Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Κείμενα και συμβουλές των Πατέρων και Μητέρων της Εκκλησίας μας, παλαιότερων και νεώτερων.

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΚΘ': ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΟΔΩΝ ΤΩΝ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙΝ ΤΩ ΘΕΩ ΠΟΙΟΥΣΩΝ
ΚΑΙ ΦΑΝΕΡΟΥΜΕΝΩΝ ΤΩι ΑΝΘΡΩΠΩι ΕΚ ΤΩΝ ΗΔΕΩΝ ΕΡΓΩΝ ΤΗΣ ΝΥΚΤΕΡΙΝΗΣ ΑΓΡΥΠΝΙΑΣ. ΚΑΙ ΟΤΙ ΟΙ ΕΝ ΤΗ ΔΙΑΓΩΓΗ ΤΑΥΤΗ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΜΕΛΙ ΤΡΕΦΟΝΤΑΙ ΠΑΣΑΣ ΤΑΣ ΗΜΕΡΑΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΑΥΤΩΝ
Μή νομίσης, ω άνθρωπε, ότι εν πάση τη εργασία των μοναχών έστι τις διαγωγή μείζων της αγρυπνίας της νυκτός. Αληθώς, αδελφέ, και μείζον εστί και αναγκαιότατον τω εγκρατεί. Εάν μη γένηται τω ασκητή σκορπισμός και ταραχή εν τοις σωματικοίς πράγμασι και εν τη μερίμνη των παρερχομένων, αλλά παρατηρήσηται εαυτόν από του κόσμου και φύλαξη εαυτόν μετά αγρυπνίας, τούτου ως δια πτε-ρύγων πέταται η διάνοια εν βραχεί καιρώ και υψωθήσεται προς την τερπνότητα του Θεού και την δόξαν αυτού ταχέως καταντήσει, και εν τη γνώσει τη υπέρ ανθρωπίνην έννοιαν νήχετα δια της ελαφρότητος και κουφότητος αυτής.
Μοναχόν διαμένοντα εν τη αγρυπνία μετά διακρίσεως νοός, τούτον μη ίδης ως σαρκοφόρον τάξεως γαρ αγγελικής ως αληθώς τούτο το έργον. Αδύνατον γαρ τους εν τη διαγωγή ταύτη διαπαντός πολιτευόμενους άνευ χαρισμάτων μεγάλων παρά Θεού αφεθήναι δια την νήψιν αυτών και εγρήγορσιν της καρδίας, και δια την εμμέριμνον διαγωγήν των λογισμών αυτών προς αυτόν. Ψυχή η εν τη διαγωγή ταύτης της αγρυπνίας κοπιώσα και διαπρέπουσα οφθαλμούς χερουβικούς έξει, του διαπαντός ατενίζειν και κατοπτεύειν την επουράνιον θεωρίαν.
Εγώ μέν οίμαι αδύνατον είναι, τον μετά γνώσεως και διακρίσεως εκλεξάμενον εαυτώ τούτον τον κόπον τον μέγαν και θείον και το βάρος τούτο προαιρησάμενον βαστάσαι, μη αγωνίσασθαι εν τούτω τω δεδοξασμένω μέρει, ω έξελέξατο, και εν ημέρα διαφυλάξαι εαυτόν από της ταραχής των συντυχιών και της των έργων μερίμνης, ίνα μη κενός γένηται από της επικαρπίας της θαυμαστής και της μεγάλης τρυφής, της προσδοκώμενης τρυγηθήναι εξ αυτής. Ο μέντοι αμελών τού¬του, θαρρώ λέγειν, ότι αγονεί τίνος χάριν κοπιά και του ύπνου απέχεται, και εν τη στιχολογία τη πολλή και τω μόχθω της γλώττης και τη ολονύκτω στάσει κακοπαθεί, μη έχων τον νουν αυτού εν τη ψαλμωδία αυτού και τη προσευχή, αλλ9 ως από συνήθειας αγόμενος κοπιά αδιακρίτως. Και ει μη ταύτα ούτως εστίν, ως έφην, πώς αν εστέρηται του θερίζειν από του διηνεκούς σπέρματος αυτού, του εν τω κοπώ, τάς μεγίστας ευεργεσίας και επικαρπίας; Εί γαρ αντί τούτων των φροντίδων εξησχόλει εαυτόν εις την ανάγνωσιν των θείων Γραφών, την ενδυναμούσαν τον νουν, και μάλιστα ούσαν αρδείαν της προσευχής και βοηθούσαν εις την αγρυπνίαν, και ταύτης μεν ομόζυγον, φως δε της διανοίας υπάρχουσαν, εύρεν αν αυτήν οδηγόν είς την ευθείαν τρίβον και σπερματικήν της ύλης της θεωρίας εν τη προσευχή, την δεσμεύουσαν τάς ενθυμήσεις από του μετεωρι¬σμού, του μη ρέμβεσθαι και νέμεσθαι εν τοίς ματαίοις και σπείρουσαν την μνήμην του Θεού εν τη ψυχή αδιαλείπτως και τάς οδούς των άγιων των ευαρεστησάντων αυτώ, την εμποιούσαν τον νουν κτήσασθαι λεπτότητα και σοφίαν, εύρεν αν πέπειρον τον καρπόν των τοιούτων εργασιών.
Τίνος ούν ένεκεν, ώ άνθρωπε, ούτως αδιακρίτως διοικείς τα κατά σεαυτόν; "Οτι νυκτός μεν παννύχιον στάσιν επιτελείς και καταπονείς σευατόν εν τε ψαλμωδίαις και υμνωδίαις
και δεήσεσι, βαρύ δε σοι και ου μικρόν φαίνεται, δια βραχυτάτης επιμελείας της ημέρας καταξιωθήναι της χάριτος του Θεού, χάριν της σης κακοπαθείας εν τοις ετέροις. Τίνος χάριν καταπονείς σεαυτόν και νυκτός μεν σπείρεις, ημέρας δε πετάζεις τον κόπον σου, και ευρίσκη άκαρπος και σκορπίζεις την εγρήγορσιν και νήψιν και θέρμην, ην εκτήσω, και απολύεις τον κόπον σου μάτην εν ταίς ταραχώδεσιν ομιλίαις των ανθρώπων και των πραγμάτων, άνευ τινός ευλόγου προφάσεως; Ει γαρ τη νυ¬κτερινή μελέτη ακόλουθον εποίεις την ημερινήν γεωργίαν και την θέρμην της καρδιακής ομιλίας, και μη διάστασιν εν τω μέσω ετίθεις, εν ολίγω καιρώ συμπλακήναι τω στηθεί του Ιησού είχες. Άλλ' εντεύθεν φανερόν εστίν, ότι αδιακρίτως πολιτεύη και ουκ οίδας τίνος χάριν χρή τους μοναχούς εγρηγορέναι.

Σύ μεν νομίζεις, ότι χάριν του κοπιάν σε και μόνον τέθεινται ταύτα και ου δι έτερον τι τικτόμενον εκ τούτων, ο δε καταξιωθείς υπό της χάριτος μαθείν, χάριν ποίας ελπίδος ανθίστανται οι αγωνισταί τω ύπνω και εκβιάζονται την φύσιν και δια της εγρηγόρσεως των σωμάτων αυτών και των ενθυ¬μήσεων προσφέρουσι τάς εντεύξεις αυτών καθ' εκάστην νύκτα, εκείνος επίσταται την δύναμιν, την γινομένην από της ημερινής
φυλακής καί οποίαν βοήθειαν δίδωσι τω νω εν τη ησυχία της νυκτός καί ποίαν εξουσίαν κατά των λογισμών λαμβάνει και ποίαν καθαρότητα και σύννοιαν, και πώς ο εσμός των αρετών αβιάστως και αμάχως αυτώ χαρίζεται και μετά ελευθερίας ποιεί εννοήσαι την ευγένειαν των λογισμών.

Εγώ δε λέγω, ότι, εάν το σώμα ατόνηση δια την ασθένειαν αυτού και μη δυνηθή νηστεύσαι, δύναται και μόνη τη αγρυπνία κτήσασθαι ο νους την κατάστασιν της ψυχής και δούναι τη καρδία νόησιν, του καταμαθείν την δύναμιν την πνευματικήν, μόνον εάν μη γένηται αυτώ αφανισμός εκ του πλατυσμού των ημερινών αιτιών.
Διό παρακαλώ σε τον εφιέμενον κτήσασθαι νουν νηφάλιον προς τον Θεόν και επίγνωσιν της καινής ζωής, εν πάση τη ζωή σου μη αμελήσης της αγρυπνίας την πολιτείαν διότι εξ αυτής ανοίγονται σου οι οφθαλμοί εις το ιδείν πάσαν την δόξαν της πολιτείας καί την δύναμιν της οδού της δικαιοσύνης.
Εάν δε γένηται σοι πάλιν, όπερ μη γένοιτο, λογισμός χαυνότητος καί εμφωλεύση σοι τυχόν εκ πείρας του αντιλή¬πτορος σου, του συνήθως σε παραχωρούντος αλλοιωθήναι εν τοις τοιούτοις, είτε εν θερμότητι είτε εν ψυχρότητι, ή εξ αιτίας τινός ή ασθενείας σώματος, ή δια το μη δύνασθαι σε υπομείναι τον κόπον της συνήθως παρά σου γινομένης πολλής ψαλ¬μωδίας και της ευτόνου ευχής καί της πολλής γονυκλισίας, α είωθες αεί εκτελείν, παρακαλώ σε εν αγάπη, εάν καταληφθής εκ τούτων καί μη δυνηθής αυτά διαπράξασθαι, καν καθήμενος γρηγόρησον και εν τη καρδία πρόσευξαι καί μη ύπνωσης, και
πάση μηχανή διεξάγαγε την νύκτα καθήμενος και διαλογιζόμενος εννοίας αγαθάς. Και μη σκλήρυνεις την καρδίαν σου και σκοτώσης αυτήν εν τω ύπνω, και πάλιν ήξει σοι δια της χάριτος η πρώτη εκείνη θέρμη και η ελαφρότης και η δύναμις, και σκιρτήσας χαρήση ευχάριστων τω Θεώ.
Η γαρ ψυχρότης και το τοιούτον βάρος, προς πείραν και δοκιμήν παραχωρείται τω ανθρώπω. Και εάν διεγείρη εαυ¬τόν μετά θερμότητος και εκτίναξη αυτά αφ' εαυτού μικρόν αναγκασθείς, τηνικαύτα πλησιάζει αυτώ η χάρις, ώσπερ ην, και έρχεται αυτώ άλλη δύναμις, έχουσα παν αγαθόν εν εαυτή κεκρυμμένον και τα είδη της αντιλήψεως. Και θαυμάσει εκπληττόμενος ο άνθρωπος, μνημονεύων του προτέρου βάρους και της επελθούσης ελαφρότητος και δυνάμεως, και την διαφοράν και ελαφρότητα εννοών, και πώς αιφνιδίως τοιαύτην εδέξατο αλλοίωσιν. Και έκτοτε σοφίζεται, ίνα, εάν επέλθη αυτώ τοιού¬τον βάρος, γνωρίσει αυτό εκ της πρώτης αυτού πείρας. Εάν γαρ εν τω πρώτω καιρώ μη αγωνίσηται ο άνθρωπος, ταύτην την πείραν ου δύναται κτήσασθαι. Οράς πόσον σοφίζεται ο άν¬θρωπος, όταν εξυπνίση εαυτόν μικρόν και υπομείνη εν τώ καιρώ του πολέμου; Μόνον ειμή η φύσις του σώματος εξησθένησε, και ουκ εστί συμφέρον πολεμήσαι την φύσιν εν μέντοι τοις λοιποίς καλόν εστί το αναγκάσαι τινά εαυτόν εν πάσι τοις ωφελούσιν αυτόν.
Η διηνεκής γούν ησυχία η μετά αναγνώσεως και η σύμμετρος των βρωμάτων μετάληψις και η αγρυπνία ταχέως την διάνοιαν εξυπνίζουσιν εις έκπληξιν των πραγμάτων, εάν μη γένηταί τις αιτία λύουσα την ησυχίαν. Αι έννοιαι αι κινούμεναι
τοίς ησυχάζουσιν αυτομάτως χωρίς σκέψεως ποιούσιν αμ¬φοτέρους τους οφθαλμούς δίκην κολομβήθρας βαπτισμού εν τοις χεομένοις δάκρυσι και τάς παρειάς βάπτουσι τω πλήθει εαυτών.
Όταν δι' εγκράτειας δαμασθή σου το σώμα και αγρυπνίας και τη προσοχή της ησυχίας και αισθάνη του σώματος σου τη οξύτητι του πάθους της πορνείας έξωθεν της φυσικής κινήσεως γινομένου, γίνωσκε ότι από λογισμών υπερηφανίας επειράθης. Και μίξον τη τροφή σου σποδόν και προσκόλλησον τη γη την σήν γαστέρα και εξερεύνησον τι ενενόησας και μάθε την αλλοίωσιν της φύσεως σου και τα παρά φύσιν σου έργα, και ίσως ελεήσει σε ο Θεός και εξαποστείλει σοι φως του μαθείν ταπεινωθήναι, ίνα μη αυξηθή η κακία σου.
Μη ούν παυσώμεθα αγωνιζόμενοι και σπουδάζοντες, έως αν εν ημίν μετάνοιαν ίδωμεν και εύρωμεν την ταπείνωσιν και επαναπαύσεται η καρδία ημών εν τω Θεώ.
Ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ Λ': ΠΕΡΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ ΘΕΟΥ ΕΝ Ωι ΚΑΙ ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΩΔΕΙΣ
H ευχαριστία του λαμβάνοντος ερεθίζει τον διδόντα του δούναι δωρήματα μείζονα των προτέρων.
Ο μη ευχαριστών επί τοις μικροτέροις, και επί τοις μείζοσι ψεύστης εστί και άδικος
Ο ασθενών και γινώσκων την αρρωστίαν αυτού, ζητείν οφείλει την ιατρείαν,ο δε ομολογών τον πόνον αυτού, εγ¬γίζει τη θεραπεία αυτού και ευκόλως ευρήσει αυτήν. Σκληρά καρδία πληθύνονται οι πόνοι αυτής και του αρρώστου του τω ιατρώ αντιτασσομένου η κόλασις αυτού περισσεύεται.
Ούκ έστιν αμαρτία ασυγχώρητος, εί μη ο αμετανόητος, ουδέ δώρημα διαμένει χωρίς προσθήκης, εί μη το στερούμενον ευχαριστίας. Του άφρονος το μέρος μικρόν εστίν εν οφθαλμοίς αυτού.
Μημόνευε αεί των υπερεχόντων σου τη αρετή, του ιδείν σεαυτόν λειπόμενον του μέτρου αυτών διαπαντός, και γενού κατανοών αεί τάς ισχυροτέρας θλίψεις των τεθλιμμένων και κεκακωμένων, όπως την προσήκουσαν ευχαριστίαν αποδώσης υπέρ των μικρών και ευτελών των παρά σοι ευρισκο¬μένων και δυνηθής μετά χαράς υπομείναι αυτάς.
Εν τω καιρώ της σης ήττης και χαυνότητος και οκνηρίας, δεδεμένος ων και κατεχόμενος υπό του εχθρού εν επιπονωτέρα ταλαιπωρία και μοχθηρώ έργω της αμαρτίας, εννόησον εν τη καρδία σου τον πρότερον καιρόν της σπουδής σου και πώς ήσθα φροντίζων έως και των λεπτότερων, και τον αγώνα όν επεδείκνυες, και πώς εν ζήλω ης κινούμενος εξ εναντίας των κωλύσαι θελόντων την οδοιπορίαν σου. Προς τούτοις δε λογίζου και τους στεναγμούς, ους υπέρ των ελαττωμάτων εστέναζες των προσγινομένων σοι εκ της αμελείας σου και πώς εν πάσι τούτοις τον στέφανον της νίκης ελάμβανες. Και γαρ εν ταίς τοιαύταις και τηλικαύταις μνήμαις εξυπνίζεται η ψυχή σου ως από βάθους και ενδύεται την φλόγα του ζήλου, και ως εκ νεκρών ανίσταται εκ του ποντισμού αυτής και ύψουται και στρέφεται εις την αρχαίαν τάξιν αυτής, δια θερμού αγώνος εξ εναντίας του διαβόλου και της αμαρτίας.
Μνήσθητι της πτώσεως των δυνατών, και ταπεινούσαι εν ταίς αρεταίς σου. Μνημόνευε των σκληρών παραπτωμά¬των των πάλαι παραπεσόντων και μεταγνόντων, και του ύψους και της τιμής, ης μετά ταύτα ηξιώθησαν, και λήψη θάρσος εν τη μετανοία σου.
Καταδίωξον σεαυτόν, και καταδιωχθήσεται ο εχθρός σου από της εγγύτητός σου. Ειρήνευσον εν σεαυτώ, και ειρη¬νεύσει σοι ο ουρανός και η γη.
Σπούδασον εισελθείν εις το ταμείον το ενδοθέν σου, και όψει το ταμείον το ουράνιον εν γαρ εστί τούτο κακείνο, και εν μιά εισόδω θεωρείς τα αμφότερα. Η κλίμαξ της βασιλείας εκείνης ενδοθέν σου εστί, κεκρυμμένη εν τη ψυχή σου. Βάπτισον σεαυτόν εν εαυτώ εκ της αμαρτίας, και ευρήσεις εκεί αναβάσεις, εν αίς αναβαίνειν δυνήση.
Η Γραφή ουκ εξηγήσατο ημίν, τι είσι τα πράγματα του μέλλοντος αιώνος, πώς δε την αίσθησιν της τρυφής αυτών δεξόμεθα εντεύθεν, δίχα της φυσικής αλλοιώσεως και της εξόδου του κόσμου τούτου, ευκόλως εδίδαξεν ημάς ει και εν ονόματι ποθεινών πραγμάτων και ενδόξων, των παρ ημίν ηδέων και έντιμων, έθηκεν ημίν, προς το ερεθίσαι ημάς εις τον πόθον αυτών, εν τω λέγειν, «ά οφθαλμός ουκ είδε, και ους ου ήκουσε», και τα εξής ανήγγειλε δε ημίν εν τούτω, ότι τα μέλλοντα αγαθά ακατάληπτα είσι και ουκ έχουσιν ομοιότητα τίνος των ενταύθα.
Η πνευματική τρυφή ουκ εστίν η χρεία των πραγματων των υποστατικώς έξωθεν της ψυχής των λαμβανόντων ευρι¬σκομένη. Ει δε μη, το «η βασιλεία των ουρανών ένδοθεν υμών εστί», και το, «ελθέτω η βασιλεία σου», λοιπόν, ύλην πράγματων αισθητών ημείς εκτησάμεθα ένδοθεν ημών προς αρραβώ¬να της τρυφής της εν αυτοίς. Αναγκαίον γαρ εστίν όμοιον είναιτο κτήμα τω αρραβώνι και το ολικόν τω μέρει. Και το «ως ενεσόπτρω», ει και ούχ υποστατικώς δεικνύει, αλλά πάντως κτήμα ομοιώσεως δήλοι. Εάν δε ως αληθής μαρτυρία των ερμηνευσάντων τάς Γραφάς, ότι αυτή η αίσθησις ενέργεια νοερά του αγίου Πνεύματος εστί, και αύτη λοιπόν μέρος εστίν εκείνου του όλου.
Φιλάρετος εστίν, ουχ ο ποιών τα καλά αγωνιστικώς, άλλ' ο υποδεχόμενος τα ακολουθούντα κακά μετά χαράς. Ουκ εστί μέγα το υπομείναι τίνα θλίψεις τάς υπέρ της αρετής, ως το μή απορήσαι τον νουν εν τη εκλογή του αγαθού θελήματος αυτού, εν τη κολακεία του γαργαλισμού.
Πάσα μεταμέλεια γινομένη μετά την του αυτεξουσίου αφαίρεσιν ούτε χαρά βρύει εν αυτή ούτε ψηφίζεται προς αμοιβήν των κτησαμένων αυτήν.
Σκέπασον τον πταίοντα, όταν ουκ έχης ζημίαν εξ αυτού, και αυτόν μεν θαρρείν παρασκευάζεις, σε δε βαστάζει το έλεος του Δεσπότου σου. Στήριξον τους ασθενείς και τους λελυπημένους τη καρδία τω λόγω και όσον η χειρ σου ευπορεί, και υποστηρίξει σε η δεξιά η βαστάζουσα τα πάντα. Γίνου κοινω¬νός μετά των τη καρδία λελυπημένων, εν τω πόνω της προσευχής και τη συνοχή της καρδίας σου, και ανοίγεται έμπρο¬σθεν των αιτημάτων σου πηγή ελέους.
Κοπίασον σεαυτόν εν ταίς λιταίς αεί ενώπιον του Θεού, εν καρδία βασταζούση λογισμόν καθαρόν, πεπληρωμένον κατανύξεως, και ο Θεός φυλάττει την διάνοιάν σου εκ των ακαθάρτων τε και ρυπαρών λογισμών, ίνα μη η οδός του Θεού ενυβρισθή εν σοι. Σχόλασον σεαυτόν διαπαντός εν τη μελέτη της αναγνώσεως των θείων Γραφών, εν ακριβεί κατανοήσει, ίνα μη προφάσει της αργίας του νου μολυνθή η όρασίς σου εν ακολάστοις αλλοτρίοις μολυσμοίς. Μη θέλησης πειράσαι την διάνοιάν σου εν ακολάστοις λογισμοίς ή προσώποις τοις πειραζουσί σε, ηνίκα νομίζεις μη ηττηθήναι ύπ' αυτών. Διότι οι σοφοί εν τούτω τρόπω εσκοτίσθησαν και εμωράνθησαν. Μη ταμιεύσης την φλόγα εν τω κόλπω σου άνευ ισχυρότερων θλίψε¬ων της σαρκός σου. Δύσκολον εστί την νεότητα χωρίς γυμνασίας δεσμευθήναι υπό τον ζυγόν του αγιασμού.
Η αρχή του σκοτασμού του νου (ηνίκα οράται το σημείον αυτού εν τη ψυχή) εν πρώτοις εις την όκνηρίαν της λειτουργίας και της προσευχής. Άλλη γαρ οδός της πλάνης της
ψυχής ουκ εστίν, ει μη πρώτον εκείθεν εκπέση ηνίκα γαρ βοηθείας του Θεού στερηθή, ευχερώς υποπίπτει εις τας χείρας των αντιπάλων αυτής. Και άλλο' όταν ή ψυχή πάλιν αμέριμνος γένηται εκ των της αρετής έργων, πάντως εις τα εναντία τού¬των διασύρεται. Ή μετάβασις εκ ποίου πλαγίου γίνεται, αρχή εστί του εξ εναντίας μέρους. Σύ πράξε τα της αρετής και τα τηςψυχής, και μη φροντίσης των ματαίων. Δείξον την ασθένειάν σου έμπροσθεν του Θεού διαπαντός, και ου μη δοκιμασθής υπό των αλλότριων, οπόταν μονωθής από του αντιλήπτορος σου.
Η πράξις του σταυρού διπλή εστί, και τούτο προς το διπλούν της φύσεως, το διαιρούμενον εις δύο μέρη. Και η μεν προς το υπομείναι τας θλίψεις της σαρκός, τας πληρουμένας τη ενεργεία του θυμικού μέρους της ψυχής, εστί, και καλείται πράξις, η δε εν τη λεπτή εργασία του νου και εν τη θεία ευ¬ρίσκεται αδολεσχία, έτι δε και εν τη διαμονή της προσευχής, και εις τα εξής, ήτις διαπράττεται εν τω επιθυμητικώ μέρει, και καλείται θεωρία. Και η μία μεν, ήγουν η πράξις, το παθητικόν μέρος της ψυχής καθαρίζει εν τη δυνάμει του ζήλου, η δ' άλλη την ενέργειαν της αγάπης της ψυχής, ήτις εστίν επιπόθησις φυσική, ήτις διυλίζει το νοητόν μέρος της ψυχής. Έκαστος ούν προ της τελείας γυμνασίας εν τω πρώτω μέρει διαβαίνων προς εκείνην την δευτέραν δια την ηδονήν αυτής ερωτικώς, ίνα μη λέγω εξ οκνηρίας, ή οργή επέρχεται αυτώ, δια το μη νεκρώσαι πρώτον τα μέλη αυτού τα επί της γης, τουτέστι το ιάσασθαι την ασθένειαν των λογισμών εν τη υπομονή της εργασίας της ύβρεως του σταυρού ετόλμησε γαρ του φαντασθήναι εν τω νοΐ αυτού την δόξαν του σταυρού. Τούτο δε εστί το ρηθέν υπό των αρχαίων αγίων ότι προ του ησυχάσαι τα αισθητήρια από της ασθενείας, ει βουληθή ο νους αναβήναι επί τον σταυρόν, η οργή του Θεού έρχεται επ ' αυτόν.
Η ανάβασις η επιφέρουσα την οργήν του σταυρού, ουχί τω πρώτω μέρει της υπομονής των θλίψεων, ήτις εστί σταύρωσις της σαρκός, αλλά το ανελθείν εις την θεωρίαν, ήτις εστί δεύτερον μέρος το μετά την ίασιν της ψυχής γινόμενον. Ούτινος η διάνοια μεμολυσμένη εν τοις της ατιμίας πάθεσι και τρέχει του φαντασθήναι εν τη διανοία αυτού τάς φαντασίας των λογισμών, επιτιμίω επιστομίζεται, δια το μη πρότερον καθαρεύσαι την διάνοιαν εν θλίψεσι και υποτάξαι τάς επιθυμίας της σαρκός, άλλ' εκ της ακοής των ώτων και του μέλανος των γραμμάτων έδραμε κατά πρόσωπον αυτού, του πορευθήναι εν οδώ πεπληρωμένη γνόφων και αυτός τυφλός τοις όμμασι. Και γαρ οι τη οράσει υγιαίνοντες και πεπληρωμένοι φωτός και κε¬κτημένοι οδηγούς της χάριτος, και αυτοί εκ κινδύνω εισί νυκτός και ημέρας, ηνίκα οι οφθαλμοί αυτών πεπληρωμένοι δακρύων και εν τη προσευχή και τω κλαυθμώ εξυπηρετώσιν όλην την ημέραν, καν τη νυκτί, δια την πτόησιν της οδοιπορίας και δια τους κρημνούς τους ισχυρότερους τους απαντώντας αυτοίς, και τα σχήματα της αληθείας τα ευρισκόμενα μεμιγμένα μετά των υποκρινομένων σχημάτων.
Τά του Θεού, φησίν, αφ' εαυτώ έρχονται, σου μη αισθανομένου. Ναι, αλλ9 εάν ο τόπος καθαρός και ου ρυπαρός. Εάν δε μη η κόρη του οφθαλμού της ψυχής σου καθαρά η, μη τολμήσης ατενίσαι εις την σφαίραν του ηλίου, ίνα μη στερηθής και αυτής της μικράς αυγής, ήτις εστίν η απλή πίστις και η ταπείνωσις και η εξομολόγησις η καρδιακή, και τα μικρά έργα τα κατά την δυναμίν σου, και απορριφήση εν ενί χώρω των νοη¬τών, ός εστί το εξώτερον σκότος, το έξωθεν του Θεού, τύπον φέρον του άδου, ως εκείνος ό αναισχυντήσας εισελθείν εις τον γάμον εν ρυπαροίς ιματίοις.
Εκ των καμάτων και της φυλακής βρύει η καθαρότης των λογισμών, και εκ της καθαρότητος των λογισμών το φως του φρονήματος, και εντεύθεν εκ της χάριτος οδηγείται ο νους εις εκείνο, εις όπερ ουκ έχουσιν εξουσίαν αι αισθήσεις ούτε διδάσκουσιν ούτε διδάσκονται.
Λόγισαι παρά σεαυτώ την αρετήν είναι σώμα, την δε θεωρίαν ψυχήν, τα δε αμφότερα είς άνθρωπος τέλειος εν Πνεύματι ηνωμένος, εκ δύο μερών, αισθητών και νοητών. Και ώσπερ αδύνατον, ίνα έλθη η ψυχή είς γένεσιν και γέννησιν χωρίς τελειότητας της διαπλάσεως του σώματος συν τοίς μέλεσιν αυτού, ούτως αδύνατον ελθείν την ψυχήν εις την θεωρίαν την δευτέραν, ήτις εστί Πνεύμα της αποκαλύψεως, η εικονιζό¬μενη εν τη γαστρί της μήτρας, της δεχόμενης την ύλην του πνευματικού σπέρματος, χωρίς τελειώσεως του έργου της αρετής, όπερ εστίν οίκος της διαγνώσεως, της δεχόμενης τάς απο¬καλύψεις Θεωρία εστίν αίσθησις των θείων μυστηρίων των κεκρυμμένων εν τοις πράγμασι και ταίς αιτίαις.
Όταν ακούσης απόστασιν του κόσμου η κατάληψιν η την καθαρότητα του κόσμου, εξ αρχής χρήζεις μαθείν και γνώναι ουκ ιδιωτικοίς, άλλ' εν ταίς εννοίαις ταίς νοηταίς, τι εστίν η επωνυμία του κόσμου και εκ πόσων διαφορών συνίσταται τούτο το όνομα, και τότε δυνήση γνώναι την ψυχήν σου, πόσον απέχει από του κόσμου, και πόσην μίξιν έχει προς τον κόσμον.
Κόσμος εστίν όνομα περιεκτικόν επιπίπτον επί τα είρημένα πάθη. Εάν γαρ μη πρώτον γνω ο άνθρωπος τι εστίν ο κόσμος, ουδέ φθάνει γνώναι εις πόσα μέλη απέχει από του κό¬σμου και εις πόσα δέδεται εν αυτώ. Πολλοί είσιν οίτινες εν δύο και τρισί μέλεσιν υπέστησαν εκ του κόσμου και εκώλυσαν εαυ¬τούς εξ αυτών και ενόμισαν εαυτούς ξένους είναι του κόσμου εν τη διαγωγή αυτών, δια το μη συνιέναι και ιδείν σοφώς, ότι εν δυσί μέλεσι τω κόσμω απέθανον, και τα λοιπά μέλη αυτών ζώσιν ένδοθεν του σώματος τω κόσμω. 'Όμως ουδέ εις τα πάθη αυτών ηδυνήθησαν αισθηθήναι, και ότι ουκ ησθήθησαν αυτών, ουδέ περί της θεραπείας αυτών εφρόντισαν.
Ο κόσμος λέγεται εκ της εξετάσεως της θεωρίας και σύστασις του περιεκτικού ονόματος του επιπίπτοντος επί τα πάθη τα μεμερισμένα. Και ότε θέλομεν ονομάσαι ολικώς τα πάθη, ονομάζομεν αυτά κόσμον. Και ότε θέλομεν αφορίσαι αυτά εις την διαίρεσιν των ονομάτων αυτών, πάθη ονομάζομεν αυτά.
Καί τα πάθη μέρη εισί του δρόμου της διαδρομής του κόσμου, και όπου λήγουσι τα πάθη, εκεί ο κόσμος έστη εκ της διαδοχής αυτού. Τα δε πάθη είσι ταύτα ο πόθος του πλού¬του, το συνάξαι πράγματα τίνα, η τρυφή του σώματος αφ' ης το πάθος της συζυγίας, ό πόθος της τιμής εξ ης ο φθόνος βρύει, η οικονομία της αρχής, η φυτίωσις της ευπρεπείας της εξουσίας, η κόσμησις και η περπερότης, η ανθρωπινή δόξα, ήτις εστίν αιτία της μνησικακίας, ο φόβος του σώματος.
Όπου ταύτα παύονται του δρόμου, εκεί απέθανεν ο κόσμος. Και καθ όσον εκεί τινά μέρη υπολιμπάνεται εκ τούτων, κατά τοσούτον έξω μένει ο κόσμος, αργών εκ της συστάσεως αυτού. Καθώς περί των αγίων έφη τις, ότι ότε έζων, ήσαν τεθνηκότες ζώντες γαρ τη σαρκί, ου σαρκικώς έζων. Και συ βλέπε εν ποίοις τούτων ζης, και τότε γνώση εν ποίοις μέρεσι ζης τω κόσμω, και όπως τέθνηκας.
Όταν μάθης τί εστίν ο κόσμος, εκ της διαφοράς τούτων μανθάνεις εν τίσι δέδεσαι εν τω κόσμω και εν τισί λέλυσαι εξ αυτού. Και ίνα συντόμως είπω, ο κόσμος εστίν η διαγω¬γή η σαρκική και το φρόνημα της σαρκός. Δια το απάραι δε εαυτόν τινα εκ τούτων γινώσκεται ότι εξήλθεν εκ του κόσμου. Και το απαλλοτριωθήναι εκ του κόσμου, εκ των δύο τούτων γινώσκεται, εκ της καλλίστης διαγωγής και εκ της διαφοράς των νοημάτων αυτού του νοός.
Λοιπόν εξ ων βλαστάνει εν τη διανοία σου περί των πραγμάτων, υπέρ ων μετεωρίζεται η διάνοια εν τοις νοήμασιν αυτοίς, και εκ τούτων φθάνεις το μέτρον της διαγωγής σου. εν ποίοις επιποθεί η φύσις χωρίς κόπου και ποία εισί βλαστήματα τα αδιάλειπτα και ποια είσι τα κινούμενα από του συμβεβηκότος και ει η διάνοια έλαβεν αίσθησιν την των νοημάτων παντελώς των ασωμάτων και εάν όλη υλικώς κινήται, και ταύτα τα υλικά, εμπαθή είσιν. Αι σφραγίδες γαρ της των έργων σωματώσεως, εν αίς φαντάζεται η διάνοια ακουσίως εν πάσιν οίς διαπράττεται, είσιν αι αρεταί. Και εξ αυτών χωρίς ασθε¬νείας λαμβάνει της θέρμης αιτίαν και της συναγωγής των λογι¬σμών εν τω αγαθώ σκοπώ του καμείν σωματικώς δια την γυμνασίαν αυτής, εάν ουκ εμπαθώς εργάζηται αυτά και, βλέπε, εάν ουκ αρρωστή η διάνοια εν τη απαντήσει των σφραγίδων των κρυπτών λογισμών, δια την φλόγα την κρείττονα την κατά Θεόν, ήτις συνήθης εστί του κόπτειν τάς μνήμας τάς ματαίας.
Ταύτα τα σημεία τα μικρά του κεφαλαίου τούτου αρκούσι τω ανθρώπω του φωτίσαι αυτόν, εάν ησυχάζη και η αφωρισμένος, αντί πολλών βιβλίων.Ούτω κραταιότερός εστίν εν τω ανθρώπω ο φόβος του σώματος, ώστε πολλάκις εκ των ενδόξων και εντίμων πραγμάτων μένειν άπρακτον εξ αυτού. Και ότε παρακύψει επί τω φόβω του σώματος ο φόβος της ψυχής, τότε εξασθενεί ο φόβος του σώματος από έμπροσθεν του φόβου της ψυχής, ως κηρός εκ της δυνάμεως της φλογός της εν αυτώ.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΑ': ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΝ ΗΣΥΧΙΑ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ
ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΟΥ ΝΟΟΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΤΙΝΟΣ ΕΧΕΙ ΤΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑΝ ΤΟΥ ΚΙΝΗΣΑΙ ΤΑΣ ΙΔΙΑΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΕΝ ΤΗι ΔΙΑΦΟΡΑι ΤΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΣΧΗΜΑΤΩΝ. ΚΑΙ ΤΙΣ Ο ΤΗι ΦΥΣΕΙ ΔΕΔΟΜΕΝΟΣ ΟΡΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΚΑΙ ΤΙΝΟΣ ΜΕΧΡΙ ΕΞΟΥΣΙΑΖΕΙΣ ΕΝ ΑΥΤΗι ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΟΝ ΔΙΑΒΑΙΝΟΥΣΗΣ ΟΡΟΝ, ΜΗ ΕΙΝΑΙ ΤΑΥΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗΝ, ΕΙ ΚΑΙ ΠΡΟΣΗΓΟΡΙΑι ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΛΕΓΕΤΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΥΜΕΝΟΝ

Δόξα τω εκχέοντι πλουσίως τάς εαυτού δωρεάς εν τοις ανθρώποις, ότι, σαρκικούς όντας, εποίησεν αυτούς λειτουργείν αυτώ εν τάξει των ασωμάτων φύσεων και κατηξίωσε την των χοικών φύσιν λαλήσαι περί τοιούτων μυστηρίων, και μάλιστα αμαρτωλούς, καθ' ημάς, τους μη όντας άξιους, μήτε ακούσαι τοιούτων λόγων, αλλά τη χάριτι αυτού διήνοιξε την πώρωσιν της καρδίας ημών, του κατανοήσαι εκ της θεωρίας των Γραφών και διδαχής των μεγάλων Πατέρων.
Ου γαρ ηξιώθην εξ οικείου αγώνος έχειν πείραν ενός εκ χιλίων, ων εν ταίς εμαίς χερσί διεθέμην, και μάλιστα εν τώδε τω συγγράμματι, όπερ μέλλω εκθέσθαι, προς ερεθισμόν και φωτισμόν των ψυχών ημών και των εντυγχανόντων αυτώ, ίσως αν εξυπνισθώσι προσεγγίσαι τη εργασία εξ επιθυμίας τούτου.
Άλλο εστίν η ηδονή της προσευχής και έτερον εστίν η θεωρία της προσευχής, τιμιωτέρα δε της πρώτης η δευτέρα,όσον ο τέλειος άνθρωπος του ατελούς παιδιού. Ενίοτε εφηδύνονται οι στίχοι εν τω στόματι και στιχολογία αναρίθμητος γίνεται ενός στίχου εν τη προσευχή, μη συγχωρούσα έπ' άλλον στίχον δραμείν και κόρον ουκ οίδεν.
Ενίοτε δε εκ της προσευχής τίκτεται θεωρία τις και την προσευχήν των χειλέων εκκόπτει και γίνεται εκείνος τη θεωρία σώμα άπνουν, εκπεπληγμένος. Το τοιούτον λέγομεν την της προσευχής θεωρίαν, και ουχί καθώς οι άφρονες λέγουσιν, είδος τίνος και μορφήν η σχήμα φαντασθέν
Και πάλιν εν τη θεωρία ταύτης της προσευχής μέτρον εστί και διάκρισις χαρισμάτων και μέχρι τούτου προσευχή εστί. Διότι ούπω διέβη η διάνοια, του μη είναι προσευχήν, όπερ εστίν υψηλότερον αυτής. Αι γαρ κινήσεις της γλώττης και της καρδίας εν προσευχή κλείδες είσι, τα μέντοι μετά ταύτα, είσοδος εις τα ταμεία. Παυσάσθω ενταύθα πάν στόμα και πάσα γλώσσα και καρδία, η των λογισμών ταμειουχος, και νους ο των αισθήσεων κυβερνήτης, και η διάνοια, το ταχυπετές όρνεον και αναιδέστατον, και πάσα τούτων μηχανή παυσάσθω. Κανταύθα μενέτωσαν οι ζητούντες, διότι παρέστη ο οικοδεσπότης.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΒ': ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Kαθώσπερ πάσα η δύναμις των νόμων και των εντολών των δοθεισών τοις ανθρώποις παρά Θεού μέχρι της καθαρότητας της καρδίας διορίζεται κατά τον λόγον των Πατέρων, ούτω και πάντες οι τρόποι και τα σχήματα της προσευχής, άτινα τω Θεώ προσεύχονται οι άνθρωποι, μέ¬χρι της καθαρας προσευχής διορίζονται. Οι τε γαρ στεναγμοί και οι γονυπετήσεις και αι καρδιακαί δεήσεις και οι γλυκύτατοι κλαυθμοί και πάντα τα εν τη προσευχή σχήματα, καθώς έφην, έως της καθαράς ευχής τον όρον κέκτηνται και εξουσίαν έχει κινείσθαι.
Από δε της καθαρότητος της προσευχής και μέχρι των ενδον, ηνίκα τον όρον τούτον διαβή, ουκ έτι έξει άδειαν ή διάνοια, ούτε εις προσευχήν ούτε εις κίνησιν ούτε κλαυθμούς ούτε εξουσίαν ούτε αυτεξουσιότητα ούτε δέησιν ούτε επιθυμίαν,ή τίνος ηδονήν των εν τώδε τω βίω ελπιζομένων ή των εν τω μέλλοντι αιώνι. Και δια τούτο μετά την καθαράν προσευχήν άλλη προσευχή ουκ εστί. Και πάσα ταύτης κίνησις και πάντα τα σχήματα έως ώδε τον νουν απάγουσι τη εξουσία της αυτεξουσιότητος δια τούτο άγων εν αυτή. Μετά δε τούτον τον όρον έκπληξις έσται τότε και ουχί προσευχή διότι πέπαυται τα της προσευχής, και θεωρία τις εστί, και ουχί προσευχήν προσεύχε¬ται ο νους.
Πας τρόπος προσευχής γινόμενος δια κινήσεων γίνεται, ηνίκα δε ο νους εισέλθη εις τάς πνευματικάς κινήσεις, εκεί προσευχήν ουκ έχει. Αλλο εστίν η προσευχή και άλλο η εν αυτή θεωρία, ει και εξ αλλήλων τάς αφορμάς λαμβάνουσιν. Εκείνη μεν γαρ σπόρος, αυτή δε δραγμάτων άρσις, ένθα θέα ανεκλαλήτω εξίσταται ο θερίζων, πώς εξ ελαχίστων και γυ¬μνών κόκκων, ων έσπειρε, τοιούτοι ανθηροί στάχυες ενώπιον αυτού εξαίφνης εβλάστησαν. Ούτος μένει εν τη ίδια γεωργία εκτός πάσης κινήσεως.
Διότι πάσα προσευχή γινομένη δέησις εστίν ή αίτησις ή ευχαριστία ή αίνεσις.Έξερεύνησον ει εστί μία τούτων ή τί¬νος αίτησις, όταν διαβή ο νους τον όρον τούτον και εισέλθη είς την χώραν εκείνην. Τον γαρ ειδότα την αλήθειαν εγώ ερωτώ διότι ου πάσιν αυτή η διάκρισις, άλλ' εκείνοις τοις θεαταίς και λειτουργοίς τούτου του πράγματος γεγενημένοις ή παιδευθείσιν υπό τοιούτων πατέρων και εκ των στομάτων αυτών την αλή¬θειαν δεδιδαγμένοις και εν ταύταις και ταίς τοιαύταις ζητήσεσι διαπεράσασι τον βίον αυτών.
Ωσπερ μόλις εκ μυριάδων ανθρώπων είς ευρίσκεται πληρώσας τάς εντολάς και τα νόμιμα μικρόν ενδεώς, και φθάσας είς την της ψυχής καθαρότητα, ούτως είς εκ χιλίων ευ¬ρίσκεται καταξιωθείς φθάσαι μετά πολλής παραφυλακής είς την καθαράν προσευχήν και διαρρήξαι τον όρον τούτον και τυχείν εκείνου του μυστηρίου. Διότι πολλοί της καθαράς προσευχής ουδαμώς ηξιώθησαν,αλλ΄ολίγοι. Προς δε το μυστήριον εκείνο και μετ' εκείνην, καίπερ αν ο φθάσας μόλις ευρίσκε¬ται γενεά και γενεά τη χάριτι τον Θεού.
Προσευχή εστί δέησις και φροντις και τίνος επιθυμία, ή λυτρώσεως των ενθάδε πειρασμών ή των μελλόντων ή επιθυμία της των Πατέρων κληρουχίας, δέησις δε δι' ης υπό Θεού βοηθείται άνθρωπος. Εντός τούτων των κινήσεων περιορίζονται αι της ψυχής κινήσεις.
Η μέντοι καθαρότης αυτής και η μη καθαρότης ούτως έχει.Όταν εν τω καιρώ, εν ω ευτρέπισται ο νους προσενέγκαι μίαν των κινήσεων αυτού, ων είπομεν, συμμιγή αυτω έν¬νοια τις ξένη ή ρεμβασμός εν τινι τότε ου καθαρά λέγεται εκείνη προσευχή. Διότι εκ των μη καθαρών ζώων ανήνεγκεν επί το θυσιαστήριον Κυρίου, όπερ εστίν η καρδία, το νοητόν Θεού θυσιαστήριον.
Εάν δε τις μνήμην άγη εκείνης της υπό των Πατέρων καλουμένης πνευματικής προσευχής και μη συνιών την δύναμιν των λογίων των Πατέρων και είποι, αυτή εκ των τηςπνευματικής προσευχής όρων εστίν, εγώ μεν οίμαι, ει προς τηντης κατανοήσεως έρευναν έλθη, βλασφημία έσται το λέγειν τινάτων κτισμάτων, ότι η πνευματική προσευχή όλως κλίνει. Ηγαρ κλίνουσα κάτωθεν εστί της πνευματικής, πάσα δε πνεύματική κινήσεως ηλευθέρωται. Και ει μετά καθαρότητας μόλις τις προσεύχεται, τι είπωμεν περί της πνευματικής;
Διότι έθος ην τοις αγίοις Πατράσι πάσας τάς άγαθάς κινήσεις και τάς πνευματικάς εργασίας τω της προσευχής ονόματι προσαγορεύειν. Ου μόνοις δε τούτοις, αλλά και πάσι τοις πεφωτισμένοις τη γνώσει, τάς καλάς εργασίας παραπλησίως τη προσευχή λογίζεσθαι είωθε, και τούτου φανερού όντος ότι έτερον εστί προσευχή και ετέρα εστί τα εκτελούμενα πρά¬γματα. Ενίοτε δε ταύτην την λεγομένην πνευματικήν προσευχήν, εν τισιν οδόν προσαγορεύουσι, και εν άλλοις γνώσιν, εν ετέροις δε οπτασίαν νοεράν. Οράς πώς διαλλάσσουσιν οι Πατέρες τάς
προσηγορίας εν τοις πνευματικοίς πράγμασιν; Αυτή γαρ η ακρί-βεια των ονομάτων τοις ενταύθα συνίσταται πράγμασιν, υγιές δε ή αληθινόν όνομα τοις του μέλλοντος αιώνος πράγμασιν ου-δαμώς, αλλά μία γνώσις απλή υπεράνω πάσης προσηγορίας και παντός στοιχείου και μορφής και χροιάς και σχήματος και συνθέτων ονομάτων. Δια τούτο, ηνίκα υψωθή η γνώσις της ψυχής εκ του ορατού κόσμου, ως βούλονται οι Πατέρες χρώνται τοις δηλωτικοίς αυτής, καθότι τα ονόματα αυτής εν ακριβεία ουδείς επίσταται. Άλλ', ίνα επιστηρίξωσιν αυτή τους ψυχικούς διαλογισμούς, προσηγορίαις χρώνται και παραβολαίς,κατά το λόγιον του εν αγίοις Διονυσίου ειπόντος, ότι εν παραβο¬λαίς και συλλαβαίς και ονόμασιν ενδεχομένοις, και ρήμασι χρώμεθα των αισθήσεων ένεκα. Ηνίκα δε τη ενεργεία του Πνεύματος κινηθή η ψυχή προς εκείνα τα θεία, περιττόν ημίν εστί τότε αι τε αισθήσεις και αι δι' αυτών ενέργειαι. 'Ώσπερ αί δυνάμεις της ψυχής της πνευματικής περιτταί εισιν, ηνίκα η ψυχή όμοια τη θεότητι κατασταθή τη ακαταλήπτω ενότητι και φωτισθή τη ακτίνι του υψηλού φωτός εν ταίς εαυτής κινήσεσι.
Λοιπόν, αδελφέ, πίστευε, ότι εξουσίαν έχει διακρίνειν ο νους τάς εαυτού κινήσεις, έως του τόπου της εν προσευχή καθαρότητος, όταν δε φθάση εκεί και μη στραφή εις τα οπίσω ή καταλείψη την προσευχήν, τότε γίνεται η προσευχή ώσπερ τις μεσίτις μεταξύ της ψυχικής και της πνευματικής. Όταν μεν κινηθή, εν τη ψυχική χώρα εστίν, όταν δε εις εκείνην την χώραν εισέλθη, παύεται της προσευχής.
Οι γαρ άγιοι εν τω μέλλοντι αιώνι ου προσευχή προσεύχονται, όταν ο νους αυτών καταποθή υπό του Πνεύματος, άλλα μετά καταπλήξεως εναυλίζονται εν τη ευφραινούση δόξη. Ούτω και εν ημίν ηνίκα αξιωθή ο νους αισθάνεσθαι της μελλούσης μακαριότητος, και εαυτού επιλανθάνεται και πάντων των ενθάδε και ουκ έτι έξει κίνησιν εν τισι.
Τούτου ένεκεν μετά πεποιθήσεως θαρρεί τις λέγειν, ότι πάσαν αρετήν γινομένην και πάσαν τάξιν προσευχής, είτε εν σώματι είτε εν διανοία, το αυτεξούσιον του θελήματος οδη¬γεί και κινεί, και αυτόν τον νουν τον όντα βασιλέα των παθών δια των αισθήσεων.Ηνίκα δε του Πνεύματος η διοίκησις και η οικονομία κυριεύει του νοός, του των αισθήσεων και λογισμών οικονόμου, αφαιρείται το αυτεξούσιον από της φύσεως, και οδηγία οδηγείται τότε και ούχ οδηγήσει. Και που τότε έσται η προσευχή, ηνίκα η φύσις μη ισχύη εξουσίαν έχειν καθ9 εαυτής, αλλ' ετέρα δυνάμει οδηγείται ένθα ου γινώσκει, ουδέ τάς κινήσεις της διανοίας κατορθώσαι δυνηθή εν οίς αν βούληται, άλλ' αιχμαλωσία κατακρατείται εν τη ώρα εκείνη και ύπ' αυ¬τής οδηγείται ένθα ουκ αισθάνεται; Άλλ' ουδέ θέλησιν έξει τηνικαύτα, ούτε ει εν σώματι εστίν ή έκτος του σώματος οίδε, κατά την της Γραφής μαρτυρίαν. Λοιπόν έσται άρα τω ούτως αιχμαλωτισθέντι και εαυτόν μη ειδότι προσευχή;
Δία τούτο μηδείς βλασφημείτω και λέγειν θαρρείτω, δυνατόν είναι προσεύχεσθαι την πνευματικήν προσευχήν. Ταύτη γαρ τη τόλμη καταχρώνται οι μετά αλαζονείας Προσευχόμενοι και ιδιώται τη γνώσει και εαυτοίς καταψεύδονται, ότι, όταν βούλωνται, προσεύχονται την πνευματικήν προσευχήν. Οι δε ταπεινόφρονες και νοήμονες συγκαταβαίνουσι μαθείν παρά των Πατέρων και γνώναι τους όρους της φύσεως, και ταύτη τη τόλμη τάς εαυτών διανοίας δούναι ουκ ανέχονται.
Ερώτησις. Και τίνος ένεκεν, επεί ουκ εστί προσευχή, τη της προσευχής επωνυμία προσαγορεύεται αυτή η ανεκλάλητος χάρις;
Άποκρισις. Το αίτιον ούτως είναι λέγομεν διότι εν τω καιρώ της προσευχής δίδοται τοις αξίοις και εκ της προσευχής έχει την αφορμήν. Καθότι ουκ εστί ταύτη τη επιδόξω τόπος επιφοιτήσεως, άλλ' η τον τοιούτον καιρόν κατά την των Πατέρων μαρτυρίαν. Δια τοι τούτο τη επωνυμία της προσευχής προσαγορεύεται, διότι εκ της προσευχής οδηγείται ο νους προς εκείνην την μακαριότητα, και δια το την προσευχήν ταύτης είναι αιτίαν και εν άλλοις καιροίς χώραν ουκ έχειν, ως δηλούσι τα συγγράμματα των Πατέρων. Είδομεν γαρ πολλούς των α¬γίων, ως και εν τοις βίοις αυτών εστίν, ισταμένους εις προσευχήν και αρπαγέντας τον νουν.
Αλλ' εάν τις ερώτηση, Τίνος χάριν εν τω καιρώ τούτω μόνον γίνονται ταύτα τα μεγάλα και ανεκλάλητα χαρίσματα;Ερούμεν Διότι εν τούτω τω καιρώ πλέον παντός καιρού ο άν¬θρωπος ηυτρεπισμένος και συνηγμένος τυγχάνει του προσέχειν τω Θεώ και επιθυμών και εκδεχόμενος παρ αυτού το έλεος. Και συντόμως ειπείν, καιρός εστί στάσεως της επί του βασιλέ¬ως πύλης εις το δέεσθαι. Και η αίτησις του δεομένου και παρακαλούντος εν τούτω τω καιρώ πρέπει δοθήναι. Ποιος γαρ άλ¬λος καιρός εστίν, εν ω ο άνθρωπος ηυτρεπισμένος και εν παραφυλακή τυγχάνει, ως ο καιρός εν ω προσεύχεσθαι μέλλει; Ή πρέπον εστίν ίσως εν τω καιρώ εν ω καθεύδει ή εργάζεται τι ή πεφυρμένος τον νουν γίνεται, τυχείν ενός των τοιούτων; Ιδού γαρ, ει και οι άγιοι καιρόν αργίας ου έχουσι, διότι εν πάση ώρα ησχολημένοι είσιν εν τοις πνευματικοίς, αλλ ούν εστίν όταν μη εν ετοιμασία της προσευχής ιστάμενοι ώσι πολλάκις γαρ ή μελετώσιν εν τισι των εν τη βίβλω ή εν τη θεωρία των κτισμά-των, μετά και των άλλων των όντων επωφελών.
Αλλ΄εν τω καιρώ της προσευχής, τω Θεώ μόνω προσέχει του νοός η θεωρία και προς αυτόν τείνει πάσας τας κινή¬σεις αυτού και δεήσεις εκ καρδίας μετά σπουδής και θέρμης δι¬ηνεκούς προσάγει αύτω. Και δια τούτο εν τούτω τω καιρώ, εν ω μονωτάτη φροντίς έγκειται τη ψυχή, πρέπον εστίν εξ αυτού βρύειν θείαν ευμένειαν. Ιδού γαρ βλέπομεν, ότι ηνίκα ό ιερεύς ευτρεπισθή και εις προσευχήν στη, εξευμενιζόμενος το θείον και δεόμενος και συνάγων τον νουν, τότε επιφοιτά το Πνεύμα το άγιον επί τω άρτω και τω οίνω τω επιτεθειμένω επί τω θυσιαστηρίω.
Καί τω Ζαχαρία δε εν τω καιρώ της προσευχής ώφθη ο Άγγελος και τον Ιωάννου τόκον προευηγγελίσατο. Ομοίως και τω Πέτρω επί τω δωματίω προσευχομένω εν τω καιρώ της έκτης ώρας ώφθη η οπτασία η οδηγήσασα έπι την των εθνών πρόσκλησιν, δια της κατενεχθείσης ουρανόθεν οθό¬νης και των εν αυτή ζώων. Και τω Κορνηλίω προσευχομένω ώφθη Άγγελος και είπεν αυτώ τα περί αυτού γεγραμμένα. Καί πάλιν Ίησού, τω υιώ Ναυή, επί πρόσωπον κεκυφότι εν προσ¬ευχή, ελάλησεν αυτώ ο Θεός. Καί πάλιν εκ του ιλαστηρίου του άνωθεν της κιβωτού, εξ ου ο ιερεύς εμυείτο θεόθεν τάς οπτασίας εκάστου των οφειλομένων εν τω καιρώ, εν ω ο αρ¬χιερεύς άπαξ του ενιαυτού εισήρχετο εν τω φρικώδει καιρώ της προσευχής, των φυλών πασών των υιών Ισραήλ συνηγμένων και εν τη εξωτέρη ισταμένω σκηνή εις προσευχήν, ηνίκα εισήρχετο ο αρχιερεύς εις τα άγια των άγιων και έρριπτεν εαυ¬τόν επί πρόσωπον, ήκουε των λογίων του Θεού δι' οπτασίας φοβέρας και ανεκλαλήτου. Ω τι φοβερόν εκείνο το μυστήριον, ό ελειτουργείτο εν εκείνω τω πράγματι! Ούτω και πασαι αι οπτασίαι αι εν τοις αγίοις φανείσαι εν τω καιρώ της ευχής γίνονται.ι
Ποίος γαρ καιρός έτερος άγιος και τω αγιασμώ πρέπων εν τη εισδοχή των χαρισμάτων, ως ο της προσευχής καιρός, εν ω συνδιαλέγεται τις τω Θεώ; Εν τούτω γαρ τω καιρώ, εν ω αι προς Θεόν λιταί και δεήσεις και αι μετ' αυτού συντυχίαι γίνονται, πάσας τάς κινήσεις και ενθυμήσεις πανταχόθεν μετά βίας συνάγει ο άνθρωπος και εν τω Θεώ μόνω διαλογίζεται και την καρδίαν αυτού εμπιπλαμένην εξ αυτού έχει, καντεύθεν συνίησι τα ακατάληπτα το γαρ Πνεύμα το άγιον κατά το μέτρον εκάστου κινείται εν αυτώ, και εξ ων τις προσεύχεται ύλην λαβών, κινείται εν αυτώ. 'Ώστε εν τη προσοχή ή προσευχή εκκόπτεται της κινήσεως και εν τη εκπλήξει καταπλήττεται και καταποθείται ο νους και της επιθυμίας του ίδιου αιτήματος επιλανθάνεται. Και εν βαθεία μέθη βαπτίζονται αι κινήσεις αυτού και ουκ εστίν εν τούτω τω κοσμώ, και τότε ουκ έσται εκεί διαφορά ψυχής ουδέ σώματος ούτε τινός μνήμη. Καθώς εφη ο θείος και μέγας Γρηγόριος
«Προσευχή εστί καθαρότης νοός, ήτις μόνη εκ του φωτός της αγίας Τριάδος μετ' εκπλήξεως τέμνεται».Οράς πώς τέμνεται η προσευχή δια της εκπλήξεως της κατανοήσεως εκείνων των εξ αυτής τικτομένων εν τω νοί, καθώς προέφην εν τη αρχή του συγγράμματος και εν άλλοις πολλοίς τόποις; Και πάλιν ο αυτός έχει.
«Καθαρότης νοός εστί μετεωροπορία των νοητών, ήτις αμιλλάται τη ουρανίω χροιά, έφ' η διαυγάζει εν τω καιρώ της προσευχής το φως της αγίας Τριάδος».
Ερώτησις. Και πότε αξιουταί τις ταύτης της χάριτος όλης;
Απόκρισις. Εν τω καιρώ της προσευχής, φησίν, όταν ο νους αποδύηται τον παλαιόν άνθρωπον και ενδύηται τον νέον της χάριτος, τότε την εαυτού καθαρότητα όψεται ομοίαν τη επουρανίω χροιά, ήτις Θεού τόπος υπό της γερουσίας των υιών Ισραήλ ωνόμασται, ηνίκα ώφθη αυτοίς εν τω όρει. Ουκούν, ως είπον, ουχί πνευματικήν προσευχήν δεί καλείν ταύτην την δωρε-άν την χάριν, αλλά τοκετόν της καθαράς προσευχής, της δια του αγίου Πνεύματος καταπεμπομένης. Τότε ο νους εκείσε υπεράνω της προσευχής γίνεται και εν τη ευρέσει της κρείττονος, η προσευχή καταλείπεται. Και τότε ου προσευχή προσεύχεται, αλλ9 εν εκστάσει γίνεται εν τοις ακαταλήπτοις πράγμασι, τοις υπερκειμένοις του των θνησκόντων κόσμου, και σεσίγηται εν αγνοία πάντων των ενθάδε. Αύτη εστίν η άγνοια, η υπέρτερα της γνώσεως, ήτις είρηται. Αύτη εστί περί ης είρηται, μακάριος ο καταλαβών την άγνοιαν, την της προσευχής αχώριστον, ης αξιωθείημεν χάριτι του μονογενούς Υιού του Θεού.
Ω πρέπει πασά δόξα, τιμή και προσκύνησις νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΓ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΤΩΝ ΕΞ ΑΝΑΓΚΗΣ ΖΗΤΟΥΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΗΝΕΚΟΥΣ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΠΟΑΥΜΕΡΩΣ ΩΦΕΛΟΥΜΕΝΩΝ, ΕΑΝ ΤΙΣ ΕΝ ΛΙΑΚΡΙΣΕΙ ΑΝΑΓΙΝΩΣΚΩΝ ΦΥΛΑΤΤΗι ΑΥΤΑ

Το βεβαιωθήναι τινα εν τη αιτήσει της ευχής αυτού εν τη ελπίδι του Θεού, τούτο μέρος άριστον της χάριτος της πίστεως. Βεβαίωσις δε της εις Θεόν πίστεως ουκ εστίν η υγεία της ομολογίας, ει και μήτηρ εστί της πίστεως, αλλά ψυχή η θεωρούσα την αλήθειαν του Θεού εκ της της πολιτείας δυνάμεως. Όταν εύρης εν ταίς αγίαις Γραφαίς την πίστιν μεμιγμένην ταίς πολιτείαις, ουχί περί της ορθής ομολογίας θήσεις την περί αυτής θεωρίαν. Ουδέποτε γαρ καταλαμβάνεται η πίστις, η παρέχουσα πληροφορίαν της ελπίδος, εκ των αβαπτίστων ή εκ των εφθαρμένων την διάνοιαν εκ της αληθείας. Πληροφορία γαρ της πίστεως αποκαλύπτεται τοις υψηλοίς εν τη ψυχή, κατά την αναλογίαν των τρόπων των προσεχόντων εις την δι Η διηνεκής μελέτη εν τη Γραφή το φως εστί της ψυχής. Αύτη γαρ ενσημαίνει τη ψυχή μνήμας ωφελίμους, του παραφυλάξασθαι εκ των παθών, του διαμένειν τε εν τω προς Θεόν πόθω, εν τη αγνεία της προσευχής, αλλά και κατευθύνει έμπροσθεν ημών οδόν ειρήνης των ιχνών των αγίων. Όμως μή διστάσης εις τάς ευχάς ημών των στίχων, ότε ουκ ακολουθεί αυταίς πολύ εξυπνισμός και κατάνυξις διηνεκής, ή εν ταίς ευχαίς ή εν τη αναγνώσει κατά πάσαν ώραν.
Λόγους από πείρας λεγομένους εξ ανάγκης δέχου, ει και ο λαλών αυτούς ιδιώτης εστί. Διότι οι θησαυροί των βασιλέων οι μεγάλοι των επί της γης ου καταφρονούσι δέξασθαι προσθήκην αβόλου απαιτητού και εκ των ρυάκων των μικρών πλημμυρούνται οι ποταμοί και μεγαλύνονται εν τη ρύσει αυτών.
Περι φυλακής μνημών
Εάν γαρ η μνήμη των αγαθών ανακαινίζη εν ημίν την αρετήν, όταν ταύτα διαλογιζώμεθα, δήλον ότι και η μνήμη της ακολασίας ανακαινίζει εν τη διάνοια ημών επιθυμίαν αισχράν, όταν αυτής μνημονεύσωμεν. Διότι η έκαστου τούτων μνήμη διαφοράν των πραγμάτων ενσημαίνει και διαγράφει εν τοις διαλογισμοίς ημών και δεικνύει ημών ώσπερ εν δακτύλω, ή των λογισμών ημών αισχρότητα ή το της πολιτείας της ημετέρας υψηλόν, και κραταιοί εν ημίν τους λογισμούς και τάς κινήσεις, ήτοι των δεξιών ή των αριστερών. Και γινόμεθα μελετώντες εν τω κρυπτώ της διανοίας ημών, και εικονίζεται ο μερισμός της πολιτείας ημών εν τη μελέτη της διανοίας ημών, ίνα εξ ανάγκης θεωρώμεν εαυτούς διαπαντός.
Λοιπόν, ουχί η μελέτη μόνη βλάπτει τον έχοντα αυτήν, αλλά συν αυτή και η θεωρία και η μνήμη πάλιν η ταύτα αναπληρούσα. Και ου μόνη η εργασία της αρετής βοηθεί τω τελειούντι αυτήν μεγάλως, αλλά καί η φαντασία της διανοίας, η εικονιζόμενη εκ της μνήμης των προσώπων των εργασαμένων αυτήν.
Καί εκ τούτου γνωστόν εστίν, ότι οι πλείστοι, οι την τάξιν της καθαρότητος φθάσαντες προς θεωρίαν τινών αγίων, αξιούνται εν τη θεωρία της νυκτός πάντοτε, και εν τη ημέρα κατά πάσαν ώραν ύλη αυτοίς χαράς εγγίνεται εν τη της διανοίας νοητή αδολεσχία η τούτων θεωρία σφραγισθέντων εν ταίς ψυχαίς αυτών. Και τούτου χάριν εν θερμότητι προσέρχονται τη εργασία των αρετών καί φλόξ περισσή εμπίπτει εν αυτοίς εις την επιθυμίαν αυτών.
Καί λέγουσιν ότι οι άγιοι άγγελοι λαμβάνουσι τα ομοιώματα τίνων αγίων, των τιμίων και αγαθών, καί δεικνύουσιν αυτά εν τη φαντασία του ύπνου τη ψυχή εν τω μετεωρισμώ των διαλογισμών αυτής, εις χαράν και περιποίησιν και αγαλλίαμα. Και εν ημέρα κινούσιν αυτά αεί εν τη των λογισμών αυτών θεωρία, και ελαφρύνεται η εργασία αυτής εκ της χαράς των αγίων.
Ούτω και εν τη συνεχεία των πολέμων. Ό έχων συνήθειαν μελετάν εν τοις κακοίς, υπό των δαιμόνων εν τη ομοιότητι ταύτη φαντάζεται. Λαμβάνουσι γαρ ομοίωσιν καί δεικνύουσι τη ψυχή φαντασίας πτοούσας αυτήν, πλέον εν τη μνήμη τη ημερινή εν τούτοις μεσάζοντες. Καί ποτέ μεν εν τη θεωρία ταύτη τη φοβερά, τη πτοούση την ψυχήν, ασθενείν αυτήν ποιουσι, ποτέ δε πάλιν δεικνύουσιν αυτή την δυσχέρειαν της πολιτείας, την εν τη ησυχία και τη μονώσει και έτερα τίνα.
Καί ημείς ούν, αδελφοί, περί του προσέχειν ταίς μνήμαις και τούτων τεκμαίρεσθαι την κατάστασιν της ψυχής, λάβωμεν άρτι το διακρίνειν αεί εν ταίς μνήμαις της μελέτης ημών, ποίαις ομιλούμεν αυτών και ποίαις αποδιώκομεν αφ' ημών ταχέως, όταν προσεγγίσωσι τω φρονήματι ημών, εάν ταίς εκ της προνοίας διαμονών των ριπτόντων την ύλην τοις πάθεσιν, είτε ταίς εκ της επιθυμίας και του θυμού, ή ταίς εκ των αγίων Αγγέλων των παρεχόντων το νεύμα της χαράς και της γνώσεως, τάς μνήμας τε τάς εν τοις λογισμοίς τάς εξυπνιζούσας ημάς εν τω προς ημάς αυτών πλησιασμώ, ή ταίς εκ των προλήψεων των προλαβουσών εν αισθήσει, εξ ων κινούνται εν τη ψυχή οι λογισμοί, οι αρπάζοντες εν τω μέρει τω ένι εξ αυτών. Την δε πείραν των δύο τούτων εν τη διαγνώσει της διακρίσεως κτησόμεθα, την θεωρίαν τε αυτών και την ομιλίαν
και την εργασίαν των έργων αυτών, και εκάστη εξ αυτών ακολουθείν ποιήσομεν ευχήν αφωρισμένην.
Περί διαφοράς της αγάπης
Η αγάπη, ή εκ τίνων γινομένη πραγμάτων, ως λαμπάς εστί μικρά εκ του ελαίου εκτρεφομένη, και ούτω συνίσταται το φως αυτής ή και ως χείμαρρος ρέων εκ του υετού, ούπερ η ρεύσις καταπαύεται, της συνιστώσης αυτόν ύλης λείψιν παθούσης. Η αγάπη δε, η τον Θεόν αίτιον έχουσα, ως πηγή εστί βρύουσα και ουδέποτε τα ρεύματα αυτής ανακόπτεται αυτός γαρ μόνος εστί της αγάπης πηγή και ανελλιπής η ύλη αυτής.
Πώς οφείλεις εύχεσθαι αρεμβάστως
Θέλεις τρυφήσαι εν τη στιχολογία της λειτουργίας σου και λαβείν αίσθησιν των λογίων του Πνεύματος των υπό σου λεγομένων; Τελείως την ποσότητα άφες και την γνώσιν των μέτρων των εν αυτοίς μή στήσης και τους στίχους ίνα λέγης ως εν τοις τρόποις της ευχής, και τον εκστηθισμόν τον συνήθη κατάλειψαι, και νόησον όπερ σοι λέγω. Και όπερ ιστορικώς είρηται, ως εν αναγνώσει τινός των υπό Θεού κυβερνωμένων, έστω η διάνοια σου θεωρούσα εν τη μελέτη αυτών, έως αν εις τάς κατανοήσεις αυτών τάς μεγάλας εξυπνισθή σου η ψυχή τη εκπλήξει της οικονομίας και εκ τούτου κινηθήναι ή είς δοξολογίαν ή είς λύπην επωφεληθή. Και ει τι εστίν είς ευχήν, καθ' εαυτού λάβε. Και όταν βεβαιωθή η διάνοια εν τούτοις, η σύγχυσις έκτοτε δίδωσι τόπον και απέρχεται.
Ούκ έστι γαρ εν τη εργασία τη δουλική ειρήνη της διανοίας, ουδέ εν τη ελευθερία των τέκνων σύγχυσις της ταραχής.¨Εθος γαρ έχει η σύγχυσις αφαιρείν την γεύσιν της συνέσεως και της κατανοήσεως και σκυλεύσαι τα νοήματα τα εν αυτοίς, καθάπερ βδέλλα η συμπίνουσα την ζωήν των σωμάτων εν τω αίματι των μελών αυτών. Και γαρ όχημα διαβόλου, ει δυνατόν, πρέπει ονομάζεσθαι την σύγχυσιν. Διότι ό Σατανάς κατά την ομοίωσιν του ηνιόχου έθος έχει επιβαίνειν τω νω και λαμβάνειν το άθροισμα μετ' αυτού των παθών και εισέρχεσθαι είς την ταλαίπωρον ψυχήν και καταποντίζειν αυτήν εν συγχύσει
Και τούτο δε εν διακρίσει νόησον. Μη γίνου εν τοις στίχοις της ψαλμωδίας σου ως παρ' άλλου δεχόμενος τους λόγους, ίνα μη οιηθής το έργον της μελέτης πληθύνειν αδιαλείπτως, και της κατανύξεως και της χαράς της εν αυτοίς παρέλθης τελείως αλλ' ως εξ εαυτού, ίνα λέγης τους λόγους σου εν τη δεήσει σου εν κατανύξει και κατανοήσει της διακρίσεως, ως ο συνιων το έργον αυτού αληθώς.
Σημείωσαι πόθεν τίκτεται η ακηδία και πόθεν ο μετεωρισμός
Η ακηδία εκ του μετεωρισμού της διανοίας, και ούτος εκ της των έργων αργίας και της αναγνώσεως και της ματαίας συντυχίας ή γίνεται, της γαστρός πεπληρωμένης.
Ότι ού δει αντιλέγειν τοις λογισμοίς, αλλά παραρριπτείν εαυτόν τω Θεώ
Ο μη αντιλέγων τοις εν ημίν υποσπειρομένοις υπό του εχθρού λογισμοίς, αλλά δια της προς τον Θεόν ικεσίας την προς αυτούς ομιλίαν εκόπτων, τούτο σημείον εστίν, ότι εύρεν ο νους σοφίαν παρά της χάριτος και εκ πολλών έργων ηλευθέρωσεν αυτόν η γνώσις αυτού η αληθινή. Και εν τη εύρεσει της συντόμου τρίβου, ην έφθασε, τον πολύν μετεωρισμόν της μακράς οδού εξέκοψε. Διότι ουκ εν παντί καιρώ έχομεν δύναμιν αντιλέγειν πάσι τοις λογισμοίς, τοις αντικειμένοις ημίν, ώστε παύσαι αυτούς, αλλά πολλάκις λαμβάνομεν πληγήν εξ αυτών, την μη θεραπευομένην εν πολλώ καιρώ. Εξ εναντίας γαρ τούτων των εχόντων εξακισχιλίους χρόνους εισφέρει εαυτόν δογματίσαι. Και γίνεται τούτο αυτοίς παρασκευή, εν η δυνήσονται πλήξαί σε υπέρμετρα της σοφίας σου και της φρονήσεώς σου. Αλλά και ότε νικήσεις αυτούς συ, ο ρύπος των λογισμών μολύνει την διάνοιάν σου και η οσμή της δυσωδίας αυτών πολλήν εναπομένει καιρόν τη οσφρήσει σου. Εν τω πρώτω δε τρόπω εκ τούτων απάντων μετά του φόβου γίνη ελεύθερος. Διότι ουκ έστι βοήθεια άλλη, ως ο Θεός.
Περί δακρύων
Τά δάκρυα τα εν τη ευχή σημείον εστί του ελέους του Θεού, ούπερ ηξιώθη η ψυχή εν τη εαυτής μετάνοια, και ότι προσεδέχθη και ήρξατο εισέρχεσθαι εις πεδιάδα της καθαρότητος εν τοις δάκρυσιν. Εάν γαρ μη αρθώσιν οι λογισμοί των παρερχομένων και ρίψωσιν εξ εαυτών την ελπίδα του κόσμου και κινηθή εξ αυτών η καταφρόνησις αυτού και άρξωνται αγαθά εφόδια της εξόδου αυτών παρασκευάζειν και άρξωνται εν τη ψυχή λογισμοί κινείσθαι των όντων εκείσε, ου δύνανται οι οφθαλμοί δακρύειν. Τα δάκρυα γαρ εκ της ακραιφνούς αδολεσχίας και αμετεωρίστου, των λογισμών τε των πολλών και συνεχών και ακλινώς γινομένων, και εκ μνήμης τινός λεπτού γινομένου εν τη διάνοια και λυπούντος την καρδίαν εκ της μνήμης αυτού. Και εκ τούτων τα δάκρυα πληθύνονται και επί πλέον αυξάνονται.
Περί εργόχειρου και φιλαργυρίας
Όταν στραφης εις το έργον των χειρών εν τη διαμονή της ησυχίας σου, μη θήσης την εντολήν των Πατέρων κάλυμμα της φιλαργυρίας σου. 'Έργον μικρόν έστω σοι χάριν της ακηδίας σου, το μη ταράσσον τον νουν. Εάν
σύνην τω έργω χρήσασθαι πλέον επιθυμής, γνώθι, ότι η ευχή ανωτέρα ταύτης εστίν εν τη τάξει αυτής. Εάν δε δια την χρείαν του σώματος σου, ει μη άπληστος η, αρκεί σοι εις πλήρωσιν της χρείας σου εκείνο, όπερ ο Θεός οικονομεί σοι. Ουδέ ποτέ γαρ αφήκεν ο Θεός τους εργάτας αυτού ενδεείς γενέσθαι των παρερχομένων. «Ζητείτε γαρ πρώτον», είπεν ο Κύριος, «την βασιλείαν του Θεού, και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν», προ του αιτήσασθαι υμάς.
Είπε γαρ τις των άγιων, ότι ουχί αύτη εστίν η τάξις της πολιτείας σου, του κορέσαι τους πεινώντας και γενέσθαιτο κελλίον σου ξενοδοχείον των ξένων. Αύτη γαρ η πολιτείατων κοσμικών εστί και μάλλον αυτοίς πρέπει ως καλόν, ουχίτοις αναχωρηταίς και ελευθέροις των ορωμένων και φυλάττουσι τον νουν αυτών εν τη προσευχή.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΔ': ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΩΝ ΚΑΙ ΕΤΕΡΟΙ ΛΟΓΟΙ
Μή ψηφίσης αργίαν την έκτασιν της ευχής της αμετεωρίστου, της συνηγμένης και μακράς, δια το καταλείψαί σε τους ψαλμούς. Πλέον δε της μελέτης της στιχολο¬γίας, τας μετανοίας εν τη προσευχή αγάπησον. Ότε δώσει σοι χείρα αύτη, τον τόπον της λειτουργίας αναπληροί, και ότε εν ' αυτή τη λειτουργία δοθή σοι το χάρισμα των δακρύων, μη ψήφισης την εν αύτοις τρυφήν αργίαν εξ αυτής. Πλήρωμα γαρ της ευχής η χάρις η των δακρύων.
Εν τω καιρώ, εν ω η διάνοια σου εσκορπισμένη εστί, πλέον της ευχής τη αναγνώσει έμμεινον. Ου πάσα δε γραφή ωφέλιμος, καθώς ερρέθη. Πολύ πλέον των έργων την ησυχίαν αγάπησον. Τίμησον την ανάγνωσιν, εί δυνατόν, κρείττον της στάσεως. Αύτη γαρ πηγή εστί της καθαράς ευχής. Μη ούν αμελήσης παντελώς, νήφε δε εκ του μετεωρισμού. Της γάρ πολιτείας ρίζα η ψαλμωδία. 'Όμως και τούτο γνώθι, ότι της στιχολογίας της μετά του μετεωρισμού, τα έργα του σώματος πλέον ωφελούσι, το δε λυπείσθαι κατά διάνοιαν, τον κόπον υπερβάλλει του σώματος.
Εν τω καιρώ της αμελείας νήφε και κίνησον μικρόν τον τον ζήλον μεγάλως γαρ εξυπνίζει την καρδίαν και διαθερμαίνει τα νοήματα της ψυχής. Εξ εναντίας της επιθυμίας εν τω της αμελείας καιρώ, τη φύσει ο θυμός βοηθεί λύει γαρ την ψυχρότητα της ψυχής. Εκ τούτων γαρ των αιτίων είωθεν έρχεσθαι καθ ημών η αμέλεια η εκ του βάρους της γαστρός ή εκ των πολλών έργων.
Η ευταξία της εργασίας το φως εστί επί του φρονήματος. Ουκ εστίν άλλο τι, ως η γνώσις. Πάσα ευχή ην προσφέ¬ρεις εν τη νυκτί, πασών των της ημέρας πράξεων έστω εν οφθαλμοίς σου τιμιωτέρα. Μη βαρύνης την γαστέρα σου, ίνα μη συγχυθή η διάνοια σου και έση τεταραγμένος εν τω μετεωρισμώ, όταν αναστής νυκτός και εκλυθώσι τα μέλη σου και αυ¬τός ευρέθης γυναικώδους πεπληρωμένος χαυνώσεως, ου μην δε, αλλά και η ψυχή σου εσκοτισμένη και τα νοήματα σου τεθολωμένα και ου δύνη συνάξαι αυτά παντελώς εν τη στιχολογία,δια την σκότωσιν, και μωραίνηται εν σοι η των πάντων γεύσις, και ου γλυκαίνηταί σοι η στιχολογία της ψαλμωδίας, ης δια της ελαφρότητος και λαμπρότητος της διανοίας ο νους είωθε γεύεσθαι μεθ' ηδονής της εν αυτή διαφοράς.
Όταν γαρ η ευταξία της νυκτός ταραχθη, τότε και εν τη ημερίνη εργασία γίνεται ο νους συγκεχυμένος, και εν σκοτώ¬σει διαπορευόμενος και εντρυφά. Επιπίπτει γαρ ως καταιγίς επί τα νοήματα, και εάν εις
ευχήν κινηθή και εάν είς μελέτην. Η ηδονή γαρ η εν ημέρα διδομένη τοις ασκηταίς εκ του φωτός της εργασίας της νυκτός βρύει επί τω νω τω καθαρώ.
Έκαστος άνθρωπος, ος ου έλαβε πείραν της ησυχίας της μακράς, μη προσδοκήση μαθείν εξ εαυτού τι πλέον εν τοις αγαθοίς της ασκήσεως, ει και μέγας εστί σοφός και διδά¬σκαλος, έχων πολλά κατορθώματα.
Παραφύλαξαι, μη επί πλέον εξασθένηση το σώμα σου, ίνα μη ενδυναμωθή κατά σου η αμέλεια και ψυχράνη την ψυχήν σου εκ της γεύσεως της εργασίας αυτής. Ως εν ζυγώ αρμό¬ζει σταθμίσαι έκαστον την εαυτού πολιτείαν. Εν τω καιρώ, εν ω κορέννυσαι, παραφύλαξαι ολίγον εκ της προς εαυτόν παρρη¬σίας. Εν σωφροσύνη έστω το κάθισμα σου και εν τη ώρα της χρείας σου. Μάλιστα δε γίνου σώφρων και καθαρός εν τη ώρα του ύπνου σου, και παρατετηρημένος, ου μόνον εν τω λογισμώ σου, αλλά και εν τοις μέλεσί σου. Φυλάττου εκ της οίήσεως εν τη ώρα των καλών αλλοιώσεων. Την ασθένειαν σου και την ιδιωτείαν σου προς την λεπτότητα αυτής της οιήσεως εν προ¬σευχή σπουδαίως δείξον τω Κυρίω, ίνα μη καταλειφθής πειραθήναι εν τοις αισχροίς. Η πορνεία γαρ ακολουθεί τη υπερηφανία και τη οιήσει η πλάνη.
Εν τοις έργοις των χειρών σου προς την χρείαν σου έργασαι, μάλλον δέ προς δεσμόν τον εν τη ησυχία σου. Μη ασθενήσης εν πεποιθήσει σου προς τον προνοητήν σου. Οικονομίαι γαρ θαυμαστοί γίνονται εν τοις οίκείοις αυτού. Διότι εν ερήμω αοικείτω οικονομεί τους εν πεποιθήσει αυτού καθήμε¬νους ουκ εν χερσίν ανθρώπων. Εάν επισκέψηταί σε ο Κύριος εν τοις σωματικοίς χωρίς έργον, ότε συ αγωνίζη εν τη επιμε¬λεία της ψυχής σου, κινείται τότε εν σοι και λογισμός εκ της μηχανής του διαβόλου, του φονευτού, ότι η αιτία της προνοίας ταύτης απάσης πάντως εκ σου εστί. Και τότε συνάμα τούτω τω λογισμώ παύεται εκ σου και η πρόνοια του Θεού, και αυτή τη ώρα βρύουσι κατά σου πλείστοι πειρασμοί, είτε εκ της αμε¬λείας του προνοητού είτε εκ των ανακαινισμών των πόνων και των νοσημάτων των κινουμένων εν τω σώματι σου. Ουκ εκ μόνης δε της κινήσεως του λογισμού αμελεί ο Θεός, αλλά και εκ του διαμείναι την διάνοιαν εν αυτή. Εκ της κινήσεως γαρ της ακουσίου ου παιδεύει και κρίνει ο Θεός τον άνθρωπον, ουδέ εάν προς ώραν συμφωνήσωμεν αύτη. Και εάν αύτη τη ώρα κεντήσωμεν το πάθος και η κατάνυξις φθάση ημάς, ου λογοθετεί ο Κύριος εις την τοιαύτην αμέλειαν ημάς, άλλ' εις εκείνην, ην η διάνοια αληθώς εδέξατο και ανεπαισθήτως προσβλέ¬πει αυτή και ως καθήκουσαν και ωφελούσαν εδέξατο αυτήν, και ουκ έλογίσατο αυτήν φροντίδα δεινήν.
Ημείς αεί τούτο προσευξώμεθα τω Κυρίω. Χρίστε το πλήρωμα της αληθείας άνατειλάτω η αλήθεια σου εν ταίς καρδίαις ημών και κατά το θέλημα σου γνώμεν πορευθήναι εν τη οδώ σου.
Ότε λογισμός τις πονηρός ενσπαρεί σοι, είτε τούτων των από μακράν όντων είτε των προλήψεων, και συνεχώς δεικνύει εαυτόν τω νοΐ, γνώθι αληθώς, ότι παγίδα κρύψει σοι άλλ' έξυπνίσθητι και νήφε εν καιρώ. Ει δε εστίν εκ τούτων των του μέρους των δεξιών και των αγαθών, γνώθι ότι τρόπον τινά ζωής θέλει ο Θεός δούναι σοι, και δια τούτο αεί έξωθεν του έθους κινείται εν σοι εάν δε σκοτεινός λογισμός ή και διστάζης εν αυτώ, ότι ου δύνη τηλαυγώς φθάσαι, εάν τε οικείος ή κλέπτης ή, ή άντιλήπτωρ ή ενεδρευτής, ος εν σχήματι αγαθώ εκρύβη, έν ευχή εκτενεί και οξυτάτη, νυκτός και ημέρας, εν αγρυπνία πολλή παρασκευασθώμεν κατ' αυτού. Μη ώθησης αυτόν, μηδέ συμφωνήσης αυτώ, άλλ' ευχήν εν σπουδή και θερμότητι ποίησον υπέρ αυτού. Και μη σιώπησεις επικαλέσασθαι τον Κύριον, και αυτός δεικνύει σοι αυτόν πόθεν εστίν.
Περί της σιωπής
Υπέρ πάντα την σιωπήν αγάπησον, ότι προσεγγίζει σοι προς καρπόν ή γλώσσα γαρ ασθενεί προς την εξήγησιν αυτού. Πρώτον μεν βιασώμεθα εαυτούς σιωπάν, και τότε εκ της σιωπής γεννάται ημίν τι οδηγούν ημάς εις αυτήν την σιωπήν. Δώη σοι ο Θεός αισθηθήναι τίνος γεννωμένου εκ της σιωπής. Εάν δε εν ταύτη τη πολιτεία άρξη, ουκ έπίσταμαι εγώ πόσον φως ανατελεί σοι εντεύθεν. Μη λογίση, ώ αδελφέ, ότι όπερ ερρέθη επί του θαυμάσιου εκείνου Αρσενίου, ότε παρέβαλον αυτώ οι πατέρες και οι αδελφοί οι ερχόμενοι του θεάσασθαι αυτόν, και εκαθέζετο μετ' αυτών σιωπών και εν τη σιωπή ην απολύων αυτούς, εν θελήματι μόνον τούτο έποίει, αλλ ' έπει εξ αρχής εις τούτο εαυτόν εβιάσατο.
Ηδονή τις τίκτεται εν τη καρδία εκ της γυμνασίας της εργασίας ταύτης μετά καιρόν και εν βία οδηγεί το σώμα τη ησυχία, και πλήθος δακρύων τίκτεται ημίν εν ταύτη τη πολιτεία. Και εν τη θεωρία τη θαυμαστή αισθάνεται τίνος εν αυταίς η καρδία διακριτικώς εν καιρώ μετά πόνου και εν καιρώ εκ του θαύματος. Σμικρύνεται γαρ η καρδία και γίνε¬ται ως νήπιον, και ότε άρξεται εν τη ευχή, προεπιρρέουσι τα δάκρυα.•
Μέγας εστίν άνθρωπος ο εν τη υπομονή των μελών εαυτού συνήθειαν κτώμενος θαυμαστήν έσω εν τη εαυτού ψυχή. Ότε πάντα τα έργα της πολιτείας ταύτης εις εν μέρος θήσεις και την σιωπήν εν άλλω, ευρίσκεις αυτήν υπερβάλλουσαν εν σταθμώ. Παραινέσεις εισί πολλαί των ανθρώπων ότε ηνίκα τη σιωπή τις προσεγγίσει, περισσή αυτώ η εργασία της φυλα¬κής αυτών. Και ευρίσκονται γενόμεναι περισσοί αι εργασίαι, και αυτός ευρίσκεται υπερυψωθείς αυτών, ότι τη τελειότητι προσήγγισε. Και γαρ βοήθεια εστί τη ησυχία.
Πως δε τούτο;Ότι αδύνατον, εν τη των πολλών κατασκηνώσει όντων ημών, μη απαντηθήναι ημάς υπό τίνος. Ουδέ γαρ ό ισάγγελος Αρσένιος, ος υπέρ απαντάς ηγάπησε την ησυχίαν, ηδυνήθη αποστήναι τούτων. Το γαρ συναντηθήναι ημάς υπό των πατέρων και των αδελφών των όντων μεθ' ημών και η απάντησις αυτών η απροσδοκήτως γινομένη και το απέρχεσθαι αυτόν εν τη εκκλησία ή αλλαχού, ταύτα πάντα ότε είδεν ό άνθρωπος εκείνος ό αξιομακάριστος, ότι ου δυνατόν εστίν αποστήναι τούτων, όσον εστί πλησίον της κατοικήσεως των ανθρώπων, ηνίκα δε ην πολλάκις, μη δυνάμενος μακρυνθήναι εν τόπω της εαυτού κατοικίας εκ του πλησιασμού των ανθρώπων και εκ των μοναστών των κατοικούντων εν εκείνοις τοις τόποις, τούτον τον τρόπον έμαθεν εκ της χάριτος, την διηνεκή σιωπήν. Και ει ποτέ εξ ανάγκης ήνοιγε την θύραν εαυτου τισιν αυτών, εν τη θεωρία αυτού μόνον ενηυφραίνοντο, η δε ομιλία του λόγου και η χρεία αυτού περιττή εγίνετο μεταξύ αυ¬τών.
Πολλοί των Πατέρων εν τη θεωρία ταύτη ήλθον εις κατάστασιν, εις το παραφυλάξασθαι εαυτούς, του λαβείν αυ¬τούς προσθήκην του πλούτου του πνευματικού εκ της μαθήσε¬ως, ης εδέξαντο εκ της θεωρίας του μακαρίου. Και τίνες εξ αυτών εν λίθω ή εν σχοινίω εδέσμουν εαυτούς, ή εν λιμώ έτηξαν εαυτούς, εν τω καιρώ, ηνίκα ήθελον προς τους ανθρώπους εξελθείν. Διότι η πείνα πολύ ωφελεί εις την συστολήν των αι¬σθήσεων.
Πολλούς Πατέρας εύρον, αδελφέ, μεγάλους και θαυμαστούς, πλείον των έργων εις την ευταξίαν των αισθήσε¬ων πρόνοιαν ποιούμενους και εις το ήθος του σώματος ότι εξ αυτών γεννάται η ευταξία των λογισμών. Αιτίαι πολλοί έξωθεν του θελήματος συναντώσι τω ανθρώπω και ποιούσιν αυτόν εξελθείν έξωθεν του όρου της ελευθερίας αυτού. Και ει μη ευρεθείη παραφυλαττόμενος εν τοις εαυτού αισθήσεσιν εν τη αδιαλείπτω συνηθεία, τη προηγησαμένη εν αυτώ, είχον ποιήσαι αυτόν εν πολλώ χρόνω μη ελθείν εις εαυτόν και ευρείν την πρώτην ειρηνικήν εαυτού κατάστασιν.
Προκοπή της καρδίας αδολεσχία εστίν εν τη εαυτής ελπίδι. Προκοπή της πολιτείας, η εκ πάντων λύσις. Η μνήμη του θανάτου δεσμός εστίν αγαθός των μελών των έξωθεν. Δέ¬λεαρ ψυχής εστίν η χαρά, η εκ της ελπίδος της εξανθούσης εν τη καρδία. Αύξησις της γνώσεως αι διηνεκεις δοκιμασίαι εισίν, άς εκ των δύο αλλοιώσεων λαμβάνει ο νους έσωθεν καθ' ήμέραν. Εάν γαρ και ακηδία ημίν κατά καιρόν εγγένηται δια την μόνωσιν (και τούτο ίσως οικονομικώς παραχωρείται γενέ¬σθαι), άλλ' έχομεν παράκλησιν της ελπίδος υπερβάλλουσαν τον λόγον της πίστεως, αν έχομεν εν ταίς καρδίαις ημών.
Και καλώς είπε τις των θεοφόρων, ότι ικανοί ό πόθος του Θεού τω πιστώ γενέσθαι παράκλησις και εν τη απώλεια της εαυτού ψυχής. Τι γαρ, φησί, βλάπτουσιν αι θλίψεις τον την τρυφήν και την ανάπαυσιν καταπεφρονημένας έχοντα δια τα μέλλοντα αγαθά;
Και τούτο δε, αδελφέ, παραγγέλλω σον έστω εν σοι αεί εκνικών ο της ελεημοσύνης σταθμός έως αν αίσθηθής εν εαυτώ εκείνου του ελέους, ου έχεις προς τον κόσμον. Ταύτα γαρ τα ημέτερα έσοπτρα γενέσθω, του ιδείν εν εαυτώ την ομοιότητα και τον τύπον τον αληθινόν, τον τη φύσει υπάρχοντα και τη ουσία εκείνη του Θεού. Εν τούτοις και τοιούτοις φωτι• σθώμεν κινηθήναι κατά Θεόν εν διαυγεί προαιρέσει. Καρδία απότομος και ανηλεής ουδέποτε καθαίρεται. Άνθρωπος ελεή¬μων ιατρός εστί της εαυτού ψυχής την σκότωσιν γαρ των παθών, ως εν πνεύματι βιαίω καταδιώκει εκ των ένδον εαυτού. Χρέος αγαθόν προς τον Θεόν τούτο εστί κατά τον ευαγγελικόν λόγον της ζωής.
Όταν προσέγγισης τη στρώμνη σου, ειπέ αυτή: στρωμνή, ίσως εν τη νυκτι ταύτη τάφος μοι γίνη και ου γινώσκω, μήπως αντί του προσκαίρου ύπνου, εκείνος ο αιώ¬νιος ο μέλλων εισέλθη εν εμοί εν ταύτη τη νυκτί.
Εν όσω ούν έχεις πόδας, δράμε οπίσω της εργασίας, προ του δεσμευθήναι εν εκείνω τω δεσμώ, τω μη ενδεχομένω πάλιν λυθήναι. Εν όσω έχεις δακτύλους, σταύρωσον εαυτόν εν προσευχή, προ του ελθείν τον θάνατον. Εν όσω έχεις οφθαλμούς, πλήρωσον αυτούς δακρύων, προ του σκεπασθήναι αυτούς υπό του κονιορτού. Καθάπερ γαρ το ρόδον, το ύπ' άνε¬μου εκπνεόμενον και μαραινόμενον, ούτως εσωθέν σου εν των στοιχείων των εν σοι, και αποθνήσκεις, θού εν τη καρδία σου του απελθείν, ώ άνθρωπε, εν τω λέγειν σε αεί, 'Ίδε έφθασε την θύραν ο απόστολος, ο ερχόμενος οπίσω μου. Τι κάθημαι; απο¬δημία εστίν αιώνιος, μη έχουσα πάλιν επάνοδον.

Ο αγαπών την ομιλίαν την μετά του Χριστού, αγαπά γενέσθαι μοναστικός, ο δε αγαπών υπολειφθήναι μετά των πολλών, ούτος φίλος του κόσμου τούτου. Εάν αγαπάς την μετάνοιαν, αγάπησον και την ησυχίαν. Έξωθεν γαρ της ησυχίας ου τελειούται η μετάνοια. Και εάν τις αντιλέγη εν τούτω, μη φιλονεικήσης μετ' αυτού. Εάν αγαπάς την ησυχίαν, την μητέρα της μετανοίας, αγάπησον εν ηδονή και την μικράν ζημίαν του σώματος και τάς βρυούσας μέμψεις και τάς αδικίας τάς υπέρ αυτής. Έκτος γαρ ταύτης της παρασκευής ζήσαι εν ησυχία μετ' ελευθερίας αταράχως ου δυνήση. Εάν δε τούτων καταφρό¬νησης, μέτοχος γενήση της ησυχίας κατά το θέλημα του Θεού και μένεις καθήμενος εν αυτή, ως θέλει ό Θεός.
Πόθος ησυχίας εστί προσδοκία διηνεκής του θανάτου. Ο εκτός ταύτης της μελέτης εισερχόμενος εν τη ησυχία, ου δύναται βαστάξαι άπερ οφείλομεν καρτερείν και βαστάζειν εκ παντός τρόπου.
Καί τούτο δε γνώθι, ώ διακριτικέ, ότι ουχί δια τα έργα τα περισσά των κανόνων, όπως ταύτα γε εργασώμεθα, την κατοίκησιν μοναστικώς μετά των ψυχών ημών και την ησυχίαν και τον εγκλεισμόν ποιούμεν. Γνώριμον γαρ εστίν, ότι μάλλον η μετά των πολλών κοινωνία χείρα παρέχει εις τούτο, δια την προθυμίαν του σώματος. Και ει ην αναγκαίον τούτο, ουκ ήσαν τίνες των πατέρων την συντυχίαν και την κοινωνίαν των ανθρώπων εάσαντες και άλλοι εν τάφοις οικήσαντες, τίνες δε τον εγκλεισμόν εκλεξάμενοι εν οίκω μοναστικώ, εν εκείνω μάλιστα το σώμα εκλύοντες και αφιέντες αυτό, μη δυνάμενον πληρώσαι τους κανόνας εαυτού, συν πάση ασθένεια και μοχθώ σωματικώ αλλά και τα βαρέα νοσήματα τα φθάνοντα αυτούς εν ηδονή υπέφερον εν πάση τη ζωή αυτών, εξ ων ούτε καν στήναι εν τοις ποσιν εαυτών ή την προσευχήν την συνήθη προσφέρειν ή δοξολογείν εν τω εαυτών ηδύναντο στόματι, άλλ' ουδέ ψαλμόν ούτε άλλο τι των εν σώματι τελουμένων εποίουν. Και ήρκεσεν αυτοίς μόνη η του σώματος ασθένεια και η ησυχία αντί πάντων των κανόνων, και ούτος ο τρόπος εν πάσαις ταίς ημέραις της ζωής αυτών. Και εν ταύτη πάση τη νομιζομένη αργία, ουδείς επεθύμησεν εξ αυτών καταλείψαι το κελλίον εαυ¬τού και δια την αργίαν της εργασίας των κανόνων αυτού έξω που περιάγειν ή εν ταίς εκκλησίαις ενευφραίνεσθαι ταίς φωναίς και ταίς λειτουργίαις των άλλων.
Ο αισθηθείς των εαυτού αμαρτιών κρείττων εστί του εγείροντος τους νεκρούς εν τη εαυτού προσευχή, όταν ευρεθή η κατοίκησις αυτού εν μέσω πολλών. Ό στενάζων μίαν ώραν υπέρ της ψυχής εαυτού, κρείττων εστί του ωφελούντος όλον τον κόσμον εν τη θεωρία εαυτού. Ό αξιωθείς ιδείν εαυτόν, αυτός κρείττων εστί του αξιωθέντος ιδείν τους Αγγέλους. Ούτος γαρ εν τοις σωματικοίς οφθαλμοίς κοινωνεί, εκείνος δε εν τοις οφθαλμοίς της ψυχής. Ό ακολουθών τω Χριστώ εν πενθεί μοναστικώ, ούτος κρείττων εστί του επαινούντος αυτόν εν ταίςσυναγωγαίς. Και μηδείς ενέγκη εις μέσον το του Αποστόλου, «το ανάθεμα είναι εγώ», φησίν, «ηυχόμην από του Χρίστου υπέρ των αδελφών μου». Τω γαρ λαβόντι την δύναμιν του Παύλου, και εκείνο ποιήσαι επιτάττεται. Παύλος δε εκ του Πνεύματος του εν εαυτώ ελαμβάνετο εις ωφέλειαν του κόσμου,καθώς αυτός εμαρτύρησεν. Ότι ουκ εν τω εαυτού θελήματι τούτο εποίει. «Ανάγκη γαρ μοι», φησίν, «εστί, και ουαί μοι εάν μη ευαγγελίζωμαι». Και η εκλογή του Παύλου, ου της εαυτού μετανοίας εθεώρει τον τρόπον, αλλά το εύαγγελίσασθαι τη ανθρωπότητι, και δύναμιν περισσήν ελαβεν.
Όμως την ησυχίαν αγαπήσωμεν ημείς, αδελφοί, έως αν νεκρωθή ο κόσμος εκ της καρδίας ημών. Και μνημονεύσωμεν του θανάτου αεί και εν τη τοιαύτη μελέτη προσεγγίσωμεν τω Θεώ εν τη καρδία ημών και καταφρονήσω μεν της ματαιότητος του κόσμου και περιφρονηθή η ηδονή αυτού εν τοις οφθαλμοίς ημών, και υπομείνωμεν εν ηδονή εν σώματι νοσηρώ την αργίαν την διηνεκή, την εν τη ησυχία, όπως αξιωθώμεν της τρυφής, μετά των εν σπηλαίοις και οπαίς της γης προσδοκώντων την αποκάλυψιν την επαινετήν του Κυρίου την εξ ουρανού. Ότι αυτώ και τω Πατρί αυτού και τω αγίω Πνεύματι η δόξα και η τιμή και το κράτος και η μεγαλοπρέπεια εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΕ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΑΤΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΟΙ ΨΥΧΙΚΟΙ ΕΝ ΤΗι ΓΝΩΣΕΙ ΠΕΡΙΒΛΕΠΟΥΣΙΝ ΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΤΙΝΑ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΠΑΧΥΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΔΥΝΑΤΑΙ ΥΨΩΘΗΝΑΙ Η ΔΙΑΝΟΙΑ ΕΚ ΤΑΥΤΗΣ. ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΣΤΙΝ Η ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΩΘΗΝΑΙ ΕΞ ΑΥΤΗΣ. ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΕΝ ΠΟΙΩι ΔΥΝΑΤΟΝ ΕΜΜΕΙΝΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΑΝ ΕΚΤΟΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΕΝ ΤΗι ΩΡΑι ΤΗΣ ΛΙΤΗΣ

Ευλογημένη η τιμή του Κυρίου, του ανοίγοντος θύραν έμπροσθεν ημών, ίνα μη σχώμεν αίτησιν, ει μη την εις αυτόν επιθυμίαν. Ούτω γαρ καταλιμπάνομεν και εις την καταδίωξιν αυτόν μόνον εξέρχεται η ψυχή, ως μη έχειν τινά μέριμναν κωλύουσαν αυτήν κατέναντι της θεωρίας εκείνης του Κυρίου. Καθ' όσον γαρ, αγαπητοί, αφίησιν η διά¬νοια την μέριμναν τούτων των ορατών και φροντίζει εν τη ελπίδι των μελλόντων κατά το μέτρον της υψώσεως αυτής εκ της μερίμνης του σώματος και της μελέτης αυτής εν εκείνη, κατά τοσούτον λεπτύνεται και γίνεται διαυγής εν τη ευχή. Και καθ' όσον ελευθερούται το σώμα εκ των δεσμών των πράγματων, κατά τοσούτον και η διάνοια. Και καθ όσον η διάνοια των δεσμών των φροντίδων ελευθερούται, κατά τοσούτον τηλαυγής γίνεται. Και καθ' όσον τηλαυγής γίνεται, λεπτύνεται και υψούται εκ των νοημάτων του αιώνος τούτου, τους βαστά¬ζοντος τους τρόπους της παχύτητος. Και τότε γινώσκει η διά¬νοια θεωρείν εν Θεώ κατ αυτόν, και ου καθώς ημείς.
Εάν γαρ μη πρώτον ο άνθρωπος της αποκαλύψεως άξιος γένηται, ου δύναται γνώναι αυτήν. Και εάν μη έλθεις καθαρότητα, ου δύναται είναι τα νοήματα τηλαυγή, του θεωρήσαι τα κρυπτά. Και έως αν ελευθερωθή εκ πάντων των ορατών των δρωμένων εν τη κτίσει αυτών, ουκ ελευθερούται εκ των νοημάτων των περί αυτών, ουδέ αργός γίνεται εκ των λο¬γισμών των σκοτεινών. Και ένθα η σκοτία και η πλοκή των λογισμών, και τα πάθη εκεί. Εάν γαρ μη ελευθερωθή ο άν¬θρωπος εκ τούτων, ων είπομεν, και των αίτιων αυτών, ου μη θεάσηται εν τοις κρυπτοίς η διάνοια.
Διά τούτο προ πάντων την ακτημοσύνην εκέλευσεν ο Κύριος κρατήσαι και αποστήναι της ταραχής του κόσμου και λυθήναι εκ της μερίμνης πάντων των ανθρώπων, «όστις», λέγων, «ουκ αποτάσσεται πάση τη ανθρωπότητι και πασι τοις εαυτού, και αρνείται εαυτόν, ου δύναται μου είναι μαθητής». Ίνα γαρ μη η διάνοια εν πασι βλάβη, εν θεωρία, εν ακοή, εν μερίμνη των πραγμάτων, εν αφανισμώ αυτών, εν αυξήσει αυ¬τών, εν ανθρώπω, και δια το δεσμήσαι αυτήν εν τη ελπίδι μόνη τη προς αυτόν, έτρεψε πάσαν μέριμναν των λογισμών και εν εαυτώ πάσαν μέριμναν εδέσμησε του φρονήματος εν τη λύσει πάντων, ίνα εκ τούτου ορεγώμεθα της ομιλίας αυτού εν τη δια¬μονή της μερίμνης ημών της περί αυτόν.

Αλλά και γυμνασίας πάλιν χρήζει η ευχή, ίνα δια του μακρού χρόνου του εν αυτή σοφισθή η διάνοια. Μετά γαρ την ακτημοσύνην την λύουσαν τα νοήματα ημών εκ των δε¬σμών, διαμονήν θέλει η ευχή. Ότι εκ της διαμονής του καιρού λαμβάνει η διάνοια την γυμνασίαν και γινώσκει αποδιώξαι τον λογισμόν απ' αυτής και μανθάνει εκ της πολλής πείρας άπερ παρ' άλλου δέξασθαι ου δύναται. Εκάστη γαρ πολιτεία γινομέ¬νη αύξησιν λαμβάνει εκ της πολιτείας της προ αυτής και τα προ αυτής ζητείται εις εύρεσιν των μετ' αυτήν. Την ευχήν, προλαμβάνει αναχώρησις, και αύτη η αναχώρησις, δια την ευχήν, και αύτη η ευχή, ίνα κτησώμεθα την αγάπην του Θεού, ότι εξ αυτής ευρίσκονται αι αιτίαι, ίνα αγαπήσωμεν τον Θεόν
Καί τούτο δε πρέπον γνώναι ημάς, αγαπητοί, ότι εκάστη ομιλία εν κρυπτώ γινομένη και πασά μέριμνα αγαθής διανοίας εν θεώ και πάσα των πνευματικών μελέτη εν τη ευχή ορίζεται και εν τω ονόματι της ευχής ψηφίζεται και έσωθεν τούτου συνάγεται του ονόματος. Είτε αναγνώσεων είποις δια¬φοράς, είτε φωνάς στόματος εις δοξολογίαν Θεού, είτε λυπηράν εν Κυρίω φροντίδα, είτε σώματος προσκυνήσεις, είτε ψαλμωδίαν στιχολογίας, είτε τα λοιπά άλλα, εξ ων η διδαχή επιγίνεται της ευχής της ειλικρινούς, εξ ης η αγάπη γεννάται του Θεού. Ή γαρ αγάπη εκ της ευχής, και η ευχή εκ της διαγωγής της αναχωρήσεως. Ταύτης δε της αναχωρήσεως εις τούτο χρήζομεν, εις το έχειν ημάς τόπον αδολεσχήσαι μόνους μετά του Θεού, της δε αναχωρήσεως προηγείται η του κόσμου αποταγή.
Ε αν γαρ ο άνθρωπος μη αποτάξηται τω κοσμώ πρώτον και ευκαιρήση εκ πάντων των αυτού, ου δύναται μονωθήναι. Και ούτω πάλιν της αποταγής του κόσμου προηγείται η υπομονή, και της υπομονής το μίσος του κόσμου, και του μισους του κόσμου ο φόβος και ο πόθος. Εάν γαρ μη εκφοβήση την διάνοιαν ο φόβος της γεέννης και εις έφεσιν των μακαρισμών ελθείν ο πόθος ποιήση, ου κινηθήσεται εν αυτώ το μίσος τούτου του κόσμου. Και εάν μη μισήση τον κόσμον, ούχ υπομέ¬νει εκτός είναι της αναπαύσεως αυτού. Και εάν μη προηγήσηται η υπομονή εν τη διανοία, ου δύναται εκλέξασθαι τόπον πεπληρωμένον αγριότητος και κενόν των εν αυτώ οικούντων. Και εάν μη εκλέξηται εαυτώ ζωήν αναχωρήσεως, ου δύναται διαμείναι εν τη ευχή. Και εάν μη μείνη αδολεσχών μετά του Θεού και διαμείνη εν τούτοις τοις διανοήμασι τοις μεμιγμένοις εν τη ευχή και εν τοις είδεσι της διδαχής, ης ειρήκαμεν, ου μη αισθανθή της αγάπης.
Λοιπόν η αγάπη του Θεού εκ της μετ' αυτού ομιλίας, η δε αδολεσχία και η μελέτη της ευχής δια της ησυχίας, και η ησυχία εν τη ακτημοσύνη, εν τη υπομονή και εν τώ μίσει τών επιθυμιών. Και το μίσος των επιθυμιών, εκ του φόβου της γεέννης και της των μακαρισμών προσδοκίας. Μισεί δε τάς επιθυμίας ο γινώσκων τον καρπόν τον εξ αυτών, τι ευτρεπίζει αυτώ και εκ ποίου μακαρισμού κωλύεται δι' αυτάς.
Ούτως εκάστη πολιτεία εν τη προ αυτής δεδεμένη εστί και εξ αυτής λαμβάνει προσθήκην και μεταβαίνει εις άλλην υψηλοτέραν αυτής. Και εάν μία εξ αυτής υπολείπηται, ου δύνα¬ται στήναι το οπίσω αυτής και οράσθαι. Ότι πάντα λύονται και απόλλυνται. Το δε πλέον τούτων, μέτρον εστί των λόγων.
Τω δε Θεώ ημών δόξα και μεγαλοπρέπεια εις τους αιώνας. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΣΤ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗ ΔΕΙΝ ΧΩΡΙΣ ΑΝΑΓΚΗΣ ΕΠΙΘΥΜΕΙΝ Ή ΕΠΙΖΗΤΕΙΝ ΣΗΜΕΡΑ ΤΙΝΑ ΦΑΝΕΡΑ ΕΧΕΙΝ ΕΝ ΤΑΙΣ ΧΕΡΣΙΝ ΗΜΩΝ
Εν παντί καιρώ, εν ώ ο Κύριος εγγύς εις αντίληψιν των εαυτού αγίων, χωρίς ανάγκης ου δεικνύει την δύναμινεαυτού φανερώς εν έργω τινι και σημείω αισθητώ, ίναμη μωρανθή η αντίληψις ημών και εις βλάβην παρασκευασθήημών. Και τούτο ποιεί, πρόνοιαν των αγίων ποιούμενος, θέλωνδείξαι αυτοίς, ότι ουδέ προς ώραν λήγει εξ αυτών η κρυπτή αυτού επιμέλεια, αλλ εν παντί πράγματι αφίησιν αυτούς κατά τηνεαυτών δύναμιν αγώνα ενδείξασθαι και εν τη προσευχή κοπιάσαι.
Ει δε εστί πράγμα νικών εκ της δυσκολίας αυτούς, όταν ασθενήσωσι και απολειφθώσιν εξ αυτού, δια το μη ικανήν είναι την φύσιν προς αυτό, τέλειοι αυτός κατά το μέγεθος του εαυτού κράτους, κατά το όφειλομενον και ως γινώσκει, ότι βοηθούνται.Και κατά το δυνατόν εν κρυπτώ ενισχύει αυτούς, Έως ου ενδυναμωθώσι κατέναντι της θλίψεως αυτών. Εν γνώσει γαρ τη δωρουμένη αυτοίς ύπ' αυτού ποιεί λυθήναι το πολύπλοκον της θλίψεως αυτών, και εν τη θεωρία αυτής εξυπνίζει αυτούς εις δοξολογίαν ωφελούσαν κατ' αμφότερους τους τρόπους. Ει δε φανερωθήναι το έργον δέεται και το πράγμα, τότε εξ ανάγκης ποιεί τούτο. Οι τρόποι αυτού σοφώτατοί εισι και εν τη ενδεία και ανάγκη διαρκούσι, και ούχ ως έτυχεν.
Ο χωρίς ανάγκης κατατολμών εν τούτω ή παρακαλών τον Θεόν και επιθυμών θαυμάσια και δυνάμεις γενέσθαι εν ταίς χερσιν αυτού, πειραζόμενος υπό το γελοιαστού ευρίσκεται δαίμονος εν τη διανοία αυτού καί καυχώμενος και ασθενών τη συνειδήσει αυτού. Εν τη θλίψει γαρ την βοήθειαν του Θεού αιτείσθαι ημάς δέον. Χωρίς ανάγκης πειράσαι τον Θεόν, κίνδυνος, και ουκ εστίν αληθεία δίκαιος ο εφιέμενος τούτου. Εκείνο δε, όπερ ο Κύριος ουκ ευδοκών εποίησε, τοις πολλοίς των αγίων ευρίσκεται, ο δε θέλων και επιθυμών τούτο εν τω εαυτού θελήματι, μη ούσης ανάγκης, πτώμα πίπτει εκ της φυλακής και ολισθαίνει εκ της γνώσεως της αληθείας. Εάν γαρ εν τούτω εισακουσθη ο αιτών, καθώς κατατολμά προς τον Θεόν, ευρίσκει εν αυτώ τόπον ο πονηρός και εις μείζονα τούτων με-ταφέρει αυτόν. Οι γαρ αληθινοί δίκαιοι ου μόνον ουκ επιθυμούσι τούτων, αλλά και διδομένων αυτοίς αποστρέφονται. Καί ου μόνον εν τοις ανθρώπων οφθαλμοίς τούτο ου θέλουσιν, αλλά και κρυπτώς εν εαυτοίς.
Ιδού γαρ τις των πατέρων των αγίων, εκ της καθαρότητος εαυτού, έλαβε προς της χάριτος χάρισμα του προγινώσκειν τους ερχόμενους προς αυτόν, και ητήσατο τον Θεόν, ευχόμενων και άλλων αγίων, δεηθέντων προς τούτο παρά του γέροντος, Όπως ληφθείη το χάρισμα απ αυτού. Ει δε τίνες εξ αυτών εδέξαντο χαρίσματα, εξ ανάγκης εδέξαντο ή εξ απλότητος αυτών. Εν τοις λοιποίς δε το νεύμα το θείον ουκ εκίνει, αλλ ' ουχ ως έτυχε παντελώς.
Ο μακάριος εκείνος ο Αμμούν ο άγιος, ότε απήλθε προς τον ασπασμόν του αγίου Μεγάλου Αντωνίου και επλανήθη την οδόν, βλέπε τι είπε προς τον Θεόν, και πάλιν, τι εποίησεν αυτώ ο Θεός. Και μνήσθητι και του αββά Μακαρίου και των λοιπών. Οι δίκαιοι οι αληθινοί αεί τούτο λογίζονται εν εαυτοίς ότι ουκ εισίν άξιοι του Θεού. Και εν τούτω δοκιμάζονται, ότι αληθινοί εισίν, ότι ταλαίπωρους έχουσιν εαυτούς και ουκ εισίν άξιοι της επιμελείας αυτού και τούτο εξομολογούνται κρυπτώς και φανερώς και τούτο σοφίζονται εκ του αγίου Πνεύματος, ίνα μη απολειφθώσιν εκ της πρεπούσης αυτοίς φροντίδος και του εργάσασθαι όσον εισίν εν τη ζωή ταύτη. Τον καιρόν δε της αναπαύσεως εν τω μέλλοντι αιώνι ετήρησε, και οι έχοντες εν εαυτοίς τον Κύριον οικούντα, δια τούτο ουκ επιθυμούσιν είναι εν αναπαύσει και απαλλαγήναι των θλίψεων, εί και παράκλησις κατά καιρόν αυτοίς δίδοται εν τοις πνευματικοίς μυστικώς.
Καί ουκ εστίν αύτη η αρετή, ίνα όταν φθάση αυτήν ο άνθρωπος, απολειφθείη της μερίμνης και του κόπου αυτής, αλλά τούτο εστί το σκήνωμα του Πνεύματος, όπως αεί υποτάσσειν εαυτόν βιάζηται, εί και τρόπος εστί ποιήσαι το πράγμα εν αναπαύσει ότι τούτο του Πνεύματος θέλημα εν οίς κατοικεί, μη τη οκνηρία ενεθίζειν αυτούς, αλλ ' ουδέ την ανάπαυσιν ζητείν προτρέπεται αυτούς, αλλά μάλλον τη εργασία και ταίς περισσαίς εκδούναι εαυτούς θλίψεσι. Και εν τοις πειρασμοίς κρατύνει αυτούς και τη σοφία προσεγγίσαι ποιεί. Τούτο το θέλημα του Πνεύματος, ίνα εν κόποις γενώνται οι αγαπητοί αυτού.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΖ΄: ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΓΓΙΣΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΖΩΝΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ ΤΑΣ ΗΜΕΡΑΣ
Γέρων τις έγραψεν εις τα τείχη του κελλίου αυτού λόγους και εννοίας πολυτρόπους και ηρωτήθη, τι εστί ταύτα;Και είπεν
Ούτοι εισίν οι λογισμοί της δικαιοσύνης, οι ερχόμενοι υπό του Αγγέλου του παραμένοντος μοι, και οι διαλογισμοί της φύσεως οι ευθείς, οι κινούμενοι εν εμοί. Και διαγράφω αυτούς εν τω καιρώ αυτών της κινήσεως, όπως εν τω καιρώ της σκοτώσεώς μου αδολεσχήσω εν αυτοίς και λυτρώσωνταί με της πλάνης.

Άλλος γέρων μακαριζόμενος υπό των εαυτού λογισμών, ότι,
Αντί του παρερχομένου κόσμου ηξιώθης της μη αφανιζομένης ελπίδος, Άπεκρίθη ο γέρων
Ακμήν εν όσω ειμί εν τη οδώ, μάτην επαινείτε με. Ακμήν ουκ ετελείωσα την οδόν.
Εάν ποίησης αρετήν καλήν και μη αισθανθής της γνώσεως της αντιλήψεως αυτής, μη θαυμάσης. 'Έως γαρ αν ταπεινωθή ο άνθρωπος, ου λαμβάνει τον μισθόν της εαυτού έργασίας, η δε αμοιβή ου τη εργασία δίδοται, αλλά τη ταπεινώσει. Ό αδικών την δευτέραν, την πρώτην απόλλυσιν. Ό προλαβών και λαβών την αμοιβήν των αγαθών, ούτος υπερέχει τον έχοντα την εργασίαν της αρετής. Ή αρετή μήτηρ της λύπης εστί και εκ της λύπης γεννάται η ταπείνωσις και τη ταπεινώσει δίδοται η χάρις. Λοιπόν η άνταπόδοσις ου τη αρετή ουδέ τω υπέρ αυτής πονώ, αλλά τη τικτομένη εξ αυτών ταπεινώσει εστίν. Εάν δε αυτή υστερηθή, τα πρώτα ματαίως γίνονται.
Η εργασία της αρετής, η φυλακή των εντολών εστί του Κυρίου. Η περίσσεια της εργασίας, αύτη εστίν η αγαθή κατασκευή της διανοίας, ήτις συνίσταται εκ της ταπεινοφροσύνης και εκ της φυλακής. Όταν η των πρώτων δύναμις υστερηθή, αυτή άντ' αυτών αποδεκτός γίνεται. Ό Χριστός δε ου την εργασίαν των εντολών, αλλά την διόρθωσιν απαιτεί της ψυχής, δι' ην τάς εντολάς τοις νομικοίς ενομοθέτησε. Το μεν σώμα εργάζεται εν τοις δεξιοίς και τοις αριστεροίς επίσης, η δε διάνοια, καθώς θέλει, η δικαιούται ή πλημμελεί.Εστίν ο εν τοις πράγμασι τοις αριστεροίς εργαζόμενος την ζωήν εν τη σοφία του Θεού, και εστίν ο την αμαρτίαν πραγματευόμενος ως εν προσώπω των θεϊκών.
Τα ελαττώματα εν τισι τοις φυλάττουσιν εαυτούς φύλακες εισί της δικαιοσύνης. Χάρισμα άνευ πειρασμών, απώλεια των δεχόμενων αυτό εστίν. Εάν εργάζη αγαθόν ενώπιον του Θεού και δω σοι χάρισμα, πείσον αυτόν δούναι σοι επίγνωσιν,πώς αρμόζει σοι ταπεινωθήναι ή στήσαί σοι φρουρόν υπέρ αυτού ή λαβείν αυτό από σου, ίνα μη πρόξενος απώλειας σοι γένηται. Ου πάντων γαρ εστί το φυλάξαι τον πλουτον εκτός βλάβης.
ψυχή η λαβούσα μέριμναν της αρετής και εν ακριβεία και φόβω ζώσα Θεού, ου δύναται είναι χωρίς λύπης καθ ημέραν. Διότι συμπεπλεγμένας έχουσιν αι αρεταί τάς λύπας εν αυταίς. Ό εξερχόμενος εκ των θλίψεων, πάντως και της αρετής αδιστάκτως χωρίζεται. Εάν επιθυμής την αρετήν, παράδος εαυτόν εις πάσαν θλίψιν. Αι γαρ θλίψεις γεννώσι την ταπείνωσιν. Ου θέλει ο Θεός την ψυχήν είναι δίχα μερίμνης, και ο θέλων αμεριμνείν, έξωθεν του θελήματος ευρίσεται του Θεού, εν τω εαυτού φρονήματι. Μέριμναν δε ου την περί των σωματικών λέγομεν, αλλά την περί των καταπονούντων, των ακολουθούντων τοις έργοις τοις αγαθοίς. Εως εάν φθάσωμεν την αληθινήν γνώσιν, ήτις εστίν η αποκάλυψις των μυστηρίων, εν πειρασμοίς προσεγγίζομεν τη ταπεινώσει. Τω άνευ θλίψεως εν τη εαυτού αρετή εύρισκομένω, θύρα υπερηφανίας ηνοίχθη αυτώ.
Και τις εστί λοιπόν ο επιθυμών άλυπος είναι εν τω εαυτού φρονήματι; Ου δύναται η διάνοια χωρίς αιτίας των κολαφισμάτων εν τη ταπεινώσει εμμείναι, άλλ' ουδέ εν τη αδολεσχία της δεήσεως προς τον Θεόν καθαρώς, εκτός ταπεινοφροσύνης. Πρώτον μεν εκ της καθηκούσης μερίμνης μακρύνεται ο άνθρωπος εν τω εαυτού φρονήματι και μετά ταύτα προσεγγίζει εαυτώ το πνεύμα της υπερηφανίας καί, εμμένοντος αυτή του ανθρώπου, τότε ο Άγγελος της προνοίας μακρύνεται άπ' αυτού, ος εστί πλησίον αυτού κινών εν αυτώ την μέριμναν της δικαιοσύνης. Και ότε αδικήσει τούτον και εξ αυτού μακρυνθείη τότε ο αλλότριος προσεγγίζει αυτώ, και έκτοτε ουκ εστίν εν ούτω μία μέριμνα δικαιοσύνης.
Πρό της συντριβής, υπερηφανία, λέγει ο σοφός, και προ του χαρίσματος, η ταπείνωσις. Κατά το μέτρον της υπερηφανίας της εν τη ψυχή ορωμένης, κατά το μέτρον της συντριβής της παιδείας της εκ του Θεού γινομένης αύτη.
Υπερηφανία εστίν ούχ όταν εν τη διανοία ο ταύτης πέραση λογισμός, ουδέ εάν νικαταί τις εξ αυτής κατά καιρόν, αλλ' εκείνη η διαμένουσα εν τω ανθρώπω. Εκείνω μεν τω πρώτω η κατάνυξις ακολουθεί, ούτος δε, ότε αυτήν αγαπήσειεν, ουκ οίδε κατάνυξιν.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα και μεγαλοπρέπεια εις τους αιώνας. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΛΟΓΟΣ ΛΗ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΣΥΝΙΕΝΑΙ ΕΝ ΠΟΙΩι ΜΕΤΡΩι ΙΣΤΑΤΑΙ ΤΙΣ ΕΚ ΤΩΝ ΚΙΝΟΥΜΕΝΩΝ ΕΝ ΑΥΤΩι ΛΟΓΙΣΜΩΝ
Ανθρωπος όσον εστίν εν αμελεία, εκ της ώρας του θανάτου φοβείται, ότε δε απαντήσει τω Θεώ, εκ της απαντήσεως της κρίσεως, όταν δε ολοτελώς έλθη εις τούμπροσθεν εν τη αγάπη, ταύτα τα δύο καταπίνονται. Πώς δε τούτο;Ότι, ότε εν τη γνώσει και τη πολιτεία του σώματος ίσταταί τις, εκ του θανάτου πτοείται, και όταν εν τη γνώσει τη ψυχική και τη αγαθή πολιτεία, γένηται, εν τη μνήμη της κρίσεως της μελλούσης κινείται η διάνοια αυτού εν πάση ώρα. Διότι εν αυτή τη φύσει ορθώς ίσταται και εν τη τάξει τη ψυχική κινείται και αναστρέφεται εν τη γνώσει εαυτού και τη πολιτεία, και προς τον πλησιασμόν του Θεού καλώς καθίσταται. Όταν δε φθάση την γνώσιν εκείνην της αληθείας εν τη κινήσει της αισθήσεως των μυστηρίων του Θεού και εν τη στερεώσει της ελπίδος των μελλόντων, εν τη αγάπη καταπίνεται.
Εκείνος ο σωμάτειος και καθ' ομοιότητα του ζώου φοβούμενος την θυσίαν, ο λογικός δε εκ της κρίσεως του Θεού φοβείται, ο δε γενόμενος υιός, εις την αγάπην καλλώπιζεται και ουκ εν τη πτοούση ράβδω παιδαγωγείται. «Εγώ δε και ο οίκος του πατρός μου τω Κυρίω δουλεύσωμεν».
Ο φθάσας την αγάπην του Θεού, ουκ έτι πάλιν επιθυμεί διαμείναι ενταύθα. Ή αγάπη γαρ καταργεί τον φόβον. Αγαπητοί, διότι γέγονα μωρός, ούχ υπομένω φυλάξαι το μυστήριον εν σιωπή, αλλά γίνομαι άφρων, δια την των αδελφών ωφέλειαν. Διότι αύτη εστίν η αγάπη η αληθινή, ήτις ου δύναται υπομείναι εν τινι μυστηρίω εκ των αγαπητών αυτής.
Πολλάκις ότε ταύτα έγραφον, υπελείποντό μου οι δάκτυλοι επί τον χάρτην, και ούχ υπέφερον κατέναντι της ηδονής της εμπιπτούσης εν τη καρδία μου και τάς αισθήσεις κατασιγαζούσης. Όμως μακάριος, ου η αδολεσχία εν τω Θεώ αεί και εαυτόν εκ πάντων κατέσχε των κοσμικών και προς αυτόν μόνον γέγονεν εν τη ομιλία της γνώσεως αυτού, και ει μακροθυμήσειεν, ου βραδύνει μακρόν ιδέσθαι καρπόν.
Η χαρά η εν Θεώ ισχυρότερα εστί της ενταύθα ζωής, και ο ευρών αυτήν, ου μόνον εις τα πάθη ου περιβλέψεται, άλλ' ουδέ επί την εαυτού ζωήν επιστραφήσεται, ουδέ αίσθησις ετέρα γενήσεται εκείθεν, εί εξ αληθείας γέγονεν αύτη. Ή αγάπη γλυκυτέρα της ζωής και γλυκυτέρα η κατά Θεόν σύνεσις, εξ ης η αγάπη τίκτεται υπέρ μέλι και κηρίον. Ουκ έστι λύπη τη αγάπη δέξασθαι υπέρ των άγαπώντων αυτήν μέγαν θάνατον.
Η αγάπη γέννημα εστί της γνώσεως, και η γνώσις γέννημα εστί της υγείας της ψυχής. Ή υγεία της ψυχής εστί δύναμις, ήτις εκ της υπομονής της μακράς γέγονεν.
Και τί εστίν η γνώσις; Αίσθησις της ζωής της αθανάτου.
Καί τι εστίν η ζωή η αθάνατος; Αίσθησις εν Θεώ.Ότι εκ της συνέσεως η αγάπη. Ή δε κατά Θεόν γνώσις βασιλεύς εστί πασών των επιθυμιών, και τη δεχόμενη καρδία αυτήν, πάσα εν τη γη γλυκύτης περισσή εστί. Τη γαρ γλυκύτητι της επιγνώσεως του Θεού ουκ εστίν ουδέν όμοιον.
Ευχή : Κύριε πλήρωσον την καρδάν μου ζωής αιωνίου.
Ζωή αιώνιος εστι παράκλησις εις Θεόν και ο ευρών παρακλησιν εν Θεώ περιττήν ηγείσθαι την κοσμικήν.
Πόθεν αισθάνεται ο άνθρωπος ότι εδέξατο σοφίαν εκ του Πνεύματος; Εξ εκείνης της διδασκούσης αυτόν εν τωκρύπτω αυτού και εν ταίς αισθήσεσι τους τρόπους της ταπεινώσεως. Και αποκαλύπτεται αύτώ εν τη διανοία αυτού, πώς δεχθήσεται η ταπείνωσις.
Πόθεν δε αισθάνεται τις, ότι έφθασεν αυτήν; Εξ ων αηδίζεται αρεσθήναι τω κόσμω εν ταίς αναστροφαίς αυτού ή τω λόγω, και μισητή εστίν εν οφθαλμοίς αυτού η δόξα του κόσμου τούτου.
Καί τί εισί τα πάθη; Προσβολαί εισίν, αίτινες εν τοις πράγμασι του κόσμου τούτου ετέθησαν, κινούσαι το σώμα προς την χρείαν αυτού την αναγκαστικήν και ου παύονται προσβάλλουσαι όσον ούτος ο κόσμος εστίν. Άνθρωπος δε αξιωθείς της χάριτος της θείας και γευσάμενος και αισθηθείς τίνος υπερέχοντος τούτων, ουκ εισέρχεσθαι ταύτας εις την εαυτού καρδίαν αφίησιν. Ότι εν τω τόπω των προσβολών κατεκράτησεν άλλη επιθυμία κρείττων αυτών. Και ούτε δε αύται προσεγγίζουσι τη καρδία, αυτού ούτε τα τικτόμενα εξ αυτών, άλλ' ίστανται έξω αργαί, ούχ ότι προσβολαι ουκ εισί των παθών, άλλ' ότι η καρδία η δεχόμενη αυτάς νεκρά εστίν εν αυταίς και ζη εν τινι άλλω • ούχ ότι έληξεν εκ της φυλακής της διακρίσεως και των έργων, αλλ' ότι ουκ εστίν εν τη διανοία αυτού όχλησις τίνος. Έκορέσθη γαρ ή συνείδησίς αυτού από τρυφής άλλου τινός.
Καρδία η δεξαμένη αίσθησιν των πνευματικών και της θεωρίας του μέλλοντος αιώνος εν ακρίβεια, εν τοιούτω τρόπω γίνεται τη συνειδήσει εν τη μνήμη των παθών, οίω αν κεκορεσμένος άνθρωπος τροφής τιμίας γένοιτο επί τροφή άλλη μη τοιαύτη παρακειμένη ενώπιον αυτού, μη προσεχών αυτή το παράπαν, μηδέ επιθυμών, αλλά μάλλον βδελυττόμενός τε και αποστρεφόμενος ου μόνον δια το εαυτής βδελυρόν τε και έμμυσον, αλλά και δια τον κόρον της προτέρας καλλίστης, ης ετράφη τροφής. Ούχ ώσπερ ο σκορπίσας το μέρος αυτού και επιθυμήσας των κερατίων, δια το προφθάσαι σκορπίσαι τον πατρικόν πλούτον όν είχε.
Καί πάλιν ουκ εστίν, ο εμπιστευθεις θησαυρόν, καθεύδων. Εάν φυλάξωμεν τον νόμον της νήψεως και το έργον της διακρίσεως εν γνώσει, εξ ων καρπούται η ζωή, παντελώς ο άγων των προσβολών των παθών τη διανοία ου προσεγγίζει.Ουκ εκ του αγώνος δε κωλύονται εις την καρδίαν εισελθείν,
άλλ' εκ του κόρου της συνειδήσεως και εκ της γνώσεως της ψυχής, ης επληρώθη, και εκ της επιθυμίας των θεωριών των θαυμάσιων των ευρισκομένων εν αύτη. Ταύτα εκώλυσαν τάς προσβολάς, μη προσεγγίσαι αυτή ούχ ότι εχωρίσθη εκ της φυλακής, καθώς είπον, και των έργων της διακρίσεως, άπερ φυλάττουσι την γνώσιν της αληθείας και το φως το ψυχικόν, αλλ ότι ουκ έχει αγώνα η διάνοια, δια τάς αιτίας, ας προείπομεν.
Τό βρώμα γαρ των πτωχών τοις πλουσίοις βδελυκτόν εστίν, ομοίως και το βρώμα των αρρώστων τοις υγιαίνουσιν. Άλλ' ο πλούτος και η υγεία εκ της νήψεως και της επιμελείας συνίσταται, Όσον γαρ ζη τις, χρήζει της νήψεως και της επιμελείας και του εξυπνισμού, του φυλάξαι τον εαυτού θησαυρόν, εάν δε τον όρον αυτού καταλείψη, νοήσαι έχει και κλαπήναι. Ου μέχρι δε του τον καρπόν ιδέσθαι δέον εργάζεσθαι, άλλ' έως της εξόδου χρεών αγωνίζεσθαι. Πολλάκις γαρ τον καρπόν πεπανθέντα, καταβάλλει εξάπινα χάλαζα.
Ο μισγόμενος εν πράγμασι και λύων εαυτόν εις ομιλίας, ουκ έτι πιστεύεται, ότι η υγεία αυτού προσμείναι έχει εν αυτώ.Όταν προσεύχη, ταύτην την προσευχήν ειπέ.
Κύριε, αξίωσον με νεκρωθήναι τη συνομιλία του αιώνος τούτου εν αληθεία.
Και γίνη, ότι πάσαν δέησιν συνήγαγες. Αγώνισαι δε το έργον τούτο πληρώσαι εν σοι. Εάν γαρ το έργον ακολουθήση τη ευχή, αληθώς εν τη ελευθερία έστηκας του Χριστού.
Νέκρωσις δε του κόσμου εστίν, ου το αποστήναι της κοινωνίας της ομιλίας τινά των πραγμάτων αυτού μόνον, αλλά το μη επιθυμήσαι τίνος των αγαθών αυτού εν τη ομιλία της διανοίας αυτού.
Εαν εν τη μελέτη τη αγαθή εθίσωμεν εαυτούς, αισχυνόμεθα εκ των παθών, όταν αυτοίς απαντήσωμεν. Και γινώσκουσι τούτο οι κτησάμενοι πείραν εν εαυτοίς. Αλλά και εκ των αιτιών των παθών αισχυνθήναι έχομεν προσεγγίσαι αυτοίς.Όταν εις έργον τινός υπέρ της αγάπης του Θεού ακολουθήσαι επιθυμής, δός κατά της επιθυμίας αυτού τον όρον του θανάτου, και όντως εν τω πράγματι εις τον βαθμόν της μαρτυρίας αξιωθήση αναδραμείν έφ' έκαστον πάθος και βλάβην τινά των απαντώντων σοι έσωθεν εκείνου του ορού ου μη καταλάβης, εάν μέχρι τέλους υπομείνης και μη χαυνωθής. Ή μελέτη του ασθενούς λογισμού ασθενή ποιεί την ισχύν της υπομονής, η δε στερεά διάνοια και την δύναμιν, ην ουκ έχει η φύσις, παρέχει τω ακολουθούντι τη μελέτη αυτής.
Ευχή
Κύριε, αξίωσόν με μισήσαι την ζωήν μου, δια την ζωήν την εν σοι.
Η πολιτεία του κόσμου τούτου όμοια εστί τοις σχεδιάζουσί τίνα γράμματα των εν σχεδίοις ακμήν υπαρχόντων και ότε θέλει τις και επιθυμεί, προστίθησιν εν αυτοίς και αφαιρείται και ποιεί εναλλαγήν εν τοις γράμμασιν. Ή πολιτεία δε των μελλόντων όμοια εστί τοις χειρογράφοις τοις γραφείσιν εν σωματίοις καθαροίς και σφραγισθείσιν εν τη σφραγίδι τη βασιλική, εν οίς ούτε προσθήκη ούτε έλλειψις.Όσον ούν εσμέν εν μέσω της αλλοιώσεως, προσέχωμεν εαυτοίς, και ηνίκα εξουσιάζομεν εις το χειρόγραφον της ζωής ημών, όπερ δια των χειρών ημών γεγραφήκαμεν, αγωνισώμεθα ποιήσαι εν αυτώ προσθήκην εν πολιτεία αγαθή, και απαλείψωμεν εξ αυτού τα ελαττώματα της πρώτης πολιτείας. Όσον γαρ εν τω κοσμώ τούτω εσμέν, ου τίθησιν ο Θεός την σφραγίδα, ούτε επί τοις αγαθοίς ούτε επί τοις κακοίς, έως της ώρας της εξόδου, εν η τελειούται το έργον της πατρίδος ημών και ερχόμεθα εις την άποδημίαν.
Και καθώς είπεν ό άγιος Εφραιμ Πρέπει λογίζεσθαι ημάς, ότι όμοια εστίν η ψυχή ημών πλοίω ετοίμω, μη γινώσκοντι πότε επέρχεται αυτώ ο άνεμος, και στρατώ, μη ειδότι πότε σαλπίσει η πολεμική σάλπιγξ. Και εάν ταύτα φησι δια την διαφοράν την μικράν ούτως,και ίσως στρέφονται πάλιν, πόσον δέον άρα ημάς ευτρεπίζεσθαι και προπαρασκεοάζεσθαι προ εκείνης της ημέρας της αποτόμου και γέφυρας και θύρας του καινού αιώνος;
Δώη ημίν ο Χριστός ο μεσίτης της ζωής ημών ετοιμασίαν, επερείδεσθαι εκείνη τη αποφάσει της προσδοκίας, ο έχων την δόξανκαι την προσκύνησιν και την ευχαριστίαν εις αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πατερικά Κείμενα και Συμβουλές - Patristic Texts and Advices”