Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
Ποιά η διαφορά της εορτής της Πεντηκοστής με την εορτή του Αγίου Πνεύματος;
Ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία διαφορά.
Η εορτή της Πεντηκοστής είναι εορτή της Αγίας Τριάδος, αφού με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος μαθαίνουμε ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος έγινε κατά την ημέρα της Κυριακής. Την ήμερα αυτή, ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού. Ο ιερός υμνογράφος αποκαλεί την Πεντηκοστή τελευταία εορτή από πλευράς αναπλάσεως και ανακαινίσεως του ανθρώπου: "Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και προθεσμία".
Οι άγιοι Πατέρες μας λοιπόν, πού έβαλαν σε άριστη σειρά και τάξη όλα τα θέματα της πίστεως μας, για να δώσουν τιμή στο Άγιο Πνεύμα, όρισαν να το εορτάζουμε και κατά την Πεντηκοστή, αλλά και ξεχωριστά την επόμενη ημερα την Δευτέρα.
Βέβαια, όπως διδαχθήκαμε και πιστεύουμε, κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού και ποτέ δεν μπορεί να χωρισθή και να απομονωθή ένα Πρόσωπο από τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Το Άγιον Πνεύμα είναι ομοούσιο με τον Υιό και τον Πατέρα, γιατί και τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν κοινή ουσία ή φύση, και κοινή ενέργεια.
Το υπόμνημα του Πεντηκοσταρίου της Δευτέρας του Αγίου Πνέυματος είναι χαρακτηριστικό:
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Δευτέρᾳ τῆς Πεντηκοστῆς, αὐτὸ τὸ πανάγιον, καὶ ζωοποιόν, καὶ παντοδύναμον ἑορτάζομεν Πνεῦμα, τὸν ἕνα τῆς Τριάδος Θεόν, τὸ Ὁμότιμον, καὶ Ὁμοούσιον, καὶ Ὁμόδοξον τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ.
Στίχοι
Πᾶσα πνοή, δόξαζε Πνεῦμα Κυρίου,
Δι' οὗ πονηρῶν πνευμάτων φροῦδα θράση.
Τῇ ἐπιφοιτήσει τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πρεσβείαις τῶν Ἀποστόλων σου, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Και της Κυριακής της Πεντηκοστής αναφέρει:
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ ὀγδόῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν ἑορτάζομεν.
Στίχοι
Πνοῇ βιαίᾳ γλωσσοπυρσεύτως νέμει,
Χριστὸς τὸ θεῖον Πνεῦμα τοῖς Ἀποστόλοις.
Ἐκκέχυται μεγάλῳ ἑνὶ ἤματι Πνεῦμ' ἁλιεῦσι.
Ταῖς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Συμπερασματικά:
Οι άγιοι Πατέρες μας πού έβαλαν σε άριστη σειρά και τάξη όλα τα θέματα της πίστεως μας, για να δώσουν τιμή στο Άγιο Πνεύμα, όρισαν να το εορτάζουμε και κατά την Πεντηκοστή, αλλά και ξεχωριστά την επόμενη ημέρα. Εμείς, πρέπει να γνωρίζουμε ότι την ήμερα αυτή, όταν εορταζόταν η Πεντηκοστή των Εβραίων, ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού. Επειδή, λοιπόν, οι Άγιοι Πατέρες θεώρησαν καλό να ξεχωρίσουν τις γιορτές για να τιμήσουν με τον τρόπο αυτό το μεγαλείο του Παναγίου και Ζωοποιού Πνεύματος, γι’ αυτό εορτάζουμε το Πανάγιο Πνεύμα, πού είναι μία υπόσταση της Αγίας Τριάδος.
πηγές: Συναξάριον Πεντηκοσταρίου, "Δεσποτικές Εορτές" Μητροπολίτου Ναυπάκτου κκ Ιεροθέου, "τί γιορτάζουμε από το Τριώδιο έως την Πεντηκοστή, ιερομ. Ιερωνύμου Δελημάρη.
Ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία διαφορά.
Η εορτή της Πεντηκοστής είναι εορτή της Αγίας Τριάδος, αφού με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος μαθαίνουμε ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος έγινε κατά την ημέρα της Κυριακής. Την ήμερα αυτή, ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού. Ο ιερός υμνογράφος αποκαλεί την Πεντηκοστή τελευταία εορτή από πλευράς αναπλάσεως και ανακαινίσεως του ανθρώπου: "Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και προθεσμία".
Οι άγιοι Πατέρες μας λοιπόν, πού έβαλαν σε άριστη σειρά και τάξη όλα τα θέματα της πίστεως μας, για να δώσουν τιμή στο Άγιο Πνεύμα, όρισαν να το εορτάζουμε και κατά την Πεντηκοστή, αλλά και ξεχωριστά την επόμενη ημερα την Δευτέρα.
Βέβαια, όπως διδαχθήκαμε και πιστεύουμε, κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού και ποτέ δεν μπορεί να χωρισθή και να απομονωθή ένα Πρόσωπο από τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Το Άγιον Πνεύμα είναι ομοούσιο με τον Υιό και τον Πατέρα, γιατί και τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν κοινή ουσία ή φύση, και κοινή ενέργεια.
Το υπόμνημα του Πεντηκοσταρίου της Δευτέρας του Αγίου Πνέυματος είναι χαρακτηριστικό:
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Δευτέρᾳ τῆς Πεντηκοστῆς, αὐτὸ τὸ πανάγιον, καὶ ζωοποιόν, καὶ παντοδύναμον ἑορτάζομεν Πνεῦμα, τὸν ἕνα τῆς Τριάδος Θεόν, τὸ Ὁμότιμον, καὶ Ὁμοούσιον, καὶ Ὁμόδοξον τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ.
Στίχοι
Πᾶσα πνοή, δόξαζε Πνεῦμα Κυρίου,
Δι' οὗ πονηρῶν πνευμάτων φροῦδα θράση.
Τῇ ἐπιφοιτήσει τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πρεσβείαις τῶν Ἀποστόλων σου, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Και της Κυριακής της Πεντηκοστής αναφέρει:
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ ὀγδόῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν ἑορτάζομεν.
Στίχοι
Πνοῇ βιαίᾳ γλωσσοπυρσεύτως νέμει,
Χριστὸς τὸ θεῖον Πνεῦμα τοῖς Ἀποστόλοις.
Ἐκκέχυται μεγάλῳ ἑνὶ ἤματι Πνεῦμ' ἁλιεῦσι.
Ταῖς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Συμπερασματικά:
Οι άγιοι Πατέρες μας πού έβαλαν σε άριστη σειρά και τάξη όλα τα θέματα της πίστεως μας, για να δώσουν τιμή στο Άγιο Πνεύμα, όρισαν να το εορτάζουμε και κατά την Πεντηκοστή, αλλά και ξεχωριστά την επόμενη ημέρα. Εμείς, πρέπει να γνωρίζουμε ότι την ήμερα αυτή, όταν εορταζόταν η Πεντηκοστή των Εβραίων, ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού. Επειδή, λοιπόν, οι Άγιοι Πατέρες θεώρησαν καλό να ξεχωρίσουν τις γιορτές για να τιμήσουν με τον τρόπο αυτό το μεγαλείο του Παναγίου και Ζωοποιού Πνεύματος, γι’ αυτό εορτάζουμε το Πανάγιο Πνεύμα, πού είναι μία υπόσταση της Αγίας Τριάδος.
πηγές: Συναξάριον Πεντηκοσταρίου, "Δεσποτικές Εορτές" Μητροπολίτου Ναυπάκτου κκ Ιεροθέου, "τί γιορτάζουμε από το Τριώδιο έως την Πεντηκοστή, ιερομ. Ιερωνύμου Δελημάρη.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
Γιατί στην τελετή του Γάμου μνημονεύεται ο Άγιος Προκόπιος;
Ο άγιος Προκόπιος παρουσιάζεται κατά το όνομα του, ως τρόπον τινά η ενσάρκωση της προκοπής και ευχή για προκοπή. Ότι λέγεται με λόγια στην τελευταία ευχή ευλογίας
"Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνέυμα, η Παναγία...Τριάς...παράσχοι υμίν...προκοπήν βίου και πίστεως...", λέγεται στην απόλυση με ένα εποπτικότερο και λαϊκότερο τρόπο, με την μνημόνευση της Προκοπής του αγίου.
Μας ξενίζει ίσως το λαϊκότροπο του πράγματος, αλλά η θεία λατρεία δεν είναι αμέτοχη του λαϊκού αυτού στοιχείου. Δεν προορίζεται μόνον για τους λογίους, αλλά και για τον πολύ λαό του Θεού. Υπάρχει περιθώριο να το δουν οι λογιότεροι με περισσότερη συμπάθεια και κατανόηση.
Εξ άλλου η περίπτωση του αγίου Προκοπίου είναι ιδιάζουσα και και ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Κατά το συναξάριο του, το όνομα "Προκόπιος" του ΄δωσε ο Κύριος κατά την εμφάνιση Του σ'αυτόν κατά την διάρκεια του μαρτυρίου του:"Ουκ ετι συ Νεανίας (αυτό ήταν το όνομα του μάρτυρος), αλλά Προκόπιος έτη φερωνύμος καλούμενος. Ίσχυε τοιγαρούν και ανδρίζου, προκόπτων γαρ προκόψεις..."
Από τους ιερούς υμνογράφους εγκωμιάζεται ως "προκόπτων εν Θεώ" (δοξαστικό αίνων) ή "τη πίστει προκόπτων" (κοντάκιο-οίκος) ή "φερωνύμος προκόπτων" (εξαποστειλάριο). Στο πρώτο δε ιδιόμελο των στιχηρών των αίνων, χαρακτηριστικά συσχετίζεται προς την προκοπή των πιστών:"ως προκόπτων εν Θεώ, πάντας πρέσβευε, αθλοφόρε, προκόπτειν εν αυτή...εν θεαρέστοις οδοίς και θείαις πράξεσιν ευαρεστούντας αυτώ" Ειδικά δηλαδή στο να θεωρηθεί ο άγιος Προκόπιος ταυτόσημος με την προκοπή συντρέχουν όλοι οι ανωτέρω λόγοι: το όνομα του, το συναξάριο του, η λαϊκή ευσέβεια και η ιερή υμνογραφία...
Ι.Μ. Φουντούλη: "Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας".
Ο άγιος Προκόπιος παρουσιάζεται κατά το όνομα του, ως τρόπον τινά η ενσάρκωση της προκοπής και ευχή για προκοπή. Ότι λέγεται με λόγια στην τελευταία ευχή ευλογίας
"Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνέυμα, η Παναγία...Τριάς...παράσχοι υμίν...προκοπήν βίου και πίστεως...", λέγεται στην απόλυση με ένα εποπτικότερο και λαϊκότερο τρόπο, με την μνημόνευση της Προκοπής του αγίου.
Μας ξενίζει ίσως το λαϊκότροπο του πράγματος, αλλά η θεία λατρεία δεν είναι αμέτοχη του λαϊκού αυτού στοιχείου. Δεν προορίζεται μόνον για τους λογίους, αλλά και για τον πολύ λαό του Θεού. Υπάρχει περιθώριο να το δουν οι λογιότεροι με περισσότερη συμπάθεια και κατανόηση.
Εξ άλλου η περίπτωση του αγίου Προκοπίου είναι ιδιάζουσα και και ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Κατά το συναξάριο του, το όνομα "Προκόπιος" του ΄δωσε ο Κύριος κατά την εμφάνιση Του σ'αυτόν κατά την διάρκεια του μαρτυρίου του:"Ουκ ετι συ Νεανίας (αυτό ήταν το όνομα του μάρτυρος), αλλά Προκόπιος έτη φερωνύμος καλούμενος. Ίσχυε τοιγαρούν και ανδρίζου, προκόπτων γαρ προκόψεις..."
Από τους ιερούς υμνογράφους εγκωμιάζεται ως "προκόπτων εν Θεώ" (δοξαστικό αίνων) ή "τη πίστει προκόπτων" (κοντάκιο-οίκος) ή "φερωνύμος προκόπτων" (εξαποστειλάριο). Στο πρώτο δε ιδιόμελο των στιχηρών των αίνων, χαρακτηριστικά συσχετίζεται προς την προκοπή των πιστών:"ως προκόπτων εν Θεώ, πάντας πρέσβευε, αθλοφόρε, προκόπτειν εν αυτή...εν θεαρέστοις οδοίς και θείαις πράξεσιν ευαρεστούντας αυτώ" Ειδικά δηλαδή στο να θεωρηθεί ο άγιος Προκόπιος ταυτόσημος με την προκοπή συντρέχουν όλοι οι ανωτέρω λόγοι: το όνομα του, το συναξάριο του, η λαϊκή ευσέβεια και η ιερή υμνογραφία...
Ι.Μ. Φουντούλη: "Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας".
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
Ποιοί είναι οι κυριότεροι συμβολισμοί που υπάρχουν στην Εκκλησία; Γιατί επικράτησε ο βυζαντινός ρυθμός στην ορθόδοξη ναοδομία;
Ο σχεδιασμός ιερού ναού, ασφαλώς, αποτελεί μείζον συνθετικό πρόβλημα για την αρχιτεκτονική τέχνη. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης αναρωτιέται για το θείον και, στην ουσία, στοιχειοθετεί και το πρόβλημα της ναοδομίας: "Πώς παραστήσω το άυλον; Πώς να δείξω το αιδές; Πώς διαλάβω το αμέγεθες, το άποσον, το άποιον, το ασχημάτιστον, το μήτε τόπω, μήτε χρόνω ευρισκόμενον, το εξώτερον παντός πειρασμού, και πάσης οριστικής φαντασίας; Όμως, δίνει την απάντηση οραματιζόμενος έναν νέο τύπο ναού τον οποίο, σε επιστολή που απευθύνει στον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιον στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ., με ακρίβεια περιγράφει και με σοφία αντιμετωπίζει την κατασκευή του.
Πιστεύεται ότι ο ιερός αυτός ναός, κατά τις αρχές σχεδιασμού του και ορισμένους τύπους κατασκευών του, ιστορικά, αποτελεί το αρχαιότερο υπόδειγμα ορθόδοξης ναοδομίας.
Αφότου βεβαίως επεκράτησε στην Ορθόδοξη Ανατολή ο τέλειος σταυροειδής ναός, δηλαδή ο βυζαντινός ρυθμός, παγιώθηκαν σχεδόν όλα τα στοιχεία στον χριστιανικό ναό, όπως για παράδειγμα τα μέρη του ναού, η θέση των διαφόρων αντικειμένων, οι εικονογραφικοί κύκλοι και άλλα.. Εσωτερικά δεν έχουμε σημαντικές αλλαγές καθότι ο χριστιανικός ναός σε όλους τους ρυθμούς παραμένει ο ίδιος, χωρισμένος, στο ιερό Βήμα, τον κυρίως ναό και το νάρθηκα. Εκείνο που άλλαξε στον βυζαντινό ρυθμό ήταν η εσωτερική διακόσμηση και κυρίως η θαυμάσια βυζαντινή ζωγραφική, η οποία παραμένει και αυτή,όπως η βυζαντινή ναοδομία, αξεπέραστη μέχρι σήμερα.
Τίποτε δεν είναι τυχαίο στον χριστιανικό ναό. Το κάθε τι έχει μελετηθεί σχολαστικά και έχει τη δική του χρησιμότητα και σημασία. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν οι πιστοί μπαίνοντας στο ναό, για να συμμετάσχουν στην λατρεία και την ευχαριστιακή σύναξη, να εγκαταλείπουν προς ώρας τα εγκόσμια και να εισέρχονται στη σφαίρα του υπεραισθητού. Γι’ αυτό τα πάντα μέσα στο ναό έχουν το βαθύτερο συμβολισμό τους, ώστε να δίνονται στους πιστούς σωστικά μηνύματα.
Ο ορθόδοξος ναός είναι μια μικρογραφία του σύμπαντος κόσμου (ορατού και αοράτου). Είναι κατά τον καθηγητή Γ. Αντουράκη “ένα ορατό σημείο - σύμβολο- εκείνου που δεν μπορούν να δουν τα ανθρώπινα μάτια. Η μυστική σημασία του ναού αποκαλύπτεται μόνο στους μυημένους, στους πιστούς”
Ο τρούλος συμβολίζει τον ουρανό
Τα κανδήλια και οι πολυέλαιοι συμβολίζουν τα άστρα του ουρανίου θόλου.
Το άγιο Βήμα συμβολίζει τον Παράδεισο, την Άνω Ιερουσαλήμ (Αποκ.21:2), μέσα στον οποίο τελείται ακατάπαυτα η ουράνια Θεία Λειτουργία, με λειτουργούς τους αγγέλους
Η αγία Τράπεζα συμβολίζει το Θρόνο του Εσφαγμένου Αρνίου (Αποκ. Αποκ.22:3).
Τα καλύμματα, της αγίας Τραπέζης συμβολίζουν τα ιερά σάβανα και τη σινδόνα, με την οποία τυλίχθηκε το άχραντο Σώμα του Χριστού κατά την θεία ταφή Του
Οι ιερείς συμβολίζουν τους αγίους αγγέλους, τα λειτουργικά πνεύματα του Θεού (Εβρ.1:14),
Τα ιερά τους άμφια έχουν και αυτά το συμβολισμό τους. Η λαμπρότητα και η καθαρότητά τους συμβολίζουν την ιερατική χάρη, που είναι ενδεδυμένοι.
Η γη συμβολίζεται δια του δαπέδου του ναού. Εκεί στέκονται οι πιστοί, οποίοι απαρτίζουν την επί γης στρατευόμενη Εκκλησία και ατενίζουν τον ουρανό (θόλο), τον Παράδεισο (ιερό βήμα) και τους εικονιζόμενος αγίους
Η αγία Τράπεζα στηρίζεται συνήθως σε έναν στύλο, ο οποίος συμβολίζει τον ασάλευτο στύλο της Εκκλησίας, το Χριστό, ή σε τέσσερις στύλους που συμβολίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές.
Πάνω στην αγία Τράπεζα υπάρχει το ιερό Ευαγγέλιο, το οποίο συμβολίζει την πραγματικό παρουσία του Χριστού στην Εκκλησία και το γεγονός ότι η Εκκλησία διαφυλλάσει την Αλήθεια.
Υπάρχει ακόμα ο Σταυρός ευλογίας, ο οποίος συμβολίζει την ανίκητη δύναμη της Εκκλησίας κατά του κακού.
Tα κηροπήγια , τα οποία συμβολίζουν το ανέσπερο φως της χριστιανικής διδασκαλίας.
Πίσω από την αγία Τράπεζα υπάρχουν τα εξαπτέρυγα,μεταλλικά λάβαρα με παραστάσεις αγγελικών μορφών που ακτινοβολούν. Συμβολίζουν ασφαλώς το αγγελικό τάγμα των εξαπτερύγων αγγέλων, το οποίο παραστέκεται τιμητικά στο Θεό (Ησ.6:1-2, Αποκ.4:6-8).
Στη βορειοανατολική πλευρά του ιερού βήματος υπάρχει ηκόγχη της ιεράς Προθέσεως, η οποία συμβολίζει το ιερό σπήλαιο της Γεννήσεως του Κυρίου.
Ο άμβωνας συμβολίζει τον τάφο του Χριστού και ο διάκονος τον άγγελο της Αναστάσεως (Μάρκ.16:6). Φέρει παραστάσεις των ιερών Ευαγγελιστών και υπάρχει ανάγλυφο περιστέρι, πάνω στο οποίο τοποθετείται το ιερό Ευαγγέλιο και συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα.
Στο μπροστινό μέρος του σολέα βρίσκονται τα μεγάλαμανουάλια, τα οποία μαζί με τα κανδύλια του τέμπλου, εκτός από το φως που εκπέμπουν, συμβολίζουν το νοητό φως του Χριστού, το οποίο «φαίνει πάσι». Το ίδιο και οι πολυέλαιοι ή ο συνδυασμός οι οποίοι κρέμονται από την οροφή και συμβολίζουν το φως του Χριστού και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, που κατέρχεται από τον ουρανό.
Τα κεριά συμβολίζουν την ψυχή μας, η οποία θα πρέπει να είναι καθαρή όπως το φως και να καίει σαν τη φωτιά από λαχτάρα για την ένωσή της με το Χριστό
Οι εύηχες καμπάνες καλούν τους πιστούς να προσέλθουν στην Εκκλησία. Έχουν πάρει την ονομασία τους από την Καμπανία, περιοχή της Ιταλίας, στην οποία πρωτοκατασκευάστηκαν. Συμβολίζουν δε τις σάλπιγγες των αγγέλων για εκγρήγορση
Ο ορθόδοξος ναός αποτελεί το κέντρο της ενοριακής ζωής. Δεν είναι τυχαίο ότι, κατά κανόνα, κτίζεται στο κέντρο της συνοικίας, ή του χωριού και οι τρούλοι και το καμπαναριό προεξέχουν των παρακείμενων κτιρίων. Παλαιότερα όταν υπήρχε έντονο το στοιχείο της κοινωνικότητας και δεν είχε υπεισέλθει το μικρόβιο της αστικής απομόνωσης, ο περίβολος του ναού ήταν τόπος συγκέντρωσης και επίλυσης των προβλημάτων των ενοριτών με κοινή συμμετοχή όλων
Ο ναός είναι το δεύτερο σπίτι του πιστού. Βρέφος όντας εκεί οδηγείται για τον σαραντισμό. Στο ναό λαμβάνει το άγιο Βάπτισμα και αναγεννάται σε νέα εν Χριστώ ύπαρξη. Εκεί στεφανώνεται και μοιράζεται τη χάρα του γάμου του με όλη την τοπική εκκλησία. Εκεί απολαμβάνει τις χαρές των μεγάλων γιορτινών ημερών. Στο ναό χαίρεται τη βάπτιση των παιδιών του. Εκεί μετέχει των ιερών μυστηρίων και λαμβάνει τη λυτρωτική χάρη του Θεού. Μέσα σ’ αυτόν σπεύδει να προσευχηθεί για τις δυσκολίες της ζωής και να αντλήσει δύναμη για την πορεία της ζωής του. Εκεί οδηγείται με το πέρας της επί γης ζωής του, για την εξόδιο ακολουθία του. Στο ναό θα αναπέμπονται εσαεί επιμνημόσυνες δεήσεις γι’ αυτόν και για όλους τους κεκοιμημένους πιστούς.
Βασική πηγή άντλησης απάντησης: http://www.apostoliki-diakonia.gr/
Ο σχεδιασμός ιερού ναού, ασφαλώς, αποτελεί μείζον συνθετικό πρόβλημα για την αρχιτεκτονική τέχνη. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης αναρωτιέται για το θείον και, στην ουσία, στοιχειοθετεί και το πρόβλημα της ναοδομίας: "Πώς παραστήσω το άυλον; Πώς να δείξω το αιδές; Πώς διαλάβω το αμέγεθες, το άποσον, το άποιον, το ασχημάτιστον, το μήτε τόπω, μήτε χρόνω ευρισκόμενον, το εξώτερον παντός πειρασμού, και πάσης οριστικής φαντασίας; Όμως, δίνει την απάντηση οραματιζόμενος έναν νέο τύπο ναού τον οποίο, σε επιστολή που απευθύνει στον επίσκοπο Ικονίου Αμφιλόχιον στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ., με ακρίβεια περιγράφει και με σοφία αντιμετωπίζει την κατασκευή του.
Πιστεύεται ότι ο ιερός αυτός ναός, κατά τις αρχές σχεδιασμού του και ορισμένους τύπους κατασκευών του, ιστορικά, αποτελεί το αρχαιότερο υπόδειγμα ορθόδοξης ναοδομίας.
Αφότου βεβαίως επεκράτησε στην Ορθόδοξη Ανατολή ο τέλειος σταυροειδής ναός, δηλαδή ο βυζαντινός ρυθμός, παγιώθηκαν σχεδόν όλα τα στοιχεία στον χριστιανικό ναό, όπως για παράδειγμα τα μέρη του ναού, η θέση των διαφόρων αντικειμένων, οι εικονογραφικοί κύκλοι και άλλα.. Εσωτερικά δεν έχουμε σημαντικές αλλαγές καθότι ο χριστιανικός ναός σε όλους τους ρυθμούς παραμένει ο ίδιος, χωρισμένος, στο ιερό Βήμα, τον κυρίως ναό και το νάρθηκα. Εκείνο που άλλαξε στον βυζαντινό ρυθμό ήταν η εσωτερική διακόσμηση και κυρίως η θαυμάσια βυζαντινή ζωγραφική, η οποία παραμένει και αυτή,όπως η βυζαντινή ναοδομία, αξεπέραστη μέχρι σήμερα.
Τίποτε δεν είναι τυχαίο στον χριστιανικό ναό. Το κάθε τι έχει μελετηθεί σχολαστικά και έχει τη δική του χρησιμότητα και σημασία. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν οι πιστοί μπαίνοντας στο ναό, για να συμμετάσχουν στην λατρεία και την ευχαριστιακή σύναξη, να εγκαταλείπουν προς ώρας τα εγκόσμια και να εισέρχονται στη σφαίρα του υπεραισθητού. Γι’ αυτό τα πάντα μέσα στο ναό έχουν το βαθύτερο συμβολισμό τους, ώστε να δίνονται στους πιστούς σωστικά μηνύματα.
Ο ορθόδοξος ναός είναι μια μικρογραφία του σύμπαντος κόσμου (ορατού και αοράτου). Είναι κατά τον καθηγητή Γ. Αντουράκη “ένα ορατό σημείο - σύμβολο- εκείνου που δεν μπορούν να δουν τα ανθρώπινα μάτια. Η μυστική σημασία του ναού αποκαλύπτεται μόνο στους μυημένους, στους πιστούς”
Ο τρούλος συμβολίζει τον ουρανό
Τα κανδήλια και οι πολυέλαιοι συμβολίζουν τα άστρα του ουρανίου θόλου.
Το άγιο Βήμα συμβολίζει τον Παράδεισο, την Άνω Ιερουσαλήμ (Αποκ.21:2), μέσα στον οποίο τελείται ακατάπαυτα η ουράνια Θεία Λειτουργία, με λειτουργούς τους αγγέλους
Η αγία Τράπεζα συμβολίζει το Θρόνο του Εσφαγμένου Αρνίου (Αποκ. Αποκ.22:3).
Τα καλύμματα, της αγίας Τραπέζης συμβολίζουν τα ιερά σάβανα και τη σινδόνα, με την οποία τυλίχθηκε το άχραντο Σώμα του Χριστού κατά την θεία ταφή Του
Οι ιερείς συμβολίζουν τους αγίους αγγέλους, τα λειτουργικά πνεύματα του Θεού (Εβρ.1:14),
Τα ιερά τους άμφια έχουν και αυτά το συμβολισμό τους. Η λαμπρότητα και η καθαρότητά τους συμβολίζουν την ιερατική χάρη, που είναι ενδεδυμένοι.
Η γη συμβολίζεται δια του δαπέδου του ναού. Εκεί στέκονται οι πιστοί, οποίοι απαρτίζουν την επί γης στρατευόμενη Εκκλησία και ατενίζουν τον ουρανό (θόλο), τον Παράδεισο (ιερό βήμα) και τους εικονιζόμενος αγίους
Η αγία Τράπεζα στηρίζεται συνήθως σε έναν στύλο, ο οποίος συμβολίζει τον ασάλευτο στύλο της Εκκλησίας, το Χριστό, ή σε τέσσερις στύλους που συμβολίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές.
Πάνω στην αγία Τράπεζα υπάρχει το ιερό Ευαγγέλιο, το οποίο συμβολίζει την πραγματικό παρουσία του Χριστού στην Εκκλησία και το γεγονός ότι η Εκκλησία διαφυλλάσει την Αλήθεια.
Υπάρχει ακόμα ο Σταυρός ευλογίας, ο οποίος συμβολίζει την ανίκητη δύναμη της Εκκλησίας κατά του κακού.
Tα κηροπήγια , τα οποία συμβολίζουν το ανέσπερο φως της χριστιανικής διδασκαλίας.
Πίσω από την αγία Τράπεζα υπάρχουν τα εξαπτέρυγα,μεταλλικά λάβαρα με παραστάσεις αγγελικών μορφών που ακτινοβολούν. Συμβολίζουν ασφαλώς το αγγελικό τάγμα των εξαπτερύγων αγγέλων, το οποίο παραστέκεται τιμητικά στο Θεό (Ησ.6:1-2, Αποκ.4:6-8).
Στη βορειοανατολική πλευρά του ιερού βήματος υπάρχει ηκόγχη της ιεράς Προθέσεως, η οποία συμβολίζει το ιερό σπήλαιο της Γεννήσεως του Κυρίου.
Ο άμβωνας συμβολίζει τον τάφο του Χριστού και ο διάκονος τον άγγελο της Αναστάσεως (Μάρκ.16:6). Φέρει παραστάσεις των ιερών Ευαγγελιστών και υπάρχει ανάγλυφο περιστέρι, πάνω στο οποίο τοποθετείται το ιερό Ευαγγέλιο και συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα.
Στο μπροστινό μέρος του σολέα βρίσκονται τα μεγάλαμανουάλια, τα οποία μαζί με τα κανδύλια του τέμπλου, εκτός από το φως που εκπέμπουν, συμβολίζουν το νοητό φως του Χριστού, το οποίο «φαίνει πάσι». Το ίδιο και οι πολυέλαιοι ή ο συνδυασμός οι οποίοι κρέμονται από την οροφή και συμβολίζουν το φως του Χριστού και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, που κατέρχεται από τον ουρανό.
Τα κεριά συμβολίζουν την ψυχή μας, η οποία θα πρέπει να είναι καθαρή όπως το φως και να καίει σαν τη φωτιά από λαχτάρα για την ένωσή της με το Χριστό
Οι εύηχες καμπάνες καλούν τους πιστούς να προσέλθουν στην Εκκλησία. Έχουν πάρει την ονομασία τους από την Καμπανία, περιοχή της Ιταλίας, στην οποία πρωτοκατασκευάστηκαν. Συμβολίζουν δε τις σάλπιγγες των αγγέλων για εκγρήγορση
Ο ορθόδοξος ναός αποτελεί το κέντρο της ενοριακής ζωής. Δεν είναι τυχαίο ότι, κατά κανόνα, κτίζεται στο κέντρο της συνοικίας, ή του χωριού και οι τρούλοι και το καμπαναριό προεξέχουν των παρακείμενων κτιρίων. Παλαιότερα όταν υπήρχε έντονο το στοιχείο της κοινωνικότητας και δεν είχε υπεισέλθει το μικρόβιο της αστικής απομόνωσης, ο περίβολος του ναού ήταν τόπος συγκέντρωσης και επίλυσης των προβλημάτων των ενοριτών με κοινή συμμετοχή όλων
Ο ναός είναι το δεύτερο σπίτι του πιστού. Βρέφος όντας εκεί οδηγείται για τον σαραντισμό. Στο ναό λαμβάνει το άγιο Βάπτισμα και αναγεννάται σε νέα εν Χριστώ ύπαρξη. Εκεί στεφανώνεται και μοιράζεται τη χάρα του γάμου του με όλη την τοπική εκκλησία. Εκεί απολαμβάνει τις χαρές των μεγάλων γιορτινών ημερών. Στο ναό χαίρεται τη βάπτιση των παιδιών του. Εκεί μετέχει των ιερών μυστηρίων και λαμβάνει τη λυτρωτική χάρη του Θεού. Μέσα σ’ αυτόν σπεύδει να προσευχηθεί για τις δυσκολίες της ζωής και να αντλήσει δύναμη για την πορεία της ζωής του. Εκεί οδηγείται με το πέρας της επί γης ζωής του, για την εξόδιο ακολουθία του. Στο ναό θα αναπέμπονται εσαεί επιμνημόσυνες δεήσεις γι’ αυτόν και για όλους τους κεκοιμημένους πιστούς.
Βασική πηγή άντλησης απάντησης: http://www.apostoliki-diakonia.gr/
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
''Απορίες για τη Νηστεία''.
Ερώτηση: Ποιες είναι οι νηστείες της εκκλησίας μας;
Απάντηση: Η νηστεία των Χριστουγέννων (40 ημέρες), η νηστεία του Πάσχα (50 ημέρες), των Αγίων Αποστόλων, του Δεκαπενταύγουστου και κάποιες άλλες ημέρες.
Ερώτηση: Γιατί νηστεύουμε Τετάρτη και Παρασκευή;
Απάντηση: Νηστεύουμε Τετάρτη σε ανάμνηση της Τετάρτης που πάρθηκε η καταδικαστική απόφαση κατά του Κυρίου και Παρασκευή σε ανάμνηση της ημέρας του θανάτου Του. Εμείς οι μοναχοί νηστεύουμε και κάθε Δευτέρα σε ανάμνηση της γιορτής των Αγίων Αγγέλων.
Ερώτηση: Γιατί νηστεύουμε;
Απάντηση: Νηστεύουμε για να συνηθίσουμε στην εγκράτεια. Για να εξασκήσουμε τον εαυτό μας να συγκρατείται και να μην παρασύρεται στην αμαρτία, στις κακές πράξεις, στους πειρασμούς.
Αν δε νηστέψουμε δε μπορούμε να συγκρατηθούμε και στα άλλα πάθη (ψέματα, κλεψιές, κακές κουβέντες).
Ερώτηση: Είναι η νηστεία απαραίτητη στον άνθρωπο; Γιατί;
Απάντηση: Ναι είναι απαραίτητη, γιατί συνηθίζει τον άνθρωπο να μην ασχολείται μόνο με τα γήινα.
Ερώτηση: Εσείς εδώ στο μοναστήρι τι φαγητά τρώτε την περίοδο της νηστείας;
Απάντηση: Τρώμε λαδερό φαγητό μόνο Σάββατο και Κυριακή. Τις υπόλοιπες ημέρες τρώμε αλάδωτα και μία μόνο φορά την ημέρα.
Ερώτηση: Κάθε πότε τρώτε κρέας;
Απάντηση: Δεν τρώμε κρέας. Μόνο ψάρι.
Ερώτηση: Μπορούμε να τρώμε ψάρια την περίοδο της νηστείας; Γιατί;
Απάντηση: Μόνο στη νηστεία των Χριστουγέννων, γιατί έτσι το έχει ορίσει η εκκλησία μας.
Ερώτηση: Με τη νηστεία αποτοξινώνεται το σώμα μας. Τι πρέπει να κάνουμε για την ψυχή μας;
Απάντηση: Τα ψυχικά πάθη δημιουργούν άλλου είδους τοξίνες, τις «πονηρίες» (θυμός, άσχημες σκέψεις, καταχρήσεις, άσχημα νοήματα…), όπως τις ονομάζουν οι Άγιοι. Για να αποτοξινωθεί ο άνθρωπος από αυτές τις τοξίνες οι Άγιοι διδάσκουν Προσευχή. Τις πονηρές σκέψεις θα τις φράζουμε με προσευχή, προσοχή, εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία.
Ερώτηση: Αν δε νηστεύουμε δε θεωρούμαστε καλοί χριστιανοί;
Απάντηση: Όποιος δε νηστεύει σημαίνει ότι δεν κάνει θυσίες στη ζωή, δεν αγαπά το Θεό. Αγαπά το στομάχι του. Η νηστεία γίνεται για το Θεό. Αν δε νηστέψουμε δε μπορούμε να αγαπήσουμε το Θεό. Η νηστεία είναι ένας τρόπος για να κοιτάμε στο Θεό.
Ερώτηση: Τι γνώμη έχετε για τα «καινούρια» νηστίσιμα προϊόντα; (γάλα, τυρί, σοκολάτα…)
Απάντηση: Αν τα έβγαζαν την εποχή που οι Άγιοι φτιάχναν τις νηστείες θα τα καταργούσαν. Μπορούμε να τα τρώμε με μέτρο, γιατί είναι μεταλλαγμένα
προϊόντα και δε γνωρίζουμε τι επιπτώσεις μπορεί να έχουν στην υγεία μας.
Ερώτηση: Από ποια ηλικία πρέπει να αρχίζουν νηστεία τα παιδιά; Πρέπει να κρατούν όλη τη νηστεία;
Απάντηση: Η Παναγία άρχισε από 3 χρονών. Από τα 8-10 χρόνια μπορούμε να νηστεύουμε από όλα. Να τρώμε μόνο λάδι Τετάρτη και Παρασκευή. Σε μικρότερη ηλικία μπορούμε να πίνουμε γάλα, αλλά να μην τρώμε κρέας τις ημέρες αυτές. Για τις μεγάλες περιόδους νηστείας θα πρέπει να συμβουλευόμαστε τον πνευματικό.
Ερώτηση: Αν δε νηστεύουν οι γονείς μας, εμείς πώς θα νηστεύουμε;
Απάντηση: Θα πεις τη μητέρα σου ότι θέλεις να νηστεύεις. Κι αν σου πει όχι, στην αρχή θα κάνεις πως τρως. Δηλαδή αν Τετάρτη και Παρασκευή έχει κρέας με πατάτες, θα φας τις πατάτες και θα αφήσεις το κρέας. Πάντως όταν οι γονείς βλέπουν τα παιδιά να νηστεύουν όσο σκληροί κι αν είναι εντυπωσιάζονται και πολλές φορές παραδειγματίζονται.
πηγή:xristianos.
Ερώτηση: Ποιες είναι οι νηστείες της εκκλησίας μας;
Απάντηση: Η νηστεία των Χριστουγέννων (40 ημέρες), η νηστεία του Πάσχα (50 ημέρες), των Αγίων Αποστόλων, του Δεκαπενταύγουστου και κάποιες άλλες ημέρες.
Ερώτηση: Γιατί νηστεύουμε Τετάρτη και Παρασκευή;
Απάντηση: Νηστεύουμε Τετάρτη σε ανάμνηση της Τετάρτης που πάρθηκε η καταδικαστική απόφαση κατά του Κυρίου και Παρασκευή σε ανάμνηση της ημέρας του θανάτου Του. Εμείς οι μοναχοί νηστεύουμε και κάθε Δευτέρα σε ανάμνηση της γιορτής των Αγίων Αγγέλων.
Ερώτηση: Γιατί νηστεύουμε;
Απάντηση: Νηστεύουμε για να συνηθίσουμε στην εγκράτεια. Για να εξασκήσουμε τον εαυτό μας να συγκρατείται και να μην παρασύρεται στην αμαρτία, στις κακές πράξεις, στους πειρασμούς.
Αν δε νηστέψουμε δε μπορούμε να συγκρατηθούμε και στα άλλα πάθη (ψέματα, κλεψιές, κακές κουβέντες).
Ερώτηση: Είναι η νηστεία απαραίτητη στον άνθρωπο; Γιατί;
Απάντηση: Ναι είναι απαραίτητη, γιατί συνηθίζει τον άνθρωπο να μην ασχολείται μόνο με τα γήινα.
Ερώτηση: Εσείς εδώ στο μοναστήρι τι φαγητά τρώτε την περίοδο της νηστείας;
Απάντηση: Τρώμε λαδερό φαγητό μόνο Σάββατο και Κυριακή. Τις υπόλοιπες ημέρες τρώμε αλάδωτα και μία μόνο φορά την ημέρα.
Ερώτηση: Κάθε πότε τρώτε κρέας;
Απάντηση: Δεν τρώμε κρέας. Μόνο ψάρι.
Ερώτηση: Μπορούμε να τρώμε ψάρια την περίοδο της νηστείας; Γιατί;
Απάντηση: Μόνο στη νηστεία των Χριστουγέννων, γιατί έτσι το έχει ορίσει η εκκλησία μας.
Ερώτηση: Με τη νηστεία αποτοξινώνεται το σώμα μας. Τι πρέπει να κάνουμε για την ψυχή μας;
Απάντηση: Τα ψυχικά πάθη δημιουργούν άλλου είδους τοξίνες, τις «πονηρίες» (θυμός, άσχημες σκέψεις, καταχρήσεις, άσχημα νοήματα…), όπως τις ονομάζουν οι Άγιοι. Για να αποτοξινωθεί ο άνθρωπος από αυτές τις τοξίνες οι Άγιοι διδάσκουν Προσευχή. Τις πονηρές σκέψεις θα τις φράζουμε με προσευχή, προσοχή, εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία.
Ερώτηση: Αν δε νηστεύουμε δε θεωρούμαστε καλοί χριστιανοί;
Απάντηση: Όποιος δε νηστεύει σημαίνει ότι δεν κάνει θυσίες στη ζωή, δεν αγαπά το Θεό. Αγαπά το στομάχι του. Η νηστεία γίνεται για το Θεό. Αν δε νηστέψουμε δε μπορούμε να αγαπήσουμε το Θεό. Η νηστεία είναι ένας τρόπος για να κοιτάμε στο Θεό.
Ερώτηση: Τι γνώμη έχετε για τα «καινούρια» νηστίσιμα προϊόντα; (γάλα, τυρί, σοκολάτα…)
Απάντηση: Αν τα έβγαζαν την εποχή που οι Άγιοι φτιάχναν τις νηστείες θα τα καταργούσαν. Μπορούμε να τα τρώμε με μέτρο, γιατί είναι μεταλλαγμένα
προϊόντα και δε γνωρίζουμε τι επιπτώσεις μπορεί να έχουν στην υγεία μας.
Ερώτηση: Από ποια ηλικία πρέπει να αρχίζουν νηστεία τα παιδιά; Πρέπει να κρατούν όλη τη νηστεία;
Απάντηση: Η Παναγία άρχισε από 3 χρονών. Από τα 8-10 χρόνια μπορούμε να νηστεύουμε από όλα. Να τρώμε μόνο λάδι Τετάρτη και Παρασκευή. Σε μικρότερη ηλικία μπορούμε να πίνουμε γάλα, αλλά να μην τρώμε κρέας τις ημέρες αυτές. Για τις μεγάλες περιόδους νηστείας θα πρέπει να συμβουλευόμαστε τον πνευματικό.
Ερώτηση: Αν δε νηστεύουν οι γονείς μας, εμείς πώς θα νηστεύουμε;
Απάντηση: Θα πεις τη μητέρα σου ότι θέλεις να νηστεύεις. Κι αν σου πει όχι, στην αρχή θα κάνεις πως τρως. Δηλαδή αν Τετάρτη και Παρασκευή έχει κρέας με πατάτες, θα φας τις πατάτες και θα αφήσεις το κρέας. Πάντως όταν οι γονείς βλέπουν τα παιδιά να νηστεύουν όσο σκληροί κι αν είναι εντυπωσιάζονται και πολλές φορές παραδειγματίζονται.
πηγή:xristianos.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
'' Πότε κάνουμε το σταυρό μας κατά τις ακολουθίες''.
''Κάνουμε τον σταυρό μας:''
1. Μόλις ανάψουμε το κερί μας.
2. Όταν μπαίνουμε στους Ιερούς Ναούς και όταν βγαίνουμε από αυτούς.
3. Στην αρχή κάθε ακολουθίας.
4. Σε κάθε Τριαδική εκφώνηση.
Δηλαδή κάθε φορά που θα λέγεται ή θα ψάλλεται το: «Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι», η όταν ακούγεται το «… του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…».
5. Σε κάθε εκφώνηση της Παναγίας:
«Της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας…» που υπάρχει στα Ειρηνικά, Πληρωτικά και Μικρές Συναπτές.
6. Στα Απολυτίκια ή Τροπάρια όταν και όπου ακούγεται το όνομα του Αγίου ή της Αγίας της ημέρας, του Ναού κλπ.
7. Στον Όρθρο, όταν ψάλλεται, επαναλαμβανόμενο, το Μεγαλυνάριο της Παναγίας: «Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ…». Το σταυρό μας είναι προτιμότερο να τον κάνουμε , όταν φθάνει η ψαλμωδία στο: «…την όντως Θεοτόκον …», για να τονίζεται η πίστη ότι εγέννησε Θεόν.
8. Στη Μικρή και Μεγάλη Είσοδο, όταν περνούν από μπροστά μας το Ευαγγέλιο και τα Τίμια Δώρα.
9. Στον Τρισάγιο Ύμνο: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς».
10. Στο «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν…» το οποίο επαναλαμβάνεται τρις. Μαζί με το σταυρό μας σ’ αυτήν την περίπτωση κάνουμε κάθε φορά και μία μικρή μετάνοια.
11. Πριν από το τέλος του Εσπερινού, όταν ο Ιερέας λέγει το «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου…».
12. Στις απολύσεις των ακολουθιών (Εσπερινού, Όρθρου και λοιπών ακολουθιών), καθώς και στην απόλυση της Θείας Λειτουργίας.
13. Κάθε άλλη φορά, κατά τις διάφορες αιτήσεις του Ιερέα , εφ’ όσον αυτό αναπαύει ή ευχαριστεί τον πιστό.
14. Όταν προσκυνούμε τις άγιες Εικόνες ή άγια Λείψανα.
15. Πριν κοινωνήσουμε και μετά τη Θεία Κοινωνία.
''ΔΕΝ κάνουμε τον σταυρό μας:''
1. Όταν μας θυμιάζει ο Ιερέας. Στις περιπτώσεις αυτές αντί σταυρού, κάνουμε μια υπόκλιση της κεφαλής ευχαριστούντες τον Ιερέα για την τιμή που μας κάνει: Μετά τις άγιες Εικόνες να θυμιάζει και εμάς, ως εικόνες του Θεού! Εάν καθόμαστε, πρέπει να σηκωνόμαστε.
2. Όταν στην αρχή του Όρθρου αναγινώσκεται ο Εξάψαλμος.
Το σταυρό μας μπορούμε να κάνουμε στην αρχή και στο τέλος του Εξάψαλμου. Σ’ όλη όμως τη διάρκεια αυτού, ακόμη και στο μέσον του, όταν λέγουμε τα «Δόξα… Και νυν… Αλληλούια…» ΔΕΝ κάνουμε το σταυρό μας, αλλά παρακολουθούμε «εν πάση σιωπή και κατανύξει» τον Αναγνώστη, ο οποίος «μετ’ ευλαβείας και φόβου Θεού», διαβάζει τον Εξάψαλμο. Διότι ο χρόνος αυτός της αναγνώσεως προεικονίζει το χρόνο της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά τη διάρκεια του οποίου με φόβο και τρόμο θα αναμένουμε την τελική κρίση Του για εμάς. Και, όπως τότε, έτσι και τώρα θα πρέπει σιωπώντες, όρθιοι, ακίνητοι, χωρίς μετακινήσεις η, προπαντός, χωρίς και τους παραμικρούς θορύβους, να παρακολουθούμε την ανάγνωση αυτή. (Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στις εσπερινές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι οποίες είναι ο Όρθρος της επομένης. Διότι τότε, αφηρημένοι, μπαίνουμε στους Ναούς χωρίς να προσέχουμε, εάν εκείνη την ώρα διαβάζεται ο Εξάψαλμος. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να παραμένουμε ακίνητοι στην είσοδο του Κυρίως Ναού και μετά το πέρας της αναγνώσεως να μετακινούμαστε για να καταλάβουμε τη θέση μας).
3. Όταν φιλάμε το χέρι Ιερωμένου.
Η συνήθεια ορισμένων να κάνουν το σταυρό τους πριν φιλήσουν το χέρι του Επισκόπου ή Ιερέα ή οποιουδήποτε ρασοφόρου είναι λανθασμένη. Το σταυρό μας τον κάνουμε, όταν ασπαζόμαστε τις άγιες Εικόνες και όχι όταν ασπαζόμαστε το χέρι του Ιερωμένου. Όταν λοιπόν πρόκειται να επικοινωνήσουμε ή να συναντηθούμε με Ιερωμένο, μπορούμε να πούμε «Ευλόγησον, Δέσποτα ή Πάτερ» ή «Την ευχή σας, Σεβασμιώτατε ή Άγιε Καθηγούμενε ή Πάτερ και κάνοντας μία μικρή υπόκλιση της κεφαλής να ασπαστούμε το δεξί του χέρι, οπότε συνεχίζουμε το διάλογο μαζί του, όπως επιθυμεί ο καθένας. Το ίδιο κάνουμε και φεύγοντας από κοντά του. Λέμε, «Την ευχή σας ή Ευλογείτε, Πάτερ», κάνουμε μικρή υπόκλιση, προτείνοντας τις παλάμες μας σταυροειδώς, ασπαζόμαστε τη δεξιά του και φεύγουμε.
4. Όταν λαμβάνουμε το αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα, το οποίο (χέρι) στη συνέχεια το ασπαζόμαστε.
''από το :”Λατρευτικό Εγχειρίδιο” σελ. 168,171
του π. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου''.
''Κάνουμε τον σταυρό μας:''
1. Μόλις ανάψουμε το κερί μας.
2. Όταν μπαίνουμε στους Ιερούς Ναούς και όταν βγαίνουμε από αυτούς.
3. Στην αρχή κάθε ακολουθίας.
4. Σε κάθε Τριαδική εκφώνηση.
Δηλαδή κάθε φορά που θα λέγεται ή θα ψάλλεται το: «Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι», η όταν ακούγεται το «… του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…».
5. Σε κάθε εκφώνηση της Παναγίας:
«Της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας…» που υπάρχει στα Ειρηνικά, Πληρωτικά και Μικρές Συναπτές.
6. Στα Απολυτίκια ή Τροπάρια όταν και όπου ακούγεται το όνομα του Αγίου ή της Αγίας της ημέρας, του Ναού κλπ.
7. Στον Όρθρο, όταν ψάλλεται, επαναλαμβανόμενο, το Μεγαλυνάριο της Παναγίας: «Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ…». Το σταυρό μας είναι προτιμότερο να τον κάνουμε , όταν φθάνει η ψαλμωδία στο: «…την όντως Θεοτόκον …», για να τονίζεται η πίστη ότι εγέννησε Θεόν.
8. Στη Μικρή και Μεγάλη Είσοδο, όταν περνούν από μπροστά μας το Ευαγγέλιο και τα Τίμια Δώρα.
9. Στον Τρισάγιο Ύμνο: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς».
10. Στο «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν…» το οποίο επαναλαμβάνεται τρις. Μαζί με το σταυρό μας σ’ αυτήν την περίπτωση κάνουμε κάθε φορά και μία μικρή μετάνοια.
11. Πριν από το τέλος του Εσπερινού, όταν ο Ιερέας λέγει το «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου…».
12. Στις απολύσεις των ακολουθιών (Εσπερινού, Όρθρου και λοιπών ακολουθιών), καθώς και στην απόλυση της Θείας Λειτουργίας.
13. Κάθε άλλη φορά, κατά τις διάφορες αιτήσεις του Ιερέα , εφ’ όσον αυτό αναπαύει ή ευχαριστεί τον πιστό.
14. Όταν προσκυνούμε τις άγιες Εικόνες ή άγια Λείψανα.
15. Πριν κοινωνήσουμε και μετά τη Θεία Κοινωνία.
''ΔΕΝ κάνουμε τον σταυρό μας:''
1. Όταν μας θυμιάζει ο Ιερέας. Στις περιπτώσεις αυτές αντί σταυρού, κάνουμε μια υπόκλιση της κεφαλής ευχαριστούντες τον Ιερέα για την τιμή που μας κάνει: Μετά τις άγιες Εικόνες να θυμιάζει και εμάς, ως εικόνες του Θεού! Εάν καθόμαστε, πρέπει να σηκωνόμαστε.
2. Όταν στην αρχή του Όρθρου αναγινώσκεται ο Εξάψαλμος.
Το σταυρό μας μπορούμε να κάνουμε στην αρχή και στο τέλος του Εξάψαλμου. Σ’ όλη όμως τη διάρκεια αυτού, ακόμη και στο μέσον του, όταν λέγουμε τα «Δόξα… Και νυν… Αλληλούια…» ΔΕΝ κάνουμε το σταυρό μας, αλλά παρακολουθούμε «εν πάση σιωπή και κατανύξει» τον Αναγνώστη, ο οποίος «μετ’ ευλαβείας και φόβου Θεού», διαβάζει τον Εξάψαλμο. Διότι ο χρόνος αυτός της αναγνώσεως προεικονίζει το χρόνο της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά τη διάρκεια του οποίου με φόβο και τρόμο θα αναμένουμε την τελική κρίση Του για εμάς. Και, όπως τότε, έτσι και τώρα θα πρέπει σιωπώντες, όρθιοι, ακίνητοι, χωρίς μετακινήσεις η, προπαντός, χωρίς και τους παραμικρούς θορύβους, να παρακολουθούμε την ανάγνωση αυτή. (Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στις εσπερινές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι οποίες είναι ο Όρθρος της επομένης. Διότι τότε, αφηρημένοι, μπαίνουμε στους Ναούς χωρίς να προσέχουμε, εάν εκείνη την ώρα διαβάζεται ο Εξάψαλμος. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να παραμένουμε ακίνητοι στην είσοδο του Κυρίως Ναού και μετά το πέρας της αναγνώσεως να μετακινούμαστε για να καταλάβουμε τη θέση μας).
3. Όταν φιλάμε το χέρι Ιερωμένου.
Η συνήθεια ορισμένων να κάνουν το σταυρό τους πριν φιλήσουν το χέρι του Επισκόπου ή Ιερέα ή οποιουδήποτε ρασοφόρου είναι λανθασμένη. Το σταυρό μας τον κάνουμε, όταν ασπαζόμαστε τις άγιες Εικόνες και όχι όταν ασπαζόμαστε το χέρι του Ιερωμένου. Όταν λοιπόν πρόκειται να επικοινωνήσουμε ή να συναντηθούμε με Ιερωμένο, μπορούμε να πούμε «Ευλόγησον, Δέσποτα ή Πάτερ» ή «Την ευχή σας, Σεβασμιώτατε ή Άγιε Καθηγούμενε ή Πάτερ και κάνοντας μία μικρή υπόκλιση της κεφαλής να ασπαστούμε το δεξί του χέρι, οπότε συνεχίζουμε το διάλογο μαζί του, όπως επιθυμεί ο καθένας. Το ίδιο κάνουμε και φεύγοντας από κοντά του. Λέμε, «Την ευχή σας ή Ευλογείτε, Πάτερ», κάνουμε μικρή υπόκλιση, προτείνοντας τις παλάμες μας σταυροειδώς, ασπαζόμαστε τη δεξιά του και φεύγουμε.
4. Όταν λαμβάνουμε το αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα, το οποίο (χέρι) στη συνέχεια το ασπαζόμαστε.
''από το :”Λατρευτικό Εγχειρίδιο” σελ. 168,171
του π. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου''.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
''Τό ἄναμμα τῶν κεριῶν καί τῶν καντηλιῶν στήν θρησκευτική μας παράδοση''.
Κάθε εὐλαβής Χριστιανός, ἀπό πολύ μικρή ἡλικία, μαθαίνει νά ἀνάβει κεριά στήν ἐκκλησία, ὡς ἀναπόσπαστο κομμάτι τῆς συμμετοχῆς του στά μυστήρια τῆς θρησκείας μας. Παρά τό γεγονός, ὅμως, ὅτι τό ἄναμμα τῶν κεριῶν ἀποτελεῖ καθιερωμένη θρησκευτική πρακτική, οἱ περισσότεροι πιστοί δέν γνωρίζουν ποιά εἶναι ἡ ἀκριβής σημειολογία αὐτῆς τῆς ἐνέργειας.
Οἱ πρῶτες ἀναφορές γιά τή χρήση φωτιᾶς στό θρησκευτικό τελετουργικό εἶναι πολύ παλιές, ἐνῶ στήν Παλαιά Διαθήκη ἀναφέρεται, γιά πρώτη φορά, ὅτι πρό τοῦ θυσιαστηρίου ἔκαιε ἡ «ἑπτάφωτος» λυχνία. Τόσο τά κεριά, ὅσο και τά καντήλια, ἀρχικά ἐξυπηρετοῦσαν πρακτικές ἀνάγκες, ἀφοῦ μετρίαζαν το σκοτάδι στή διάρκεια τῶν προσευχῶν πού γίνονταν τή νύχτα, ἐνῶ ἀργότερα, περισσότερο κατά τά χρόνια τῶν διωγμῶν, προσέλαβαν διάφορους συμβολισμούς.
Πολλές εἶναι οἱ βιβλικές ρήσεις πού ἀναφέρονται στό ἄναμμά τους, ὅπως: «Ἐκεῖνος (ὁ Βαπτιστής) ἦν ὁ λύχνος ὁ καιόμενος καί φαίνων» (Ἰωάν. ε, 35), ἐνῶ ὁ φωτισμός τῶν ἱερῶν τόπων τῆς λατρείας τῶν Χριστιανῶν συμβόλιζε τήν προτύπωση τήν φωτεινῆς ζωῆς πού ὄφειλαν νά ζοῦν. Ἀπό ἀνασκαφές σέ κατακόμβες ἤ ἄλλους λατρευτικούς χώρους, ἔχουν βρεθεῖ λυχνίες καί κανδῆλες διαφόρων μεγεθῶν καί σχημάτων, οἱ ὁποῖες φέρουν ἐπιγραφές ὅπως: «Φῶς ἐκ φωτός» καί «Ἐγώ εἰμί ἡ Ἀνάστασις». Ἀναφέρεται, ἀκόμη, ὅτι ὁ Μωυσῆς διέταξε τούς Ἰσραηλίτες νά τροφοδοτοῦν μέ λάδι «ἄτρυγον καθαρόν» τή λυχνία τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου.
Τό καντήλι στό σπίτι.
Σέ κάθε χριστιανικό σπίτι οἱ πιστοί διαθέτουν ἕνα χῶρο μέ εἰκονίσματα, πού βρίσκεται σέ ἐμφανές σημεῖο τοῦ σπιτιοῦ ὥστε νά εἶναι εὔκολα ὁρατός καί προσεγγίσιμος, ἐνῶ μπροστά τους πρέπει νά καίει ἕνα καντήλι. To καντήλι μπορεῖ νά εἶναι διαφόρων μεγεθῶν ἤ τύπων καί εἶναι προτιμότερο νά διαθέτει κάλυμμα, ὥστε νά ἀποτραπεῖ ὁ κίνδυνος νά πεταχτεῖ θρυαλλίδα καί νά προκληθεῖ πυρκαγιά. Ἐπίσης, ἐπειδή ὅ,τι ἀφιερώνουμε στό Θεό πρέπει νά εἶναι ἄριστο, ὀφείλουμε νά τοποθετοῦμε στό καντήλι πολύ καλῆς ποιότητας λάδι καί μάλιστα ἐλαιόλαδο καί ὄχι σπορέλαιο, ἀφοῦ τό καθαρό λάδι συμβολίζει καί τήν καθαρότητα τῶν προθέσεών μας.
Τό φυτίλι παλαιότερα ἀποτελοῦνταν ἀπό βαμβακερή κλωστή συγκεκριμένου πάχους, πού βυθίζονταν στό λάδι μέ εἰδικό μηχανισμό, ἀπορροφώντας το, ὥστε νά τροφοδοτήσει τήν καιόμενη ἄκρη του. Σήμερα τά περισσότερα φυτίλια εἶναι συνθετικά καί τοποθετοῦνται σέ εἰδική καντηλήθρα ἀπό φελλό.
Τά χρησιμοποιημένα φυτίλια δέν πρέπει νά πετάγονται στά σκουπίδια, ἀλλά νά φυλάσσονται σέ ἕνα κουτάκι καί νά ἀφήνονται εἴτε σέ κάποια γλάστρα, εἴτε στόν κῆπο.
Ἡ Ἀκοίμητη Κανδήλα.
Στό Ἅγιο Βῆμα, μπροστά στό Ἅγιο Ἀρτοφόριο ὅπου φυλάσσεται τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἀνάβει ἡ Ἀκοίμητη Κανδήλα. Ἐπίσης, πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα, κατά τή διάρκεια τῆς Ἱερᾶς Ἀκολουθίας, βρίσκονται ἀναμμένες συνήθως δύο κανδῆλες, ἀργυρές ἤ ἐπίχρυσες. Μπροστά ἀπό τίς ἱερές εἰκόνες τοῦ τέμπλου, ἀκόμη, καῖνε κρεμαστές κανδῆλες μέ καθαρό λάδι, τοῦ ὁποίου ἡ εὐωδία ἀναμειγνύεται μέ τό ἄρωμα τοῦ καθαροῦ κεριοῦ καί τοῦ λιβανιοῦ, ἐνισχύοντας τήν ἀτμόσφαιρα κατάνυξης πού συναντοῦμε στίς ἐκκλησίες μας.
Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι ἡ ἀντικατάσταση τῆς Ἀκοίμητης Κανδήλας μέ ἠλεκτρικά λαμπιόνια, σύμφωνα μέ πολλούς ἁγίους της ἐκκλησίας μας, δέν θά πρέπει νά γίνεται σέ καμία περίπτωση. Πρέπει, ἀκόμη, νά τονισθεῖ ὅτι τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ δέν γίνεται ἐπειδή τό ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός, ἀλλά ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νά Τοῦ δείξει τήν εὐλάβειά του.
Ὁ συμβολισμός τῶν καντηλιῶν.
Τό καντήλι πρέπει νά ἀνάβει μέ εὐλάβεια κάθε πρωΐ, ἐνῶ ἡ φλόγα του μπορεῖ νά διαρκέσει μέχρι τό βράδυ. Ὑπάρχουν πολλοί λόγοι γιά τούς ὁποίους πρέπει οἱ Ὀρθόδοξοι νά ἀνάβουμε τό καντήλι, ὅπως γιά νά μᾶς θυμίζει τήν ἀνάγκη γιά προσευχή, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό μόνο ἀληθινό Φῶς καί ἡ πίστη σέ Αὐτόν εἶναι Φῶς, ὅτι ἡ ζωή μας πρέπει νά εἶναι φωτεινή, ὅτι, ὅπως τό καντήλι ἀπαιτεῖ τό δικό μας χέρι γιά νά ἀνάψει, ἔτσι καί ἡ ψυχή ἀπαιτεῖ τό χέρι τοῦ Θεοῦ, τή Χάρη Του δηλαδή, ἀλλά καί ὅτι πρέπει τό θέλημά μας νά καεῖ καί νά θυσιαστεῖ γιά τήν ἀγάπη πρός τό Θεό.
Ὁ πιστός κατά τή διάρκεια τοῦ ἀνάμματος σιγοψιθυρίζει τό «Δόξα σοι τῷ δείξαντι τό φῶς» καί κάτω ἀπό τό καντήλι πραγματοποιεῖ συνήθως τήν καθημερινή του προσευχή. Τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ ἀποτελοῦσε ἀνέκαθεν μία πολύ διαδεδομένη θρησκευτική συνήθεια, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε χριστιανικό σπίτι πού νά μήν τό φώτιζε τό ζωοδόχο φῶς του. Ὑπάρχουν, ἐπίσης, τά προσκυνητάρια τῶν δρόμων, ὅπου οἱ πιστοί ἀνάβουν καντήλια γιά νά εὐχαριστήσουν τό Θεό πού τούς βοήθησε νά γλιτώσουν τή ζωή τους μετά ἀπό κάποιο δυστύχημα. Πρέπει νά τονιστεῖ, ἀκόμη, ὅτι τό λάδι πού καίει στά καντήλια μας, συμβολίζει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ πού φανερώθηκε ὅταν ἡ περιστερά τοῦ Νῶε ἐπέστρεψε στήν Κιβωτό γιά νά σημάνει τήν παύση τοῦ κατακλυσμοῦ, ἔχοντας στό ράμφος της κλάδο ἐλαίας, ἤ ὅταν ὁ Ἰησοῦς, καθώς προσευχόταν ἐκτενῶς, ἐπότιζε μέ τούς θρόμβους τοῦ ἱδρῶτος Του τήν ἐλιά, κάτω ἀπό τά κλαδιά τῆς ὁποίας γονάτισε τήν μαρτυρική ἐκείνη νύχτα, στό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν.
Ὅσον ἀφορᾶ τόν εἰδικότερο συμβολισμό του, τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ συμβολίζει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, τή ρήση τοῦ Κυρίου μας ὅτι πρέπει νά εἴμαστε οἱ χριστιανοί τά φῶτα τοῦ κόσμου, ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι προσφέρεται ὡς θυσία σεβασμοῦ καί τιμῆς πρός τό Θεό καί τούς ἁγίους Του.
Τά κεριά στήν ἐκκλησία.
Ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, πού ἔχει ἑρμηνεύσει πολλά σημεῖα τῆς θρησκευτικῆς μας λατρείας, ἀναφέρει ὅτι τό ἄναμμα τῶν κεριῶν στήν ἐκκλησία ἔχει 6 συμβολισμούς, δηλαδή συμβολίζει:
α) τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς μας, διότι παρασκευάζεται ἀπό ἁγνό κερί μέλισσας,
β) τή Θεία Χάρη, ἐπειδή τό κερί προέρχεται ἀπό εὐωδιαστά ἄνθη,
γ) τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, πού λάμπει καί φωτίζει στό σκοτάδι,
δ) τή θέωση, στήν ὁποία πρέπει νά φτάσει ὁ πιστός, ἐπειδή τό κερί ἀνακατεύεται μέ τή φωτιά καί τῆς δίνει τροφή,
ε) τήν πλαστικότητα τῆς ψυχῆς μας, ἀφοῦ πάνω στό κερί μποροῦμε εὔκολα νά χαράξουμε ὅ,τι θελήσουμε,
στ) τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη πού πρέπει νά ἀποτελοῦν βασικά χαρακτηριστικά κάθε πιστοῦ, ἐπειδή τό κερί καίγεται ὅταν φωτίζει, ἀλλά καί παρηγορεῖ τόν ἄνθρωπο χαρίζοντάς του φῶς στό σκοτάδι τῆς ζωῆς του.
Ἕνας ἄλλος ἅγιος της ἐκκλησίας μας, ὁ Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἀναφέρει στά γραπτά του τίς 6 δικές του ἐκδοχές γιά τίς ὁποίες ἀνάβουμε κεριά στήν ἐκκλησία (Ἑορτοδρόμιον, σ. 433).
α) Γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό ἀληθινό καί μοναδικό φῶς πού φωτίζει τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου,
β) Γιά νά δείξει ὁ πιστός ὅτι ἔχει χαρά στήν ψυχή του,
γ) Γιά νά τιμήσουμε τούς ἁγίους καί τούς μάρτυρες τῆς πίστης, ὅπως οἱ πρῶτοι Χριστιανοί,
δ) Γιά τή διάλυση τοῦ σκοταδιοῦ τῆς νύχτας καί τήν παρηγοριά τῶν ἀνθρώπων ἀπό τό φόβο τοῦ σκότους,
ε) Γιά νά συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες ὅσων ἀνάβουν τό κερί, ἀλλά καί ἐκείνων ὑπέρ τῶν ὁποίων τό ἀνάβουν,
στ) Γιά νά συμβολισθοῦν τά καλά μας ἔργα, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος: «οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν Πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».
Ὁ συμβολισμός τῶν κεριῶν.
Ὁ εὐσεβής Χριστιανός, ἀνάβοντας κερί στήν ἐκκλησία, θυμᾶται ὅτι πρέπει νά ζεῖ μέσα στό φῶς πού πῆρε ἀπό τή βάπτισή του, πού ὀνομάζεται καί Φώτισμα. Γιά τό λόγο αὐτό, κατά τή διάρκεια τοῦ μυστηρίου τῆς βάπτισης κρατᾶμε ἀναμμένες λαμπάδες, πού ἀποτελοῦν τό «πῦρ τῆς Πεντηκοστῆς», τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ἀνανεώνεται κάθε φορά πού συμμετέχουμε στή Θεία Λειτουργία. Ἔτσι, ἐπειδή κάθε φορά πού κοινωνοῦμε καί προσευχόμαστε ἀναζωπυρώνουμε τή φωτιά πού καίει στήν ψυχή μας, ψάλλουμε στό τέλος της: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὔρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες».
Οἱ ἅγιοι τῆς χριστιανοσύνης, παραδεχόμενοι ὅτι βρίσκονται στό σκοτάδι τῆς ἄγνοιας καί τῆς ἁμαρτίας, ἀναζητοῦν τή λύτρωση μέσα ἀπό τή λαμπρότητα τοῦ θεϊκοῦ φωτός. Ἐπίσης, τό κερί, καθώς καίγεται, φωτίζει τό περιβάλλον του. Ἔτσι καί ὁ συνειδητός χριστιανός, ὅταν θυσιάζεται γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, φωτίζει τούς συνανθρώπους του καί τούς δείχνει τόν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Μία παλιά θρησκευτική παράδοση Τό ἄναμμα τοῦ κεριοῦ ἀποτελεῖ ἐδῶ καί αἰῶνες ἀναπόσπαστο κομμάτι τόσο τῶν θρησκευτικῶν μας παραδόσεων, ὅσο καί τῆς εὐλάβειας τῶν πιστῶν, ἀποτελώντας ἔκφραση τῆς πίστης τους στόν Τριαδικό Θεό καί στήν ἀναζήτηση τῆς ἐνίσχυσής Του στόν καθημερινό πνευματικό τους ἀγώνα. Ὅταν ὁ πιστός εἰσέρχεται στόν ναό, πρέπει νά ἀνάβει στό μανουάλι ἕνα κερί γιά τούς ζῶντες κι ἕνα κερί γιά τούς τεθνεῶτες συγγενεῖς καί προσφιλεῖς του συνανθρώπους. Τό ἄναμμα τοῦ κεριοῦ πρέπει πάντοτε νά συνοδεύεται μέ λόγια προσευχῆς. Γιά τούς ζῶντες ὁ πιστός ζητᾶ εὐλαβικά τό ἔλεος καί τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ γιά τούς τεθνεῶτες τή θεία εὐσπλαχνία καί τήν αἰώνια σωτηρία τους.
Σέ μία παλαιότερη ὁμιλία του, ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, τονίζοντας τήν ἀνάγκη γιά ἐπιστροφή στή λειτουργική παράδοση τῆς ἐκκλησίας μας, εἶχε προτείνει: «Κατάργηση, σύν τῷ χρόνῳ, καί ὅπου τοῦτο ἐγχωρεῖ, τῶν ἠλεκτρικῶν κανδηλίων καί ἠλεκτρικῶν κηρίων, τοῦ διακοσμητικοῦ τούτου ψεύδους, τό ὁποῖον ἀλλοιώνει τό εὐχαριστιακόν γεγονός εἰς θρησκευτικόν “θέαμα”. Τό λάδι καί τό κερί “προσφέρονται” καί αὐτά κατά τινά τρόπον ὡς βοηθητικά στοιχεῖα τῆς κατ’ ἐξοχήν προσφορᾶς τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ».
Μία ἐσωτερική ἀνάγκη.
Τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ ἤ τοῦ κεριοῦ ἀπό μόνο του δέν ἀποτελεῖ ἄλλοθι γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τοῦ κάθε πιστοῦ, ἀλλά ἀντίθετα, γιά νά διατηρήσει τόν πολυποίκιλο συμβολισμό του, θά πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό μία ἐνάρετη χριστιανική ζωή. Μόνον μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ καλός χριστιανός θά μπορέσει νά ἐκφράσει ἀπερίσπαστος τήν ἐσωτερική του εὐλάβεια καί θρησκευτικότητα, ἀλλά καί νά ἀντλήσει τή μέγιστη πνευματική ὠφέλεια πού ἀπορρέει ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ.
Κάθε εὐλαβής Χριστιανός, ἀπό πολύ μικρή ἡλικία, μαθαίνει νά ἀνάβει κεριά στήν ἐκκλησία, ὡς ἀναπόσπαστο κομμάτι τῆς συμμετοχῆς του στά μυστήρια τῆς θρησκείας μας. Παρά τό γεγονός, ὅμως, ὅτι τό ἄναμμα τῶν κεριῶν ἀποτελεῖ καθιερωμένη θρησκευτική πρακτική, οἱ περισσότεροι πιστοί δέν γνωρίζουν ποιά εἶναι ἡ ἀκριβής σημειολογία αὐτῆς τῆς ἐνέργειας.
Οἱ πρῶτες ἀναφορές γιά τή χρήση φωτιᾶς στό θρησκευτικό τελετουργικό εἶναι πολύ παλιές, ἐνῶ στήν Παλαιά Διαθήκη ἀναφέρεται, γιά πρώτη φορά, ὅτι πρό τοῦ θυσιαστηρίου ἔκαιε ἡ «ἑπτάφωτος» λυχνία. Τόσο τά κεριά, ὅσο και τά καντήλια, ἀρχικά ἐξυπηρετοῦσαν πρακτικές ἀνάγκες, ἀφοῦ μετρίαζαν το σκοτάδι στή διάρκεια τῶν προσευχῶν πού γίνονταν τή νύχτα, ἐνῶ ἀργότερα, περισσότερο κατά τά χρόνια τῶν διωγμῶν, προσέλαβαν διάφορους συμβολισμούς.
Πολλές εἶναι οἱ βιβλικές ρήσεις πού ἀναφέρονται στό ἄναμμά τους, ὅπως: «Ἐκεῖνος (ὁ Βαπτιστής) ἦν ὁ λύχνος ὁ καιόμενος καί φαίνων» (Ἰωάν. ε, 35), ἐνῶ ὁ φωτισμός τῶν ἱερῶν τόπων τῆς λατρείας τῶν Χριστιανῶν συμβόλιζε τήν προτύπωση τήν φωτεινῆς ζωῆς πού ὄφειλαν νά ζοῦν. Ἀπό ἀνασκαφές σέ κατακόμβες ἤ ἄλλους λατρευτικούς χώρους, ἔχουν βρεθεῖ λυχνίες καί κανδῆλες διαφόρων μεγεθῶν καί σχημάτων, οἱ ὁποῖες φέρουν ἐπιγραφές ὅπως: «Φῶς ἐκ φωτός» καί «Ἐγώ εἰμί ἡ Ἀνάστασις». Ἀναφέρεται, ἀκόμη, ὅτι ὁ Μωυσῆς διέταξε τούς Ἰσραηλίτες νά τροφοδοτοῦν μέ λάδι «ἄτρυγον καθαρόν» τή λυχνία τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου.
Τό καντήλι στό σπίτι.
Σέ κάθε χριστιανικό σπίτι οἱ πιστοί διαθέτουν ἕνα χῶρο μέ εἰκονίσματα, πού βρίσκεται σέ ἐμφανές σημεῖο τοῦ σπιτιοῦ ὥστε νά εἶναι εὔκολα ὁρατός καί προσεγγίσιμος, ἐνῶ μπροστά τους πρέπει νά καίει ἕνα καντήλι. To καντήλι μπορεῖ νά εἶναι διαφόρων μεγεθῶν ἤ τύπων καί εἶναι προτιμότερο νά διαθέτει κάλυμμα, ὥστε νά ἀποτραπεῖ ὁ κίνδυνος νά πεταχτεῖ θρυαλλίδα καί νά προκληθεῖ πυρκαγιά. Ἐπίσης, ἐπειδή ὅ,τι ἀφιερώνουμε στό Θεό πρέπει νά εἶναι ἄριστο, ὀφείλουμε νά τοποθετοῦμε στό καντήλι πολύ καλῆς ποιότητας λάδι καί μάλιστα ἐλαιόλαδο καί ὄχι σπορέλαιο, ἀφοῦ τό καθαρό λάδι συμβολίζει καί τήν καθαρότητα τῶν προθέσεών μας.
Τό φυτίλι παλαιότερα ἀποτελοῦνταν ἀπό βαμβακερή κλωστή συγκεκριμένου πάχους, πού βυθίζονταν στό λάδι μέ εἰδικό μηχανισμό, ἀπορροφώντας το, ὥστε νά τροφοδοτήσει τήν καιόμενη ἄκρη του. Σήμερα τά περισσότερα φυτίλια εἶναι συνθετικά καί τοποθετοῦνται σέ εἰδική καντηλήθρα ἀπό φελλό.
Τά χρησιμοποιημένα φυτίλια δέν πρέπει νά πετάγονται στά σκουπίδια, ἀλλά νά φυλάσσονται σέ ἕνα κουτάκι καί νά ἀφήνονται εἴτε σέ κάποια γλάστρα, εἴτε στόν κῆπο.
Ἡ Ἀκοίμητη Κανδήλα.
Στό Ἅγιο Βῆμα, μπροστά στό Ἅγιο Ἀρτοφόριο ὅπου φυλάσσεται τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἀνάβει ἡ Ἀκοίμητη Κανδήλα. Ἐπίσης, πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα, κατά τή διάρκεια τῆς Ἱερᾶς Ἀκολουθίας, βρίσκονται ἀναμμένες συνήθως δύο κανδῆλες, ἀργυρές ἤ ἐπίχρυσες. Μπροστά ἀπό τίς ἱερές εἰκόνες τοῦ τέμπλου, ἀκόμη, καῖνε κρεμαστές κανδῆλες μέ καθαρό λάδι, τοῦ ὁποίου ἡ εὐωδία ἀναμειγνύεται μέ τό ἄρωμα τοῦ καθαροῦ κεριοῦ καί τοῦ λιβανιοῦ, ἐνισχύοντας τήν ἀτμόσφαιρα κατάνυξης πού συναντοῦμε στίς ἐκκλησίες μας.
Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι ἡ ἀντικατάσταση τῆς Ἀκοίμητης Κανδήλας μέ ἠλεκτρικά λαμπιόνια, σύμφωνα μέ πολλούς ἁγίους της ἐκκλησίας μας, δέν θά πρέπει νά γίνεται σέ καμία περίπτωση. Πρέπει, ἀκόμη, νά τονισθεῖ ὅτι τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ δέν γίνεται ἐπειδή τό ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός, ἀλλά ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ νά Τοῦ δείξει τήν εὐλάβειά του.
Ὁ συμβολισμός τῶν καντηλιῶν.
Τό καντήλι πρέπει νά ἀνάβει μέ εὐλάβεια κάθε πρωΐ, ἐνῶ ἡ φλόγα του μπορεῖ νά διαρκέσει μέχρι τό βράδυ. Ὑπάρχουν πολλοί λόγοι γιά τούς ὁποίους πρέπει οἱ Ὀρθόδοξοι νά ἀνάβουμε τό καντήλι, ὅπως γιά νά μᾶς θυμίζει τήν ἀνάγκη γιά προσευχή, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό μόνο ἀληθινό Φῶς καί ἡ πίστη σέ Αὐτόν εἶναι Φῶς, ὅτι ἡ ζωή μας πρέπει νά εἶναι φωτεινή, ὅτι, ὅπως τό καντήλι ἀπαιτεῖ τό δικό μας χέρι γιά νά ἀνάψει, ἔτσι καί ἡ ψυχή ἀπαιτεῖ τό χέρι τοῦ Θεοῦ, τή Χάρη Του δηλαδή, ἀλλά καί ὅτι πρέπει τό θέλημά μας νά καεῖ καί νά θυσιαστεῖ γιά τήν ἀγάπη πρός τό Θεό.
Ὁ πιστός κατά τή διάρκεια τοῦ ἀνάμματος σιγοψιθυρίζει τό «Δόξα σοι τῷ δείξαντι τό φῶς» καί κάτω ἀπό τό καντήλι πραγματοποιεῖ συνήθως τήν καθημερινή του προσευχή. Τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ ἀποτελοῦσε ἀνέκαθεν μία πολύ διαδεδομένη θρησκευτική συνήθεια, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε χριστιανικό σπίτι πού νά μήν τό φώτιζε τό ζωοδόχο φῶς του. Ὑπάρχουν, ἐπίσης, τά προσκυνητάρια τῶν δρόμων, ὅπου οἱ πιστοί ἀνάβουν καντήλια γιά νά εὐχαριστήσουν τό Θεό πού τούς βοήθησε νά γλιτώσουν τή ζωή τους μετά ἀπό κάποιο δυστύχημα. Πρέπει νά τονιστεῖ, ἀκόμη, ὅτι τό λάδι πού καίει στά καντήλια μας, συμβολίζει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ πού φανερώθηκε ὅταν ἡ περιστερά τοῦ Νῶε ἐπέστρεψε στήν Κιβωτό γιά νά σημάνει τήν παύση τοῦ κατακλυσμοῦ, ἔχοντας στό ράμφος της κλάδο ἐλαίας, ἤ ὅταν ὁ Ἰησοῦς, καθώς προσευχόταν ἐκτενῶς, ἐπότιζε μέ τούς θρόμβους τοῦ ἱδρῶτος Του τήν ἐλιά, κάτω ἀπό τά κλαδιά τῆς ὁποίας γονάτισε τήν μαρτυρική ἐκείνη νύχτα, στό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν.
Ὅσον ἀφορᾶ τόν εἰδικότερο συμβολισμό του, τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ συμβολίζει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο, τή ρήση τοῦ Κυρίου μας ὅτι πρέπει νά εἴμαστε οἱ χριστιανοί τά φῶτα τοῦ κόσμου, ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι προσφέρεται ὡς θυσία σεβασμοῦ καί τιμῆς πρός τό Θεό καί τούς ἁγίους Του.
Τά κεριά στήν ἐκκλησία.
Ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, πού ἔχει ἑρμηνεύσει πολλά σημεῖα τῆς θρησκευτικῆς μας λατρείας, ἀναφέρει ὅτι τό ἄναμμα τῶν κεριῶν στήν ἐκκλησία ἔχει 6 συμβολισμούς, δηλαδή συμβολίζει:
α) τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς μας, διότι παρασκευάζεται ἀπό ἁγνό κερί μέλισσας,
β) τή Θεία Χάρη, ἐπειδή τό κερί προέρχεται ἀπό εὐωδιαστά ἄνθη,
γ) τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, πού λάμπει καί φωτίζει στό σκοτάδι,
δ) τή θέωση, στήν ὁποία πρέπει νά φτάσει ὁ πιστός, ἐπειδή τό κερί ἀνακατεύεται μέ τή φωτιά καί τῆς δίνει τροφή,
ε) τήν πλαστικότητα τῆς ψυχῆς μας, ἀφοῦ πάνω στό κερί μποροῦμε εὔκολα νά χαράξουμε ὅ,τι θελήσουμε,
στ) τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη πού πρέπει νά ἀποτελοῦν βασικά χαρακτηριστικά κάθε πιστοῦ, ἐπειδή τό κερί καίγεται ὅταν φωτίζει, ἀλλά καί παρηγορεῖ τόν ἄνθρωπο χαρίζοντάς του φῶς στό σκοτάδι τῆς ζωῆς του.
Ἕνας ἄλλος ἅγιος της ἐκκλησίας μας, ὁ Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἀναφέρει στά γραπτά του τίς 6 δικές του ἐκδοχές γιά τίς ὁποίες ἀνάβουμε κεριά στήν ἐκκλησία (Ἑορτοδρόμιον, σ. 433).
α) Γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό ἀληθινό καί μοναδικό φῶς πού φωτίζει τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου,
β) Γιά νά δείξει ὁ πιστός ὅτι ἔχει χαρά στήν ψυχή του,
γ) Γιά νά τιμήσουμε τούς ἁγίους καί τούς μάρτυρες τῆς πίστης, ὅπως οἱ πρῶτοι Χριστιανοί,
δ) Γιά τή διάλυση τοῦ σκοταδιοῦ τῆς νύχτας καί τήν παρηγοριά τῶν ἀνθρώπων ἀπό τό φόβο τοῦ σκότους,
ε) Γιά νά συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες ὅσων ἀνάβουν τό κερί, ἀλλά καί ἐκείνων ὑπέρ τῶν ὁποίων τό ἀνάβουν,
στ) Γιά νά συμβολισθοῦν τά καλά μας ἔργα, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος: «οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν Πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».
Ὁ συμβολισμός τῶν κεριῶν.
Ὁ εὐσεβής Χριστιανός, ἀνάβοντας κερί στήν ἐκκλησία, θυμᾶται ὅτι πρέπει νά ζεῖ μέσα στό φῶς πού πῆρε ἀπό τή βάπτισή του, πού ὀνομάζεται καί Φώτισμα. Γιά τό λόγο αὐτό, κατά τή διάρκεια τοῦ μυστηρίου τῆς βάπτισης κρατᾶμε ἀναμμένες λαμπάδες, πού ἀποτελοῦν τό «πῦρ τῆς Πεντηκοστῆς», τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ἀνανεώνεται κάθε φορά πού συμμετέχουμε στή Θεία Λειτουργία. Ἔτσι, ἐπειδή κάθε φορά πού κοινωνοῦμε καί προσευχόμαστε ἀναζωπυρώνουμε τή φωτιά πού καίει στήν ψυχή μας, ψάλλουμε στό τέλος της: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὔρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες».
Οἱ ἅγιοι τῆς χριστιανοσύνης, παραδεχόμενοι ὅτι βρίσκονται στό σκοτάδι τῆς ἄγνοιας καί τῆς ἁμαρτίας, ἀναζητοῦν τή λύτρωση μέσα ἀπό τή λαμπρότητα τοῦ θεϊκοῦ φωτός. Ἐπίσης, τό κερί, καθώς καίγεται, φωτίζει τό περιβάλλον του. Ἔτσι καί ὁ συνειδητός χριστιανός, ὅταν θυσιάζεται γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, φωτίζει τούς συνανθρώπους του καί τούς δείχνει τόν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Μία παλιά θρησκευτική παράδοση Τό ἄναμμα τοῦ κεριοῦ ἀποτελεῖ ἐδῶ καί αἰῶνες ἀναπόσπαστο κομμάτι τόσο τῶν θρησκευτικῶν μας παραδόσεων, ὅσο καί τῆς εὐλάβειας τῶν πιστῶν, ἀποτελώντας ἔκφραση τῆς πίστης τους στόν Τριαδικό Θεό καί στήν ἀναζήτηση τῆς ἐνίσχυσής Του στόν καθημερινό πνευματικό τους ἀγώνα. Ὅταν ὁ πιστός εἰσέρχεται στόν ναό, πρέπει νά ἀνάβει στό μανουάλι ἕνα κερί γιά τούς ζῶντες κι ἕνα κερί γιά τούς τεθνεῶτες συγγενεῖς καί προσφιλεῖς του συνανθρώπους. Τό ἄναμμα τοῦ κεριοῦ πρέπει πάντοτε νά συνοδεύεται μέ λόγια προσευχῆς. Γιά τούς ζῶντες ὁ πιστός ζητᾶ εὐλαβικά τό ἔλεος καί τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ γιά τούς τεθνεῶτες τή θεία εὐσπλαχνία καί τήν αἰώνια σωτηρία τους.
Σέ μία παλαιότερη ὁμιλία του, ὁ πατριάρχης Βαρθολομαῖος, τονίζοντας τήν ἀνάγκη γιά ἐπιστροφή στή λειτουργική παράδοση τῆς ἐκκλησίας μας, εἶχε προτείνει: «Κατάργηση, σύν τῷ χρόνῳ, καί ὅπου τοῦτο ἐγχωρεῖ, τῶν ἠλεκτρικῶν κανδηλίων καί ἠλεκτρικῶν κηρίων, τοῦ διακοσμητικοῦ τούτου ψεύδους, τό ὁποῖον ἀλλοιώνει τό εὐχαριστιακόν γεγονός εἰς θρησκευτικόν “θέαμα”. Τό λάδι καί τό κερί “προσφέρονται” καί αὐτά κατά τινά τρόπον ὡς βοηθητικά στοιχεῖα τῆς κατ’ ἐξοχήν προσφορᾶς τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ».
Μία ἐσωτερική ἀνάγκη.
Τό ἄναμμα τοῦ καντηλιοῦ ἤ τοῦ κεριοῦ ἀπό μόνο του δέν ἀποτελεῖ ἄλλοθι γιά τήν ἐκπλήρωση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων τοῦ κάθε πιστοῦ, ἀλλά ἀντίθετα, γιά νά διατηρήσει τόν πολυποίκιλο συμβολισμό του, θά πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό μία ἐνάρετη χριστιανική ζωή. Μόνον μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ καλός χριστιανός θά μπορέσει νά ἐκφράσει ἀπερίσπαστος τήν ἐσωτερική του εὐλάβεια καί θρησκευτικότητα, ἀλλά καί νά ἀντλήσει τή μέγιστη πνευματική ὠφέλεια πού ἀπορρέει ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
'' Το Σημείο του Σταυρού ''.
1) Ο Σταυρός τον οποίον τυπούμεν κάθε μέρα στο σώμα μας. Τυπούται με τον εξής τρόπο: Ενωμένοι οι τρεις πρώτοι δάκτυλοι που εικονίζουν την Αγία Τριάδα, και ενωμένοι οι δύο τελευταίοι εικονίζουν τις δυο φύσεις του Χριστού, την θείαν και την ανθρώπινη (τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος).
Θέτοντας τους τρεις δακτύλους εις το μέτωπο σημαίνει, ότι κατήλθε ο Χριστός εκ των πατρικών κόλπων χωρίς να χωρισθεί απ' αυτών.
Κατόπιν θέτοντας τον στην κοιλία μας, σημαίνει, ότι εσαρκώθει εις την άμωμον κοιλία την Αειπαρθένου Μαρίας, θέτοντας αυτούς εις τον δεξιόν ώμον και στον αριστερό σημαίνει, ότι θα έλθη να κρίνη ζώντας και νεκρούς και τους μεν δίκαιους θα στήση εκ δεξιών, τους δε αμαρτωλούς εξ αριστερών.
2) Όσοι Χριστιανοί δεν κάνουν σωστά το σημείο του Σταυρού, χαροποιούν τον δαίμονα. Και είναι τρομερό, αντί να αγιαζόμαστε που κάνουμε το Σταυρό μας αμαρτάνουμε με αυτή την απροσεξία μας, γι' αυτό αγαπητοί μας να προσέχουμε και με ευλάβεια και σεβασμό να κάνουμε το Σταυρό μας και θα λαμβάνουμε πολλά οφέλη όπως μας λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας. Σχηματίζεται δε προστατευτική ασπίδα γύρω μας, ακατανίκητη από κάθε εχθρό και από κάθε κακό επίγειο και εναέριο.
Ο Μέγας Άγιος της Εκκλησίας μας Αθανάσιος λέει: «Σημείο πιστών ο Σταυρός και φόβος δαιμόνων, τω σημείω του Σταυρού πάσα μαγεία παύεται». Καθώς και ο Αγ. Επιφάνιος λέει:
«Εις το όνομα του Χριστού και στη σφραγίδα του Σταυρού, δεν ισχύει μαγείας δύναμη». Μη ντρεπόμαστε το Σταυρό να κάνουμε φανερά, γιατί είναι αμαρτία και όταν πρόκειται να βγούμε από το σπίτι ας λέμε αυτή τη φράση:
«Αποτάσσομαι σοι, Σατανά τη πομπή σου και τη λατρεία σου και συντάσσομαί σοι Χριστέ».
Τότε ούτε ο άνθρωπος ούτε ο διάβολος θα μπορέσει να σε βλάψει όπως μας λέει ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Παρ' όλα αυτά σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που βλασφημούν τον Ι. Σταυρό, που και οι δαίμονες φρίττουν αν και θέλουν να λέγονται Χριστιανοί.
1) Ο Σταυρός τον οποίον τυπούμεν κάθε μέρα στο σώμα μας. Τυπούται με τον εξής τρόπο: Ενωμένοι οι τρεις πρώτοι δάκτυλοι που εικονίζουν την Αγία Τριάδα, και ενωμένοι οι δύο τελευταίοι εικονίζουν τις δυο φύσεις του Χριστού, την θείαν και την ανθρώπινη (τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος).
Θέτοντας τους τρεις δακτύλους εις το μέτωπο σημαίνει, ότι κατήλθε ο Χριστός εκ των πατρικών κόλπων χωρίς να χωρισθεί απ' αυτών.
Κατόπιν θέτοντας τον στην κοιλία μας, σημαίνει, ότι εσαρκώθει εις την άμωμον κοιλία την Αειπαρθένου Μαρίας, θέτοντας αυτούς εις τον δεξιόν ώμον και στον αριστερό σημαίνει, ότι θα έλθη να κρίνη ζώντας και νεκρούς και τους μεν δίκαιους θα στήση εκ δεξιών, τους δε αμαρτωλούς εξ αριστερών.
2) Όσοι Χριστιανοί δεν κάνουν σωστά το σημείο του Σταυρού, χαροποιούν τον δαίμονα. Και είναι τρομερό, αντί να αγιαζόμαστε που κάνουμε το Σταυρό μας αμαρτάνουμε με αυτή την απροσεξία μας, γι' αυτό αγαπητοί μας να προσέχουμε και με ευλάβεια και σεβασμό να κάνουμε το Σταυρό μας και θα λαμβάνουμε πολλά οφέλη όπως μας λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας. Σχηματίζεται δε προστατευτική ασπίδα γύρω μας, ακατανίκητη από κάθε εχθρό και από κάθε κακό επίγειο και εναέριο.
Ο Μέγας Άγιος της Εκκλησίας μας Αθανάσιος λέει: «Σημείο πιστών ο Σταυρός και φόβος δαιμόνων, τω σημείω του Σταυρού πάσα μαγεία παύεται». Καθώς και ο Αγ. Επιφάνιος λέει:
«Εις το όνομα του Χριστού και στη σφραγίδα του Σταυρού, δεν ισχύει μαγείας δύναμη». Μη ντρεπόμαστε το Σταυρό να κάνουμε φανερά, γιατί είναι αμαρτία και όταν πρόκειται να βγούμε από το σπίτι ας λέμε αυτή τη φράση:
«Αποτάσσομαι σοι, Σατανά τη πομπή σου και τη λατρεία σου και συντάσσομαί σοι Χριστέ».
Τότε ούτε ο άνθρωπος ούτε ο διάβολος θα μπορέσει να σε βλάψει όπως μας λέει ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Παρ' όλα αυτά σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που βλασφημούν τον Ι. Σταυρό, που και οι δαίμονες φρίττουν αν και θέλουν να λέγονται Χριστιανοί.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
''Περί του Μεγάλου Αγιασμού και της χρήσεως αυτού''.
† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΠΑΤΡΩΝ
ΚΥΡΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
1. Δέον να είναι σαφές ότι ουδεμία διαφορά υπάρχει εις τον τελούμενον Μέγαν Αγιασμόν της παραμονής των Θεοφανείων και εκείνον της κυρίας ημέρας της Εορτής. Ουχί ορθώς νομίζε¬ται ότι δήθεν τελείται την παραμονήν «μικρός Αγιασμός» και την επομένην ο «Μέγας». Πρόκειται περί στοιχειώδους αγνοίας και πλάνης. Και εις τας δύο περιπτώσεις πρόκειται περί του Μεγά¬λου Αγιασμού.
Μικρός Αγιασμός είναι ο συνήθως κατά μήνα τελούμενος (εις τους Ί. Ναούς και εις οικίας των χριστιανών), ως και εις διαφόρους τελετάς (εγκαινίων οικιών, καταστημάτων και ιδρυμά¬των, εις θεμελιώσεις κτισμάτων ή επί τη ενάρξει της χρήσεως και λειτουργίας των κ.λπ.). Ο δε Μέγας Αγιασμός τελείται μόνον δις του έτους (τη 5η και τη 6η Ιανουαρίου) εν τω Ναώ.
2. Ο Μέγας Αγιασμός φυλάσσεται καθ' όλον το έτος εν τω Ναώ. Φυλάσσεται δε πάντως ουχί άνευ λόγου. Και ο λόγος δεν είναι άλλος, ει μη δια να «μεταλαμβάνεται» υπό των πιστών, υπό ωρισμένας συνθήκας και προϋποθέσεις. Συνηθισμένη είναι η περίπτωσις πού αφορά εις τους διατελούντος υπό επιτίμιον του πνευματικού, κωλύον την συμμετοχήν αυτών εις την Θείαν Κοινωνίαν, προς καιρόν, και είθισται να δίδεται εις αυτούς, προς ευλογίαν και παρηγορίαν των, Μέγας Αγιασμός. Ουδέν κώλυμα υφίσταται προς τούτο, εφ' όσον μάλιστα ευρίσκονται εν μετάνοια και εξομολογήσει. Απαραιτήτως όμως πρέπει να συνειδητο¬ποιούν ότι ο Μέγας Αγιασμός δεν υποκαθιστά ούτε αντικαθιστά την Θείαν Κοινωνίαν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, προς την οποίαν οφείλουν να προετοιμάζωνται, δια της μετανοίας και απαλλαγής εκ των υπό της αμαρτίας κωλυμάτων, δια να αξιωθούν να κοινωνήσουν το ταχύτερον.
3. Ερωτάται, εάν ο Μέγας Αγιασμός δύναται να φυλάσσε¬ται και κατ' οίκον και να πίνωσιν εξ αυτού εν ώραις ασθενειών και κινδύνων και προς αποτροπήν βασκανίας ή άλλων απευ¬κταίων καταστάσεων.
Η απάντησις είναι θετική. Παρέχεται εξ αυτού τούτου του ιερού κειμένου της Ακολουθίας του Μεγάλου Αγιασμού, υπό των οποίων προβλέπεται «ίνα πάντες οι αρυόμενοι και μεταλαμ¬βάνοντες έχοιεν αυτό (το ηγιασμένον ύδωρ...) προς ιατρείαν παθών, προς αγιασμόν οίκων, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον», και δη και «δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίαις δυνάμεσιν απρόσιτον». (Πρβλ. και συναφή ευχήν εις βασκανίαν «φυγάδευσαν και απέλασαν πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδον και πάσαν επιβουλήν... και οφθαλμών βασκανίαν των κακοποιών ανθρώπων»).
Αναντιρρήτως χειραγωγείται ούτως ο πιστός να αποφεύγη αλλάς διεξόδους («ξόρκια», μαγείας και τα πλέον απίθανα παρα¬σκευάσματα των αφελών και μεθοδείας του πονηρού), και να καταφεύγη εις τα έγκυρα της Εκκλησίας «αγιάσματα», ως ο Μέγας Αγιασμός, (αλλά και ο «μικρός» λεγόμενος αγιασμός), ως συνειδητόν μέλος της Εκκλησίας και μέτοχος των αγιαστικών αυτής μέσων, ως ταμειούχου της θείας χάριτος.
Προϋποτίθεται βεβαίως ότι εις τας οικίας, οπού φυλάσσεται ο Μέγας Αγιασμός, και η κανδήλα θα ανάπτεται και θα καίει επιμελώς, και η ευλάβεια θα υπάρχη εις τα μέλη της οικογενείας, τους συζύγους και τα παιδιά, θα αποφεύγεται δε πάσα αιτία φυγαδεύουσα την Θείαν χάριν (βλασφημίαι ή άλλαι ασχημοσύναι).
4. Προκειμένου, τέλος, περί της σχέσεως της νηστείας προς την λήψιν του Μεγάλου Αγιασμού και περί των εν γένει προϋποθέσεων της φυλάξεως αυτού κατ' οίκον παρατηρούμεν τα ακό¬λουθα.
Η ιστορική αρχή του Μεγάλου Αγιασμού έχει ως εξής. Την παραμονήν των Θεοφανείων εγίνετο —όπως και το Πάσχα και την Πεντηκοστήν— η βάπτισις των Κατηχουμένων. Τα μεσάνυκτα ετελείτο ο αγιασμός του ύδατος δια την βάπτισιν αυτών. Εισήχθη δε συνήθεια να λαμβάνουν οι χριστιανοί εκ του ύδατος τούτου και να το φέρουν εις τους οίκους των εις ευλογίαν, ως μαρτυρεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (Λόγος εις το άγιον βάπτισμα του Σωτήρος Ρ.Ο. 49,366)• και μάλιστα το διετήρουν επί ολόκληρον έτος. «Δια τούτο και εν μεσονύκτιο κατά την εορτήν ταύτην άπαντες υδρευσάμενοι, οίκαδε τα νάματα αποτίθενται, και εις ενιαυτόν ολόκληρον φυλάττουσιν». Η ακολουθία του αγιασμού αργότερα απεμονώθη από το βάπτισμα —μολονότι διετήρησε πολλά στοιχεία αυτού. Παρέμεινε δε η συνήθεια να λαμβάνουν οι πιστοί εκ του ηγιασμένου ύδατος εις τον οίκον των, «προς αγιασμόν οίκων», κατά την καθαγιαστικήν ευχήν.
Ενωρίς, εξ άλλου, καθιερώθη η παραμονή των Θεοφανείων ως ήμερα νηστείας, τοσούτο μάλλον καθόσον ήτο διετεταγμένον: «προνηστευσάτω ο βαπτιζόμενος και ο βαπτίζων»" και όχι μόνον αυτοί, αλλά και οι οικείοι των, και όσοι άλλοι εθελοντικώς ετέλουν νηστείαν «υπέρ των βαπτιζομένων» (παλαιοχριστιανικόν έθος ευάρεστον τω θεώ, και θα ελέγομεν αξιοσύστατον). Υπήρχον ήδη εν τοιαύτη περιπτώσει δύο λόγοι νηστείας την παραμονήν των Θεοφανείων αφ' ενός δια την εορτήν, ως και εις αλλάς Δεσποτικός και Θεομητοριικάς εορτάς, εν προκειμένω μιας μό¬νον ημέρας, δια το εόρτιον κλίμα του Δωδεκαημέρου των Χρι¬στουγέννων και αφ' έτερου «υπέρ των βαπτιζομένων», ως προεγράφη. Δεν ήτο δύσκολον να εκληφθή και η συγκυρία του Μεγά¬λου Αγιασμού ως πρόσθετος λόγος νηστείας, χωρίς αύτη να έχη αιτιώδη σχέσιν με αυτόν.
Μεταφέροντες δε το ζήτημα εις την σημερινήν «πράξιν», θα είπωμεν, εν όψει των ανωτέρω, ότι οι μεν τακτικώς μεταλαμβά¬νοντες των αχράντων μυστηρίων και τηρούντες ευλαβώς τας υπό της Εκκλησίας νενομισμένας νηστείας —μεταξύ των οποίων συγ¬καταλέγεται και η της παραμονής των Θεοφανείων, είναι ήδη έτοιμοι να πίωσι τον Μέγαν Αγιασμόν κατά το διήμερον της Εορτής ταύτης. Δια δε τους λαμβάνοντας αυτόν περιστασιακώς, ως ορίζει εις αυτούς ο πνευματικός των, ενδείκνυται να τελούν την σχετικήν νηστείαν.
Και οι εκτάκτως μεταλαμβάνοντες κατ' οίκον του Μεγάλου Αγιασμού, εν ώραις ασθενειών, κινδύνων κ.λπ., μετά ή άνευ νη¬στείας, πάντως ας φροντίζουν να μη υστερούν εις πνευματι¬κήν νηστείαν, απέχοντες «από παντός μολισμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β' Κορ. 7,1).
† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΠΑΤΡΩΝ
ΚΥΡΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
1. Δέον να είναι σαφές ότι ουδεμία διαφορά υπάρχει εις τον τελούμενον Μέγαν Αγιασμόν της παραμονής των Θεοφανείων και εκείνον της κυρίας ημέρας της Εορτής. Ουχί ορθώς νομίζε¬ται ότι δήθεν τελείται την παραμονήν «μικρός Αγιασμός» και την επομένην ο «Μέγας». Πρόκειται περί στοιχειώδους αγνοίας και πλάνης. Και εις τας δύο περιπτώσεις πρόκειται περί του Μεγά¬λου Αγιασμού.
Μικρός Αγιασμός είναι ο συνήθως κατά μήνα τελούμενος (εις τους Ί. Ναούς και εις οικίας των χριστιανών), ως και εις διαφόρους τελετάς (εγκαινίων οικιών, καταστημάτων και ιδρυμά¬των, εις θεμελιώσεις κτισμάτων ή επί τη ενάρξει της χρήσεως και λειτουργίας των κ.λπ.). Ο δε Μέγας Αγιασμός τελείται μόνον δις του έτους (τη 5η και τη 6η Ιανουαρίου) εν τω Ναώ.
2. Ο Μέγας Αγιασμός φυλάσσεται καθ' όλον το έτος εν τω Ναώ. Φυλάσσεται δε πάντως ουχί άνευ λόγου. Και ο λόγος δεν είναι άλλος, ει μη δια να «μεταλαμβάνεται» υπό των πιστών, υπό ωρισμένας συνθήκας και προϋποθέσεις. Συνηθισμένη είναι η περίπτωσις πού αφορά εις τους διατελούντος υπό επιτίμιον του πνευματικού, κωλύον την συμμετοχήν αυτών εις την Θείαν Κοινωνίαν, προς καιρόν, και είθισται να δίδεται εις αυτούς, προς ευλογίαν και παρηγορίαν των, Μέγας Αγιασμός. Ουδέν κώλυμα υφίσταται προς τούτο, εφ' όσον μάλιστα ευρίσκονται εν μετάνοια και εξομολογήσει. Απαραιτήτως όμως πρέπει να συνειδητο¬ποιούν ότι ο Μέγας Αγιασμός δεν υποκαθιστά ούτε αντικαθιστά την Θείαν Κοινωνίαν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, προς την οποίαν οφείλουν να προετοιμάζωνται, δια της μετανοίας και απαλλαγής εκ των υπό της αμαρτίας κωλυμάτων, δια να αξιωθούν να κοινωνήσουν το ταχύτερον.
3. Ερωτάται, εάν ο Μέγας Αγιασμός δύναται να φυλάσσε¬ται και κατ' οίκον και να πίνωσιν εξ αυτού εν ώραις ασθενειών και κινδύνων και προς αποτροπήν βασκανίας ή άλλων απευ¬κταίων καταστάσεων.
Η απάντησις είναι θετική. Παρέχεται εξ αυτού τούτου του ιερού κειμένου της Ακολουθίας του Μεγάλου Αγιασμού, υπό των οποίων προβλέπεται «ίνα πάντες οι αρυόμενοι και μεταλαμ¬βάνοντες έχοιεν αυτό (το ηγιασμένον ύδωρ...) προς ιατρείαν παθών, προς αγιασμόν οίκων, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον», και δη και «δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίαις δυνάμεσιν απρόσιτον». (Πρβλ. και συναφή ευχήν εις βασκανίαν «φυγάδευσαν και απέλασαν πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδον και πάσαν επιβουλήν... και οφθαλμών βασκανίαν των κακοποιών ανθρώπων»).
Αναντιρρήτως χειραγωγείται ούτως ο πιστός να αποφεύγη αλλάς διεξόδους («ξόρκια», μαγείας και τα πλέον απίθανα παρα¬σκευάσματα των αφελών και μεθοδείας του πονηρού), και να καταφεύγη εις τα έγκυρα της Εκκλησίας «αγιάσματα», ως ο Μέγας Αγιασμός, (αλλά και ο «μικρός» λεγόμενος αγιασμός), ως συνειδητόν μέλος της Εκκλησίας και μέτοχος των αγιαστικών αυτής μέσων, ως ταμειούχου της θείας χάριτος.
Προϋποτίθεται βεβαίως ότι εις τας οικίας, οπού φυλάσσεται ο Μέγας Αγιασμός, και η κανδήλα θα ανάπτεται και θα καίει επιμελώς, και η ευλάβεια θα υπάρχη εις τα μέλη της οικογενείας, τους συζύγους και τα παιδιά, θα αποφεύγεται δε πάσα αιτία φυγαδεύουσα την Θείαν χάριν (βλασφημίαι ή άλλαι ασχημοσύναι).
4. Προκειμένου, τέλος, περί της σχέσεως της νηστείας προς την λήψιν του Μεγάλου Αγιασμού και περί των εν γένει προϋποθέσεων της φυλάξεως αυτού κατ' οίκον παρατηρούμεν τα ακό¬λουθα.
Η ιστορική αρχή του Μεγάλου Αγιασμού έχει ως εξής. Την παραμονήν των Θεοφανείων εγίνετο —όπως και το Πάσχα και την Πεντηκοστήν— η βάπτισις των Κατηχουμένων. Τα μεσάνυκτα ετελείτο ο αγιασμός του ύδατος δια την βάπτισιν αυτών. Εισήχθη δε συνήθεια να λαμβάνουν οι χριστιανοί εκ του ύδατος τούτου και να το φέρουν εις τους οίκους των εις ευλογίαν, ως μαρτυρεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (Λόγος εις το άγιον βάπτισμα του Σωτήρος Ρ.Ο. 49,366)• και μάλιστα το διετήρουν επί ολόκληρον έτος. «Δια τούτο και εν μεσονύκτιο κατά την εορτήν ταύτην άπαντες υδρευσάμενοι, οίκαδε τα νάματα αποτίθενται, και εις ενιαυτόν ολόκληρον φυλάττουσιν». Η ακολουθία του αγιασμού αργότερα απεμονώθη από το βάπτισμα —μολονότι διετήρησε πολλά στοιχεία αυτού. Παρέμεινε δε η συνήθεια να λαμβάνουν οι πιστοί εκ του ηγιασμένου ύδατος εις τον οίκον των, «προς αγιασμόν οίκων», κατά την καθαγιαστικήν ευχήν.
Ενωρίς, εξ άλλου, καθιερώθη η παραμονή των Θεοφανείων ως ήμερα νηστείας, τοσούτο μάλλον καθόσον ήτο διετεταγμένον: «προνηστευσάτω ο βαπτιζόμενος και ο βαπτίζων»" και όχι μόνον αυτοί, αλλά και οι οικείοι των, και όσοι άλλοι εθελοντικώς ετέλουν νηστείαν «υπέρ των βαπτιζομένων» (παλαιοχριστιανικόν έθος ευάρεστον τω θεώ, και θα ελέγομεν αξιοσύστατον). Υπήρχον ήδη εν τοιαύτη περιπτώσει δύο λόγοι νηστείας την παραμονήν των Θεοφανείων αφ' ενός δια την εορτήν, ως και εις αλλάς Δεσποτικός και Θεομητοριικάς εορτάς, εν προκειμένω μιας μό¬νον ημέρας, δια το εόρτιον κλίμα του Δωδεκαημέρου των Χρι¬στουγέννων και αφ' έτερου «υπέρ των βαπτιζομένων», ως προεγράφη. Δεν ήτο δύσκολον να εκληφθή και η συγκυρία του Μεγά¬λου Αγιασμού ως πρόσθετος λόγος νηστείας, χωρίς αύτη να έχη αιτιώδη σχέσιν με αυτόν.
Μεταφέροντες δε το ζήτημα εις την σημερινήν «πράξιν», θα είπωμεν, εν όψει των ανωτέρω, ότι οι μεν τακτικώς μεταλαμβά¬νοντες των αχράντων μυστηρίων και τηρούντες ευλαβώς τας υπό της Εκκλησίας νενομισμένας νηστείας —μεταξύ των οποίων συγ¬καταλέγεται και η της παραμονής των Θεοφανείων, είναι ήδη έτοιμοι να πίωσι τον Μέγαν Αγιασμόν κατά το διήμερον της Εορτής ταύτης. Δια δε τους λαμβάνοντας αυτόν περιστασιακώς, ως ορίζει εις αυτούς ο πνευματικός των, ενδείκνυται να τελούν την σχετικήν νηστείαν.
Και οι εκτάκτως μεταλαμβάνοντες κατ' οίκον του Μεγάλου Αγιασμού, εν ώραις ασθενειών, κινδύνων κ.λπ., μετά ή άνευ νη¬στείας, πάντως ας φροντίζουν να μη υστερούν εις πνευματι¬κήν νηστείαν, απέχοντες «από παντός μολισμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β' Κορ. 7,1).
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
«Γιατί τελούμε τα μνημόσυνα; Τί προσφέρουν στις ψυχές των νεκρών;».
Τα ερωτήματα αυτά απασχολούν πολλούς Χριστιανούς. Και είναι απολύτως δικαιολογημένα. Γιατί κάθε ορθόδοξος, τελώντας το μνημόσυνο κάποιου προσφιλούς του, επιθυμεί να βεβαιωθεί, αν αυτό που κάνει έχει αντίκρυσμα και αν μπορεί να προκαλέσει ευεργετικά αποτελέσματα στους κεκοιμημένους.
Από την αρχή πρέπει να τονισθεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θεωρεί, τις επιμνημόσυνες δεήσεις, ως απλές αναμνηστικές τελετές, ή απλές κοινωνικές υποχρεώσεις των επιζώντων. Η Εκκλησία του Χριστού είναι χώρος κοινωνίας και ζωής και επομένως τα μνημόσυνα είναι πραγματική και ουσιαστική επικοινωνία εν Χριστώ ζώντων και κεκοιμημένων, μέσω της προσευχής και μάλιστα της θείας λειτουργίας.
Η Εκκλησία μας πιστεύει ότι ο θάνατος δεν αφανίζει την προσωπική ύπαρξη του ανθρώπου και επομένως και τους φυσικούς ή πνευματικούς δεσμούς της αγάπης με τους ζώντες. Η αγάπη των μελών της Εκκλησίας ως «σύνδεσμος τελειότητας» συνεχίζεται και πέραν του τάφου και μάλιστα θερμότερη και καθαρότερη, ως απαλλαγμένη των ανθρώπινων μάταιων συμφερόντων. Οι ζώντες στη γη και οι απελθόντες, διά της πίστεως και του θείου βαπτίσματος, αποτελούμε την μία επί γης στρατευόμενη και εν ουρανοίς θριαμβεύουσα Εκκλησία. «Εάν τε ζώμεν, εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν» τονίζει κατηγορηματικά ο Απ. Παύλος, φανερώνοντας τις επίγειες και ουράνιες διαστάσεις της Εκκλησίας.
Στην αγαπητική αυτή εν Χριστώ σχέση ζώντων και τεθνεώτων κορυφαία θέση παίρνει η προσευχή υπέρ αλλήλων. Εμείς προσευχόμαστε γι’ αυτούς και εκείνοι για μας. Η προσευχή δε αυτή έχει και την έννοια της αλληλοσυγχωρήσεως. (π. Στανιλοάε). Προσευχόμαστε ως άτομα και ως Εκκλησία για τους νεκρούς μας και τους συγχωρούμε για ό,τι τυχόν μας έχουν κάνει και με αυτό τον τρόπο τους ζητούμε να μας συγχωρήσουν και αυτοί. Στο χώρο της Εκκλησίας προσευχόμαστε όλοι για όλους…
Για το λόγο αυτό, η Αγία μας Εκκλησία ευθύς εξ αρχής καθιέρωσε ειδικές προσευχές για τους κεκοιμημένους και όρισε σε τακτές ήμερες να τελούνται μνημόσυνα. Η πράξη της αυτή στηρίζεται τόσο σε μαρτυρίες της Αγ. Γραφής, όσο και σε σαφή διδασκαλία των θεόπνευστων Πατέρων.
Από την Π. Διαθήκη πληροφορούμαστε ότι οι Ισραηλίτες παρεκάλεσαν το Θεό να συγχωρήσει τις ανομίες των προγόνων τους. Όταν δε στους χιτώνες νεκρών Ισραηλιτών στρατιωτών, βρέθηκαν ειδωλολατρικά φυλακτά, πράγμα που εθεωρείτο αμαρτία για έναν Ισραηλίτη, ο λαός προσευχήθηκε στο Θεό, για τις ψυχές των νεκρών αυτών, όπως συγχωρηθεί το αμάρτημά τους. Στην Κ. Διαθήκη ο Απ. Παύλος εύχεται όπως ο Κύριος δώσει στον πιστό Ονησιφόρο -πού ήταν πλέον νεκρός- να βρει έλεος «παρά Κυρίου εν εκείνη τη ημέρα» (Β’. Τιμ. 1).
Αποστολική διδασκαλία θεωρούν και οι Αγ. Πατέρες τα μνημόσυνα. Κατά τον Ι. Χρυσόστομο οι προσευχές υπέρ των κεκοιμημένων είναι καθορισμένες από το Άγιο Πνεύμα διά των Αγ. Αποστόλων. Ο Αγ. Γρηγόριος Νύσσης γράφει: «τίποτε δεν έχει παραδοθεί χωρίς λόγο και χωρίς κέρδος από τους κήρυκες και μαθητές του Χριστού και έχει διατηρηθεί στη Εκκλησία του Θεού, αλλά πάντως είναι επωφελές και θεάρεστο, το να μνημονεύονται, κατά την διάρκεια της θείας λειτουργίας, τα ονόματα όσων κοιμήθηκαν με ορθή πίστη». Ο Αγ. Δαμασκηνός θεωρεί τα μνημόσυνα ως «επωφελή και θεάρεστα και πολύ ωφέλιμα και προξενούν μεγάλη σωτηρία», οι δε Αποστολικές Διαταγές συνιστούν να επιτελούμε μνημόσυνα «εν ψαλμοίς και αναγνώσει και προσευχαίς» την τρίτη, την ενάτη και την τεσσαρακοστή ημέρα, καθώς και ετήσια.
Αλλά το ερώτημα είναι: ωφελούνται οι νεκροί από τις προσευχές μας; Και τί είδους ωφέλεια τους προσγίνεται;
Ο Άγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων διακηρύσσει: «Πιστεύουμε ότι γίνεται μεγάλη ωφέλεια στις ψυχές για τις οποίες γίνεται η δέηση» και μάλιστα καθ’ ον χρόνο είναι εκτεθειμένη στην Αγ. Τράπεζα «η φρικωδέστατη θυσία». Την αυτή θέση λαμβάνουν ομόφωνα και όλοι οι άλλοι Πατέρες.
Είναι φανερό ότι οι επιμνημόσυνες ή νεκρώσιμες προσευχές της Εκκλησίας (τρισάγια, μνημόσυνα, κηδείες κ.λπ.) γίνονται υπέρ εκείνων, που έφυγαν από τη ζωή αυτή, σε κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία, αν και αμαρτωλοί «ως σάρκα φορούντες και τον κόσμον οικούντες». Οι δεδηλωμένοι άθεοι ή οι αιρετικοί και όσοι εκούσια και συνειδητά αποκόπτονται από το Άγιο Σώμα της Ζωοποιού Μητέρας Εκκλησίας, παραμένοντες μέχρι θανάτου αμετανόητοι, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούν να ωφεληθούν από τις προσευχές αυτές.
Η Εκκλησία μας, βασιζόμενη στην άπειρη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Πανάγαθου Θεού, τον ικετεύει να παραβλέψει και συγχωρήσει όλα εκείνα τα ανθρώπινα ολισθήματα και παραπτώματα τα οποία κάποιος «εν λόγω ή έργω ή διάνοια», «εξ υφαρπαγής ή εξ αμελείας, φθόνω και συνεργεία του Διαβόλου» διέπραξε και για τα οποία, από αμέλεια και ραθυμία δεν φρόντισε ή δεν πρόλαβε να μετανοήσει πράττοντας «άξια της μετανοίας έργα».
Και πιστεύει για τις περιπτώσεις αυτές βασίμως -χωρίς βέβαια να προεξοφλεί και τη βούληση του καρδιογνώστη και δίκαιου Θεού, συγχωροχάρτια η Ορθοδοξία δεν έδωσε ποτέ – ότι οι ψυχές αισθάνονται το έλεος του Θεού και «αναπαύονται». Όταν μάλιστα η προσφορά της αναίμακτης θυσίας, συνοδεύεται και από ελεημοσύνες και αγαθοεργίες για τους κεκοιμημένους, τότε, σύμφωνα πάντα με τη διδασκαλία των Θεοφόρων Πατέρων μας, η ωφέλεια είναι μεγαλύτερη.
Παρά ταύτα η Εκκλησία μας δεν παύει να τονίζει την αναγκαιότητα της μετανοίας από την παρούσα ζωή. «Μετανοείτε» «έως το σήμερον καλείται». Γιατί «έρχεται νυξ, ότε ουδείς δύναται» να μετανοήσει. Η μετάνοια για τη ζωή αυτή είναι ασφαλώς ακατανίκητη δύναμη, ικανή να μεταβάλει σε αγίους και τους αγρίους. Εκεί επάνω όμως φαίνεται ότι παύουν οι δυνατότητες της. Έτσι, στην άλλη ζωή, δεν μπορεί ο καθένας να βοηθήσει τον εαυτό του. Η δυνατότητα υπάρχει στην προσευχή της Εκκλησίας και στο Αίμα του Κυρίου που χύθηκε για τη ζωή και σωτηρία του κόσμου. Γι’ αυτό και η Εκκλησία δεν θα παύσει να δέεται και να τελεί τα μνημόσυνα. Τον τελικό όμως λόγο τον αναθέτει στο Θεό.
(Αρχιμ. Αθηναγόρου Καραμαντζάνη, «Οι Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας».
Τα ερωτήματα αυτά απασχολούν πολλούς Χριστιανούς. Και είναι απολύτως δικαιολογημένα. Γιατί κάθε ορθόδοξος, τελώντας το μνημόσυνο κάποιου προσφιλούς του, επιθυμεί να βεβαιωθεί, αν αυτό που κάνει έχει αντίκρυσμα και αν μπορεί να προκαλέσει ευεργετικά αποτελέσματα στους κεκοιμημένους.
Από την αρχή πρέπει να τονισθεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θεωρεί, τις επιμνημόσυνες δεήσεις, ως απλές αναμνηστικές τελετές, ή απλές κοινωνικές υποχρεώσεις των επιζώντων. Η Εκκλησία του Χριστού είναι χώρος κοινωνίας και ζωής και επομένως τα μνημόσυνα είναι πραγματική και ουσιαστική επικοινωνία εν Χριστώ ζώντων και κεκοιμημένων, μέσω της προσευχής και μάλιστα της θείας λειτουργίας.
Η Εκκλησία μας πιστεύει ότι ο θάνατος δεν αφανίζει την προσωπική ύπαρξη του ανθρώπου και επομένως και τους φυσικούς ή πνευματικούς δεσμούς της αγάπης με τους ζώντες. Η αγάπη των μελών της Εκκλησίας ως «σύνδεσμος τελειότητας» συνεχίζεται και πέραν του τάφου και μάλιστα θερμότερη και καθαρότερη, ως απαλλαγμένη των ανθρώπινων μάταιων συμφερόντων. Οι ζώντες στη γη και οι απελθόντες, διά της πίστεως και του θείου βαπτίσματος, αποτελούμε την μία επί γης στρατευόμενη και εν ουρανοίς θριαμβεύουσα Εκκλησία. «Εάν τε ζώμεν, εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν» τονίζει κατηγορηματικά ο Απ. Παύλος, φανερώνοντας τις επίγειες και ουράνιες διαστάσεις της Εκκλησίας.
Στην αγαπητική αυτή εν Χριστώ σχέση ζώντων και τεθνεώτων κορυφαία θέση παίρνει η προσευχή υπέρ αλλήλων. Εμείς προσευχόμαστε γι’ αυτούς και εκείνοι για μας. Η προσευχή δε αυτή έχει και την έννοια της αλληλοσυγχωρήσεως. (π. Στανιλοάε). Προσευχόμαστε ως άτομα και ως Εκκλησία για τους νεκρούς μας και τους συγχωρούμε για ό,τι τυχόν μας έχουν κάνει και με αυτό τον τρόπο τους ζητούμε να μας συγχωρήσουν και αυτοί. Στο χώρο της Εκκλησίας προσευχόμαστε όλοι για όλους…
Για το λόγο αυτό, η Αγία μας Εκκλησία ευθύς εξ αρχής καθιέρωσε ειδικές προσευχές για τους κεκοιμημένους και όρισε σε τακτές ήμερες να τελούνται μνημόσυνα. Η πράξη της αυτή στηρίζεται τόσο σε μαρτυρίες της Αγ. Γραφής, όσο και σε σαφή διδασκαλία των θεόπνευστων Πατέρων.
Από την Π. Διαθήκη πληροφορούμαστε ότι οι Ισραηλίτες παρεκάλεσαν το Θεό να συγχωρήσει τις ανομίες των προγόνων τους. Όταν δε στους χιτώνες νεκρών Ισραηλιτών στρατιωτών, βρέθηκαν ειδωλολατρικά φυλακτά, πράγμα που εθεωρείτο αμαρτία για έναν Ισραηλίτη, ο λαός προσευχήθηκε στο Θεό, για τις ψυχές των νεκρών αυτών, όπως συγχωρηθεί το αμάρτημά τους. Στην Κ. Διαθήκη ο Απ. Παύλος εύχεται όπως ο Κύριος δώσει στον πιστό Ονησιφόρο -πού ήταν πλέον νεκρός- να βρει έλεος «παρά Κυρίου εν εκείνη τη ημέρα» (Β’. Τιμ. 1).
Αποστολική διδασκαλία θεωρούν και οι Αγ. Πατέρες τα μνημόσυνα. Κατά τον Ι. Χρυσόστομο οι προσευχές υπέρ των κεκοιμημένων είναι καθορισμένες από το Άγιο Πνεύμα διά των Αγ. Αποστόλων. Ο Αγ. Γρηγόριος Νύσσης γράφει: «τίποτε δεν έχει παραδοθεί χωρίς λόγο και χωρίς κέρδος από τους κήρυκες και μαθητές του Χριστού και έχει διατηρηθεί στη Εκκλησία του Θεού, αλλά πάντως είναι επωφελές και θεάρεστο, το να μνημονεύονται, κατά την διάρκεια της θείας λειτουργίας, τα ονόματα όσων κοιμήθηκαν με ορθή πίστη». Ο Αγ. Δαμασκηνός θεωρεί τα μνημόσυνα ως «επωφελή και θεάρεστα και πολύ ωφέλιμα και προξενούν μεγάλη σωτηρία», οι δε Αποστολικές Διαταγές συνιστούν να επιτελούμε μνημόσυνα «εν ψαλμοίς και αναγνώσει και προσευχαίς» την τρίτη, την ενάτη και την τεσσαρακοστή ημέρα, καθώς και ετήσια.
Αλλά το ερώτημα είναι: ωφελούνται οι νεκροί από τις προσευχές μας; Και τί είδους ωφέλεια τους προσγίνεται;
Ο Άγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων διακηρύσσει: «Πιστεύουμε ότι γίνεται μεγάλη ωφέλεια στις ψυχές για τις οποίες γίνεται η δέηση» και μάλιστα καθ’ ον χρόνο είναι εκτεθειμένη στην Αγ. Τράπεζα «η φρικωδέστατη θυσία». Την αυτή θέση λαμβάνουν ομόφωνα και όλοι οι άλλοι Πατέρες.
Είναι φανερό ότι οι επιμνημόσυνες ή νεκρώσιμες προσευχές της Εκκλησίας (τρισάγια, μνημόσυνα, κηδείες κ.λπ.) γίνονται υπέρ εκείνων, που έφυγαν από τη ζωή αυτή, σε κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία, αν και αμαρτωλοί «ως σάρκα φορούντες και τον κόσμον οικούντες». Οι δεδηλωμένοι άθεοι ή οι αιρετικοί και όσοι εκούσια και συνειδητά αποκόπτονται από το Άγιο Σώμα της Ζωοποιού Μητέρας Εκκλησίας, παραμένοντες μέχρι θανάτου αμετανόητοι, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούν να ωφεληθούν από τις προσευχές αυτές.
Η Εκκλησία μας, βασιζόμενη στην άπειρη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Πανάγαθου Θεού, τον ικετεύει να παραβλέψει και συγχωρήσει όλα εκείνα τα ανθρώπινα ολισθήματα και παραπτώματα τα οποία κάποιος «εν λόγω ή έργω ή διάνοια», «εξ υφαρπαγής ή εξ αμελείας, φθόνω και συνεργεία του Διαβόλου» διέπραξε και για τα οποία, από αμέλεια και ραθυμία δεν φρόντισε ή δεν πρόλαβε να μετανοήσει πράττοντας «άξια της μετανοίας έργα».
Και πιστεύει για τις περιπτώσεις αυτές βασίμως -χωρίς βέβαια να προεξοφλεί και τη βούληση του καρδιογνώστη και δίκαιου Θεού, συγχωροχάρτια η Ορθοδοξία δεν έδωσε ποτέ – ότι οι ψυχές αισθάνονται το έλεος του Θεού και «αναπαύονται». Όταν μάλιστα η προσφορά της αναίμακτης θυσίας, συνοδεύεται και από ελεημοσύνες και αγαθοεργίες για τους κεκοιμημένους, τότε, σύμφωνα πάντα με τη διδασκαλία των Θεοφόρων Πατέρων μας, η ωφέλεια είναι μεγαλύτερη.
Παρά ταύτα η Εκκλησία μας δεν παύει να τονίζει την αναγκαιότητα της μετανοίας από την παρούσα ζωή. «Μετανοείτε» «έως το σήμερον καλείται». Γιατί «έρχεται νυξ, ότε ουδείς δύναται» να μετανοήσει. Η μετάνοια για τη ζωή αυτή είναι ασφαλώς ακατανίκητη δύναμη, ικανή να μεταβάλει σε αγίους και τους αγρίους. Εκεί επάνω όμως φαίνεται ότι παύουν οι δυνατότητες της. Έτσι, στην άλλη ζωή, δεν μπορεί ο καθένας να βοηθήσει τον εαυτό του. Η δυνατότητα υπάρχει στην προσευχή της Εκκλησίας και στο Αίμα του Κυρίου που χύθηκε για τη ζωή και σωτηρία του κόσμου. Γι’ αυτό και η Εκκλησία δεν θα παύσει να δέεται και να τελεί τα μνημόσυνα. Τον τελικό όμως λόγο τον αναθέτει στο Θεό.
(Αρχιμ. Αθηναγόρου Καραμαντζάνη, «Οι Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας».
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ.
Μνημονεύουμε γιατί αγαπάμε.
Γιατί τα ονόματα;
Μερικοί ρωτούν γιατί μνημονεύουμε τα ονόματα των κεκοιμημένων και των ζώντων στις προσευχές που κάνουμε γι' αυτούς. Ο Θεός σαν παντογνώστης που είναι, δεν ξέρει τα ονόματά τους και τις ανάγκες τους;
Όμως αυτοί που μιλούν και σκέπτονται έτσι, ξεχνούν ότι την προσευχή δεν την κάνομε για ενημέρωση του Θεού. Φυσικά ο Θεός δεν έχει ανάγκη τέτοιας ενημερώσεως. Άλλη είναι η σημασία αυτής της προσευχής.
Προσευχόμεθα υπέρ των ζώντων και των μεταστάντων και τους μνημονεύουμε με τα ονόματά τους, για να δείξουμε, ότι τους αγαπάμε με όλη μας την καρδιά. Γιατί δεν είμαστε απλώς συγγενείς ή φίλοι ή γνωστοί, αλλά «αλλήλων μέλη». Μέλη της Μιάς Εκκλησίας. Του Ενός Μυστικού Σώματος του Χριστού.
Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη μηχανική και απαθή μνημόνευση των ονομάτων και στην ολοκάρδια προσευχή. Το ένα απέχει από τον άλλο, όσο ο ουρανός από τη γη.
Η προσευχή πρέπει να είναι ειλικρινής εκδήλωση αγάπης. Η αγάπη είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή. Γι' αυτό ο Θεός τη δέχεται. Και γι' αυτό την περιμένει! Η αγάπη για τους ζώντες και κεκοιμημένους αδελφούς μας είναι χρέος. Το πρώτο από όλα. Κάθε λέξη στην προσευχή, κάθε λέξη που πηγάζει από τα βάθη της καρδιάς, έχει πολλή δύναμη: «Πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη», λέγει η Αγία Γραφή.
Και αν έχει τόση μεγάλη σημασία η μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων σε οποιαδήποτε προσευχή, πόσο μεγαλύτερη σημασία και αξία έχει, όταν μνημονεύονται τα ονόματα στην ιερότερη προσευχή, στη Θεία Λειτουργία; Στη Θεία Λειτουργία ο ιερέας επισφραγίζει τη μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων με τα λόγια «Απόπλυνον, Κύριε, τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων Σου τω αίματί Σου τω αγίω».
Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης
περιοδ. Ο Άγιος Λάζαρος, έκδ. Ι.Ν. Αγ. Λαζάρου, Δεκέμβριος 2011.
Γιατί τα ονόματα;
Μερικοί ρωτούν γιατί μνημονεύουμε τα ονόματα των κεκοιμημένων και των ζώντων στις προσευχές που κάνουμε γι' αυτούς. Ο Θεός σαν παντογνώστης που είναι, δεν ξέρει τα ονόματά τους και τις ανάγκες τους;
Όμως αυτοί που μιλούν και σκέπτονται έτσι, ξεχνούν ότι την προσευχή δεν την κάνομε για ενημέρωση του Θεού. Φυσικά ο Θεός δεν έχει ανάγκη τέτοιας ενημερώσεως. Άλλη είναι η σημασία αυτής της προσευχής.
Προσευχόμεθα υπέρ των ζώντων και των μεταστάντων και τους μνημονεύουμε με τα ονόματά τους, για να δείξουμε, ότι τους αγαπάμε με όλη μας την καρδιά. Γιατί δεν είμαστε απλώς συγγενείς ή φίλοι ή γνωστοί, αλλά «αλλήλων μέλη». Μέλη της Μιάς Εκκλησίας. Του Ενός Μυστικού Σώματος του Χριστού.
Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη μηχανική και απαθή μνημόνευση των ονομάτων και στην ολοκάρδια προσευχή. Το ένα απέχει από τον άλλο, όσο ο ουρανός από τη γη.
Η προσευχή πρέπει να είναι ειλικρινής εκδήλωση αγάπης. Η αγάπη είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή. Γι' αυτό ο Θεός τη δέχεται. Και γι' αυτό την περιμένει! Η αγάπη για τους ζώντες και κεκοιμημένους αδελφούς μας είναι χρέος. Το πρώτο από όλα. Κάθε λέξη στην προσευχή, κάθε λέξη που πηγάζει από τα βάθη της καρδιάς, έχει πολλή δύναμη: «Πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη», λέγει η Αγία Γραφή.
Και αν έχει τόση μεγάλη σημασία η μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων σε οποιαδήποτε προσευχή, πόσο μεγαλύτερη σημασία και αξία έχει, όταν μνημονεύονται τα ονόματα στην ιερότερη προσευχή, στη Θεία Λειτουργία; Στη Θεία Λειτουργία ο ιερέας επισφραγίζει τη μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων με τα λόγια «Απόπλυνον, Κύριε, τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων Σου τω αίματί Σου τω αγίω».
Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης
περιοδ. Ο Άγιος Λάζαρος, έκδ. Ι.Ν. Αγ. Λαζάρου, Δεκέμβριος 2011.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.