Σελίδα 15 από 72
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Ιαν 13, 2013 11:31 am
από ΦΩΤΗΣ
Άγιος Μάρκος Ευγενικός
Καταγόταν από την Κων/πολη. Οι ευλαβείς γονείς του, από αρχοντική και ευγενική γενιά (εξ ου και το προσωνύμιο Ευγενικός) Γεώργιος, Διάκονος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, και η μητέρα του Μαρία, ανέθρεψαν τον μικρό Μανουήλ και τον αδελφόν του Ιωάννη χριστιανικά και φρόντισαν για την μόρφωσή του. Ο Άγιος Μάρκος διεκρίνετο από την ευρυμάθεια και την αγιότητα του βίου του. Σε ηλικία 25 ετών εκάρη μοναχός στην Μονή Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων, και χειροτονήθε ιερέας.
Μορφωμένος με την θύραθεν φιλοσοφική και χριστιανική παιδεία ο Άγιος Μάρκος διεκρίθη ως διδάσκαλος της ρητορικής, Διευθυντής στο Πατριαρχικό Φροντιστήριο, και απολάμβανε της εκτιμήσεως των εκκλησιαστικών κύκλων και του ιδίου του Αυτοκράτορος Ιωάννου Παλαιολόγου. Ο τελευταίος, προ της στρατιωτικής απειλής των Οθωμανών, εστράφη στην Δύση επιδιώκοντας διάλογο με τον Πάπα με απώτερο σκοπό να εξασφαλίσει την πολιτική και στρατιωτική βοήθεια των Δυτικών. Συμφώνησε να συμμετάσχει πολυπληθής βυζαντινή αντιπροσωπία στην Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας που συνεκάλεσε ο Πάπας με σκοπό να συζητηθεί και να υπογραφεί η Ένωση των Δύο Εκκλησιών. Στην αυτοκρατορική συνοδεία επελέγησαν οι πιο αξιόλογοι αξιωματούχοι και εκκλησιαστικοί άνδρες για να εκπροσωπήσουν την Ορθοδοξία στην Σύνοδο, μεταξύ αυτών ο Πατριάρχης Ιωσήφ, ο Γ. Σχολάριος, ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πλήθων Γεμιστός, ο Νικαίας Βησσαρίων και ο Μάρκος ο Ευγενικός κατόπιν της επιμονής του αυτοκράτορος ο οποίος λίγο πριν αναχωρήσουν για την Δύση, ζήτησε από το πατριαρχείο να εκλέξουν τον Άγιο Μάρκο ως μητροπολίτη Εφέσου.
Οι συζητήσεις στην Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας (1438-1439) επρόκειτο να ασχοληθούν με τα θεολογικά ζητήματα που χώριζαν τις εκκλησίες Δύσεως και Αναστολής, κυρίως η αξίωση του Πάπα για το Πρωτείο, το Φιλιόκβε, το Καθαρτήριο Πύρ κ. ά. Ο Άγιος Μάρκος επέμενε ο θεολογικός διάλογος να διεξαχθεί με αγάπη και ειλικρίνεια και επί τη βάσει των αποφάσεων των Επτά Οικουμενικών Συνόδων, των οποίων τα Πρακτικά και οι όροι εζήτησε να αναγνωσθούν πριν την έναρξη των συζητήσεων . Ήθελε ο Άγιος Μάρκος η Ένωση να στηριχθεί στην ακαινοτόμητη ευαγγελική και αποστολική πίστη, όπως αυτή εκφράσθηκε από τους Αγίους Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων. Οι Δυτικοί αρνήθησαν και απεκαλύφθη ότι τα χωρία των Πατέρων της Εκκλησίας που παρέθεταν στις συζητήσεις ήταν νοθευμένα και αλλοιωμένα. Αυτό το κατήγγειλε ο Άγιος Μάρκος.
Επειδή οι θεολογικές συζητήσεις απεδείχθησαν μακροχρόνιες, ο αυτοκράτωρ και ο Πάπας πίεζαν για την επίσπευση της υπογραφής της Ενώσεως, η κάθε πλευρά για τους δικούς της λόγους. Ο Πάπας αλλά και ο αυτοκράτωρ χρησιμοποίησαν απειλές, πολιτικούς εκβιασμούς, χρηματικά δώρα και υποσχέσεις. Μόνον ο Άγιος Μάρκος παρέμεινε συνεπής στις ορθόδοξες θέσεις και παρ’ όλες τις πιέσεις και τις απειλές ακόμη και κατά της ζωής του, δεν υπέγραψε. Όταν το έμαθε ο Πάπας Ευγένιος, είπε την χαρακτηριστική φράση: ΄΄Μάρκος ουχ υπέγραψεν, ουδέν εποιήσαμεν!΄΄.
Στην επιστροφή για την πατρίδα τα νέα για την Ένωση έγιναν γνωστά και ο ορθόδοξος λαός δεν απεδείχθη μία ένωση που ουσιαστικώς υπαγορεύθηκε από πολιτικούς και διπλωματικούς υπολογισμούς, δεν ήταν γνήσια και ειλικρινής,. Ο ορθόδοξος λαός χαρακτήρισε την Ένωση ως ψευδή, την Σύνοδο ως ληστρική και τους υπογράψαντες ως προδότες της πίστεως και εξωνημένους, ενώ τον Άγιο Μάρκο τον υπεδέχοντο ως τον στύλο της ορθοδοξίας και τον γενναίο υπερασπιστή της πίστεως των Αγίων Πατέρων. Το Διάταγμα για την Ένωση ο αυτοκράτωρ δεν τόλμησε να το δημοσιοποιήσει στην Κων/πολη, ούτε έλαβε μέτρα για να στηρίξει ή να επιβάλει την εφαρμογή της Ενώσεως. Όπου λειτουργούσαν φιλενωτικοί κληρικοί ή ο λατινίζων Πατριάρχης Μητροφάνης, ο πιστός λαός αποχωρούσε.
Ο Άγιος Μάρκος ανέλαβε νέους αγώνες για να ενημερώσει τους ορθοδόξους πιστούς για την επαίσχυντη Ένωση που υπεγράφη, ετέθη κεφαλή της ανθενωτικής κινήσεως, και όταν επί διετία με εντολή του αυτοκράτορος ετέθη σε περιορισμό στην Λήμνο, συνέγραψε την περίφημο ‘’Εγκύκλιο προς τους απανταχού ορθοδόξους χριστιανούς΄΄. Σε ηλικία 52 ετών, εκοιμήθη στις 23 Ιουνίου 1444 ή 1445, αφού προηγουμένως ανέθεσε την συνέχιση της ανθενωτικής προσπάθειας στον μαθητή του Γεννάδιο Σχολάριο, τον μετέπειτα πρώτον Πατριάρχη του Γένους μετά την Άλωση.
Η Σύνοδος Φερράρας Φλωρεντίας αποδοκιμάσθηκε ως ληστρική Σύνοδος και επισήμως καταδικάστηκε από τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία της Ανατολής σε δύο Συνόδους (Ιεροσολύμων το 1443 και Κων/πόλεως το 1482), οι αποφάσεις κηρύχθησαν άκυρες, ενώ ο Άγιος Μάρκος Ευγενικός ανακηρύχθηκε Άγιος της Εκκλησίας μας, Στύλος και Υπέρμαχος της Ορθοδοξίας. Ο Πατριάρχης Σχολάριος με Πατριαρχική και Συνοδική απόφαση του 1456 ώρισε την μνήμη του αγίου την 19ην Ιανουαρίου να ψάλλεται η ακολουθία του, και νέα Πατριαρχική και Συνοδική Απόφαση του 1734 επανεβεβαίωσε την ανακήρυξη του Μάρκου του Ευγενικού σε Άγιο της Εκκλησίας. Με τα εξής λόγια: ΄΄η καθ’ ημάς αγία του Χριστού Ανατολική Εκκλησία τον ιερόν τούτον Μάρκου Εφέσου τον Ευγενικόν και οίδε και τιμά και αποδέχεται άγιον άνδρα και θεοφόρον και όσιον και ζηλωτήν της ευσεβείας διάπυρον, και των καθ’ ημάς ιερών δογμάτων και του ορθού λόγου της ευσεβείας πρόμαχον και προασπιστήν γενναιότατον και των προηγησαμένων εν τοις αρχαίοις χρόνοις ιερών θεολόγων και κοσμητόρων της Εκκλησίας μιμητήν και εφάμιλλον΄΄.
Με τους αγώνες του Αγίου Μάρκου η ορθόδοξος πίστη έμεινε καθαρά και γνησία, η Ορθόδοξος Εκκλησία διεσώθη. Ο Άγιος Μάρκος πίστευε ότι η διατήρηση της Ορθοδοξίας θα διατηρούσε ζωντανό και το Γένος των Ελλήνων και οι ιστορικές εξελίξεις τον δικαίωσαν.
Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Δευ Ιαν 14, 2013 7:50 pm
από ΦΩΤΗΣ
Άγ. Μάρκος Ευγενικός
Ο ΑΣΤΗΡ ΤΗΣ ΕΦΕΣΟΥ Ο ΥΠΕΡΜΑΧΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ
Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΠΟΥΔΕΣ ΤΟΥ
Εφέτος κλείνουν 560 έτη από την κοίμηση του εν αγίοις πατρός ημών και ομολογητού Μάρκου αρχιεπισκόπου Εφέσου του Ευγενικού .
Ο άγιος Μάρκος (κατά κόσμο Εμμανουήλ), εγεννήθη από ευσεβείς γονείς το 1392 εις την βασιλίδα των πόλεων, Κωνσταντινούπολιν. Ο πατέρας του ωνομάζετο Γεώργιος και ήτο αρχιδικαστής, σακελλίων και διάκονος της Μεγάλης Εκκλησίας, η μητέρα του ωνομάζετο Μαρία και ήτο θυγατέρα του ευσεβούς ιατρού Λουκά.
Αμφότεροι οι γονείς προσπάθησαν και επέτυχαν να αναθρέψουν τον μικρό Εμμανουήλ εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Αλλά ο θάνατος του πατρός του άφησε αυτόν και τον μικρότερό του αδελφό Ιωάννη ορφανούς εις νεαρά ηλικία.
Τα πρώτα γράμματα ο άγιός μας τα εδιδάχθη από τον πατέρα του Γεώργιο, ο οποίος είχε μία ονομαστή ιδιωτική σχολή. Μετά τον θάνατον του πατρός του η μητέρα του τον έστειλε να μαθητεύεση εις τους πλέον φημισμένους διδασκάλους της εποχής του, τον Ιωάννη Χορτασμένο (κατόπιν Ιγνάτιο Μητροπολίτη Σηλυμβρίας) και τον μαθηματικόν και φιλόσοφον Γεώργιον Γεμιστόν Πλήθωνα. Μεταξύ των συμμαθητών του ήτο και ο μετ έπειτα άσπονδος εχθρός του Βησσαρίων ο καρδινάλιος.
ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΟΣ
Όταν ο νεαρός Εμμανουήλ τελείωσε τας σπουδάς του, ανέλαβε την διεύθυνση της πατρικής σχολής και εις σύντομο χρονικό διάστημα ανεγνωρίσθει ως ένας από τους πλέον λαμπρούς διδασκάλους της ψυχορραγούσης πόλεως. Μεταξύ των μαθητών του, που διέπρεψαν αργότερον, ήσαν ο Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος,-ο πρώτος μετά την πτώσιν της Πόλεως Πατριάρχης-, ο Θεόδωρος Αγαλλιανός, ο Θεοφάνης Μητροπολίτης Μηδείας και ο αδελφός του Ιωάννης ο Ευγενικός.
Αλλά ο θείος έρως δεν άφησε τον Εμμανουήλ να παρασυρθεί από την γεμάτη υποσχέσεις λαμπρά καριέρα του διδασκάλου, ούτε οι λίαν φιλικές σχέσεις του με τον αυτοκράτορα τον εμπόδισαν να απαρνηθεί τον κόσμο και να καταφύγει εις την νήσον των Πριγκιποννήσων Αντιγόνη, πλησίον του φημισμένου ασκητού Συμεώνος. Εκεί έμεινε αγωνιζόμενος πνευματικώς επί δύο έτη και μετά, κατόπιν των τουρκικών επιδρομών εις τας νήσους, ήλθε με τον γέροντά του εις την περίφημο τότε Μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων, εις την Κωνσταντινούπολιν.
Ο μοναχός Μάρκος συνέχισε και εις την νέαν μετάνοιά του την σκληράν ασκητικήν ζωήν. Εις την μονήν των Μαγγάνων, ο άγιος Μάρκος συνέθεσε σχεδόν τα περισσότερα από τα 100 έργα του που έχουν διασωθεί μέχρι σήμερον. Ιδιαιτέρως σημαντικά είναι τα έργα που έγραψε εναντίων των λατινοφίλων αντιπάλων του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τον οποίον εσέβετο πολύ και τον είχε ως πρότυπο του. Εις την Μονήν αυτήν ο Μάρκος έλαβε και το χρίσμα της ιεροσύνης, κατόπιν πιέσεως, διότι ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του ανάξιο δια τέτοιον υψηλόν λειτούργημα. Σύντομα δε απέκτησε και φήμη καλού πνευματικού, δι,αυτό πολλοί κληρικοί και λαϊκοί έγραφον εις τον άγιον ζητώντες την γνώμη του επί διαφόρων ζητημάτων.
ΕΙΣ ΤΗ ΣΥΝΟΔΟΝ ΤΗΣ ΦΕΡΡΑΡΑΣ
Το 1436 και ενώ ακόμη ήτο ιερομόναχος ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας τον διορίζει ως αντιπρόσωπο του εις την συγκληθείσαν σύνοδον δια ένωσιν των εκκλησιών. Το ίδιον έτος ο Αυτοκράτωρ Ιωάννης ο Παλαιολόγος τον αναγκάζει να δεχθεί τον Μητροπολιτικόν θρόνον της Εφέσου που είχε χηρεύσει εκείνον τον καιρόν.
Ο αυτοκράτωρ δείχνει την μεγάλη εκτίμηση που έτρεφε εις τον άγιον Μάρκον διορίζοντάς τον γενικόν έξαρχον της συνόδου. Ούτως ο άγιος ηναγκάσθη να ακολουθήσει τον Πατριάρχη και την λοιπήν αντιπροσωπία εις την Ιταλία.
Ο άγιος Μάρκος πήγε στην σύνοδον με τας καλυτέρας προθέσεις και έδειξε την διαλλακτικότητά του με τον λόγο που συνέθεσε δια τον πάπαν, προτού ακόμη αρχίσουν αι εργασίαι της συνόδου εις την Φερράραν. Μερικοί μάλιστα Ορθόδοξοι αντιπρόσωποι παρεξήγησαν τον Μάρκον δια την διαλλακτικότητα του ύφους του εις τον διάλογο με τον καρδινάλιο Κεσσαρίνι, και απήτησαν όπως εις το εξής ομιλεί ο Βησσαρίων, Μητροπολίτης Νικαίας.
Το πρώτο θέμα των συζητήσεων ήτο το καθαρτήριο πυρ. Του Βησσαρίωνος αδυνατούντος - λόγω ανεπαρκούς θεολογικής καταρτίσεως - να ομιλήσει, ομίλησε δια τους Ορθοδόξους ο άγιος Μάρκος, εκφωνήσας επί του θέματος τέσσαρες αντιρρητικούς λόγους.
Αι κρυστάλλιναι ορθόδοξοι απόψεις, ως επαρουσιάσθησαν από τον άγιο μας, ενθουσίασαν τον αυτοκράτορα, ο οποίος προσέβλεπε εις τον Μάρκον ως τον μόνον Ορθόδοξο θεολόγο που ηδύνατο να απαντά ευχερώς εις τους λόγους των παπικών. Αλλά ο περί τα θεία άσχετος βυζαντινός αυτοκράτωρ ήλπιζε ότι αι ορθόδοξοι απόψεις θα επεκράτουν, μη γνωρίζων ότι οι παπικοί θα επέμεναν αμετακίνητοι εις τας πλάνας των. Δι΄αύτόν τον λόγο, όταν είδε ότι η παράλογος επιμονή των λατίνων θα ναυαγούσε τον πολιτικό του σκοπό - ήτοι την ένωση των δύο εκκλησιών και την εξ αυτής αναμενόμενη παπική βοήθεια δι αντιμετώπισιν των Τούρκων - άρχισε να πιέζει τους Ορθοδόξους να ακολουθήσουν μία ηπιότερη η καλύτερα ενδοτική γραμμή.
Η ΨΕΥΔΟΕΝΩΣΙΣ
Οι λατίνοι άρχισαν να εφαρμόζουν την γνωστή τακτική των ψιθύρων, ψευδών και εκβιασμών, και ούτω κατ εκείνη την εποχή διένειμαν εις την Φερράραν εκατοντάδας φυλλαδίων, τα οποία περιείχαν 54 αιρετικές δοξασίας των Ορθοδόξων!!! Βλέποντας την κατάσταση να χειροτερεύει εις βάρος των Ορθοδόξων, δύο εκ των εγκρίτων μελών της Βυζαντινής αντιπροσωπείας, ο Μητροπολίτης Ηρακλείας Αντώνιος, πρώτος τη τάξει Μητροπολίτης του Οικουμενικού θρόνου και ο αδελφός του Μάρκου Ιωάννης, προσπάθησαν να αποδράσουν από την Φερράραν, αλλά ημποδίσθησαν από τον αυτοκράτορα. Και επειδή ο Ιωάννης συνοδευόταν μέχρι τον λιμένα από τον αδελφό του, ο αυτοκράτωρ και ο Πατριάρχης φοβούμενοι τυχόν άλλας απόπειρας αποδράσεως - εν συνεννοήσει μετά των παπικών - μετακίνησαν τις εργασίες της συνόδου από την Φερράραν, που ήτο πλησίον της θαλάσσης, εις την Φλωρεντία.
Όταν δε επανήρχισαν αι εργασίαι της συνόδου ο Εφέσου ήτο ο κύριος ομιλητής των Ορθοδόξων. Αι σαφείς όμως απαντήσεις του και αι ανατροπαί των λατινικών κακοδοξιών προκάλεσαν το μένος των λατινοφρόνων Ορθοδόξων, οι οποίοι με την σιωπηρά συγκατάθεση και ανοχή του αυτοκράτορος προσπάθησαν να διαβάλουν τον άγιο Μάρκο, κυκλοφορούντες μάλιστα και την είδηση ότι ο Εφέσου είχε τρελαθεί. Εις μίαν δε συνεδρίαση της Ορθοδόξου αντιπροσωπείας, όταν ο Μητροπολίτης Εφέσου απεκάλεσε τους παπικούς «αιρετικούς» οι Μητροπολίτες Λακεδαίμονος και Μυτιλήνης ύβρισαν τον άγιο και προσπάθησαν να τον κτυπήσουν.
Ο ΕΦΕΣΟΥ ΜΑΡΚΟΣ ΔΕΝ ΥΠΟΓΡΑΦΕΙ
Διαπιστώνων ο άγιος ότι όλες οι προσπάθειές του να πείσει τους Ορθόδοξους να μην προχωρήσουν εις την ένωση - γενόμενοι θύματα των παπικών - ήσαν μάταιοι, απεσύρθη από του να συμμετέχει ενεργώς εις τας εργασίας της συνόδου.
Τελικώς την 5 Ιουλίου 1439 υπεγράφη η ένωση και ως αναφέρει ο Συρόπουλος οι περισσότεροι Ορθόδοξοι αντιπρόσωποι υπέγραψαν χωρίς την θέληση των και φοβούμενοι τον αυτοκράτορα. Όταν δε ο πάπας ηρώτησεν εάν υπέγραψε ο Μάρκος και έλαβε απάντηση αρνητική είπε προφορικώς «λοιπόν, εποιήσαμεν ουδέν».Ο υπερόπτης και δεσποτικός πάπας ζήτησε ανερυθριάστως από τον άβουλο βυζαντινό αυτοκράτορα, όπως στείλει τον Μάρκον εις αυτόν δια να τον δικάσει ενώπιον συνοδικού δικαστηρίου, αλλ' ευτυχώς ο αυτοκράτωρ ηρνήθη.
Αργότερα όμως παρεκάλεσε τον Μάρκον, αφού είχε πάρει προφορικές διαβεβαιώσεις δια την ασφάλειάν του από τον πάπα, να εμφανισθεί ενώπιον του ποντίφικα και να εξηγήσει την στάση του. Ο Μάρκος υπακούοντας εις το αυτοκρατορικό πρόσταγμα επήγε εις τον πάπαν. Μάταια όμως προσπάθησε ο αρχιαιρεσιάρχης της δύσεως να τον πείσει να δεχθεί την εκτρωματική ένωση. Όταν δε είδε ότι ο Μάρκος έμεινε αμετακίνητος εις τας απόψεις του, κατέφυγε εις εκβιασμούς και απείλησε ότι θα καταδίκαζε τον άγιό μας ως αιρετικό. Αλλ΄ ο άγιος Μάρκος μη πτοηθείς απήντησε μετά παρρησίας λέγων. «Αι σύνοδοι κατεδίκαζον τους μη πειθωμένους τη Εκκλησία, αλλ' εις δόξαν τινά εναντίον αυτής ενισταμένους και ταύτη κηρύττοντας και υπέρ αυτής αγωνιζόμενους, διό και αιρετικούς εκάλουν αυτούς...Εγώ δε ου κηρύττω ιδίαν μου δόξαν ουδέ τι εκαινοτόμησα, ουδέ υπέρ αλλοτρίου τινός δόγματος και νόμου ενίσταμαι, αλλ' εις την ακραιφνή δόξαν, τηρώ εμαυτόν».
Ο ΛΑΟΣ ΕΠΙΔΟΚΙΜΑΖΕΙ ΤΟΝ ΜΑΡΚΟΝ
Μετά την προδοτική ένωση της Φερράρας - Φλωρεντίας οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν την Ιταλίαν δια την επιστροφήν των εις την πολιορκουμένην Πόλιν. Ο αυτοκράτωρ παρέλαβε τον άγιον Μάρκον εις το αυτοκρατορικόν πλοίον. Ύστερα από ταξίδι τριών και ήμισυ μηνών έφθασαν τελικώς εις την Κωνσταντινούπολιν. Εκεί οι κάτοικοι εδέχθησαν με αισθήματα εχθρικά και απεδοκίμασαν τους υπογράψαντας την ένωση, αλλ' επεδοκίμασαν και ετίμησαν τον άγιόν μας και ως αναφέρει ο υβριστής του γραικολατίνος επίσκοπος Μεθώνης Ιωσήφ «ο Εφέσου είδε το πλήθος δοξάζων αυτόν ως μη υπογράψαντα και προσεκύνουν αυτώ οι όχλοι παθάπερ Μωϋσεί και Ααρών και ευφήμουν αυτόν και άγιον απεκάλουν»( PG 159, 992).
Ο απλός λαός του Θεού προσέβλεπε εις τον άγιον Μάρκον ως τον μόνον ιεράρχη που είχε το θάρρος και την ικανότητα να υπερασπίσει την Ορθόδοξον πίστη του. Εγνώριζεν ήδη ότι αρκετοί που υπέγραψαν την ένωση είχαν δωροδοκηθεί από τον πάπα, ενώ τα χέρια του Μάρκου ήταν καθαρά. Όταν ο αυτοκράτωρ απεφάσισε να πληρώσει τον πατριαρχικό θρόνο, έστειλε αντιπροσώπους του εις τον άγιον Μάρκον παρακαλών αυτόν να δεχθεί το υψηλόν αξίωμα του Πατριάρχου, αλλ' ο άγιός μας ηρνήθη.
Η ΦΥΛΑΚΙΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΛΗΜΝΟΝ
Την 4ην Μαΐου 1440 ο άγιος Μάρκος ηναγκάσθη να δραπετεύσει από την Βασιλεύουσαν, διότι εκινδύνευε η ζωή του, και να πάει εις την μητροπολιτική του περιφέρεια, την Έφεσον που ήτο κάτω από τους Τούρκους. Εκεί αφού εποίμανεν έπ' ολίγον το λογικόν του ποίμνιον ηναγκάσθη πάλιν, τώρα υπό των Τούρκων και των ενωτικών, να εγκαταλείψει την Έφεσον και εμπήκεν εις πλοίον που επήγαινεν εις το Άγιον Όρος, όπου απεφάσισε να διέλθει τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Όταν όμως το πλοίον έκαμε σταθμό εις την Λήμνο ο άγιος ανεγνωρίσθει και αμέσως συνελήφθη, κατόπιν αυτοκρατορικής εντολής και εφυλακίσθη εκεί επί διετία. Κατά την διάρκεια της φυλακίσεώς του υπέφερε πολύ, αλλά ως έγραψε εις τον ιερομόναχο Θεοφάνη τον εν Ευβοία «ο λόγος του Θεού και η της αληθείας δύναμης ου δέδεται, τρέχει δε μάλλον και ευοδούται, και οι πλείονες των αδελφών τη εμή εξορία θαρρούντες βάλλουσι τοις ελέγχοις τους αλιτηρίους και παραβάτας της ορθής πίστεως...».
Από την Λήμνο ο άγιος εξαπέλυσε την περίφημο εγκύκλιο επιστολή του προς τους απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Με αυτήν ελέγχει αυστηρώς τους Ορθοδόξους εκείνους που απεδέχθησαν την ένωσιν και με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύει ότι οι λατίνοι είναι καινοτόμοι και δι' αυτό λέγει : «ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν, και δια τούτο αυτών εχωρίσθημεν». Καλεί δε ο άγιος τους πιστούς να αποφεύγουν τους ενωτικούς, διότι αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι και εργάται δόλιοι».
ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΝΗ ΜΑΓΓΑΝΩΝ
Μετά την αποφυλάκισίν του άγιος Μάρκος πιεζόμενος υπό της ασθενείας του δεν ηδυνήθη να αποσυρθεί εις το Άγιον Όρος, αλλ' επέστρεψεν εις την εν Κωνσταντινουπόλει μονήν του, όπου εγένετο δεκτός μετά τιμών ως άγιος και ομολογητής υπό του πιστού λαού. Από το μοναστήριον του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων ο νέος ομολογητής διηύθυνε τον αγώνα κατά των ενωτικών, γράφων επιστολάς εις μοναχούς και κληρικούς ενθαρρύνων αυτούς να κρατούν την ορθή πίστη και να μη συνεργάζονται μετά των ενωτικών.
Οι διωγμοί, αι εξουδενώσεις και αι πιέσεις επεδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του οσίου πατρός, και ούτω την 23ην Ιουνίου τω 1444, αφού είχε καλέσει πλησίον του τα πνευματικά του τέκνα και ανέθεσε εις τον Γεώργιον Σχολάριον την αρχηγίαν του ανθενωτικού αγώνος, απεδήμησεν εις Κύριον. Ήτο δε τότε 52 ετών.
ΤΙΜΑΙ ΑΓΙΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟΝ ΤΟΥ
Ο πιστός λαός του Κυρίου απορφανισθείς, εθρήνησε πολύ δια την απώλειαν του πνευματικού του πατέρα. Ο δε Γεώργιος Σχολάριος, εξεφώνησεν επικήδειον λόγον εις τον οποίον ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο όσιος «εν ιερεύσει διέπρεψεν, εν αρχιερεύσιν διέλαμψεν, ήθλησεν υπέρ της Εκκλησίας πάνυ καλώς αδάμαντος στερεώτερος ώφθη προς την μετάθεσιν...νυν γυμνή τη ψυχή της μακαριότητος εμφορείται ήν επέγνω καλώς και λαβείν εντεύθεν εσπούδασε την εν Χριστώ κεκρυμμένην ζήσας ζωήν και σύνεστι τοις ιεροίς διδασκάλοις της πίστεως, πάντων είνεκα δίκαιος ών εκείνοις συντάττεσθαι». Πνευματικός καρπός του αγίου είναι οι δύο άγιοι μαθηταί του Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος και Διονύσιος.
Αμέσως μετά την οσίαν κοίμησίν του ο Μάρκος ετιμήθη ως άγιος και ομολογητής.
Αυτό μαρτυρεί με πόνο και ο σύγχρονος και άσπονδος εχθρός του Ιωσήφ, ουνίτης επίσκοπος Μεθώνης, λέγων, «ώσπερ πολλούς μεν και άλλους, και τον καλούμενον Παλαμάν, και τον Εφέσου Μάρκον, ανθρώπους ούτ' άλλως φρενήρεις, αλλά και δοξοσοφίας εμπεπλησμένους, μηδεμίαν αρετήν ή αγιωσύνην εν εαυτοίς έχοντας, μόνον δια το λέγειν και συγγράφειν κατά Λατίνων, δοξάζετε και υμνείτε, και εικόνας εγκοσμείτε αυτοίς και πανηγυρίζοντες, στέργετε αυτούς ως αγίους και προσκυνείτε» ( PG 159, 1357)
Την πρώτη ακολουθία προς τιμήν του αγίου συνέθεσε ο αδελφός αυτού Ιωάννης ο φιλόσοφος. Κατ' αρχάς η μνήμη του εορτάζετο την 23ην Ιουνίου, αλλά βραδύτερον ωρίσθη η 19η Ιανουαρίου - ημέρα προφανώς της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου και ταφής αυτού εις την μονήν του Λαζάρου εις τον Γαλατά. Οι αγώνες του Μάρκου όσον και του μαθητού αυτού Γενναδίου ανεγνωρίσθησαν και εδικαιώθησαν από την μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως που τελείωσε το 1484 και κατέγραψε τα ονόματα αυτώ, ως πατέρων αγίων, εις το Συνοδικό της Ορθοδοξίας.
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Τρί Ιαν 15, 2013 8:21 pm
από ΦΩΤΗΣ
Άγιος Μηνάς
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΜΗΝΑΣ
Πρόλογος
Στην ιστορία της Εκκλησίας, αγαπητέ αναγνώστα, έχουν λάμψει εξαιρετικές μορφές Αγίων και Μαρτύρων που την ελάμπρυναν με τα κατορθώματά τους τα υπεράνθρωπα. Άνθρωποι διαφόρων ηλικιών, παιδιά και άνδρες και γέροι κατάλευκοι, διαφόρου μορφώσεως και κοινωνικής τάξεως, επαγγέλματος και καταγωγής, από τον ίδιο πόθο και τα ίδια ιδανικά κινούμενοι, έδωσαν τη ζωή τους για την αγάπη του Χριστού.
Μεταξύ όλων αυτών των πολυαρίθμων ταγμάτων των Μαρτύρων, είναι και η τάξις των στρατιωτικών. Μεγάλες μορφές όπως οι μεγαλομάρτυρες Δημήτριος, Γεώργιος, Ευστάθιος, Μερκούριος, Μηνάς κ.ά. κατέδειξαν ότι δεν έχει καμμιά σημασία η εργασία και η απασχόλησι η καθημερινή για την αγιότητα και την Χριστιανική ζωή γενικώτερα.
Το Πνεύμα το Άγιον «όπου θέλει πνει». (Ιωαν. γ' 8). Ανεξαρτήτως εποχής, τόπου και εθνικότητος, ηλικίας και φύλου. Επομένως και σήμερα, που η κοινωνία μας έχει ανάγκην κυρίως αγίων, αυτό πρέπει να γίνη ο διακαής πόθος μας και το ύψιστον ιδανικόν, ο αγιασμός μας, η ανάπτυξι αγίων, που θ' αποτελέσουν τα πρότυπα για το ηθικό ανέβασμα της κοινωνίας μας και των νέων μας ειδικώτερα.
ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΜΗΝΑ
Εγκαταλείπει το στράτευμα.
Ο Άγιος Μηνάς έζησε στην εποχή του βασιλιά Μαξιμιανού και καταγόταν από την Αίγυπτο, οι δε γονείς του ήταν ειδωλολάτρες.
Όταν ενηλικιώθηκε, γράφτηκε στην τάξι των στρατιωτικών. Υπηρέτησε στα βασιλικά στρατεύματα, στα Νούμερα (στρατιωτικά τάγματα) τα λεγόμενα Ρουταλικά, υπό τον ηγεμόνα Αργυρίσκο, στο Κοτυάειο της Φρυγίας.
Εκείνο τον καιρό ο Ταξίαρχος Φιρμηλιανός μάζεψε στρατιώτες και επήγε στην Μπαρμπαριά -έτσι ωνομαζόταν τότε η Β. Αφρική- για να την υπερασπίση από εχθρούς. Μαζί με τους στρατιώτες, που πήρε, ήταν και ο Άγιος Μηνάς, που ξεχώριζε τόσο για την ανδρεία του όσο και για τη φρόνησί του.
Κάποια ημέρα δόθηκε διαταγή από το βασιλιά οι στρατιώτες να συλλαμβάνουν τους Χριστιανούς και να τους βασανίζουν μέχρι ν' αρνηθούν την πίστι τους. Ο Μηνάς εμίσησε αυτό το ασεβές πρόσταγμα και αφήνοντας τη στρατιωτική ζωή έφυγε και ανέβηκε στο βουνό, όπου ήταν πάνω από το Κοτυάειο.
Προτίμησε να ζη με τα θηρία, παρά να βρίσκεται με τους εχθρούς του Χριστού ειδωλολάτρες. Εκεί έμεινε αρκετό καιρό καθαρίζοντας συνεχώς τον εαυτό του με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Άναψε στην καρδιά του ο πόθος της ομολογίας και του μαρτυρίου.
Ομολογία ενώπιον του ηγεμόνος.
Μια μέρα, λοιπόν, που είχαν μεγάλο πανηγύρι οι ειδωλολάτρες, κατέβηκε από το βουνό και μέσα στο πλήθος κήρυξε το Χριστό Θεό αληθινό, λέγοντας:
- Μάθετε καλά, ότι ένας είναι ο αληθινός Θεός, ο Χριστός, αυτά δε που σεις λατρεύετε είναι ξύλα αναίσθητα.
Όλοι συγκεντρώθηκαν γύρω του γεμάτοι απορία για το πώς τόλμησε αυτός μόνος να παρουσιασθή μπροστά. Όσοι πάλι ήσαν κρυφοί Χριστιανοί χάρηκαν για το θάρρος του Αγίου. Οι ειδωλολάτρες έπιασαν τον Άγιο και κτυπώντάς τον τον έφεραν μπροστά στον ηγεμόνα της πόλεως Πύρρο.
Ο Πύρρος σεβάστηκε τον Άγιο εξ αιτίας της ηλικίας του -ήταν τότε πενήντα ετών- και της σεβασμίας μορφής του. Τον ρώτησε, λοιπόν, με ημερότητα:
- Ποιος είσαι, άνθρωπέ μου, από πού είσαι και ποια είναι η θρησκεία σου;
- Πατρίδα μου είναι η Αίγυπτος, αποκρίθηκε ο Άγιος, ονομάζομαι Μηνάς και ήμουν κάποτε στρατιώτης. Επειδή όμως είσθε ασεβείς και ειδωλολάτρες, άφησα το στράτευμα και πήγα στο βουνό. Τώρα δε ήλθα να παρουσιασθώ μπροστά σε όλους και να ομολογήσω την πίστι μου στον Χριστό, για να με ομολογήση και εκείνος σαν δούλο του στην βασιλεία των ουρανών, όπως το λέγει και μόνος του: «Όστις με ομολογήση έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν τοις ουρανοίς».
Θυμωμένος ο Πύρρος από την απάντησι, διατάζει την φυλάκισι του Μηνά μέχρι να σκεφθή πως θα τον θανατώση.
Το άλλο πρωί, αφού είχε τελειώσει πλέον η εορτή, έφερε πάλι ο ηγεμόνας τον Άγιο μπροστά του και τον κατηγόρησε για δύο λόγους: Πρώτα διότι άφησε την υπηρεσία του βασιλιά στο στρατό και δεύτερο επειδή τόλμησε να μιλήση με ασέβεια εμπρός σε τόσο πλήθος κατά την διάρκεια της εορτής.
Ο Άγιος τότε με θάρρος προσπάθησε ν' απολογηθή:
- Ναι, άρχοντα, έτσι πρέπει να ομολογούμε φανερά και με θάρρος και να μην φοβούμεθα, καθώς εκείνος είπε: «από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθ. ι' 28), αλλά να τον κηρύττωμε με την καρδιά και με τα λόγια, όπως ο Απόστολος Παύλος μας δίδαξε λέγοντας: «Καρδία γαρ πιστεύεται εις δικαιοσύνην, στόματι δε ομολογείται εις σωτηρίαν» (Ρωμ. ι' 10).
- Βλέπω, Μηνά, ότι δεν είσαι νέος άμυαλος, για να μην καταλαβαίνης το συμφέρον σου. Βρίσκεσαι πλέον σε γεροντική ηλικία. Μη φανής ανόητος και αφήσης τη γλυκειά ζωή προτιμώντας τον θάνατο. Σκέψου φρόνιμα και θα τιμηθής από τον βασιλιά, αλλά και οι θεοί θα σε συγχωρήσουν και ας τους ύβρισες χθες.
Ο Άγιος γέλασε μ' αυτά τα λόγια και αποκρίθηκε:
- Τίποτα δεν είναι ικανό να με χωρίση από την αγάπη του Χριστού μου, ούτε τιμές, αλλά ούτε και βασανιστήρια. Δοκίμασε, αν θέλης, και θα δης.
Βασανιστήρια σκληρά
Τότε ο Πύρρος με πολύ θυμό λέγει στους στρατιώτες:
- Πιάστε αυτόν τον ασεβή και τεντώστε τα μέλη του και κτυπήστε τον αλύπητα, για ν' απολαύση ό,τι ζητάει.
Δυο και τρεις φορές άλλαξαν οι στρατιώτες, επειδή εκουράζοντο, αλλά ο Άγιος καρτερικά υπέμενε, ώστε όλοι απορούσαν και τον θαύμαζαν.
Κάποιος παλιός φίλος του Αγίου, στρατιώτης, που λεγόταν Πηγάσιος, βλέποντας το καταπληγωμένο σώμα του Αγίου, τον πλησίασε και του λέγει:
- Δεν βλέπεις, Μηνά, ότι διαλύθηκε το σώμα σου από τις πληγές; Θέλεις να πεθάνεις άδικα; Πες, ότι θα θυσιάσης και ο θεός σου θα σε συγχωρήση, γιατί βλέπει ότι δεν το κάνεις με τη θέλησί σου.
Ο Άγιος τότε με ιερή αγανάκτησι του απαντά:
- «Απόστητε απ' εμού πάντες οι εργαζόμενοι την ανομίαν» (Ψαλμ. στ' 9). Φύγε από μένα εχθρέ της αλήθειας που δεν είσαι φίλος. Εγώ τον Χριστό μου μόνο λατρεύω και θα με δυναμώση να υποφέρω τις πληγές.
Βλέποντας ο Πύρρος το άκαμπτο φρόνημα του Αγίου διέταξε να τον δέσουν ψηλά σε ξύλο όρθιο και με σιδερένια νύχια να του σχίζουν τις σάρκες του. Ενώ ο Άγιος υφίστατο αυτό το σκληρό μαρτύριο, ο άρχοντας τον περιέπαιζε λέγοντας:
- Κατάλαβες, Μηνά, καθόλου πόνο στο σώμα σου, ή θέλεις να σου προσθέσωμε κι άλλες τιμωρίες για να χαρής περισσότερο;
- Τι νομίζεις, άρχοντα, ότι με τέτοια παιγνίδια θα με αποσπάσεις από την ορθή πίστι; αποκρίνεται ο Μηνάς.
- Άφησε την κακή επιμονή, Μηνά, και δήλωσε υποταγή στον βασιλιά Μαξιμιανό, τον συμβουλεύει ο Πύρρος.
- Δεν αρνούμαι εγώ, άρχοντα, τον αιώνιο και ουράνιο Βασιλιά για να υποταχθώ στο φθαρτό και γήινο.
Βλέποντας ο Πύρρος την σταθερότητα του Αγίου προσπαθεί με άλλον τρόπο να τον κερδίση.
- Ποιος είναι αυτός ο αιώνιος βασιλιάς, Μηνά;
- Ο Ιησούς Χριστός είναι, ο Υιός του Θεού, εις τον οποίον υποτάσσεται γη και ουρανός.
- Και δεν ξέρεις ότι γι' αυτό το όνομα οργίζονται οι αυτοκράτορες και διατάζουν να τιμωρούμε χωρίς έλεος;
- Αν οργίζωνται οι αυτοκράτορες, εμένα δεν με στενοχωρεί, ούτε το σκέπτομαι. Εγώ έχω ένα σκοπό να πεθάνω ομολογώντας το Χριστό, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος: «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα;» (Ρωμ. η' 35).
Στη συνέχεια ο Μάρτυρας υπομένει σειρά βασανιστηρίων. Του τρίβουν το πληγωμένο σώμα με τρίχινο ύφασμα ή του καίουν τα μέλη με αναμμένες λαμπάδες. Τα λόγια του κατά την ώρα των φοβερών μαρτυρίων είναι:
- Σήμερα βγάζω τα δερμάτινα ενδύματα της αμαρτίας και παίρνω το φωτεινό ένδυμα της βασιλείας του Θεού. Έχω τον Χριστό μου βοηθό, που είπε να μην φοβούμεθα «από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι».
Ο Πύρρος απορούσε με την συμπεριφορά του μάρτυρος και του λέγει:
- Πες μου, Μηνά, από πού σου ήλθε τόση σοφία και απαντάς έτσι εσύ ένας στρατιώτης συνηθισμένος σε πολέμους και σφαγές;
- Ο Θεός μου μου δίνει την σοφία για να ελέγχω την ασέβειά σας. Αυτός είπε: Όταν πάτε μπροστά σε τυράννους για το όνομά μου μη σκεφθήτε τι θα πήτε, διότι θα σας δοθή εκείνη την ώρα σοφία»η ου δυνήσονται αντειπείν ουδέ αντιστήναι πάντες οι αντικείμενοι υμίν» (Λουκ. κα' 15).
- Εγνώριζε ο Χριστός σας, ότι πρόκειται οι Χριστιανοί να τιμωρηθήτε από μας; ρωτά ο Πύρρος.
- Επειδή είναι αληθινός Θεός, βεβαίως το εγνώριζε.
Ο άρχοντας δεν ήξερε πλέον τι άλλο να πη και προσπαθεί πάλι να επιτύχη το σκοπό του λέγοντας:
- Άφησε τα μάταια λόγια, Μηνά, και διάλεξε ένα από τα δύο: ή την φιλία σου με μας κερδίζοντας την ζωή σου, ή την ομολογία στο Χριστό σου κερδίζοντας τον θάνατο.
Και ο Άγιος:
- Με τον Χριστό μου ήμουν, είμαι και θα είμαι πάντα.
- Σε λυπάμαι, Μηνά, να σε θανατώσω. Έχεις μια ώρα ακόμα να σκεφθής και να αποφασίσης για την σωτηρία σου.
- Και δέκα χρόνια να μ' αφήσης δεν πρόκειται να αποφασίσω κάτι άλλο από αυτό: να κηρύττω τον Χριστό μου Θεό αληθινό και να ονομάζω τους δικούς σας θεούς ξύλα και δαιμόνια.
Μαρτυρικό τέλος του Αγίου.
Τα βασανιστήρια συνεχίσθηκαν σκληρότερα μέχρι που ένας από τους στρατιώτες του άρχοντα που λεγόταν Ηλιόδωρος, συμβούλευσε τον Πύρρο λέγοντας:
- Αφέντη μου, οι Χριστιανοί, όπως και συ ξέρεις, είναι πολύ επίμονοι και δεν αλλάζουν γνώμη. Για να απαλλαγής, λοιπόν, απ' αυτόν, διάταξε να τον αποκεφαλίσουν.
Ο Πύρρος συμφώνησε και έδωσε εντολή για την θανάτωσι με αποκεφαλισμό.
Ενώ εβάδιζε ο Άγιος για τον τόπο της καταδίκης του, είπε σε μερικούς κρυφούς Χριστιανούς, που ακολουθούσαν:
- Σας παρακαλώ μετά τον θάνατό μου να πάρετε το σώμα μου και να το πάτε στην πατρίδα μου την Αίγυπτο.
Μόλις έφθασαν στο καθωρισμένο μέρος, ο Μάρτυρας ύψωσε τα χέρια του και προσευχόμενος έλεγε:
- Σ' ευχαριστώ, Κύριε, γιατί με αξίωσες να γίνω κοινωνός των παθημάτων. Σ' ευχαριστώ γιατί με κράτησες σταθερό στην ομολογία μου. Σε παρακαλώ, παράλαβε την ψυχή μου στην βασιλεία Σου.
Αυτά ήταν και τα τελευταία λόγια του Αγίου. Τον αποκεφάλισαν στις 11 Νοεμβρίου. Το σώμα του και το κεφάλι του το έρριξαν στη φωτιά. Ό,τι απέμεινε το πήραν οι Χριστιανοί και το πήγαν στην Αίγυπτο, κατά την παραγγελία του Αγίου.
Θαύματα.
Ο Μεγαλομάρτυρας Μηνάς έλαβε την χάρι να κάνη θαύματα, μερικά από τα οποία αναφέρομε:
1) Κάποιος Χριστιανός πλούσιος υποσχέθηκε να δωρίση ένα δίσκο αργυρό στην εκκλησία του Αγίου. Πήγε, λοιπόν, στον χρυσοχόο και του είπε να κατασκευάση δύο δίσκους και να γράψη επάνω στον ένα το όνομα του Αγίου και στο άλλο το δικό του. Όταν πήγε να τους πάρη, είδε ότι του Αγίου ήταν ωραιότερος, τον κράτησε, λοιπόν, χωρίς να σκεφθή, για δικό του.
Ταξιδεύοντας στην θάλασσα του έφερε ο υπηρέτης του, ενώ έτρωγε, τον δίσκο του Αγίου με φαγητά. Όταν τελείωσε το γεύμα ο υπηρέτης πήρε τον δίσκο για να τον πλύνη στη θάλασσα, του έφυγε όμως από τα χέρια του και έπεσε στο βυθό. Ο υπηρέτης φοβήθηκε και έπεσε κι αυτός στη θάλασσα για να τον βρη. Βλέποντας αυτά ο αφέντης του κατάλαβε το σφάλμα του και έλεγε:
- Αλλοίμονό μου, επειδή κράτησα το δίσκο του Αγίου έχασα και τον δούλο μου. Θεέ μου, σε παρακαλώ να βρω έστω το λείψανο του δούλου μου και να προσφέρω δυο δίσκους στον Άγιο.
Βγήκε από το πλοίο και έψαχνε στην παραλία ελπίζοντας να δη το νεκρό δούλο του. Τότε βλέπει τον υπηρέτη του ζώντα να βγαίνη από τη θάλασσα κρατώντας τον δίσκο του Αγίου.
Όλοι όσοι ταξίδευαν με το πλοίο είδαν το θαύμα και εδόξασαν τον Θεό. Ο δε δούλος διηγήθηκε τα εξής:
- Μόλις έπεσα στη θάλασσα ήλθαν και με πήραν τρεις άνδρες. Ο ένας ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία και φορούσε στρατιωτική στολή, ο άλλος ήταν πολύ νέος και ο τρίτος ήταν διάκονος. Αυτοί από τον βυθό με ωδήγησαν μέχρι την παραλία.
Οι τρεις εκείνοι άνθρωποι ήταν ο Άγιος Μηνάς, ο νέος ήταν ο Άγιος Βίκτωρ και ο διάκονος ο Άγιος Βικέντιος, οι οποίοι μαρτύρησαν την ίδια ημέρα (11 Νοεμβρίου). Ο Άγιος Βίκτωρ στις 11 Νοεμβρίου του 160, ο Άγιος Βικέντιος στις 11 Νοεμβρίου του 235 και ο Άγιος Μηνάς στις 11 Νοεμβρίου του 296.
2) Άλλοτε πάλι ήρθαν στον Ναό του Αγίου ένας χωλός και μια γυναίκα βωβή, για να ζητήσουν θεραπεία. Κατά τα μεσάνυχτα ενώ κοιμόντουσαν, παρουσιάζεται ο Άγιος στο χωλό και του λέγει:
- Τώρα που είναι ησυχία πήγαινε και πάρε το σκέπασμα της βωβής και θα γίνης καλά.
Τραβώντας το σκέπασμα ο χωλός ετρόμαξε η βωβή και εφώναξε κατηγορώντας τον χωλό, εκείνος πάλι ντροπιάσθηκε και έφυγε τρέχοντας. Έτσι θεραπεύθηκαν και οι δύο.
3) Κάποιος Εβραίος είχε φίλο κάποιο Χριστιανό, στον οποίον εμπιστευόταν χρήματα όταν επρόκειτο να ταξιδέψη. Μια φορά, λοιπόν, του άφησε πεντακόσια νομίσματα. Όταν γύρισε ο Εβραίος ο Χριστιανός αρνήθηκε λέγοντας:
- Αυτή τη φορά δεν μου άφησες τίποτα. Τι μου ζητάς λοιπόν;
Ο Εβραίος ξαφνιάστηκε από την συμπεριφορά του φίλου του και του πρότεινε:
- Για να διαλυθή αυτή η αμφιβολία, επειδή δεν υπήρχε κανένας μάρτυρας όταν σου παρέδωκα τα χρήματα, να πάμε στο Ναό του Αγίου Μηνά να δηλώσης με όρκο, ότι δεν πήρες τα πεντακόσια νομίσματα.
Πήγαν λοιπόν, χωρίς αργοπορία και ο Χριστιανός αρνήθηκε με όρκο. Μόλις βγήκαν από τον Ναό ανέβηκαν στα άλογά τους για να φύγουν. Του Χριστιανού το άλογο ήταν αγριεμένο και σε μια στροφή τον έρριξε κάτω. Δεν κτύπησε αλλά έχασε το κλειδί του και τη χρυσή σφραγίδα του. Συνέχισαν τον δρόμο τους και σταμάτησαν κάπου για να φάνε.
Ενώ έτρωγαν βλέπει ο Χριστιανός τον δούλο του να έρχεται τρέχοντας κρατώντας στο ένα χέρι το κλειδί και τη σφραγίδα του και στο άλλο το βαλάντιο με τα χρήματα του Εβραίου.
Έκπληκτος ο Χριστιανός ρώτησε τον υπηρέτη του:
- Τι είναι όλα αυτά;
Και εκείνος αποκρίθηκε:
- Κάποιος γρήγορος καβαλάρης ήλθε στην κυρία μου και δίνοντάς της το κλειδί και την σφραγίδα σου της είπε: «Στείλε γρήγορα το βαλάντιο του Εβραίου στον άνδρα σου για να μην κινδυνεύση η ζωή του.
Ο Εβραίος χαρούμενος και ο Χριστιανός μετανοιωμένος για την πράξι του γύρισαν στον Ναό και ο μεν Εβραίος παρακαλούσε να βαπτισθή, ο δε Χριστιανός ζητούσε συγχώρησι για τον ψεύτικο όρκο του.
4) Κατά το έτος 1826, την εποχή του τρόμου και των σφαγών, οι Τούρκοι του Ηρακλείου Κρήτης ενόμισαν ότι κατάλληλη ευκαιρία να εκδηλώσουν την μανία τους κατά των Χριστιανών ήταν η ημέρα του Πάσχα, 18 Απριλίου, οπότε θα εύρισκαν μαζεμένους τους Χριστιανούς στον Μητροπολιτικό ναό, που έφερε το όνομα του Αγίου Μηνά.
Κατά την ώρα που διαβαζόταν το Ευαγγέλιο κύκλωσαν οι άπιστοι τον ναό με σκοπό να αρχίσουν την σφαγή. Ξαφνικά όμως κάποιος γέρος εμφανίζεται έφιππος και τρέχει γύρω από την εκκλησία με γυμνό ξίφος διώχνοντας τους εχθρούς. Οι Τούρκοι τράπηκαν σε φυγή, επειδή καταλήφθηκαν από περίεργο φόβο. Έτσι ο Μεγαλομάρτυς Μηνάς έσωσε τους πιστούς.
Οι Τούρκοι έκαναν σύγχυσι και ενόμισαν ότι ο Άγιος ήταν ο πρώτος των προκρίτων, που τον έστειλε ο Διοικητής της πόλεως για να μεταιώση τη σφαγή. Πήγαν, λοιπόν, στο Διοικητή και διαμαρτυρήθηκαν. Αυτός όμως δεν γνώριζε τίποτε, διεπιστώθη δε ότι ο πρώτος των προκρίτων δεν είχε φύγει καθόλου από το σπίτι του εκείνη τη νύχτα. Έτσι το θαύμα διαδόθηκε από τους ίδιους τους Τούρκους, πολλοί από τους οποίους κάθε χρόνο προσέφεραν και δώρα στον Άγιο.
Γι' αυτό το θαύμα έγινε σύσκεψι μεταξύ των επισκόπων Αρκαδίας Μαξίμου, Σητείας Μελετίου και Πέτρας Δωροθέου και θεσπίσθηκε κάθε χρόνο την Τρίτη της Διακαινησίμου να εορτάζεται το θαύμα. Αυτήν την ημέρα, που θεωρείται η δεύτερη ετήσια εορτή του Αγίου, εκτίθεται σε προσκύνησι στην Μητρόπολι το άγιο λείψανο.
5) Άλλο θαύμα του Αγίου έγινε κατά τις δύσκολες ημέρες του Β' Παγκοσμίου πολέμου (1939-1945). Μετά την κατάκτησι της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονος λίγος Ελληνικός στρατός πέρασε στην Αίγυπτο, πατρίδα του Αγίου, και από εκεί συνέχισε να μάχεται για την απελευθέρωσι της σκλαβωμένης Ελλάδος.
Σπουδαία ήταν η μάχη του Ελ Αλαμέιν (1942), όταν οι συμμαχικές δυνάμεις ανέκοψαν την πορεία του Ρόμμελ. Το όνομα του Ελ Αλαμέιν είναι Αραβική παραφθορά του ονόματος του Αγίου Μηνά, πήρε δε αυτό το όνομα διότι εκεί βρίσκεται Ναός του Αγίου Μηνά και υπάρχει και η παράδοσι ότι εκεί ήταν και ο τάφος του Αγίου.
Όταν, λοιπόν, οι στρατιές του Ρόμμελ εβάδιζαν κατά της Αλεξανδρείας, έφθασαν στο Ελ Αλαμέιν και εστρατοπέδευσαν εκείνη τη νύχτα για να επιτεθούν το πρωί. Αυτή τη νύχτα είδαν μερικοί ευσεβείς να βγαίνη από τα ερείπια του ναού αυτού ο Άγιος και να οδηγή καμήλες, όπως ακριβώς εικονίζεται σε μια τοιχογραφία, όταν έσωσε κάποιο καραβάνι.
Τους εχθρούς τους κατέλαβε πανικός και η έκτασις της καταστροφής ήταν μεγάλη.
Αυτό το θαύμα εκτιμώντας οι αλλόδοξοι σύμμαχοι πρόσφεραν στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας τον τόπο εκείνο για να ξανακτισθή ο Ναός του Αγίου και να ιδρυθή και Μοναστήρι.
Την μνήμη του Μεγαλομάρτυρα Μηνά εορτάζει η Εκκλησία μας στις 11 Νοεμβρίου.
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Τετ Ιαν 16, 2013 8:39 pm
από ΦΩΤΗΣ
Μιχαήλ ο Μαυρουδής
Ένας απ'τους σχετικά άγνωστους αγίους. Ας δούμε σύντομα το βίο και το μαρτύριό του. Γεννήθηκε στη Γρανίτσα Αγράφων από χριστιανούς γονείς, όμως έφυγε για τη Θεσ/νίκη όταν κοιμήθηκε ο πατέρας του. Εκεί δούλευε στο αρτοποιείο ενός Τούρκου. Δούλευε ακούραστα και τα χρήματα που κέρδιζε, τα μοίραζε στους φτωχούς. Η αγάπη του για τον Χριστό και το συνάνθρωπο ήταν πολύ μεγάλη.
Κάποια μέρα, μίλησε σ'ένα τουρκάκι για τον Χριστό. Εκείνο το'πε στη μητέρα του και ο Μιχαήλ οδηγήθηκε στον τούρκο δικαστή. Στην ανάκριση που υποβλήθηκε και στη δίκη, απάντησε με απίστευτη σοφία και πνεύμα Θεού σ'όλες τις ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν. Ο τούρκος κριτής θαύμασε την πίστη, την ετοιμολογία του Μιχαήλ και προσπάθησε να τον πείσει να γίνει μουσουλμάνος. Αφού είδε ότι μάταια προσπαθούσε, πέρασε στις απειλές...
Τελικά, καταδικάστηκε σε θάνατο και τον έκαψαν ζωντανό στις 21 Μαρτίου 1547. Αυτή είναι και η ημερομηνία που τιμάται η μνήμη του αγίου Μιχαήλ του νεομάρτυρα. Στο σημείο του μαρτυρίου του (στο κέντρο της Θεσ/νίκης) υπάρχει προσκυνητάρι. Ας πρεσβεύει στον Κύριο για όλους εμάς...
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Πέμ Ιαν 17, 2013 7:56 pm
από ΦΩΤΗΣ
ΑΓΙΟΣ ΜΥΡΩΝΑΣ Ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ.
Ο άγιος Μύρωνας καταγόνταν από το Ηράκλειο και στο επάγγελμα ήταν ράφτης.οι τούρκοι τον συκοφάντησαν ότι προσπάθησε να αποπλανήσει μία μουσουλμάνα και του έθεσαν τότε το δίλημμα του εξισλαμισμού ή του θανάτου.Ο άγιος δεν απαρνήθηκε την πίστη του,βασανίστηκε σκλη-
ρά και φυλακίστηκε.
Για δεύτερη φορά του ζητήθηκε να απαρνηθεί τον χριστιανισμό,όμως δεν το έκανε και οι τούρκοι τον κρέμασαν.Αναφέρεται επίσης ότι καθώς
οδηγούνταν προς την αγχόνη,έσκυψε και φίλησε τα πόδια του πατέρα του που παρακολουθούσε το μαρτύριό του.Ο άγιος άφησε την τελευταία
του πνοή το 1793 και η μνήμη του γιορτάζεται στις 20 Μαρτίου.
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 18, 2013 11:04 am
από ΦΩΤΗΣ
Ο Άγιος Μωυσής ο Θαυματουργός Επίσκοπος Νόβγκοροντ
Ο Όσιος Μωυσής, κατά κόσμο Μητροφάνης, έζησε τον 14ο αιώνα μ.Χ. και γεννήθηκε στο Νοβγκοροντ της Ρωσίας. Από την παιδική του ηλικία αγάπησε τον μοναχικό βίο.
Γι’ αυτό εγκατέλειψε κρυφά την πατρική του οικία και εισήλθε στη μονή Οτρόχ της πόλεως Τβερ, όπου έγινε μοναχός. Οι γονείς του τον αναζητούσαν παντού. Όταν τον βρήκαν, τον παρακάλεσαν να έρθει κοντά τους και να μονάσει σε κάποια μονή του Νόβγκοροντ.
Ο Άγιος, με την ευλογία του ηγουμένου, έπραξε σύμφωνα με την επιθυμία των γονέων του και συνέχισε τον ασκητικό του βίο στη μονή Αγίου Γεωργίου του Νόβγκοροντ.
Εκεί χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και αργότερα απεστάλη ως Αρχιμανδρίτης στη μονή Γιούρεφ.
Μετά την κοίμηση του Αρχιεπισκόπου του Νόβγκοροντ Δαυίδ (τιμάται 21 Δεκεμβρίου), ο Άγιος Μωυσής εξελέγη, το έτος 1325, Αρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ. Μετά τέσσερα χρόνια υπέβαλε την παράκληση να αποσυρθεί και να ζήσει ασκητικά, μέσα στη σιωπή και την ησυχία. Το 1330 εγκαταβίωσε στη μονή του Κολμώφ, αλλά δεν έμεινε για πολύ.
Βρήκε ένα έρημο τόπο στην περιοχή Ντερεβγιανίτσα, όπου κατέφυγε και ανήγειρε ναό αφιερωμένο στην Ανάσταση του Κυρίου.
Το 1354 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεος (1354-1355, 1364-1376), από βαθύ σεβασμό προς το πρόσωπο του Αγίου Μωυσέως, του έδωσε το προνόμιο να φορεί πολυσταύριο.
Ο Άγιος Μωυσής εξακολούθησε το θεάρεστο έργο του.
Ανήγειρε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια. Σε ένα από αυτά, στο μοναστήρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στο Σκοβορόντσκ, κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1362. το ιερό λείψανό του διατηρήθηκε, με την χάρη του Θεού, άφθαρτο.
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Σάβ Ιαν 19, 2013 9:04 pm
από ΦΩΤΗΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΣΤΟΡΓΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΓΝΩΜΗΣ
(Από τον φοιτητή Θεολογίας κ. Σοφό Μιχάλη)
Δεν θα παύση η Αγία του Χριστού Ορθόδοξος Εκκλησία, να αναδεικνύη αγίους έως της συντελείας του αιώνος. Χαίρει η Εκκλησία διά τους νεοφανείς αγίους, εξαιρέτως δε, διά το νέκταρ το γλυκύτατον της εναρέτου ζωής, το πολύτιμον σκεύος των δωρεών του Παναγίου Πνεύματος, τον Θεοφόρον Ιεράρχη, τον Άγιον Νεκτάριον επίσκοπον, Πενταπόλεως.
Ο Άγιος του Θεού, γεννήθηκε την 1 Οκτωβρίου του 1846 στην Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης κι έλαβε το όνομα Αναστάσιος. Οι γονείς του ήταν ο Δημοσθένης Κεφάλας κι η Μαρία Κεφαλά. Η μητέρα του ήταν πολύ ευσεβής και όταν ο Άγιος ήταν πέντε ετών του δίδαξε τον ν' ψαλμό του Δαβίδ. Όταν ο Αναστάσιος έφθανε στον στίχο " διδάξω ανόμους τας οδούς σου" τον επαναλάμβανε πολλές φορές, σαν να ήξερε πόσο καθοριστικός θα ήταν ο ρόλος του αργότερα.
Για λόγους οικονομικούς αφού τελείωσε το Δημοτικό και το Σχολαρχείο στην πατρίδα του, έφυγε σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών για την Κωνσταντινούπολη, και προσελήφθη ως υπάλληλος σε συγγενικό κατάστημα με μόνη αμοιβή στέγη και τροφή. Παρά τις δύσκολες συνθήκες βρίσκει καταφύγιο στη μελέτη, τη μόνιμη στη ζωή του συντροφιά και, μάλιστα, όσα από τα ρητά τα θεωρούσε ωφέλιμα για τους αγοραστές του, τα σημείωνε στα περιτυλίγματα του καπνού. Αργότερα εργάστηκε ως παιδονόμος στο Αγιοταφικό Μετόχι της Πόλης, όπου διευθυντής ήταν ο θείος του. Αγαπούσε και συμμετείχε σχεδόν κάθε ημέρα στις εκκλησιαστικές ακολουθίες. Ο πόθος διά την Μοναχική Πολιτεία ήταν διακαής.
Το 1868 σε ηλικία είκοσι ετών φεύγει από την Πόλη και μεταβαίνει στην Χίο και υπηρετεί ως γραμματοδιδάσκαλος στο Λιθί, έως το 1873, όπου προσέρχεται στην Νέα Μονή και μετά από τριετή δοκιμασία λαμβάνει στις 7 Νοεμβρίου 1876 το αγγελικό σχήμα με το όνομα Λάζαρος. Στις 15 Ιανουαρίου (ημέρα της βαπτίσεώς του) το 1877 χειροτονείται διάκονος από τον μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο και μετονομάζεται σε Νεκτάριο. Στην Χίο φοιτά στο Γυμνάσιο, αλλά ο σεισμός του 1881 τον αναγκάζει να έρθει στην Αθήνα, όπου στο Βαρβάκειο δίνει τις απολυτήριες εξετάσεις, ως κατ' οίκον διδαχθείς και παίρνει το απολυτήριο
Το 1881 ταξιδεύει στην Αλεξάνδεια, όπου συναντά τον πατριάρχη Σωφρόνιο, ο οποίος τον παροτρύνει να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο, κάτι που γίνεται εφικτό με την οικονομική υποστήριξη των αδελφών Χωρέμη. Το 1882 πήρε την υποτροφία του κληροδοτήματος Α.Γ. Παπαδάκη. Πήρε το πτυχίο του τον Οκτώβριο του 1885 με βαθμό "καλώς".
Στις 23 Μαρτίου του 1886 χειροτονείται πρεσβύτερος από τον Αλεξανδρείας Σωφρόνιο. Στις 6 Αυγούστου του ιδίου έτους χειροθετείται Μέγας Αρχιμανδρίτης και Πνευματικός και τοποθετείται στην Πατριαρχική Αντιπροσωπεία Καΐρου. Εργάζεται συνεχώς με ζήλο και αυταπάρνηση. Η Εκκλησία της Αλεξανδρείας τον αμείβει με το ύπατο αξίωμα. Στις 15 Ιανουαρίου του 1889 χειροτονείται μητροπολίτης Πενταπόλεως, στον Άγιο Νικόλαο Καΐρου (ο οποίος ανακαινίστηκε ριζικώς υπό του Αγίου), από τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, τον πρώην Κερκύρας Αντώνιο και τον Σιναίου Πορφύριο. Ως μητροπολίτης συνέχισε να ασκεί τα ίδια καθήκοντα, χωρίς μάλιστα να πληρώνεται, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης του Πατριαρχείου. Έλαβε ενεργό μέρος για τις εκδηλώσεις της 50ετηρίδος της αρχιερατείας του ευεργέτη και προστάτη του Πατριάρχη, που έμελλε να γίνει διώκτης του. Με μεγάλη ταπείνωση δέχτηκε το αξίωμα της αρχιερωσύνης και είναι αξιοσημείωτο να αναφέρωμεν τι έλεγε προς τον Κύριο: "Κύριε διατί με ανύψωσες εις τοσούτον μέγα αξίωμα; Εγώ σου εζήτησα να γίνω μόνον Θεολόγος κι όχι Μητροπολίτης. Εκ νεαράς ηλικίας Σου εζήτησα να γίνω ένας απλός εργάτης του Θείου Λόγου Σου, και Συ, Κύριε, τώρα με δοκιμάζεις με τόσα πράγματα. Αλλ' υποτάσσομαι, Κύριε, εις το θέλημα Σου, και δέομαι: καλλιέργησε εντός μου την ταπεινοφροσύνην και τον σπόρον των λοιπών αγίων αρετών, δι' ων τρόπων γνωρίζεις, και αξίωσόν με να ζήσω πάσας τας επί γης ημέρας μου συμφώνως προς τους λόγους του μακαρίου Παύλου, όστις λέγει: "Ζω Δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός". Και ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση του ταπεινού Ιεράρχου. Οι αρετές του Αγίου διεδόθηκαν παντού και όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για το θησαυρό που τους χάρισε ο Θεός. Όμως ο δημιουργός της κακίας, ο διάβολος, δεν άργησε να κάνει την εμφάνισή του. Πράγματι κάποιοι φιλόδοξοι κληρικοί που είχαν εισχωρήσει στο περιβάλλον του ενενηντάχρονου Πατριάρχη διέβαλαν τον Άγιο ότι δήθεν ξεσηκώνει το λαό και επιδιώκει να αναλάβει τον Θρόνο της Αλεξανδρείας. Μάλιστα υπαινίχθησαν και ηθικές παρεκτροπές του δικαίου Νεκταρίου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την παύση του Αγίου από τη Διεύθυνση του Πατριαρχικού Γραφείου και … του επέτρεπαν να λαμβάνει μέρος τροφής εν τη κοινή τραπέζη μετά των ιερέων και να διαμένει στο οίκημα της Πατριαρχικής Επιτροπείας. Μετ' ολίγον αποπέμπεται από την Αίγυπτο με την αιτιολογία " μη δυνειθείς να εξοικειωθή προς το κλίμα της Αιγύπτου". Μάταια ζήτησε να συναντήσει τον Πατριάρχη. Οι πιστοί εθλίβησαν που στερήθησαν τον " συμπαθέστατον των Αρχιερέων και τον αγαθώτατον και δραστηριώτατον των κληρικών".
Εδέχθη ο θείος πατήρ την αδικίαν ταύτην και πικρή δοκιμασία εν πολλή ευχαριστία προς τον Κύριον και ανεχώρησε από την Αίγυπτο κι ήλθε στην Αθήνα το 1889, χωρίς χρήματα και απογοητευμένος αναζητώντας εργασία, αδυνατώντας να πληρώσει ακόμη και τα ενοίκια στην Νεάπολη (Εξάρχεια). Μετά από αγώνες καταφέρνει να πάρει μία θέση ιεροκήρυκος στην Εύβοια. Τον Ιούλιο του 1893 μετατίθεται στην νομό Φθιωτοφωκίδος όπου εργάζεται ακάματα για μόλις έξι μήνες, αφήνοντας άριστες εντυπώσεις. Τον Μάρτιο του 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Εργάζεται με ζήλο Θεού για την εμφύτευση του ιερού ζήλου της ιεροσύνης στους ιεροσπουδαστές του, αλλά και την επαγγελματική τους αποκατάσταση, την αναμόρφωση του αναλυτικού προγράμματος της σχολής, ακόμη και για την καλυτέρευση του φαγητού και την άθληση. Κατάφερε να χορηγούνται τέσσερις υποτροφίες κάθε χρόνο για μαθητές προερχόμενους από τη Μικρά Ασία. Το κυριότερο είναι ότι αποτελεί για αυτούς ένα ζωντανό παράδειγμα. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη λατρευτική ζωή και ανέδειξε ως λατρευτικό κέντρο το ναό του Αγίου Γεωργίου της Ριζαρείου και τη σχολή πνευματικό ίδρυμα προσκαλώντας επιστήμονες να δίνουν διαλέξεις. Η προσευχή του ήταν το σημαντικότερο λίπασμα για την άνθηση της σχολής. Παράλληλα ασκούσε και λειτουργικό, κηρυκτικό, εξομολογητικό και φιλανθρωπικό έργο. Σχετίζεται με τον παπα-Πλανά και παίρνει μέρος στις αγρυπνίες στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισαίου όπου έψαλαν οι Παπαδιαμάντης και Μωραϊτίδης. Τον Ιούλιο του 1898 επισκέπτεται για πρώτη φορά το Άγιο Όρος. Διέμεινε για ένα μήνα και επισκέφτηκε τα κυριότερα μοναστήρια και σκήτες. Συνδέθηκε ιδιαίτερα με τον Γέροντα Δανιήλ με τον οποίο διατήρησε μία πολύχρονη φιλία. Επίσης συνεδέθη με τον π. Ιερώνυμο Σιμωνοπετρίτη ο οποίος αργότερα διαδέχθηκε τον Άγιο Σάββα της Καλύμνου στην πνευματική καθοδήγηση της μονής στην Αίγινα. Το επόμενο καλοκαίρι (Αύγουστος 1898) ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη και την γενέτειρά του Σηλυβρία. Είχε την ευκαιρία να προσκυνήσει την εικόνα της Παναγίας της Σηλυβριανής και τους τάφους των γονέων του. Το 1904 έγινε πραγματικότητα η επιθυμία του για ίδρυση γυναικείας μοναστικής αδελφότητος, αρχικά αποτελουμένης από τέσσερις αδελφές. Ο Άγιος δεν έπαυε να τις κατευθύνει πνευματικά, να τις στηρίζει ηθικά και οικονομικά. Στις 7 Φεβρουαρίου του 1908 υπέβαλε την παραίτησή του από τη διεύθυνση της Ριζαρείου λόγω ασθενείας.
Αφοσιώνεται στην καθοδήγηση των μοναχών, στην ανοικοδόμηση της μονής, στη συγγραφή και στην πνευματική και οικονομική στήριξη των αδυνάτων κατοίκων του. Οι δοκιμασίες όμως δεν σταμάτησαν. Για ποικίλους λόγους η επίσημη αναγνώριση της μονής δεν ήλθε παρά μόνο όταν ο Άγιος είχε κοιμηθεί. Επιπλέον, κατηγορήθηκε για ανηθικότητα από τη μητέρα μίας κοπέλας που κατέφυγε στη μονή να μονάσει. Όλες αυτές τις δοκιμασίες τις βίωνε με απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό και είναι χαρακτηριστικό πως μία από τις προσφιλείς ασχολίες του ήταν η φιλοτέχνηση σταυρών στους οποίους έγραφε " Σταυρός μερίς του βίου μου".
Η υγεία του Αγίου ήταν πάντα εύθραυστη. Από τις αρχές του 1919 η πάθηση του προστάτη άρχισε να επιδεινώνεται. Μετά από παράκληση των μοναχών εισάγεται στις 20 Σεπτεμβρίου στο Αρεταίειο νοσοκομείο των Αθηνών, όπου νοσηλεύτηκε για πενήντα ημέρες. Την Κυριακή 8 Νοεμβρίου του 1920, προς το μεσονύκτιο παρέδωσε πλήρης ουρανίου γαλήνης την μακαρία ψυχή του εις χείρας Θεού ζώντος, τον οποίο αγάπησε εκ νεότητος και δι' όλου του βίου εδόξασεν, σε ηλικία 74 ετών. Το τίμιο λείψανο του Αγίου ευωδίαζε και ευώδες μύρον έκβλυζε από το πρόσωπό του. Αυθημερόν μεταφέρθηκε στην Αίγινα, στο Μοναστηράκι του κι εψάλη η εξόδιος ακολουθία και ετάφη εν συρροή κλήρου και λαού.
Ο τάφος του ανοίχτηκε επανειλημμένα κατά τα επόμενα χρόνια και για είκοσι και πλέον έτη το σώμα του ήταν σώον και αδιάφθορον, εκχέον την άρρητον ευωδίαν της αγιότητος ως μυροθήκη του Αγίου Πνεύματος. Αλλ' ύστερον διελύθη, κρίμασιν οις οίδεν ο Θεός, ως διελύθησαν πολλά αδιάφθορα λείψανα αγίων. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1953 έγινε η ανακομιδή των χαριτόβρυτων λειψάνων του, υπό του Μητροπολίτη Ύδρας Προκοπίου, παρισταμένων και άλλων κληρικών, μοναχών και πλήθους λαού. Μια άρρητη ευωδία πλημμύρισε την περιοχή. Το 1961 έγινε η επίσημος αναγνώρισις του Αγίου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
"Μέγας ο Κύριος ημών και της μεγαλοσύνης Αυτού ουκ έσται πέρας, ο δοξάζων τους δοξάσαντας αυτού" ως αψευδώς επηγγήλατο. Όντως ο Άγιος Νεκτάριος είναι ο Άγιος του αιώνος μας, ο γλυκύς, ο πράος, ο ανεξίκακος, ο ταπεινός και διά τούτο έλαβε και λαμβάνει τόση χάρη από τον Κύριος της Δόξης. Ο συμπαθής Άγιος να παρέχει ενί εκάστω, εν παντί και πάντοτε την πατρική και σωστική αντίληψίν του και βοήθειαν. Αμήν.
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Ιαν 20, 2013 11:10 am
από ΦΩΤΗΣ
Ο Βίος του Αγίου Νεκταρίου
Ο Αγιος Νεκτάριος γεννήθηκε στη Σηλυβρία της Θράκης το 1846. Γονείς του ήταν ο Δήμος και η Βασιλική Κεφαλά. Ήταν το πέμπτο αγόρι της οικογένειας και όταν τον βάφτισαν του έδωσαν το όνομα Αναστάσιος. Στην Σηλυβρία διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα, αλλά επειδή η οικογένειά του ήταν φτωχή, αποφάσισε να πάει στην Κωνσταντινούπολη όπου θα συνέχιζε τις σπουδές του, ενώ ταυτόχρονα θα εργαζόταν.
Πράγματι, σε ηλικία 14 ετών, πήγε στη Βασιλεύουσα όπου άρχισε να εργάζεται στο καπνεργοστάσιο ενός συγγενή του. Παρόλο που εργαζόταν, δεν τον πλήρωναν για την εργασία του κι έτσι ο Αγιος δυσκολευόταν να βρει ακόμα και να φάει. Οι δυσκολίες της ζωής, δεν τον εμπόδισαν, όμως, τα βράδια του να τα αφιερώνει στη μάθηση και να τα περνά διαβάζοντας βιβλία και εκκλησιαστικές μελέτες.
Κάποια στιγμή αποφάσισε να επισκεφθεί τους Αγίους Τόπους. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς τα εκεί, ξέσπασε μεγάλη θαλασσοταραχή και κινδύνεψε το πλοίο να βυθιστεί. Ο Αγιος Νεκτάριος βύθισε στη θάλασσα το Σταυρό, που κουβαλούσε πάντα μαζί του, και η θάλασσα αμέσως ημέρεψε. Ο Σταυρός όμως χάθηκε και ο Αγιος λυπήθηκε πολύ. Όταν το πλοίο, όμως, έφτασε σώο στον προορισμό του, ο Σταυρός βρέθηκε κολλημένος στα ύφαλα του πλοίου. Αυτό ήταν το πρώτο θαύμα που έκανε ο Αγιος Νεκτάριος εν ζωή. Το μετόχι του Παναγίου Τάφου προσέλαβε τον Αγιο και έτσι έμεινε εκεί ως την ηλικία των 20 ετών.
Όταν συμπλήρωσε το 20 έτος της ηλικίας του, πήγε στο χωριό Λιθί της Χίου. Εκεί δίδαξε γράμματα στα παιδιά του χωριού, επί 7 συνεχή έτη. Η επιθυμία του Αγίου ήταν να γίνει μοναχός. Κάνοντας πράξη την επιθυμία του, χρίστηκε μοναχός στη Νέα Μονή της Χίου. Στη Νέα Μονή μελέτησε εκτενώς τα συγγράμματα που βρίσκονταν στην βιβλιοθήκη της Μονής. Το 1877 χειροτονήθηκε Διάκονος στο ναό του Αγίου Μηνά και έλαβε το όνομα Νεκτάριος.
Με τη βοήθεια του Ιωάννη Χωρέμη (ευκατάστατου Χιώτη) και του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιου, ο Αγιος τελείωσε τις Γυμνασιακές του σπουδές στην Αθήνα και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αφού πήρε το πτυχίο του το 1885, πήγε στην Αλεξάνδρεια, όπου χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και εργάστηκε ως γραμματέας του Πατριαρχείου και ως Πατριαρχικός Επίτροπος στο Κάιρο. Το έτος 1889 χειροτονήθηκε στο Κάιρο, Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Ο Αγιος Νεκτάριος ασκούσε τα καθήκοντά του με ζήλο και αρετή. Η προσωπικότητά του όμως και οι δραστηριότητές του, προκάλεσαν το μίσος σε ανθρώπους που βρίσκονταν στο περιβάλλον του Πατριάρχη Σωφρόνιου. Αυτοί συκοφάντησαν τον Αγιο Νεκτάριο ότι εποφθαλμιούσε το αξίωμα του Πατριάρχη και κατάφεραν να εκδιωχθεί από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.
Ο Αγιος ήρθε στην Αθήνα, όπου για ένα έτος δεν έβρισκε εργασία και στερούνταν συχνά και το ίδιο το φαγητό. Ζήτησε από το Υπουργείο Παιδείας να τον διορίσει Ιεροκήρυκα όπου θεωρούσε το Υπουργείο σωστό. Τελικά διορίστηκε Ιεροκήρυκας στη Χαλκίδα. Κατά τη διάρκεια της θητείας του εκεί, αποκαλύφθηκε η συκοφαντία που είχε υποστεί στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.
Το 1894 ο Αγιος Νεκτάριος διορίστηκε Διευθυντής της Ριζαρίου Σχολής. Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο έχει τραβηχτεί στον περίβολο της Σχολής εκείνη την εποχή. Ο Αγιος διεύθυνε τη Σχολή με υποδειγματικό τρόπο και απεριόριστη αγάπη για τους σπουδαστές της. Όσο ήταν ακόμη διευθυντής στη Σχολή, αγόρασε ένα μικρό και παλαιό μοναστήρι στην Αίγινα. Με πολλούς κόπους κατάφερε να αναστηλώσει και να μεγαλώσει το μοναστήρι αυτό.
Το 1908, και αφού είχε διευθύνει την Ριζάριο για 14 συνεχή έτη, παραιτήθηκε από τη θέση του Διευθυντή για λόγους υγείας. Ο Αγιος Νεκτάριος συνέχισε τον βίο του στο μοναστήρι της Αίγινας. Ταπεινός και απλός όπως ήταν, λάμβανε στο μοναστήρι, μέρος σε κάθε ασχολία, βοηθώντας ακόμη και τους εργάτες στις εργασίες τους. Παράλληλα με τις ασχολίες του αυτές, μελετούσε βιβλία και συνέγραφε. Επιγραμματικά αναφέρουμε το έργο του «Περί του Σχίσματος», τριάντα Τριαδικούς ύμνους, εκατόν πενήντα τέσσερις ύμνους για την Θεοτόκο καθώς και πολλούς εκκλησιαστικούς λόγους.
Στη μονή έζησε ο Αγιος Νεκτάριος ως το 1920 που δημιουργήθηκε ένα πρόβλημα στον προστάτη του και αρρώστησε. Υποφέροντας από φρικτούς πόνους μεταφέρθηκε στο Αρεταίειο Νοσοκομείο Αθηνών. Στις 9 Νοεμβρίου του 1920 παρέδωσε το πνεύμα του σε ηλικία 74 ετών. Κατά τη διάρκεια της ζωής του όπως και μετά το πέρας αυτής, ο Αγιος έκανε πολλά θαύματα. Είναι ο νεότερος Αγιος της Εκκλησίας μας και η μνήμη του τιμάται στις 9 Νοεμβρίου.
http://www.agmarina.gr/
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Δευ Ιαν 21, 2013 8:35 pm
από ΦΩΤΗΣ
Ο Άγιος Νεκτάριος ο ''Υπάκουος'' της Λαύρας των Σπηλαίων(+29 Νοεμβρίου)
Ο Άγιος Νεκτάριος ασκήτεψε στην Λαύρα των Σπηλαίων τον 12ο αιώνα.Για την τελεία υπακοή του,τον ζήλο,την ταπεινοφροσύνη και την σιωπή του ονομάστηκε ''Υπάκουος''
Η μνήμη του τιμάται την δεύτερη Κυριακή των Νηστειών και στις 29 Νοεμβρίου
Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ
Δημοσιεύτηκε: Τρί Ιαν 22, 2013 9:12 am
από ΦΩΤΗΣ
Άγιος νεομάρτυς Ιωάννης(Ντεμίντωβ)+30 Ιουνίου 1944
Ο Άγιος μάρτυρας Ιωάννης γεννήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1907 στην περιοχή Μπογκορόντσκυ της Μόσχας και ήταν γιός ενός πλούσιου αγρότη του Ivan Demidov Pankratievich.
Το 1929 ο Ιωάννης κατατάχθηκε στον στρατό και υπηρέτησε σ'ένα σύνταγμα πυροβολικού στην περιοχή Ταμπώβ.Εκεί δεν κρυβει το γεγονός ότι είναι πιστός.Το γεγονός ότι φοράει σταυρό του προκαλεί πολλά προβλήματα.Γράφει σ'ένα γράμμα προς τον πατέρα του «Μου κάνουν ψυχολογικό πόλεμο και προσπαθούν να με δελεάσουν να βγάλω τον σταυρό μου.Εγώ όμως δεν πρόκειται ν'αρνηθώ την ορθόδοξη πίστη μου».
Συνελήφθη για μερικούς μήνες το 1933 και το 1935.Το 1937 τον βρίσκουμε να εργάζεται σ'έναν μύλο στην Ντρζνα.Οι κομμουνιστές τον συλλαμβάνουν επειδή καλούσε κρυφά κάποιους ιερείς για να λειτουργούν σε διάφορα σπίτια και κατέληξε στην φυλακή Νογκίνσκ.
Στις 11 Οκτωβρίου 1937 καταδικάστηκε σε 10 χρόνια εγκλεισμού σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας.Σε νέα δίκη τον Απρίλιο του 1942 υπερασπίστηκε με σθένος την πίστη του στον Θεό.
Πέθανε στις 30 Ιουνίου/13 Ιουλίου 1944.