν οι ίδιοι να δούνε, μέσα από μία άλλη θέαση, την ζωή. Να ενθαρρυνθούν στο να αναλάβουν την ευθύνη της αγάπης, η οποία συνοδεύεται από σταυρούς, αλλά κι Ανάσταση. Διότι η Εκκλησία δεν μιλά για μία ζωή γεμάτη συμβιβασμούς και δυστυχίες, αλλά για μια ζωή στην οποία «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστί» ( Λουκ. 17, 21 ) . Το «εντός» δίδει ζωή και αντοχή. Για να είναι όμως «εντός», χρειάζεται η πορεία μας να στηρίζεται στο ήθος και την αγάπη. Κι εκεί χωλαίνουμε.
Οφείλουμε να το ομολογήσουμε ότι από την ζωή μας απουσιάζει ο Χριστός ως προτεραιότητα . Συνηθίζουμε να μιλούμε για τον Χριστό ,χωρίς να βιώνουμε τον Χριστό, χωρίς δηλαδή να αισθανόμαστε πόσο καίριας σημασίας είναι η παρουσία του Ιδίου, πόσο το θέλημά Του και οι εντολές Του μορφοποιούν και ομορφαίνουν την ζωή μας. Και το δικό μας έλλειμμα μεταφέρεται στην επικοινωνία μας με τους νέους. Όσο κι αν γίνουμε ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι, συμβουλάτορες, κήρυκες, ο λόγος μας θα είναι μάταιος αν δεν καταδεικνύει τον ζωντανό Θεό, ο Οποίος μεταμορφώνει τις ζωές μας και τον τρόπο μας σε τρόπο της Βασιλείας Του.
Ο Χριστός δεν μίλησε στους ανθρώπους θεωρητικά ή φιλοσοφικά, αλλά πνευματικά. Πήρε τον τρόπο της ζωής τους και τον έκανε εικόνες, παραβολές, σημεία. Αν πραγματικά θέλουμε να προσεγγίσουμε τους νέους και να τους μιλήσουμε τόσο για την οικογένεια όσο και για την ζωή τους χρειάζεται να πάρουμε κι εμείς τον τρόπο ζωής τους, τις παραστάσεις τους, την μουσική τους, τα όσα βιώνουν, ως αφορμές για να καταθέσουμε λόγο που θα ζυμώσει το φύραμα του κόσμου στον οποίο ζούμε, χωρίς να οχυρωνόμαστε στην ακαμψία της αυθεντίας του παρελθόντος, αλλά με όπλο την αγάπη που υπερβαίνει τον χρόνο.
Ούτε έχει νόημα η θεωρητική εξήγηση της σημασίας που έχει η οικογένεια για την ζωή του ανθρώπου. Δεν χτίζονται συνειδήσεις με συλλογισμούς και επιχειρήματα, αλλά με βίωση αληθινών σχέσεων. Κι εκεί χρειάζεται να ξαναδούμε την επαφή μας με το ήθος της εποχής. Διότι ενίοτε έχουμε εμείνει σε μία απαγορευτική λογική άρνησης και όχι σε μια προσπάθεια συνδρομής στην οικοδόμηση σχέσεων με ποιότητα αγάπης και ευθύνης. Όταν απουσιάζει ο Χριστός, τότε κραδαίνουμε φόβητρα, επιτίμια, λογικές καθαρότητας. Ποιοι μπορούν πλέον να καταλάβουν αυτές τις εικόνες , όταν ο έρωτας και η αγάπη έχει απωλέσει εντελώς το στοιχείο της ιερότητας και όταν η ευλογία του Θεού δεν αγγίζει σχεδόν καμία πτυχή της καθημερινής ζωής μας, έχοντας μετατραπεί σε τυπολατρία;
Τέλος, είναι ανάγκη όσοι μιλούμε με τους νέους, ιερείς, γονείς εκπαιδευτικοί, καθηγητές, ειδικοί, να μοιραστούμε μαζί τους τον προσωπικό μας αγώνα. Το δικό μας βίωμα. Τις χαρές και τις δυσκολίες μας είτε έχουμε και φυσική είτε μόνο πνευματική οικογένεια. Δεν αρκεί π.χ. να μιλάμε για τις ζωές των αγίων όταν οι νέοι έχουν μπροστά τους εμάς. Εμάς κρίνουν και από εμάς διαμορφώνουν άποψη. Όχι γιατί μας θεωρούν πρότυπα, αλλά γιατί θέλουν να βλέπουν ότι είμαστε ειλικρινείς στην πτώση και την ανάστασή μας. Και λείπει αυτό σήμερα. Η ειλικρίνεια του να μοιραστούμε τον πραγματικό εαυτό μας και όχι το είδωλό του.
Σ’ έναν κόσμο που βομβαρδίζει τους νέους μας με πλήθος εικόνων και μηνυμάτων, που διαμορφώνει συνειδήσεις μακριά από την πίστη, αλλά και δημιουργεί την αίσθηση ότι για να κάνει κάποιος οικογένεια χρειάζεται να φθάσει κοντά στα σαράντα, να έχει ζήσει την ζωή του, πρωτίστως να έχει χρήματα στην άκρη , και μετά ως απόμαχος της νιότης να δει τον εαυτό του αποκατεστημένο , χωρίς να μπορεί να αφήνει κατά μέρος το «εγώ» του , είναι αναμενόμενο πως ο όποιος εκκλησιαστικός λόγος δεν αρκεί. Η πορεία της οικογένειας , παρά την αξιοπιστία με την οποία οι νέοι την περιβάλλουν , είναι φθίνουσα. Αν δεν εμφυσήσουμε στους νεώτερους την εμπιστοσύνη στον Χριστό, όπως επίσης αν δεν τους μάθουμε να είναι ευχαριστημένοι με λιγότερα αγαθά και προνόμια στη ζωή τους, με τελικό γνώμονα η ελευθερία της αγάπης , η χαρά και η ευλογία της ευθύνης και του μοιράσματος να είναι ό,τι δίδει νόημα στην πορεία τους στη ζωή, είναι ελάχιστες οι πιθανότητες ανάσχεσης της φθοράς.
Η Εκκλησία τελικά καλείται να επανεύρει το ύψος της ενορίας ως οικογένειας, για να έχει έμπρακτο δικαίωμα όχι απλώς να μιλά, αλλά να δείχνει πώς είναι η κοινότητα. Με τρόπους που είναι βγαλμένοι μέσα από την παράδοση της, και ιδίως το βίωμα του αυθεντικού μοναχισμού, να εργασθεί στην κατεύθυνση της οικοδόμησης προσώπων, τα οποία δεν θα βάζουν ως κριτήριο ζωής τον ατομισμό, αλλά την χαρά της συνύπαρξης. Της σχέσης που δεν θεωρεί τον Άλλο ως αντικείμενο, αλλά ως ευλογία.


Πηγή: « η αγάπη είναι απλή
μα θέλει κόπο»
Δρόμοι για την σύγχρονη οικογένεια…
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή Μουρτζανού
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ

ΑΘΗΝΑ 2012




Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 41 και 0 επισκέπτες