Δημοσίευσηαπό Athanasios » Τρί Αύγ 28, 2012 5:11 pm
Το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Φενεού στον αγώνα του 1821
Σύντομη αναφορά στο ιστορικό της Μονής
Στις υπώρειες του Κράθι στο Φενεό, σε ένα ομαλό πλάτωμα της πλαγιάς, τριγυρισμένο από πυκνό και αδιαπέραστο δάσος βρίσκεται το ιστορικό μοναστήρι του Αη-Γιώργη. Το σπουδαίο τούτο χριστιανικό μνημείο των μεταβυζαντινών χρόνων αναφέρεται στα πατριαρχικά σιγίλια και τα άλλα επίσημα έγγραφα ως «Ιερά και Σταυροπηγιακή μονή του αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του τροπαιοφόρου επικεκλημένου δε του Φονέως εν τη Πελοπόννησο...». Το «φονέως» είναι λογία έκφραση του λαϊκού ονόματος «Φονιά» που συναντάμε κυρίως στα δικαιοπρακτικά και σε άλλα ποικίλα έγγραφα του μοναστηριού. Είναι προσδιοριστικό του τόπου που βρίσκεται η μονή και προέρχεται από παρετυμολογία ή και παραφθορά του αρχαίου ονόματος «Φενεός» (Φενεός - Φονιός - Φονιά) όνομα που είχε παλαιότερα το πλησιέστερο στο μοναστήρι χωριό που σήμερα λέγεται Πανόραμα.
Η μονή ιδρύθηκε κατά τον 14ο αιώνα και ήταν χτισμένη χαμηλότερα σε ένα μικρό λοφίσκο, τοποθεσία που τώρα λέγεται «παλιομονάστηρο». Από την παλαιότατη τούτη μονή απομένει όρθιος μόνο ο μικρός μονόκλιτος ναός του Αγίου Γεωργίου τριγυρισμένος από τα ερείπια των κελιών. Σήμερα έχει μετωνομασθεί σε ναό του Αγίου Φανουρίου. Η μονή αυτή εγκαταλείφθηκε από τους μοναχούς κατά τον 17ο αιώνα επειδή απειλήθηκε να κατακλυσθεί από τα νερά της λίμνης Φενεού που έφθασαν ως εκεί. Εξαιτίας τούτου οι μοναχοί αναγκάσθησαν να χτίσουν τη νέα μονή ψηλότερα στην πλαγιά του βουνού σε ασφαλέστερο μέρος.
Ως «έτος κτίσεως» της νέας μονής αναφέρεται το 1693. Τη χρονολογία αυτή φέρει η παλαιά σφραγίδα της μονής που βρίσκεται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Κορίνθου. Τη συναντάμε και ανάγλυφη, κομμένη στα δύο 16 - 93, στα δύο αγκωνάρια που στηρίζουν τους παραστάτες δεξιά και αριστερά της μεγάλης αυλόπορτας της Μονής. Η νέα μονή με νεώτερο Πατριαρχικό σιγίλιο που ανανέωνε το παλαιό περιεβλήθη και πάλι με τη δόξα και την τιμή του Σταυροπηγιακού Μοναστηριού. Από σιγίλιο του 1740 μαθαίνουμε ότι το μοναστήρι καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαγιά και ξαναχτίστηκε το 1745. Τότε άρχισε και η μέχρι σήμερα σωζόμενη, εξαιρετικής τέχνης αγιογράφηση του ναού και η κατασκευή του ανεκτίμητης αξίας ξυλόγλυπτου τέμπλου.
Συμπλέκεται και η ιστορία
Το μοναστήρι που αρχίζει να ακμάζει από τα μέσα του 17ου αιώνα έπαιξε σπουδαίο ρόλο τόσο στην προετοιμασία του μεγάλου ξεσηκωμού του Γένους όσο και στη διάρκεια του αγώνα για την Εθνική μας Παλιγγενεσία. Ο μητροπολίτης Κορίνθου κ. Παντελεήμων στο βιβλίο του «Κορινθιακά έγγραφα Ελληνικά και Τουρκικά» αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Γύρω από την ιστορίαν της μονής του αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Φονιά, συμπλέκεται και η ιστορία της περιοχής, ο χώρος δε ολονέν διευρύνεται, καλύπτων τα όρια της Κορίνθιας, του Βορείου τμήματος της Πελοποννήσου από Πατρών μέχρι Τριπόλεως και εκείθεν δια του Ναυπλίου εις την Επίδαυρον, με προεκτάσεις, εν τελευταία αναλύσει, εις ολόκληρον τον Ελλαδικόν χώρον της περιόδου του τελευταίου αιώνος της Τουρκοκρατίας και του πρώτου μετεπαναστατικού».
Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας το μοναστήρι πρόσφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες όχι μόνο στα γύρω χωριά αλλά και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου. Χαρακτηριστικό είναι ότι πολλά παιδιά τα έστελναν οι γονείς τους στο μοναστήρι με το πρόσχημα ότι τα «έταξαν στον Αγιώργη», όπου και έμεναν για να μάθουν γράμματα στο «κρυφό σχολειό» της μονής που σώζεται ακόμα μέχρι σήμερα.
Από τις αρχές του 1820 το μοναστήρι παρουσιάζει μια εξαιρετική κίνηση ανάμεσα σε κληρικούς και λαϊκούς που έχουν μυηθεί στα της Φιλικής Εταιρείας. Ο ιστορικός Λ. Αποστολίδης στο βιβλίο του «Η Κορινθία στην Επανάσταση του 1821» σημειώνει:
«Στον Αγιώργη τον Φονιά, Ηγούμενος και Καλόγεροι, γίνονται δάσκαλοι στο Κρυφό Σχολειό και ταυτόχρονα κατηχητές της Φιλικής Εταιρείας. Ο ηγούμενος Ναθαναήλ, ο προηγούμενος σεβάσμιος Κύριλλος, ο Αθανάσιος ο Καλυβίτης έξαρχος του Πατριαρχείου, ο Σαμουήλ, ο αδελφός του Ναθαναήλ Συμεών, και ο ανεψιός του Βενιαμίν, ο Σεραφείμ, ο Σάββας, ο Ανανίας, ο Συνέσιος, όλοι τους εργάζονται νυχτόμερα, για νάρθει μια ώρα νωρίτερα το ποθούμενον. Η λευτεριά της Πατρίδας».
Ο ηγούμενος Ναθαναήλ αναπτύσσει καταπληκτική δραστηριότητα. Έρχεται σε επαφή με την «Υπερτάτην Αρχήν» και στο μοναστήρι αρχίζουν να γίνονται οι πρώτες συσκέψεις. Εκτός από τους μοναχούς παίρνουν μέρος και οι πρόκριτοι και οι καπεταναίοι της ορεινής Κορινθίας. Όλα τα κεφαλοχώρια του Φενεού και της Στυμφαλίας, η Γκούρα, η Καστανιά, η Λαύκα κ.α. έχουν προσχωρήσει στο «Μυστήριον» της Φιλικής Εταιρείας και στις αποθήκες του μοναστηριού αρχίζουν να συνάζονται, από όπου είναι δυνατόν, πολεμοφόδια και «τα άλλα αναγκαία του πολέμου».
Ο Φωτάκος στα απομνημονεύματά του αναφέρει: «Όλοι οι μοναχοί ούτοι εκατήχουν την περιφέρειαν του Φονιά και έξωθεν εφρόντισαν και ετοίμασαν όλα τα αναγκαία του πόλεμου».
"Εξόδευσεν εις το Έθνος"
Από έγγραφα της εποχής εκείνης μαθαίνουμε και για την υλική προσφορά της μονής στην Επανάσταση. Σε ένα από αυτά διαβάζουμε:
«Εκατέβαλλεν και εξόδευσε το μοναστήρι της Φονιάς εις το Έθνος και την Επανάστασιν: Εις την Εταιρείαν γρόσια 3500. Τον πρώτον χρόνον 10 οπλοφόρους καλογέρους οπού είμεθα μαζί με τον κύρ Σωτήρη Χαραλάμπη γρόσια 1000. Εξοδεύσαμεν εις την επαρχίαν μας εις αναγκαίας χρείας γρόσια 2000. Εις το Εθνικόν Ταμείον της Τριπολιτσάς γρόσια 3000 το όλον γρόσια 9500.
Ασήμι ιδικόν μας και του μοναστηρίου εκτός του Αγίου Ποτηρίου οκάδες 15. Γίδια και πρόβατα 500. Βοϊδογέλαδα 15. Κρασί εις τα ορδιά εις το μετόχι του Αγίου Γεωργίου μπότσες 8000. Σιτάρι οκάδες 950...
Χρόνια δύο και ήμισυ καλόγεροι 20 οπλοφόροι εις τα ορδιά Τρίκορφα, Ναύπλιον, Κόρινθον και εις Ακράτα».
Με την έναρξη του μεγάλου Αγώνα για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, διαδραματίστηκαν στο μοναστήρι και στην περιοχή του πολλά και σημαντικά γεγονότα που οι ιστορικοί τα καταγράφουν σε πολλές σελίδες.
Σε μερικά από αυτά που είναι σχετικά με την παραμονή του Θ. Κολοκοτρώνη στο μοναστήρι αναφερθήκαμε παλαιότερα. Εδώ έγινε και το γνωστό επεισόδιο μεταξύ του Παπαφλέσσα και του Πανούτσου Νοταρά.
Παπαφλέσσας κατά Νοταρά. Ένα επεισόδιο του Αγώνα.
Ένα μήνα πριν από την Επανάσταση, το Φλεβάρη του 1821 ύστερα από τη σύσκεψη της Βοστίτσας έρχεται στο μοναστήρι του Αη-Γιώργη ο Παπαφλέσσας και καλεί σε σύσκεψη τους πρόκριτους της Κορινθίας και των Καλαβρύτων, για να πάρουν αποφάσεις. Στη σύσκεψη παίρνουν μέρος ο ηγούμενος της μονής Ναθαναήλ, ο γέρο-Πανούτσος Νοταράς, ο Ασημάκης Φωτήλας, ο Σωτήρης Χαραλάμπης, ο Σωτήρης Θεοχαρόπουλος και πολλοί άλλοι. Ανάμεσα σ'αυτούς και οι αρχηγοί των όπλων της ορεινής Κορινθίας Γεώργιος Παπανίκας από την Καστανιά και Αναγνώστης Οικονομόπουλος από τη Λαύκα.
Σαν ήρθαν στην κουβέντα ο Παπαφλέσσας τους λέει ότι η επανάσταση πρέπει να αρχίσει αμέσως «γιατί το πράγμα δεν επιδέχεται αργοπορίαν». Ο γέρο-Νοταράς απαντάει ότι «δεν μπορούμε να τολμήσουμε επανάσταση χωρίς να προετοιμαστούμε καλά - καλά καί να εξασφαλίσουμε τα χρειαζούμενα. Με τα ψέμματα δουλεία δεν γίνεται. Κι αν ενεργήσουμε αστόχαστα θα πάρουμε τον κόσμο στο λαιμό μας». Τότε ο Παπαφλέσσας ορμητικός και οξύθιμος καθώς ήταν, εξαγριώνεται και λέει του Νοταρά :
- Άρχοντα Πανούτσο σου κόβω το κεφάλι αν ματαειπείς τέτοιες κουβέντες.
Και ο Νοταράς ήρεμος του απάντησε:
- Ακόνισε το σπαθί σου Παπαφλέσσα για να κόψεις Τούρκικα κεφάλια και άσε το δικό μου στη θέση του. Μπορεί και να σου χρειαστεί.
Τότε ένας από τους ανθρώπους του Νοταρά ο Πανάγου οργισμένος λέει του Παπαφλέσσα.
- Ε, ρε συ παπά τα παληκάρια δεν φοβερίζουν τους γερόντους... Μόνο σώπαινε γιατί σου κόβω εγώ το δικό σου το κεφάλι. Κι ενώ ήσαν έτοιμοι να «σφαγούν» ο γέρο-Νοταράς μπαίνει στη μέση.
- Ας λείψουν οι διχόνοιες μεταξύ σας παιδιά μου και κρατήστε την παλληκαριά σας για τους οχτρούς μας, τους είπε και τους αγκάλιασε και τους φίλησε.