Σελίδα 5 από 11

Re: Ορθοδοξία και θεωρία της εξέλιξης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 4:23 pm
από NikolaosArvanitidis
Abel Gkiouzelis έγραψε:Υπάρχουν πολλά επιστημονικά ευρήματα από παλαιοντολόγους και άλλους επιστήμονες τα οποία δείχνουν ότι η θεωρία της εξέλιξης δεν ισχύει και ότι η ηλικία της Γης δεν είναι πάνω από 10.000 έτη. Διάβασε τα άρθρα που έβαλα. Επίσης υπάρχουν πολλοί επιστήμονες που δεν δέχονται την θεωρία της εξέλιξης και τα εκατομμύρια έτη ηλίκιας της Γης. Θα στους γνωρίσω. Κάποιοι είναι και συνάδελφοί σου παλαιοντολόγοι.
Δεν υπάρχουν παλαιοντολόγοι που να λένε ότι το σύμπαν είναι ηλικίας 10.000 ετών ή λίγότερο πάτερ.Εγώ τουλάχιστον σε τόση έρευνα που έχω κάνει,σε τόσα ντοκιμαντέρ κτλ που έχω δεί δεν έχω δεί κανέναν.

Παλαιοντολόγοι επιστήμονες που δεν πιστεύουν στην Θεωρία της Εξέλιξης και στην εκατομμυρίων ετών ηλικία της Γης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 4:36 pm
από Α.Γ.
Υπάρχουν! Και μάλιστα πολλοί!
Θα τους αναρτήσω σε λιγάκι στην αγγλική ενότητα του φόρουμ γιατί είναι στα αγγλικά.

Μερικοί από αυτούς είναι οι εξής:

1.
Dr Joachim Scheven, Ph.D., Paleontologist (Germany)

2.
Marcus R. Ross
Biography
Marcus is an Associate Professor of Geology and Assistant Director of the Center for Creation Studies at Liberty University in Lynchburg, Virginia. He earned a B.S. in Earth Science from Pennsylvania State University, an M.S. in Paleontology from the South Dakota School of Mines and Technology, and a Ph.D. in Environmental Science (Geosciences) from the University of Rhode Island.

3.
John H. Whitmore
Biography
John has been teaching geology at Cedarville University (Cedarville, Ohio) since 1991, where he is an Associate Professor of Geology. He has both a B.S. and M.S. in Geology, his master’s from the Institute for Creation Research (Santee, California). John’s Ph.D. (Biology with emphasis in Paleontology) was earned in 2003 from Loma Linda University (Loma Linda, California) where he specialized in fish taphonomy with application to the fossil record.

4.
Harold Cook, a rancher and occasional paleontologist, found a small well-worn tooth in 1917 that later gained notoriety as Nebraska man.

Re: Ορθοδοξία και θεωρία της εξέλιξης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 4:38 pm
από Νίκος
Πάτερ Άβελ, αυτό που εσείς αναφέρετε σαν θεωρία, εγώ το σπούδασα και το έζησα στην πράξη. Εάν έχετε χρόνο ελάτε στην Κοζάνη να σας δείξω τη στρωματογραφία στα πρανή των Ορυχείων του λιγνίτη, όπως και το Μουσείο της παλαιοντολογίας στην Πτολεμαϊδα, όπου υπάρχουν προϊστορικά ευρήματα με ηλικία πολύ μεγαλύτερη των 10.000 ετών.

Δεν σας λέω να απαρνηθείτε την Παλαιά Διαθήκη, αλλά μόνο την τόσο "κλειστή" ερμηνεία της Γενέσεως. που σας φέρνει σε άσκοπη και επιζήμια σύγκρουση με την επιστημονική πραγματικότητα.

Re: Ορθοδοξία και θεωρία της εξέλιξης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 4:55 pm
από Νίκος
Η δημιουργία του κόσμου μεταξύ Θεού και επιστήμης
Παρασκευή, 16 Ιουνίου 2017,

Η Θεϊκη παρέμβαση είναι παντού ορατή

Εικόνα

Του Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, Ομότιμου καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης

Η χριστανική θρησκεία στην Αγία Γραφή, και ειδικότερα στο Βιβλίο της Γενέσεως, μας διδάσκει ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Θεό εκ του μηδενός, ενώ ο άνθρωπος πλάστηκε με πηλό από τον Δημιουργό κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση Αυτού την εβδόμη και τελευταία ημέρα της δημιουργίας. Αντίθετη ερμηνεία στα δύο αυτά βασικά υπαρξιακά ζητήματα μας δίνει η επιστήμη. Για τον κόσμο μας λέει ότι είναι αποτέλεσμα της «Μεγάλης Έκρηξης», ενώ για τον άνθρωπο προβάλλει ως γενεσιουργό αιτία αυτού την εξέλιξη των πιθήκων, από τους οποίους κατάγεται.

Καλούμενος κάποιος να πάρει θέση στις δύο αυτές διαμετρικά αντίθετες εκδοχές πάνω στα ίδια γεγονότα φαίνεται ότι αντιμετωπίζει το δίλημμα ποια από τις δύο να απορρίψει ή να δεχθεί. Το δίλημμα, όμως, αυτό δεν είναι αληθινό. Είναι ψευτοδίλημμα. Διότι, στην ουσία, η επιστήμη και στις δύο περιπτώσεις δεν αποδεικνύει, όπως οφείλει, τις παραδοχές της, αλλά προβαίνει σε υποθέσεις και εκτιμήσεις που παρουσιάζουν αρκετά κενά και αφήνουν αναπάντητα πολλά ερωτήματα. Επομένως, δεν είναι πειστικές οι θέσεις της, γι’ αυτό και δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Και, για να μην υπάρξει παρεξήγηση, πρέπει να διευκρινισθεί εδώ ότι οι πιο πάνω θέσεις της επιστήμης στα σχετικά ζητήματα δεν συνιστούν επιστημονικά αξιώματα ή θεωρήματα, όπως είναι, π.χ., ο νόμος της βαρύτητας ή άλλοι φυσικοί νόμοι, ώστε να μην επιδέχονται αμφισβήτηση, αλλά αποτελούν επιστημονικές απόψεις που ως τέτοιες υπόκεινται σε κριτική και αμφισβήτηση, άρα και σε απόρριψη, όταν δεν είναι πειστικές. Δεν μπορεί να λεχθεί, όμως, το ίδιο και για τις προαναφερθείσες απόψεις της θρησκείας, τις οποίες ως δογματικές θέσεις είτε τις αποδέχεται κάποιος, όπως ακριβώς διατυπώνονται, εάν βέβαια είναι πιστός, είτε τις απορρίπτει, εάν είναι άθεος ή άθρησκος. Και επάνω σε δογματικές θέσεις δεν μπορεί ασφαλώς να γίνει διάλογος μεταξύ ενός πιστού και ενός αθέου, διότι θα είναι διάλογος μεταξύ κωφών, στον οποίο ο ένας δεν καταλαβαίνει τι του λέει ο άλλος.

Ας έλθουμε, όμως, εγγύτερα στις προαναφερθείσες απόψεις της επιστήμης για τη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου, για να δούμε, τι ακριβώς μας λένε.

Η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» υποστηρίζει ότι πριν από εκατομμύρια χρόνια, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν εκείνη τη χρονική στιγμή, εξερράγη η υπάρχουσα ύλη στο διάστημα και, έτσι, δημιουργήθηκε αυτό που ονομάζουμε σήμερα Σύμπαν. Η Γη, ο ήλιος και οι πλανήτες που μας περιβάλλουν. Βάση της εν λόγω θεωρίας είναι, λοιπόν, η έκρηξη μιας υπάρχουσας ύλης, διότι το τίποτε δεν μπορεί ασφαλώς να εκραγεί. Δέχεται, ωστόσο, η συγκεκριμένη θεωρία ότι η σχετική ύλη προϋπήρχε από μόνη της, χωρίς να την έχει φτιάξει κάποιος.

Είναι προφανές ότι η παραδοχή αυτή αποτελεί επιστημονική πρόταση που χρειάζεται απόδειξη, αφού, όπως είπαμε, τίποτε δεν γίνεται δεκτό στην επιστήμη, εάν δεν αποδεικνύεται. Την απόδειξη, όμως, αυτή δεν μπορεί να την προσφέρει η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης». Δεν μπορεί, δηλ., να εξηγήσει επιστημονικά πώς είναι δυνατό να προϋπήρχε από μόνη της η εκραγείσα ύλη. Επειδή, λοιπόν, την προϋπάρχουσα ύλη τη χρειάζεται οπωσδήποτε η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης», διότι δεν θα μπορούσε να θεμελιωθεί επιστημονικά χωρίς αυτήν, καταφεύγει σε έναν επιστημονικό μετεωρισμό: Παίρνει ως δεδομένο εκείνο ακριβώς που είναι ζητούμενο.

Έτσι, βλέπουμε καθαρά πόσο ρευστή είναι η επιστημονική βάση της θεωρίας της «Μεγάλης Έκρηξης». Εάν, μάλιστα, δίπλα στην προαναφερθείσα αδυναμία προστεθεί και η άλλη αδυναμία της πιο πάνω θεωρίας, η αδυναμία της, δηλ., να εξηγήσει επιστημονικά πώς είναι δυνατόν ένα τυχαίο περιστατικό, όπως είναι μια στιγμιαία έκρηξη, να δημιουργεί νομοτέλεια σαν αυτή που διέπει τη λειτουργία του Σύμπαντος, τότε έχουμε, νομίζω, τα στοιχεία που χρειάζονται για να αμφισβητήσουμε την επιστημονική επάρκεια της θεωρίας της «Μεγάλης Έκρηξης» ως δημιουργού αιτίας του Σύμπαντος. Και σίγουρα, πάντως, μπορούμε να δούμε καθαρά εδώ πόσο λογικά άστοχη είναι η προσπάθεια εκείνων οι οποίοι, στηριζόμενοι στις αναπόδεικτες παραδοχές της θεωρίας της «Μεγάλης Έκρηξης», θέλουν να αμφισβητήσουν την ύπαρξη του Θεού, χρησιμοποιώντας με αντιεπιστημονικό, μάλιστα, τρόπο ως εργαλείο εκείνο που δεν μπορεί να αποδείξει επιστημονικά η ίδια η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης».

Την επαλήθευση της θεωρίας της «Μεγάλης Έκρηξης» επεδίωξε και το γνωστό πείραμα του Cern της Ελβετίας, με το οποίο οι επιστήμονες που συμμετείχαν σε αυτό προσπάθησαν μέσω του μηχανήματος που κατασκεύασαν να εξερευνήσουν το Σύμπαν, για να εξηγήσουν πώς δημιουργήθηκε αυτό. Το συμπέρασμα των ερευνητών ήταν αναμενόμενο στη βάση που διεξήγετο το σχετικό πείραμα: δεν βρέθηκε πουθενά κάποιο «σωματίδιο του Θεού»! Λες και ο Θεός είναι υλικό ον για να αφήνει τα πατήματα ή τα ίχνη Του, ώστε να μπορούν να Τον βρουν όσοι Τον αναζητούν.

Ανάλογες αδυναμίες παρουσιάζει και η θεωρία της εξελίξεως που διαμόρφωσε ο Άγγλος φυσιοδίφης Δαρβίνος, ο οποίος υποστηρίζει με ομοίως ελάχιστα πειστικά επιστημονικά επιχειρήματα ότι ο άνθρωπος δεν πλάστηκε από τον Θεό, αλλά είναι δημιούργημα της εξέλιξης των πιθήκων.

Κατ’ αρχάς, και ο Δαρβίνος δεν εξηγεί από πού προήλθε ο πίθηκος που, κατ’ αυτόν, εξελίχθηκε σε άνθρωπο. Δεν μας λέει, ακόμα, πώς είναι δυνατόν η εξέλιξη να μεταβάλει όχι μόνο τα εξωτερικά στοιχεία ενός πιθήκου (τρίχωμα, δόντια κ.λπ.), αλλά και τα εσωτερικά του στοιχεία, και μάλιστα σε τέτοιον βαθμό, ώστε να τον μετατρέπει από άλογο σε έλλογο ον; Και, εάν αυτό συνέβη κάποτε, τι είναι εκείνο που εμποδίζει την επανάληψη του φαινομένου σήμερα, πολύ περισσότερο όταν έχουμε αρωγό την επιστήμη, η οποία κάνει πια θαύματα; Γιατί δεν μπορεί η επιστήμη να κάνει αυτό το θαύμα, να βάλει, δηλ., ένα ανθρώπινο σπέρμα σε κάποιο πίθηκο ή να επέμβει στο σχετικό χρωμόσωμα του, ώστε να τον μετατρέψει και αυτόν από πίθηκο σε άνθρωπο; Είναι πιο ισχυρή η συγκυρία από την επιστήμη; Δεν είχε προλάβει ο Δαρβίνος να δει τις μεταμοσχεύσεις οργάνων, που ανατρέπουν πλήρως την θεωρία του. Ας απαντήσουν τουλάχιστον όσοι ακολουθούν τη θεωρία αυτή στο εξής απλό ερώτημα: Αν, πράγματι, ο πίθηκος και ο άνθρωπος είναι συγγενή είδη καταγόμενα το ένα από το άλλο, όπως έλεγε ο Δαρβίνος, τότε γιατί απορρίπτονταν αμέσως ως μη συμβατά τα όργανα πιθήκων, που αρχικά μεταμοσχεύονταν πειραματικά σε ανθρώπους;

Με αυτά τα δεδομένα, οι προαναφερθείσες θεωρίες για τη δημιουργία του κόσμου και την προέλευση του ανθρώπου όχι μόνο δεν αποδεικνύουν την ανυπαρξία του Θεού, όπως υποστηρίζουν παραπλανητικά οι οπαδοί της «επιστημονικής αθεΐας», για την οποία μιλήσαμε σε προηγούμενο άρθρο, αλλά αντιθέτως υπογραμμίζουν με μεγαλύτερη έμφαση την Πανσοφία του Θεού, που έφτιαξε αυτόν τον υπέροχο και θαυμαστό κόσμο. Ένα βλέμμα στον έναστρο ουρανό και μια ματιά στη δομή και τη λειτουργία του γενετικού κώδικα είναι αρκετά για να μας δείξουν που βρίσκεται ο Θεός.

Πηγή: ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Re: Ορθοδοξία και θεωρία της εξέλιξης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 4:57 pm
από Α.Γ.
Νίκος έγραψε:Πάτερ Άβελ, αυτό που εσείς αναφέρετε σαν θεωρία, εγώ το σπούδασα και το έζησα στην πράξη. Εάν έχετε χρόνο ελάτε στην Κοζάνη να σας δείξω τη στρωματογραφία στα πρανή των Ορυχείων του λιγνίτη, όπως και το Μουσείο της παλαιοντολογίας στην Πτολεμαϊδα, όπου υπάρχουν προϊστορικά ευρήματα με ηλικία πολύ μεγαλύτερη των 10.000 ετών.

Δεν σας λέω να απαρνηθείτε την Παλαιά Διαθήκη, αλλά μόνο την τόσο "κλειστή" ερμηνεία της Γενέσεως. που σας φέρνει σε άσκοπη και επιζήμια σύγκρουση με την επιστημονική πραγματικότητα.
Αυτά τα οποία λές αδελφέ μου να μου δείξεις είναι το πολύ 10.000 ετών.

Εύχομαι να μιμηθείς τους επιστήμονες παλαιοντολόγους που προανέφερα οι οποίοι δεν δεχονται τα εκατομμύρια χρόνια και την θεωρία της εξέλιξης και θα αναφέρω κι άλλους με άρθρα τους και επιστημονικά ευρήματά-αποδείξεις τους.

Μία από αυτές τις επιστημονικές αποδείξεις είναι η παρακάτω από το αντιεξελικτικό βιβλίο του π. Ιωάννου Κωστώφ ΒΙΒΛΙΟΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ:

«Τό περασμένο καλοκαίρι, Ρῶσοι ἐπιστήμονες πού ἐρευνοῦσαν σέ μιά περιοχή 300Κm νοτιοδυτικά τῆς Μόσχας γιά τά ὑπολείμματα ἑνός μετεωρίτη, ἀνακάλυψαν ἕνα κομμάτι βράχου πού περιέκλειε μιά σιδερένια βίδα! Οἱ γεωλόγοι ὑπολογίζουν ὅτι ἡ ἡλικία τοῦ βράχου εἶναι 300-320 ἑκατομ. χρόνια. Ἐκείνη τήν ἐποχή ὄχι μόνο δέν ὑπῆρχαν εὐφυεῖς μορφές ζωῆς στόν πλανήτη, ἀλλά οὔτε κἄν οἱ δεινόσαυροι δέν εἶχαν ἐμφανισθῆ στήν ἐπιφάνειά του! Ἡ βίδα, στήν ὁποία διακρίνεται καθαρά τό κεφάλι καί τό περικόχλιό της, ἔχει μῆκος ἑνός περίπου ἑκατοστοῦ καί διάμετρο περίπου τριῶν χιλιοστῶν τοῦ μέτρου.

Οἱ ἐπιστήμονες νόμισαν ἀρχικά ὅτι ἡ βίδα ἀνῆκε σέ κάποιο γεωργικό μηχάνημα. Ὅμως, ἡ βίδα ἦταν γερά στερεωμένη στό βράχο. Περίπτωσι “λάθους” ἀποκλείσθηκε, γιατί ἐπιπλέον, ὅπως ἔδειξαν μεταγενέστερες μελέτες, ἡ βίδα βρίσκεται ἐκεῖ γιά ἕνα πραγματικά τεράστιο χρονικό διάστημα, ἀφοῦ τά ἄτομα τοῦ σιδήρου τῆς βίδας καί τά ἄτομα τοῦ πυριτίου (ἀπ᾽ τό ὁποῖο ἀποτελεῖται κυρίως ὁ βράχος) ἔχουν διαχυθῆ ἑκατέρωθεν στά δύο ὑλικά! Οἱ ἀκτίνες Χ ἀποκάλυψαν ὅτι μέσα στό βράχο ὑπάρχουν καί ἄλλες παρόμοιες βίδες, ὅπως ἐπίσης καί δύο μικρές στρογγυλές σφαῖρες πού φέρουν τετράγωνες ὀπές!

Τό εὕρημα μελετήθηκε ἐπισταμένως σέ διάφορα ἐπιστημονικά ἱδρύματα τῆς Ρωσίας —ἀπό γεωλόγους, φυσικούς, παλαιοντολόγους, μεταλλειολόγους— καί ἀποδείχθηκε ὅτι ἡ βίδα βρισκόταν μέσα στό ἵζημα, πρίν αὐτό στερεοποιηθῆ σέ βράχο. Ὅλοι οἱ τεχνικοί πού ἐξέτασαν τά εὑρήματα εἶναι πεπεισμένοι ὅτι ἡ βίδα ἔχει κατασκευασθῆ τεχνητά καί ὅτι δέν ἀποτελεῖ προϊόν κάποιας φυσικῆς διαδικασίας»(στό: περ. Τμ, τεῦχ. 78, 6).

Από το βιβλίο:

Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ

ΒΙΒΛΟΣ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΙ

Περί Ἐξελίξεως 2

ΕΚΔ. ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

Σταμάτα 2014

Πηγή:

God and Science - Orthodoxy / Θεός και Επιστήμη - Ορθοδοξία

Re: Ορθοδοξία και θεωρία της εξέλιξης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 5:02 pm
από Νίκος
Πώς έγινε ο κόσμος
16 Δεκεμβρίου 2009

Εικόνα

Η δημιουργία του κόσμου
Από τον κτίστη στην κτίση. Από τον δημιουργό στα δημιουργήματά του. Από τον Εργάτη στα έργα των χειρών του. Έτσι από τη θεολογία κατεβαίνουμε και ερχόμαστε στην κοσμολογία, στο κεφάλαιο, στο οποίο κάνουμε λόγο για τον κόσμο, που είναι το δημιούργημα και έργο του Θεού, και λέμε πώς έγινε ο ορατός και αόρατος κόσμος, όσα βλέπονται όπως είναι ο ουρανός και η γη, και όσα δεν βλέπονται, όπως είναι οι Άγγελοι και τα πνεύματα. Λέμε, λοιπόν, πως ο Θεός, μια που είναι γεμάτος αγάπη, σοφία και δύναμη, κι ακόμη, γεμάτος μακαριότητα και ευδαιμονία, θέλησε από αυτή την ευδαιμονία και μακαριότητά του να μεταδώσει και σε άλλα όντα, πλάσματά του αυτά και δημιουργήματά του, τους Αγγέλους και τους ανθρώπους. Με τον τρόπο αυτό θα εκδήλωνε και θα έδειχνε και έξω από τον εαυτό του τις θείες αυτές και υπερτέλειες ιδιότητές του. Έτσι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Τον δημιούργησε «ὁ Πατήρ δι’ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ».

Στην Παλαιά Διαθήκη ο ίδιος ο Θεός λέει· «ἐγὼ ἐποίησα γῆν καὶ ἄνθρωπον ἐπ᾿ αὐτῆς, ἐγὼ τῇ χειρί μου ἐστερέωσα τὸν οὐρανόν, ἐγὼ πᾶσι τοῖς ἄστροις ἐνετειλάμην» (Ης. μδ΄ 24, με΄ 12, μ΄ 26). Δηλαδή, εγώ ο Θεός έκανα τα πάντα, έκανα τη γη και τον άνθρωπο να κατοικεί επάνω σε αυτή. Εγώ με το χέρι μου στερέωσα τον ουρανό. Εγώ έβαλα σε τάξη όλα τα αστέρια, εγώ χάραξα τον ουρανό. Εγώ έβαλα σε τάξη όλα τα αστέρια, εγώ χάραξα την πορεία του καθενός από αυτά. Και «κατ᾿ ἀρχὰς σύ, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί» (Ψαλμ. ρα΄ 26, και Εβρ. α΄ 10). Κύριο εδώ ο Παύλος λέγει τον Υιό και Λόγο του Θεού.

Η εκ του μηδενός δημιουργία του κόσμου
Ο Θεός, λοιπόν, δημιούργησε τον κόσμο. Αλλά από πού και με τι υλικά τον έφτιαξε; Είχε προηγουμένως ύλη, χώμα και νερό και άλλα υλικά, ας πούμε, τα οποία έπειτα με το παντοκρατορικό του πρόσταγμα τα διαμόρφωσε, τους έδωσε δηλαδή σχήματα και μορφή, και έτσι παρουσιάσθηκε ο κόσμος; Τον έφτιαξε από τον εαυτό του, ώστε ο κόσμος να είναι απόρροια της ουσίας του Θεού; Όχι. Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Δεν συνέβη το πρώτο, διότι τότε ο Θεός δεν μπορεί να λέγεται δημιουργός, αλλά διαμορφωτής του κόσμου. Δεν συνέβη και το δεύτερο, διότι στην περίπτωση αυτή ο κόσμος και αιώνιος και άφθαρτος πρέπει να είναι, όπως είναι ο Θεός, ενώ καθημερινώς παρουσιάζεται και φθαρτός και πεπερασμένος. Και ακόμη στην περίπτωση αυτή ταυτίζεται ο κόσμος με το Θεό και φθάνουμε στον πανθεϊσμό.

Πώς όμως έγινε ο κόσμος; Ο κόσμος έγινε εκ του μηδενός! Από το τίποτε, ενώ τίποτε δεν υπήρχε προηγουμένως, παρά μόνο ο Θεός. Τότε δημιούργησε ο Θεός τον κόσμο. Η αλήθεια αυτή βεβαιώνεται από την Αγία Γραφή, και πρώτα στα βιβλία της Π. Διαθήκης, που λέγονται βιβλία των Μακκαβαίων. «Ἀξιῶ σε, τέκνον, ἀναβλέψαντα εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς πάντα ἰδόντα, γνῶναι ὅτι ἐξ οὐκ ὄντων ἐποίησεν αὐτὰ ὁ Θεὸς». Λέει και η Καινή Διαθήκη, ότι «πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ρήματι Θεοῦ, εἰς τὸ μὴ ἐκ φαινομένων τὰ βλεπόμενα γεγονέναι» (Εβρ. ια’ 3). Και εδώ το «εκ του μηδενός» πάλι λέει, αφού τονίζει ότι από μη φαινόμενα, δηλαδή από πράγματα που δεν υπήρχαν έγιναν τα υπάρχοντα και φαινόμενα. Ψάλλει και η Εκκλησίας μας: «Ὁ ἐκ μὴ ὄντων εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα παραγαγών», Συ είσαι, Κύριε, ο Θεός ημών, Συ και όχι άλλος. Συ «ὁ κατ’ ἀρχὰς τοὺς οὐρανούς, παντοδυνάμῳ σου λόγῳ, στερεώσας, Κύριε Σωτήρ».

Εκ του μηδενός, λοιπόν, ο κόσμος διά του Τριαδικού Θεού (1). Και πώς τον έκανε; Πώς δημιούργησε ο Θεός τον κόσμο; Πώς; Με μόνο το λόγο του. «Τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν»… Και «αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν» (Ψαλμ. λβ΄ 6, 9). «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς… εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω στερέωμα καί… ἐγένετο οὕτως» (Γεν. α΄ 3, 6). Και είπε ο Θεός… και είπε ο Θεός. Και κάθε λόγος, κάθε προσταγή του Θεού γινόταν έργο ευθύς. Γινόταν έργο, διότι ο λόγος που τα δημιουργούσε, δεν ήταν ανθρώπινος λόγος, αλλ’ ο παντοδύναμος λόγος του παντοκράτορος Θεού. Γι’ αυτό και λέγεται πρόσταγμα ο λόγος του Θεού. Δηλαδή λόγος γεμάτος δύναμη και εξουσία θεϊκή. Και επομένως, μόλις δοθεί και ακουστεί, παράγει τα πάντα και τίποτε δεν είναι αδύνατο στου Θεού τον παντοδύναμο λόγο (2).

Η εν χρόνω δημιουργία του κόσμου
Και πότε δημιουργήθηκε ο κόσμος; Πότε; Σε ποιο χρόνο έλαβε αρχή και υπόσταση; Αλλά μπορούμε να προσδιορίσουμε το χρόνο αυτό; Βέβαια η ιδέα και απόφαση της δημιουργίας του κόσμου υπήρχε ανέκαθεν, προαιωνίως στη σκέψη του Θεού, αλλά πραγματοποιήθηκε σε ορισμένο χρόνο. Ποιος είναι ο χρόνος αυτός; Αδύνατο να το συλλάβει ο νους μας. Μπορούμε να πούμε μόνο τούτο· χρόνος και κόσμος είναι σύγχρονα και μάλλον ταυτόσημα. Άμα κόσμος, άμα χρόνος. Πριν από τον κόσμο, καθώς και πριν από το χρόνο δεν υπάρχει παρά αιωνιότητα, μόνος ο αιώνιος και αΐδιος Θεός. Όπως λέει ο προφητάναξ Δαβίδ, «πρὸ τοῦ ὄρη γενηθῆναι καὶ πλασθῆναι τὴν γῆν καὶ τὴν οἰκουμένην, καὶ ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος σὺ εἶ» (Ψαλμ. πθ’ 2). Πριν να γίνουν τα βουνά και να πλασθεί η γη και η οικουμένη, Συ υπήρχες, Θεέ μου, αιώνες αιώνων πριν, που δεν μπορεί να μετρηθούν από κανένα. Και αυτά λέει ο προφήτης στον ψαλμό. Αλλά και ο Κύριος, όταν ως Θεάνθρωπος πλέον ζητεί από τον Πατέρα του την προαιώνια θεϊκή του δόξα, λέει: «δόξασόν με σύ, πάτερ, τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί». Δόξασέ με με εκείνη τη δόξα που είχα κοντά σου, προτού να γίνει ο κόσμος. Και ο απόστολος Παύλος, όταν λέει, ότι ο Θεός «ἐξελέξατο ἡμᾶς ἐν αὐτῷ πρὸ καταβολῆς κόσμου» (Εφες. α΄ 4), δηλαδή, ότι μας διάλεξε για να μας κάνει Χριστιανούς και να μας χαρίσει την αιώνια βασιλεία του, πριν να γίνει ο κόσμος και πριν να γεννηθούμε ακόμη, το ίδιο θέλει να πει, ότι δεν υπήρχε πάντοτε χρόνος, όπως δεν υπήρχε πάντοτε και κόσμος και σε κάποια στιγμή —ποια ήταν αυτή δεν την ξέρουμε —άρχισε ο χρόνος, οπότε έγινε και ο κόσμος. Αυτά τα δύο (κόσμος και χρόνος) έγιναν μαζί και τα δυο, συγχρόνως, συνδημιουργήθηκαν. Η αρχή του κόσμου γίνεται και η αρχή του χρόνου. Αυτό εννοεί και η Αγία Γραφή, όταν στην αρχή του πρώτου της βιβλίου, την Γένεση, λέει: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν». Ο κόσμος δεν υπήρχε. Και τότε ούτε χρόνος υπήρχε. Κάποτε με το πρόσταγμα του Θεού δημιουργείται και παρουσιάζεται ο κόσμος. Τότε συγχρόνως αρχίζει και ο χρόνος, έτσι κόσμος και χρόνος ταυτίζονται χρονικώς και συνυπάρχουν.

Αιτία και σκοπός της δημιουργίας
Από ορισμένο ελατήριο κινείται ο άνθρωπος και πράττει ό,τι πράττει, κάνει τα διάφορα έργα του. Και σε αυτό που πράττει θέτει ορισμένο σκοπό. Ή την ωφέλεια και ικανοποίηση του εαυτού του ή την ωφέλεια και ικανοποίηση άλλων. Και ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο. Και στη δημιουργία του κόσμου υπάρχει κάποια αιτία, κάποιος σκοπός. Από ποιες, λοιπόν, αιτίες και προς ποιο σκοπό δημιούργησε τον κόσμο ο Θεός; Τον δημιούργησε εξ ανάγκης δικής του και προς ικανοποίηση δικών του πόθων και βλέψεων; Όχι, ένα τέτοιο ανθρώπινο κίνητρο και ελατήριο με κανένα τρόπο δεν μπορούμε να αποδώσουμε στο Θεό. Και τούτο, διότι ο Θεός είναι ανενδεής και δεν έχει καμία ανάγκη, κανενός δεν έχει χρεία. Το λέει και ο Δαβίδ στους ψαλμούς του. Το λέει στο Θεό ο άνθρωπος γενικώς, κάθε άνθρωπος. Κύριε, Συ είσαι ο δημιουργός και κυρίαρχος των πάντων. Συ όλα τα έχεις πλούσια και από τα δικά μου αγαθά καμία δεν έχεις ανάγκη, «ὅτι τῶν ἀγαθῶν μου οὐ χρείαν ἔχεις» (Ψαλμ. ιε΄ 2). Τον δημιούργησε για να ικανοποιήσει άλλους; Ναι. Τον δημιούργησε για να διαλαλείται διαμέσου του κόσμου η θεία του δύναμη και εξουσία. Πρώτον αυτό. Αλλά, δεύτερον, τον δημιούργησε κυρίως εξ απείρου αγάπης κινούμενος, για να δείξει την αγάπη του αυτή και εκδηλώσει τη στοργική του αγαθότητα, για να καταστήσει μετόχους της δικής του χαράς και δόξης και μακαριότητας και τα πλάσματά του. Ποια; Τα λογικά ιδίως όντα, Αγγέλους και ανθρώπους. Αυτός ο λόγος και σκοπός, αυτή η αιτία της δημιουργίας του κόσμου υπό του Θεού. Η αγάπη είναι το κίνητρο, το ελατήριο και η αρχή. Η ευτυχία και μακαριότητα των λογικών όντων είναι ο σκοπός και το τέλος του. Αλλά και προς αναγνώριση και δόξα δική του εκ μέρους των ανθρώπων και του κόσμου ολόκληρου. Αυτή την έννοια έχει και ο λόγος του αποστόλου Παύλου, «ὅτι ἐξ αὐτοῦ καὶ δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν τὰ πάντα» (Ρωμ. ια΄ 36). Δηλαδή τα πάντα προς δόξα του, προς έκφραση πίστεως, προς εκδήλωση θερμής αγάπης και ευγνωμοσύνης υπό των ανθρώπων, οι οποίοι τόσο χαίρονται και ευεργετούνται από τα έργα και τα αγαθά της δημιουργίας του κόσμου. Ειδικότερα για μας τους ανθρώπους λέει ο Παύλος, ότι «ἐξελέξατο ἡμᾶς προορίσας… εἰς ἔπαινον δόξης τῆς χάριτος αὐτοῦ» (Εφεσ. α΄ 5, 6), για να υμνείται και δοξολογείται από μας τους ανθρώπους το άπειρο μεγαλείο της θεότητάς του. Για αυτό βεβαιώνεται μεν ότι «οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα» (Ψαλμ. ιη΄ 1), καλούνται δε τα πάντα – έμψυχα και άψυχα – να εκφράσουν την πίστη τους και αγάπη τους, να εκδηλώσουν την ευγνωμοσύνη και τον θαυμασμό τους στο Θεό. «Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα Κυρίου τὸν Κύριον. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. Αἰνεῖτε αὐτὸν πάντες οἱ Ἄγγελοι αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ… πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον» (ψαλμ. ρμη΄).

Η τάξη της δημιουργίας
Όπως είναι γνωστό από το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, τη Γένεση, ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σε έξι μέρες. Βέβαια, ως παντοδύναμος ο Κύριος μπορούσε και σε μία μέρα και σε μία στιγμή ακόμη να δημιουργήσει τον κόσμο. Αντί να πει «γενηθήτω φῶς», «καὶ ἐγένετο φῶς», να πει· «γενηθήτω κόσμος» και να γίνει ο κόσμος όλος, να γίνει καλός λίαν , όπως έγινε στις έξι μέρες και όπως είναι και σήμερα καλός λίαν. Αλλ’ η πανσοφία του Θεού θέλησε σε έξι μέρες να δημιουργήσει τον κόσμο τούτο. Και όταν η Γραφή λέει έξι μέρες, «καὶ ἐγένετο ἑσπέρα, καὶ ἐγένετο πρωΐ ἡμέρα μία» και «ἡμέρα δευτέρα» και «ἡμέρα τρίτη» κ.ο.κ., δεν μας λέει ότι οι μέρες αυτές είναι 24ωρες ηλιακές μέρες, αφού ο ήλιος δεν είχε αναφανεί, για να διαχωρίζει τις ημέρες από τις νύκτες. Ο ήλιος μόλις την τέταρτη μέρα παρουσιάζεται στον ορίζοντα. Δεν πρόκειται, λοιπόν, περί ημερών 24 ωρών, όπως είναι οι δικές μας. Πρόκειται για μακρά, μακρότατα χρονικά διαστήματα, ίσως και εκατοντάδων, ίσως και χιλιάδων, ίσως και εκατομμυρίων ετών, που η Γραφή τα ονομάζει μέρες. Δεν είναι μέρες της καθημερινής ζωής μας. Είναι μέρες της θείας δημιουργίας. Και κάθε μία μέρα από αυτές είναι αιώνες ολόκληροι! Λέει και ο ψαλμωδός στο Θεό· «ὅτι χίλια ἔτη ἐν ὀφθαλμοῖς σου ὡς ἡμέρα ἡ ἐχθές, ἥτις διῆλθε, καὶ φυλακὴ ἐν νυκτί» (Ψαλμ. πθ΄ 4). Και στα μακρά αυτά χρονικά διαστήματα της εξαημέρου ο Θεός κατά τάξη πορεύθηκε στη δημιουργία των διαφόρων όντων. Άρχισε από τα ατελή και προχώρησε στα τελειότερα. Από τα ανόργανα στα ενόργανα, από τα άψυχα στα έμψυχα. Πρώτα από την ανόργανη και άπλαστη και άμορφη ύλη και προχώρησε προοδευτικά στα φυτά, τα ζώα, τον άνθρωπο, τελευταία σε αυτόν, επειδή ο άνθρωπος είναι η κορωνίδα των δημιουργημάτων του. Και είναι η κορωνίδα των δημιουργημάτων του Θεού ο άνθρωπος, αφού στον άνθρωπο έδωσε και ψυχή, η οποία είναι μεν πνευματική και αθάνατη, αλλά και αυτή δημιούργημα του Θεού, εκ του μηδενός προερχόμενη. Υπάρχει, λοιπόν, τάξη και ρυθμός στη δημιουργία του κόσμου, τάξη που και αυτή μαρτυρεί την άπειρη σοφία του Θεού, αφού και κάθε ον και έργο δημιουργικό με ιδιαίτερη δημιουργική πράξη το δημιούργησε ο Θεός, και προκαλεί το θαυμασμό και τη δοξολογία των λογικών δημιουργημάτων του, Αγγέλων και ανθρώπων.

Στο επόμενο περί της πρόνοιας του Θεού

(1) Εδώ πρέπει να καταχωρήσουμε και την ένσταση των υλιστών που υποστηρίζουν την αυτόματη γένεση και λένε ότι από το μηδέν μηδέν παράγεται, από το τίποτε τίποτε, και ότι μόνη της, αυτομάτως παράχθηκε η ύλη και παρουσιάσθηκε μαζί με το χρόνο ο κόσμος. Και απάντηση σε αυτούς είναι, ότι πράγματι από το μηδέν μηδέν γίνεται. Αλλ’ εδώ πριν από το μηδέν έχουμε ως δημιουργική αιτία μία πελώρια μονάδα, τον παντοδύναμο Θεό. Και λέμε. Όχι, δεν έγινε μόνος του ο κόσμος, διότι από το μηδέν μηδέν παράγεται και έτσι αυτόματη γένεση του κόσμου δεν στέκει και αποκλείεται. Αλλ’ από το Θεό ο κόσμος. Το μηδέν τίποτε δεν είναι και τίποτε δεν κάνει. Αλλά βάλτε μία μονάδα μπροστά και τότε το 0 γίνεται 10, τα 00 100, τα 000 1000 και ούτω καθεξής. Λοιπόν αυτή η Μονάδα, η Τριαδική Μονάδα, το μηδέν το έκανε κόσμο, πελώριο, θαυμάσιο, πάγκαλο κόσμο.
(2) Όχι μόνο ο λόγος, αλλά και το απλό νεύμα του Θεού μπορεί τα πάντα να δημιουργήσει. Και αυτό εννοεί ο Μέγας Βασίλειος, όταν λέει· «τῇ ροπῇ τοῦ θελήματος (του Θεού) μόνῃ παραχθεὶς» μένει ο κόσμος. Και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς· «ψιλῷ τῷ βούλεσθαι δημιουργεῖ, καὶ τῷ μόνῳ θελῆσαι αὐτόν, ἕπεται τὸ γεγενῆσθαι». Επομένως μένει το του αποστόλου Παύλου ότι «ρήματι Θεοῦ εἰς τὸ μῆ ἐκ φαινομένων τὰ φαινόμενα γεγονέναι», όπως είπαμε, και ο λόγος του Δαβίδ: «Τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν».

Πηγή: ΧΦΔ

Re: Ορθοδοξία και θεωρία της εξέλιξης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 5:10 pm
από NikolaosArvanitidis
Δεν υπάρχει σύγκρουση επιστήμης και θρησκείας.Το πρόβλημα ωστόσο με τους προλόγους στα βιβλία του π.Ιωάννη Κωστώφ που παραθέτει και ο σεβαστός π.Αβελ Γκιουζέλης είναι πως ως πρόλογοι λένε στον αναγνώστη πως είτε θα δεχτεί πλήρως τις θεωρίες του young earth creation είτε θα πρέπει να πετάξει την Βίβλο του στα σκουπίδια και να εγκαταλείψει πλήρως την χριστιανική του πίστη.Με τέτοιον τρόπο ουσιαστικά διώχνομυε εμείς οι ίδιοι τον μορφωμένο και επιστημονικό κόσμο από την Ορθοδοξία.Λόγια του τύπου ''αν δεν έγινε ο κόσμος σε 6 ανθρώπινες ημέρες και αν δεν έζησαν οι δεινόσαυροι την ίδια περίοδο με τους ανθρώπους και αν το σύμπαν είναι πάνω από 10.000 ετών κτλ τότε ο Θεός και η Βίβλος λένε παλαβομάρες δεν βοηθάνε.

Re: Ορθοδοξία και θεωρία της εξέλιξης

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 5:20 pm
από Νίκος
ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΠΡΌΚΛΗΣΗ Ή ΠΡΆΓΜΑ ΑΔΙΆΦΟΡΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΙΣΤΌ;
(Ομιλία στο Σύλλογο ΄΄Οι φίλοι του Αγίου Μενίγνου του Κναφέως΄΄΄ προστάτου των Χημικών, Αθήνα 20.11.2005)

Εικόνα

Του Χωρεπισκόπου Αρσινόης Γεωργίου

Εκφράζω την ιδιαίτερη χαρά μου γιατί για δεύτερη φορά μού δίνεται η ευκαιρία να βρεθώ μαζί σας, παλαιότερους και νεώτερους συναδέλφους χημικούς, για τη γιορτή του προστάτη αγίου μας. Είναι και μια ευκαιρία βύθισης στο παρελθόν, αναγκαία όσο προχωρούμε στα χρόνια, για αναπόληση ωραίων παλαιών ημερών. Ευχαριστώ θερμά, γι’ αυτό, το συμβούλιο του Συλλόγου ΄΄ Οι φίλοι του Αγίου Μενίγνου του Κναφέως΄΄ που με κάλεσαν τόσο για τη Θεία Λειτουργία όσο και για την ομιλία αυτή.
Όπως και πρόπερσι, όμως, έτσι και φέτος δυσκολεύτηκα στην επιλογή του θέματος που έπρεπε να παρουσιάσω. Θα ΄πρεπε το θέμα να άπτεται των ενδιαφερόντων μας, τόσο ως επιστημόνων χημικών, όσο και ως θρησκευομένων ανθρώπων. Παρόλο που υπάρχουν πολλά και σύγχρονα τέτοια θέματα που κινούνται στα όρια της Επιστήμης και της Θεολογίας, όπως π.χ. το πρόβλημα των γενετικά μεταλλαγμένων τροφίμων, η κλωνοποίηση, οι μεταμοσχεύσεις, θέματα που σχετίζονται γενικά με το ανθρώπινο γονιδίωμα, και άλλα, προτίμησα τελικά να συμπροβληματιστώ μαζί σας σ’ ένα παλαιότερο θέμα που λίγο – πολύ όλοι κατέχουμε και που, από πολλούς, κατά καιρούς, παρεξηγήθηκε. Το θέμα, όπως ήδη ανακοινώθηκε, αναφέρεται στη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, το οποίο στέγασα κάτω από τον τίτλο ΄΄Θεωρία της εξέλιξης: Πρόκληση ή πράγμα αδιάφορο για τον πιστό;΄΄
Προτίμησα το θέμα αυτό, όχι μόνο γιατί λίγο – πολύ, όλοι το κατέχουμε, αλλά και για άλλους λόγους: Συχνά – πυκνά, αυτό επανέρχεται στην επικαιρότητα. Στα σχολεία, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα, διδάσκεται στο μάθημα της Βιολογίας, ενώ στο υπόβαθρο της θεωρίας, στο από πού προήλθαν οι πρώτοι οργανισμοί για να ξεκινήσει η αένναη εξέλιξη, βρίσκεται η Χημεία με τη σύνθεση απλών στην αρχή και σύνθετων, στη συνέχεια, μορίων, μακρομορίων και συσσωματωμάτων. Εξάλλου, η θεωρία επικαλείται ενδείξεις από τη Συγκριτική Βιοχημεία για να στηρίξει την υπόθεσή της για την εξέλιξη της ζωής, καθώς οργανισμοί που παρουσιάζουν βιοχημική ομολογία, θεωρούνται ότι σχετίζονται μεταξύ τους εξελικτικά (1).
Οι αναφορές μου και η βιβλιογραφία μου είναι κυρίως Δυτικές. Οι Ορθόδοξοι συνήθως δεν ασχολούνται με το θέμα αυτό, ενώ κάποιοι, από τους λίγους Ορθόδοξους που ασχολούνται με το θέμα, τηρούν μιαν απολογητική ή πολεμική στάση.
Ο όρος ΄΄εξέλιξη των οργανισμών΄΄ σημαίνει, ως γνωστόν, τη βαθμιαία μεταβολή που υπέστησαν τα διάφορα είδη των οργανισμών με την πάροδο του χρόνου και που συνεχίζουν, ακόμα, να υφίστανται. Με την εξέλιξη εξηγείται, σύμφωνα με την αντίστοιχη θεωρία, η ύπαρξη της μεγάλης ποικιλίας των ζωϊκών και φυτικών ειδών που υπάρχουν σήμερα· το ότι δηλ. από τους πολύ απλούς οργανισμούς που εμφανίστηκαν στη γη πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια, δημιουργήθηκαν, με βαθμιαίες μεταβολές, πολυπλοκότεροι οργανισμοί, διαφορετικοί απ’ εκείνους από τους οποίους προήλθαν (2). Οι πρώτοι οργανισμοί θεωρείται ότι προήλθαν πριν από πολλά εκατομμύρια χρόνια, από ενώσεις που υπήρχαν στη φύση, κάτω από πολύ ευνοϊκές συνθήκες, που επικρατούσαν σε κάποια περίοδο. Η εξέλιξη των οργανισμών συνεχίζεται, έκτοτε, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται στη γη διάφορα είδη.
Αναμφίβολα η θεωρία της εξέλιξης είναι η πιο σημαντική θεωρία της Βιολογίας. Η θεωρία αυτή χώρισε τον κόσμο, κατά τον 19ο αιώνα, σε δύο αντίθετα στρατόπεδα και συνεχίζει μέχρι σήμερα να επηρεάζει πολλές περιοχές της σκέψης. Το όνομα του Δαρβίνου αναφέρεται, συχνά, μαζί με εκείνα του Μαρξ και του Φρόϋδ, ενώ το έτος 1859, κατά το οποίο δημοσιεύθηκε το έργο του ΄΄Περί της καταγωγής των ειδών΄΄, θεωρείται ως σημαντικός σταθμός στην ιστορία της επιστήμης. Η ιδέα της εξέλιξης άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν τη φύση και επηρέασε τις απόψεις τους για τον άνθρωπο καθώς και για τη σχέση του Θεού προς τη φύση.
Ιδέες για την εξέλιξη παρουσιάστηκαν και πριν τον Δαρβίνο, και πολλές παρατηρήσεις και σχετικές υποθέσεις βρίσκονταν στο κέντρο του επιστημονικού ενδιαφέροντος πολύ πριν το 19ο αιώνα. Τον 4ο π.Χ. αιώνα, ο Αριστοτέλης, παρόλο που δεν εννοούσε την εξέλιξη όπως εμείς, έγραφε: ΄΄Η φύση προχωρεί με πολύ αργά βήματα από τα άψυχα στα έμψυχα, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι αδύνατο να χαράξεις μιαν ακριβή γραμμή διαχωρισμού, καθώς και να ορίσεις σε ποια μεριά της διαχωριστικής αυτής γραμμής πρέπει να καταταγεί μια ενδιάμεση μορφή. Έτσι, μετά τα άψυχα αντικείμενα ανεβαίνοντας στην κλίμακα συναντάς τα φυτά…΄΄ Και καταλήγοντας συμπεραίνει: ΄΄Πράγματι παρατηρείται μια συνεχής άνοδος από τα φυτά στα ζώα΄΄ (3).
Αργότερα, τον 18ο αιώνα, ο Linnaeus υποστήριξε την ιδέα ότι υπήρχαν ουσιαστικές αναλογίες μεταξύ φυτών και ζώων (4). Την ίδια περίοδο ο Έρασμος Δαρβίνος, ο προπάππος του Κάρολου Δαρβίνου, ήταν τόσο πεπεισμένος ότι τα φυτά παρουσιάζουν μεγάλες αναλογίες προς τα ζώα, ώστε σ’ ένα του ποίημα, το 1789, έγραφε ότι ΄΄δεν έβλεπε κανένα λόγο γιατί τα πρώτα έντομα να μην είχαν αναπτυχθεί από το ΄΄στίγμα΄΄ των ανθέων΄΄ (5).
Ο Lamarck κατά τον 19ο αιώνα, αλλά πριν από τον Δαρβίνο, εξέφρασε την πεποίθηση ότι το ζωϊκό βασίλειο προήλθε από το νερό. Σύμφωνα με τον Lamarck ΄΄Το νερό είναι το πραγματικό λίκνο ολόκληρου του ζωϊκού βασιλείου. Ακόμα και σήμερα΄΄, λέει, ΄΄τα λιγότερο τέλεια ζώα ζουν μόνο στο νερό… κι είναι αποκλειστικά στο νερό που η φύση πέτυχε τη δημιουργία των πιο απλών οργανισμών, απ’ όπου όλα τα άλλα είδη προήλθαν στη συνέχεια΄΄ (6).
Ταυτόχρονα γινόταν από τότε αντιληπτό, πως, αν ίσχυε η εξέλιξη, θάπρεπε να γινόταν επίσης δεκτό ότι η γη είχε πάρα πολύ μεγάλη ηλικία. Η εξελικτική διαδικασία είναι μια εξαιρετικά αργή μέθοδος που αναπτύσσεται και δίνει εμφανή αποτελέσματα μέσα σε εκατομμύρια χρόνια. Γι’ αυτό και σε συνάρτηση προς τις πρώτες επιστημονικές κρούσεις για τη θεωρία της εξέλιξης, πολύ πριν τον Δαρβίνο, παρατηρήθηκαν και επιστημονικές συζητήσεις γύρω από την ηλικία της γης. Το 1660, ο επίσκοπος James Ussher, αντίθετος προς την ιδέα της εξέλιξης, στηριζόμενος στην Αγία Γραφή, που την εξηγούσε κατά γράμμα, και στους γενεαλογικούς καταλόγους που εκτίθενται εκεί, υπολόγισε το χρόνο δημιουργίας της γης. Αυτό συνέβη, κατά τον Ussher, το 4004 π.Χ. Αν τα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης ερμηνευτούν κατά γράμμα, αν μια μέρα της δημιουργίας εκληφθεί ως ένα 24ωρο, αν δεν υπήρξαν παραλείψεις κάποιων κρίκων στα παρατιθέμενα εκεί γενεαλογικά δένδρα, τότε καταλήγουμε, κατά τον Ussher, στο ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε το 4004 π.Χ., πριν από 6009 χρόνια δηλαδή. Ωστόσο όχι μόνον η θεωρία της εξέλιξης αλλά και κάποιες απλές επιστημονικές μέθοδοι, που δεν σχετίζονται καθόλου με την εξέλιξη, όπως η χρονολόγηση με βάση τους δακτυλίους που παρουσιάζονται στους κορμούς των δένδρων, δείχνουν ότι η γη είναι πολύ μεγαλύτερης ηλικίας.
Από την άλλη, η εξέλιξη συνεπάγεται συνεχή αλλαγή, έστω και αργή. Οι αντιτιθέμενοι στη θεωρία, θα ΄πρεπε να αποδείξουν ότι δεν παρατηρείται καμιά μεταβολή στα είδη. Με βάση αυτή τη σκέψη, το 1887, δυο χρόνια πριν από την δημοσίευση του έργου του Δαρβίνου ΄΄Περί της καταγωγής των ειδών΄΄, ο Philip Gosse δημοσίευσε βιβλίο με τον τίτλο: ΄΄Ομφαλός: Μια προσπάθεια για λύση του Γεωλογικού κόμβου΄΄. Στο ερώτημα ΄΄Είχε ο Αδάμ ομφαλό, παρόλο που δεν είχε γεννηθεί από μια γυναίκα όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι;΄΄ ο Gosse απαντά: ΄΄Ασφαλώς και είχε. Ο Θεός τον δημιούργησε όπως είχε υπόψη του να γεννιούνται όλοι οι άνθρωποι.΄΄ Δεν ήταν δηλ. νοητό, σ’ ένα που απέρριπτε την ιδέα της εξέλιξης, να δεχτεί σ’ ένα κρίκο του ανθρώπινου είδους μια διαφορά που να μην συναντάται στους άλλους. Προσπαθώντας να εξηγήσει και την ηλικία της γης σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Ussher, ο Gosse υποστήριζε πως τα δένδρα, που δημιούργησε ο Θεός, ήσαν πλήρη δένδρα με δακτυλίους στον κορμό τους. Δεν φύτεψε σπόρους ώστε οι δακτύλιοι να μετρούν την ηλικία τους. Ως εκ τούτου, συμπέραινε ο Gosse, παρόλο που η γη δημιουργήθηκε το 4004 π.Χ., αν προσπαθήσουμε να καθορίσουμε επιστημονικά την ηλικία της, αυτή παρουσιάζεται μεγαλύτερη (7).
Σ’ αυτό το κλίμα και μ’ αυτό το προϋπάρχον υπόστρωμα, και με τις πληροφορίες από τα απολιθώματα να αυξάνουν με πολύ γρήγορο ρυθμό, παρουσιάστηκε ο Δαρβίνος με τη θεωρία του. Ήταν η πρώτη συστηματική θεωρία επί του συγκεκριμένου θέματος που υποστηριζόταν από πολλές επιστημονικές μαρτυρίες.

Η θεωρία του Δαρβίνου.

Η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου ήταν το αποτέλεσμα μακροχρόνιων παρατηρήσεών του και ενός πεντάχρονου ταξιδιού του σ’ όλο τον κόσμο. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, ο Δαρβίνος, είχε την ευκαιρία να δει τη φύση σ’ όλη της την αγριότητα: Είδε μεγάλα ζώα να καταβροχθίζουν μικρότερα, λύκους να ξεσκίζουν πρόβατα και λιοντάρια να σπαράζουν βοοειδή. Έγινε μάρτυρας του ανελέητου πολέμου μεταξύ των ιθαγενών και των ευρωπαίων κατακτητών στη Ν. Αμερική. Τέλος, έγινε μάρτυρας και ενός ισχυρότατου σεισμού, που είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή ενός περίφημου καθεδρικού ναού. Μετά από όλα αυτά δεν μπορούσε, ο Δαρβίνος να πιστεύει στη σταθερότητα της φύσης και τη ρύθμισή της από τον Θεό (8). Η τυφλή τύχη και η επικράτηση του ισχυροτέρου, ήσαν οι κύριες έννοιες που αναπτύχθηκαν μέσα του.
Οι πιο πάνω παρατηρήσεις οδήγησαν τον Δαρβίνο στη διατύπωση της θεωρίας του που συνοψίζεται στα εξής:
α) Μεταξύ των ατόμων ενός είδους, ζωϊκού ή φυτικού, υπάρχει μεγάλη ποικιλομορφία, εξ αιτίας της ανάμιξης του γενετικού υλικού κατά την αμφιγονική αναπαραγωγή. Τα χαρακτηριστικά των οργανισμών αυτών κληρονομούνται στους απογόνους τους. (Σήμερα ξέρουμε πως κι οι μεταλλάξεις είναι αιτία της ποικιλομορφίας, που προσφέρει και δυνατότητες για την εξέλιξη των οργανισμών).
β) Εφόσον παράγονται περισσότεροι απόγονοι απ’ όσους μπορούν να επιζήσουν, λόγω ζωτικού χώρου και διαθέσιμης τροφής, μεταξύ τους αναπτύσσεται ένα αγώνας για επιβίωση. Στον αγώνα αυτό επιβιώνουν εκείνα τα άτομα που έχουν χαρακτήρες τέτοιους που τα καθιστούν καλύτερα προσαρμοσμένα στο περιβάλλον όπου ζουν. Επιλέγονται δηλ. από τη φύση και επιζούν τα καλύτερα προσαρμοσμένα άτομα (φυσική επιλογή).
γ) Τα άτομα με τους ευνοϊκούς χαρακτήρες, αναπαραγόμενα, κληροδοτούν στην επόμενη γενιά τους χαρακτήρες αυτούς. Με το πέρασμα του χρόνου η φυσική επιλογή οδηγεί στην εμφάνιση οργανισμών που είναι αρκετά διαφορετικοί από τους πιο παλιούς προγόνους τους, τόσο διαφορετικοί που συχνά αναγνωρίζονται ως ξεχωριστό είδος. Ορισμένα άτομα ενός πληθυσμού, με ένα σύνολο χαρακτήρων, μπορεί να ευνοηθούν από μια αλλαγή στο περιβάλλον και να προσαρμοστούν σ’ αυτό με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι άλλα άτομα. Έτσι από την ίδια αρχική ομάδα οργανισμών είναι δυνατό να εξελιχθούν δυο ή περισσότερα διαφορετικά είδη. (9).
Ο νέος τρόπος σκέψης που εισάγει η θεωρία της εξέλιξης είναι ξεκάθαρος: προηγουμένως όλες οι μορφές των ζώντων οργανισμών εθεωρούντο σταθερές και αναλλοίωτες. Η φυσική τάξη εθεωρείτο κατά βάση στατική και αμετάβλητη. Με την εξελικτική ιδέα η φύση είναι δυναμική και με μεταβαλλόμενο χαρακτήρα, αφού σύνθετες μορφές ζωής προκύπτουν από απλούστερες.
Ο Δαρβίνος ήταν πεπεισμένος ότι η θεωρία του θάπρεπε να περιλάβει και τον άνθρωπο μαζί με τα άλλα ζώα, μα ταυτόχρονα καταλάμβαινε πως κάτι τέτοιο θα συνιστούσε το πιο επίμαχο και το πιο αμφιλεγόμενο σημείο της. Γι’ αυτό και στην εργασία του ΄΄Περί της καταγωγής των ειδών΄΄ υπαινίχθη απλώς ότι η εξέλιξη θα μπορούσε να ρίξει φως στην καταγωγή του ανθρώπου. Αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να καταστήσει το ερώτημα για το ανθρώπινο είδος αναπόσπαστο τμήμα της συζήτησης.
Στα 1863, ο Lyell δημοσίευσε την εργασία του ΄΄Antiquity of Man΄΄ στην οποία αποδεχόταν τις πληροφορίες που προέρχονταν από τα απολιθώματα και παραδεχόταν το εύλογο της θεωρίας του Δαρβίνου. Επέμενε όμως ότι ΄΄η εμφάνιση του ανθρώπου απαιτούσε ένα αιφνίδιο άλμα το οποίο θα μπορούσε να συμβεί σ’ ένα εντελώς νέο επίπεδο΄΄ (10).
Ο Wallace, επιστήμονας σύγχρονος του Δαρβίνου, απέρριπτε ότι τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά μπορούσαν να προκύψουν με τη φυσική επιλογή και δεχόταν πως κάποια υπερφυσική δύναμη πρέπει να είχε επέμβει στο κρίσιμο σημείο της ανθρώπινης εξέλιξης (11). Βαθμιαία, ωστόσο, η απροθυμία της αντιμετώπισης του ανθρώπου ως προϊόντος της φυσικής επιλογής υπερπηδήθηκε. Χαρακτηριστικά ο Thomas Huxley στο έργο του ΄΄Man’s place in Nature΄΄ που δημοσιεύτηκε το 1863, διατεινόταν ότι τα χαρακτηριστικά του ανθρώπου τον τοποθετούν ξεκάθαρα στην ίδια γραμμή με τα ζώα.
Νομίζω πως εκφεύγει των στόχων αυτής της ομιλίας η αναλυτική παράθεση του ΄΄γενεαλογικού δένδρου΄΄ που καταρτίστηκε για την εξελικτική προέλευση του ανθρώπου και που ξεκινά από τον Αιγυπτοπίθηκο, τριάντα εκατομμύρια χρόνια πριν, και φτάνει στον homo sapiens sapiens, κάπου τριάντα χιλιάδες χρόνια πριν.
Το 1871 ο Δαρβίνος δημοσίευσε την περίφημη εργασία του ΄΄Η καταγωγή του ανθρώπου΄΄, η οποία συνιστούσε την πρώτη κύρια προσπάθεια εξήγησης των καταβολών του ανθρώπου με εξελικτικούς όρους. Προφανώς, ο Δαρβίνος χρειαζόταν να πείσει ότι η διαφορά μεταξύ των πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου και των ζώων ήταν ποσοτική και όχι ποιοτική. Ο άνθρωπος μπορεί να υπερέχει των ζώων μα αν προήλθε από αυτά με την εξελικτική διαδικασία, οι ηθικές και πνευματικές του δυνάμεις θα είναι μόνον προεκτάσεις των δικών τους δυνάμεων. Ο Δαρβίνος θα έπρεπε να αποδείξει ότι η βελτίωση αυτών των χαρακτηριστικών κατά τη διαδικασία μετάβασης από τα ζώα στον άνθρωπο, οφειλόταν μόνο σε φυσικές διαδικασίες και δεν υπήρχε ανάγκη κάποιας υπερφυσικής επιστασίας. Χρειαζόταν μόνο η τυφλή φυσική διαδικασία.
Και πράγματι, ο Δαρβίνος επεχείρησε αυτή την απόδειξη. Ισχυριζόταν ότι τα ζώα παρουσιάζουν πραγματική εξυπνάδα κι ότι επιδεικνύουν όλο το φάσμα των συγκινήσεων, περιλαμβανομένων του θυμού, του δέους, της οκνηρίας και άλλων· ότι επικοινωνούν μεταξύ τους με μια μορφή γλώσσας, κι ότι παρουσιάζουν ηθικά ένστικτα που τους επιτρέπουν να εργάζονται για το καλό των άλλων μελών του είδους (12). Πολλοί, τότε, διεφώνησαν μαζί του. Ο P.J. Bowler, από το Queen’s University του Μπέλφαστ, λέει ότι ο Δαρβίνος εξόγκωσε πάρα πολύ κάποιες ανθρώπινες ιδιότητες των ζώων. Η συμπεριφορά των ζώων, σύμφωνα με τον Bowler, είναι κυρίως ενστικτώδης και βασίζεται, συνήθως, στην αρχή ΄΄trial and error΄΄, δηλ. ΄΄δοκιμή και λάθος΄΄. Επιπλέον οι ενστικτώδεις άναρθρες κραυγές πολλών ζώων δεν μπορούν να συγκριθούν με την πολύ πιο πολύπλοκη χρήση ήχων που δηλώνουν αφηρημένες έννοιες, πράγμα που συνιστά τη βάση της πραγματικής γλώσσας.
Ο Δαρβίνος αποδίδει την ανάπτυξη της ανθρώπινης ευφυΐας στη φυσική επιλογή επειδή κάτι τέτοιο τού ήταν χρήσιμο. Σημειώνει, όμως, ότι η πραγμάτωση της φυσικής επιλογής στην περίπτωση του ανθρώπου, έγινε μέσω της υιοθέτησης της όρθιας στάσης των μακρινών προγόνων μας. Μετά από αυτό το σημείο καμπής, ο Δαρβίνος θεωρεί την αύξηση της ανθρώπινης ευφυΐας ως φυσικό επακόλουθο της φυσικής επιλογής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, δεκαπέντε αιώνες προηγουμένως είχε προλάβει τον Δαρβίνο σ’ αυτή του την ιδέα, ότι δηλ. η μετάβαση στον διποδισμό ήταν το καθοριστικό σκαλοπάτι της εμφάνισης του ανθρώπου.
Σύμφωνα με τον Δαρβίνο οι ηθικές αξίες είναι προϊόν της ανθρώπινης κοινωνικής εξέλιξης. Καθώς η ζωή σε κοινωνικές ομάδες είναι κάτι το φυσικό, η εξελικτική διαδικασία μπορεί να πετύχει μ’ αυτό τον τρόπο ηθικά αποτελέσματα. Η ανάπτυξη της ευφυΐας επιτρέπει, απλώς, στις ηθικές αξίες να φανούν ευκρινώς (13).
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Δαρβίνος, παρόλο που θεωρεί τον άνθρωπο ως αποτέλεσμα της εξελικτικής διαδικασίας, αναγνωρίζει ένα σημείο καμπής σ’ αυτή την πορεία, τη μετάβαση στο διποδισμό. Η πλειοψηφία, εν τούτοις, των σύγχρονων του Δαρβίνου επιστημόνων, όπως ο G. J. Romanes και άλλοι, πιστεύουν σε προοδευτικά συνεχή στάδια πνευματικής και ηθικής εξέλιξης, χωρίς κανένα σημείο καμπής.
Η θεωρία του Δαρβίνου, ως εκ τούτου, είτε τμηματικά είτε στο σύνολό της, έγινε ΄΄σημείον αντιλεγόμενον΄΄ όχι μόνο ανάμεσα στον απλό κόσμο, αλλά ανάμεσα και στους επιστήμονες.
Πιστεύω ότι πίσω από τη θεωρία αυτή της Βιολογίας μπορούμε να αναγνωρίσουμε κάποιες φιλοσοφικές θέσεις του Δαρβινισμού. Και πράγματι η υπόθεση του Huxley ότι ΄΄η ανθρωπότητα είναι το αποτέλεσμα απρόσωπων και χωρίς σκοπόν δυνάμεων΄΄, τι άλλο είναι παρά μια φιλοσοφική θέση; Με κανένα τρόπο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιστημονικό συμπέρασμα.
Ο καθηγητής Langdon Gilkey, αποδίδει στον Δαρβινισμό δυο φιλοσοφικές θέσεις:
α) Αένναη κίνηση: Όλα τα είδη και οι μορφές ζωής εξελίσσονται σε κάτι άλλο. Αυτό θυμίζει τη φιλοσοφική θέση του Ηρακλείτου ΄΄Τα πάντα ρει΄΄. Νομίζω πως είναι σ’ όλους φανερό ότι η προσπάθεια εξήγησης της προέλευσης των ζώντων οργανισμών, περιλαμβανομένου του ανθρώπου, με ένα ενιαίο Νόμο της Μηχανικής, όπως γίνεται για την εξήγηση της προέλευσης του ηλιακού συστήματος και της εμφάνισης των ορέων και των κοιλάδων, προϋποθέτει φιλοσοφικές αρχές μάλλον, παρά επιστημονικές θεωρίες.
β) Αποδίδεται, ύστερα, στον Δαρβινισμό και απόλυτη απουσία σκοπού. Χωρίς αμφιβολία η αξιολόγηση του ανθρώπου, από τη θεωρία του Δαρβίνου, προϋποθέτει μια μεγάλη φιλοσοφική και όχι επιστημονική υπόθεση. Και εξηγούμαι: Οι δεινόσαυροι ήλθαν και παρήλθαν χωρίς κανένα σκοπό και χωρίς καμία αιτία, παρά μόνο αυτή της αένναης αλλαγής από κατώτερους σε ανώτερους οργανισμούς και τους νόμους της επιβίωσης του ισχυροτέρου. Η θέση του Δαρβινισμού ότι έτσι θα συμβεί και με τον άνθρωπο, που εμφανίστηκε και θα εξαφανιστεί κάτω από την επίρροια των δυο αυτών τυφλών θεοτήτων, συνιστά ξεκάθαρα μια φιλοσοφική άποψη (14).
Πέραν των πιο πάνω, η χρήση του όρου ΄΄η επιβίωση του ισχυροτέρου΄΄, που είναι συχνή σήμερα, προκειμένου να δικαιολογήσει μιαν ανταγωνιστική οικονομία, ενισχύει τη φιλοσοφική όψη της θεωρίας.
Ο Ian Barbour λέει ότι η θεωρία του Δαρβίνου συνιστά μιαν τριπλή πρόκληση στον παραδοσιακό χριστιανισμό:
α) Είναι πρώτα πρόκληση στην κατά γράμμα ερμηνεία της Γραφής. Η εξέλιξη είναι πολύ αργή διαδικασία που δεν μπορεί με κανένα τρόπο να συμφιλιωθεί με την εξαήμερη δημιουργία της Βίβλου. Οι μαρτυρίες από τα απολιθώματα για είδη που έχουν εξαφανισθεί υποδεικνύουν μια μακράν ιστορία της ζωής πάνω στη γη, που ούτε να συγκριθεί μπορεί με τα 6000 χρόνια του Ussher.
β) Είναι ύστερα πρόκληση στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Προηγουμένως ο άνθρωπος διακρινόταν ξεκάθαρα από την υπόλοιπη φύση. Στη θεωρία της εξέλιξης ο άνθρωπος θεωρείται ως μέρος της φύσης. Ο Δαρβινισμός δέχεται ότι όπως τα πετρώματα, τα όρη και τα άστρα βρίσκονται σε συνεχή μεταβολή, έτσι συμβαίνει και με την ανθρώπινη ζωή. Και όπως τα διάφορα είδη έρχονται και παρέρχονται, έτσι συμβαίνει και με τον άνθρωπο.
γ) Είναι τέλος πρόκληση και στην ύπαρξη ενός θείου σχεδίου. Η εξαιρετικά λεπτομερής οργάνωση των ζώντων οργανισμών πρόσφερε για πολλές εκατονταετίες το καλύτερο επιχείρημα για την ύπαρξη ενός θείου σχεδίου και ενός υπερφυσικού σχεδιαστού. Μα το βασικό χαρακτηριστικό της Δαρβινικής εξέλιξης είναι η τύχη. Μεταλλάξεις συμβαίνουν τυχαίως και, ως αποτέλεσμα αυτών των μεταλλάξεων, εμφανίζονται μεταβολές στα χαρακτηριστικά των οργανισμών. Έτσι η φύση εφοδιάζεται με μια ευρεία δυνατότητα επιλογών. Με αυτό τον τρόπο ο Θεός εξαφανίζεται από την περιοχή της φύσης και δεν υπάρχει ανάγκη για ένα σχέδιο ή ένα σχεδιαστή. Ο Δαρβινισμός φαίνεται να κάνει τον άνθρωπο τέκνον της τυφλής τύχης.

Η αντίδραση της Εκκλησίας

Πώς αντέδρασε η Εκκλησία στη θεωρία της εξέλιξης; Βρέθηκε έτοιμη να αντιμετωπίσει τις πιο πάνω τρεις προκλήσεις; Όπως έχουμε σημειώσει, εξελικτικές ιδέες υπήρχαν πολύ πριν τον Δαρβίνο και κάποιοι εκκλησιαστικοί άνδρες, όπως ο Γρηγόριος ο Νύσσης, εγκολπώθηκαν κάποιες από αυτές.
Αν η Εκκλησία δεν θέλει να απορρίψει τη θεωρία της εξέλιξης, ή, καλύτερα, αν δεν θέλει να θεωρήσει ότι η θεωρία αντίκειται προς τις αρχές της, θα πρέπει να είναι έτοιμη να δώσει ικανοποιητικές απαντήσεις σε διάφορα θέματα, όπως είναι:
α) Η ηλικία της γης και του σύμπαντος: Η περιορισμένη χρονικά Βιβλική θεώρηση του κόσμου χρειάζεται επέκταση, αν επιθυμούμε να σκεφτόμαστε για βαθμιαία ανάπτυξη των διαφόρων μορφών της ζωής.
β) Η εμφάνιση των σημερινών μορφών της ζωής: Η Αγία Γραφή λέγει ότι αυτές οι μορφές της ζωής εμφανίστηκαν αμέσως, μέσω μιας μοναδικής πράξης, της θείας δημιουργίας. Η θεωρία της εξέλιξης εξηγεί την εμφάνισή τους με άλλο τρόπο.
γ) Η ιδέα των σταθερών, αναλλοίωτων, ειδών: Η Βιβλική τοποθέτηση είναι ότι ο Θεός δημιούργησε όλα τα παρόντα είδη φυτών και ζώων, και από τότε αυτά δεν έχουν ουσιαστικά αλλάξει. Αντίθετα το κύριο χαρακτηριστικό της θεωρίας της εξέλιξης είναι μια συνεχής αλλαγή.
δ) Ο σκοπός της ανθρώπινης ζωής. Στην Αγία Γραφή ο άνθρωπος δημιουργείται ύστερα από μελετημένη απόφαση του Θεού. Η Αγία Τριάς ΄΄συσκέπτεται΄΄ και αποφασίζει: ΄΄Ποιήσομεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν΄΄ (Γεν. 1,26). Δημιουργείται ο άνθρωπος και για ένα σκοπό: να φτάσει στο ΄΄καθ’ ομοίωσιν΄΄ αλλά και να άρχει ΄΄των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και των κτηνών…΄΄ (αυτόθι). Στη θεωρία της εξέλιξης όμως, ο άνθρωπος είναι το αποτέλεσμα της τύχης και των αδίστακτων νόμων της επιβίωσης.
ε) Η ιδέα της Θείας Πρόνοιας. Στη Γραφή ο Θεός μεριμνά ακόμα και για τα στρουθία: ΄΄Ο Πατήρ ημών ο ουράνιος τρέφει αυτά΄΄ (Ματθ. στ΄, 26).Το ίδιο κάνει και για τα κρίνα του αγρού. Αντίθετα ΄΄η επιβίωση του ισχυροτέρου΄΄ είναι η κύρια αρχή της εξέλιξης.
Είναι φανερό πως τα πρώτα τρία θέματα διαφέρουν ριζικά από τα άλλα δύο. Τα πρώτα αναφέρονται στην ιδέα της εξέλιξης που ήταν αποδεκτή σε πολλούς χριστιανούς και πριν τον Δαρβίνο. Τα τελευταία όμως αναφέρονται στην αιτία της εξέλιξης και τον σκοπό που την διέπει, πράγμα που κάνει το πρόβλημα πιο πολύπλοκο.
Η θεωρία της εξέλιξης, όπως προτάθηκε από τον Δαρβίνο, συνυφαίνει επιστημονικές παρατηρήσεις και φιλοσοφικές αντιλήψεις και οδηγεί στο γνωστό πρόβλημα των σχέσεων Επιστήμης και Φιλοσοφίας ή Θρησκείας, στο οποίο αναφερθήκαμε αναλυτικά από αυτό το βήμα πρόπερσι. Όπως συμπεράναμε τότε, η Επιστήμη ως τρόπος έρευνας δεν μπορεί να εξηγήσει ένα γεγονός με θρησκευτικούς όρους, δηλ. ως έργο του Θεού. Αντιλαμβάνεται και εξηγεί ένα γεγονός ως αποτέλεσμα πεπερασμένων αιτιών και όχι θείας αιτίας.
Η Επιστήμη, ως γνωστό, δεν είναι πανάκεια. Η επιστημονική μέθοδος κι η επιστημονική προσέγγιση αφήνουν έξω από το πεδίο της έρευνάς τους και δεν μπορούν να εξερευνήσουν πολλούς τομείς της πραγματικότητας. Η Επιστήμη ασχολείται περιγραφικά και ιστορικά με τον κόσμο, με τα ΄΄πώς;΄΄ και ΄΄πότε;΄΄ ερωτήματα γι’ αυτόν, όχι όμως και με τα ΄΄γιατί;΄΄ και τα ΄΄για ποιο σκοπό;΄΄ ερωτήματα. Η Επιστήμη δεν αναφέρεται σε σκοπό γύρω από τα γεγονότα και τον κόσμο (15).
Για πολλούς χριστιανούς φιλοσόφους και θεολόγους, τα ερωτήματα που προκύπτουν από τα τρία πρώτα πιο πάνω σημεία, συνιστούν πρόκληση στη χριστιανική πίστη μόνον αν κάποιος επιμένει στην κατά γράμμα εξήγηση και θεοπνευστία της Αγίας Γραφής καθώς και στην απόρριψη οποιασδήποτε αλληγορίας σ’αυτή. Είναι γνωστό, όμως, ότι η Εκκλησία αποδέχεται τη μεταφορική, αλληγορική γλώσσα της Βίβλου. Ο L. Gilkey σημειώνει: ΄΄…Οπωσδήποτε, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι πίστη στον Θεό ως Δημιουργό και προνοητή όλης της ζωής συνεπάγεται αναγκαστικά και πίστη ότι ο κόσμος έχει ηλικία μόνον έξι χιλιάδων ετών και ότι όλα τα παρόντα είδη ονομάστηκαν από τον Αδάμ τις πρώτες μέρες΄΄ (16). Και ο Malcolm Jeeves, καθηγητής στο St Andrew’s University τονίζει ότι ΄΄Η γλώσσα της Βίβλου δεν είναι η γλώσσα καμιάς επί μέρους αρχαίας ή νέας πειραματικής επιστήμης. Η Βίβλος δεν μιλά για είδη αλλά για ανθρώπους. Δεν είναι βιολογική αλλά βιογραφική΄΄ (17). Ο R. Bultmann επίσης υπογραμμίζει πως ΄΄ Σε τελευταία ανάλυση η Π.Δ. όταν αναφέρεται στη δημιουργία του κόσμου αναφέρεται στην παρούσα κατάσταση του ανθρώπου΄΄ (18).
Αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα της αιτίας της εξέλιξης και τις συνέπειές της στη Θεολογία, οι θεολόγοι διακρίνουν μεταξύ ΄΄πρωταρχικής αιτίας΄΄ και ΄΄δευτερεύουσας αιτίας΄΄. Η Επιστήμη μπορεί να ασχολείται μόνο με τις ΄΄δευτερεύουσες αιτίες΄΄: Και ασχολείται, ως γνωστόν, η επιστήμη με εξηγήσεις φαινομένων και γεγονότων με όρους φυσικών νόμων και φυσικών εμπειριών. Οι ενέργειες του Θεού, όμως, στη φύση δεν μπορούν να γίνουν τμήμα ή μέρος μιας επιστημονικής εξήγησης. Και μια επιστημονική εξήγηση ενός γεγονότος δεν μπορεί να αποκλείσει τη δράση ή την αιτιότητα του Θεού. Έχει λεχθεί χαρακτηριστικά ότι η θεωρία του Δαρβίνου μπορεί να πιστοποιήσει την απουσία του Θεού από το σύμπαν τόσο, όσο μπορεί να πιστοποιήσει και την παρουσία του ένα αναλυτικό εργαστήριο. Υπόκειται ο Θεός σε ανάλυση για να ανιχνευθεί;
Ο Θεός ως πρωταρχική αιτία εργάζεται διά των δευτερευουσών αιτιών τις οποίες περιγράφει η Επιστήμη. Τέτοιες δευτερεύουσες αιτίες είναι π.χ. οι φυσικοί νόμοι. Ο Philip Haeking λέει στο θέμα αυτό ότι με τη θεωρία της εξέλιξης ΄΄μπορούμε να έχουμε μιαν επιστημονική αντίληψη του μηχανισμού με τον οποίο έχουν προέλθει η γη και η ζωή σ’ αυτήν, όπως τα ξέρουμε σήμερα· αλλ’ είναι εκτός των ορίων της Επιστήμης να μας πει γιατί ο κόσμος και το ανθρώπινο είδος είναι όπως είναι΄΄ (19). Με άλλα λόγια η Εκκλησία, οι θεολόγοι και οι θρησκευόμενοι άνθρωποι, σύμφωνα με τους πιο πάνω συγγραφείς, δεν έχουν κανένα πρόβλημα να δεχτούν ότι ο Θεός θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την εξελικτική διαδικασία ως την μέθοδο με την οποία δημιούργησε τον κόσμο. Ο Θεός είναι ο Δημιουργός, η εξέλιξη θα μπορούσε να ήταν η μέθοδος που χρησιμοποίησε.
Ο Άρθουρ Peacok σημειώνει ότι ΄΄αν αποδεχόμαστε τον Θεό ως δημιουργό ενός τέτοιου εξόχου σύμπαντος, θα πρέπει να τονίσουμε ότι Αυτός εργάζεται ακόμα, συνεχώς, μέσα στο σύμπαν με τις διαδικασίες του φυσικού κόσμου΄΄ (20). Κι ο Ronald Cole – Turner επιμένει ότι ΄΄η δημιουργία διά της θείας δυνάμεως δεν είναι στατική αλλά δυναμική και εν εξελίξει… Ο Θεός χρησιμοποίησε φυσικές διαδικασίες μέσα από δισεκατομμύρια χρόνια εξέλιξης και διά μέσου αυτών των διαδικασιών δημιούργησε τον κόσμο΄΄ (21). Ο Turner προχωρά περισσότερο και λέει πως οι θεωρίες της εξελικτικής Βιολογίας μάς βοηθούν καλύτερα να αντιληφθούμε την ανέλιξη του θείου σχεδίου εις τον κόσμο. Λέει ότι το βασικό σημείο είναι πως οι Χριστιανοί ομολογούν πίστη σ’ ένα Θεό του οποίου ο σκοπός υπερβαίνει τις διαδικασίες της φύσεως. Και συνεχίζει: ΄΄Για να πετύχει αυτό το σκοπό, ο Θεός εμπλέκεται στις ίδιες τις φυσικές διαδικασίες, χρησιμοποιώντας τες όπως ο ζωγράφος χρησιμοποιεί τα χρώματα κι ο ποιητής τις λέξεις… Ο Θεός δεν ταυτίζεται με τη φύση αλλά εργάζεται διά της φύσεως για να πετύχει ένα ανώτερο σκοπό΄΄ (22).
Κάτω από το φως αυτής της ερμηνείας, οι θεολόγοι επιμένουν ότι ο Θεός ελέγχει γεγονότα τα οποία, σύμφωνα με τον Δαρβίνο, φαίνονται να είναι τυχαία. Ο William Polard εξηγεί ότι η τυχαία ή συμπτωματική συνάντηση δυο άσχετων αιτιωδώς μεταξύ τους γεγονότων, μπορεί κάλλιστα να είχε διευθετηθεί από τη Θεία Πρόνοια (25).
Από μιαν εκτενή Δυτική, ως επί το πλείστον, βιβλιογραφία επί του θέματος, βλέπουμε ότι οι περισσότεροι σύγχρονοι θεολόγοι δεν έχουν πρόβλημα να αποδεχτούν τη θεωρία της εξέλιξης ως μιαν πιθανώς ακριβή περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η ζωή έχει αναπτυχθεί. Στην ιδιαίτερη περίπτωση του ανθρώπου, όμως, επιμένουν ότι η θεωρία της εξέλιξης ενώ ρίχνει, πιθανώς, φως, στην σωματική υπόσταση του, δεν προσφέρει μια συνολική περιγραφή του σε όλες τις διαστάσεις της ύπαρξής του. Ο άνθρωπος θεωρείται όχι μόνον ως ζώο που προήλθε από τη φύση αλλά και ως τέκνον Θεού, δημιουργηθέν κατ’ εικόνα Του. Η εξέλιξη λοιπόν είναι δυνατόν να ρίχνει φως στη σωματική προέλευση του ανθρώπου, κρίνεται όμως ανεπαρκής για να δώσει λύση στο πρόβλημα της ψυχής ή του προορισμού του ανθρώπου. Αλλά ακόμα και κάτω απ’ αυτές τις προϋποθέσεις, πίσω από κάθε σκαλοπάτι της εξέλιξης η Θεολογία αναζητεί τον Θεό και τη Θεία Πρόνοια. Η εξέλιξη είναι μια επιστημονική ιδέα και ως τέτοια δεν θεωρείται ούτε ότι συγκρούεται με την χριστιανική πίστη, ούτε ότι είναι καθοριστική θεολογικών εννοιών.
Οι Χριστιανοί επιστήμονες, επίσης, υπερασπιζόμενοι τη θέση της Εκκλησίας υποδεικνύουν τις ομοιότητες της Βιβλικής εξιστόρησης της Δημιουργίας και της θεωρίας της εξέλιξης. Θα αναφερθώ σε τρεις απ’ αυτούς με πολλή συντομία:
O Colin Humphrey διευκρινίζει εκείνο που η Βίβλος και ιδιαίτερα η Γένεση διδάσκουν για το σύμπαν και τον άνθρωπο. Θεωρεί την περιγραφή της Γένεσης ως ένα είδος παραβολής που αποκαλύπτει μεγάλες και θεμελιώδεις αλήθειες, τόσο για το σκοπό του Θεού, όσο και τη φύση του ανθρώπου, χωρίς καμιά αξίωση να ερμηνευθεί αυστηρά κατά λέξη. Ο Humphrey λέει ότι η κύρια διδασκαλία της Αγ. Γραφής είναι ότι ο Θεός είναι ο δημιουργός. Η πρώτη πρόταση της Παλαιάς Διαθήκης είναι ξεκάθαρη: ΄΄Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην΄΄. Επί πλέον σε πολλά χωρία της Βίβλου διαβάζουμε ότι ο Θεός όχι μόνο δημιούργησε το σύμπαν αλλ’ επίσης ότι προνοεί γι’ αυτό, το διακρατεί και το συντηρεί συνεχώς. Άλλη, εξίσου σημαντική διδασκαλία της Βίβλου είναι ότι ο άνθρωπος είναι ένα αναπόσπαστο μέρος της φύσεως, γέννημα της γης. Η Γένεση είναι πάλιν ξεκάθαρη: ΄΄Και είπεν ο Θεός· εξαγαγέτω η γη ψυχήν ζώσαν κατά γένος…΄΄ (Γεν. 1,24) και παράλληλα ΄΄ Έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν από της γης΄΄ (Γεν. 2,7). Η Γένεση παρουσιάζει τον άνθρωπο και τα άλλα ζώα να έχουν παρόμοια καταγωγή, το χώμα. Υπάρχει μια ενότητα, κάτι το κοινό σε όλα, ζώα και φυτά. Αυτό δεν είναι και μια βασική ιδέα της θεωρίας της εξέλιξης;
Η Γένεση διδάσκει ακόμα ότι ο άνθρωπος είναι η κορύφωση της δημιουργίας. Η δημιουργία του ανθρώπου είναι η τελευταία όλων. Γίνεται την έκτη ημέρα και μάλιστα προς το τέλος της. Ο Humphrey λέει ότι και με επιστημονικούς όρους, ο άνθρωπος είναι, επίσης, ένα από τα πιο πρόσφατα προϊόντα της εξέλιξης.
Στην περίπτωση της νοημοσύνης ο άνθρωπος βρίσκεται στο ανώτατο σημείο της εξελικτικής πυραμίδας. Η μοναδικότητα του ανθρώπου φαίνεται και στην Βίβλο από την ιδιαιτερότητα της δημιουργίας του: Ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο ΄΄κατ’ εικόνα Του΄΄ (Γεν. 1,26).
Η ομιλία είναι επίσης χαρακτηριστικό του ανθρώπου και μόνον. Ο Αδάμ ονόμασε τα ζώα (Γεν. 2,20) και μίλησε με τον Θεό (Γεν. 3,10). Η θεωρία της εξέλιξης αποδέχεται τη μοναδικότητα του ανθρώπου κατά τον ίδιο τρόπο.
Ο Humphrey τελειώνοντας επαναλαμβάνει ότι ΄΄παρόλο που μερικές όψεις της εξέλιξης φαίνονται να είναι το αποτέλεσμα τύχης, πολλοί Χριστιανοί πιστεύουν ότι ο Θεός βρίσκεται σε κάθε βήμα της εξέλιξης. Ο Θεός βρίσκεται σε δράση. Έχει ένα σχέδιο κι ένα σκοπό και η εξέλιξη είναι ο τρόπος που επέλεξε για να κάμει τη δημιουργία του. Αν η ζωή προήλθε από μιαν αρχέγονη σούπα, τότε ο Θεός ήταν ο αρχιμάγειρας’’(24).
Κατά παρόμοιο τρόπο ο καθηγητής Hanbury Brown γράφει ότι ΄΄ Η εξιστόρηση της Βίβλου διαφωτίζει όχι πώς ακριβώς δημιουργήθηκε ο κόσμος, αλλά ότι πίσω από τη δημιουργία υπάρχει μια θεία παρουσία κι ένας σκοπός΄΄ (25).
Ο Sam Berry, βιολόγος και υποστηρικτής της θεωρίας της εξέλιξης, καθηγητής της Γενετικής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, τονίζει ότι: ΄΄Η αφήγηση του βιβλίου της Γένεσης για τη δημιουργία του κόσμου συνιστά μιαν πρόοδο από το μηδέν, ή ακριβέστερα από τον Θεό μόνον, μέσω γεωλογικών και βιολογικών μεταβολών, στο ανθρώπινο είδος. Πουθενά στη Βίβλο δεν αναφέρονται οι μηχανισμοί που χρησιμοποίησε ο Θεός. Και δεν υπάρχει καμιά Βιβλική δικαιολογία που να αρνείται ή να αποκλείει διασύνδεση της καταγωγής μας προς τα ζώα. Το σημαντικό είναι ότι είμαστε υπεύθυνοι απέναντι στο Θεό κατά ένα τρόπο διαφορετικό απ’ ότι η υπόλοιπη δημιουργία (26).
Ως συμπέρασμα των όσων αναφέραμε πιο πάνω, για τις σχέσεις της χριστιανικής πίστης προς τη θεωρία της εξέλιξης, θα μπορούσαμε να πούμε από την οπτική γωνία ενός πιστού ότι: Για τον χριστιανό οι αναζητήσεις και οι έρευνες της επιστήμης γενικά, και οι αναζητήσεις της θεωρίας της εξέλιξης ειδικά, δεν συγκρούονται με την πίστη του. Ο επιστήμονας μελετά τα πεπερασμένα αίτια διά των οποίων ο Θεός ενεργεί στον κόσμο. Οι χριστιανοί δεν πρέπει να εκπλήσσονται όταν ο επιστήμονας με τη μέθοδο που χρησιμοποιεί, μπορεί να διαπιστώσει την ύπαρξη μόνον αυτών των πεπερασμένων αιτίων και δεν ανακαλύπτει τη δράση του Θεού στον κόσμο. Στην Επιστήμη, από τη φύση της, δεν μπορεί να υπάρξει ή να ανακαλυφθεί κάτι που να συγκρούεται με μια μεταφυσική αντίληψη για την προέλευση της ζωής ή με το θρησκευτικό δόγμα περί δημιουργίας.
Πάνω απ’ όλα, μιλώντας για τη θεωρία της εξέλιξης, πρέπει νάχουμε υπόψη μας πως πρόκειται για μια επιστημονική θεωρία και όχι για ένα αποδεδειγμένο γεγονός. Ένας σημαντικός αριθμός επιστημόνων δεν αποδέχονται τη θεωρία της εξέλιξης. Ο Δρ. Duane Gish, στο βιβλίο του ΄΄Εξέλιξη; Τα απολιθώματα λένε όχι΄΄, αρνείται την ιδέα της εξέλιξης, επειδή δεν υπάρχει μια συνέχεια στα απολιθώματα. Δεν υπάρχουν πληροφορίες, από τα απολιθώματα, για το ενδιάμεσο στάδιο δυο ειδών (27).
Η Εκκλησία βέβαια διατηρεί πάντα μιαν απόσταση από τις επιστημονικές θεωρίες, ακόμα κι αν αυτές φαίνονται να την βολεύουν. Η παρατήρηση του Mascall είναι πολύ διδακτική: ΄΄Η Θεολογία που παντρεύεται την Επιστήμη του σήμερα, οπωσδήποτε θα καταστεί χήρα αύριο΄΄(28). Κι αυτό όχι γιατί η Επιστήμη θεωρεί ότι πάντα είναι ορθή, αλλ’ ακριβώς επειδή πάντα επιφυλάσσει στον εαυτό της το δικαίωμα να έχει κάμει λάθος, και να μπορεί να αντικαταστήσει αργότερα μια θεωρία της με μιαν άλλη που να ανταποκρίνεται καλύτερα σε νέα δεδομένα.
Έτσι και στην περίπτωση αυτή. Χριστιανισμός και Εκκλησία δεν ταυτίζουν τον εαυτό τους με τη θεωρία της εξέλιξης. Όπως λέει και ο Sam Berry ΄΄ούτε η αποδοχή ούτε η απόρριψη της εξέλιξης έχει κάτι να κάμει με τη σωτηρία και την προσωπική σχέση μας με τον Χριστό΄΄(29).


(1) Υπηρεσίας Ανάπτυξης Προγραμμάτων, Υπουργείο Παιδείας Κύπρου: ΄΄Βιολογία΄΄ Γ΄ Λυκείου Λευκωσία 1990, σελ. 219.
(2) Όπως πιο πάνω σελ. 193.
(3) Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο ΄΄The Nature of Science΄΄ του Frederick Aiken, Heinemann Educational Books΄΄ 1984, p.p. 28 – 30.
(4) John Hedley Brooke: ΄΄Precursors of Darwin? ΄΄, in ΄΄The Crisis of Evolution΄΄, The Open University Press p.13.
(5) Όπωςπιοπάνωσελ. 12.
(6) E. Mayr ΄΄Lamarck Revisited ΄΄ in ΄΄Journal of the History of Βiology΄΄, 1972, 5,1, p.60.
(7) ΄΄Real Science and Real Faith΄΄ ed. R.J. Berry, 1991 p.133.
(8) John Hedley Brooke: ΄΄Darwin΄΄, in ΄΄The Crisis of Evolution΄΄, The Open University Press p.63.
(9) Υπηρεσίας Ανάπτυξης Προγραμμάτων, Υπουργείο Παιδείας Κύπρου: ΄΄Βιολογία΄΄ Γ΄ Λυκείου Λευκωσία 1990, σελ. 198 – 199. Βλέπεκαι
Ian G. Barbour ΄΄Religion in an Age of Science΄΄ SCM Press, 1990,
Volume 1, p. 154.
(10) Peter J. Bowler ΄΄Evolution – The History of an Idea΄΄, University of California Press, p.229.
(11) Όπως πιο πάνω σελ. 230.
(12) Όπως πιο πάνω σελ. 234.
(13) Langdon Gilkey: ΄΄Evolution and the Doctrine of Creation΄΄, ΄΄Science and Religion΄΄, edited by Ian G. Barbour, 1968 p.111.
(14) Langdon Gilkey, ό.π. σελ. 167.
(15) Χωρεπισκόπου Αρσινόης Γεωργίου: ΄΄Θρησκεία και Επιστήμη στις μέρες μας. Πορεία σύγκρουσης ή συμπόρευσης;΄΄, εις περιοδικό ΄΄Απόστολος Βαρνάβας΄΄, 2003, σελ. 467.
(16) Langdon Gilkey, ό.π. σελ. 167.
(17) ΄΄Real Science and Real Faith΄΄ό.π. σελ. 153.
(18) R. Bultmann: ΄΄Primitive Christianity΄΄, New York, Meridian Books, 1956, p.18.
(19) ΄΄Real Science and Real Faith΄΄ό.π. σελ. 9.
(20) ΄΄The New Faith – Science Debate΄΄, Edited by John Magnum 1989, p. 13.
(21) ό.π. σελ. 71.
(22) ό.π. σελ. 72 – 73.
(23) William Pollard ΄΄Chance and Providence΄΄, New York, Charles Scribner’s Sons, 1958, chapter 3.
(24) Colin Humphrey’s ΄΄Creation and Evolution΄΄, Studies in Christianity and Science, Oxford University Press, 1985 pp. 40 – 42.


(25) Hanbury Brown ΄΄The Wisdom of Science΄΄ Cambridge University Press 1986, p. 162.
(26) ΄΄Real Science and Real Faith΄΄ό.π. σελ. 186.
(27) Duane T. Gish ΄΄Εξέλιξη; Τα απολιθώματα λένε όχι΄΄. Μετάφραση: Βασιλείου Βασιλοπούλου, Πρέβεζα 1988, Κεφάλαιο Ζ΄ σελ. 169 – 171.
(28) Hanbury Brown ΄΄ The Wisdom of Science΄΄, Cambridge University Press, p. 174.
(29) ΄΄Real Science and Real Faith΄΄, ό.π. σελ. 185.

Πηγή: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΑΦΟΥ

Στο Ιώβ 40, 17 περιγράφεται δεινόσαυρος: «ἔστησεν οὐράν ὡς κυπάρισσον»(Ιώβ 40, 17)

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 5:51 pm
από Α.Γ.
NikolaosArvanitidis έγραψε:Δεν υπάρχει σύγκρουση επιστήμης και θρησκείας.Το πρόβλημα ωστόσο με τους προλόγους στα βιβλία του π.Ιωάννη Κωστώφ που παραθέτει και ο σεβαστός π.Αβελ Γκιουζέλης είναι πως ως πρόλογοι λένε στον αναγνώστη πως είτε θα δεχτεί πλήρως τις θεωρίες του young earth creation είτε θα πρέπει να πετάξει την Βίβλο του στα σκουπίδια και να εγκαταλείψει πλήρως την χριστιανική του πίστη.Με τέτοιον τρόπο ουσιαστικά διώχνομυε εμείς οι ίδιοι τον μορφωμένο και επιστημονικό κόσμο από την Ορθοδοξία.Λόγια του τύπου ''αν δεν έγινε ο κόσμος σε 6 ανθρώπινες ημέρες και αν δεν έζησαν οι δεινόσαυροι την ίδια περίοδο με τους ανθρώπους και αν το σύμπαν είναι πάνω από 10.000 ετών κτλ τότε ο Θεός και η Βίβλος λένε παλαβομάρες δεν βοηθάνε.
Η Αγία Γραφή στο βιβλίο του Ιώβ περιγράφεται δεινόσαυρος:

Στο Ιώβ 40, 17 περιγράφεται δεινόσαυρος: «ἔστησεν οὐράν ὡς κυπάρισσον»(Ιώβ 40, 17)

Ποιο άλλο ζώο έχει ουρά σαν κυπαρίσσι;

Αν πούμε ότι δεν υπήρχαν οι δεινόσαυροι μαζί με τους ανθρώπους τότε η Αγία Γραφή στο Ιώβ λέει ψέμματα. Γι᾽ αυτό λέει ο π. Ιωάννης Κωστώφ ότι πρέπει να κρατήσουμε ή την Βίβλο ή την Θεωρία της Εξέλιξης. Και τα 2 δεν συμβαδίζουν.

Re: Στο Ιώβ 40, 17 περιγράφεται δεινόσαυρος: «ἔστησεν οὐράν ὡς κυπάρισσον»(Ιώβ 40, 17)

Δημοσιεύτηκε: Παρ Ιαν 24, 2020 5:54 pm
από NikolaosArvanitidis
Αυτό πάτερ είναι δράκος στο βιβλίο του Ιώβ.Οι δράκοι δεν θεωρούνται από τους παλαιοντολόγους δεινόσαυροι αφού οι δεινόσαυροι εξαφανίστηκαν πριν από 65 εκατομύρια χρόνια ενώ οι δράκοι εξαφανίστηκαν στον Μεσαίωνα.