Σελίδα 41 από 72

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Τρί Οκτ 15, 2013 9:49 am
από ΦΩΤΗΣ
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Εικόνα

Οι ένδοξοι Άγιοι Σαράντα Μάρτυρες ήταν στρατιώτες που υπηρετούσαν στο στρατό του αυτοκράτορα της Ρώμης Λικίνιου (308-323 μ.Χ.) και προέρχονταν από διάφορα μέρη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Υπηρετούσαν κάτω από τις διαταγές του έπαρχου του Πόντου, που λεγόνταν Αγρικόλαος, που είχε σαν κέντρο της επαρχίας του την πόλη Σεβάστεια. Οι Σαράντα Μάρτυρες είχανε μέσα στη καρδιά τους έμφυτο και διαρκή το φόβο του Θεού και υπήρξαν πραγματικοί οπαδοί του Ιησού Χριστού, τον οποίον ομολογούσαν σαν αληθινό Θεό. Ήρθε όμως η μέρα να ομολογήσουν την πίστη τους στο Θεό.
Ο Έπαρχος τους προσκάλεσε για να τους δείξει τους βασιλικούς ορισμούς και τους πρόσταξε να θυσιάσουν στους ειδωλολατρικούς θεούς. Οι Άγιοι αρνήθηκαν την προσφορά του έπαρχου λέγοντας του: «Εμείς Χριστιανοί είμαστε, και τον Χριστό σαν Θεό πιστεύουμε, τους δε βασιλικούς ορισμούς για τα είδωλα, τους περιφρονούμε».
Τότε εκείνος σαν πονηρός που ήτανε και θέλοντας πρώτα με καλό τρόπο να τους ελκύσει στην πλάνη του, άρχισε να μιλεί προς αυτούς με φωνή γλυκιά και να τους κολακεύει λέγοντάς τους, αν πράξουν σύμφωνα με τη διαταγή του βασιλέα και την δική του, θα τιμηθούν και θα λάβουν πολλά δώρα. Αλλιώς λυπούμαι είμαι υποχρεωμένος να σας γνωρίσω ότι στο μέλλον θα έχετε κακό θάνατο. Βλέποντας ο έπαρχος ότι οι άγιοι δεν συμφωνούσαν τους είπε ότι δεν χρειάζεται πολυλογία, αύριο θα έρθετε να θυσιάσετε και λέγοντας αυτά, διέταξε να τους κλείσουν στη φυλακή. Οι άγιοι μέσα στη φυλακή παρακαλούσαν με προσευχές τον Κύριο να τους φυλάξει την αληθινή τους πίστη. Κοντά στα μεσάνυχτα φάνηκε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός όπου τους ενθάρρυνε στον αγώνα τους δίνοντας τους δύναμη να αντέξουν μέχρι το τέλος.
Το πρωί θέλοντας ο έπαρχος να ντροπιάσει τους άγιους, συγκέντρωσε τους φίλους και τους συμβούλους του και αφού κάθισε στο θρόνο του διέταξε να τους φέρουν μπροστά του. Όταν παρουσιάστηκαν τους είπε πάλι γεμάτος κολακεία ότι σήμερα θα γίνω για σας ή φίλος ή εχθρός σας.
Βλέποντας ο έπαρχος ότι οι άγιοι δεν συμφωνούσαν, θύμωσε πάρα πολύ και διέταξε τους άλλους στρατιώτες να δέσουν τα χέρια των αγίων με σχοινιά και αφού τους δείρουν να τους οδηγήσουν στη φυλακή όπου θα κρατηθούν μέχρι να έρθει ο δούκας Λυσίας από την Καισάρεια, που ήταν
απεσταλμένος του βασιλιά. Στη φυλακή κάθισαν 7 μέρες γεμάτες προσευχές ώσπου να έρθει ο Λυσίας. Την επομένη μέρα ο έπαρχος με την παρουσία του δούκα διέταξε να φέρουν τους άγιους μπροστά του. Όταν τους είδε ο δούκας τους ζήτησε και αυτός με την σειρά του να θυσιάσουν στους θεούς αλλιώς θα βασανιστούν και θα θυσιαστούν υπό την διαταγή του βασιλιά. Τότε οι άγιοι του απάντησαν:
«Οδηγέ του σκοταδιού και κάθε ανομίας δάσκαλε,με τι προσπαθείς να φοβίσεις εμάς τους απτόητους; Με τι δοκιμάζεις να μας κάνεις να δειλιάσουμε; Με τιμωρίες; Εμείς αυτές τις έχουμε σαν χαρά και τροφή. Με θάνατο; Εμείς τον θάνατο τον θεωρούμε σαν ζωή. Με χρήματα; Εμείς τα
βλέπουμε σαν λάσπη. Δοκίμασε μας με όποιο τρόπο νομίζεις και θα δεις τη βοήθεια του αληθινού Θεού. Διότι είμαστε έτοιμοι να υπομείνουμε κάθε τιμωρία για την Αγάπη Του».
Όταν άκουσε αυτά ο δούκας θύμωσε και διέταξε τους στρατιώτες να πάρουν πέτρες στα χέρια τους και να χτυπούν με αυτές τους άγιους στο στόμα μέχρι να συντριβούν τα δόντια τους. Οι στρατιώτες πήραν πέτρες και όρμησαν στους άγιους αλλά νικημένοι από μία αόρατη Θεία δύναμη δεν έβλεπαν και χτυπούσαν ο ένας τον άλλο. Όταν τα είδε αυτά ο έπαρχος διέταξε να δέσουν τους άγιους από το λαιμό και να τους οδηγήσουν στη λίμνη. Στη Σεβάστεια βρίσκονταν μία μεγάλη λίμνη που με το δριμύ ψύχος των ημερών εκείνων ήταν πολύ ψυχρή. Έτσι λοιπόν παρακινώντας ο ένας τον άλλον οι άγιοι μπήκαν στη λίμνη. Απέναντι από την λίμνη υπήρχε ένα λουτρό όπου ο έπαρχος διέταξε να το ανάψουν ελπίζοντας ότι έτσι λόγου του ανυπόφορου ψύχους, θα καμφθούν οι άγιοι και θα πάνε να θερμανθούν δείχνοντας ότι δείλιασαν. Όταν όμως η νύχτα προχώρησε το κρύο είχε γίνει ανυπόφορο και ένας από αυτούς μη μπορώντας να αντέξει άλλο το ψύχος, βγήκε από τη λίμνη και πλησίασε στην πυρά του λουτρού, διαλύθηκε όμως σαν κερί. Βλέποντας αυτό οι υπόλοιποι άγιοι παρακάλεσαν τον Θεό να τους βοηθήσει να μην δειλιάσουν. Ο Κύριος εισάκουσε την προσευχή τους και εκείνο το ανυπόφορο ψύχος μεταβλήθηκε σε θερμότητα. Αμέσως ο πάγος έλιωσε και το νερό ζεστάθηκε. Φως δε μεγάλο και θαυμαστό άστραψε γύρω από τον ουρανό. Όλοι οι στρατιώτες κοιμόντουσαν εκτός από τον δεσμοφύλακα Αγλάιο, ο οποίος είχε δει όλα όσα είχαν γίνει. Θέλοντας να δει από που έρχεται το υπέρλαμπρο εκείνο φως,κοίταξε ψηλά και είδε να κατεβαίνουν από τον ουρανό 40 στεφάνια τα οποία κάθισαν στα κεφάλια των αγίων εκτός από ένα που αιωρούνταν. Αμέσως τότε κατάλαβε ότι άνηκε σε αυτόν που λιποτάκτησε. Ευθύς ξύπνησε τους στρατιώτες και αφού έβγαλε τα ρούχα του φώναξε δυνατά ότι και εγώ χριστιανός είμαι και πήδησε στη λίμνη. Την επομένη μέρα βλέποντας ο έπαρχος τι είχε γίνει διέταξε να τους βγάλουν από τη λίμνη και αφού τους σπάσουν τα πόδια τους, να τους ρίξουν στη φωτιά να εξαφανιστούν. Τα ονόματα των Αγίων αυτών Σαράντα μεγάλων Μαρτύρων είναι τα εξής: Αγγίας, Αγλαίος,Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάιος, Γοργόνιος, Δομετιανός, Δομνός, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτύχιος, Ηλιανός, Ηλίας, Ηράκλειτος, Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Πωκίνης, Κανδίδος, Κύριλλος, Κυρίων, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Ουαλέριος, Ουάλης, Πρίσκος, Σακερδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χανδιών.

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Οκτ 17, 2013 10:09 am
από ΦΩΤΗΣ
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ

Εικόνα

Από το Ρέθυμνο κατάγονταν οι άγιοι Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος, και Νικόλαος, γνωστοί και ως οι τέσσερις μάρτυρες. Ήταν συγγενείς που κατά την επανάσταση του 1821 πολέμησαν τους Τούρκους στην κεντρική Ελλάδα. Όταν επέστρεψαν όμως στην Κρήτη, τους κατήγγειλαν στον Μεχμέτ Πασά σαν μουσουλμάνους που αποστάτησαν.
Οι τέσσερις μάρτυρες συνελήφθησαν και μεταφέρθηκαν στο Ρέθυμνο. Αρνήθηκαν να υποκύψουν στις πιέσεις και να απαρνηθούν την πίστη τους, βασανίστηκαν και αποκεφαλίστηκαν μπροστά στη Μεγάλη Πόρτα της πόλης, στις 28 Οκτωβρίου 1824. Η Εκκλησία τιμά τη μνήμη τους τη μέρα του μαρτυρίου τους, ενώ οι κάρες των τριών από τους τέσσερις φυλάσσονται στον ομώνυμο ναό του Ρεθύμνου.

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Παρ Οκτ 18, 2013 10:00 am
από ΦΩΤΗΣ
Οι Αγιοι Φλώρος και Λαύρος οι Μάρτυρες

Εικόνα

Ήταν δίδυμα αδέλφια και ήταν άρρηκτα ενωμένοι δια της θερμής πίστεως και αγάπης που είχαν προς τον Χριστό. Κατάγονταν από το Βυζάντιο και είχαν διδαχθεί το χριστιανισμό και την τέχνη του λιθοξόου από τους Αγίους Πρόκλο (και όχι Πάτροκλο, όπως λανθασμένα γράφεται από ορισμένους Συναξαριστές και η μνήμη του έτσι λανθασμένα επαναλαμβάνεται και την 21η Ιανουαρίου) και Μάξιμο, οι όποιοι υπέστησαν και μαρτυρικό θάνατο για τον Χριστό. Μετά το θάνατο των διδασκάλων τους, ο Φλώρος και ο Λαύρος αναχώρησαν στην Ιλλυρία και διάλεξαν σαν τόπο διαμονής τους την πόλη Ουλπιανά. Στην πόλη αυτή εργάζονταν την τέχνη τους, αλλά συγχρόνως μέσω αυτής προσπαθούσαν για την εξάπλωση του Ευαγγελίου.

Εκεί υπήρχε και κάποιος Ιερέας ειδώλων, ονομαζόμενος Μερέντιος. Ο γιος αυτού, Αθανάσιος, από το ένα του μάτι έπαθε τύφλωση που από την ιατρική επιστήμη δε βρήκε θεραπεία.

Τότε πλησίασε τους δύο τεχνίτες αδελφούς, οι όποιοι με την επίκληση του ονόματος του Χριστού θεράπευσαν το μάτι του γιου του ειδωλολάτρη Ιερέα, με αποτέλεσμα να πιστέψουν και οι δύο στον Χριστό. Μόλις το έμαθε αυτό ο έπαρχος Λύκων, συνέλαβε τους δύο αδελφούς και, αφού τους βασάνισε φρικτά, τους έριξε μέσα σ' ένα πηγάδι, όπου και παρέδωσαν το πνεύμα τους. Έτσι, οι δύο τεχνίτες αδελφοί μπήκαν στην αιώνια πόλη, «ης τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός»1. Της οποίας, δηλαδή, τεχνίτης και κτίστης είναι αυτός ο Θεός.
1. Προς Εβραίους Επιστολή, ία' 10.

ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΛΗΘΟΣ ΤΩΝ ΠΕΝΗΤΩΝ (ΦΤΩΧΩΝ)

Εικόνα

Θανατώθηκαν από τον Λικίνιο δια πυρός, επειδή κατέστρεψαν τα είδωλα του ναού. Το ναό αυτό έκτισαν οι Άγιοι Φλώρος και Λαύρος. Τα χρήματα όμως που τους έδωσε ο βασιλιάς αυτός για την ανέγερση του ναού, οι άγιοι τα έδωσαν στο πλήθος αυτό των φτωχών, οι όποιοι, με προτροπή των Αγίων Φλώρου και Λούρου, κατέστρεψαν τα είδωλα του ναού και τον μετέτρεψαν, τρόπον τινά, σε χριστιανικό.

Πηγή: http://apantaortodoxias.blogspot.gr/201 ... _9925.html

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Οκτ 19, 2013 9:14 am
από ΦΩΤΗΣ
Βίος Αποστόλου Πέτρου

Εικόνα

Ημερομηνία εορτής: 29/06/2013
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 29 Ιουνίου εκάστου έτους.


Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἐγεννήθηκε στὴ μικρὴ πόλη Βηθσαϊδὰ κοντὰ στὴ λίμνη Γεννησαρέτ, ὅπου ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἁλιέως μὲ τὸν ἀδελφό του Ἀνδρέα, κληθέντα καὶ αὐτὸν στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, καὶ μὲ τοὺς υἱοὺς τοῦ Ζεβεδαίου Ἰάκωβο καὶ Ἰωάννη, γενόμενους ἐπίσης Ἀποστόλους.

Τὸ ὄνομά του ἀπαντᾶ στὴν Καινὴ Διαθήκη ὑπὸ τέσσερις τύπους:
α) Συμεὼν (ἐκ τοῦ Sim Un, σημιτικοῦ τύπου).
β) Σίμων (κοινότερος τύπος, ἐξελληνισμένη σύντμηση τοῦ προηγούμενου).
γ) Κηφᾶς (ἀπὸ τὸ ἀραμαϊκὸ Kepha, ποὺ σημαίνει πέτρα).
δ) Πέτρος (παράφραση τῆς προηγούμενης ἀραμαϊκῆς ἐπωνυμίας, ἡ ὁποία ἐδόθηκε στὸ Σίμωνα ἀπὸ τὸν Χριστό).

Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἰωάννης ἢ Ἰωνᾶς. Οἱ γονεῖς του ἀνῆκαν στοὺς λιγοστοὺς πιστοὺς εὐσεβεῖς Ἰουδαίους τῆς ἐποχῆς τους, οἱ ὁποῖοι ἐπερίμεναν ἐναγώνια τὸν Μεσσία καὶ τὴ μεσσιανικὴ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία θὰ ἐτερματίζετο ἡ κακοδαιμονία τῆς ἀνθρωπότητος.

Ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Πέτρος εἶχε τὴν πεθερά του, τὴν ὁποία ἐθεράπευσε ὁ Κύριος, στὴν Καπερναούμ, προκύπτει ὅτι ἦταν ἔγγαμος. Δὲν εἶναι γνωστὸ μὲ βεβαιότητα τὸ ὄνομα τῆς συζύγου του, καλουμένης Ἰωάννας ὑπὸ τῶν Ἀνατολικῶν καὶ Περπετούης ὑπὸ τῶν Δυτικῶν. Οὔτε εἶναι γνωστὸ ἂν ἡ σύζυγός του ἐζοῦσε ἀκόμη, ὅταν ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἐκλήθηκε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα.

Ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης καλοῦνται «ἀγράμματοι καὶ ἰδιῶται» ἀπὸ τὰ μέλη τοῦ Συνεδρίου, σημεῖο ὅτι δὲν εἶχαν φοιτήσει στὶς λόγιες ραββινικὲς σχολές. Εἶχαν ὅμως μαθητεύσει στὸν Τίμιο Πρόδρομο. Τοῦτο εἶναι βέβαιο γιὰ τοὺς υἱοὺς τοῦ Ζεβεδαίου καὶ γιὰ τὸν Ἀνδρέα, πιθανῶς δὲ καὶ γιὰ τὸν Σίμωνα Πέτρο.

Ἡ κλήση τοῦ Πέτρου στὸ ἀποστολικὸ ἔργο ἔγινε βαθμιαίως. Ὅταν τὸν ἐπαρουσίασε ὁ ἀδελφός του Ἀνδρέας στὸν Κύριο, μὲ τοὺς λόγους «εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν», ἔλαβε τὴν ἐπωνυμία Κηφᾶς. Ἦταν παρὼν κατὰ τὸ θαῦμα στὴν Κανᾶ καὶ ἐγκαταστάθηκε μετὰ μὲ τὸν Κύριο στὴν Καπερναούμ. Ἐκλήθηκε ὁριστικὰ μετὰ τὴν πρώτη θαυμαστὴ ἁλιεία, γενόμενος ἔτσι «ἁλιεὺς ἀνθρώπων».

Ὁ ἐνθουσιώδης καὶ εὐσεβὴς Πέτρος ἐπέταξε τὰ δίχτυα ἀπὸ τοὺς πρώτους καὶ ἀκολούθησε τὸν Κύριο πιστά. Λόγῳ τοῦ δυναμικοῦ χαρακτῆρος του καὶ τῆς ἰδιαίτερης ἀφοσιώσεώς του στὸν Κύριο ἀξιώθηκε νὰ ἔχει ἐξαιρετικὴ θέση μεταξὺ τῶν Ἀποστόλων καὶ νὰ ὁμιλεῖ συχνὰ ἐκ μέρους αὐτῶν. Ὁμολόγησε πρῶτος ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι «ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». Ὁ Κύριος ἐξετίμησε αὐτὴ τὴν ὁμολογία καὶ τὸν διαβεβαίωσε πὼς ἐπάνω σὲ αὐτὴ τὴν ὁμολογία πίστεως, ποὺ ἔγινε κατ’ ἀποκάλυψιν Θεοῦ Πατρός, «οἰκοδομήσω μου τὴν Ἐκκλησίαν».

Κατὰ τὴν ἑβδομάδα τῶν παθῶν καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση ὁ Πέτρος ἀποτελεῖ κεντρικὸ πρόσωπο στὰ Εὐαγγέλια. Ἔτσι στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο ἀρνεῖται πρὸς στιγμὴν τὴ νίψη τῶν ποδῶν του ἀπὸ τὸν Κύριο, ἀγωνιᾶ κατόπιν νὰ μάθει ποιὸς εἶναι ὁ προδότης, διαμαρτύρεται, διότι στὴν πρὸς τὸν Κύριο ἐρώτησή του «Κύριε, ποῦ ὑπάγεις;», ἔλαβε ἀπὸ Αὐτὸν τὴν ἀπάντηση «ὅπου ἐγὼ ὑπάγω οὐ δύνασαί μοι νῦν
ἀκολουθῆσαι», καὶ τέλος ὑπόσχεται στὸν Κύριο ὅτι θὰ θυσιάσει τὴν ψυχή του γιὰ Ἐκεῖνον καὶ δὲν θὰ σκανδαλισθεῖ ἀπὸ τὸ ἐπερχόμενο Πάθος Του. Κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ ὁ Ἰησοῦς στὴν μετὰ τοῦ
Πέτρου στιχομυθία του εἶπε σὲ αὐτὸν τὰ ἑξῆς χαρακτηριστικά: «Σίμων, Σίμων, ἰδοῦ ὁ σατανᾶς ἐξῃτήσατο ὑμᾶς τοῦ συνιάσαι ὡς τὸν σῖτον. Ἐγὼ δὲ ἐδεήθην περὶ σοῦ ἵνα μὴ ἐκλίπῃ ἡ πίστις σου. Καὶ σύ ποτε ἐπιστρέψας στήριξον τοὺς ἀδελφούς σου». Πράγματι δέ, δὲν ἐξέλιπε ἡ πίστη τοῦ Πέτρου, ἂν καὶ ἀρνήθηκε τὸν Διδάσκαλο τρεῖς φορὲς στὴν αὐλὴ τοῦ ἀρχιερέως. Ἕνεκα τῆς ὑπὲρ αὐτοῦ δεήσεως τοῦ Κυρίου, ἦλθε στὸν ἑαυτό του, μετανόησε καὶ ἔκλαψε πικρὰ γιὰ τὴν πράξη του καὶ ἀξιώθηκε πρῶτος αὐτὸς ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους νὰ διαπιστώσει τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως καὶ πρῶτος νὰ δεῖ τὸν Ἀναστάντα Κύριο.

Ἀξιώθηκε νὰ δεῖ ἀπὸ τοὺς πρώτους τὸ κενὸ μνημεῖο καὶ νὰ διαπιστώσει τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Τὸ συγκλονιστικὸ αὐτὸ γεγονὸς τὸν μεταμόρφωσε κυριολεκτικά. Τὸ φλογερό του κήρυγμα τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔκανε νὰ πιστέψουν τρεῖς χιλιάδες ψυχές, καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Ἡ ἱεραποστολικὴ δράση του ὑπῆρξε θαυμαστὴ καὶ εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μὲ τὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων.
Ἀπὸ ἐκεῖ ἐνεργοῦσε κατὰ καιροὺς περιοδεῖες ἐπισκεπτόμενος τὶς πλησιόχωρες Ἐκκλησίες. Ὁ Παῦλος στὴν πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολή του ἀναφέρει, ὅτι κατὰ τὶς δύο ἀνόδους του στὰ Ἱεροσόλυμα συναντήθηκε ἐκεῖ μὲ τὸν Πέτρο, τὸν ὁποῖο ὀνομάζει καὶ Ἀπόστολο τῶν «ἐκ περιτομῆς» καὶ μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἐτιμᾶτο μαζὶ μὲ τὸν Ἀδελφόθεο Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη ὡς «στῦλος» τῆς Ἐκκλησίας.

Σὲ μία περιοδεία του ὁ Πέτρος, περὶ τῆς ὁποίας μᾶς ὁμιλοῦν οἱ Πράξεις, ἐπισκέφθηκε τὴ Λύδδα καὶ ἀφοῦ ἐθεράπευσε τὸν παραλυτικὸ Αἰνέα, ἦλθε στὴν Ἰόππη, ὅπου ἀνέστησε τὴν Ταβιθᾶ ἢ Δορκάδα. Ἀπὸ ἐκεῖ δέ, μὲ θεία ἐπιταγή, ἐπορεύθηκε στὴν Καισάρεια, στὴν ὁποία ἐκατήχησε καὶ ἐβάπτισε τὸν ἐθνικὸ Κορνήλιο μαζὶ μὲ τὴν οἰκογένειά του. Ὅταν ἔμαθαν τὸ γεγονὸς αὐτὸ οἱ «ἐκ περιτομῆς» τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων ἐκατηγόρησαν τὸν Πέτρο. Ὁ Ἀπόστολος ἐξέθεσε μὲ λεπτομέρεια πῶς ὁ Θεὸς δι’ ὁράματος «ὑπέδειξεν μηδένα κοινὸν ἢ ἀκάθαρτον λέγειν ἄνθρωπον» καὶ ἔκλεισε τὴν ἀπολογία του ἐκείνη ὡς ἑξῆς: «Εἰ οὖν τὴν ἴσην δωρεὰν ἔδωκεν αὐτοῖς ὁ Θεὸς ὡς καὶ ἡμῖν πιστεύσασιν ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, ἐγὼ δὲ τὶς ἤμην δυνατὸς κωλῦσαι τὸν Θεόν;».

Ὁ Ἡρώδης Ἀγρίππας Α’, ἐπιθυμώντας νὰ εὐχαριστήσει τοὺς Ἰουδαίους συνέλαβε τὸν Πέτρο κατὰ τὶς ἑορτὲς τοῦ Πάσχα τοῦ 42 ἢ 44 μ.Χ. καὶ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακὴ γιὰ νὰ τὸν φονεύσει μετὰ ἀπὸ λίγο. Ἀλλ’ Ἄγγελος Κυρίου ἐλευθέρωσε κατὰ τὴ νύχτα τὸ δέσμιο καὶ ἀπὸ στρατιῶτες φρουρούμενο Πέτρο, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε τοὺς συγκεντρωμένους καὶ προσευχόμενους ὑπὲρ αὐτοῦ ἀδελφοὺς στὴν οἰκία τῆς Μαρίας, μητέρας τοῦ Μάρκου, ἀνήγγειλε σὲ αὐτοὺς τὴ σωτηρία του ἀπὸ τὸν Ἄγγελο καὶ «ἐξελθὼν ἐπορεύθη εἰς ἕτερον τόπον».

Γιὰ τελευταία φορὰ ὁμιλοῦν οἱ Πράξεις περὶ τοῦ Πέτρου κατὰ τὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο (48/49 μ.Χ.), στὴν ὁποία μαζὶ μὲ τὸν Παῦλο καὶ τὸν Ἀδελφόθεο Ἰάκωβο διεδραμάτισαν πρωτεύοντα ρόλο. Ὁ Παῦλος στὴν πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολή του μᾶς ὁμιλεῖ γιὰ μία συνάντηση, τὴν ὁποία εἶχε μὲ τὸν Πέτρο στὴν Ἀντιόχεια, κατὰ τὴν ὁποία τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴν ἐπιδειχθεῖσα ἔλλειψη θάρρους καὶ παραχώρηση ὑπὲρ τῶν ἰουδαϊζόντων καὶ σὲ βάρος τῶν ἐξ ἐθνῶν Χριστιανῶν.

Γιὰ τὴ μετὰ ταῦτα ζωὴ καὶ δράση τοῦ Πέτρου στερούμεθα σαφεῖς ἱστορικὲς μαρτυρίες. Ὁ Ὠριγένης καὶ ὁ Εὐσέβιος, προφανῶς ἀπὸ τὸν πρόλογο τῆς Α’ Καθολικῆς Ἐπιστολῆς Πέτρου, συμπέραναν ὅτι αὐτὸς ἐκήρυξε στοὺς Ἰουδαίους τῆς Διασπορᾶς, στὸν Πόντο, Γαλατία, Καππαδοκία, Ἀσία καὶ Βιθυνία. Ὁρισμένοι δέχονται καὶ τὴν ἀποστολικὴ δράση τοῦ Πέτρου στὴν Κόρινθο.

Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἔγραψε δύο Καθολικὲς Ἐπιστολές. Ἀπὸ αὐτές, ἡ μὲν πρώτη ἀπευθυνόταν στοὺς Χριστιανοὺς τοῦ Πόντου, τῆς Γαλατίας, τῆς Καππαδοκίας, τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Βιθυνίας, ἡ δὲ δεύτερη σὲ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. Μέσα ἀπὸ αὐτὲς προσπαθεῖ νὰ στηρίξει τοὺς πιστοὺς στὶς θλίψεις ποὺ ὑφίστανται ἐξ αἰτίας τῆς πίστεώς τους στὸν Ἰησοῦ Χριστό.

Ὑπάρχει βέβαια καὶ ἡ παράδοση τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν περὶ μεταβάσεως τοῦ Πέτρου στὴ Ρώμη μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του ἀπὸ τὸν Ἄγγελο ἢ τὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο, τῆς ὁποίας διετέλεσε ἐπὶ
εἰκοσιπενταετία Ἐπίσκοπος. Τὴν παράδοση αὐτὴ πολλοί Ὀρθόδοξοι μελετητὲς τὴν ἀμφισβητοῦν, διότι στηρίζεται σὲ μεταγενέστερα ψευδεπίγραφα κείμενα, τὶς λεγόμενες «Ψευδοϊσιδώρειες Διατάξεις» καὶ τὴν ἀπόκρυφη φιλολογία. Ἀναμφίβολα ὅμως ὁ Πέτρος συνδέεται μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἀφοῦ ἔδρασε καὶ ἔμαρτύρησε σὲ αὐτήν.

Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν παράδοση ὁ Πέτρος ἵδρυσε τὴν τοπικὴ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης. Ἐκήρυττε νυχθημερὸν στὴ μεγάλη πόλη καὶ κατόρθωσε νὰ μεταστρέψει πλῆθος κατοίκων στὸ Χριστιανισμό. Τὴν ἴδια ἐποχὴ εὑρισκόταν στὴ Ρώμη καὶ ὁ διαβόητος Σίμων ὁ μάγος, γνωστὸς ἀπὸ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Ἐκεῖ μὲ τὶς διάφορες μαγγανεῖες καὶ τὰ μαγικὰ κόλπα προκαλοῦσε τὸν θαυμασμὸ τοῦ πλήθους καὶ γι’ αὐτὸ ἀπέκτησε πολλοὺς ὀπαδούς. Ὅμως εὑρῆκε μπροστά του τὸν ἀληθινὸ ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ, τὸν Ἀπόστολο Πέτρο, ὁ ὁποῖος μὲ σειρὰ θαυμάτων ξεσκέπασε τὸν ἀπατεώνα μάγο, τὸν ἀπέδειξε ὡς συνεργὸ τῶν δαιμόνων καὶ ἐφανέρωσε τὴν ἀνίκητη δύναμη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος γράφει: «Τοῦ Πέτρου καὶ Παύλου ἐν Ρώμῃ εὐαγγελιζομένων καὶ θεμελιούντων τὴν Ἐκκλησίαν».

Ὁ Ὠριγένης: «Ὃς καὶ ἐπὶ τέλει ἐν Ρώμῃ γενόμενος ἀνεσκολοπίσθη κατὰ κεφαλῆς οὕτως αὐτὸς ἀξίωσας». Τέλος ὁ πρεσβύτερος Γάιος (169 μ.Χ.) γράφει στὸν πρὸς Πρόκλο διάλογό του: «Ἐγὼ δὲ τὰ τρόπαια (μνημεία, σκηνώματα) τῶν ἀποστόλων ἔχω δεῖξαι. Ἐὰν γὰρ θελήσῃς ἀπελθεῖν ἐπὶ τὸν Βατικανὸν ἢ ἐπὶ τὴν ὁδὸν τὴν Ὠστίαν, εὑρήσεις τὰ τρόπαια τῶν ταύτην ἱδρυσαμένων τὴν Ἐκκλησίαν».

Κατὰ τὴν παράδοση, λοιπόν, ὁ Πέτρος ἄθλησε στὴ Ρώμη κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ αὐτοκράτορος Νέρωνος (64/67 μ.Χ.). Λίγο πρὶν τὸν συλλάβουν ἔκρινε σκόπιμο νὰ φύγει κρυφὰ ἀπὸ τὴν πόλη, γιὰ νὰ γλιτώσει.
Καθὼς ἐβάδιζε βιαστικὰ τὴν περίφημη Ἀππία ὁδὸ εἶδε μπροστά του τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος τὸν ἐρώτησε: «Quo Vadis?», δηλαδὴ «ποῦ πηγαίνεις;». Τότε ὁ ἔνθερμος Ἀπόστολος κατάλαβε πὼς ἡ φυγή του αὐτὴ ἰσοδυναμοῦσε μὲ νέα ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἐγύρισε πίσω καὶ συνελήφθη καὶ καταδικάσθηκε σὲ σταυρικὸ θάνατο. Ὅταν ὁδηγήθηκε στὸ μαρτύριο παρακάλεσε τοὺς δημίους του νὰ τὸν σταυρώσουν ἀνάποδα, μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω, διότι, ὅπως εἶπε, δὲν ἐθεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ἄξιο νὰ σταυρωθεῖ σὰν τὸν ἠγαπημένο Δάσκαλο καὶ Θεό του! Ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Χριστό, τὸ δὲ ἁγιασμένο λείψανό του τὸ περιμάζεψαν οἱ πιστοὶ καὶ τὸ ἔθαψαν στὸ Βατικανὸ λόφο.

Ὁ τάφος του ἦταν ἁπλὸς καὶ πτωσικός. Ἐσκέπασαν τὸ τίμιο λείψανό του μὲ χῶμα καὶ μετὰ μὲ πλάκες ἀπὸ κεραμίδι σὲ σχῆμα ἀμφικλινές. Ἔτσι ἔθαπταν τότε τοὺς πολλούς, τοὺς πτωχοὺς στὴ Ρώμη. Τὸ μνῆμα τοῦ Πέτρου τὸ ἤξερε καλὰ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἐπίσκοπός της Ἀνίκητος (155 – 166 μ.Χ.), περὶ τὸ 160 μ.Χ., ἐτοποθέτησε μία μαρμάρινη πλάκα, ἐπάνω ἀπὸ τὴν ὁποία ἐστήριξε σὲ δύο κιονίσκους μία τράπεζα μὲ μικρὴ κόγχη καὶ ὑποτυπῶδες ἀέτωμα. Γύρω της συνήρχοντο γιὰ προσευχὴ λίγοι Χριστιανοί, ἐνῶ στὸν ἱερὸ τόπο τῆς ταφῆς τοῦ Πέτρου συνάγονταν πολλοὶ προσκυνητὲς στὸ πρῶτο ἥμισυ τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ.

Ἕνας ἀπὸ τοὺς σκληρότερους χριστιανομάχους αὐτοκράτορες ἦταν ὁ Πόπλιος Λικίνιος Οὐαλεριανὸς (253 – 259 μ.Χ.). Ὅταν ἀνέλαβε τὴν ἐξουσία, ἐμεθόδευσε συστηματικώτερα τοὺς διωγμούς. Ἐστράφηκε κατὰ τοῦ κλήρου, τῆς λατρείας, τῆς περιουσίας καὶ τῶν κοιμητηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ μέτρα του ἐφαρμόσθηκαν περὶ τὸ 257 μ.Χ. μὲ πραγματικὴ ἀγριότητα. Θανατώνει τοὺς Ἐπισκόπους, κατεδαφίζει ναούς, δημεύει περιουσίες, ἀπαγορεύει τὶς συνάξεις στοὺς τόπους ταφῆς τῶν Χριστιανῶν. Ὁ διάδοχος τοῦ μαρτυρήσαντος, τὸ 257 μ.Χ., Ἐπισκόπου Ρώμης Στεφάνου, Ἕλληνας Ἐπίσκοπος Σίξτος Β’ (257 – 2258 μ.Χ.), γιὰ νὰ προλάβει σκύλευση τῶν τάφων τῶν δύο Ἀποστόλων, κάνει κρυφὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἁγίων λειψάνων τους ἀπὸ τὰ μνημεῖα – τρόπαιά τους, πιθανῶς στὶς 29 Ἰανουαρίου τοῦ 258 μ.Χ., καὶ τὰ μεταφέρει στὸ κοιμητήριο ποὺ εἶναι σήμερα γνωστὸ ὡς Κατακόμβη τοῦ Ἁγίου Σεβαστιανοῦ. Ἔτσι ἡ ἡμερομηνία αὐτὴ διατηρήθηκε ὡς σήμερα κοινοῦ ἑορτασμοῦ τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, ὄχι πλέον σὲ ἀνάμνηση τῆς καταθέσεως τῶν τιμίων λειψάνων, ἡ ὁποία εἶχε λησμονηθεῖ ἀπὸ τὸ λαό, ἀλλ’ ὡς γενέθλιος ἡμέρα, δηλαδὴ ὡς ἑορτὴ τοῦ μαρτυρίου τους.

Μετὰ τὸ 260 μ.Χ., ὁ νέος αὐτοκράτορας Γαληνὸς (259 – 268 μ.Χ.) ἦταν περισσότερο ἐπιεικής. Ἐσταμάτησε τὶς ἀπάνθρωπες σκληρότητες καὶ ἐπέστρεψε τοὺς ναοὺς καὶ τὰ κοιμητήρια. Ἡ λατρεία ἀναπτύσεται στὸ νέο τόπο ταφῆς τῶν Ἀποστόλων. Ἐπάνω ἀπὸ τὴν Κατακόμβη του ἱδρύεται τὸ ἀρχαιότερο Μαρτύριο τῆς Ρώμης. Ἔτσι, στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ., ἡ ἑορτὴ τῶν Πρωτοκορυφαίων τιμᾶται στὴ Ρώμη σὲ τρεῖς τόπους. Στὸ Βατικανὸ ὁ Πέτρος, στὴν ὁδὸ τῆς Ὠστίας ὁ Παῦλος καὶ οἱ δύο μαζὶ στὶς Κατακόμβες.

Ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἀπέκτησε τὰ πολιτικά της δικαιώματα (313 μ.Χ.), ὁ Ἐπίσκοπος Ρώμης Σιλβέστρος (315 – 335 μ.Χ.) ἐξασφάλισε τὴν ὑποστήριξη τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου γιὰ τὴν ἀνοικοδόμηση
Μαρτυρίων στοὺς τόπους ἀθλήσεως καὶ ἀρχικῆς ταφῆς τῶν Ἀποστόλων. Τὰ ἐγκαίνια τῶν πρώτων κτισμάτων γύρω ἀπὸ τοὺς τάφους τῶν Ἀποστόλων γίνονται ταυτοχρόνως στὸ Βατικανὸ καὶ στὴν ὁδὸ πρὸς τὴν Ὠστία στὶς 18 Νοεμβρίου τοῦ 324 μ.Χ. μὲ τὴ μετακομιδὴ τῶν λειψάνων τους ἀπὸ τὴν Κατακόμβη τοῦ Ἁγίου Σεβαστιανοῦ στοὺς τόπους ἀρχικῆς ταφῆς. Μόνο οἱ Τίμιες Κάρες τῶν Ἀποστόλων ἐκρατήθηκαν στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἐπισκόπου τῆς Ρώμης, τὸ ναὸ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τοῦ Λατερανοῦ, σημερινὸ Ἅγιο Ἰωάννη. Ἐκεῖ παραμένουν μέχρι σήμερα, ἐπάνω ἀπὸ τὴν κεντρικὴ Ἁγία Τράπεζα, μέσα σὲ κιβώρια.

Ἡ Κωνσταντίνεια βασιλικὴ τοῦ Βατικανοῦ, παρὰ τὶς πολλὲς ἐπισκευὲς λόγῳ τῶν καταστροφῶν ποὺ τὶς προξένησαν οἱ βαρβαρικὲς ἐπιδρομὲς τοῦ 5ου καὶ 6ου αἰῶνος μ.Χ., παρέμεινε δώδεκα αἰῶνες κέντρο προσκυνηματικῆς εὐσεβείας. Ἦταν πεντάκλιτη βασιλική, μὲ 90 μέτρα μῆκος καὶ 65 μέτρα πλάτος. Ἡ Ἀναγέννηση κατέστρεψε τὸν πάνσεπτο αὐτὸ ναὸ καὶ στὴ θέση του ἔκτισε τὸν ἀχανὴ καὶ βαρὺ σημερινὸ Ἅγιο Πέτρο (1626). Στὴν ὁδὸ πρὸς τὴν Ὠστία ἱδρύθηκε ἀρχικὰ μικρὴ τρίκλιτη βασιλική, τὴν ὁποία ἐπεξέτειναν τὸ 386 μ.Χ. οἱ αὐτοκράτορες Οὐαλεντιανὸς Β’, Θεοδόσιος καὶ Ἀρκάδιος σὲ πεντάκλιτη καὶ τὴν ἐγκαινίασε, τὸ 390 μ.Χ., ὁ Πάπας Σιρίκιος (384 – 398 μ.Χ.). Ἡ βασιλικὴ διατηρήθηκε σχεδὸν ἀκέραια μέχρι τὸν Ἰούλιο τοῦ 1823, ποὺ ἐκάηκε ἀπὸ μεγάλη πυρκαγιά, ἀλλὰ ἀναστηλώθηκε μὲ πιστότητα στὸ ἀρχαῖο της κάλλος.

Ὁ τάφος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καλύπτεται μὲ μία μεγαλογράμματη λατινικὴ ἐπιγραφὴ τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ., ποὺ γράφει: «Στὸν Παῦλο, Ἀπόστολο Μάρτυρα».

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν κλῆσιν δεξάμενος, παρὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, πρωτόθρονος πέφηνας, τῶν Ἀποστόλων αὐτοῦ, καὶ πέτρα τῆς πίστεως• ὅθεν ὡς τῶν ἀρρήτων, κοινωνὸς καὶ αὐτόπτης, πᾶσιν εὐηγγελίσω, σωτηρίας τὸν λόγον• διό σε μεγαλύνομεν, Πέτρε Ἀπόστολε.

Απόστολος Ανδρέας

Εικόνα

Ο πρωτόκλητος Ανδρέας
Γέννηση Αρχές 1ου αιώνα, Βηθσαϊδά
Κοίμηση Μέσα προς τέλη 1ου αιώνα, Πάτρα
Εορτασμός 30 Νοεμβρίου
Σημαντικές ημερομηνίες 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος


Ο Απόστολος Ανδρέας (Ανδρεύς ή Ανδρείας), ο επονομαζόμενος και πρωτόκλητος, αποτέλεσε ένα εκ των δώδεκα μαθητών και αποστόλων του Ιησού Χριστού. Φέρων ελληνικό όνομα, όντας αδελφός του Αποστόλου Πέτρου και μαθητής του Ιωάννη του βαπτιστή, ήταν ο πρώτος μαθητής που κλήθηκε από τον Κύριο. Ανήκε στο στενό κύκλο των μαθητών και διήγαγε δραστήριο αποστολικό βίο, όπου κατέληξε κατά την παράδοση σε μαρτυρικό θάνατο στην πόλη της Πάτρας. Οι πληροφορίες που λαμβάνουμε από τα ευαγγέλια για το βίο του είναι πενιχρές[1], ενώ η παράδοση και η απόκρυφη γραμματεία είναι πλούσιες σε αναφορές.


Καινή Διαθήκη
Ο Απόστολος Ανδρέας καταγόταν από την ελληνιστική πόλη Βηθσαϊδά (Ιω. 1,44), εξού και έλαβε ένα καθαρά ελληνικό όνομα. Υπήρξε ο πρωτόκλητος μαθητής του Ιησού και ήταν αδελφός του Αποστόλου Πέτρου. Ο πατέρας του ονομάζονταν Ιωνάς (Ματθαίος 16, 17) ή Ιωάννης (Ιω. 1, 42. 21, 15-17) και η μητέρα του, κατά την παράδοση, Ιωάννα και μαζί με τον αδελφό του εξασκούσαν το επάγγελμα του ψαρά. Είχαν μάλιστα ως συνεργάτες τους αδελφούς Ιωάννη και Ιάκωβο, υιούς του Ζεβεδαίου (Λουκάς 5, 10). Δε γνωρίζουμε αν ήταν μεγαλύτερος αδελφός του Πέτρου ή μικρότερος καθώς και την οικογενειακή του κατάσταση. Με βάση όμως τα ευαγγέλια προκρίνεται η άποψη ότι μάλλον ήταν νεότερος του Πέτρου και άγαμος, αφού είχε εγκατασταθεί στο σπίτι του αδελφού στην Καπερναούμ. Οι γραμματικές γνώσεις του επίσης, δε φαίνεται να ήταν πολλές.
Ο Ανδρέας ως χαρακτήρας φαίνεται πως ήταν περισσότερο συναισθηματικός από τον Πέτρο. Στο στενό κύκλο των μαθητών (Πέτρος, Ιωάννης, Ιάκωβος) φαίνεται πως ερχόταν κατά κάποιο τρόπο ύστερος, αφού ο Κύριος προτιμούσε σε σημαντικές περιστάσεις, όπως την ανάσταση του Ιαείρου και τη Μεταμόρφωση, να παίρνει μαζί του τους άλλους τρεις μαθητές. Χαρακτηριστικό αυτού του γεγονότος είναι, πως ενώ άλλοτε οι ευαγγελιστές (Ματθαίος, Λουκάς) τον έχουν δεύτερο στην κατάταξη, άλλοτε τον έχουν ως τέταρτο (Μάρκος και Λουκάς, στις Πράξεις). Ο ίδιος όμως φαίνεται ιδιαίτερα προσηνής και υπάκουος, αφού ποτέ δεν έδειχνε να δυσανασχετεί. Η ένταξή του στο μαθητικό κύκλο του Ιωάννη βαπτιστή δείχνει πως ήταν ανήσυχο πνεύμα με έντονες θρησκευτικές αναζητήσεις, γι αυτό και αφιέρωνε πολύ χρόνο κοντά στο πρόδρομο του Κυρίου.
Χαρακτηριστικές είναι οι περιγραφές της κλήσης του. Καθώς μια μέρα ο Ιωάννης ο πρόδρομος είδε τον Ιησού να περιπατεί στον περίχωρο του Ιορδάνη, απευθύνθηκε στους Ιωάννη και Ανδρέα λέγοντάς τους πως Αυτός είναι ο αμνός του Θεού (Ιω. 1, 36). Ο Ανδρέας όσο και Ιωάννης ακολούθησαν τον Ιησού, διστάζοντας όμως να τον πλησιάσουν. Τότε τους πλησίασε ο ίδιος ρωτώντας τους, τι θέλουν; Έτσι οι Ανδρέας και Ιωάννης τον ρώτησαν που μένει γιατί επιθυμούσαν να τον επισκεφτούν και να του μιλήσουν ιδιαιτέρως (Ιω. 1, 29). Χαρακτηριστική επίσης είναι η περιγραφή του Ευαγγελιστή Ιωάννη (1, 39):
"ἦλθον οὖν καὶ εἶδον ποῦ μένει, καὶ παρ' αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην• ὥρα ἦν ὡς δεκάτη." (1, 40).
Η πολύωρη παραμονή αυτή δε θα πρέπει να παραξενεύει τον αναγνώστη καθότι οι δύο μαθητές είχαν κατηχηθεί από τον Ιωάννη τον πρόδρομο. Άμεσα ο Ανδρέας, προφανώς εντυπωσιασμένος, μίλησε στο αδελφό του Πέτρο λέγοντας με εμφατικό τρόπο πως "εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν• ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός•" (1, 41). Ουσιαστικά δηλαδή ο Ανδρέας ήταν ο "νυμφαγωγός" του Αποστόλου Πέτρου στο μαθητικό κύκλο. Ο Ανδρέας εμμέσως ήταν αυτός που οδήγησε και το Φίλιππο στον Αποστολικό κύκλο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Φίλιππος άμεσα ακολούθησε μετά την κλήση του τον Κύριο (Ιω. 1, 43-4). Προφανώς είχε ενημερωθεί πρωτύτερα. Ο Φίλιππος μάλιστα θα γίνει ο αχώριστος φίλος του Ανδρέα, όπως διακρίνουμε από τις ευαγγελικές και περιγραφές, στο θαύμα του χορτασμού των πεντάκις χιλίων ή στην περίπτωση των ελληνιστών Ιουδαίων (Ιω. 12, 20-23).
Ο Ανδρέας, όπως και ο Πέτρος παρότι ακολουθούσαν τον Ιησού σχεδόν παντού δεν εγκατέλειψαν το επάγγελμα του ψαρά άμεσα, προφανώς λόγω των προσωπικών τους υποχρεώσεων. Μετά τη σύλληψη πάντως και τη θανάτωση του Ιωάννη του βαπτιστή, ο Κύριος άφησε τη Ναζαρέτ και εγκαταστάθηκε στην Καπερναούμ κοντά στη λίμνη Γεννησαρέτ, όπου διέμενε και ο Ανδρέας. Τότε ο Ιησούς τους κάλεσε να εγκαταλείψουν το ψάρεμα και να τον ακολουθήσουν αποκλειστικά ως μαθητές του (Ιω. 4, 18-20, Μαρκ 1, 16-18). Στις περιγραφές της Καινής Διαθήκης και τις εμφανίσεις του Ιησού μετά την ανάσταση Του, συναντάμε πάντα τον Απόστολο Ανδρέα να είναι παρών. Από εκεί και πέρα η Καινή Διαθήκη σιωπά για τον Απόστολο αυτό.

Εξωγραφικές πηγές Πηγές
Για την ιεραποστολική δράση του Αποστόλου Ανδρέα και το μαρτύριο υπάρχουν αρκετά απόκρυφα κείμενα. Τέτοια είναι οι "Πράξεις και μαρτύριον του αγίου Αποστόλου Ανδρέα", που γράφτηκε πιθανώς από το γνωστικό Λεύκιο το 2ο αιώνα, αν και κατά άλλους ερευνητές θεωρείται ως γνήσια εγκύκλιος των Πρεσβυτέρων της Αχαΐας. Επίσης υπάρχει το "Πράξεις Ανδρέου και Ματθία εις την πόλιν των ανθρωποφάγων", που επίσης αποδίδεται στο Λεύκιο, το "Περί του βίου, των πράξεων και της τελευτής του Αγίου Ανδρέου του πρωτοκλήτου" του μοναχού Επιφανίου (10ος αιώνας), οι "Πράξεις και περίοδοι του Αγίου αποστόλου και πανευφήμου Ανδρέου εγκωμίω συμπεπλεγμέναι" και το "Μαρτύριον του αγίου Αποστόλου Ανδρέου". Επίσης υπάρχουν και μαρτυρίες από αρχαίους συγγραφείς όπως του Ευσεβίου και του Ωριγένη.

Η πορεία του
Ο Ανδρέας μαζί με τους άλλους Αποστόλους κήρυξε στη Σινώπη του Πόντου έχοντας ως ορμητήριο μία νησίδα κοντά στη Σινώπη. Μαζί με Ματθία και άλλους μαθητές κατευθύνθηκαν προς την Αμισό (Σαμψούντα), όπου ίδρυσαν εκκλησία. Περιήλθε συνάμα την περιοχή της Ιβηρίας (Γεωργία), την Παρθυαία και επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα. Μετά από λίγο διάστημα πραγματοποίησε και δεύτερη περιοδεία όπου ακολούθησε την πορεία Αντιόχεια, Έφεσο, Λαοδίκεια Φρυγίας, Οδυσσούπολη Μυσίας, Νίκαια, Βιθυνία, Νικομήδεια, Χαλκηδόνα, Άμαστρη για να καταλήξει στη Σινώπη. Λίγο αργότερα επισκέφτηκε τη Σαμψούντα, τους Αλανούς, τους Ζήκχους, τους Βοσπορινούς και τους Χερσονήτες. Εν συνεχεία πέρασε από το Βυζάντιο, την Ηράκλεια της Θράκης, τη Μακεδονία και την Πελοπόννησο με τελικό σταθμό την Πάτρα, όπου το κήρυγμα και τα θαύματά του είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην τοπική κοινωνία.

Στην πόλη της Πάτρας και το μαρτύριό του
Την εποχή που βρέθηκε στην πόλη της Πάτρας ανθύπατοι ήσαν οι Λέσβιος και διάδοχός του ο Αιγεάτης. Ο ίδιος μάλιστα διέμενε στο σπίτι κάποιου μετεστραφέντα στο χριστιανισμό, Σώσιου. Ο Λέσβιος τελικώς εισήλθε στο χριστιανισμό, όπως και η γυναίκα του Αιγεάτη Μαξιμίλλα, εξ αιτίας δύο θαυμαστών θεραπειών που έπραξε υπέρ τους. Ο Αιγεάτης όμως μαινόμενος κατά του Αποστόλου εξαιτίας της μεταστροφής της γυναικός του, τον θανάτωσε με σταυρικό θάνατο, πιθανώς την εποχή τω διωγμών του Νέρωνα, αν και κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Σύμφωνα με την παράδοση και τις «Πράξεις του Αποστόλου Ανδρέα», έργο γνωστό στον Γρηγόριο Τουρώνης, ο ίδιος σταυρώθηκε δεμένος και όχι καρφωμένος σε παρόμοιο σταυρό με αυτόν που ο Κύριος σταυρώθηκε. Πρέπει να τονιστεί ότι η παράδοση για σταυρικό μαρτύριο σε χιαστό Σταυρό (Crux decussata) κατά το θέλημα του ιδίου λόγω αναξιότητας, ανέρχεται σε λατινικές παραδόσεις του 12ου με 13ο αιώνα. Η μνήμη του σύμφωνα με όλες τις διασωθείσες πηγές ανέρχεται στις 30 Νοεμβρίου.

Περί ιδρύσεως της εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης
Σύμφωνα με μία άλλη παράδοση κατά τις «Πράξεις και περίοδοι του Αγίου αποστόλου και πανευφήμου Ανδρέου εγκωμίω συμπεπλεγμέναι» ο Ανδρέας πηγαίνοντας από τη Σινώπη προς την Πάτρα, εγκαθίδρυσε τον πρώτο επίσκοπο Βυζαντίου, τον Απόστολο Στάχυ. Για το γεγονός αυτό μάλιστα κάνει λόγο και το Συναξάρι της Κωνσταντινουπόλεως. Ιστορικές μαρτυρίες όμως για μία τέτοια πράξη δε φτάνουν σε εμάς σήμερα, αφού δεν έχουμε επαρκή δεδομένα που να συνηγορούν στην εμφάνιση χριστιανισμού στην περιοχή κατά την αποστολική εποχή. Σύμφωνα πάντως με το χρονογράφο Γεώργιο Κεδρηνό μέχρι την εποχή του Καρακάλλα (211-217) η εκκλησία του Βυζαντίου ήταν ακόμα οργανωμένη σε αρχαϊκή μορφή με πνευματικό αρχηγό πρεσβύτερο, ενώ κατά την εποχή του απέκτησε επίσκοπο. Ο Ωριγένης μας πληροφορεί πως ο Ανδρέας κήρυξε στη Σκυθία, όπως και ο Ευσέβιος, ενώ ο Ιππόλυτος στους Σκύθες, προσθέτει και τους Θράκες. Ο ψευδο-Δωρόθεος Τύρου επαναλαμβάνει την ίδια πληροφορία, τον 4ο αιώνα. Σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, δηλαδή τη δράση του Αποστόλου στη Θράκη, που το Βυζάντιο ήταν μέρος του, αλλά και την περιήγησή του στις γύρω περιοχές (Νικομήδεια, Νίκαια, Βιθυνία, Σινώπη, Σκυθία κλπ) θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως το Βυζάντιο δεν πρέπει να έμεινε έξω από τη δράση του Αποστόλου. Από τον 8ο αιώνα και μετά πάντως θεωρήθηκε βέβαιο πως ο Απόστολος ήταν ο ιδρυτής της Βυζαντινής εκκλησίας.

Η λειψανοθήκη του Αποστόλου Ανδρέα
Τα λείψανά του από την πόλη της Πάτρας, όπως και τα λείψανα του Ευαγγελιστή Λουκά από τη Βοιωτία, μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη από τον Κωνστάντιο, το γιο του Μεγάλου Κωνσταντίνου και τοποθετήθηκαν στο ναό των Αγίων Αποστόλων στις 3 Μαρτίου του 357. Το 550 κατατέθηκαν, χωρίς την κάρα, στην Αγία Τράπεζα του νέου ναού των Αγίων Αποστόλων, που ανήγειρε ο Ιουστινιανός. Παλιά δυτική παράδοση, η οποία με βάση τα ιστορικά στοιχεία παρουσιάζεται απίθανη, δέχεται ότι τα λείψανα του Αγίου μεταφέρθηκαν την εποχή του αυτοκράτορα Κωνστάντιου ή του Θεοδοσίου Β΄ στη Σκωτία (408-450) ή ακόμα και τον 9ο αιώνα. Στη Σκωτία μάλιστα υπάρχει πόλη Άγιος Ανδρέας, μητροπολιτική εκκλησία προς τιμήν του, τάγμα ιπποτικό ενώ η σημαία των Πίκτων και των Σκώτων είναι αφιερωμένη στον Απόστολο, γι αυτό και φέρει χιαστό σταυρό. Ύστερα μάλιστα με την ένωση με την Αγγλία φέρει και η Αγγλική σημαία. Οι Λατίνοι το 1204 άρπαξαν τα λείψανα του Αποστόλου και τα κατέθεσαν 4 έτη αργότερα στον ναό του Αγίου Ανδρέα Αμάλφης.
Σύμφωνα με μία άλλη είδηση, μαθαίνουμε ότι η κάρα του Αγίου, που βρισκόταν στην Πάτρα από την εποχή του Αυτοκράτορα Βασιλείου του Μακεδόνος (867-884) μεταφέρθηκε στην Ιταλία το 1460 από τον επίσκοπο Θωμά Παλαιολόγο, υπό την απειλή της πτώσης των Πατρών στους Τούρκους. Η κάρα μεταφέρθηκε στην πόλη Νάρνια το 1461 και την επόμενη χρονιά στη Ρώμη, καταλήγοντας στο ναό του Αγίου Πέτρου το 1464. Το 1964 ο Πάπας Παύλος Στ΄, την επέστρεψε στην εκκλησία των Πατρών. Στις 19 Ιανουαρίου του 1980 ο Αρχιεπίσκοπος Μασσαλίας Ρογήρος Ετσεγκαραί μετέφερε στην Πάτρα το Σταυρό του Αποστόλου, που είχε μετακινηθεί από την Κων/πολη το 1250.

Το ιστορικό πρόσωπο του Αποστόλου Ανδρέα και ο οικουμενικός διδάσκαλος

Εισαγωγή
Οι πληροφορίες που λαμβάνουμε για το βίο του Αποστόλου Ανδρέα, μέσα από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, είναι λιγοστές. Σε σχέση όμως με άλλους μαθητές και αποστόλους που η μόνη πληροφορία που έχουμε είναι το όνομά τους, είναι σαφώς περισσότερες. Τα συμπεράσματα λοιπόν που μπορούν να εξαχθούν με βάση την ιστορική έρευνα της εποχής για τη μορφή και το ρόλο του Αποστόλου Ανδρέα, όσο δύσκολο και αν είναι να επιτευχθούν και με την όποια επιφύλαξη, μπορούν να μας δώσουν μια εικόνα της ιστορικής του μορφής, ξέχωρα από τη συνήθη θεολογική προέκταση και τη συμβολική διαμόρφωση του προσώπου του μέχρι σήμερα.
Αρχικώς θα πρέπει να επισημανθεί πως συνάμα με τις υπεμφαίνουσες θρησκευτικές ανησυχίες του σαν ακόλουθος του βαπτιστή Ιωάννη, ο Ανδρέας ήδη πρέπει να είχε μία σημαντική εμπειρία ιεραποστολικής δραστηριότητας. Αλλά και η οικειότητα που επιδεικνύει κατά στην περίπτωση των ελληνιστών Ιουδαίων, δείχνει πως ο Ανδρέας δεν είχε απλώς μεγαλύτερη οικειότητα με τον Κύριο, αλλά πως είχε και ένα ρωμαλέο χαρακτήρα. Γι αυτό και δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται ως τυχαία η κίνηση των ελληνιστών να απευθυνθούν προς το Φίλιππο και τον Ανδρέα, που ήσαν οι δύο μαθητές με τα πλέον Ελληνικά ονόματα. Προφανώς δηλαδή οι ελληνιστές Ιουδαίοι γνώριζαν πως οι δύο αυτοί μαθητές ήταν τόσο οικείοι προς τον Ιησού, όσο και προς τον δικό τους κόσμο. Το ενδιαφέρον όμως εδώ έγκειται στο να δούμε σε ποιο περιβάλλον μεγάλωσε ο Ανδρέας και ποιες απόρροιες προκύπτουν από αυτό ώστε να μελετηθεί σφαιρικότερα η προσωπικότητά του.

Ο ιστορικός «πρωτόκλητος»
Ο Ανδρέας λοιπόν καταγόταν από μία μικρή κωμόπολη της Γαλιλαίας τη Βηθσαϊδά. Η οικογένειά του προφανώς λειτουργούσε μέσα στα πλαίσια τη θρησκευτικής παραδόσεως της εποχής, αλλά η ονομασία που του έδωσαν δεικνύει και μία ενσυνείδητη ευαισθησία προς τον ελληνικό κόσμο, την ελληνική παράδοση και τον ελληνικό τρόπο ζωής και πολιτισμό, που στην περιοχή της Γαλιλαίας είχε έντονη παρουσία. Προφανώς λοιπόν γνώριζε πολύ καλά την ελληνική γλώσσα και γενικώς τον ελληνικό πολιτισμό, δε μπορούμε μάλιστα να απορρίψουμε και το ενδεχόμενο πως ίσως ανήκε σε οικογένεια ελληνιστών Ιουδαίων. Η διασύνδεσή του μάλιστα με τον έτερο απόστολο με ελληνικό όνομα, το Φίλιππο, συνειρμικά μας οδηγεί στην ενίσχυση του ελληνοκεντρικού χαρακτήρα της οικογένειάς του. Τα ονόματα αυτά, όπως μαθαίνουμε από το Ταλμούδ, χρησιμοποιούνταν στην εποχή του κυρίως από εξελληνισμένους Ιουδαίους. Μία τέτοια προοπτική γενικώς στο περιβάλλον που ζούσε δεν πρέπει να θεωρείται καθόλου απίθανη.
Η Βηθσαϊδά όπως γνωρίζουμε σήμερα ήταν μία μικρή, όμορφη και σχετικά εύρωστη οικονομικά κωμόπολη, με έντονα πολιτιστικά στοιχεία. Χαρακτηριζόταν για την ανεκτικότητα και την οικουμενικότητα των κατοίκων της, ίσως κάτω από την επίδραση της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού φορέα πολιτισμού, σε σημείο να χαρακτηρίζεται από τον Απόστολο των εθνών Παύλο, ως «Γαλιλαία των εθνών». Μόνο τυχαίο δε μπορεί να χαρακτηριστεί πως η Γαλιλαία αποδέχτηκε άμεσα το μήνυμα και τη διδασκαλία του Ιησού. Η Γαλιλαία προφανώς βρισκόταν μακριά από το σκληρό πυρήνα της σκέψης του νότου, τόσο σε εθνικό όσο και σε θρησκευτικό επίπεδο. Λειτουργούσε δηλαδή κατά κάποιο τρόπο και ο ελληνικός στοχασμός μέσα στον τρόπο ζωής των κατοίκων της. Στη Γαλιλαία λοιπόν έγινε αποδεκτός ο ευαγγελικός λόγος, που άρχισε να κατανοείται ως μια οικουμενική υπόθεση και όχι ως μία παρέκκλιση από τον Ιουδαϊκό νόμο. Εδώ θα λέγαμε πως συνυφαίνεται το αρχικό οικουμενικό μήνυμα, το οποίο εξ αρχής μπολιάζεται με αρκετά ελληνικά στοιχεία, αφού η μήτρα και φορέας των ιδεών των αποστόλων, και μάλιστα των ένδεκα από τους δώδεκα (πλην του Ιούδα του Ισκαριώτη), προέρχεται από τη Γαλιλαία. Ο ελληνισμός τελικά γίνεται εξ αρχής το όχημα του χριστιανισμού στην οικουμενική του αποστολή και ο Ανδρέας είναι η πλέον χαρακτηριστική μορφή αυτής της προοπτικής, ως ο πρωτόκλητος και ο άνθρωπος που πρώτος ευαγγελίστηκε το μήνυμα της εύρεσης του Μεσσία.
Η συνήθης ιστορική συνειδηση, σχετικά με την εκπαίδευση του Απόστολου Ανδρέα, είναι πως ήταν αγράμματος. Με τα σημερινά δεδομένα όμως θα λέγαμε πως μια τέτοια πρόταση απορρίπτεται. Δε μπορούμε να πούμε βέβαια πως ήταν φορέας της ραβινικής υψηλής μόρφωσης ή οποιασδήποτε υψηλής μόρφωσης ή πως είχε μια ολοκληρωμένη μόρφωση, αλλά από τη μία η γλωσσομάθειά του (Ελληνικά, Αραμαϊκά, Εβραϊκά), από την άλλη η μόρφωση του Πέτρου, όπως διαφαίνεται μέσα από τις επιστολές του, δείχνει πως ήταν φορέας κανονικής μόρφωσης. Συνήθως η έννοια του αγράμματου στηρίζεται στην ευαγγελική φράση «ιδιώτες του λόγου» (Πράξεις 4, 13), αλλά κάτι τέτοιο αποδίδεται και στον Απόστολο Παύλο, που είναι γνωστό πως ήταν φορέας υψηλής μόρφωσης. Η λέξη "ιδιώτης του λόγου" προφανώς θα πρέπει να παραβληθεί στο ότι δεν είχε φοιτήσει σε ραβινική θεολογική σχολή. Μία μάλιστα ακόμα αναθεωρητική άποψη των απομυθευτών είναι πως ο Ανδρέας και ο Πέτρος ανήκαν σε σχετικά εύπορη οικογένεια, αφού κατείχαν δικό τους καΐκι με μισθωτούς, σε μία λίμνη που φημιζόταν για την παραγωγικότητά της.

Ως οικουμενικός διδάσκαλος
Από όλη αυτή τη συλλογιστική που προκύπτει μέσα από την εξέταση του πλαισίου του οποίου ζούσε ο Απόστολος, αλλά και τα ευαγγέλια, ο Απόστολος Ανδρέας διαφαίνεται ως ένας αποφασιστικός άνθρωπος και ένα ανήσυχο και ερευνητικό πνεύμα. Δεν είναι μόνο πρωτόκλητος, αλλά και πρωτευαγγελιστής, με αποτέλεσμα να φαντάζει στα μάτια μας όχι απλώς ως ένας χαρισματικός και στοχαστικός άνθρωπος, αλλά και ως ένας ρεαλιστής με έντονη αίσθηση της ιστορίας και της πραγματικότητας. Γι αυτό και δεν εκπλησσόμαστε για το σημαντικό αποστολικό έργο που διενήργησε σε οικουμενική διάσταση, ως φορέας αυτών των ιδεών και αντιλήψεων. Γι αυτό το λόγο παρατηρούμε πως ο Απόστολος Ανδρέας μετά το θάνατο και την ανάσταση του Ιησού Χριστού επεμβαίνει δυναμικά σε αυτό το αρχικό γίγνεσθαι της χριστιανικής ιστορίας με μία οικουμενική προοπτική για την έξοδο του χριστιανισμού από τα Ιεροσόλυμα και την Παλαιστίνη, προς τον κόσμο των εθνών. Για τον ίδιο λόγο η εκκλησία της Ρωσίας, του Βυζαντίου, ακόμα και της Σκωτίας τον αναγορεύουν ως ιδρυτή τους.
Είναι χαρακτηριστικό πως όταν η Ρώμη και η δυτική εκκλησία θέλησε να προβάλλει το πρωτείο της με κυριαρχικές επιδιώξεις, ιδιοποιήθηκε τον Απόστολο Πέτρο με την έννοια της υπεροχικότητας έναντι τον υπολοίπων. Αντιθέτως η Ορθόδοξη Εκκλησία, μέσω της εκκλησίας τής Κωνσταντινούπολης πρόβαλλε τον πρωτόκλητο Ανδρέα, όχι για την υπεροχικότητά του, αλλά αναγορεύοντάς τον ως οικουμενικό διδάσκαλο διότι εξέφραζε το μαθητή ο οποίος δεν ιδιοποιήθηκε τη δική του προσωπική εμπειρία, αλλά έσπευσε να την κοινοποιήσει και να τη μεταβιβάσει, διαμοιραζόμενος με τον αδελφό του Πέτρο, καθιστώντας κι αυτόν μέτοχο της θείας δόξας. Με τον τρόπο αυτό προέβαλλε το πρωτείο της αγάπης και τη λειτουργία της διακονίας έναντι οποιασδήποτε κοσμικής εξουσίας και ιεράρχησης, νοώντας την κλήση και μετοχή μέσα στα οικουμενικά πλαίσια της κοινωνικότητας, της συλλογικότητας και της περιχώρησης. Αυτό το παράδειγμα επέδειξε ο οικουμενικός διδάσκαλος Ανδρέας, όχι δηλαδή των πρωτείων εξουσίας, αλλά των πρωτείων της διακονίας, της αγάπης και του διαλόγου. Η δυναμική και κυρίαρχη παρουσία του Πέτρου στον εκκλησιαστικό χώρο είναι δεδομένη και μη αμφισβητούμενη σε όλη τη χριστιανοσύνη. Το ίδιο όμως θα πρέπει να θεωρείται και η ιστορική παρουσία του Ανδρέα, ως οικουμενικού διδασκάλου.

Απόστολος Θωμάς

Εικόνα

Γέννηση άγνωστο
Κοίμηση άγνωστο
Εορτασμός 6 Οκτωβρίου
Σημαντικές ημερομηνίες 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος
Τίτλος Απόστολος

Ο Απόστολος Θωμάς ή Άγιος Θωμάς, ο αποκαλούμενος και Δίδυμος (Κατά Ιωάννην 11, 16. 20, 24. 21, 2), ήταν ένας εκ των δώδεκα μαθητών και Αποστόλων του Ιησού Χριστού. Ο Θωμάς μνημονεύεται ως μαθητής από όλους τους ευαγγελιστές, καθώς και στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, αλλά οι πληροφορίες που διαθέτουμε σχετικά με αυτόν είναι περιορισμένες και λιγοστές. Θωμάς ήταν το αραμαϊκό του όνομα, ενώ το Δίδυμος η απόδοσή του στα ελληνικά. Η αναφορά στην απόκλησή του ως Δίδυμος, γίνεται στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, το οποίο προοριζόταν περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο προς τους ελληνιστές Ιουδαίους. Κάτι τέτοιο δεικνύει πιθανώς πως έτσι αποκαλείτο ανάμεσά τους.

Ο βίος του

Όνομα
Το όνομα Θωμάς όπως προειπώθηκε είναι Αραμαϊκό και η απόδοσή του στα ελληνικά είναι η λέξη Δίδυμος. «Δεν πρέπει να σχετίζεται με τους ιωνικούς τύπους Θώμα και Θωμάζω, που σημαίνουν θαύμα και θαυμάζω αντίστοιχα, αλλά με τον αραμαϊκό τύπο Tôma και τον εβραϊκό Tôm». Παρόλα αυτά έγιναν κάποιες προσπάθειες από ορισμένους ερευνητές προς κάποιες άλλες κατευθύνσεις, οι οποίες όμως δεν έγιναν δεκτές από τη επιστημονική κοινότητα. Τέτοιες απόψεις ήταν πως το όνομα Θωμάς μπορεί να ταυτιστεί και με το επίθετο δίψυχος. Άλλοι ερευνητές πρότειναν πως η λέξη Δίδυμος απηχεί στην πραγματική οικογενειακή κατάσταση του Αποστόλου, όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Οι απόψεις αυτές ουσιαστικά στηρίζονται σε δύο αντιφατικές μαρτυρίες, που τον αναφέρουν ως δίδυμο κάποιας Λυσίας (PG 92, 1076) και κάποιου Ελεάζαρου (PG 2, 77). Είναι όμως γενικά παραδεκτό πως δεν απηχούν αξιόπιστες μαρτυρίες. Επίσης πρέπει να τονιστεί πως στις Συριακές εκκλησίες είναι γνωστός ως Ιούδας Θωμάς. Αυτή η μαρτυρία είναι πολύ σημαντική διότι μετά την εξεύρεση των κειμένων του Nag Hammadi, το απόκρυφο ευαγγέλιο του Θωμά, φέρεται να γράφτηκε από κάποιο δίδυμο Ιούδα Θωμά. Επιπρόσθετα, άλλα απόκρυφα κείμενα, όπως οι Πράξεις Θωμά, τον αναφέρουν αντίστοιχα ως Ιούδα Θωμά.

Ο βίος μέσα από την Καινή Διαθήκη
Ο Θωμάς θεωρείται πως ήταν ψαράς. Όπως διαφαίνεται από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη (21, 1-4) κατά την εμφάνιση του Ιησού στην όχθη της λίμνης Τιβεριάδος, ο Θωμάς βρισκόταν ανάμεσα στους επτά μαθητές, ενώ επίσης ανάμεσά τους βρισκόταν και κατά την παρουσία Του στη θαυμαστή αλιεία που ακολούθησε. Σύμφωνα όμως με μερικούς ερευνητές μια τέτοια εκτίμηση μπορεί να αποβεί παρακινδυνευμένη.
Στην πρώτη περίπτωση που συναντάμε τον Άγιο Θωμά παρατηρούμε αποφασιστικότητα και θάρρος. Ο Κύριος καλεί τους μαθητές να μεταβούν στην Βηθανία όπου βρισκόταν ο νεκρός πλέον φίλος Του Λάζαρος, παρά το γεγονός ότι οι Ιουδαίοι τον γύρευαν για να τον θανατώσουν. Ο Θωμάς απευθυνόμενος προς τους άλλους μαθητές τους είπε: "ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ' αὐτοῦ" (Ιωάννης 11, 16). Σε άλλη περίσταση διαφαίνεται η ορθολογιστική σκέψη του Θωμά, που αργότερα αποκλήθηκε και άπιστος, εξ αιτίας της θέλησής του να γνωρίσει το μυστήριο της αναστάσεως από κοντά. Στο Ιωάννης 14, 4-5 παρατηρούμε στη ρήση του Κυρίου, πως οι μαθητές δε γνωρίζουν που πηγαίνει και ποια είναι η οδός που οδηγεί σε αυτό το δρόμο. Ο ίδιος τότε εγείρει κάποια ανασταλτικά ερωτήματα θέτοντας ευθέως το ερώτημα «Κύριε, οὐκ οἴδαμεν ποῦ ὑπάγεις• καὶ πῶς δυνάμεθα τὴν ὁδὸν εἰδέναι;». Σε μία τρίτη περίπτωση διαφωτίζεται περισσότερο ο σκεπτικός χαρακτήρας του Αποστόλου. Η περίπτωση αυτή είναι γνωστή περίπτωση της λεγόμενης «απιστίας» του Θωμά. Ο Κύριος εμφανίστηκε μετά την Ανάστασή σου ενώπιον μαθητών, δίχως ανάμεσά τους να βρίσκεται ο Θωμάς. Καθώς του διηγήθηκαν την ιστορία ο ίδιος δυσπιστούσε, όπως και μερικοί άλλοι μαθητές. Ο ίδιος όμως δείχνοντας την ευθύτητα του χαρακτήρα του δεν κρύφτηκε. Αναφώνησε ενώπιον των μαθητών πως «ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω» (Ιωάννης 20, 25). Η θέση αυτή όμως μετατράπηκε σε πραγματική θριαμβευτική ομολογία όταν ο Κύριος πραγματοποίησε το θέλημά του, αναγνωρίζοντας πως είναι "ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου" (Ιωάννης 20, 28).

Εξωγραφικές πηγές
Οι απόκρυφες «Πράξεις του Αγίου Αποστόλου Θωμά»
Για τον Απόστολο Θωμά υπάρχουν αρκετές εξωγραφικές πηγές, κυρίως απόκρυφες αλλά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση ο Θωμάς κήρυξε το ευαγγέλιο στις περιοχές της Συρίας, της Περσίας και των Ινδιών. Το απόκρυφο βιβλίο μάλιστα που είναι διασωσμένο στα ελληνικά, τα συριακά, τα αιθιοπικά, τα λατινικά και τα αρμενικά (Πράξεις του Αγίου Αποστόλου Θωμά), διηγείται τη δράση του στις Ινδίες. Το κείμενο αυτό που κατά βάση απηχεί συριακές παραδόσεις, πιθανώς διηγείται ορισμένα αληθινά ιστορικά στοιχεία. Έτσι αναφέρει χαρακτηριστικά, πως ο Θωμάς κήρυξε πρώτος στην Ινδία και όχι ο Απόστολος Βαρθολομαίος, όπως μας διασώζει ο Πάνταινος. Η λογική λέει πως αν ο ίδιος προτίμησε την οδική μετάβαση του στις Ινδίες, τότε πρέπει να πέρασε και από την Συριακή Έδεσσα, διότι δεν υπάρχει δυνατότητα να διαδόθηκε τόσο νωρίς ο χριστιανισμός στην περιοχή πριν απαντηθεί σε περιοχές του δυτικού Ιράν.
Οι «Πράξεις του Θωμά», που αποδίδονται σε μανιχαϊκές ομάδες και ιδεολογικές επιδράσεις, γράφτηκαν ουσιαστικά για να προβάλλουν το Θωμά, μα και για να τον εξυψώσουν, αφού η Εκκλησία της Χαλδίας τον θεωρούσε ιδρυτή της. Οι συριακές εκκλησίες που ήδη από αρκετά νωρίς, τον 4ο αιώνα, βρίσκονταν σε μια διαδικασία αυτονόμησης από αυτή του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους, μέσω του κειμένου βρήκαν την ευκαιρία να δείξουν την αξία του Αποστόλου και την ισοκυρότητά τους, σε σχέση με τις άλλες εκκλησίες. Μελετώντας εξωγενείς παραδόσεις αρχαίων μαρτυριών θεωρείται πως όντως στις Ινδίες ο χριστιανισμός διαδόθηκε από τους πρώτους κι όλας αιώνες. Στις Ινδίες μάλιστα κυκλοφορούν και αρκετές τοπικές παραδόσεις που ενισχύουν την υπόθεση της μετάβασής του. Είναι όμως πολύ πιθανό αυτές οι παραδόσεις να έχουν επηρεαστεί από τις Πράξεις και όχι το αντίθετο. Παρόλα αυτά εκκλησιαστικοί συγγραφείς μας δίνουν την πιθανότητα -κατά τον 4ο αιώνα-, να μπορούμε να ισχυριστούμε πως δεν αβάσιμη μία τέτοια μετάβαση. Παραμένει όμως δύσκολο να βρούμε επαρκή ιστορικά στοιχεία ώστε να αποδεχθούμε μία τέτοια προοπτική.
Ο Θωμάς τελικώς κατά την παράδοση λογχίστηκε στην πόλη Καλαμίνα των Ινδιών, όπου και θάφτηκε, τα δε οστά του διατηρούνται στην Έδεσσα της Συρίας από τα μέσα του 4ου αιώνα τουλάχιστον. Η Ορθόδοξη Εκκλησία γιορτάζει την Κυριακή του Θωμά, μια εβδομάδα μετά την Κυριακή του Πάσχα, αλλά η ονομαστική εορτή του Αποστόλου είναι στις 6 Οκτωβρίου και όχι την Κυριακή της Διακαινησίμου, όπου έχει ονομαστεί "η του Θωμά" εξ αιτίας της ανάγνωσης του γνωστού ευαγγελικού χωρίου.

Άλλες πηγές
Υπάρχουν επίσης μερικά απόκρυφα κείμενα τα οποία αφορούν τον Απόστολο Θωμά. Σύμφωνα λοιπόν με τις πηγές αυτές που ανήκουν στο χώρο της απόκρυφης εκκλησιαστικής γραμματολογίας και φιλολογίας ο Απόστολος συνδέεται έμμεσα με την ίδρυση χριστιανικών εκκλησιών στην Αρμενία και τη Συρία. Ο Ευσέβιος στην εκκλησιαστική του Ιστορία διασώζει επιστολογραφία του Άβγαρου, διοικητή της Έδεσσας με τον Ιησού καθώς και με το Θαδδαίο. Όπως είναι φυσικό μιλάμε για νόθα μεταγενέστερα κείμενα συριακής προελεύσεως τα οποία μετέφρασε στα ελληνικά ο ίδιος. Κατά τις αναξιόπιστες αυτές πηγές ο Άβγαρος έμαθε για τα θαύματα του Χριστού και με επιστολή, του ζήτησε να πάει στην περιοχή για να τον θεραπεύσει. Ο Ιησούς του υποσχέθηκε πως μετά την Ανάληψή Του θα του στείλει τους Αποστόλους Του, με αποτέλεσμα ο Απόστολος Θωμάς να στείλει το Θαδδαίο ή Αδδαίο (κατά το κείμενο) θεραπεύοντάς τον.
Ένα ακόμα απόκρυφο κείμενο είναι οι «Πράξεις του Αγίου Αποστόλου Θαδδαίου ενός εκ των ιβ΄», που έχει έμμεσες αναφορές στον Απόστολο Θωμά και την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ιστορία περί του ιερού μανδηλίου. Το κείμενο αποτελεί μία επεξεργασμένη-βελτιωμένη έκδοση του προηγούμενου που εξετάστηκε. Ο Άβγαρος λοιπόν απέστειλε τον αγγελιοφόρο του Ανανία, διότι ήθελε να θεραπευτεί από μία ασθένεια όσο ήταν ακόμα εν ζωή ο Κύριος. Ο Ανανίας μάλιστα προσπάθησε να συλλάβει τη μορφή του Ιησού για να τη μεταφέρει στον διοικητή του, αλλά κάτι τέτοιο δεν το κατάφερνε. ΄Έτσι ο Ιησούς ζήτησε να του φέρουν νερό για να πλυθεί ώστε όταν σκουπίσει το πρόσωπό του να διαγραφεί η μορφή του. Ο Ανανίας τελικά μετέφερε το ιερό μανδήλιο με τη μορφή του Κυρίου, ενώ μετά την Ανάσταση ο Θαδδαίος μετά προτροπής του Θωμά, πήγε και βάπτισε πολλούς, θεραπεύοντας και το πρόβλημα του Άβγαρου.

Κυριακή του Θωμά

Ημερομηνία εορτής: 12/05/2013
Τύπος εορτής: Με βάση το Πάσχα.
Εορτάζει 7 ημέρες μετά το Άγιο Πάσχα.


Βιογραφία
Ο Απόστολος Θωμάς απουσίαζε όταν ο Χριστός, μετά την Ανάστασή Του, επισκέφθηκε τους Μαθητές Του στο υπερώον όπου ήταν συνηγμένοι. Όταν πληροφορήθηκε τα σχετικά με την επίσκεψη του Χριστού, ζήτησε να Τον δη και να ψηλαφίση τις πληγές του Σταυρού στα χέρια και την πλευρά Του. Ο Χριστός όταν επισκέφθηκε και πάλι τους Μαθητές Του μετά από οκτώ ημέρες, κάλεσε τον Απόστολο Θωμά να ψηλαφήση τα σημάδια των πληγών στο Σώμα Του. Τότε ο Απόστολος Θωμάς Τον ανεγνώρισε και Τον ομολόγησε Κύριο και Θεό του. Τον ανεγνώρισε από τις πληγές του Σταυρού, οι οποίες αποτελούν σημάδι της αγάπης Του, αλλά και της δυνάμεώς Του. Την ομολογία του Θωμά οι άγιοι Πατέρες την ονομάζουν σωτήριο. Και πραγματικά οδηγεί στην σωτηρία όλους εκείνους που την απευθύνουν στον Χριστό εκζητώντας ταπεινά το έλεός Του.

Το γεγονός ότι ο Απόστολος Θωμάς αρχικά απουσίαζε κατά την εμφάνιση του Χριστού στους Μαθητές Του, φαίνεται ότι ήταν οικονομία Θεού, για να γίνη πιστευτό το θαύμα της Αναστάσεως και να διαλυθή κάθε είδους αμφιβολία.

Ο Απόστολος Θωμάς, μετά την Πεντηκοστή, κήρυξε το Ευαγγέλιο στους Πάρθους, τους Πέρσες, τους Μήδους και τους Ινδούς και είχε μαρτυρικό τέλος.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος βαρὺς.
Ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος ἡ ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης ἡ πάντων ἀνάστασις, πνεῦμα εὐθὲς δι' αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

Ευαγγελιστής Ιωάννης

Εικόνα

Ο απόστολος Ιωάννης
Γέννηση 1ος αιώνας, Γαλιλαία
Κοίμηση περ. 104 μ.Χ., Έφεσος-Μικρά Ασία
Εορτασμός 8 Μαΐου
Σημαντικές ημερομηνίες 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος
Τίτλος Απόστολος

Ο Απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης ή Ιωάννης ο θεολόγος, ήταν ένας εκ των μαθητών και αποστόλων Του Ιησού Χριστού. Είναι ο συγγραφέας του τετάρτου και εκτενούς ευαγγελίου καθώς και ο συγγραφέας του βιβλίου της Αποκαλύψεως και τριών καθολικών επιστολών. Πήρε την ονομασία θεολόγος εξ αιτίας των υψηλών θεολογικών νοημάτων του ευαγγελίου που συνέγραψε και συγκεκριμένα της σημαντικής χριστολογίας που ανέπτυξε. Υπήρξε από τους πλέον αγαπημένους μαθητές του Κυρίου, ο οποίος διακρινόταν για την αγάπη του και για το οικουμενικό πνεύμα της διδασκαλίας του. Μετά την φυγή του από τα Ιεροσόλυμα κήρυξε κυρίως στη Μικρά Ασία και κοιμήθηκε εν ειρήνη σε μεγάλη ηλικία, πιθανώς στην πόλη της Εφέσου.

Βίος

Καινή Διαθήκη
Ο Ιωάννης ήταν γιος του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιακώβου, ο οποίος αποκεφαλίστηκε το 44 στα Ιεροσόλυμα από τον Ηρώδη Αγρίππα (Πράξεις 12, 2). Μητέρα του ήταν η Σαλώμη (Ματθαίος 27, 56. Μάρκος 15, 40) . Ο ίδιος ήταν ψαράς στο επάγγελμα και πιθανώς ανήκε σε εύπορη οικογένεια, αφού οικογενειακώς διέθεταν σκάφος αλιείας και μισθωτούς (Μάρκος 1, 20). Ήταν επίσης ακόλουθος του Ιωάννη του Βαπτιστή κάτι που δείχνει τη θρησκευτική φύση του και τις μεσσιανικές του ανησυχίες.
Μέσα από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης λαμβάνουμε, σε σχέση με τους περισσότερους Αποστόλους, σχετικά αρκετές πληροφορίες. Χαρακτηριστικό είναι πως ο Κύριος είχε αποκαλέσει τον ίδιο και το αδελφό του βοανεργές δηλαδή "Υιούς τους βροντής". Σύμφωνα με τον Κύριλλο Αλεξανδρείας και τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό αυτό ειπώθηκε για την υψηλή θεολογική σκέψη τους. Μερικά περιστατικά από το βίο των αδελφών επίσης δεικνύουν ότι ίσως ανήκαν στο κίνημα των ζηλωτών.
Πρέπει να τονιστεί πως ο Ιωάννης ήταν αρχικώς παρών μαζί με τον Ανδρέα, στην επαφή του Ιησού με τους μέλλοντες μαθητές Του, όπου μάλιστα τον επισκέφτηκαν και στο σπίτι που διέμενε συζητώντας για πολλή ώρα (Ιω. 1, 39-40). Ο Ιωάννης μετά την κλήση του από τον Κύριο χωρίς δισταγμό άφησε την αλιεία και τον ακολούθησε (Ματθαίος 4, 21-22. Μάρκος 1, 19-20. Λουκάς 5, 1-11), ενώ μαζί με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο αποτέλεσε το στενό κύκλο των μαθητών του Κυρίου. Ο Κύριος μάλιστα έδειχνε να τον εμπιστεύεται απερίφραστα, αφού σε αυτόν και τον Πέτρο έδωσε εντολή να ετοιμάσουν το Μυστικό Δείπνο (Λουκάς 22, 8), ενώ του εμπιστεύτηκε τη φροντίδα της Μητέρας Του (Ιω. 20, 4). Σημαντικό επίσης επεισόδιο που δείχνει τη μεγάλη οικειότητα και αγάπη που του είχε ο Κύριος είναι το περιστατικό του Μυστικού Δείπνου, όπου ο Πέτρος απευθύνθηκε σε αυτόν να μεσολαβήσει, ώστε να μάθουν ποιος θα τον προδώσει. Ύστερα από τη σύλληψη του Ιησού ο Ιωάννης τον ακολούθησε μέχρι το γνωστό αρχιερέα Καϊάφα, όπου μάλιστα μεσολάβησε να περάσει και ο Πέτρος (Ιω. 18, 16). Στις Πράξεις επίσης βλέπουμε πως οι Πέτρος και Ιωάννης συνεργάζονταν στο ιεραποστολικό έργο αρκετές φορές. Έτσι μαζί συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν ενώπιον του συνεδρίου διακηρύσσοντας την πίστη τους (Πράξεις 4, 1-23). Ο Παύλος τέλος ονομάζει τιμητικά τους Πέτρο, Ιάκωβο αδελφόθεο και Ιωάννη στύλους (Γαλάτας 2, 9).

Εξωγραφικές πηγές
Η αρχαία παράδοση της εκκλησίας γενικώς διασώζει πολλές πληροφορίες για τον Ιωάννη. Κατά τον Τερτυλλιανό, ο Απόστολος διώχτηκε στη Ρώμη. Οι διώκτες του μάλιστα τον έβαλαν σε ένα δοχείο με καυτό λάδι, από όπου βγήκε αβλαβής. Στο διωγμό του Δομετιανού εξορίστηκε στην Πάτμο και εκεί έγραψε την Αποκάλυψη. Μετά το θάνατο του Δομετιανού πήγε στην Έφεσο όπου έγραψε το ευαγγέλιο και έδρασε μέχρι το θάνατο του. Ο Ειρηναίος, προγενέστερος του Τερτυλλιανού, αναφέρει πως ο απόστολος ζούσε στη δυτική Μικρά Ασία μέχρι τα χρόνια του Τραϊανού (98-117), πως έγραψε το ευαγγέλιο στην Έφεσο και πως ο Πολύκαρπος Σμύρνης διετέλεσε μαθητής του και ο Παπίας ακροατής του. Κατά τον Ιερώνυμο, ο Ιωάννης έφτασε σε τόσο μεγάλη ηλικία ώστε να μη μπορεί να πηγαίνει μόνος του στο ναό και γι αυτό τον πήγαιναν οι μαθητές του, ενώ δεν είχε πια δύναμη ούτε να κηρύττει. Ο Ειρηναίος τέλος μας διασώζει ιστορία που δείχνει πόσο πολύ αποστρεφόταν τους αιρετικούς. Κατ αυτή την ιστορία όταν έμαθε κάποτε ότι ο αιρετικός γνωστικός Κήρινθος είχε μπει στα λουτρά, προέτρεψε τους μαθητές του να φύγουν αμέσως από εκεί για να μην πέσει η στέγη πάνω τους.
Ο Ιωάννης πέθανε στην Έφεσο το 7ο έτος της βασιλείας τους Τραϊανού, περίπου δηλαδή το 104, σε ηλικία πιθανώς πάνω από 100 ετών. Το γεγονός αυτό δημιούργησε ερωτήματα, όπως ότι τελικά δεν πέθανε αλλά ότι αναλήφθηκε, όπως οι Ηλίας και Ενώχ. Επίσης πρέπει να αναφερθεί, πως οπωσδήποτε δεν ευσταθεί η άποψη ότι μαρτύρησε.

Ευαγγελιστής Ματθαίος

Εικόνα

Απόστολος Ματθαίος

Γέννηση άγνωστο
Κοίμηση άγνωστο
Εορτασμός 16 Νοεμβρίου
Σημαντικές ημερομηνίες 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος
Τίτλος Απόστολος

Ο Απόστολος Ματθαίος ή Λευί, ήταν ένας εκ των δώδεκα μαθητών και αποστόλων του Ιησού Χριστού. Ο ίδιος αναφέρεται από όλους τους ευαγγελιστές στο μαθητικό κύκλο είτε ως 8ος στην κατάταξη (Μάρκος 3, 18. Λουκάς 6, 15), είτε ως 7ος (Ματθαίος 10, 3. Πράξεις 1, 13), ενώ επίσης αναφέρεται με δύο χαρακτηριστικά ονόματα, δηλαδή πέραν του Ματθαίος και με το Λευί. Οι πληροφορίες σχετικά με το βίο του είναι λιγοστές. Ο ίδιος κατατάσσεται ανάμεσα στους τέσσερις ευαγγελιστές, καθώς είναι συντάκτης του πρώτου συνοπτικού ευαγγελίου, του ονομαζόμενου Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, όπου τον κατατάσσει ανάμεσα στους γνωστότερους μαθητές του Κυρίου.

Ταυτότητα και ονομασία
Όπως αναφέρθηκε στον πρόλογο, ο απόστολος καλείται εξόν από Ματθαίος και Λευί. Η αναφορά στο όνομα Λευί γίνεται από τους Μάρκο ( 2,14) και Λουκά (5, 27), ενώ ο Λουκάς μας αναφέρει πως ήταν και υιός του Αλφαίου. Η αναφορά αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την αναφορά πως και ο Απόστολος Ιάκωβος είχε πατέρα ονομαζόμενο Αλφαίο, καθότι αν ήταν αδέρφια θα μνημονευόταν κατά το παράδειγμα των Ανδρέα-Πέτρου και Ιωάννη-Ιακώβου. Σε ότι αφορά κάποια πιθανή διαφοροποίησή του ως μαθητή του Κυρίου από έτερο μαθητή με το όνομα Λευί, δε χωρά αμφιβολία πως ομιλούμε για το ίδιο άτομο. Χαρακτηριστικές είναι περιγραφές των τριών ευαγγελιστών που προηγούνται της κλήσης του, περιγράφοντας ουσιαστικά τα ίδια γεγονότα.
Ο Ματθαίος κατά τη συνήθεια των μαθητών του Ιησού, αλλά και των Ιουδαίων είχε δύο ονόματα. Το πρώτο όνομα ήταν Λευίς, ενώ δε γνωρίζουμε πότε ο Ιησούς του έδωσε το όνομα Ματθαίος. Το Ματθαίος είναι σύντμηση του ονόματος Ματθανίας που σημαίνει δωρημένος από το Θεό, κάτι σαν το αντίστοιχο Θεόδωρος-Θεοδώρητος.
Ο βίος του μέσα από την Καινή Διαθήκη
Ο Ματθαίος μέσα από το δικό του ευαγγέλιο μας δίνει ελάχιστες πληροφορίες περί του βίου του. Η μόνη αναφορά μάλιστα που κάνει, είναι η κλήση του (Ματθαίος 9,9). Σύμφωνα με το ευαγγέλιο ο ίδιος καθόταν κοντά στην Καπερναούμ, στο βόρειο μέρος της λίμνης Γεννησαρέτ μόνος. Καθώς πέρασε ο Κύριος τον κάλεσε κοντά του και ο ίδιος δίχως δισταγμό τον ακολούθησε. Η Καπερναούμ λογικά ήταν η πατρίδα που ο ίδιος ασκούσε το επάγγελμα του τελώνη. Ο τελώνης ήταν κάτι αντίστοιχο του σημερινού φοροεισπράκτορα, μόνο που στην περίπτωσή του δε δούλευε για το Ρωμαϊκό κράτος, αλλά για τον διοικητή Ηρώδη ή για κάποιο επιχειρηματία που δρούσε για λογαριασμό του Ηρώδη. Ο Ματθαίος φαίνεται μέσα από το κείμενο πως μετά την κλήση του κάλεσε τον Ιησού και τους μαθητές του σε τραπέζι το οποίο παρακάθισαν και πολλοί τελώνες, κάτι που κίνησε την περιέργεια των Φαρισαίων.

Έτερες πηγές
Κατά την παράδοση ο Ματθαίος κήρυξε στην αρχή και για αρκετό καιρό στην Παλαιστίνη, και γι αυτό το λόγο έγραψε και αρχικώς το ευαγγέλιο του στα αραμαϊκά, άποψη που διασώζει και ο Παπίας Ιεραπόλεως και συμφωνούν οι Ειρηναίος, Ωριγένης και Επιφάνιος.
Μετά την φυγή του από την Παλαιστίνη σύμφωνα με τα απόκρυφα ευαγγέλια κήρυξε στην Αραβία, την Περσία, τη Συρία, τη Μηδία, τη Μακεδονία και κυρίως στην Αιθιοπία και την Παρθία όπου και πέθανε.

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Κυρ Οκτ 20, 2013 9:10 pm
από ΦΩΤΗΣ
Απόστολος Βαρθολομαίος

Εικόνα

Ο Απόστολος Βαρθολομαίος ή Ναθαναήλ
Γέννηση 1ος αιώνας, Κανά
Κοίμηση 1ος αιώνας
Εορτασμός Μνήμη 11 Ιουνίου.
Ανακομιδή λειψάνων 25 Αυγούστου.
Σημαντικές ημερομηνίες 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος
Τίτλος Απόστολος

Ο Απόστολος Βαρθολομαίος ή Ναθαναήλ αποτελεί ένα εκ των δώδεκα μαθητών και αποστόλων του Ιησού Χριστού. Αναφέρεται ως μαθητής και από τους τέσσερις ευαγγελιστές ως έκτος στον αποστολικό κύκλο (Ματθαίος 10, 3. Μάρκος 3, 18. Λουκάς 6, 14), ενώ στις Πράξεις ως έβδομος. Πλην της ονομασίας του ως Βαρθολομαίος αναφέρεται και ως Ναθαναήλ από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη (Ιω. 1, 45-51). Οι πληροφορίες για το βίο του αποστόλου είναι λιγοστές, ενώ κατά την παράδοση ήταν αυτός που μετέφερε το χριστιανισμό στις Ινδίες.


Ο βίος του

Καινή Διαθήκη
Οι πληροφορίες που λαμβάνουμε για τον Απόστολο Βαρθολομαίο από την Καινή Διαθήκη είναι λιγοστές. Εν αρχή όπως ήδη τονίστηκε ο μαθητής αυτός σε όλα τα ευαγγέλια καταλαμβάνει την έκτη θέση του μαθητικού κύκλου. Σύμφωνα με τον Ιωάννη (21, 2) ο Ναθαναήλ καταγόταν από την πόλη της Κανά της Γαλιλαίας. Χαρακτηριστικές όμως είναι οι περιγραφές του Ιωάννη (1, 45-51) για την κλήση του μαθητή αυτού.
Την επόμενη ημέρα από την κλήση του Αποστόλου Ανδρέα, του Ιωάννη, του Πέτρου και του Ιακώβου ο Ιησούς είχε αποφασίσει να μεταβεί στη Γαλιλαία. Πριν ξεκινήσει όμως βρήκε το Φίλιππο όπου και τον ακολούθησε. Ο Φίλιππος τώρα με τη σειρά του κάνει λόγο για τον Κύριο στον Ναθαναήλ, ο οποίος κατά το Φίλιππο ήταν αυτός που είχε προαναγγείλει ο Μωϋσής και οι προφήτες. Ο Ναθαναήλ ακούγοντας προσεκτικά τον Φίλιππο απόρησε αναρωτώμενος αν γίνεται από τη Ναζαρέτ, την πόλη καταγωγής του Ιησού, να προέλθει κάτι καλό. Ο Φίλιππος τότε κάλεσε το Ναθαναήλ να πλησιάσει τον Κύριο. Ο Ιησούς με ένα πολύ τιμητικό και κολακευτικό λόγο μόλις είδε τον Ναθαναήλ είπε "ἴδε ἀληθῶς ᾿Ισραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι"(Ιωάννη 1:47). Εν συνεχεία ακολουθεί σύντομος διάλογος μεταξύ Ιησού και Ναθαναήλ, που γίνεται αιτία να ενταχθεί στον κύκλο των μαθητών του. Την επόμενη ημέρα οι έξι πλέον μαθητές οδήγησαν τον Κύριο στο γάμο της Κανά. Η διήγηση του Ιωάννη δεν αφήνει αμφιβολία πως νυμφαγωγός στο γάμο της Κανά ήταν ο Φίλιππος.
Το όνομα Βαρθολομαίος σημαίνει γιος του Θολεμά ή Θολομί (Βαρ Τολμαΐ). Όπως διακρίνουμε από τα ευαγγέλια προφανώς στην περίπτωσή του είχε επικρατήσει το πατρωνυμικό του. Αλλά ο Ιωάννης προτίμησε το Ναθαναήλ το οποίο στα ελληνικά μεταφράζεται ως ο "Θεός δίνει".

Κατά τον Πάνταινο ο Βαρθολομαίος κήρυξε το ευαγγέλιο στις Ινδίες, ενώ κατά τις συριακές παραδόσεις όπως τις αναγιγνώσκουμε από απόκρυφες πηγές κήρυξε και στη Συρία, αλλά και την Αρμενία, όπου και μαρτύρησε στην πόλη Arevbanus περί το 68. Η μνήμη του εορτάζεται στις 11 Ιουνίου.

Απόστολος Σίμων

Εικόνα

Ο Απόστολος Σίμων ο Ζηλωτής (Κανανίτης)
Γέννηση άγνωστο
Κοίμηση άγνωστο
Εορτασμός 10 Μαΐου
Σημαντικές ημερομηνίες 49 μ.Χ. Αποστολική Σύνοδος
Τίτλος Απόστολος

Ο Απόστολος Σίμων, ο αποκαλούμενος και Ζηλωτής, υπήρξε μαθητής του Ιησού Χριστού και απόστολος. Η θέση του στο μαθητικό κύκλο αναφέρεται από όλους τους ευαγγελιστές, καθώς και στις Πράξεις των Αποστόλων (1, 13). Οι πληροφορίες που έχουμε για το βίο του είναι μηδαμινές και ουσιαστικά περιορίζονται σε έμμεσες προσπάθειες των ερευνητών με βάση τις μαρτυρίες της Καινής Διαθήκης.
Ο Σίμωνας, όπως προαναφέρθηκε, αποκαλείτο Ζηλωτής, αλλά και Κανανίτης και Καναναίος. Με βάση τη δεύτερη προσφώνηση έγιναν εικασίες ότι ο μαθητής αυτός προφανώς κατάγεται από την Κανά ή ακόμα και από τη Χαναάν. Και στις δύο περιπτώσεις όμως, που ακόμα και μέχρι σήμερα υπάρχουν ερευνητές που τις υποστηρίζουν, υπάρχει λάθος, παρότι στη λειτουργική άποψη της ορθόδοξης εκκλησίας επικράτησε να προβάλλεται αυτή η θέση (της καταγωγής εκ Κανά). Αφενός αν ο Σίμωνας προερχόταν από την Κανά θα λεγόταν Καναίος ή Κανίτης, αφετέρου το Κανανίτης δεν προέρχεται από κοινή ρίζα με το Χαναναίος. Η πραγματικότητα βρίσκεται στην ιδιότητα του Ζηλωτή. Η λέξη Καναναίος ή Κανανίτης παράγεται από τη βιβλική λέξη Kanana, που σημαίνει ζήλος, ζέση και έτσι εκεί βρίσκεται το πραγματικό αίτιο της προσφώνησης του Αποστόλου, ως Κανανίτης.
Ζήτημα ερεύνης, το οποίο όμως δεν έχει καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα, έχει γίνει και η ιδιότητα του ζηλωτή. Οι ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης δε έχουν έρθει σε κάποια συμφωνία, ενώ οι απόψεις που προκρίνονται για την ιδιότητά του αυτή είναι:
ότι ο Σίμων ανήκε -τουλάχιστον πριν εισέλθει στο μαθητικό κύκλο- στο κίνημα των ζηλωτών
ότι ο Σίμων αποκλήθηκε ζηλωτής ένεκα της θέρμης και του ζήλου που επιδείκνυε ως μαθητής
ότι ανήκε στους ευσεβείς Ιουδαίους που έδειχναν ιδιαίτερο ζήλο για το μωσαϊκό νόμο και φρόντιζαν με ιδιαίτερη ευλάβεια την τήρηση των λατρευτικών διατάξεων
Σε κάθε περίπτωση η έννοια του ζηλωτή δηλώνει τον ένθερμο ακόλουθο.
Ο μνήμη του Αποστόλου εορτάζεται στις 10 Μαΐου, ενώ κατά τη λειτουργική πράξη, λόγω της φαινομενικής καταγωγής του από την Κανά (που ανωτέρω αποδείχτηκε πως είναι λανθασμένη), συνδέεται με τον Απόστολο Ναθαναήλ, που όντως καταγόταν από την Κανά. Σύμφωνα επίσης με αστήρικτες υποθέσεις ταυτίζεται με το γαμπρό του γάμου της Κανά. Τέλος κατά την παράδοση ο Σίμωνας κήρυξε το ευαγγέλιο στην Περσία, την Αίγυπτο ακόμα και τη Μεγάλη Βρετανία, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι το που πραγματικά κήρυξε δεν μπορεί να προσδιοριστεί. Σύμφωνα με τις ίδιες παραδόσεις υπέστη σταυρικό θάνατο.

Άγιος Φίλιππος ο Απόστολος

Εικόνα

Ημερομηνία εορτής: 14/11/2013
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 14 Νοεμβρίου εκάστου έτους.


Ἀρθεὶς Φίλιππος ἐκ ποδῶν ἐπὶ ξύλου,
Τὰ τῶν ποδῶν σοι νίπτρα Σῶτερ ἐκτίνει.
Ἤρθης κἀκκεφαλῆς δεκάτῃ Φίλιππε τετάρτῃ.

Βιογραφία
Ο Άγιος Φίλιππος ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Κυρίου. Καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, απ' όπου και ο Ανδρέας με τον Πέτρο. Τον κάλεσε μαθητή Του ο ίδιος ο Κύριος, και κατόπιν ο Φίλιππος έφερε στον Κύριο το Ναθαναήλ. Παραθέτουμε ορισμένα χωρία της Καινής Διαθήκης, στα οποία ο άναγνώστης μπορεί να μάθει περισσότερα για το Φίλιππο, σχετικά με τη ζωή του κοντά στο Χριστό: Ματθ. ι' -3, Μάρκ. γ' -18, Λουκ. στ' -14, Ιωάν. α' 44-49, Ιωάν. ιβ' 20-23, Πράξ. α' 13. Αξίζει, όμως, να αναφέρουμε ένα διάλογο ( Ευαγγέλιο Ιωάννου, ιδ') που είχε ο Φίλιππος με τον Κύριο, όπου δίνει αφορμή στον Κύριο να φανερώσει ο ίδιος ότι είναι ομοούσιος με τον Πατέρα Θεό.

Είπε λοιπόν ο Φίλιππος: «Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν» (Κύριε, αποκάλυψε μας, δείξε μας τον Πατέρα, και αυτό μας αρκεί).

Και ο Κύριος μεταξύ άλλων του απάντησε: «Οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ᾿ ἑμαυτοῦ οὐ λαλῶ• ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα» (Δεν πιστεύεις, Φίλιππε, ότι εγώ είμαι αχώριστα συνδεδεμένος με τον Πατέρα, ώστε εγώ να είμαι και να μένω μέσα στον Πατέρα και ο Πατέρας να είναι και να μένει μέσα μου; Είμαι δε τόσο πολύ ενωμένος, ώστε αυτά πού σας διδάσκω δεν είναι από τον εαυτό μου. Άλλα ο Πατέρας μου πού μένει μέσα μου, αυτός ενεργεί τα υπερφυσικά έργα).

Η παράδοση αναφέρει ότι ο Φίλιππος κήρυξε το Ευαγγέλιο στους Πάρθους και πέθανε μαρτυρικά στην Ιεράπολη της Συρίας.

Το σεπτό σκήνωμα του αποστόλου για πολλά χρόνια στόλισε τον ιερό ναό που είχε κτισθεί στην Ιεράπολη προς τιμή του αγίου. Η δε αγία κάρα του τιμήθηκε από διάφορους αυτοκράτορες, όπως τον Θεοδόσιο, τον Ηράκλειο και άλλους με τις βασιλικές σφραγίδες τους. Μετά την άλωση της Βασιλίδος των πόλεων από τους Λατίνους κατά το 1204 μ.Χ. το σεπτό λείψανο μεταφέρθηκε στην Κύπρο και για πολλά χρόνια φυλασσόταν στο χωριό Άρσος (Αρσινόη της Πάφου) στον ιερό ναό που κτίστηκε εκεί προς τιμή του αποστόλου. Αργότερα ένα μέρος των λειψάνων για ευλογία διανεμήθηκε σε διάφορα μέρη. Η θήκη δε με την ιερή κάρα προ του 1788 μ.Χ. για μεγαλύτερη ασφάλεια μετακομίσθηκε στην Ιερά Μονή του Σταυρού στο Όμοδος και εκεί φυλάσσεται μέχρι σήμερα.


Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Φίλιππε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἔλλαμψιν, τοῦ Παρακλήτου, εἰσδεξάμενος, πυρὸς ἐν εἴδει, παγκοσμίως ὡς ἀστὴρ ἀνατέταλκας, καὶ τῆς ἀγνοίας τὸν ζόφον διέλυσας, τῇ θείᾳ αἴγλῃ Ἀπόστολε Φίλιππε. Ὅθεν πρέσβευε, Χριστῷ τῷ Θεῷ δεόμεθα, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ἐν τῷ Υἱῷ τῷ Πατρικῷ φωτὶ ἑώρακας Πατρὸς τὴν δόξαν ὡς τοῦ Πνεύματος κειμήλιον Καθὰ ᾔτησας Ἀπόστολε θεορρῆμον. Ἀλλ’ ὡς μύστης τῆς Χριστοῦ συγκαταβάσεως Πολύτροπον συμφορῶν ἡμᾶς ἀπάλλαξον Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις ἔνδοξε Φίλιππε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς .
Ὁ μαθητὴς καὶ φίλος σου, καὶ μιμητὴς τοῦ πάθους σου, τῇ οἰκουμένῃ Θεόν σε ἐκήρυξεν, ὁ θεηγόρος Φίλιππος. Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, ἐξ ἐχθρῶν παρανόμων, τὴν Ἐκκλησίαν σου, διὰ τῆς Θεοτόκου συντήρησον Πολυέλεε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν.
Ἐλατὴρ τῶν δαιμόνων ἀναδειχθείς, καὶ φωστὴρ τῶν ἐν σκότει ἀποφανθείς, ἔδειξας τὸν Ἥλιον, ἐκ Παρθένου ἐκλάμψαντα, καὶ ναοὺς εἰδώλων, συντρίψας ἀνήγειρας, ἐκκλησίας Μάκαρ, εἰς δόξαν Θεοῦ ἡμῶν• ὅθεν σε τιμῶμεν, καὶ τὴν θείαν σου μνήμην, λαμπρῶς ἑορτάζομεν, καὶ συμφώνως βοῶμέν σοι, Ἀπόστολε Φίλιππε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ῥεῖθρα λόγου παράσχου μοι Κύριε, ὁ ὑδάτων τὴν φύσιν δειμάμενος, τὴν καρδίαν μου στήριξον Δέσποτα, ὁ τὴν γῆν στερεώσας τῷ λόγῳ σου, καὶ φώτισον μου τὴν διάνοιαν, ὁ τὸ φῶς ὡς χιτῶνα ἀναβαλλόμενος, ἵνα λέγω καὶ ψάλλω τὰ πρέποντα, καὶ ἀξίως ὑμνήσω τὸν σὸν Μαθητὴν Πολυέλεε.

Μεγαλυνάριον
Φίλος καὶ Ἀπόστολος εὐκλεής, τοῦ καὶ μέχρι δούλου, κενωθέντος ἀναδειχθείς, Φίλιππε θεόπτα, ἐκήρυξας ἐν κόσμῳ, τὴν τούτου ὑπὲρ λόγον, ἄρρητον κένωσιν.

Άγιος Ιάκωβος του Αλφαίου, ο Απόστολος

Εικόνα

Ημερομηνία εορτής: 09/10/2013
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 9 Οκτωβρίου εκάστου έτους.


Τὸν σταυρὸν Ἰάκωβος αἴρων ἠδέως,
Ὡς ἔστι Σῶτερ ἄξιός σου δεικνύει.
Ἀμφ' ἐνάτην Ἰάκωβος ἑνὶ Σταυρῷ τετάνυστο.

Βιογραφία
Ο Άγιος Ιάκωβος του Αλφαίου ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Κυρίου, αδελφός του Ματθαίου του ευαγγελιστή και γιος του Αλφαίου. Ο Ιάκωβος, αφού αγωνίστηκε για την αλήθεια του Χριστού στην Ιερουσαλήμ, έπειτα πήγε και σε άλλες χώρες για να κηρύξει το Ευαγγέλιο. Εκεί, κατέστρεφε τους βωμούς των ειδώλων και με τη χάρη του Θεού γιάτρευε αρρώστιες και εξεδίωκε τα ακάθαρτα πνεύματα. Γι' αυτό και οι ειδωλολάτρες τον ονόμαζαν θείο σπέρμα. Ο ιδρώτας, οι μόχθοι και οι κίνδυνοι που υπέστη για τη διάδοση του Ευαγγελίου, ήταν πολλοί. Ο θάνατος πολλές φορές τον πλησίασε, αλλά στη σκέψη του Ιακώβου κυριαρχούσαν ενθαρρυντικά τα λόγια του Κυρίου, «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι» (Μάρκου, η' 34). Εκείνος που θέλει να με ακολουθεί σαν γνήσιος μαθητής μου, λέει ο Κύριος, ας απαρνηθεί το διεφθαρμένο από την αμαρτία εαυτό του, και ας πάρει την απόφαση να υποστεί για μένα όχι μόνο θλίψη και δοκιμασία, αλλά ακόμα και θάνατο σταυρικό. Και τότε ας με ακολουθεί, μιμούμενος το παράδειγμα μου. Έτσι και ο Ιάκωβος, μιμούμενος το Διδάσκαλο του, υπέστη σταυρικό θάνατο.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Ἰάκωβε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, γλωσσοπυρσεύτω πνοή, ὡς θεῖος ἀπόστολος, ὑποδεχθεῖς τὴ ψυχή, Ἰάκωβε ἔνδοξε, ἔλαμψας ἐν τῷ κόσμῳ, ὡς ἀστὴρ ἑωσφόρος, ἔλυσας τῶν εἰδώλων, τὴν πολύθεον νύκτα. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθείς.
Ὁ τῶν ἐθνῶν σαγηνευτὴς ὑπερθαύμαστος, καὶ Μαθητῶν ἀναδειχθεὶς τιμιώτατος, τῶν Ἀποστόλων σύσκηνος Ἰάκωβος, κόσμῳ τῶν ἰάσεων διανέμει τὸν πλοῦτον, λύει περιστάσεων, τοὺς αὐτὸν εὐφημοῦντας, διὸ συμφώνως κράζωμεν αὐτῷ: σῶζε τοὺς πάντας, εὐχαῖς σου Ἀπόστολε.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Ὡς ἑωσφόρον ἐκλάμποντα πᾶσαν κτίσιν, τὸν τοῦ Χριστοῦ αὐτόπτην τε καὶ θεηγόρον, ὕμνοις Ἰάκωβον εὐφημήσωμεν, γεραίροντες τὴν τούτου πανήγυριν σήμερον• πρεσβεύει γὰρ ἀεὶ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος πλ.δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τὴν σοφίαν τὴν ὄντως παιδαγωγόν, ἐσχηκὼς σε μυοῦσαν τὰ ὑπὲρ νοῦν, σοφίαν ἐμώρανας, τῶν Ἑλλήνων θεόπνευστε, καὶ ἐθνῶν ἐγένου, φωστὴρ καὶ διδάσκαλος, εὐσεβείας λόγοις, ῥυθμίζων τοὺς ἄφρονας• ὅθεν οἱ ῥυσθέντες, διὰ σοῦ τῆς ἀπάτης, ἀξίως ὑμνοῦμέν σε, καὶ πιστῶς μακαρίζομεν. Θεηγόρε Ἰάκωβε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Τὸν οὐρανόθεν τοῦ Λόγου μυηθέντα τὴν γνῶσιν, καὶ τρανῶς τοῖς ἐν γῇ τὸ Εὐαγγέλιον κηρύξαντα, Ἰάκωβον τὸν μέγαν προηρημένος, τοῦ Ἀλφαίου τὸν γόνον, ἀνευφημῆσαι, σὲ δυσωπῶ καταπέμψαι μοι χάριν, Χριστὲ Ἰησοῦ, ὁ πλήσας Πνεύματος θείου τὸν σοφὸν Μαθητήν σου, καὶ κήρυκα τοῦτον πᾶσι τοῖς πέρασι δωρησάμενος, καὶ πρέσβυν πρὸς σὲ εὐπρόσδεκτον• πρεσβεύει γὰρ ἀεὶ ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Άγιος Ιάκωβος ο Απόστολος αδελφός Ιωάννου του Θεολόγου

Εικόνα

Ημερομηνία εορτής: 30/04/2013
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 30 Απριλίου εκάστου έτους.


Ὡς ἀμνὸς Ἰάκωβος ἀχθεὶς ἐσφάγη,
Τῆς εὐσεβείας μηρυκίζων τοὺς λόγους.
Κτεῖνε, μάχαιρα φόνου, Ἰάκωβον ἑνὶ τριακοστῇ.

Βιογραφία
Ο Απόστολος Ιάκωβος ήταν υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και πρεσβύτερος αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου. Καταγόταν κι αυτός από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ασχολούνταν με την αλιεία μαζί με τον Ιωάννη, έχοντας και οι δύο μαζί τους και τον πατέρα τους, καθώς και πολλούς εργάτες. Είχαν δικό τους πλοίο και συνεργάτης τους ήταν και ο Απόστολος Πέτρος. Παρ' όλα αυτά όταν άκουσαν το κήρυγμα του Ιησού «ἀφέντες τὸν πατέρα αὐτῶν Ζεβεδαῖον ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ τῶν μισθωτῶν ἀπῆλθον ὀπίσω αὐτοῦ» ( Μαρκ. 1, 20).

Ο Ιάκωβος μαζί με τον Ιωάννη επέδειξαν μεγάλο ζήλο ως Μαθητές του Κυρίου. Γι' αυτό και εκλήθησαν υιοί βροντής και έγιναν μάρτυρες πολλών μεγάλων γεγονότων, που δεν τα εβίωσαν οι άλλοι Απόστολοι. Έγιναν αποκλειστικοί μάρτυρες της Μεταμορφώσεως του Κυρίου. Είδαν την θαυμαστή ανάσταση της θυγατέρας του αρχισυνάγωγου Ιάρειου και είχαν την ευλογία να προσκληθούν από τον Ιησού κοντά Του κατά τις ώρες της προσευχής και της αγωνίας Του στο κήπο της Γεσθημανή. Η οικειότητα αυτή οδήγησε προφανώς τον Ιάκωβο με τον αδελφό του Ιωάννη να ζητήσουν μέσω της μητέρας τους από τον Κύριο πρωτοκαθεδρία στην εγκόσμια βασιλεία Του, παρανοώντας την αποστολή του Μεσσία. Οι δύο Μαθητές εζητούσαν από τον Χριστό δόξα με ανθρώπινα κριτήρια, έχοντας κατά νου ότι η Βασιλεία Του είναι αισθητή. Ο Χριστός όμως, διορθώνοντας την εσφαλμένη δοξασία τους, υποδεικνύει την πραγματική και αιώνια δόξα, η οποία διέρχεται μέσα από το «ποτήριον», που είναι τα Πάθη και ο Σταυρός. Γι' αυτό τους λέγει: «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. Δύνασθε πιεὶν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι;».

Μετά την Πεντηκοστή ο Απόστολος Ιάκωβος εκήρυξε το Ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης. Μεγάλο πλήθος ανθρώπων μεταστρεφόταν στη νέα πίστη και άλλαζε τρόπο ζωής χάρη στο έργο του Ιακώβου. Αυτό εθορύβησε ιδιαίτερα τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι, το έτος 44 μ.Χ. τον συνέλαβαν και τον αποκεφάλισαν, ως αμνό, με διαταγή του Ηρώδου του Αγρίππα.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος ἅγιος, βροντῆς ὑπάρχων, κατεβρόντησας, τὴ οἰκουμένη, τὴν τοῦ Σωτῆρος Ἰάκωβε κένωσιν, καὶ τὸ ποτήριον τούτου ἐξέπιες, μαρτυρικῶς ἐναθλήσας Ἀπόστολε, ὅθεν πάντοτε, ἐξαίτει τοὶς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ἀπόστολε ἅγιε Ἰάκωβε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Φωνῆς θεϊκῆς, ἀκούσας προσκαλούσης σε, ἀγάπην πατρός, παρεῖδες καὶ προσέδραμες, τῷ Χριστῷ Ἰάκωβε, μετά καί τοῦ συγγόνου σου ἔνδοξε, μεθ᾽ οὗ καὶ ἠξιώθης ἰδεῖν, Κυρίου τήν θείαν Μεταμόρφωσιν.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Χριστῷ μαθητευθείς, καὶ πιὼν τὸ ἐκείνου, ποτήριον σοφέ, ὥσπερ ἔφη σοι μάκαρ, μαχαίρᾳ Ἰάκωβε, ἀπεκτάνθης Ἀπόστολε• ὅθεν ἅπασα, ἡ Ἐκκλησία χορεύει, ἑορτάζουσα, τὴν παναγίαν σου μνήμην, ἐν ᾗ εὐφημοῦμέν σε.

Ὁ Οἶκος
Ὡς ἁλιεὺς λογικῶν ἰχθύων, τῷ δικτύῳ Τρισμάκαρ τῶν σεπτῶν εὐχῶν βυθοῦ πταισμάτων ἀνάγαγε τὴν ταπεινήν μου ψυχήν, τὴν πάλαι ὑφ' ἡδονῶν θηρευθεῖσαν τῶν τοῦ βίου ἵνα ἀκλινῶς διελθὼν τὸν ὑπόλοιπον χρόνον μου, ὑμνήσω τὸ ὄνομά σου, καὶ δοξάσω τὸν βίον τὸν ἄμεμπτον, ὃν ἐκτελέσας ἐπὶ τῆς γῆς, ἠξιώθης ἐπ' ὄρους θεάσασθαι, Κυρίου τὴν θείαν Μεταμόρφωσιν.

Μεγαλυνάριον
Ἡ τῶν ἀπορρήτων θεία βροντή, ὁ ἐν Θαβωρίῳ, ἐπακούσας φωνῆς Πατρός, καὶ βροντοφωνήσας, ἡμῖν τὴν σωτηρίαν, Ἰάκωβος ὁ μύστης, Χριστοῦ ὑμνείσθω μοι.

Άγιος Ματθίας ο Απόστολος

Εικόνα

Ημερομηνία εορτής: 09/08/2013
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 9 Αυγούστου εκάστου έτους.

Ἐξῆλθεν ἀρθείς, Ἰούδας ἐπὶ βρόχου,
Εἰσῆλθεν ἀρθείς, Ματθίας ἐπὶ ξύλου.
Ἤρθη ἀμφ' ἐνάτῃ ξύλῳ ἠύθεος Ματθίας.

Βιογραφία
Πώς ο Ματθίας κατατάχθηκε στο χορό των δώδεκα Αποστόλων, το γνωρίζουμε από τις Πράξεις των Αποστόλων.

Μετά την προδοσία και τον απαγχονισμό του Ιούδα και μετά την Ανάληψη του Κυρίου, οι έντεκα μαθητές με την Παναγία βρίσκονταν στο υπερώον. Τότε ο Πέτρος πρότεινε να εκλεγεί άλλος αντί του Ιούδα, από τους άνδρες που ακολουθούσαν υπηρετώντας το Χριστό. Η πρόταση έγινε δεκτή και τέθηκαν δύο υποψήφιοι: ο Ιωσήφ ο καλούμενος Βαρσαββάς και ο Ματθίας. Τότε έβαλαν κλήρο, και δίνοντας σε όλους εμάς παράδειγμα εναπόθεσης κάθε εκλογής μας στο Θεό, προσευχήθηκαν όλοι μαζί ως εξής: «Σὺ Κύριε, καρδιογνῶστα πάντων, ἀνάδειξαν ὃν ἐξελέξω ἐκ τούτων τῶν δυὸ ἕνα, λαβεῖν τὸν κλῆρον τῆς διακονίας ταύτης καὶ ἀποστολῆς» (Πράξεις των Αποστόλων, α' 23-26). Δηλαδή: Συ Κύριε, που γνωρίζεις τις καρδιές όλων, φανέρωσε καθαρά εκείνον που εξέλεξες, ένα από αυτούς τους δύο, για να επωμισθεί το αξίωμα της αποστολικής διακονίας. Στη συνέχεια ο κλήρος έπεσε στο Ματθία. Και έτσι προστέθηκε στους έντεκα Αποστόλους.

Από τη μετέπειτα ζωή του Ματθία, γνωρίζουμε ότι κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αιθιοπία, όπου και τελείωσε τη ζωή του μαρτυρικά.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε ἅγιε Ματθία, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω Πνεύματι, κεκληρωμένος, συνεπλήρωσας, τῶν Ἀποστόλων, τὴν δωδεκάριθμον φάλαγγα ἔνδοξε, μεθ' ὧν κηρύξας τοῦ Λόγου τὴν κένωσιν, ἐθαυμαστώθης Ματθία Ἀπόστολε. Ἀλλὰ πρέσβευε, δοθήναι τοὶς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον

Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
Φωταυγὴς ὡς ἥλιος, εἰς πάντα κόσμον, ἐξελθὼν ὁ φθόγγος σου, καταφωτίζει τῶν ἐθνῶν, τὴν Ἐκκλησίαν ἐν χάριτι, θαυματοφόρε, Ματθία Ἀπόστολε.

Άγιος Ιούδας ο Απόστολος

Εικόνα

Ημερομηνία εορτής: 19/06/2013
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 19 Ιουνίου εκάστου έτους.


Kλήσις τριπλή σοι και τριπλούν μάκαρ πάθος,
Άρσις δέσις τε και τρίτον τόξου τάσις.
Eννεακαιδεκάτη βελέεσσιν Iούδας θνήσκει.


Καὶ συγγενείᾳ καὶ χορῷ αὐχεῖν ἔχεις.
Χριστοῦ μαθητῶν ὦ Ἰούδα, καὶ πάθει.
Ἐννεακαιδεκάτῃ βελέεσσιν Ἰούδας θνῄσκει.


Βιογραφία
Ο Ιούδας, κατά την παράδοση, κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μεσοποταμία, επισκέφθηκε την Έδεσσα και στην πόλη Αραράτ συνελήφθη από τους άπιστους, οι οποίοι τον εκτέλεσαν δια τοξευμού. Επίσης, ο Σ. Ευστρατιάδης, αναφέρει ότι στον Λαυριωτικό Κώδικα Ι 78 φ. 2156 φέρεται κατά την ημέρα αυτή και η μνήμη άλλου Αγίου Αποστόλου Ιούδα του Ζηλωτού, ο οποίος μετά την Ανάληψη του Χριστού περιήρχετο σ' όλες τις πόλεις και τα χωριά και δίδασκε το σωτήριο μήνυμα του Αναστάντος Χριστού. Και αφού έφερε πλήθος λαού σε μετάνοια απεβίωσε ειρηνικά. Ο δε Μιχαήλ Γαλανός στους «Βίους των Αγίων», αναφέρει για τον Απόστολο Ιούδα ότι ήταν ένας από τους δώδεκα Αποστόλους, γιος του Αλφαίου και αδελφός του Ιακώβου του μικρού, που ήταν και αυτός Απόστολος. Βέβαια, δεν έχει καμιά σχέση με τον Ιούδα τον Ισκαριώτη. Ο Απόστολος Ιούδας έφερε και την προσωνυμία Θαδδαίος ή Λεββαίος. Η ζωή του κοντά στο Χριστό ήταν παρόμοια με των άλλων Αποστόλων. Μετά την Πεντηκοστή, αφού εργάστηκε για λίγο στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων, κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μεσοποταμία ανάμεσα σε πολλούς κινδύνους. Αλλά ο Ιούδας, άξιος Απόστολος του Χριστού, γεμάτος αυταπάρνηση, μαρτύρησε τελικά στην Έδεσσα. Στην Καινή Διαθήκη, έχουμε και μια Καθολική Επιστολή του Ιούδα, που είναι σύντομη, αλλά γεμάτη μηνύματα αληθινής ζωής. Να τι συμβουλεύει στους χριστιανούς, που ζουν μέσα στο διεφθαρμένο από την αμαρτία κόσμο: «Υμείς δε, αγαπητοί, τη άγιωτάτη υμών πίστει έποικοδομούντες εαυτούς, εν Πνεύματι Αγίω, προσευχόμενοι, εαυτούς εν αγάπη Θεού τηρήσατε, προσδεχόμενοι το έλεος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, εις ζωήν αίώνιον» (Επιστολή. Ιούδα 20-21). Δηλαδή, σεις όμως. αγαπητοί, αντίθετα με το διεφθαρμένο κόσμο, να οικοδομείτε τους εαυτούς σας πάνω στο θεμέλιο της αγιωτάτης πίστης σας με την προσευχή, που θα κάνετε με την έμπνευση του αγίου Πνεύματος, φυλάξτε και διατηρείστε τους εαυτούς σας στην αγάπη του Θεού, περιμένοντας με εμπιστοσύνη το έλεος του Χριστού, για να πετύχουμε την αιώνια ζωή.



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε Ἰούδα, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Χριστοῦ σὲ συγγενῆ, ὢ Ἰούδα εἰδότες, καὶ μάρτυρα στερρόν, ἱερῶς εὐφημοῦμεν, τὴν πλάνην πατήσαντα, καὶ τὴν πίστιν τηρήσαντα, ὅθεν σήμερον, τὴν παναγίαν σου μνήμην, ἑορτάζοντες, ἁμαρτημάτων τὴν λύσιν, εὐχαίς σου λαμβάνομεν.

Κοντάκιον
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς.
Ἐκ ῥίζης εὐκλεοῦς, θεοδώρητον κλῆμα, ἀνέτειλας ἡμῖν, τοῦ Κυρίου αὐτόπτα, Ἀπόστολε θεάδελφε, τοῦ Χριστοῦ κήρυξ πάνσοφε, τρέφων ἅπαντα, κόσμον καρποῖς σου τῶν λόγων, τὴν ὀρθόδοξον, πίστιν Κυρίου διδάσκων, ὡς μύστης τῆς χάριτος.

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Δευ Οκτ 21, 2013 8:17 pm
από ΦΩΤΗΣ
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

Εικόνα

Εικόνα

Η τρίτη Κυριακή από της Αναστάσεως είναι αφιερωμένη στην τιμή και την ιερή μνήμη των Μυροφόρων γυναικών, του εξ' Αριμαθαιας Ιωσήφ, κρυφού μαθητή του Κυρίου και του ευσχήμονος βουλευτή Νικόδημου, του νυχτερινού μαθητή του Κυρίου, μαρτύρων της Αναστάσεως του Κυρίου. Τα πρόσωπα των Αγίων, που τιμάμε σήμερα αποκαλύπτουν την ουσία και τη δύναμη της πίστεως, τον οντολογικό δεσμό και την κοινωνία ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο.

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Τρί Οκτ 22, 2013 8:10 pm
από ΦΩΤΗΣ
ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΡΟΦΙΜΟΣ, ΣΑΒΒΑΤΙΟΣ ΚΑΙ ΔΟΡΥΜΕΔΟΝΤΟΣ

Εικόνα

Στις 19 Σεπτεμβρίου η Eκκλησία μας τιμά τη μνήμη των αγίων μαρτύρων Τροφίμου, Σαββατίου και Δορυμέδοντος, οι οποίοι έζησαν στην Αντιόχεια τον 3ον αιώνα. Και οι τρεις ομολόγησαν αυθόρμητα την πίστη τους στον Χριστό και είχαν μαρτυρικό τέλος. Ο Συναξαριστής αναφέρει με λεπτομέρειες το μαρτυρικό τους θάνατο.
Ο Τρόφιμος ομολόγησε τη πίστη του στο Χριστό και υπέμεινε φρικτά βασανιστήρια, όπου αφού τον χτύπησαν δυνατά, τον κρέμασαν από τις πληγές του.
Ο Σαββάτιος επίσης τον χτύπησαν με ένα σίδερο και του έβγαλαν τα κόκαλα από τη σάρκα.
Ο Δορυμέδων μετά την ομολογία του ότι πιστεύει στο Χριστό, τον κάρφωσαν με σιδερένια σουβλιά.
Ο Σαββάτιος παρέδωσε το πνεύμα του μετά τα βασανιστήρια, ενώ ο Τρόφιμος και ο Δορυμέδων τελικά αποκεφαλίστηκαν.

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Τετ Οκτ 23, 2013 10:33 am
από ΦΩΤΗΣ
ΟΙ ΟΣΙΟΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΑΔΕΛΦΕΣ ΑΓΑΠΗ, ΕΙΡΗΝΗ, ΧΙΟΝΙΑ της Θεσσαλονίκης
(16 Απριλίου)

Στη χορεία των αγίων ενδόξων μαρτύρων της Πρωτοχριστιανικής Εκκλησίας μας ανήκουν και οι τρεις κόρες – αδελφές Αγάπη, Ειρήνη και Χιονία. Έζησαν στη Θεσσαλονίκη και μαρτύρησαν στα χρόνια του σκληρού διώκτη Διοκλητιανού (304). Φαίνεται ότι ήταν ενεργά μέλη Αδελφότητας νέων χριστιανών. Αγαπούσαν πολύ τον Ιησού Χριστό και τη μελέτη των Αγίων Γραφών και χριστιανικών βιβλίων.

Όταν όμως ο Διοκλητιανός εξέδωσε διάταγμα τον Φεβρουάριο του 303, που απαγόρευε τη χρήση και κατοχή χριστιανικών βιβλίων και κειμένων, οι τρεις αυτές αδελφές έκρυψαν τα βιβλία. Και για να διαφυλάξουν την πίστη τους, κατέφυγαν σε «όρος υψηλό» κοντά στη Θεσσαλονίκη, πιθανώς στον Χορτιάτη. Στο καταφύγιό τους αυτό τις επισκέφθηκε και η αγία Αναστασία η Φαρμακολύτρια και τις ενίσχυσε με πνευματικές συμβουλές προαναγγέλλοντας τη δόξα του μαρτυρίου τους. Τους εξέδωσε μάλιστα και υπόσχεση ότι με τις προσευχές της θα τις συνοδεύει…

Είχε ολοκληρωθεί ένας χρόνος ασκήσεως, όταν κάποιος απεσταλμένος του αυτοκράτορα ανακάλυψε τις τρεις κόρες στο κρησφύγετό τους, ερημητήριο. Τις συνέλαβε και τις οδήγησε για ανάκριση μπροστά στο διοικητή της Μακεδονίας (στη Θεσσαλονίκη) Δουλκίτιο. Μαζί με την Αγάπη, την Ειρήνη και τη Χιονία δικαζόταν και ένας άλλος όμιλος τεσσάρων χριστιανών νέων – ανηλίκων – ο Αγάθων, η Κασία, η Φιλίππα και η Ευτυχία.

Ο αστυνόμος Κάσσανδρος οδήγησε όλους μαζί στον κύριό του με την κατηγορία ότι «δεν θέλουν να φάγουν από τα ειδωλόθυτα». Από τα πρακτικά της δίκης αυτής, που διασώθηκαν, θαυμάζουμε τη γενναιότητα και τη σταθερότητα των νέων αυτών. Αψηφώντας τον θάνατο για την αγάπη του Κυρίου έδωσαν απαντήσεις που κατέπληξαν το ακροατήριο του δικαστηρίου. Ο διοικητής Δουλκίτιος απευθυνόμενος προς όλους τους ρώτησε αγανακτισμένος: «Τι μανία σας έχει πιάσει, ώστε να μην υπακούτε στη διαταγή των θεοφιλεστάτων αυτοκρατόρων μας; Γιατί δεν τρώτε από τα ειδωλόθυτα;».

Πρώτος ο Αγάθων απάντησε λακωνικά: «Είμαι χριστιανός». Η Αγάπη συνέχισε άφοβα: «Έχω πιστέψει στον ζώντα Θεό και δεν θέλω να απολέσω την συνείδησή μου». Η Ειρήνη και η Χιονία έδωσαν και αυτές με τη σειρά τους τις γενναίες τους απαντήσεις:

— Δεν υπακούω στις διαταγές σου, αυτοκράτορα. Για τον φόβο (την αγάπη) του Θεού θα μείνω πιστή.

— Έχω πιστεύσει στον ζώντα Θεό και δεν πράττω τούτο.

Ο έπαρχος ματαιοπονούσε. Ποτέ του δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να νικηθεί από τόσο νέους σε ηλικία ανθρώπους. Ντροπιασμένος και οργισμένος είπε: «Για την Αγάπη και τη Χιονία, επειδή ασεβούν στο θείο θέσπισμα και ακολουθούν την ανάξια και σάπια και μισητή θρησκεία των χριστιανών, διατάζω να ριφθούν στην πυρά. Οι υπόλοιποι στο δεσμωτήριο.»

Η Αγάπη και η Χιονία, οι δύο μεγαλύτερες αδελφές, κέρδισαν πρώτες το ένδοξο στεφάνι της νίκης του μαρτυρίου… Την επόμενη μέρα ανακαλύφθηκαν στο σπίτι της Ειρήνης τα απαγορευμένα βιβλία, χειρόγραφα της Αγίας Γραφής και άλλα… Μια ολόκληρη βιβλιοθήκη χριστιανική.

Νέα ανάκριση. Νέα απολογία θαυμαστή της μικρής Ειρήνης.

— Ποιος σε συμβούλευσε να φυλάξεις αυτά τα δέρματα και τα κείμενα;

— Ο Θεός ο παντοκράτωρ, που ζήτησε να Τον αγαπούμε μέχρι θανάτου.

— Ποιος γνώριζε ότι αυτά βρίσκονταν στο σπίτι που κατοικούσες;

— Κανένας άλλος δεν βλέπει παρά μόνο ο Θεός ο παντοκράτωρ που γνωρίζει τα πάντα.

— Το περασμένο έτος που κρυφθήκατε;

— Όπου θέλησε ο Θεός, στα βουνά, στην ύπαιθρο.

— Σε ποιον πήγατε;

— Στην ύπαιθρο, από βουνό σε βουνό.

— Ποιοι σας έδιναν ψωμί;

— Ο Θεός που το δίνει σε όλους.

Μόνο μια καρδιά που αγαπά πολύ τον Θεό και ένας νους που είναι φωτισμένος από Πνεύμα Άγιο μπορεί να μιλήσει έτσι. Η Ειρήνη τα είχε και τα δύο. Ο αδαμάντινος χαρακτήρας της και η γενναιότητά της εξόργισε τον Δουλκίτιο, ο οποίος διέταξε και έκαψαν αμέσως τα άγια βιβλία και την ίδια την έκλεισαν με εντολή του σε τόπο ακολασίας. Στη δύσκολη αυτή ώρα ο Θεός ο Παντοκράτωρ ενίσχυσε με ειδική θεία χάρη την Ειρήνη και την προστάτευσε με την αόρατη παρουσία του. Η ακτινοβολία της σωφροσύνης που εξέπεμπε η αγία μορφή της παρέλυσε αμέσως τα πονηρά σχέδια των κακόβουλων ανθρώπων. Κανένας δεν τόλμησε να αγγίξει την αγνή αυτή κόρη. Οργισμένος από την είδηση αυτή ο διοικητής διέταξε να την ρίξουν ζωντανή στη φωτιά. Στον ίδιο τόπο όπου πριν από λίγες μέρες είχαν μαρτυρήσει οι αδελφές της Αγάπη και Χιονία, εκεί και η Ειρήνη, με δοξολογία προς τον άγιο Θεό και ειρηνικά, μέσα στις φλόγες, παρέδωσε την αγνή ψυχή της στον Νυμφίο Κύριό της… Ο σπόρος του Ευαγγελίου που είχε κηρύξει πριν από δύο αιώνες ο απόστολος Παύλος, είχε καρπίσει…

Τα υπολείμματα των ιερών Λειψάνων και των τριών αυτών αγίων παρθένων-μαρτύρων τα περισυνέλεξαν ευσεβείς πιστοί της Θεσσαλονίκης και τα έθαψαν δυτικά της πόλεως κοντά στα τείχη. Στο σημείο αυτό σύμφωνα με αρχαία μαρτυρία υψώθηκε ναός ρυθμού βασιλικής στη μνήμη αυτών των αγίων.

Σε μια εποχή που γκρεμίζονται οι ηθικές αξίες και οι περισσότεροι νέοι μας ζουν χωρίς ορθό προσανατολισμός και αγνά πρότυπα οι άγιες τρεις κόρες –αδελφές Αγάπη, Ειρήνη και Χιονία του 3ου μ.Χ. αιώνα από τη Θεσσαλονίκη, μας συγκινούν, μας ενθουσιάζουν και μας λένε: Η ζωή της αγνότητας και της σωφροσύνης με τη δύναμη του Χριστού είναι δυνατή! Σε κάθε εποχή! Και η ζωή αυτή, η χριστιανική, είναι η πιο όμορφη, η πιο χαρούμενη που αξίζει να ζει κανείς…

Ας χαρούν λοιπόν οι πιστές νέες της πατρίδας μας. Ας μη φοβούνται. Δεν είναι μόνες. Έχουν το Θεό μαζί τους. Δίπλα τους έχουν και έναν χορό νέων αγίων γυναικών μαρτύρων, που προσεύχονται γι’ αυτές, που τις αγαπούν πολύ και τις ενισχύουν…

Πηγή

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Οκτ 24, 2013 9:17 am
από ΦΩΤΗΣ
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ

Εικόνα

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

« ΕΑΡ ΧΕΛΙΔΩΝ ΟΥ ΚΑΘΙΣΤΗΣΙ ΜΙΑ ΑΙ ΤΡΕΙΣ ΑΗΔΟΝΕΣ ΔΕ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΕΑΡ ».
( Δηλαδή ένα χελιδόνι δεν φέρνει την άνοιξη, τα τρία, όμως, αηδόνια του Πνεύματος, δηλαδή οι τρεις Ιεράρχες φέρνουν το έαρ των ψυχών, την Άνοιξη στις ψυχές. )
Αυτός ο στίχος που διαβάζουμε στην Εκκλησιαστική ακολουθία δεν είναι απλά ένα σχήμα λόγου αλλά μια πραγματικότητα. Τρείς ήταν, ναι, μόνο τρεις αλλά ήταν, κολοσσοί των γραμμάτων, γίγαντες του Πνεύματος, Τιτάνες πραγματικοί. Γι’ αυτό και κατόρθωσαν να φέρουν την Άνοιξη στις ψυχές των ανθρώπων γύρω τους, στις κοινωνίες που έζησαν, στην εποχή τους. Άνοιξη που κληροδότησαν και στις μετέπειτα γενεές, άνοιξη που φέρνουν κάθε στιγμή με τη διαχρονικότητα του έργου τους.

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥΣ
Οι τρεις Ιεράρχες έζησαν τον τρίτο και τέταρτο αιώνα μ.Χ.. Και οι τρεις ήταν παιδιά πλουσίων οικογενειών ευγενικής καταγωγής. Σπούδασαν στα καλύτερα πανεπιστήμια της εποχής τους και κατέστησαν ξακουστοί σε όλη την Αυτοκρατορία για την εξαίρετη παιδεία τους. Για τον Βασίλειο λεγόταν ότι κατείχε όλες τις επιστήμες καλύτερα απ’ όσο κατείχαν άλλοι μόνο μία. Οι επιστημονικές παρατηρήσεις του εντυπωσιάζουν ακόμη και σήμερα. Πρόσφατα καθηγητής θετικών επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης είχε ανακοινώσει πως, όταν διάβασε μια μελέτη του Άινστάιν για την οποία μάλιστα ο διάσημος φυσικός είχε βραβευτεί, διαπίστωσε ότι τα ίδια πράγματα είχε πει πριν από αιώνες ο Μέγας Βασίλειος. Το κείμενο του Άϊνστάιν ήταν σαν μετάφραση του Μ. Βασιλείου. Τόση ομοιότητα υπήρχε.
Εκεί, όμως που οι τρεις Ιεράρχες, πραγματικά, διέπρεψαν ήταν στο πεδίο της Θεολογίας και των ανθρωπιστικών επιστημών. Οι λόγοι τους είναι πραγματικά μνημεία θεολογικής οξυδέρκειας. Καταξιώνουν το ανθρώπινο πρόσωπο συνδέοντάς το με τον Δημιουργό και δίνοντάς του αιώνια προοπτική. Ενώ η αφοσίωσή τους στον Θεό και τον συνάνθρωπο δεν ήταν μόνο θεωρητική αλλά έμπρακτη και ουσιαστική.
Μετά από περιπετειώδη βίο εκοιμήθησαν. Το έργο τους, όμως δεν ξεχάστηκε.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ
Τον 10-11ο αιώνα υπήρχε μια διαμάχη στην πνευματική ζωή της βασιλεύουσας. Οι λόγιοι αλλά και απλοί άνθρωποι στην Κωνσταντινούπολη είχαν χωριστεί σε τρεις κατηγορίες. Τους Βασιλίτες, τους Γρηγορίτες και τους Ιωαννίτες. Οι πρώτοι θεωρούσαν πως πιο σημαντικός ήταν ο Μ. Βασίλειος, οι δεύτεροι υπερτόνιζαν το έργο του Γρηγορίου και οι τρίτοι έδιναν τα σκήπτρα της προσφοράς στον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Τότε, οι τρεις Ιεράρχες παρουσιάστηκαν στον Άγιο Ιωάννη Ευχαΐτων και του είπαν πως θέλουν να παύσει αυτή η διαμάχη και να καθιερωθεί μια κοινή εορτή και για τους τρεις. Έτσι, αποφασίστηκε να εορτάζονται και οι τρεις Άγιοι μαζί στις 30 Ιανουαρίου. Με την αναγέννηση του Ελληνικού κράτους μετά την επανάσταση του 1821 καθιερώθηκε η εορτή των τριών Ιεραρχών ως επίσημη εορτή της παιδείας.

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ
Κάποιος μπορεί να πει. Οι τρεις Ιεράρχες έζησαν πριν 17 αιώνες. Γιατί είναι σήμερα τόσο σημαντικός ο εορτασμός τους; Ποιο είναι το μήνυμα που θα πρέπει να εισπράξουμε από τη σημερινή ημέρα; Και ποιά η κληρονομιά, η παρακαταθήκη που μας άφησαν;
Η προσφορά τους στην ανθρωπότητα υπήρξε πολύπλευρη. Εμείς απλά θα αναφερθούμε στα κυριότερα σημεία της.

1) Η σύζευξη της Ελληνικής παιδείας με τον Χριστιανισμό.
Ένα ζήτημα που και τότε πολλούς ταλάνιζε, και σήμερα ακόμη κάποιους απασχολεί, είναι η σχέση μεταξύ της Χριστιανικής Εκκλησίας και της Ελληνικής παιδείας και φιλοσοφίας. Όπως γνωρίζουμε, ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε, κυρίως, σε Ελληνικές περιοχές. Και, αναπόφευκτα, ήρθε σε σύγκρουση με την Εθνική θρησκεία και, ταυτόχρονα, σε διάλογο με την Ελληνική παιδεία. Το θέμα που, αυτόματα, προέκυψε, ήταν το ποια θα είναι η σχέση του Χριστιανισμού που εμφανίστηκε τότε με τον Ελληνισμό που ήδη προυπήρχε. Κάθε άνθρωπος ώφειλε να τοποθετηθεί πάνω σε αυτό το θέμα, που δημιουργούσε σε πολλούς σύγχυση καθώς ούτε μπορούσαν να αποκόψουν κάθε δεσμό με το παρελθόν και την Ιστορία τους αλλά ούτε και να αποδεχτούν αυτά στο σύνολό τους. Κάποιοι ακολούθησαν τον δρόμο της ακρότητας, και είτε απέρριψαν τον Χριστιανισμό από προσήλωση στο ιστορικό παρελθόν είτε απέκοψαν κάθε δεσμό με το παρελθόν και την Ιστορία τους ρίχνοντας τον λίθο του αναθέματος στην Ελληνική Παιδεία. Οι 3 Ιεράρχες τήρησαν την άριστη οδό της μεσότητας απορρίπτοντας και τα δύο άκρα. Κράτησαν ότι ωφέλιμο υπήρχε στην Ελληνική Παιδεία, απορρίπτοντας ότι ήταν επιβλαβές και επιζήμιο. Κράτησαν τα υψηλά πετάγματα και τις ωραίες ιδέες της Ελληνικής φιλοσοφίας, απορρίπτοντας τους γραώδεις μύθους της Ελληνικής μυθολογίας και ειδωλολατρείας. « Όπως η μέλισσα πετάει από άνθος σε άνθος και συλλέγει ότι καλύτερο υπάρχει, έτσι και ο Χριστιανός θα χρησιμοποιήσει ότι ωφέλιμο υπάρχει στην Ελληνική παιδεία » γράφει ο πολύς Βασίλειος στο έργο του « Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων ». Ενώ ο Γρηγόριος έγραφε: « Όσοι απορρίπτουν την Ελληνική παιδεία είναι σαν τον μονόφθαλμο, που επειδή αυτός βλέπει μόνο απ’ το ένα μάτι, θέλει και όλοι οι άλλοι να κάνουν το ίδιο ». Μύστες όντες οι ίδιοι της Ελληνικής παιδείας ενέταξαν στην Χριστιανική δογματική διδασκαλία όρους της Ελληνικής φιλοσοφίας, έτσι ώστε αυτή να φτάσει να αγγίξει τον ιστορικό της προορισμό. Να λειτουργήσει ως το όχημα της αλήθειας του Ευαγγελίου. Ένας σύγχρονος διανοητής έγραψε ότι η Ελληνική φιλοσοφία και ο Ελληνικός κόσμος γενικότερα ήταν το άρμα που ανέμενε τον αρματηλάτη του, δηλαδή τον Χριστιανισμό. Ε λοιπόν, οι τρεις Ιεράρχες είναι αυτοί που κατεύθυναν και οδήγησαν την Ελληνική παιδεία στον ιστορικό της προορισμό, στο φως του Ευαγγελίου. Η σύζευξη Ελληνισμού και Χριστιανισμού που σε πολιτικό επίπεδο πραγματοποιήθηκε από τον Μ. Κωνσταντίνο, σε ιδεολογικό επίπεδο συντελέστηκε, κυρίως, απ’ τους τρεις Ιεράρχες. Αυτοί έθεσαν τις βάσεις και τα θεμέλια αυτού που ονομάζουμε « Ελληνοχριστιανικό πολιτισμό », που είναι η μήτρα όλου του Δυτικού κόσμου, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα. Αν διαβάσει κάποιος Έρασμο, Τόμας Μουρ αλλά και Τ. Έλιοτ θα το διαπιστώσει μόνος του. Η πολιτιστική πραγματικότητα που βιώνουμε σήμερα είναι, ουσιαστικά, δημιούργημα αυτών των τριών ανδρών.

« Όπως η μέλισσα πετάει από άνθος σε άνθος και συλλέγει ότι καλύτερο υπάρχει έτσι και ο Χριστιανός θα χρησιμοποιήσει ότι ωφέλιμο υπάρχει στην Ελληνική παιδεία »
Μέγας Βασίλειος

2) Τα αθάνατα έργα τους.
Οι τρεις Ιεράρχες υπήρξαν καταπληκτικοί ρήτορες, κατά πολλούς εφάμιλλοι και κατά άλλους ανώτεροι των παλαιών Ελλήνων ρητόρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο σοφιστής Λιβάνιος, ο ικανότερος ρήτορας της εποχής του και δάσκαλος των Τριών Ιεραρχών, όταν ρωτήθηκε ποιόν θα άφηνε διάδοχο απάντησε: « Ιωάννην ει μη Χριστιανοί αυτόν εσύλησαν », δηλαδή « τον Ιωάννη αν δεν τον είχαν κερδήσει, αν δεν τον είχαν κλέψει οι Χριστιανοί » ενώ σε μια επιστολή του ομολογεί την ανωτερότητα του Μεγάλου Βασιλείου στο κάλλος της γλώσσας των επιστολών με τα εξής λόγια : « Νενίκημαι, έφην, μειδιών τε άμα και χαίρων. Και τίνα συ νενίκησαι νίκην; Και πώς ουκ αλγείς νενικημένος; Ήροντο οι παρακαθήμενοι μαθηταί. Εν κάλλει επιστολών, έφην, ήττημαι. Βασίλειος δε κεκράτηκεν. Φίλος δε ο ανήρ, και δια τούτο ευφραίνομαι ».
Ο Έρασμος, εμβριθέστατος μελετητής όχι μόνο της Εκκλησιαστικής αλλά και της θύραθεν Ελληνικής γραμματείας, αξιολογώντας διάφορους από τους σημαντικότερους ρήτορες της Ελληνικής γραμματείας, αναφέρει τις αρετές του καθενός επισημαίνοντας όμως ταυτόχρονα και τα ελαττώματά τους. Και καταλήγει να χαρακτηρίσει τον Μέγα Βασίλειο ως τον ανώτερο όλων, χωρίς κανένα ελάττωμα. Ενώ ο Μπέντζαμιν Ντισραέλι , ένας απ’ τους επιφανέστερους πολιτικούς του 19ου και 20ου αιώνος, και ικανότατος ρήτορας του Βρετανικού κοινοβουλίου ομολογούσε ότι όφειλε την ρητορική του δεινότητα στην μελέτη των συγγραμμάτων του Βασιλείου. Αγγλοεβραίος ο ίδιος διάβαζε Βασίλειο. Άραγε πόσοι Έλληνες κάνουν σήμερα αυτό που έκανε ο Ντισραέλι;
Ζούμε σε μια εποχή που η Αρχαία Ελληνική διδάσκεται στη Μέση εκπαίδευση σε χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία και σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου από την Ευρώπη μέχρι την Κίνα. Σε καιρούς όπου Αμερικανικά πανεπιστήμια ψηφιοποιούν τα έργα των Αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων σε προγράμματα για ηλεκτρονικούς υπολογιστές όπως το « tlg », εν οις και τα έργα των Τριών Ιεραρχών. Σε χρόνους, όπου ο Πρόεδρος της Μicrosoft δηλώνει πως οι υπολογιστές τρίτης γενιάς θα έχουν ως γλώσσα προγραμματισμού την Αρχαία Ελληνική. Σε μια ευρωπαϊκή κοινότητα όπου Ισπανοί ευρωβουλευτές ζητούν να γίνει η Αρχαία Ελληνική επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής ένωσης.
Ζώντας σε αυτήν την ιστορική συγκυρία έχουμε το μοναδικό προνόμιο να μιλάμε την γλώσσα με την οποία μεγαλούργησαν οι τιτάνες αυτοί του πνεύματος. Και έχουμε μόνοι εμείς από ολόκληρη την οικουμένη την δυνατότητα να ακούμε τα αθάνατα μνημεία του λόγου τους κάθε φορά που τελείται Θεία Λειτουργία στην Εκκλησία επενδεδυμένα με θαυμάσια στοιχεία δραματουργίας, μουσική άφθαστης αισθητικής αξίας, μια πραγματική πανδαισία τέχνης λόγου, μουσικής και δράματος λουσμένη στο Άκτιστο Φως της θείας χάριτος. Άραγε, αξιοποιούμε αυτή την καταπληκτική ευκαιρία που σε κάθε Θεία Λειτουργία μας δίνεται;
Αλλά και πόσο θα μπορούσαμε να ωφεληθούμε από τη μελέτη των έργων των τριών φωστήρων της Εκκλησίας μας! Όχι μόνο όσον αφορά στην ρητορική τέχνη, το συνδυασμό των λέξεων και τα συναφή. Αυτά είναι το λιγότερο. Αλλά κυρίως όσον αφορά στο πεδίο των ιδεών, των εννοιών, των νοημάτων. Άλλωστε, αυτός ήταν και ο κύριος στόχος του λόγου των τριών ανδρών. Ο Μ. Βασίλειος έγραφε: « Ου βούλομαι σεμνότητι λόγων καλλωπίζεσθαι αλλά σεμνούς ποιήσαι τους ακούοντας », δηλαδή « δεν θέλω να στολίσω τον εαυτό μου με όμορφους λόγους αλλά θέλω να κάνω όμορφους – ηθικά, εσωτερικά όμορφους – τους ακροατές μου. Δεν θέλω να γράφω όμορφους λόγους θέλω να διαπλάσω όμορφους χαρακτήρες, όμορφους ανθρώπους ». Στόχος τους δεν ήταν η ομορφιά του λόγου τους, αλλά η ομορφιά του ήθους των ακροατών τους. Και για ποιο θέμα δεν έχουν μιλήσει οι τρεις Ιεράρχες!! Για κάθε τι που συναντά ο άνθρωπος στην πορεία της ζωής του. Το επάγγελμα, τη φιλία, τον έρωτα, τον γάμο, τον θάνατο. Πόσες απαντήσεις θα μπορούσε να βρει ο σύγχρονος άνθρωπος στα έργα τους, απαντήσεις που θα τον λύτρωναν από το τέλμα της άγνοιας, στο οποίο έχει περιπέσει!

3) Ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας που βασίζεται στην δική τους κοινωνική προσφορά. Και οι τρεις Άνδρες ανέπτυξαν πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Βασιλειάδα, μια πόλη, ένα συγκρότημα από ορφανοτροφεία, γηροκομεία, πτωχοκομεία και άλλα ευαγή ιδρύματα που ίδρυσε ο Βασίλειος. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος γράφει για το δημιούργημα του φίλου του.
« Μικρόν από της πόλεως πρόελθε και θέασαι την καινήν πόλιν, το της ευσεβείας ταμείον, … ». « Βγές λίγο από την πόλη και θα δεις την καινούργια πόλη το ταμείο της ευσεβείας …. ». Και συνεχίζει αντιπαραβάλλοντας την Βασιλειάδα προς τα γνωστά θαύματα της αρχαιότητας και βρίσκοντάς την ανώτερη από αυτά. «Τι μοι προς τούτο το έργον επτάπυλοι Θήβαι και Αιγύπτιοι και τείχη βαβυλώνια και Μαυσώλου καρικός τάφος και πυραμίδες και κολοσσού χαλκός άμετρος ή ναών μεγέθη και κάλλη των μηκέτι όντων αλλά τε όσα θαυμάζουσιν άνθρωποι και ιστορίαις διδόασι… ». Μεταφέρω στην νεοελληνική : « Τι είναι λοιπόν μπροστά σε αυτό το έργο οι επτάπυλες Θήβες, και τα έργα των Αιγυπτίων και τα τείχη της Βαβυλώνας και ο τάφος του Μαυσωλού, το γνωστό Μαυσωλείο και οι πυραμίδες και ο χαλκός του Κολοσσού της Ρόδου που δεν μπορεί να μετρηθεί; Χάρη στην Βασιλειάδα δεν είναι δυνατό να δει κανείς πια ασθενή ή φτωχό να περιπλανάται στους δρόμους με θρήνους διωγμένος από όλους ». Και πράγματι. Όλα τα θαύματα της αρχαιότητας χτίστηκαν για να ικανοποιήσουν και να θρέψουν την εγωπάθεια, μεγαλομανία και υπερηφάνια μερικών τυράννων. Ενώ το θαύμα του Βασιλείου, η Βασιλειάδα χτίστηκε για να υπηρετήσει τον πλησίον, τον φτωχό και κατατρεγμένο αδελφό. Η Βασιλειάδα θεωρείται απ’ τους ιστορικούς το πρώτο οργανωμένο νοσοκομείο, η πρώτη συστηματικά οργανωμένη-δομημένη φιλανθρωπική προσπάθεια, η μήτρα του θεσμού της κοινωνικής πρόνοιας. Αν σήμερα η ανθρωπότητα απολαμβάνει των ευεργετημάτων των θεσμών της κοινωνικής πρόνοιας το οφείλει στο μέγιστο βαθμό στους τρεις Ιεράρχες, και δη στον κλεινό Βασίλειο.

4) Και τέλος μας προσφέρουν το υπέροχο παράδειγμα του βίου τους που θα πρέπει να είναι οδηγός στη ζωή μας. Ένας φωτεινός φάρος στο πέλαγος του βίου, ένας οδοδείκτης, μια πυξίδα στο ταξίδι της ζωής μας.
Και κατ’ αρχήν το υπέροχο παράδειγμα της αυτοθυσίας τους.
Οι τρείς Ιεράρχες είχαν τα πάντα. Υλικό πλούτο, χρήματα, οι οικογένειές τους θεωρούνταν από τους πλουσιότερες της εποχής τους. Είχαν επίσης τη φοβερή δύναμη της γνώσης, καθώς αναγνωρίζονταν από όλους ως οι πιο μορφωμένοι άνθρωποι της εποχής τους. Δόξα, ήταν γνωστοί σε ολόκληρη την τότε γνωστή οικουμένη για την επιστημονική τους κατάρτιση και τη ρητορική τους δεινότητα, είχαν κερδίσει τον γενικό θαυμασμό και εγκωμιάζονταν από όλους . Θα μπορούσαν να έχουν την πιο άνετη ζωή, την πιο εύκολη πορεία, την λαμπρότερη σταδιοδρομία. Και, όμως, τα θυσίασαν όλα για την αγάπη τους στο Θεό, που περνά μέσα από την αγάπη για τον συνάνθρωπο. Τί ανάλογο θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς; Αν δεν μπορούμε να αφιερώσουμε όλη μας τη ζωή, την περιουσία, το χρόνο και την προσπάθειά μας στον Θεό και τον συνάνθρωπο, ας αφιερώσουμε έστω κάτι λίγο, κάτι ελάχιστο από το περίσσευμα ή το υστέρημα του χρόνου μας, των αγαθών μας ή του κόπου μας για να προσευχηθούμε στο ΘΕΟ, για να βοηθήσουμε τον αδελφό μας που το έχει ανάγκη.
Μας κληρονόμησαν, επίσης, το αξιέπαινο παράδειγμα της παρρησίας τους, δηλαδή του θάρρους να εκφράζουν τη γνώμη τους, να ομολογούν και να κηρύττουν το σωστό και την αλήθεια, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Οι τρεις Ιεράρχες δεν φοβήθηκαν να πουν την αλήθεια, να υποστηρίξουν το δίκαιο, να ελέγξουν το άνομο και άθεο πολιτικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής τους, να τα βάλουν με τους ισχυρούς της γης. Οι συνέπειες, απλά, δεν τους ενδιέφεραν.
Μας κληροδότησαν, τέλος, το παράδειγμα της αγάπης τους για την γνώση και την επιστήμη αλλά και την καθυπόταξη αυτής της γνώσης στον ευγενή και ανώτερο σκοπό της διάδοσης του λόγου του Θεού, την χρησιμοποίηση και αξιοποίησή της για τη δόξα του Θεού, την διάδοση του Ευαγγελίου και την ανακούφιση του πονεμένου αδελφού.
Έτσι, οι τρεις Ιεράρχες δημιούργησαν μια ολόκληρη στρατιά μιμητών τους. Προ ημερών κοιμήθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κύριος Χριστόδουλος. Ιεράρχης με πλούσια κοινωνική προσφορά, με αγάπη για τον συνάνθρωπο αλλά και για αυτούς που τον μισούσαν, με τολμηρό λόγο και δύναμη ψυχής. Ποια ήταν τα πρότυπά του; Ποιά άλλα από τους τρεις Ιεράρχες των οποίων τον βίο μιμήθηκε; Στο διάβα των αιώνων πολλοί Χριστόδουλοι οιστρηλατήθηκαν από το φλογερό παράδειγμα των τριών Ιεραρχών. Πολλοί πήραν από το φως τους και φώτισαν την εποχή τους και τον τόπο τους. Πολλοί τους μιμήθηκαν. Και πολλοί θα τους μιμηθούν στο μέλλον.

ΔΙΚΑΙΟΙ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΙΩΝΑ ΖΩΣΙ. ΚΑΙ Η ΕΛΠΙΣ ΑΥΤΩΝ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ ΠΛΗΡΗΣ. ΚΑΙ ΟΛΙΓΑ ΠΑΙΔΕΥΘΕΝΤΕΣ ΜΕΓΑΛΑ ΕΥΕΡΓΕΤΗΘΗΣΟΝΤΑΙ.
ΕΑΡ ΧΕΛΙΔΩΝ ΟΥ ΚΑΘΙΣΤΗΣΙ ΜΙΑ.
ΑΙ ΤΡΕΙΣ ΑΗΔΟΝΕΣ ΔΕ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΕΑΡ.
Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας. Οι τρεις Ιεράρχες ας είναι βοηθοί όλων μας.
Β. Τ.

«Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών»

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσιεύτηκε: Παρ Οκτ 25, 2013 11:46 am
από ΦΩΤΗΣ
Οι φονευθέντες Αββάδες της Ιεράς Λαύρας Αγίου Σάββα

Εικόνα

Αγίου Στεφάνου του Μελωδού
Διήγηση για τους φονευθέντες Αββάδες
Στην Ιερά Λαύρα του Αγίου Σάββα.

Την εποχή αυτή πέθαναν στη Λαύρα του Αγίου Σάββα Πατέρες, με μαρτυρικό θάνατο, τον οποίο περιέγραψε σαν αυτόπτης μάρτυρας ο Άγιος Στέφανος ο Μελωδός, που υπήρξε Αγιοπολίτης και Σαββαΐτης ( + 807), με προτροπή του Ηγουμένου της Λαύρας Βασιλείου, ο οποίος απουσίαζε τον καιρό της επιδρομής των βαρβάρων. Και είναι αλήθεια ότι το έργο του δεν γράφει όνομα, αλλά στη βιογραφία του Αγίου Στεφάνου του Θαυματουργού ο συγγραφέας της Λεόντιος, μιλώντας για κάποιον ευσεβή άνθρωπο, συμμαθητή του αββά Θεοκτίστου, λέει ότι αυτός εντάχθηκε στο σύνολο των Πατέρων που θανατώθηκαν από τους βαρβάρους στην Μεγίστη Λαύρα, «των οποίων τη διήγηση συνέγραψε ο πανάρετος αββάς Στέφανος, το καύχημα της Λαύρας μας». Το έργο αυτό έχει την εξής επιγραφή: «Εξήγησις, ήτοι μαρτύριον των Αγίων Πατέρων, των αναιρεθέντων υπό των βαρβάρων, ήγουν Σαρακηνών, εν τη Μεγίστη Λαύρα του Αγίου πατρός ημών Σάββα». Ο Στέφανος έκανε πολλούς κανόνες για τους φονευθέντες στη Λαύρα την 20η Μαρτίου.
Ο Στέφανος έγινε αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων στη Λαύρα, «όντας ένας από τους μοναχούς στην ευαγή αυτή Λαύρα, αν και ανάξιος, και ένας από αυτούς που βρέθηκαν εκεί την ώρα της ολέθριας εφόδου και επιθέσεως των βαρβάρων». Η ληστρική αυτή έφοδος και επίθεση των Σαρακηνών κατά της Λαύρας, πρέπει να αποδοθεί στις τάσεις που είχαν αυτοί για λεηλασία, καθώς πίστευαν ότι στα κελλιά των πατέρων θα βρουν θαμμένους άπειρους θησαυρούς. Το 788, όταν ήταν Πατριάρχης ο Ηλίας και ηγούμενος ο Βασίλειος, έγινε μεγάλος εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των Σαρακηνών στην Παλαιστίνη. Και αφού διαιρέθηκαν σε δύο στρατόπεδα, διέπραξαν πολλές αναταραχές χρησιμοποιώντας αθέμιτα μέσα∙ πόσες αρπαγές, αιματοχυσίες και άδικους φόνους έκαναν, πόσα χωριά τα άφησαν ερείπια παραδίδοντάς τα στις φλόγες, αφού πρώτα λεηλάτησαν τους κατοίκους τους και τους έδιωξαν ή τους σκότωσαν, «δεν έχω τη δυνατότητα, ούτε είναι του παρόντος καιρού και του θέματος που ασχολούμαστε να τα διηγηθούμε κατά σειρά», λέει ο Στέφανος. Παντού τα τερατοειδή αυτά όντα επέφεραν φρικτή ερήμωση. Πολυάριθμες και πολυάνθρωπες πόλεις ερημώθηκαν. Την Ελευθερούπολη (πετ τζιπριν) την εκπόρθησαν και την κατάντησαν ακατοίκητη∙ αλλά και την Ασκαλώνα και τη Γάζα και την Σαριφαία και άλλες πόλεις τις εκπόρθησαν, τις κατέστρεψαν και τις άφησαν βοσκοτόπια. Και έστηναν ενέδρες και απογύμνωναν τους περαστικούς και τους τραυμάτιζαν∙ κι αυτοί το θεωρούσαν τύχη, γιατί διέφυγαν το θάνατο. Και ο καθένας φρόντιζε πώς να αρπάζει πράγματα που δεν του ανήκαν, και να συγκεντρώνει πλούτο από ξένα χρήματα και πράγματα. Και αν κάποιος από αυτούς τύχαινε να είναι θυμωμένος με κάποιον ή περισσότερο εναντίον των Χριστιανών, άρπαζε την ευκαιρία και προσπαθούσε με βίαιο τρόπο να τον σκοτώσει και να σφετεριστεί τα υπάρχοντά του.
Κι ενώ επικρατούσε αυτή η ακαταστασία, και σαν φλόγα που εξαπλώνεται παντού, πολλοί από αυτούς που κατοικούσαν στους αγρούς και τις κωμοπόλεις, εγκαταλείποντας τα υπάρχοντά τους και επιθυμώντας τη σωτηρία τους, κατέφευγαν στις πολυπληθείς πόλεις, σαν σε καταφύγιο. Και οι κάτοικοι των πόλεων και ιδίως της Αγίας Πόλης, παρατώντας τις δουλειές τους, έσκαβαν τάφρους γύρω από την πόλη και προσπαθούσαν να ανοικοδομήσουν τα τείχη και να σφραγίσουν τις πύλες, και νυχθημερόν τοποθετούσαν φύλακες και σκοπούς, καθώς τους διακατείχε μεγάλος φόβος για τις μαζικές και ξαφνικές ληστρικές εφόδους των επιτιθεμένων. Γιατί ήδη απειλούσαν ότι θα επιτεθούν και κατά της Ιερουσαλήμ, για να τη λεηλατήσουν. Και πραγματικά, προσπάθησαν να την καταλάβουν.
Αλλά οι υπερασπιστές της, αν και ήταν ολιγάριθμοι, κατόρθωσαν να αποκρούσουν τις επιθέσεις τους. Ο ηγούμενος της Λαύρας επέτρεψε σε όσους ήθελαν να φύγουν και να σωθούν στις πόλεις. Αλλά κανείς δεν έφυγε από το ασκητήριο αυτό, ούτε εγκατέλειψε τη Λαύρα. Όλοι με προσευχές και δεήσεις, νύχτα και μέρα παρακαλούσαν το Θεό να πράξει το συμφέρον και το ευάρεστο για τις ψυχές τους. Και παρότρυνε ο ένας τον άλλον λέγοντας: « Αν θελήσει ο Χριστός, τον οποίο νυμφευτήκαμε και για αυτόν κατοικούμε αυτήν την έρημο εγκαταλείποντας ο καθένας την πατρίδα του, να μας σώσει από παράνομα και βαρβαρικά χέρια, μπορεί να το κάνει, καθώς μπορεί εύκολα να κάνει τα πάντα. Αν όμως προστάζει να παραδοθούμε και να πεθάνουμε στα χέρια εκείνων, επειδή ολωσδιόλου γνωρίζει καλά ότι αυτό είναι το καλύτερο, μακάρι να μας παραχωρήσει και κάτι υψηλότερο. Ας δεχτούμε λοιπόν αυτά που παραχωρεί ο Θεός σαν τα πιο συμφέροντα και ας μη γυρίσουμε πίσω στους κοσμικούς θορύβους από φόβο για τους αμαρτωλούς βαρβάρους, δίνοντας έτσι υπόνοια δειλίας, πολύ αισχρό πάθος να το έχει κανείς. Γιατί ο δεσπότης και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός, μας πρόσταξε να μη φοβόμαστε αυτούς που θα μας θανατώσουν το σώμα, αλλά δε μπορούν να μας θανατώσουν την ψυχή.
Πόσο ωραίο είναι να βλέπεις ανθρώπους να αναχωρούν από τον κόσμο και να ακολουθούν τον Χριστό και να πορεύονται στην έρημο, και πόσο αισχρό και αποτρόπαιο και επονείδιστο από την άλλη, να βλέπεις αυτούς που αποξενώθηκαν κάποτε από τον κόσμο και έζησαν πολλά χρόνια στην έρημο, να επιστρέφουν πάλι πίσω στον κόσμο από φόβο ανθρώπινο...Δεν έχουμε πόλεις με τείχη και πύργους για να προστατευτούμε, αλλά έχουμε ακατάλυτο τείχος τον Χριστό... Δεν έχουμε αλυσιδωτό θώρακα και περικεφαλαία και δερμάτινη ασπίδα..., αλλά έχουμε την πανοπλία του πνεύματος, αγάπης και ελπίδας θώρακα και θυρεό πίστεως και σωτήρια περικεφαλαία... Δεν έχουμε στρατιωτική φάλαγγα να μας υπερασπίσει, αλλά «παρεμβαλεί άγγελος Κυρίου κύκλω των φοβουμένων αυτών και ρύσεται αυτούς». Για εμάς είτε ζήσουμε είτε πεθάνουμε, κέρδος μας είναι ο Χριστός∙ ούτε ήρθαμε να μείνουμε σε αυτή την έρημο επειδή αγαπούσαμε τη ζωή μας. Για χάρη Τίνος επιλέξαμε να κατοικούμε σε αυτή την ακατοίκητη γη; Δεν είναι ξεκάθαρο, ότι για τον Χριστό; Αν λοιπόν θανατωθούμε σε αυτή, θα θανατωθούμε για τον Χριστό, για τον οποίο δείξαμε σύνεση να κατοικήσουμε σε αυτή∙ τι είναι λοιπόν πιο ευχάριστο και πιο ευτυχές από το να πεθάνουμε για τον Χριστό, ο οποίος πέθανε για την αγάπη του προς εμάς».
Παίρνοντας θάρρος με τέτοια λόγια αποφάσισαν να παραμείνουν στη Λαύρα, καθώς αναλογίζονταν ιδιαίτερα ότι, αν έφευγαν, οι εχθροί θα την κατέστρεφαν, θα κατέκαιγαν την εκκλησία, θα κατεδάφιζαν τα κελλιά και θα καταντούσαν για πάντα ακατοίκητο τον τόπο εκείνο. Οι βάρβαροι συγκεντρώθηκαν στα μέρη γύρω από την παλιά Λαύρα του αββά Χαρίτωνα και σαν ακρίδες και θεόσταλτη οργή, αφού κατέστρεψαν τις γύρω κωμοπόλεις και λεηλάτησαν την ευαγή εκείνη Λαύρα, χωρίς να αφήσουν τίποτα στους εκεί πατέρες και έκαναν τα πάνδεινα εναντίον τους και πολλούς από αυτούς τους υπέβαλαν σε διάφορα βασανιστήρια, έμειναν σε αυτή για αρκετές ημέρες. Και απειλούσαν με οργή και ακόνιζαν τα δόντια τους, σαν αγριόχοιροι και βρυχώνταν σαν λιοντάρια κατά της Μεγίστης Λαύρας, επειδή εκτός από αυτήν, τίποτα δεν είχε μείνει απόρθητο στα περίχωρα, «ως ραξ εν αμπελώνι μετά τρυγητόν».
Και εχθροί της Λαύρας, που ήταν από παλιά γείτονές της και από παλιά διψούσαν να την καταλάβουν και καιροφυλακτούσαν για μια τέτοια ευκαιρία, παρότρυναν και ερέθιζαν τι πλήθος εναντίον της. Οι στρατιώτες που είχαν παραταγμένοι για τη φρούρηση της πόλης, βλέποντάς τους και νομίζοντας ότι θα επιτεθούν κατά της πόλης, τους προϋπάντησαν στα μέρη κοντά στη Βηθλεέμ και αφού έγινε συμπλοκή, σκότωσαν πολλούς από αυτούς και τους καταδίωξαν μέχρι την έρημο. Άλλη φορά τα πλήθη των βαρβάρων συμφώνησαν να επιτεθούν πολύ πρωί στη Λαύρα και να τη λεηλατήσουν.
Αλλά σε κάποια κωμόπολη βρήκαν αρκετές στάμνες γεμάτες κρασί κρυμμένες κάτω από φρύγανα και ήπιαν από αυτό με τόση απληστία και χωρίς μέτρο , ώστε χωρίς να ξεχωρίζει ο ένας τον άλλον συγκρούστηκαν και έτσι ματαιώθηκε ο σκοπός τους.
Κι ενώ αυτά συνέβαιναν για αρκετούς μήνες και οι δρόμοι για την Άγια Πόλη έκλεισαν, μέσα στη Λαύρα διακατέχονταν από φόβο, τρόμο, αγωνία και θλίψη. Τα τρόφιμα μεταφέρονταν, όπως και τώρα, από την Ιερουσαλήμ, και πολλές φορές τα άρπαζαν οι εχθροί. Ακόμα, έμεναν σε ψηλά μέρη, και έτσι καίγονταν από τον καύσωνα τη μέρα και πάγωναν από τον παγετό τη νύχτα και περίμεναν την αιφνιδιαστική ορμή και έφοδο των βαρβάρων∙ και τοποθέτησαν φύλακες σε ψηλό όρος, για να αναγγείλουν με σινιάλο την παρουσία τους. Και πολλές φορές φάνηκαν πλήθη βαρβάρων και οι εντός της Λαύρας το μάθαιναν και με καμπάνες και σήμαντρα προσκαλούσαν για να συγκεντρωθούν όσοι βρίσκονταν στα κελλιά. Οι Πατέρες βρίσκονταν σε μεγάλη αγωνία και φόβο.
Οι εχθροί της Λαύρας αφού πήραν μαζί τους και άλλους και έγιναν πάνω από εξήντα, αποφάσισαν να επιτεθούν εναντίον της. Οι εντός της Λαύρας έμαθαν για αυτή την επίθεση. Ήταν η 13η μηνός Μαρτίου κατά την ανατολή του ήλιου. Οι Πατέρες συγκεντρώθηκαν τρέχοντας στο συνηθισμένο λόφο. Αλλά μόλις τους είδαν να έρχονται από μακριά, τους κατέλαβε μεγάλος φόβος και διαλύθηκαν.
Οι βάρβαροι, αφού διαιρέθηκαν σε δύο τμήματα, συσκέπτονταν. Και ενώ πλησίαζαν αυτοί, κάποιοι πατέρες πήγαν να τους προϋπαντήσουν με την ελπίδα να τους τιθασεύσουν με τέτοια περίπου παρακλητικά λόγια: «Γιατί έχετε έρθει με τέτοιο τρόπο προς εμάς, σαν να είμαστε εχθροί και να έχουμε κάνει τις μεγαλύτερες αδικίες και τα χειρότερα πράγματα και σαν να σας προσβάλαμε πολύ και να σας κακοποιήσαμε; Εμείς, κύριοι, είμαστε ειρηνικοί απέναντι σε όλους∙ ούτε εσάς ούτε άλλους λυπήσαμε ή βλάψαμε ποτέ. Και τόσο πολύ μένουμε μακριά από έριδες και μάχες, επειδή εγκαταλείψαμε τις περιουσίες μας και όλο τον κόσμο και κατοικούμε σε αυτή την έρημο, όπως βλέπετε, για να μπορέσουμε απερίφραστα, αφού απομακρυνθήκαμε από κάθε θόρυβο της ζωής και ταραχή και διαφωνία και συναναστροφή, να κλαύσουμε τις αμαρτίες μας και να ευαρεστήσουμε τον Θεό.
Και όχι μόνο δε σας βλάψαμε καθόλου, αλλά και δεν παραλείπουμε να σας ευεργετούμε, όσο μπορούμε∙ γιατί συνεχώς, όσους από σας τυχαίνει να είναι περαστικοί από εδώ, τους παρέχουμε φιλοξενία και τροφή και ανάπαυση. Μη λοιπόν μας ανταμείψετε με πονηριές αντί για αγαθά, ενώ οφείλετε να μας συγχαίρετε με όση δύναμη έχετε για όσες ευεργεσίες σας προσφέραμε∙ αλλά και τώρα είμαστε πρόθυμοι να σας δεξιωθούμε με τρόφιμα από αυτά που έχουμε σε αφθονία και όπως συνήθως να σας προσφέρουμε ανάπαυση».
Αλλά αυτοί απάντησαν με ύβρεις και απειλές: «Δεν έχουμε έρθει εδώ για τρόφιμα, αλλά για χρήματα. Έχετε λοιπόν να διαλέξετε ένα από τα δύο, ή να μας δώσετε χρήματα, ή να πεθάνετε από τα βέλη μας».
Οι της Λαύρας απάντησαν: «Πιστέψτε, άνδρες, πιστέψτε ότι είμαστε ταπεινοί και φτωχοί και εντελώς άποροι και δεν έχουμε αφθονία ούτε σε ψωμί για να χορτάσουμε∙ αλλά δεν έχουμε ούτε περιουσία ούτε πολυτέλεια σε άμφια και ρούχα, κι αν πείτε πάλι για ποσότητα χρυσού, ούτε στο όνειρό μας δε τη φανταστήκαμε ποτέ∙ περνάμε τη ζωή μας εδώ με στενότητα και αυτάρκεια, έχοντας μόνο τα αναγκαία, και αυτά με ελλείψεις». Αλλά εκείνοι οργισμένοι άδειασαν τις φαρέτρες του κατά των Πατέρων και τραυμάτισαν περίπου τριάντα, άλλους σοβαρά, άλλους ελαφρά∙ και άρχισαν να γκρεμίζουν τις πόρτες των κελλιών και να αρπάζουν ό,τι έβρισκαν μέσα σε αυτά. Οι Πατέρες φρόντιζαν τους τραυματίες μεταφέροντάς τους σε κοντινό κελλί, «τους οποίους περιποιήθηκε ο άριστος γιατρός και ευλαβέστατος αββάς Θωμάς, ο οποίος μετά από αυτά χειροτονήθηκε ηγούμενος της Παλαιάς Λαύρας (πιθανόν το 796), και, στις αρχές του ενάτου αιώνα, οπότε και έγραφε ο Λεόντιος τη βιογραφία του Στεφάνου του Θαυματουργού, ήταν πατριάρχης Ιεροσολύμων. Προσπαθούσε λοιπόν να τους θεραπεύσει, δίχως να διστάζει να προσφύγει και σε χειρουργικές εγχειρήσεις. Οι βάρβαροι δεν αρκέστηκαν να λεηλατήσουν τα κελλιά αλλά επιχείρησαν να τα πυρπολήσουν. Οι Πατέρες θλίβονταν βαθύτατα, βλέποντας τα οικήματά τους να καίγονται και τους βαρβάρους να αποφασίζουν να εγκαταλείψουν την εκκλησία στις φλόγες. Σήκωναν λοιπόν τα μάτια στον ουρανό και ζητούσαν την εξ ύψους βοήθεια και επικαλούνταν τις πρεσβείες του Αγίου Σάββα.
Οι βάρβαροι, μόλις είδαν κάποιους να έρχονται και υποπτεύθηκαν ότι έρχονται για βοήθεια, αποχώρησαν παίρνοντας μαζί τους τα λάφυρα. Αλλά ακόμα και αν έφυγαν, μεγάλος φόβος τους διακατείχε όλους, διότι φοβούνταν την επιστροφή τους∙ και μέχρι τη δύση του ήλιου έμειναν αμετακίνητοι. Και την επόμενη συγκεντρώθηκαν και έκαναν λιτανείες και προσευχές, από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ∙ και αυτό το έκαναν συνέχεια όλη εκείνη την εβδομάδα. Και για παρηγοριά όλοι έμεναν σταθεροί στα ίδια, ευχόμενοι να ζήσουν ή να πεθάνουν όλοι μαζί. Και όταν πέρασε η βδομάδα, την εσπέρα του Σαββάτου, την ώρα που επιτελούσαν τη συνηθισμένη αγρυπνία της Κυριακής στην Εκκλησία, δύο μοναχοί «ευλαβείς και σταθεροί στο φρόνημα» έφτασαν τρέχοντας και λουσμένοι στον ιδρώτα. Αυτούς, οι Πατέρες της Παλαιάς Λαύρας, τηρώντας το νόμο της αγάπης και σπρωγμένοι από τη φλόγα της αδελφικής συμπάθειας, τους έστειλαν, για να αναγγείλουν ότι αυτοί που πριν έξι μέρες επιτέθηκαν εναντίον της Λαύρας, οι ασεβείς και βρωμερότατοι, αφού συγκέντρωσαν πολλούς άλλους ομοίους τους όλη τη βδομάδα, προτίθενται να επιτεθούν την επόμενη νύχτα κατά της Λαύρας για να την ερημώσουν και ότι ήδη κατευθύνονται σε αυτήν από τη δύση του ήλιου και ότι έφτασαν μέσα στο φόβο και την αγωνία μήπως τους συναντήσουν καθ' οδόν. Και οι μοναχοί της Λαύρας, μόλις άκουσαν την οδυνηρή είδηση, «σαν να δέχτηκε ο καθένας ρομφαία στην καρδιά, σαν να ζαλίστηκαν από την αμηχανία, σαν να τους ήρθε σκοτοδίνη από τη συμφορά, διαλύθηκε η δύναμη και η οργάνωσή τους». Και μέσα σε θόρυβο και ταραχή άφησαν μερικούς να ψάλλουν στην Εκκλησία και οι περισσότεροι συγκεντρώθηκαν στο συνηθισμένο ύψωμα και διανυκτέρευσαν εκεί ως το πρωί, παγωμένοι από το κρύο της νύχτας και ενώ εσωτερικά ο φόβος πάγωνε το αίμα, εξωτερικά το κρύο πάλι τους συνωθούσε και τους έφερνε κοντά τον έναν στον άλλον. Και δεν σταμάτησαν να παρακαλούν τον Ύψιστο, αν και δε βρίσκονταν στην Εκκλησία, και έριχναν το βλέμμα τους παντού και έτειναν το αυτί τους, μήπως ακούσουν και δουν τους εχθρούς να εμφανίζονται.
Ενώ λοιπόν βρίσκονταν σε τέτοια κατάσταση, φάνηκαν δύο άνθρωποι να βαδίζουν εσπευσμένα, και όταν πλησίασαν, ο ένας ήταν γέροντας μοναχός με ολόλευκα μαλλιά και γένια, και ο άλλος φύλακας και οδηγός. Κατάκοπος από το δρόμο και από τη θλίψη, μόλις που μπορούσε να μιλά και κρατώντας μια μικρή επιστολή στο χέρι του έλεγε ότι από αυτή θα μάθουν το λόγο της παρουσίας του. Άνοιξαν λοιπόν την επιστολή και τη διάβασαν κάτω από το φως της σελήνης και είδαν ότι προερχόταν από τους Πατέρες της Μονής του Αγίου Ευθυμίου. Και είχε το εξής περιεχόμενο: «Θέλουμε να ξέρετε, πατέρες, ότι γνωρίζουμε από ανθρώπους που το ξέρουν καλά, ότι συγκέντρωση πονηρών από τα βόρεια της Αγίας Πόλης συναθροίστηκε με κακό σκοπό και σκέφτεται τη νύχτα αυτή να σας επιτεθεί και να ταλαιπωρήσει και να ερημώσει τη Λαύρα∙ ασφαλίστε λοιπόν τους εαυτούς σας και να προσεύχεσθε για σας».
Μόλις πήραν στα χέρια τους την επιστολή αυτή οι Πατέρες, κατάλαβαν ότι υπήρχαν δύο συμμορίες, δηλαδή αυτή και εκείνη που ανήγγειλαν οι Παλαιολαυρίτες, οι οποίες ενωμένες επρόκειτο να επιχειρήσουν την έφοδο. Βρισκόμενοι λοιπόν σε αυτή τη δεινή κατάσταση και χωρίς να ελπίζουν σε καμία επίγεια βοήθεια, παρακαλούσαν ασταμάτητα τον Θεό. Ο Στέφανος λέει, «Όμως, αλίμονο, πώς να αντέξω χωρίς δάκρυα την ανάμνηση της φρικτής και ελεεινής εκείνης ώρας; Πώς θα μπορέσω να αναπαραστήσω με το λόγο όσα είδαν τα μάτια μας; Ακόμα κι αν είχα δέκα γλώσσες και άλλα τόσα στόματα (γιατί πραγματικά, τα λόγια για τα πράγματα είναι κατά πολύ κατώτερα και υποδεέστερα), αλλά ούτε ακόμα μπορούν να φανταστούν όσα δέχονται με την ακοή, όπως αυτά που βλέπουν με τα μάτια. Γιατί η εμπειρία και η αίσθηση και των δύο είναι πιο δύσκολη∙ λοιπόν, ούτε ξυλοκόποι που βρέθηκαν σε πυκνό δάσος, δεν το κατακόβουν τόσο ανελέητα, όπως αυτοί οι ωμοί, θηριώδεις και απάνθρωποι βάρβαροι, σαν σε μακελειό, έκοβαν με τα χτυπήματά τους τα σώματα των πατέρων ανελέητα και χωρίς οίκτο, με αποτέλεσμα όχι να τους εκφοβίσουν ή να προκαλέσουν μέτριο πόνο, αλλά ήδη να τους παραδώσουν σε πικρό θάνατο».
Οι βάρβαροι επιτέθηκαν με μανία. Άλλους τους χτυπούσαν στα νώτα με τα ξίφη, άλλους τους συνέτριβαν τα κεφάλια με μεγάλες και βαριές πέτρες, άλλους τις κνήμες, άλλους με ξύλα και πέτρες τους χτυπούσαν στα πρόσωπα, και δεν υπήρχε ούτε ένας που να μην έχει βαφτεί με αίμα. Και αφού «σαν σε σιδηρουργείο σφυροκόπησαν τους όσιους» αρκετά, τους οδηγούσαν όλους μαζί από παντού, με λιθοβολισμούς και άγριες φωνές, από ψηλά μέσα από το χείμαρρο στην Εκκλησία. Κάποιοι Πατέρες προσπαθούσαν να κρυφτούν σε σπηλιές και σε σχισμές βράχων, καθώς δε μπορούσαν να υπομείνουν τους βασανισμούς αυτούς. Λίγοι όμως τα κατάφεραν να μείνουν κρυμμένοι. Τον «Ηγουμενειάρχη», δηλαδή αυτόν που είχε διακονία να υποδέχεται τους ξένους που θα έμεναν στη Λαύρα, ο οποίος ονομάζονταν Ιωάννης «ευλαβής και επιεικής στο χαρακτήρα και νέος στην ηλικία», αφού τον αναγνώρισαν, του επιτέθηκαν με χιλιάδες χτυπήματα και λιθοβολισμούς και τον μαστίγωσαν, αφήνοντάς τον σχεδόν ημιθανή, και έπειτα, σέρνοντάς τον από τα πόδια μέσα από κακοτράχαλα, γεμάτα πέτρες μέρη, από πάνω, από την κορφή του όρους, τον κατέβασαν ως την Εκκλησία γδέρνοντας όλο το δέρμα της πλάτης και του πίσω μέρους του σώματός του και τον άφησαν ξέπνοο στην αυλή της Εκκλησίας. Αυτός, αφού βασανίστηκε πάλι με καπνό, πέθανε. Οι βάρβαροι, αφού τοποθέτησαν φρουρούς σε ψηλά σημεία, επανέφεραν στη Λαύρα με τη βία όσους προσπαθούσαν να διαφύγουν.
Κάποιος Σέργιος Δαμασκηνός, βλέποντας τους Πατέρες να τους συνωστίζουν στην Εκκλησία, επειδή γνώριζε, σαν μαθητής του ηγουμένου, τον τόπο, όπου βρίσκονταν άμφια ιερά κρυμμένα και πράγματα της Εκκλησίας, επειδή φοβήθηκε μήπως τον βασανίσουν και αναγκαστεί να αποκαλύψει το μέρος, σκέφτηκε να δραπετεύσει. Αυτόν οι παραταγμένοι φρουροί τον κατάλαβαν που έφυγε και απομακρύνθηκε κάπως από τη Λαύρα, και κατέβηκαν, τον συνέλαβαν και τρυπώντας τον με τα ξίφη, τον ανάγκαζαν να επιστρέψει στη Λαύρα. Και επειδή δεν ήθελε, ένας από τους βαρβάρους τον χτύπησε τρεις φορές με το μαχαίρι του στον τράχηλο και αφού τον έσπρωξαν στον χείμαρρο, έριξαν από πάνω του μεγάλες πέτρες, και έτσι συνέτριψαν όλο του το σώμα. Το λείψανό του, όταν αναχώρησαν οι βάρβαροι, το πήραν οι Πατέρες και το τοποθέτησαν σε όσιες θήκες μαζί με τους υπόλοιπους που φονεύθηκαν αυτή τη μέρα. Οι βάρβαροι έστειλαν κάποιους ανατολικά του χειμάρρου, από όπου φαίνονται καλά τα δυτικά μέρη, για να επιβλέπουν αυτούς που φεύγουν ή κρύβονται σε σπηλιές ή κάτω από βράχους και να το αναγγέλλουν με φωνή και χειρονομία. Κι έτσι κανείς δεν μπόρεσε να διαφύγει από το θανατηφόρο αυτό δίχτυ, καθώς όλοι παντού αναζητούνταν και καταμαρτυρούνταν.
Κάποιοι από τους αδελφούς κατέφυγαν σε μια πολύ στενή σπηλιά, όπου έλπιζαν ότι θα διαφύγουν τη μανία των διωκτών τους. Κάποιος όμως από τους φρουρούς προς τα ανατολικά, τους είδε να μπαίνουν σε αυτή και τους υπέδειξε δείχνοντας με το δάκτυλο και φωνάζοντας δυνατά. Ήρθε λοιπόν κάποιος από αυτούς με ξίφος και από την είσοδο της σπηλιάς πρόσταζε με κραυγές και απειλές να βγουν έξω. Αυτοί όμως, που ήταν πέντε στον αριθμό, βλέποντας ότι έγιναν αντιληπτοί και ότι θα παραδίνονταν σε πικρά βάσανα, διακατέχονταν από φόβο και τρόμο. Τότε ένας από αυτούς, που ονομάζονταν Πατρίκιος, γεμάτος από θείο ζήλο, αγάπη και φιλαδελφία, είπε στους υπόλοιπους αδελφούς: « Δείξτε θάρρος, αδελφοί μου αγαπητοί και ομόψυχοι ∙ εγώ αποδέχομαι σήμερα τον κίνδυνο για μας και τον θάνατο∙ εγώ για χάρη της δικιάς σας σωτηρίας πρόθυμα παραδίδω τον εαυτό μου στα χέρια των ανελέητων βαρβάρων∙ εσείς καθίστε εδώ σιωπηλά και χωρίς φωνές και θα μείνετε απλησίαστοι στο σπήλαιο». Όρμησε τότε θαρραλέα έξω από το σπήλαιο και είπε στον βάρβαρο ότι είναι έτοιμος να τον ακολουθήσει. Αλλά αυτός επέμενε να βγουν έξω και οι υπόλοιποι. Ο γενναίος στρατιώτης του Χριστού Πατρίκιος ισχυρίζονταν και έλεγε ότι ήταν ολομόναχος στο σπήλαιο και έτσι τους έσωσε. Αυτοί οι φονικοί και εκδικητικοί συγκέντρωσαν τους Πατέρες, κάποιους στην Εκκλησία, κάποιους στο ηγουμενείο, και αφού συνέλαβαν αυτούς που φαίνονταν να είναι ξεχωριστοί και πρώτοι ανάμεσα στους μοναχούς, τους είπαν: « Εξαγοράστε τους εαυτούς σας και την Εκκλησία σας για τέσσερις χιλιάδες νομίσματα, αλλιώς αμέσως διατάζουμε να σας αποκεφαλίσουν και βάζουμε φωτιά στο ναό σας».
Οι Πατέρες παρακαλούσαν λέγοντας: «Λυπηθείτε μας, για το Θεό, και μη χύνετε τα αίματά μας σήμερα∙ κι αυτή την ποσότητα χρυσού που λέτε, ούτε την έχουμε, ούτε την είχαμε ποτέ. Και αν θέλετε, κοιτάξτε στα ιμάτια που φοράμε και στα προσωπικά μας κελλιά θα σας οδηγήσουμε και όλα τα υπάρχοντά μας θα σας δείξουμε χωρίς να σας κρύψουμε τίποτα και πρόθυμα θα σας τα δώσουμε∙ σας παρακαλούμε μόνο να μας αφήσετε να ζήσουμε, έστω και γυμνούς».
Αλλά αυτοί αγρίευαν και αφού τους έβγαλαν από το ηγουμενείο, προσκαλούσαν τους Αιθίοπες που ήταν μαζί τους, να φέρουν τα ξίφη και να γδάρουν τους Πατέρες. Και κουνούσαν απειλητικά τα γυμνά τους ξίφη μουγκρίζοντας και τον Οικονόμο τον έστησαν στον τοίχο τεντώνοντας τα χέρια του σταυροειδώς και επρόκειτο να τον τοξεύσουν. Και απειλούσαν ότι όλους θα τους σκοτώσουν αν δε φέρουν αυτά που τους ζητούσαν και αν δε φανερώσουν τα κρυμμένα χρυσά και αργυρά σκεύη της Εκκλησίας και κειμήλια. Οι Πατέρες αγωνίζονταν να τους πείσουν ότι δεν έχουν ούτε χρυσό , ούτε θησαυρό. Τότε εκείνοι είπαν: « Φανερώστε μας τους εκλεκτούς και τους προύχοντες ανάμεσά σας, τους ταμίες και τους διοικητές και φύλακες της Λαύρας και των πραγμάτων της Εκκλησίας, ή αμέσως σας αφαιρούμε τη ζωή».
Και οι Πατέρες απάντησαν: «Σας είπαμε ήδη ότι δεν έχουμε τίποτα από αυτά που ζητάτε∙ και αν ψάχνετε τον ηγούμενό μας, μάθετε ότι δεν βρίσκεται εδώ∙ όλοι οι υπόλοιποι είμαστε ίσοι και ομότιμοι». Και πράγματι ο ηγούμενος ήταν απών για ανάγκες της Λαύρας.
Και ενώ τους εκφόβιζαν για πολλές ώρες, βλέποντας ότι δεν πετυχαίνουν τίποτα και ότι είναι έτοιμοι να φονευθούν, τους κατέβασαν στην Εκκλησία. Οι βάρβαροι απαιτούσαν να παρουσιαστεί σε αυτούς ο γιατρός αββάς Θωμάς, που διατελούσε ηγούμενος της Παλαιάς Λαύρας, όταν έγραφε ο Στέφανος, νομίζοντας ότι θα βρουν χρήματα πάνω του. Κι επειδή δεν τον γνώριζαν κατά πρόσωπο, απαιτούσαν να τους τον υποδείξουν. Αλλά οι Πατέρες, «ως αληθώς ευγενείς και θεοσεβείς και φιλάδελφοι», αν και τον είχαν ανάμεσά τους, δεν τον φανέρωσαν ούτε με υπόδειξη, ούτε με λόγια , ούτε με νεύμα. Οι βάρβαροι εξαγριώθηκαν περισσότερο από αυτό, και αν και ένιωσαν θαυμασμό και έκπληξη για την αγάπη, τη φιλάδελφη σχέση και την αντίσταση των Πατέρων, τους χτυπούσαν με ραβδιά και τους λόγχιζαν με μαχαίρια και βέλη, για να τους υποδείξουν αυτόν που ζητούσαν. Κι επειδή δεν κατόρθωσαν τίποτα, τους συγκέντρωσαν όλους στο βάθος του σπηλαίου και στο στόμιό του άναψαν φωτιά. Το σπήλαιο αυτό είναι η Θεόκτιστος Εκκλησία, την οποία ο Στέφανος περιγράφει ως εξής: «η Θεόκτιστος αυτή Εκκλησία είναι ευρύχωρο σπήλαιο, που από την πρόνοια βρέθηκε σε τέτοια θέση, που να μοιάζει με εκκλησία και για αυτό πήρε αυτή την ονομασία, καθώς έχει κόγχη προς την ανατολή. Και κατά το βόρειο μέρος υπάρχει μία κάθοδος με βαθουλωτό σχήμα, το οποίο το λάξευσαν οι πρώην Πατέρες και το έκαναν διακονικό, και πιο μέσα από το διακονικό κειμηλιαρχείο, δηλαδή σκευοφυλάκιο∙ και ακόμα πιο μέσα από αυτό, μια σχισμή βαθιά, σαν δρόμος σκοτεινός και στενός, που οδηγεί σπειροειδώς πάνω στο ηγουμενείο, μέσα από την οποία ο μακάριος πατέρας μας Σάββας κάποτε κατέβαινε στην Εκκλησία, υπάρχει όπως ακριβώς όταν ζούσε εκείνος. Και μετά από αυτά οι κατά καιρούς ηγούμενοι έφραξαν από πάνω αυτή τη δίοδο και έμεινε αυτή η σχισμή χωρίς έκβαση και διέξοδο και γεμάτη βαθύτατο σκοτάδι, ώστε και χωρίς καπνό να είναι βασανιστικό το κλείσιμο εκεί μέσα».
Αφού λοιπόν τους έριξαν μέσα σε αυτό το σπήλαιο, άναψαν φωτιά στο στόμιό του. Κι επειδή τα καλάμια ήταν υγρά, σχηματίζονταν πολύς πυκνός καπνός, ο οποίος περιελίσσονταν στο στενό αυτό χώρο, και μη βρίσκοντας διέξοδο παραπάνω βασάνιζε και έπνιγε τους Πατέρες προκαλώντας φοβερή δυσφορία. Και αφού τους άφησαν για αρκετή ώρα να πνίγονται, ύστερα φώναξαν: «Βγείτε έξω, μοναχοί, βγείτε έξω». Και αυτοί βγαίνοντας αναγκάζονταν να περάσουν μέσα από τις φλόγες∙ αλλά όλα τους φαίνονταν προτιμότερα από αυτή την ασφυκτική κατάσταση και τον πνιγμό. Και πολλών τα πόδια και οι τρίχες του κεφαλιού ,των γενιών, των φρυδιών και των βλεφάρων κάηκαν. Και αφού βγήκαν έξω, έπεφταν στο έδαφος και αχόρταγα ανέπνεαν τον καθαρό αέρα. Κι έπειτα πάλι οι δήμιοι τους εξέταζαν, πιστεύοντας ότι με τους βασανισμούς θα τα ομολογήσουν όλα με ευκολία∙ και τους έλεγαν: «Δείξτε μας τους πρώτους και τους ηγέτες, και τις κρύπτες της Εκκλησίας, ή θα σας σκοτώσουμε με χειρότερο τρόπο».
Αλλά αυτοί, σταθεροί και καρτερικοί στα δεινά και τους φοβερούς κινδύνους, περισσότερο είχαν στραμμένο το νου τους στις προσευχές, παρά σε εκείνους, και ένας έλεγε το «Κύριε, δέξαι την ψυχήν μου εν ειρήνη», άλλος το «Κύριε, εις χείρας σου παρατίθημι το πνεύμα μου», άλλος «Κύριε, μνήσθητί μου, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου», και άλλος προσκόμιζε άλλη ικεσία στο Θεό.
Και στους βαρβάρους έλεγαν, όπως και προηγουμένως: «Αν θέλετε τα ιμάτιά μας και τα πράγματα στα κελλιά μας, μπορείτε να τα πάρετε όλα με αφθονία και χωρίς εμπόδιο∙ αν πάλι επιθυμείτε να μας σκοτώσετε, κάντε το σύντομα∙ γιατί δεν θα ακούσετε τίποτα άλλο από μας».
Βλέποντας λοιπόν ότι δεν κατορθώνουν τίποτα, και ενώ εξεπλάγησαν από τη σχέση, τη στοργή, την καρτερία και τη φιλαδελφία μεταξύ τους, έβαλαν και πάλι τους Πατέρες μέσα στο σπήλαιο με σπρωξιές και χτυπήματα, αν και παρακαλούσαν να θανατωθούν καλύτερα έξω, παρά να δοκιμάσουν και πάλι τον πνιγηρό καπνό. Και έβαλαν πιο ζωηρή φωτιά και ο καπνός έβγαινε πυκνότερος και αφού τους άφησαν για πολλή ώρα και νόμισαν ότι πολλοί πέθαναν, τους πρόσταζαν να βγουν έξω. Και αυτοί, αφού πέρασαν πάλι, όπως και πριν, μέσα από τις φλόγες, μόλις βγήκαν έξω στον καθαρό αέρα ημιθανείς, ανέπνεαν με όλες τις δυνάμεις των πνευμόνων τους, και παρ' ολίγον όλοι να πέθαιναν. Αλλά αυτοί που βρέθηκαν στο βάθος του σπηλαίου, μη μπορώντας να υποφέρουν τη σφοδρότητα του καπνού, πέθαναν∙ και ήταν δεκαοκτώ στον αριθμό. Και αυτούς που ίσα - ίσα διασώθηκαν από τη φωτιά και τον καπνό, ενώ ήταν ακόμη λιπόθυμοι, τους βασάνιζαν, τους χτυπούσαν και τους ποδοπατούσαν.
Και βλέποντας ότι δεν κατορθώνουν τίποτα από αυτά που ήλπιζαν, διασκορπίστηκαν στα κελλιά και αφού συνέτριψαν τις πόρτες με μεγάλες πέτρες, όλα όσα βρήκαν εκεί, στο ηγουμενείο και στην εκκλησία, τα πήραν ως λάφυρα και αφού τα φόρτωσαν στις καμήλες της Λαύρας, έφυγαν. Και μετά από πολλές ώρες οι Πατέρες που αισθάνονταν κάπως καλύτερα σηκώθηκαν και άρχισαν να φροντίζουν τους βαριά τραυματισμένους. Και κατά τη δύση του ήλιου, αφού κόπασε ο καπνός, άναψαν κεριά και μπήκαν στο σπήλαιο. Αυτοί που βρισκόταν μέσα σε αυτό ήταν πεσμένοι με το πρόσωπο και τα ρουθούνια τους μέσα στο χώμα, ενώ άλλοι είχαν το πρόσωπο καλυμμένο με τα ρούχα τους, για να αποφύγουν λίγο τη σφοδρότητα του καπνού, και όλοι ήταν νεκροί πεσμένοι μπρούμυτα. Κι αφού τους έβγαλαν έξω με δάκρυα και θρήνους, τους τοποθέτησαν στην αυλή της Εκκλησίας μαζί με τον αββά Σέργιο, που καρατομήθηκε∙ και έτσι τα θύματα της βαρβαρικής επιδρομής των Αγαρηνών έφτασαν τα δεκαεννιά. Και με μεγάλο θρήνο και οδυρμό τέλεσαν το συνηθισμένο κανόνα κηδεύοντας όλους μαζί σε μία θήκη και θάβοντάς τους μέσα στα ίδια ματωμένα ιμάτια. Μετά από τη δεύτερη έξοδο των Πατέρων από το άντρο εκείνο των βασανιστηρίων, και ενώ έμειναν μέσα σε αυτό νεκροί οι μακάριοι μάρτυρες, είδε κάποιος αδελφός έναν από τους νεκρούς, που ονομάζονταν Κοσμάς, να στέκεται μόνος του μπροστά στο ιερό, με το κεφάλι του αλειμμένο λάδι και το πρόσωπό του χαρούμενο και κοκκινωπό, και απορούσε αναλογιζόμενος πρώτον τη φαιδρότητα και τη χαρά της όψης του, και δεύτερον πώς τον άφησαν αυτόν μόνο του ανενόχλητο, αγνοώντας ότι είναι ένας από τους νεκρούς.
Και όταν αναχώρησαν οι βάρβαροι, κάποιος γέροντας ησυχαστής, που πέρασε πολλά χρόνια στις ερήμους, ονομαζόμενος Σέργιος, πενθώντας και θρηνώντας για όλα αυτά τα θλιβερά συμβάντα, αφού άναψε μια λαμπάδα, μπήκε στη Θεόκτιστη Εκκλησία και θέλοντας να προχωρήσει ακόμα βαθύτερα και να δει ποιοι και πόσοι πέθαναν, είδε και αυτός τον αββά Κοσμά να βγαίνει από το άντρο με τέτοια λαμπρότητα. Και αφού έβαλαν μετάνοια ο ένας στον άλλον, όπως συνηθίζεται, ο Κοσμάς μπήκε στο ιερό λέγοντας: «Προσευχήσου για μένα». Ο Σέργιος μπήκε μέσα βιαστικά και εξέταζε και ψηλαφούσε τα πρόσωπα των νεκρών, ανάμεσα στους οποίους είδε και αυτόν τον αββά Κοσμά να κείτεται νεκρός χωρίς πνοή και έντρομος βγήκε έξω γρήγορα επιθυμώντας να τον προφτάσει. Όμως, ενώ τον αναζήτησε παντού, δεν μπόρεσε να τον βρει. Κατάλαβε λοιπόν ότι αυτό που είδε ήταν θεϊκή οπτασία, για να φανερωθεί η οσία τελείωση και η αθανασία και μακαριότητα που τους περίμενε. Οι περισσότεροι Πατέρες ήταν τραυματισμένοι, άλλοι στα χέρια, άλλοι στα πόδια ή σε κάποιο άλλο μέρος του σώματος∙ και οι περισσότεροι είχαν συντριμμένα τα κεφάλια τους.
Και σε αυτή την περίσταση αποδείχτηκε η ιατρική ικανότητα του αββά Θωμά, ο οποίος καθαρίζοντας τις πληγές και απογυμνώνοντας το κρανίο, με τρυπάνι, σμίλη και σφυρί αφαιρούσε τα σπασμένα και κομματιασμένα μικρά οστά, ώστε να φαίνεται και ο ίδιος ο υμένας που περιέχει τον εγκέφαλο και να αναβλύζει συχνά αίμα και πύον. Κάποιος γέροντας, «ακέραιος τω τρόπω», που τραυματίστηκε σοβαρά από ξίφος στο χέρι, και ενώ ο Θωμάς ήθελε να του κόψει το χέρι από τον ώμο με πριόνι, γιατί δεν υπήρχε ελπίδα θεραπείας, , βλέποντας τις οδύνες που υπέφεραν οι Πατέρες την ώρα που θεραπεύονταν, δεν τόλμησε να υποστεί την αποκοπή του χεριού. Και όταν αυτό σάπισε και έγινε σκωληκόβρωτο, μετά από λίγες μέρες, πέθανε και προστέθηκε στον αριθμό των αγίων μαρτύρων, και έτσι ο αριθμός των θυμάτων ανήλθε στους είκοσι.
«Αλλ' είπερ και αυτικ' Ολύμπιος ουκ ετέλεσεν, εκ τε και οψέ τελεί». «Η δίκη, η πάνθ' ορώσα» τους βρήκε. Ο Θεός τιμώρησε τους βαρβάρους που επιτέθηκαν κατά της Λαύρας και υπέβαλαν τους μοναχούς της σε φοβερό και ανήκουστο μαρτύριο, διότι, αφού έπεσε λοιμός, πέθαιναν από αρρώστια, λιμό και αξιολύπητο θάνατο, τόσο μαζικά και ο ένας μετά τον άλλον, ώστε δεν επαρκούσαν για να θάβουν τους νεκρούς και τους κάλυπταν πρόχειρα με λίγο χώμα ή τους έριχναν σε σπηλιές ή σχισμές, έτσι που τα σκυλιά τους ξέθαβαν και τους κατασπάραζαν. Και όλοι απορούσαν με τον αιφνίδιο αυτό όλεθρο και αφανισμό και τον απέδιδαν σε θεία τιμωρία, καθώς ήξεραν και τα λόγια του Προφητάνακτα: «Πώς έφτασαν στην ερήμωση; Ξάφνου χάθηκαν, καταστράφηκαν για την ανομία τους, όπως το όνειρο όταν ξυπνάμε».
Ο Στέφανος ο Μελωδός μνημονεύει και τον Χριστόφορο, του Νικηφόρου στρατιώτη και μάρτυρα του Χριστού, που έχει και το όνομά Του, ο οποίος πριν λίγα χρόνια πέρασε από την απιστία στην ευσεβή πίστη «από Περσική και άκαρπη αγριελιά, εμβολιάστηκε και έγινε καρποφόρα ελιά». Και αφού βαπτίστηκε και πήρε το μοναχικό σχήμα και καταγράφηκε στην ιερή ποίμνη του Χριστού, φονεύθηκε με ξίφος, αφού συκοφαντήθηκε από αρνησίθεο άνθρωπο στον πρωτοσύμβουλο των Σαρακηνών, τη 14η του Απριλίου, τρεις μέρες πριν από τη Σταύρωση του Κυρίου. Η δεύτερη αυτή καταστροφή έγινε την Τετάρτη της Μεγάλης Εβδομάδας, την 20η Μαρτίου, τη μέρα που γιορτάζει η Εκκλησία τη μνήμη αυτών.