Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Ανάλυση θεμάτων που αφορούν τις αιρέσεις

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Zwi
Δημοσιεύσεις: 14
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:56 pm

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό Zwi » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:05 pm

stratis έγραψε:Τελικά ισχύει αυτό που φοβόμουν με τους Εσφιγμενίτες...

Μείζον θέμα το πρωτείο(!!!), εμπάργκο γιατί δε μνημονεύουν...

Δηλαδή όχι μόνο επικίνδυνες προσεγγίσεις με αιρετικούς για να μην πω αλλόθρησκους και από την άλλη τιμωρία αυτών που κρατούν τη σημαία της σωστής χριστιανικής πίστης ψηλά.


ΡΙΞΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΕΔΩ:

http://www.esphigmenou.com/

ΚΑΙ ΕΔΩ:
http://www.gox.gr/esfigmenou/esfigmenou.htm



Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:06 pm

Το πρόβλημα με την Ι.Μ.Εσφιγμένου και τους ζηλωτές του Αγίου Όρους ξεκινά πολύ νωρίτερα, απ' το θέμα του ημερολογίου. Στους ζηλωτές αρχικά συμμετείχαν πολλοί απ' τους γνωστούς Πατέρες ζώντες και κεκοιμημένους του Αγίου Όρους μεταξύ των οποίων και ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, στη συνέχεια όμως οι περισσότεροι αποχώρησαν κι έτσι από εκατοντάδες που ήταν στα μέσα του προηγούμενου αιώνα στο τέλος έμειναν ελάχιστοι. Ένας απ΄ τους προσφάτως αποχωρήσαντες είναι και ο π.Βασίλειος Διονυσιάτης (απόσπασμα από ένα άρθρο του δημοσιεύω πιο πάνω.

Δεν θα σταθώ αυτή τη στιγμή επί της ουσίας της διαφοράς των ζηλωτών με το Πατριαρχείο, αλλά στον τρόπο με τον οποίο το διεκδίκησαν. Ανήγαγαν ένα δευτερευούσης σημασίας θέμα σε κυρίαρχο δογματικό θέμα, με αποτέλεσμα να διακόψουν την κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία και να καταντήσουν σχισματικοί.
Δεν έχει μόνο σημασία αν έχεις δίκηο σ' ένα θεολογικό ή εκκλησιολογικό θέμα αλλά και πως το διεκδικείς. Μερικές φορές ο τρόπος διεκδίκησης αφαιρεί το δίκαιο του αγώνα.

Δυστυχώς πιστεύω ότι, ενώ κι οι ίδιοι έχουν καταλάβει το αδιέξοδο του αγώνα τους, εξ αιτίας του εγωισμού αλλά και της υποκίνησης από κύκλους που προωθούν με τον τρόπο αυτό τους δικούς τους σκοπούς, δεν θέλησαν ακόμη να έλθουν σε συμβιβασμό και καταλλαγή με το Πατριαρχείο.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Psilos
Δημοσιεύσεις: 9
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:48 pm

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό Psilos » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:06 pm

Αν και δεν πρέπει να ολισθήσουμε σε τακτικές που ευνοούν τη διαίρεση, θεώρησα ορθό να ακουστεί και η "άλλη" πλευρά, όσον αφορά το θέμα με την Ιερά Μονή Εσφιγμένου.


Ενημερωτικό Δελτίο
Καρυές 10.2.2003


Η Ιερά Κοινότης Αγίου Όρους Άθω με συναποστελλόμενο εκτενές κείμενό της, το οποίο απευθύνεται προς πάντα ενδιαφερόμενο, αναγκάζεται να λύσει τη σιωπή της έχοντας διαπιστώσει την οργανωθείσα εις βάρος τού Ιερού Τόπου συστηματική εκστρατεία παραπληροφορήσεως και ενημερώνει υπεύθυνα το ευρύ κοινό σχετικά με την αλήθεια για την Υπόθεση των κατεχόντων την Ι. Μ. Εσφιγμένου.

Έτσι αποκαλύπτεται ότι η πραγματικότητα είναι πολύ μακριά από όσα προσπαθούν να διαδώσουν τα παραπάνω πρόσωπα’ Κανείς δεν διώκεται, κανένα θέμα πίστεως δεν Υπάρχει, κανείς δεν κατηγορείται για τη μη μνημόνευση τού Οικουμενικού Πατριάρχου, κανενός το φρόνημα δεν διώκεται, κανενός η θρησκευτική ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν παραβιάζονται, καμία βία δεν ασκείται, κανείς αποκλεισμός δεν πραγματοποιείται, κανείς δεν κινδυνεύει και δεν ταλαιπωρείται, κανείς δεν στερείται τροφίμων ή φαρμάκων και ιατρικής περιθάλψεως. Κρίνεται ως η μεγαλύτερη επιχείρηση ψεύδους κατά τού Αγίου Όρους στην ιστορία του.

Αντίθετα πρόκειται για μείζον αγιορείτικο, εκκλησιαστικό και εθνικό ζήτημα, για ένα ακόμη από τούς μεγάλους και ιστορικούς αγώνες του Αγίου Όρους, σχετικά με τον οποίο καλούνται όλοι να επιδείξουν εξαιρετική προσοχή και ευαισθησία.

Τα κύρια σημεία τού κειμένου είναι τα εξής:

1. Η Ιερά Μονή Εσφιγμένου είναι μία ιστορική και προβεβλημένη Μονή τού Αγίου Όρους, πού σήμερα, λόγω της παράνομης κατοχής της, έχει περιέλθει σε τραγική κατάσταση ανυπόστατου, δεν λειτουργεί ως νομικό Πρόσωπο και στερείται αδελφότητος και διοικήσεως.

2. Θεμελιώδης αρχή της υποστάσεως τού Αγίου Όρους είναι αυτή της εκκλησιαστικής και διοικητικής ενότητος όλων των κυριάρχων Ιερών Μονών, χάρη στην οποία ομιλούμε για Άγιον Όρος και όχι για άθροισμα Μονών. Η κατάλυση αυτής της αρχής συνεπάγεται και προσβολή της υποστάσεως τού Αγ. Όρους και τού υπερχιλιόχρονου καθεστώτος του. Το όλο θέμα έχει και σοβαρές εθνικές διαστάσεις.

3. Εδώ και τριάντα χρόνια στην Μονή αυτή δεν υφίσταται απλώς ένσταση κατά της εκκλησιαστικής πολιτικής τού Οικουμενικού Πατριάρχου ή μόνο διακοπή τού μνημοσύνου του, όπως συνέβη και σε άλλες Μονές, αλλά πλήρης αποκοπή από την εκκλησιαστική και διοικητική κοινωνία με τις υπόλοιπες Μονές τού Αγίου Όρους, αποκοπή από όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και προσχώρηση και αποκλειστική κοινωνία με μία μόνο από τις πολλές παρατάξεις των λεγομένων Γ.Ο.Χ. Τα τελευταία χρόνια προχώρησαν σε συστηματική προσπάθεια να αναγνωρισθεί και να νομιμοποιηθεί αυτή η παράνομη και αντισυνταγματική κατάσταση, πράγμα άκρως επικίνδυνο για το αγιορειτικό καθεστώς, αναγκάζοντας το Άγιον Όρος σε στοιχειώδη αυτοάμυνα υπέρ της υπάρξεώς του.

4. Τα πρόσωπα πού κατέχουν σήμερα την Μονή συνιστούν μία ομάδα, η οποία συγκεντρώνει, και ειδικά τα τελευταία χρόνια κατά τρόπο εντελή και ολοκληρωμένο, τα χαρακτηριστικά απαγορευμένης για το Άγιον Όρος "ιδιαιτέρας αδελφότητος" σχισματικών ασκούντων προπαγάνδα και προσηλυτισμό, κατά ευθεία παραβίαση τού Συντάγματος και τού Καταστατικού Χάρτη Αγίου Όρους, με μοναδική δυνατή νόμιμη επιλογή την κανονική ένταξή τους στο Σώμα τού Αγίου Όρους ή την ελεύθερη αποχώρησή τους από αυτό. Η φυσιολογική συνέχεια των διαδικασιών κατέληξε σε διαπίστωση τού ανυπόστατου και σε πράξεις των μόνων αρμοδίων αγιορειτικών διοικητικών οργάνων με τον τύπο της απελάσεως, πού σκοπό έχουν την παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, πού να διασφαλίζουν την νομιμότητα, την κανονική τάξη και την συνέχεια τού αγιορειτικού βίου.

5. Ήταν και είναι ξεκαθαρισμένη και γνωστή σε όλους η κοινή πολιτική βούληση να μη ασκηθεί βία, αλλά να επιτηρηθεί ειρηνικά η νομιμότης, με την ελπίδα ότι η συναίσθηση της παρανομίας Θα οδηγήσει στην πρακτική λύση τού ζητήματος. Παρά ταύτα το ελληνικό και διεθνές κοινό υπέστη έναν ανελέητο βομβαρδισμό παραπληροφορήσεως και ψευδολογίας, με σκοπό την κίνηση αισθημάτων συμπαθείας’ Διαρροή ανυπόστατων ειδήσεων για δήθεν διωγμούς, σκληρά μέτρα, πολιορκίες, ματ, τεθωρακισμένα κλπ και παράλληλα χαρακτηριστικά εκκοσμικευμένη δραστηριότητα και πράξεις άγνωστες και απάδουσες στο αγιορειτικό ήθος και ύφος και τα θέσμια τού Ιερού Τόπου.

6. α. Δεν υπάρχει διωγμός ούτε διακοπή λειτουργίας της Ι. Μ. Εσφιγμένου, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Το αιτιολογικό δεν είναι η μη μνημόνευση τού Πατριάρχου, ούτε αφορά στους υπόλοιπους ζηλωτές τού Αγίου Όρους και τούς λεγομένους Γ.Ο.Χ. Η ομάδα αυτή επιμένει στην παράνομη και επικίνδυνη για το μέλλον τού Αγίου Όρους κατοχή κυριάρχου Μονής, δεν διώκεται για λόγους φρονημάτων, ούτε γιατί δήθεν δεν δέχεται ευρωπαϊκά κονδύλια, διακατέχεται από προφανές κοσμικό και αντιαγιορειτικό φρόνημα, δεν προσφέρει τίποτα στους αγώνες τού Αγίου Όρους επί θεμάτων πίστεως αλλά μάλλον το αντίθετο, είναι ξένη προς το Άγιον Όρος και το πνεύμα του, σε τίποτα δεν αδικήθηκε και τίποτα δεν υπέστη ποτέ, αλλά μάλλον φέρει τα χαρακτηριστικά ψευδοήρωος εκ τού ασφαλούς.

β. Η Ιερά Κοινότης κατ’ επανάληψη προσπάθησε να δοθεί συμβιβαστική λύση, χωρίς οι κατέχοντες την Μονή να δεχθούν να συνεργασθούν.

γ. Οι κατέχοντες την Ι. Μονή Εσφιγμένου δεν βοηθούν ώστε το Άγιον Όρος ενωμένο να δίδει την μαρτυρία της Ορθοδόξου Πίστεως.

δ. Το Άγιον Όρος αγωνίζεται κατά των άκρων, τού ζηλωτισμού και τού Οικουμενισμού και έχει κατ’ επανάληψιν δώσει την αποφασιστική μαρτυρία του (Μπαλαμάντ, Πορίσματα διαλόγου Ορθοδόξων και Αντιχαλκηδονίων κλπ).

Για ανάλυση των παραπάνω παραπέμπουμε στο συναποστελλόμενο κείμενο.

Εν κατακλείδι το Άγιον Όρος απευθύνει έκκληση προς την εκκλησιαστική και εθνική συνείδηση πάντων, τού σκανδαλιζομένου ευσεβούς πληρώματος της Εκκλησίας, των κατ’ άνθρωπον ενδιαφερομένων, τού πολιτικού κόσμου, τού Τύπου, των Μέσων Μαζικής Ενημερώσεως, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να μη παρασύρονται από την μεθοδευόμενη παραπληροφόρηση και εξαπάτηση, αλλά να συμπαρασταθούν στον παρόντα ιστορικό αγώνα τού Αγίου Όρους για την σωτηρία της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου, αλλά και κυρίως την περιφρούρηση των θεσμίων της πίστεως και της Ορθοδόξου μοναστικής, πνευματικής και πολιτιστικής αγιορειτικής παραδόσεως.

Άπαντες οι εν τη κοινή Συνάξει Αντιπρόσωποι και Προϊστάμενοι των είκοσι Ιερών Μονών τού Αγίου Όρους Άθω.

Περισσότερα πληροφορίες μπορούμε να βρούμε και εδώ: http://www.ecclesia.gr/greek/news/esfigmenou/index.html



Zwi
Δημοσιεύσεις: 14
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:56 pm

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό Zwi » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:07 pm

Η Μονή Εσφιγμένου σταμάτησε να μνημονεύει το 1965 και τοτε μάλιστα σχεδον το μισο Αγιο Ορος ειχε σταματησει την μνημόνευση του Πατριάρχη. Ο λόγος δεν είχε να κάνει με το παληό ημερολογιο (αυτό αφορούσε τους λεγόμενους "ζηλωτες" οι οποίοι όμως βρίσκονταν εκτός μονών) αλλά καθαρά και μόνον τα σφιχταγγαλιάσματα του τότε Πατριάρχη Αθηναγόρα με τον Πάπα και η άρση των αναθεμάτων.

Ανήγαγαν ένα δευτερευούσης σημασίας θέμα σε κυρίαρχο δογματικό θέμα, με αποτέλεσμα να διακόψουν την κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία και να καταντήσουν σχισματικοί.


Δεν καταλαβαίνω πιο είναι το δευτερευούσης σημασίας θέμα που μετατράπηκε σε μείζον δογματικό. Αν εννοείς τις συμπροσευχές και τα συλλείτουργα δεν νομίζω ότι είναι δευτερευούσης σημασίας, όταν υπάρχουν κανόνες ορισμένοι απο τους Αγίους Απόστόλους και τις Οικουμενικές Συνόδους που τα απαγορεύουν με ποινή καθαίρεσης για τους ιερείς και με αφορισμό για τους λαϊκούς.
Αν τώρα εννοείς το παληό ημερολόγιο, όπως γράφω και πιο πάνω δεν ήταν αυτό που οδήγησε τους Εσφιγμενίτες να πάψουν την μνημόνευση.
Τώρα το τι ισχύει και τι όχι όσον αφορά τα δόγματα και τους κανόνες μια ματιά στο Πηδάλιο αρκεί για να έχουμε μια σαφή εικόνα (νομίζω).



Άβαταρ μέλους
dionisis
Δημοσιεύσεις: 51
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:23 pm

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό dionisis » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:08 pm

Νίκος έγραψε:Δεν θα σταθώ αυτή τη στιγμή επί της ουσίας της διαφοράς των ζηλωτών με το Πατριαρχείο, αλλά στον τρόπο με τον οποίο το διεκδίκησαν. Ανήγαγαν ένα δευτερευούσης σημασίας θέμα σε κυρίαρχο δογματικό θέμα, με αποτέλεσμα να διακόψουν την κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία και να καταντήσουν σχισματικοί.


Σχισματικοί.... μάλιστα...

11μακαριοι εστε οταν ονειδισωσιν υμας και διωξωσιν και ειπωσιν παν πονηρον ρημα καθ υμων ψευδομενοι ενεκεν εμου

12χαιρετε και αγαλλιασθε οτι ο μισθος υμων πολυς εν τοις ουρανοις ουτως γαρ εδιωξαν τους προφητας τους προ υμων

Δεν πιστεύω αλήθεια να πειράζει αν εξακολουθώ και σας αποκαλώ αδέλφια. Μόνο να είστε σίγουροι για το τι λέτε, και να μην λέτε το ότι σας λένε. Αισθάνομαι ότι καθόμαστε στο Δέλτα ενός ποταμού και τσαλαβουτάμε τα ποδάρια και βλέπουμε μόνο ότι περιλαμβάνει το τρίγωνο αυτό. Λες και δεν έχει διαδρομή.... Ο Τάδε που έφυγε από εκεί και πήγε εκεί.... Κοιτάζουμε μόνο δίπλα τόσο δίπλα όσο η μνήμη και το μάτι μας επιτρέπει. Μόνο να θυμάσθε ότι εμείς οι ζηλωτές δεν έχουμε να ανησυχούμε για σφιχταγκαλιάσματα και δεν ξέρω και εγώ για τι άλλο. Το αν βρισκόμαστε εδώ και αλλού και συζητάμε, δεν το κάνουμε για να δείξουμε τους εαυτούς μας και να χλευάσουμε. Από αγάπη το κάνουμε αδέλφια. γιατί πολλοί από μας γίναμε ζηλωτές (στεναχωρόντας δικούς μας ανθρώπους) για την αγάπη του Κυρίου μας.

Αλήθεια λοιπόν; Εγώ λέω ότι δέχομαι ότι και αν πείτε. Μια ερώτηση.

Για πόσο καιρό θα ανέχεσθε τις συμπροσευχές και τα συλλείτουργα; Βέβαια υπάρχουν κάποιοι που εκφράζουν κάποιους φόβους και άλλοι που είναι πιο ήσυχοι. Για να δοθεί μία απάντηση όμως θα πρέπει πρώτα να αποφασισθεί για το αν υπάρχουν φόβοι ή όχι και μετά ομόφωνα και εν ομονοία να δείτε για πόσο καιρό θα τους ανέχεσθε και αν πρέπει να γίνει κάτι. Δηλαδή μία ερώτηση δεν μπορεί να απαντηθεί. Και δεν μπορεί γιατί υπάρχει δύο απόψεις. Την μία την ενστερνιζόμαστε και εμείς. Τυχαίο είναι;

Συγχωρέστε με αδέλφια



Άβαταρ μέλους
dionisis
Δημοσιεύσεις: 51
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:23 pm

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό dionisis » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:09 pm

κανείς αποκλεισμός δεν πραγματοποιείται,


Έχει προσπαθήσει κανείς να βγάλει διαμονητήρια για Εσφιγμένου; Προκαλώ οποιονδήποτε να πάρει τηλ το Γρ. προσκηνυτών και να εκδόσει διαμονητήρια για Εσφιγμένου. Στα λόγια..... στην πράξη τι γίνεται;



Zwi
Δημοσιεύσεις: 14
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:56 pm

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό Zwi » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:11 pm

α. Δεν υπάρχει διωγμός ούτε διακοπή λειτουργίας της Ι. Μ. Εσφιγμένου, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Το αιτιολογικό δεν είναι η μη μνημόνευση τού Πατριάρχου, ούτε αφορά στους υπόλοιπους ζηλωτές τού Αγίου Όρους και τούς λεγομένους Γ.Ο.Χ. Η ομάδα αυτή επιμένει στην παράνομη και επικίνδυνη για το μέλλον τού Αγίου Όρους κατοχή κυριάρχου Μονής, δεν διώκεται για λόγους φρονημάτων, ούτε γιατί δήθεν δεν δέχεται ευρωπαϊκά κονδύλια, διακατέχεται από προφανές κοσμικό και αντιαγιορειτικό φρόνημα, δεν προσφέρει τίποτα στους αγώνες τού Αγίου Όρους επί θεμάτων πίστεως αλλά μάλλον το αντίθετο, είναι ξένη προς το ’γιον Όρος και το πνεύμα του, σε τίποτα δεν αδικήθηκε και τίποτα δεν υπέστη ποτέ, αλλά μάλλον φέρει τα χαρακτηριστικά ψευδοήρωος εκ τού ασφαλούς.


ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΚΕΨΗΣ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ:
Ειδική αναφορά γίνεται στο ζήτημα των ζηλωτών μοναχών της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου που βρίσκονται σε τροχιά απόσχισης από την αγιορείτικη κοινωνία. Επ' αυτού, οι αγιορείτες ζητούν από την κυβέρνηση: "σταθερά στήριξη της νομιμότητας και περιφρούρησης του συνταγματικού πλαισίου λειτουργίας του αγιορείτικου βίου", υπογραμμίζοντας πως θεωρούν "σημαντικήν και απαραίτητον" την εκ μέρους του πρωθυπουργού "απαθάρρυνσιν της παρανομίας και την ευκρινή δημόσια τοποθέτηση της πολιτείας".

ΚΑΙ Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΕΡΩΤΗΣΗ ΕΙΝΑΙ: ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΡΑΝΟΜΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΣΦΙΓΜΕΝΙΤΕΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ?

ΠΑΡΑΝΟΜΙΑ ΘΕΩΡΟΥΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΛΙΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ ΝΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΟΥΝ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΤΟΥΣ?

ΤΟΥΣ ΕΚΟΨΑΝ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΞΩ ΚΟΣΜΟ,
ΤΟΥΣ ΣΤΕΡΗΣΑΝ ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ,
ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΑΝ ΤΟ ΚΑΙΚΙ,
ΤΟΥΣ ΔΗΜΕΥΣΑΝ Ο,ΤΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΕΙΧΑΝ,
ΕΚΟΨΑΝ ΤΑ ΔΙΑΜΟΝΗΤΗΡΙΑ,
ΤΑ ΕΜΒΑΣΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΤΕΛΝΟΥΝ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΔΕΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΣΤΟΝ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥΣ,
ΤΙΜΗΣΑΝ ΗΔΗ ΝΕΚΡΟΥΣ (ΣΥΓΧΡΟΝΟΥΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ),
ΑΝΤΙΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΟΝΗ ΕΣΦΙΓΜΕΝΟΥ ΜΕ ΤΟ ΝΕΟ ΨΕΥΔΟΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΠΟΥ ΕΠΑΝΔΡΩΣΑΝ,
ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΗΣΑΝ ΤΗΝ ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΗΝΣ ΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΝΑ ΛΑΒΟΥΝ ΤΑ "ΑΡΓΥΡΙΑ" ΤΗΣ ΕΕ,
ΤΟΥΣ ΕΠΙΤΕΘΗΚΑΝ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΤΥΠΗΣΑΝ

ΔΕΝ ΣΥΝΤΕΛΕΙΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΑ ΑΛΛΑ ΚΑΝΕΝΑΣ ΜΑ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΙΩΓΜΟΣ .....



Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:14 pm

Ο ι κ ο υ μ ε ν ι σ μ ό ς

Ο Οικουμενισμός είναι μια κίνηση, που διακηρύσσει ότι έχει ως σκοπό την ενότητα του διαιρεμένου χριστιανικού κόσμου (Ορθοδόξων, Παπικών, Προτεσταντών, κ.ά.). Η ιδέα της ενότητος συγκινεί κάθε ευαίσθητη χριστιανική ψυχή και ανταποκρίνεται στους μύχιους πόθους της. Την ιδέα αυτή οικειοποιείται και ο Οικουμενισμός. Αλλά το ενωτικό του όραμα, όραμα κατεξοχήν πνευματικό, το στηρίζει κυρίως πάνω στις ανθρώπινες προσπάθειες και όχι στην ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί, όταν συναντήσει την ανθρώπινη μετάνοια και ταπείνωση, να κάνει αυτό το όραμα πραγματικότητα.
Η ποθητή ενότητα, αν και όταν συμβεί, δεν θα είναι παρά ένα θαύμα του Θεού.

Πότε εμφανίστηκε.

Οι ρίζες του Οικουμενισμού πρέπει ν’ αναζητηθούν στον προτεσταντικό χώρο, στα μέσα του 19ου αι. Τότε κάποιες χριστιανικές Ομολογίες, βλέποντας τον κόσμο να φεύγει από κοντά τους λόγω της αυξανόμενης θρησκευτικής αδιαφορίας και των οργανωμένων αντιθρησκευτικών κινημάτων, αναγκάστηκαν σε μια συσπείρωση και συνεργασία.
Αυτή η ενωτική δραστηριότητά τους έλαβε οργανωμένη πλέον μορφή, ως Οικουμενική Κίνηση, τον 20ό αι.. και κυρίως το 1948, με την ίδρυση στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), που εδρεύει στη Γενεύη.
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι το Π.Σ.Ε. δεν θα μπορούσε ποτέ να πάρει ‘’οικουμενικό’’ χαρακτήρα, αλλά θα παρέμενε απλά μια ενδοπροτεσταντική υπόθεση, αν δεν συμμετείχαν και κάποιες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Οι Ρωμαιοκαθολικοί αρνήθηκαν να συμμετάσχουν. Αργότερα όμως, χωρίς να ενταχθούν στο Π.Σ.Ε., μπήκαν κι αυτοί στην Οικουμενική Κίνηση. Με σχετικό διάταγμα της Β’ Βατικανής Συνόδου (1964), εγκαινίασαν έναν δικό τους Οικουμενισμό που στοχεύει στην ένωση όλων των Χριστιανών κάτω από την παπική εξουσία.

Η συμμετοχή των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι σημαντική ώθηση στη δημιουργία της Οικουμενικής Κινήσεως έδωσε και το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως· ιδιαίτερα μάλιστα με το Διάγγελμα του 1920, που, όπως αποδείχθηκε, αποτέλεσε τη βάση και τον ‘’Καταστατικό Χάρτη’’ της συμμετοχής των Ορθοδόξων στην Οικουμενική Κίνηση.

Το Διάγγελμα αυτό ήταν κάτι το πρωτόγνωρο στην ιστορία της Εκκλησίας, επειδή για πρώτη φορά επίσημο ορθόδοξο κείμενο χαρακτήριζε όλες τις ετερόδοξες Κοινότητες της Δύσεως ‘’Εκκλησίες’’, ως «συγγενείς και οικείας εν Χριστώ και συγκληρονόμους και συσσώμους της επαγγελίας του Θεού». Έτσι ανέτρεπε την ορθόδοξη εκκλησιολογία. Και για να μην αναφερθούμε σε παλαιότερες εποχές, φτάνει να θυμηθούμε ότι λίγα χρόνια νωρίτερα (1895) το ίδιο Πατριαρχείο, σε εγκύκλιό του τοποθετούσε τον Παπισμό εκτός Εκκλησίας, επειδή εισήγαγε «αιρετικάς διδασκαλίας και καινοτομίας». Γι’ αυτό και καλούσε τους Δυτικούς Χριστιανούς να επιστρέψουν στους κόλπους της μιας Εκκλησίας, δηλαδή της Ορθοδοξίας.

Το Διάγγελμα του 1920 έχοντας ως πρότυπο τη διακρατική «Κοινωνία των Εθνών», πρότεινε τη σύμπηξη μιας «συναφείας και κοινωνίας μεταξύ των Εκκλησιών», με κυριότερους στόχους α) την επανεξέταση των δογματικών διαφορών με συμβιβαστική διάθεση, β) την παραδοχή ενιαίου ημερολογίου (η μερική εφαρμογή του οποίου επέφερε, δυστυχώς, ενδοορθόδοξο εορτολογικό διχασμό), και γ) τη συγκρότηση παγχριστιανικών συνεδρίων.

Εκτός από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όλες σχεδόν οι Ορθόδοξες Εκκλησίες ζήτησαν σταδιακά να γίνουν, και έγιναν, δεκτές ως μέλη του Π.Σ.Ε. Μερικές, ωστόσο, αναγκάστηκαν αργότερα ν’ αναδιπλωθούν και ν’ αποχωρήσουν, καθώς αφενός παρακολουθούσαν με απογοήτευση τον εκφυλισμό του και αφετέρου πιέζονταν από τις έντονες αντιοικουμενιστικές αντιδράσεις του ποιμνίου τους. Εύλογο πρόβαλλε το ερώτημα: Πως, άραγε, μπορεί η Ορθοδοξία να είναι ενταγμένη ως ‘’μέλος’’ σε ‘’κάτι’’, τη στιγμή που η ίδια είναι το ‘’όλον’’, το Σώμα του Χριστού, και που καλεί όλους να γίνουν μέλη Του;

Η παρουσία, άλλωστε, των Ορθοδόξων Εκκλησιών στις Συνελεύσεις του Π.Σ.Ε., λόγω του τρόπου συγκροτήσεως και λειτουργίας του, ήταν πάντα ισχνή, ατελέσφορη και διακοσμητική. Οι αποφάσεις του διαμορφώνονταν αποκλειστικά από την ποσοτική υπεροχή των προτεσταντικών ψήφων. Βέβαια, μέχρι το 1961, οι Ορθόδοξοι στις Γενικές Συνελεύσεις κατέθεταν ιδιαίτερες δηλώσεις – μερικές αποτελούν μνημειώδη ομολογιακά κείμενα – ως εκπρόσωποι της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας.

Όσον αφορά στο οικουμενιστικό άνοιγμα του Βατικανού, η ανταπόκριση της Ορθοδοξίας υπήρξε θετική, με κύριο εκφραστή της τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ο Πατριάρχης συναντήθηκε με τον πάπα Παύλο ΣΤ’ στα Ιεροσόλυμα (1964), προχώρησε μαζί του στην αμοιβαία άρση των αναθεμάτων του Σχίσματος του 1054 και υποστήριξε το ‘’ διάλογο της αγάπης’’, προωθώντας έτσι τους στόχους της Β’ Βατικανής Συνόδου.

Τα θεωρητικά ‘’ανοίγματα’’ του Οικουμενισμού.

Ο Οικουμενισμός, για να υλοποιήσει τους στόχους του, αναγκάζεται να παραθεωρήσει ή και ν’ αναθεωρήσει ορισμένες βασικές αρχές της Ορθοδοξίας.
Προβάλλει την αντίληψη της ‘’Διευρυμένης Εκκλησίας’’, σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι μία και περιλαμβάνει τους Χριστιανούς κάθε Ομολογίας, από την στιγμή που δέχτηκαν το βάπτισμα. Έτσι όλες οι χριστιανικές Ομολογίες είναι μεταξύ τους ‘’Αδελφές Εκκλησίες’’.
Μέσα στο ίδιο πνεύμα κινείται και η ιδέα της ‘’Παγκόσμιας ορατής Εκκλησίας’’: Η Εκκλησία που υφίσταται τάχα ‘’αόρατα’’ και απαρτίζεται απ’ όλους τους Χριστιανούς, θα φανερωθεί και στην ορατή της διάσταση με τις κοινές ενωτικές προσπάθειες.

Τις αντιλήψεις αυτές επηρέασε και η προτεσταντική θεωρία των κλάδων, σύμφωνα με την οποία η Εκκλησία είναι ένα ‘’δένδρο’’ με ‘’κλαδιά’’ όλες τις χριστιανικές Ομολογίες, καθεμιά από τις οποίες κατέχει ένα μόνο μέρος της αλήθειας.
Ας προστεθεί επίσης και η θεωρία των ‘’δύο πνευμόνων’’, που αναπτύχθηκε μεταξύ ορθοδόξων οικουμενιστών και Παπικών. Σύμφωνα μ’ αυτήν Ορθοδοξία και Παπισμός είναι οι δύο πνεύμονες, με τους οποίους αναπνέει η Εκκλησία. Για ν’ αρχίσει τάχα ν’ αναπνέει ορθά και πάλι, θα πρέπει οι δύο πνεύμονες να συγχρονίσουν την αναπνοή τους.

Τέλος, στις μεθόδους, που χρησιμοποιεί ο Οικουμενισμός για την προσέγγιση των Χριστιανών, περιλαμβάνεται και ο δογματικός μινιμαλισμός. Πρόκειται για προσπάθεια να συρρικνωθούν τα δόγματα στα πιο αναγκαία, σ’ ένα ‘’μίνιμουμ’’ (=ελάχιστο), προκειμένου να υπερπηδηθούν οι δογματικές διαφορές μεταξύ των Ομολογιών. Το αποτέλεσμα όμως είναι η παραθεώρηση του δόγματος, ο υποβιβασμός και η ελαχιστοποίηση της σημασίας του. «Ας ενωθούν», λένε, «οι Χριστιανοί, και τα δόγματα τα συζητούν αργότερα οι θεολόγοι!» Με τη μέθοδο βέβαια του δογματικού μινιμαλισμού είναι ίσως εύκολο να ενωθούν οι Χριστιανοί. Οι τέτοιοι ‘’Χριστιανοί’’ όμως μπορεί να είναι Ορθόδοξοι, δηλαδή αληθινά Χριστιανοί;

Η ορθόδοξη αντίληψη για την Εκκλησία.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη εκκλησιολογία, Εκκλησία και Ορθοδοξία ταυτίζονται. Η Εκκλησία είναι οπωσδήποτε Ορθόδοξη και η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού. Και επειδή ο Χριστός είναι ένας, άρα και η Εκκλησία είναι μία. Γι’ αυτό ποτέ δεν νοείται διαίρεση στην Εκκλησία. Μόνο χωρισμό από την Εκκλησία έχουμε. Σε συγκεκριμένες δηλαδή ιστορικές στιγμές οι αιρετικοί και οι σχισματικοί αποκόπηκαν απ’ αυτήν, κι έτσι έπαψαν να είναι μέλη της.
Η Εκκλησία κατέχει το πλήρωμα της αλήθειας, όχι μιας αφηρημένης αλήθειας, αλλά ενός τρόπου ζωής που σώζει τον άνθρωπο από το θάνατο και τον κάνει ‘’κατά χάριν Θεό’’. Αντίθετα, η αίρεση αποτελεί ολική ή μερική άρνηση της αλήθειας, ένα κομμάτιασμά της, που έτσι παίρνει το χαρακτήρα και την παθολογία μιας ιδεολογίας. Χωρίζει τον άνθρωπο από τον τρόπο υπάρξεως που έδωσε ο Θεός στην Εκκλησία Του και τον θανατώνει πνευματικά.

Τα δόγματα επίσης, τα οποία περικλείουν τις υπερβατικές αλήθειες της πίστεώς μας, δεν είναι αφηρημένες έννοιες και διανοητικές συλλήψεις, ούτε, πολύ περισσότερο, μεσαιωνικός σκοταδισμός ή θεολογικός σχολαστικισμός. Εκφράζουν την εμπειρία και το βίωμα της Εκκλησίας. Γι’ αυτό, όταν υπάρχει διαφορά στα δόγματα, υπάρχει οπωσδήποτε και διαφορά στον τρόπο ζωής. Κι όποιος υποτιμά την ακρίβεια της πίστεως, δεν μπορεί να ζήσει την πληρότητα της εν Χριστώ ζωής.

Ο Χριστιανός πρέπει να δεχθεί όλα όσα αποκάλυψε ο Χριστός. Όχι ένα ‘’μίνιμουμ’’, αλλά το σύνολο. Γιατί στην ολότητα και την ακεραιότητα της πίστεως διασώζονται η καθολικότητα και η ορθοδοξία της Εκκλησίας.
Έτσι εξηγούνται οι μέχρις αίματος αγώνες των αγίων Πατέρων για τη διαφύλαξη της πίστεως της Εκκλησίας, καθώς και η μέριμνά τους για την διατύπωση, με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, των ‘’όρων’’ των Οικουμενικών Συνόδων. Οι ‘’όροι’’ αυτοί δεν σημαίνουν τίποτε άλλο παρά τα όρια, τα σύνορα της αλήθειας, για να μπορούν οι πιστοί να διακρίνουν την Εκκλησία, ως Ορθοδοξία, από την αίρεση.

Οι ετερόδοξοι, με το να αρνηθούν την πληρότητα της αλήθειας, χωρίστηκαν από την Εκκλησία. Γι’ αυτό και είναι αιρετικοί. Επομένως στερούνται την αγιαστική χάρη του Αγίου Πνεύματος, και τα ‘’Μυστήρια’’ τους είναι άκυρα. Το βάπτισμα λοιπόν, που τελούν, δεν μπορεί να τους εισαγάγει στην Εκκλησία του Χριστού.
«Τους γαρ παρά των αιρετικών βαπτισθέντας ή χειροτονηθέντας ούτε πιστούς ούτε κληρικούς είναι δυνατόν», μας λέει ο ΞΗ’ κανόνας των Αγίων Αποστόλων. Και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης συμπληρώνει: «’Όλων των αιρετικών το βάπτισμα είναι ασεβές και βλάσφημον και ουδεμία κοινωνίαν έχει προς το των Ορθοδόξων».

Τι μας λένε όμως οι ορθόδοξοι οικουμενιστές;

Ορθόδοξος ιεράρχης διακήρυσσε ότι «το Άγιο Πνεύμα επενεργεί σε κάθε χριστιανικό βάπτισμα» και ότι ο αναβαπτισμός των ετεροδόξων Χριστιανών από τους Ορθοδόξους εμπνέεται από «στενοκεφαλιά, φανατισμό και μισαλλοδοξία… Είναι μια αδικία κατά του χριστιανικού Βαπτίσματος και πραγματικά μία βλασφημία του Αγίου Πνεύματος» !
Άλλος ιεράρχης δήλωσε απευθυνόμενος σε ετεροδόξους: «Είμεθα όλοι μέλη Χριστού, ένα και μοναδικό σώμα, μια και μοναδική ‘’καινή κτίσις’’· εφ’ όσον το κοινό μας βάπτισμα μας ελευθέρωσε από το θάνατο» .

Η οικουμενιστική εκκλησιολογία εκφράστηκε από επίσημα ορθόδοξα χείλη και ως εξής: «Οφείλομεν να είμεθα έτοιμοι να αναζητήσωμεν και να αναγνωρίσωμεν την παρουσίαν της Εκκλησίας και εκτός των ιδικών μας κανονικών ορίων, προς τα οποία ταυτίζομεν την μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν» .
Αλλά υπάρχουν και τολμηρότεροι, που οραματίζονται την ‘’επανίδρυση’’ της Εκκλησίας διάμεσου της ενώσεως όλων των Χριστιανών: Ορθόδοξος ιεράρχης διατείνεται ότι «έχουμε ανάγκη ενός νέου Χριστιανισμού, που θα βασίζεται εξ ολοκλήρου σε νέες αντιλήψεις και όρους. Δεν μπορούμε να διδάξουμε το είδος της θρησκείας που παραλάβαμε στις ερχόμενες γενιές» .

Οι διάλογοι.

Ο Οικουμενισμός, για να προωθήσει τα σχέδιά του, χρησιμοποιεί πολλά μέσα. Το βασικότερο είναι οι διάλογοι.
Κανείς δεν αγνοεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία από τη φύση της είναι ανοιχτή στο διάλογο. Ο Θεός πάντοτε διαλέγεται με τον άνθρωπο και οι Άγιοι της Εκκλησίας δεν αρνήθηκαν ποτέ τη διαλεκτική επικοινωνία τους με τον κόσμο.
Οι Άγιοι, έχοντας αυτοσυνειδησία της κοινωνίας τους με το Θεό, προσπαθούσαν με το διάλογο να μεταδώσουν την εμπειρία της αλήθειας που βίωναν. Γι’ αυτούς η αλήθεια δεν ήταν αντικείμενο έρευνας. Δεν την αναζητούσαν, δεν την διαπραγματεύονταν· απλά την πρόσφεραν. Αν ο διάλογος δεν οδηγούσε τους ετεροδόξους στην απόρριψη της πλάνης τους και στην αποδοχή της ορθοδόξου πίστεως, δεν τον συνέχιζαν.

Δυο χρόνια διαλεγόταν ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός με τους Παπικούς στη Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας (1438-1439). Βλέποντας όμως την υπεροψία, την αδιαλλαξία και την εμμονή τους στην πλάνη, διέκοψε κάθε σχέση μαζί τους, προτρέποντας μάλιστα τους ορθόδοξους πιστούς: «Ν’ αποφεύγετε τους Παπικούς, όπως αποφεύγει κανείς το φίδι».
Θεολογικό διάλογο είχε αρχίσει και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιερεμίας Β’ ο Τρανός με τους προτεστάντες θεολόγους της Τυβίγγης (1579). Όταν διαπίστωσε όμως ότι ο διάλογος δεν απέφερε κανέναν καρπό, τον διέκοψε. «Σας παρακαλούμε», τους έγραφε, «μη μας κουράζετε άλλο… Ας πορευθείτε τον δικό σας δρόμο. Αν θέλετε, μπορείτε να μας γράφετε, αλλά όχι πλέον για δόγματα πίστεως».

Οι διάλογοι του Οικουμενισμού.

Οι σύγχρονοι οικουμενιστικοί διάλογοι διαφέρουν ριζικά από τους διαλόγους των Αγίων, γιατί διεξάγονται με βάση τις αρχές της διευρυμένης Εκκλησίας και του δογματικού μινιμαλισμού. Γι’ αυτό είναι ανορθόδοξοι και άκαρποι. Απόδειξη, ότι στα εκατό σχεδόν χρόνια της διεξαγωγής τους δεν έχουν προσφέρει τίποτε το αξιόλογο στην ενότητα του χριστιανικού κόσμου. Αντίθετα μάλιστα, κατάφεραν να διχάσουν τους Ορθοδόξους!
Τα κυριότερα σημεία της παθολογίας των σημερινών διαλόγων είναι τα εξής:

Α’. Έ λ λ ε ι ψ η ο ρ θ ό δ ο ξ η ς ο μ ο λ ο γ ί α ς.
Στους διαλόγους ορισμένοι Ορθόδοξοι δεν εκφράζουν την ακράδαντη πεποίθηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ότι αυτή αποτελεί τη μία και μοναδική Εκκλησία του Χριστού πάνω στη γη. Δεν προβάλλουν, επίσης, την αγιασμένη παράδοση και την πνευματική εμπειρία της Ορθοδοξίας, που διαφέρουν από τις παραδόσεις και τις εμπειρίες του δυτικού Χριστιανισμού. Μόνο μια τέτοια ομολογιακή στάση θα μπορούσε να καταξιώσει και να κάνει γόνιμη την ορθόδοξη παρουσία στους διαλόγους.

Β’. Έ λ λ ε ι ψ η ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α ς.
Το έλλειμα της ορθόδοξης μαρτυρίας, σε συνδυασμό με την αποδεδειγμένη ανειλικρίνεια των ετεροδόξων, δυσχεραίνει περισσότερο τον διαχριστιανικό διάλογο και τον καθιστά αναποτελεσματικό. Γι’ αυτό και πολλές φορές είτε παρατηρούνται αμοιβαίες επιφανειακές υποχωρήσεις είτε χρησιμοποιείται διφορούμενη γλώσσα και ορολογία, προκειμένου να συγκαλύπτονται οι διαφορές.

Αν πρώτα-πρώτα οι Ρωμαιοκαθολικοί ήταν ειλικρινείς, θα έπρεπε να δηλώσουν με σαφήνεια στους οικουμενιστικούς κύκλους αυτό που τονίζουν στους δικούς τους πιστούς· την αδιάλλακτη δηλαδή προσήλωσή τους στο παπικό πρωτείο και αλάθητο. Έτσι, βέβαια, θα φαινόταν ξεκάθαρα και το πώς οραματίζονται την ενότητα των Χριστιανών: όχι ως ενότητα πίστεως αλλά ως υποταγή όλων κάτω από την παπική εξουσία. Επιπλέον θα επιβεβαιωνόταν η διαπίστωση ότι ο παπικός θεσμός αφενός αποτελεί την τραγικότερη αλλοίωση του Ευαγγελίου του Χριστού και αφετέρου χρησιμοποιεί τους διαλόγους για την εξυπηρέτηση και μόνο της επεκτατικής του πολιτικής.

Κύρια έκφραση της ανειλικρίνειας των Παπικών αποτελεί η διατήρηση και η ενίσχυση της Ουνίας . Πρόκειται για έναν ύπουλο θεσμό, τον οποίο ο Παπισμός χρησιμοποίησε και εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ως ενωτικό μοντέλο, παρ’ όλες τις έντονες διαμαρτυρίες των Ορθοδόξων και παρά το ότι αυτός σήμερα αποτελεί το βασικότερο εμπόδιο στους διμερείς διαλόγους.

Αν πάλι οι ποικιλώνυμοι Διαμαρτυρόμενοι ήταν ειλικρινείς, θα έπρεπε να δηλώσουν με ευθύτητα ότι δεν είναι καθόλου διατεθειμένοι να υποχωρήσουν από τις βασικές προτεσταντικές τους αρχές και ότι άλλες, τελικά, είναι οι αιτίες που τους αναγκάζουν να έρχονται σε διάλογο. Αυτό, άλλωστε, φανερώνει και ο κατήφορος που έχουν πάρει οι ‘’Εκκλησίες’’ τους (ιερωσύνη γυναικών, γάμοι ομοφυλοφίλων κ.ά.).

Γ’. Υ π ε ρ τ ο ν ι σ μ ό ς τ η ς α γ ά π η ς.
Επειδή η ανειλικρίνεια και οι ιδιοτελείς σκοπιμότητες δηλητηρίασαν τους διαλόγους, που κατάντησαν σε ατέρμονες και άκαρπες θεολογικές συζητήσεις, επιχειρήθηκε μια στροφή. Οι διάλογοι τώρα ονομάστηκαν ‘’διάλογοι αγάπης’’ τόσο για λόγους εντυπώσεων όσο και για να παρακαμφθεί ο σκόπελος των δογματικών διενέξεων. «Η αγάπη προέχει», τονίζουν. «Η αγάπη επιβάλλει να ενωθούμε, έστω κι αν υπάρχουν δογματικές διαφορές».

Γι’ αυτό και η πρακτική στους σημερινούς διαλόγους είναι να μη συζητούνται αυτά που χωρίζουν, αλλά αυτά που ενώνουν, ώστε να δημιουργείται μια ψευδαίσθηση ενότητος και κοινής πίστεως. Στις Οικουμενικές Συνόδους όμως οι Πατέρες συζητούσαν πάντοτε αυτά που χώριζαν. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα σε οποιονδήποτε διάλογο μεταξύ πλευρών που έχουν διαφορές: Συζητούνται αυτά που χωρίζουν – γι’ αυτό εξάλλου γίνεται ο διάλογος – και όχι αυτά που ενώνουν.

Για μας τους Ορθοδόξους η Αγάπη και η Αλήθεια είναι έννοιες αδιάσπαστες. Διάλογος αγάπης χωρίς την αλήθεια είναι ψεύτικος και αφύσικος διάλογος. Ενώ διάλογος αγάπης ‘’εν αληθεία’’ σημαίνει: Διαλέγομαι με τους ετεροδόξους από αγάπη, για να τους επισημάνω που βρίσκονται τα λάθη τους και πως θα οδηγηθούν στην αλήθεια. Εάν πραγματικά τους αγαπώ, πρέπει να τους πω την αλήθεια, όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο ή οδυνηρό.

Δ’. Ά μ β λ υ ν σ η ο ρ θ ο δ ό ξ ω ν κ ρ ι τ η ρ ί ω ν.
Στην παθολογία των διαλόγων ανήκει και η άμβλυνση των ορθοδόξων θεολογικών κριτηρίων, που προκύπτει από την καλλιέργεια μιας ‘’οικουμενικής αβροφροσύνης’’, προσωπικών σχέσεων και φιλίας ανάμεσα στους ετερόδοξους θεολόγους. Η πίστη θεωρείται όχι η αλήθεια, που σώζει, αλλά ένα σύνολο θεωρητικών αληθειών, που επιδέχονται συμβιβασμούς.

Ισχυρίζονται οι ορθόδοξοι οικουμενιστές: ‘’Διάλογο κάνουμε, δεν αλλάζουμε την πίστη μας!’’. Και ασφαλώς ο διάλογος ως ‘’αγαπητική έξοδος’’ προς τον άλλον, είναι θεάρεστος. Ο οικουμενιστικός όμως διάλογος, όπως διεξάγεται σήμερα, δεν είναι συνάντηση στην αλήθεια, αλλά είναι ‘’αμοιβαία αναγνώριση’’. Αυτό σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε τις ετερόδοξες Κοινότητες ως Εκκλησίες, ότι αποδεχόμαστε πως οι δογματικές διαφορές τους αποτελούν ‘’νόμιμες εκφράσεις’’ της ίδιας πίστεως. Έτσι όμως πέφτουμε στην παγίδα του δογματικού συγκρητισμού: Τοποθετούμε στο ίδιο επίπεδο την αλήθεια με την πλάνη, εξισώνουμε το φως με το σκοτάδι.

Ε’. Σ υ μ π ρ ο σ ε υ χ έ ς
Οι ορθόδοξοι οικουμενιστές, με την άμβλυνση των θεολογικών τους κριτηρίων, είναι πολύ φυσικό να συμμετέχουν χωρίς αναστολές σε κοινές με τους ετεροδόξους λατρευτικές εκδηλώσεις και συμπροσευχές, που πραγματοποιούνται συχνά στα πλαίσια των διαχριστιανικών συναντήσεων. Γνωρίζουν ότι με τον οικουμενιστικό αυτό συμπνευματισμό δημιουργείται το κατάλληλο ψυχολογικό κλίμα, που απαιτείται για την προώθηση της ενωτικής προσπάθειας.
Οι ιεροί Κανόνες όμως της Εκκλησίας μας απαγορεύουν αυστηρά τις συμπροσευχές με τους ετεροδόξους. Γιατί οι ετερόδοξοι δεν έχουν την ίδια πίστη μ’ εμάς. Πιστεύουν σ’ έναν διαφορετικό, διαστρεβλωμένο Χριστό. Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τους αποκαλεί απίστους: «Ο μη κατά την παράδοσιν της Καθολικής Εκκλησίας πιστεύων άπιστός εστιν».
Η συμπροσευχή λοιπόν απαγορεύεται, επειδή δηλώνει συμμετοχή στην πίστη του συμπροσευχομένου και δίνει σ’ αυτόν την ψευδαίσθηση ότι δεν βρίσκεται στην πλάνη, οπότε δεν χρειάζεται να επιστρέψει στην αλήθεια.

ΣΤ’. Δ ι α κ ο ι ν ω ν ί α (I n t e r c o m m u n i o).
Αν οι ιεροί Κανόνες απαγορεύουν τις συμπροσευχές με τους αιρετικούς, πολύ περισσότερο αποκλείουν τη συμμετοχή μας στα ‘’Μυστήριά’’ τους. Και στο σημείο αυτό όμως οι Ορθόδοξοι δεν φανήκαμε συνεπείς.
Η Β’ Βατικανή Σύνοδος, μέσα στα πλαίσια του οικουμενιστικού ‘’ανοίγματος’’ που έκανε, πρότεινε τη Διακοινωνία με τους Ορθοδόξους: Παπικοί θα μπορούν να κοινωνούν σε ορθοδόξους ναούς και Ορθόδοξοι σε παπικούς. Με τον τρόπο αυτό τόσο οι Παπικοί όσο και οι ορθόδοξοι οικουμενιστές πιστεύουν ότι σταδιακά θα επέλθει de facto η ένωση Παπισμού και Ορθοδοξίας, παρ’ όλες τις δογματικές τους διαφορές.
Αν για τους Παπικούς μια τέτοια θέση δικαιολογείται από την αντίληψη που έχουν για την Εκκλησία και τα Μυστήρια (κτιστή χάρη κ.λπ.), για μας τους Ορθοδόξους είναι παράλογη και απαράδεκτη. Η Εκκλησία μας ποτέ δεν θεώρησε τη θεία Ευχαριστία ως μέσο για την επίτευξη της ενότητος, αλλά πάντοτε ως σφραγίδα και επιστέγασμά της.
Άλλωστε, το κοινό Ποτήριο προϋποθέτει κοινή πίστη. Αν δηλαδή ένας Ορθόδοξος κοινωνεί σε παπικό ναό, αυτό σημαίνει ότι αποδέχεται και την παπική πίστη.

Συνεργασία σε πρακτικά θέματα.

Άλλο μέσο για την επίτευξη των σκοπών του Οικουμενισμού αποτελεί η διαχριστιανική συνεργασία σε πρακτικούς τομείς. Οι οικουμενιστές διατείνονται ότι τα ποικίλα σύγχρονα προβλήματα (κοινωνικά, ηθικά, περιβαλλοντικά κ.ά.) οφείλουν να μας ενώνουν.

Η Εκκλησία, ασφαλώς, έδειχνε και δείχνει πάντα μεγάλη ευαισθησία σ’ όλα τα ανθρώπινα προβλήματα, ωστόσο η από κοινού με τους αιρετικούς αντιμετώπισή τους παρουσιάζει τα εξής μειονεκτήματα:

α) Η φωνή της Ορθοδοξίας, όταν συμφύρεται με τις άλλες χριστιανικές φωνές, χάνει τη διαύγειά της και αδυνατεί να κοινοποιήσει στον σημερινό άνθρωπο τον δικό της μοναδικό τρόπο ζωής, που είναι θεανθρωποκεντρικός, σε αντίθεση με τον ανθρωποκεντρικό τρόπο ζωής των ετεροδόξων.

β) Η Εκκλησία υποκύπτει στον πειρασμό της εκκοσμικεύσεως, χρησιμοποιώντας στο κοινωνικό της έργο κοσμικές πρακτικές των άλλων Ομολογιών, σε βάρος του σωτηριολογικού της μηνύματος. Εκείνο όμως που έχει ανάγκη ο σημερινός άνθρωπος, δεν είναι βελτίωση της ζωής του μέσω ενός εκκοσμικευμένου Χριστιανισμού, έστω κι αν αυτός μπορέσει να εξαλείψει όλες τις κοινωνικές πληγές, αλλά η απελευθέρωσή του από την αμαρτία και η θέωσή του μέσα στο αληθινό Σώμα του Χριστού, την Ορθόδοξη Εκκλησία.

γ) Ο ορθόδοξος πιστός, βλέποντας τους ετεροδόξους να συνεργάζονται με τους εκκλησιαστικούς του ποιμένες, αποκομίζει την εσφαλμένη εντύπωση ότι ανήκουν κι αυτοί στην Εκκλησία του Χριστού, παρά τις δογματικές διαφορές.

Ανταλλαγή επισκέψεων.

Τα τελευταία χρόνια η οικουμενιστική πολιτική ασκείται και με τις ανταλλαγές επισήμων επισκέψεων μεταξύ των Ομολογιών, οι οποίες πραγματοποιούνται από υψηλόβαθμους, κυρίως, κληρικούς. Αυτές περιλαμβάνουν εγκωμιαστικές προσφωνήσεις, ασπασμούς, ανταλλαγές δώρων, κοινά γεύματα, συμπροσευχές, κοινές ανακοινώσεις και άλλες χειρονομίες φιλοφροσύνης.
Ειδικότερα, από το 1969 έχει καθιερωθεί η ετήσια αμοιβαία συμμετοχή, Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, στις θρονικές εορτές Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως.


Οι συναντήσεις αυτές, δυστυχώς, δεν είναι απλές εθιμοτυπικές επισκέψεις. Οι ίδιοι, άλλωστε, οι οικουμενιστές ομολογούν ότι με τους κοινούς εορτασμούς βιώνεται ένα είδος εκκλησιαστικής κοινωνίας, με την αμοιβαία αναγνώρισή τους.
Ο πιστός λαός μας όμως, όταν παρακολουθεί τις επισκέψεις από τα οπτικοακουστικά μέσα επικοινωνίας, δοκιμάζει δυσάρεστη έκπληξη· σκανδαλίζεται, πικραίνεται, απορεί, αλλά και προβληματίζεται, καθώς μάλιστα άλλοτε ακούει τους ποιμένες του να μιλούν με ορθοδοξότατη και αγιοπατερική γλώσσα, και άλλοτε τους βλέπει ανάμεσα στους ετεροδόξους να συμπεριφέρονται διπλωματικά. Ένας τέτοιος όμως συμβιβασμός στο χώρο της αλήθειας της Εκκλησίας, ακόμα και για την ιερώτερη σκοπιμότητα, δεν θα πληρωθεί, άραγε, με ακριβό και οδυνηρό τίμημα;

Η διαθρησκευτική εξέλιξη του Οικουμενισμού.

Η βαθύτατη κρίση προσανατολισμού, που εμφανίστηκε πολύ νωρίς στην Οικουμενική Κίνηση, την ανάγκασε πρώτα να στραφεί στην αντιμετώπιση των κοινωνικοπολιτικών προβλημάτων των ανθρώπων, εγκαταλείποντας τη θεολογία ως δρόμο ενώσεως, και ύστερα να πραγματοποιήσει ένα άνοιγμα προς τις μη χριστιανικές θρησκείες. Παραδέχεται ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν διαφορετικούς δρόμους σωτηρίας, παράλληλους με το Χριστιανισμό, και ότι το Άγιο Πνεύμα ενεργεί και σ’ αυτές. Σύνθημά της έχει το αξίωμα της ‘’Νέας Εποχής’’: «Πίστευε ό,τι θέλεις, μόνο μη διεκδικείς την αποκλειστικότητα της αλήθειας και του δρόμου της σωτηρίας».

Συγκαλεί λοιπόν διαθρησκειακές συναντήσεις, οι οποίες δεν είναι απλά επιστημονικά συνέδρια, όπως διατείνονται οι διοργανωτές τους, αλλά συνάξεις ομολογίας της ενότητος με βάση την πίστη στον ένα Θεό. Γι’ αυτό συχνά περιλαμβάνουν και κοινές λατρευτικές εκδηλώσεις, στις οποίες συμπροσεύχονται ορθόδοξοι, ετερόδοξοι και αλλόθρησκοι. Ο Τριαδικός Θεός όμως των Ορθοδόξων, ο αληθινός και αυτοαποκαλυπτόμενος Θεός, δεν είναι ο ίδιος με τον όποιο ‘’Θεό’’ των ετεροδόξων και των αλλοθρήσκων, με κάποιον φανταστικό δηλαδή ‘’Θεό’’, που δημιούργησε και συντηρεί η θρησκευτική ανάγκη του μεταπτωτικού ανθρώπου.
Δυστυχώς, το διαθρησκειακό αυτό άνοιγμα συμμερίζονται και ορθόδοξοι οικουμενιστές ιεράρχες, οι οποίοι μάλιστα εκφράζουν απόψεις σαν τις επόμενες:

« Η Οικουμενική Κίνηση, αν και έχει χριστιανική προέλευση, πρέπει να γίνει κίνηση όλων των θρησκειών… Όλες οι θρησκείες υπηρετούν το Θεό και τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει παρά μόνο ένας Θεός…» .
«Κατά βάθος, μία εκκλησία ή ένα τέμενος αποβλέπουν στην ίδια πνευματική καταξίωση του ανθρώπου» .
«Το Ισλάμ, στο Κοράνιο, μιλάει για Χριστό, για Παναγία, κι εμείς πρέπει να μιλήσουμε για τον Μωάμεθ με θάρρος και τόλμη. Να δούμε την ιστορία του και την προσφορά του, το κήρυγμα του ενός Θεού και τη ζωή των μαθητών του, που είναι μαθητές του ενός Θεού…» .
«Ρωμαιοκαθολικοί και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί και Κομφουκιανοί… θα πρέπει να συντελέσωμε όλοι μας στην προώθηση των πνευματικών αρχών του οικουμενισμού, της αδελφωσύνης και της ειρήνης. Τούτο όμως θα μπορέση να γίνη μόνον εάν είμεθα ηνωμένοι εν τω πνεύματι του ενός Θεού» .
Βασική επιδίωξη των διαθρησκειακών συναντήσεων είναι η δημιουργία σημείων επαφής μεταξύ των θρησκειών, ώστε να διευκολυνθεί η κοινή αντιμετώπιση των κοινωνικών και διεθνών προβλημάτων. Την επιδίωξη αυτή εκμεταλλεύονται κατά καιρούς και ισχυροί κοσμικοί άρχοντες, επιστρατεύοντας τις θρησκείες στην προώθηση ανόμων συμφερόντων τους. Αυτό φάνηκε καθαρά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν πραγματοποιήθηκαν «κατ’ επιταγήν» πλειάδα διαθρησκειακών συναντήσεων.

Έτσι όμως η Εκκλησία μας, αντί να είναι «κρίση» και «έλεγχος» της ανομίας, μεταβάλλεται σε υποστηρικτή και συντηρητή της. Εγκλωβίζεται στην εγκόσμια προοπτική των διαφόρων θρησκειών και υποβιβάζεται στο επίπεδο μιας κοσμικής θρησκείας με ωφελιμιστικό και χρησιμοθηρικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, αναγκάζεται να αθετήσει το ιεραποστολικό της χρέος, εφόσον γίνεται αποδεκτό, από επίσημους μάλιστα εκπροσώπους της, ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν «ηθελημένας από Θεού οδούς σωτηρίας» !

Κάποιοι ορθόδοξοι οικουμενιστές, εξάλλου, φτάνουν στο σημείο να μιλούν για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη, την ελευθερία, την αγάπη και άλλα κατεξοχήν πνευματικά αγαθά με μια ψυχρή κοσμική γλώσσα. Αποσιωπούν ότι τα αγαθά αυτά αποτελούν καρπούς του Αγίου Πνεύματος, θεία δώρα που χορηγούνται με την πνευματική «εν Χριστώ Ιησού» άθληση κι όχι μέσα από διαθρησκειακές συναντήσεις.

Πρέπει, βέβαια, να τονιστεί, ότι η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία, ούτε έστω η καλύτερη. Είναι Εκκλησία: Η αυτοαποκάλυψη και φανέρωση του Θεού στην ιστορία. Έχει συνείδηση της Οικουμενικότητος και της Αλήθειας του Χριστού που κατέχει, γι’ αυτό και δεν φοβάται τις σχέσεις της με τους μη Χριστιανούς. Γνωρίζει όμως τα όρια αυτών των σχέσεων, όπως τα έχει διαμορφώσει η αγιοπατερική Παράδοση και η μυστηριακή της εμπειρία. Για παράδειγμα, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, κάτω από συνθήκες σκληρής αιχμαλωσίας, διαλέχθηκε με τους Οθωμανούς Τούρκους. Δεν δίστασε, ωστόσο, με κίνδυνο της ζωής του, να πει την αλήθεια και να ελέγξει την πλάνη τους. Πως αντιμετώπιζαν, άλλωστε, οι άγιοι Μάρτυρες τους ειδωλολάτρες και οι άγιοι Νεομάρτυρες τους Μωαμεθανούς; Δεν ομολογούσαν την αλήθεια; Θα μπορούσαμε να τους φανταστούμε να προσεύχονται μαζί τους; Αλλά τότε δεν θα είχαμε Μάρτυρες!

Η Εκκλησία μας λοιπόν αρνείται να θυσιάσει στο βωμό άλλων σκοπιμοτήτων τη μοναδικότητά της και να αποδεχθεί το οικουμενιστικό σύνθημα ότι «σε όλες τις θρησκείες, πίσω από διαφορετικά ονόματα, λατρεύεται ο ίδιος Θεός». Πιστεύει ακράδαντα ότι ο άνθρωπος σώζεται μόνο δια του Χριστού, σύμφωνα με το αποστολικό: «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία· ουδέ γαρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4, 12).

Τελικά τι είναι ο Οικουμενισμός;

Μετά τις αλλεπάλληλες εξελίξεις του και τη σταδιακή απομάκρυνσή του από τους αρχικούς του στόχους, δικαιολογημένα οι Ορθόδοξοι πιστοί αναρωτιούνται: Δεν φαίνεται άραγε ξεκάθαρα, ότι σκοπός του Οικουμενισμού είναι όχι η ένωση των Χριστιανών, αλλά η επικράτηση της Πανθρησκείας, η ισοπέδωση των πάντων και η μετατροπή της Εκκλησίας του Χριστού σε μια «Λέσχη θρησκευομένων ανθρώπων», σ’ έναν εγκόσμιο οργανισμό, σαν τον Ο.Η.Ε., απονευρωμένο και α-πνευματικό;
Πως όμως αποτιμά τον Οικουμενισμό η παραδοσιακή μας Ορθοδοξία;

«Ο Οικουμενισμός, πραγματικά έτσι όπως έχει επικρατήσει να σηματοδοτείται ο όρος αυτός, βεβαίως είναι αίρεση, γιατί σημαίνει απάρνηση βασικών γνωρισμάτων της ορθοδόξου πίστεως, όπως είναι φερ’ ειπείν η αποδοχή της θεωρίας των κλάδων, ότι δηλαδή η κάθε Εκκλησία έχει ένα τμήμα αληθείας και πρέπει να ενωθούμε όλες οι εκκλησίες, να βάλουμε στο τραπέζι τα τμήματα της αληθείας για να απαρτισθεί το όλον. Εμείς πιστεύουμε ότι η Ορθοδοξία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Τέρμα, σ’ αυτό δεν γίνεται συζήτηση· και επομένως, οποιοσδήποτε πρεσβεύει τα αντίθετα μπορεί να λέγεται οικουμενιστής και επομένως να είναι αιρετικός» (Αρχιεπ. Αθηνών Χριστόδουλος, Συνέντευξη στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας, 24-5-1998).

«Ο Οικουμενισμός είναι κοινό όνομα για τους ψευδοχριστιανούς, για τις ψευδοεκκλησίες της Δυτικής Ευρώπης… Όλοι αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλες οι ψευδοεκκλησίες, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αίρεση παραπλεύρως στην άλλη αίρεση. Το κοινό ευαγγελικό όνομά τους είναι παναίρεση. Γιατί; Γιατί το διάστημα της ιστορίας οι διάφορες αιρέσεις αρνούνταν ή παραμόρφωναν μερικά ιδιώματα του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού· οι ευρωπαϊκές όμως αυτές αιρέσεις απομακρύνουν ολόκληρο τον Θεάνθρωπο και στη θέση του τοποθετούν τον Ευρωπαίο άνθρωπο» (Αρχιμ. Ιουστίνος Πόποβιτς).

«Ο Οικουμενισμός δεν είναι αίρεση και παναίρεση, όπως συνήθως χαρακτηρίζεται. Είναι κάτι πολύ χειρότερο της παναιρέσεως. Οι αιρέσεις ήταν φανεροί εχθροί της Εκκλησίας. Μπορούσε αυτή να παλέψει εναντίον τους και να τις κατατροπώσει. Ο Οικουμενισμός όμως αδιαφορεί για τα δόγματα και για τις δογματικές διαφορές των Εκκλησιών. Είναι υπέρβαση, αμνήστευση, παραθεώρηση, για να μην πούμε νομιμοποίηση και δικαίωση των αιρέσεων. Είναι ύπουλος εχθρός, και από εδώ ακριβώς προέρχεται ο θανάσιμος κίνδυνος» (Καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου).

Αντιδράσεις στην Οικουμενική Κίνηση.

Σήμερα στον ορθόδοξο χώρο αυξάνονται ολοένα οι αντιδράσεις κατά του Οικουμενισμού και των εκφραστών του. Πολλά βιβλία, άρθρα και κριτικές βλέπουν το φως της δημοσιότητος, όπου διατυπώνεται με πόνο και αγωνία η άποψη ότι οδεύουμε βάσει «σχεδίου» και «γραμμής» προς μια βαβυλώνια αιχμαλωσία της Ορθοδοξίας στην πολυπρόσωπη και πολυώνυμη αίρεση.

Δεν είναι λίγοι οι διαπρεπείς ορθόδοξοι κληρικοί και θεολόγοι που προτείνουν την άμεση αποχώρηση της Ορθοδοξίας από την Οικουμενική Κίνηση και τα συνέδριά της, γιατί θεωρούν τη συμμετοχή της σ’ αυτά, όχι απλώς άκαρπη, αλλά πολλαπλώς επιζήμια.

Κάποιες Εκκλησίες έχουν ήδη αποχωρήσει από το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών, ενώ άλλες προβληματίζονται έντονα για τη δική τους συμμετοχή. Αυτός ο προβληματισμός εκφράστηκε και στη Διορθόδοξη Συνάντηση της Θεσσαλονίκης, το 1998, όπου μεταξύ άλλων διαπιστώθηκε ότι «έπειτα από αιώνα ολόκληρο ορθόδοξης συμμετοχής στην Οικουμενική Κίνηση και μισό αιώνα παρουσίας στο Π.Σ.Ε….., το χάσμα μεταξύ Ορθοδόξων και Προτεσταντών γίνεται μεγαλύτερο».

Η συμμετοχή του πιστού λαού στην Οικουμενική Κίνηση.

Γνωρίζουμε ότι κριτήριο της Ορθοδοξίας παραμένει ο πιστός και ευσεβής λαός. Κανείς, ούτε Πατριάρχες ούτε Σύνοδοι, δεν μπορούν να τον παρακάμψουν και να φιμώσουν τη συνείδησή του. Γι’ αυτό και «δεν πρέπει να γίνεται κανένας διάλογος ή να λαμβάνεται καμιά απόφαση, αν δεν συμφωνεί η αγρυπνούσα αυτή συνείδηση της Εκκλησίας (χαρισματούχοι κληρικοί, λαϊκοί, μοναχοί (Μητροπ. Ναυπάκτου Ιερόθεος).

Οι οικουμενιστικοί διάλογοι, όπως διεξάγονται, ευνοούνται κυρίως από κύκλους της ακαδημαϊκής θεολογίας και από άλλα εκκλησιαστικά ή μη θεσμικά όργανα, που αποβλέπουν σε συγκεκριμένα οφέλη πολιτικά, οικονομικά, διεθνών σχέσεων και προβολής. Δεν αποτελούν αίτημα του εκκλησιαστικού σώματος, αλλά επιβάλλονται ‘’έξωθεν’’ και ‘’άνωθεν’’. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει ένα νοσηρό φαινόμενο: την αυτονόμηση των διοικητικών θεσμών των Ορθοδόξων Εκκλησιών σήμερα. Η εκκλησιαστική διοίκηση δηλαδή είναι χωρισμένη από τη θεολογική σκέψη, αλλά και από τις απόψεις, τις ανησυχίες και την εμπειρία του εκκλησιαστικού πληρώματος.
Έτσι συμβαίνει ο λαός του Θεού να μη συμμετέχει ενεργά ούτε να ενημερώνεται υπεύθυνα και αντικειμενικά για τους διαλόγους. Άλλωστε, οι αποφάσεις δεν φέρουν πάντα τη σφραγίδα της αυθεντικής συνοδικότητος, αλλά λαμβάνονται συνήθως από ειδικούς «επαγγελματίες» του Οικουμενισμού. Ομολογεί χαρακτηριστικά ορθόδοξος ιεράρχης: «Ο ορθόδοξος λαός δεν γνωρίζει τίποτε για την Οικουμενική Κίνηση… αλλ’ ίσως είναι τυχερή και η Οικουμενική Κίνηση που ο ορθόδοξος πληθυσμός δεν γνωρίζει τι γίνεται στη Γενεύη» !

Το χρέος μας.

Ζούμε αναμφίβολα σε περίοδο κοσμογονικών αλλαγών. Τα γεγονότα, κατευθυνόμενα πλέον, τρέχουν με ξέφρενους ρυθμούς. Ο Οικουμενισμός εξελίσσεται μέσα στην ισοπεδωτική προοπτική της Παγκοσμιοποιήσεως, που επιβάλλουν ισχυρά πολιτικοοικονομικά κέντρα. Κανείς πια δεν πιστεύει σοβαρά πως ο Οικουμενισμός μπορεί να προσφέρει ορατή λύση στο αίτημα της χριστιανικής ενότητος.

Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν πρέπει ούτε να αιθεροβατούμε αλλά ούτε και να εφησυχάζουμε. Αν σεβόμαστε πραγματικά τη ζωή των ανθρώπων, αν πονάμε τον βασανισμένο από τις αδιέξοδες θρησκευτικές του παραδόσεις κόσμο της Δύσεως, αλλά και τον παγιδευμένο στις δαιμονικές πλάνες κόσμο της Ανατολής, έχουμε χρέος να μείνουμε προσηλωμένοι στην Αγία μας Εκκλησία. Να κρατήσουμε ανόθευτη την πατροπαράδοτη πίστη μας, βιώνοντάς την αυθεντικά μέσα από τον καθημερινό μας αγώνα για τον προσωπικό αγιασμό και τη θέωση. Η ορθή πίστη και ο ακριβής βίος θα μας κάνουν ικανούς για τη μαρτυρία της Ορθοδοξίας, αλλά – γιατί όχι; - και για το μαρτύριο, αν και όταν οι καιροί το απαιτήσουν…

Η εμμονή στην Ορθοδοξία, δηλαδή στη γνησιότητα της ζωής, και η εμμονή στην αλήθεια που ελευθερώνει και σώζει, δεν είναι εγωισμός, φανατισμός ή μισαλλοδοξία. Εκφράζει την οικουμενική διάσταση, την αγάπη και τη φιλανθρωπία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και αποτελεί την ύστατη δυνατότητα που αυτή προσκομίζει, για μια ριζοσπαστική πνευματική αλλαγή στο χώρο της Δύσεως, αλλά και για μια έξοδο της Ανατολής από την αιχμαλωσία των ψεύτικων θεών.

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟC ΑΤΤΙΚΗΣ 2004


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
dionisis
Δημοσιεύσεις: 51
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:23 pm

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό dionisis » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:15 pm

Συγγνώμη Στρατή μου όμως δεν έπεσε κάτι στην αντίληψη σου.... και πιθανόν όχι μόνο στην δική σου..

Πιστός στην τακτική των τελευταίων ετών που θέλει την ενίσχυση του αποστολικού χαρακτήρα της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Αρχιεπίσκοπος θα προσφέρει στον Πάπα Βενέδικτο την εικόνα του ασπασμού των πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου.

Η εικόνα έχει ασημένιο πλαίσιο στο οποίο υπάρχει η επιγραφή: «Τω Αγιωτάτω Πάπα Ρώμης Βενεδίκτω ΙΣΤ΄, ο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος επί τη το πρώτον επισκέψει αυτού τη Πρεσβυτέρα Ρώμη».

http://newsportal.rnn.gr/?c=154&a=1781



Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Διάλογος της Ορθοδόξου Εκκλησίας με άλλα δόγματα;

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Δευτ Αύγ 27, 2012 1:16 pm

Διονύση,

Μπορεί οι παπικοί να έχουν κάνει τεράστια δογματικά και θεολογικά λάθη, ένα λάθος όμως που δεν έκαναν, αντίθετα με όλες τις άλλες αιρέσεις, είναι να διακόψουν την αποστολική διαδοχή. Με βάση λοιπόν τον κανόνα της αποστολικής διαδοχής ο πάπας είναι χειροτονημένος επίσκοπος της "πρεσβυτέρας Ρώμης". Όσο για το πάπας είναι τίτλος που τον είχαν οι επίσκοποι Ρώμης και πριν το σχίσμα.

Κατά τη γνώμη μου λοιπόν η προσφώνηση του πάπα με τον τίτλο του "πάπα πρεσβυτέρας Ρώμης¨δε λέει τιποτε περισσότερο απ' αυτό που είναι στην πραγματικότητα.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 6 και 0 επισκέπτες