Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Ανάλυση και συζητήσεις των βιβλίων της Καινής Διαθήκης

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 10α

Α Κορ. 10,1 Οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, ὅτι οἱ πατέρες ἡμῶν πάντες ὑπὸ τὴν νεφέλην ἦσαν, καὶ πάντες διὰ τῆς θαλάσσης διῆλθον,
Α Κορ. 10,1 Δεν θέλω δε, αδελφοί, να αγνοήτε, ότι οι πρόγονοι ημών των Ισραηλιτών όλοι ήσαν κάτω από την σκέπην της νεφέλης και όλοι επέρασαν ασφαλείς και υγιείς δια μέσου της θαλάσσης.
Α Κορ. 10,2 καὶ πάντες εἰς τὸν Μωϋσῆν ἐβαπτίσαντο ἐν τῇ νεφέλῃ καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ,
Α Κορ. 10,2 Και όλοι δια του Μωϋσέως και μαζή με τον Μωϋσήν επήραν σαν ένα ειδός βαπτίσματος εις την νεφέλην και εις την θάλασσαν (πράγμα το οποίον ετόνωσε τους δεσμούς μεταξύ των, ως ενός λαού του Θεού).
Α Κορ. 10,3 καὶ πάντες τὸ αὐτὸ βρῶμα πνευματικὸν ἔφαγον,
Α Κορ. 10,3 Και όλοι έφαγαν την αυτήν τροφήν, το μάννα, το οποίον το Πνεύμα του Θεού τους έδιδε.
Α Κορ. 10,4 καὶ πάντες τὸ αὐτὸ πόμα πνευματικὸν ἔπιον· ἔπινον γὰρ ἐκ πνευματικῆς ἀκολουθούσης πέτρας, ἡ δὲ πέτρα ἦν ὁ Χριστός.
Α Κορ. 10,4 Και όλοι έπιαν το αυτό ποτόν, το οποίον το Πνεύμα το Αγιον τους προσέφερε. Διότι έπιναν από υπερφυσικήν και αόρατον, από πνευματικήν πέτραν, που τους ακολουθούσε· αυτή δε η πέτρα ήτο ο Χριστός.
Α Κορ. 10,5 ἀλλ᾿ οὐκ ἐν τοῖς πλείοσιν αὐτῶν εὐδόκησεν ὁ Θεός· κατεστρώθησαν γὰρ ἐν τῇ ἐρήμῳ.
Α Κορ. 10,5 Αλλά, καίτοι όλοι επήραν τας δωρεάς αυτάς του Πνεύματος, ο Θεός δεν ευηρεστήθη και δεν έδωσε την ειδικήν ευμένειάν του στους περισοτέρους από αυτούς. Και τούτο, επειδή οι περισσότεροι παρέβησαν το θέλημά του, ετιμωρήθησαν από τον Θεόν, και έπεσαν κάτω νεκροί εις την έρημον γην.
Α Κορ. 10,6 Ταῦτα δὲ τύποι ἡμῶν ἐγενήθησαν, εἰς τὸ μὴ εἶναι ἡμᾶς ἐπιθυμητὰς κακῶν, καθὼς κἀκεῖνοι ἐπεθύμησαν.
Α Κορ. 10,6 Αυτά όλα έγιναν προφητικά σύμβολα και αλληγορίαι δι' ημάς και μας διδάσκουν να μη κυριευώμεθα από επιθυμίας κακών και αμαρτωλών πραγμάτων, όπως εκείνοι επεθύμησαν.
Α Κορ. 10,7 μηδὲ εἰδωλολάτραι γίνεσθε, καθώς τινες αὐτῶν, ὡς γέγραπται· ἐκάθισεν ὁ λαὸς φαγεῖν καὶ πιεῖν, καὶ ἀνέστησαν παίζειν.
Α Κορ. 10,7 Ούτε δε να γίνεσθε ειδωλολάτραι τρώγοντες με ευλάβειαν τα ειδωλόθυτα, όπως έγιναν μερικοί από εκείνους, καθώς έχει γραφή εις την Παλαιάν Διαθήκην· “εκάθισεν ο λαός να φάγη και να πίη και εσηκώθησαν έπειτα να παίξουν και να χορεύσουν προς τιμήν και λατρείαν του ειδώλου, του χρυσού μόσχου που είχαν στήσει”.
Α Κορ. 10,8 μηδὲ πορνεύωμεν, καθώς τινες αὐτῶν ἐπόρνευσαν καὶ ἔπεσον ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ εἰκοσιτρεῖς χιλιάδες.
Α Κορ. 10,8 Ακόμη δε ας μη παρασυρώμεθα ποτέ από την πορνείαν, όπως μερικοί από αυτούς επόρνευσαν και εις μίαν ημέραν έπεσαν κάτω νεκροί εικόσι τρεις χιλιάδες.
Α Κορ. 10,9 μηδὲ ἐκπειράζωμεν τὸν Χριστόν, καθὼς καί τινες αὐτῶν ἐπείρασαν καὶ ὑπὸ τῶν ὄφεων ἀπώλοντο.
Α Κορ. 10,9 Ούτε να ζητούμεν να δοκιμάσωμεν, εάν ο Χριστός θα μας φυλάξη από τους κινδύνους της αμαρτίας και της ειδωλολατρείας, όπως και μερικοί από εκείνους επείραξαν τότε τον Θεόν και δια την παράβασίν των αυτήν επέθαναν δαγκωμένοι από τα δηλητηριώδη φίδια.
Α Κορ. 10,10 μηδὲ γογγύζετε, καθὼς καί τινες αὐτῶν ἐγόγγυσαν καὶ ἀπώλοντο ὑπὸ τοῦ ὀλοθρευτοῦ.
Α Κορ. 10,10 Και μη γογγύζετε εις καιρόν θλίψεων εναντίων του Θεού, όπως και μερικοί από εκείνους εγόγγυσαν και εξωλοθρεύθησαν από τον εξολοθρευτήν άγγελον.
Α Κορ. 10,11 ταῦτα δὲ πάντα τύποι συνέβαινον ἐκείνοις, ἐγράφη δὲ πρὸς νουθεσίαν ἡμῶν, εἰς οὓς τὰ τέλη τῶν αἰώνων κατήντησεν.
Α Κορ. 10,11 Ολαι δε αυταί αι τιμωρίαι επεβλήθησαν εις εκείνους, διότι έτσι έπρεπε να γίνη. Αλλ' αυτά ήσαν και προφητικά σύμβολα· εγράφησαν και δια την νουθεσίαν και καθοδήγησιν ημών των σημερινών πιστών, στους οποίους κατέληξαν οι τελευταίοι χρόνοι της προχριστιανικής περιόδου και ήρχισεν η νέα εποχή της χάριτος του Χριστού.
Α Κορ. 10,12 Ὥστε ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ.
Α Κορ. 10,12 Ας τα έχωμεν, λοιπόν, υπ' όψιν αυτά ημείς οι σημερινοί Χριστιανοί, ώστε εκείνος που νομίζει, ότι στέκεται καλά εις την πίστιν, ας προσέχη μήπως πέση, όπως έπεσαν οι Εβραίοι τότε.
Α Κορ. 10,13 πειρασμὸς ὑμᾶς οὐκ εἴληφεν εἰ μὴ ἀνθρώπινος· πιστὸς δὲ ὁ Θεός, ὃς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε, ἀλλὰ ποιήσει σὺν τῷ πειρασμῷ καὶ τὴν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν.
Α Κορ. 10,13 Πειρασμός βέβαια μεγάλος έως τώρα δεν σας έχει καταλάβει, ειμή μόνον μικροπειρασμοί προσωρινοί, τους οποίους ημπορεί να υποστή και να υπερνικήση ο άνθρωπος. Εάν δε στο μέλλον παρουσιασθον μεγάλοι πειρασμοί, μη λησμονείτε, ότι είναι αξιόπιστος ο Θεός, ο οποίος δεν θα σας αφήση να πειρασθήτε παραπάνω από την δύναμιν σας, αλλά μαζή με τον πειρασμόν θα ανοίξη και διέξοδον, ώστε να βγήτε από τον περιρασμόν και θα σας δώση την δύναμιν να τον υπομείνετε.
Α Κορ. 10,14 Διόπερ, ἀγαπητοί μου, φεύγετε ἀπὸ τῆς εἰδωλολατρείας.
Α Κορ. 10,14 Δι' αυτό ακριβώς, αγαπητοί μου, φεύγετε μακρυά από την ειδωλαλατρείαν, από τας θυσίας, τα έθιμα και την ζωήν των ειδωλολατρών (χωρίς να φοβηθήτε τας παρεξηγήσεις και τους πειρασμούς εκ μέρους αυτών).
Α Κορ. 10,15 ὡς φρονίμοις λέγω· κρίνατε ὑμεῖς ὅ φημι.
Α Κορ. 10,15 Ομιλώ προς σας, ως προς ανθρώπους συνετούς και λογικούς, κρίνατε και σεις αυτό το οποίον θα σας πω·
Α Κορ. 10,16 τὸ ποτήριον τῆς εὐλογίας ὃ εὐλογοῦμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐστι; τὸν ἄρτον ὃν κλῶμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἐστιν;
Α Κορ. 10,16 Το ποτήριον, το οποίον ο ίδιος ο Κυριος ηυλόγησε κατά τον μυστικόν δείπνον, και το οποίον ημείς με προσευχήν, με ευχαριστίας και δεήσεις αγιάζομεν, σύμφωνα προς το θέλημά του, δεν είναι κοινωνία και συμμετοχή στο αίμα του Χριστού; Ο άρτος, τον οποίον στο μυστήριον της θείας Ευχαριστίας κόπτομεν εις τεμάχια και μοιραζόμεθα μεταξύ μας, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού;
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 10β

Α Κορ. 10,17 ὅτι εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν· οἱ γὰρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν.
Α Κορ. 10,17 Επειδή δε ένας είναι ο άρτος, από τον οποίον κοινωνούμεν, ένα πνευματικόν σώμα είμεθα οι πολλοί. Διότι όλοι από τον ένα άρτον, το σώμα του Κυρίου, μετέχομεν, και δι' αυτού ενωνόμεθα όλοι μεταξύ μας.
Α Κορ. 10,18 βλέπετε τὸν Ἰσραὴλ κατὰ σάρκα· οὐχὶ οἱ ἐσθίοντες τὰς θυσίας κοινωνοὶ τοῦ θυσιαστηρίου εἰσί;
Α Κορ. 10,18 Κυττάξατε τους Ισραηλίτας οι οποίοι είναι μόνον κατά σάρκα και όχι κατά πνεύμα απόγονοι των πατριαρχών· αυτοί οι οποίοι τρώγουν τας θυσίας που προσφέρονται στο ιερόν της Ιερουσαλήμ, δεν είναι κοινωνοί και συμμέτοχοι του θυσιαστηρίου; (Ετσι και όσοι τρώγουν με πίστιν τας θυσίας των ειδώλων γίνονται συμμέτοχοι και κοινωνοί των ειδώλων).
Α Κορ. 10,19 τί οὖν φημί; ὅτι εἴδωλόν τί ἐστιν; ἢ ὅτι εἰδωλόθυτόν τί ἐστιν;
Α Κορ. 10,19 Λοιπόν, τι λέγω; Οτι υπάρχει πράγματι στον κόσμον αυτόν είδωλον, που εικονίζει αληθινόν Θεόν; Η ότι το ειδωλόθυτον είναι κάτι που εγκλείει κάποιαν ιερότητα και δύναμιν; Οχι βέβαια.
Α Κορ. 10,20 ἀλλ᾿ ὅτι ἃ θύει τὰ ἔθνη, δαιμονίοις θύει καὶ οὐ Θεῷ· οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς κοινωνοὺς τῶν δαιμονίων γίνεσθαι.
Α Κορ. 10,20 Αλλά λέγω, ότι τα ζώα και αι άλλαι προσφοραί, που θυσιάζουν οι ειδωλολάτραι, “τα θυσιάζουν εις τα δαιμόνια, και όχι στον Θεόν”. Εγώ, λοιπόν, δεν θέλω να γίνεσθε σεις συμμέτοχοι και κοινωνοί των δαιμονίων.
Α Κορ. 10,21 οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου πίνειν καὶ ποτήριον δαιμονίων· οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν καὶ τραπέζης δαιμονίων.
Α Κορ. 10,21 Δεν ημπορείτε και δεν πρέπει να πίνετε το ποτήριον του Κυρίου, το ποτήριον της θείας Ευχαρηστίας, και κατόπιν να πίνετε από το ποτήριον του οίνου που προσφέρεται ως σπονδή και θυσία εις τα δαιμόνια. Δεν ημπορείτε να μετέχετε εις την τράπεζαν του Κυρίου και εις την τράπεζαν των δαιμονίων.
Α Κορ. 10,22 ἢ παραζηλοῦμεν τὸν Κύριον; μὴ ἰσχυρότεροι αὐτοῦ ἐσμεν;
Α Κορ. 10,22 Η παρακινούμεν εις ζηλοτυπίαν και παροργίζομεν τον Κυριον εναντίον μας; Και μήπως τάχα είμεθα ισχυρότεροι από αυτόν, δια να αντικρύσωμεν την δικαίαν οργήν του;
Α Κορ. 10,23 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει. πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ.
Α Κορ. 10,23 Ολα έχω το δικαίωμα να τα πράττω, αλλά δεν είναι συμφέρον και ωφέλιμον δι' εμέ να τα πράττω όλα. Ολα έχω το δικαίωμα να τα κάνω, αλλά δεν οικοδομούν όλα στο έργον της σωτηρίας.
Α Κορ. 10,24 μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος.
Α Κορ. 10,24 Κανείς δε, παρασυρόμενος από την φιλαυτίαν του, να μη επιζηήή ο,τι του αρέσει η ο,τι τον εξυπηρετε, αλλ' ας επιδιώκη και ας ενδιαφέρεται ο καθένας και δια το καλόν του άλλου.
Α Κορ. 10,25 Πᾶν τὸ ἐν μακέλλῳ πωλούμενον ἐσθίετε μηδὲν ἀνακρίνοντες διὰ τὴν συνείδησιν·
Α Κορ. 10,25 Ετσι κάθε κρέας που πωλείται στο κρεοπωλείον, χωρίς να εξετάζετε από που προέρχεται, ας το τρώγετε, δια να μη δίδετε και αφορμήν ταραχής εις την συνείδησίν σας.
Α Κορ. 10,26 τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς.
Α Κορ. 10,26 Ας σκέπτεσθε δε, ότι όχι μόνον τα κρέατα, αλλ' “όλη η γη και τα εν αυτή ανήκουν στον Κυριον”.
Α Κορ. 10,27 εἰ δέ τις καλεῖ ὑμᾶς τῶν ἀπίστων καὶ θέλετε πορεύεσθαι, πᾶν τὸ παρατιθέμενον ὑμῖν ἐσθίετε μηδὲν ἀνακρίνοντες διὰ τὴν συνείδησιν.
Α Κορ. 10,27 Εάν δε σας προσκαλή εις φάγητον κάποιος από τους απίστους και θέλετε να πάτε, τρώγετε κάθε τι που παρατίθεται εις την τράπεζαν, χωρίς να εξετάζεται από που προέρχεται, δια να μη δώσετε αφορμήν τύψεων εις την συνείδησίν σας.
Α Κορ. 10,28 ἐὰν δέ τις ὑμῖν εἴπῃ, τοῦτο εἰδωλόθυτόν ἐστι, μὴ ἐσθίετε δι᾿ ἐκεῖνον τὸν μηνύσαντα καὶ τὴν συνείδησιν· τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς.
Α Κορ. 10,28 Εάν όμως σας πη κανείς “αυτό που παρατίθεται είναι ειδωλόθυτον”, μη το τρώτε, όχι διότι είναι μολυσμένον, αλλά δι' εκείνον, που σας το κατέστησε γνωστόν και δια την συνείδησίν του, η οποία είναι επόμενον να τον τύψη εάν φάγη και αυτός και να εξεγερθή και σκανδαλισθή εναντίον σας, εάν αυτός μεν δεν φάγη, φάγετε όμως σεις. Παλιν όμως σας επαναλαμβάνω, ότι τα πάντα ανήκουν στον Κυριον, διότι του Κυρίου είναι η γη και κάθε τι που την γεμίζει.
Α Κορ. 10,29 συνείδησιν δὲ λέγω οὐχὶ τὴν ἑαυτοῦ, ἀλλὰ τὴν τοῦ ἑτέρου. ἱνατί γὰρ ἡ ἐλευθερία μου κρίνεται ὑπὸ ἄλλης συνειδήσεως;
Α Κορ. 10,29 Συνείδησιν δε λέγω όχι την ιδικήν σου, αλλά του άλλου. Ισως όμως ερωτήση κανείς· διατί η ελευθερία, την οποίαν έχω από τον Θεόν να τρώγω και από τα ειδωλόθυτα ακόμη, να κρίνεται και να καταδικάζεται από την συνείδησιν του άλλου;
Α Κορ. 10,30 εἰ ἐγὼ χάριτι μετέχω, τί βλασφημοῦμαι ὑπὲρ οὗ ἐγὼ εὐχαριστῷ;
Α Κορ. 10,30 Εάν δε εγώ, πληροφορημένος την αλήθειαν από την χάριν του Θεού, τρώγω κάθε είδος κρέατος, διατί κατηγορούμαι δια την πράξιν μου αυτήν, δια την οποίαν μάλιστα εγώ ευχαριστώ και δοξολογώ τον Θεόν;
Α Κορ. 10,31 Εἴτε οὖν ἐσθίετε εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε.
Α Κορ. 10,31 Δυο όμως πράγματα πρέπει να έχετε υπ' όψιν σας. Πρώτον είτε τρώγετε είτε πίνετε είτε οτιδήποτε άλλο πράττετε, όλα να τα κάμνετε εις δόξαν Θεού.
Α Κορ. 10,32 ἀπρόσκοπτοι γίνεσθε καὶ Ἰουδαίοις καὶ Ἕλλησι καὶ τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ,
Α Κορ. 10,32 Δεύτερον να μη παρέχετε πρόσκομμα και αφορμήν σκανδάλου εις κανέναν· ούτε στους Ιουδαίους ούτε στους Ελληνας, ούτε εις την Εκκλησίαν του Θεού.
Α Κορ. 10,33 καθὼς κἀγὼ πάντα πᾶσιν ἀρέσκω, μὴ ζητῶν τὸ ἐμαυτοῦ συμφέρον, ἀλλὰ τὸ τῶν πολλῶν, ἵνα σωθῶσι.
Α Κορ. 10,33 Να φέρεσθε όπως εγώ, ο οποίος δι' όλα και εις όλους είμαι ευάρεστος, διότι δεν ζητώ αυτό που εγωϊστικώς με συμφέρει αλλά αυτό που συμφέρει και ωφελεί τους πολλούς, δια να σωθούν.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 11α

Α Κορ. 11,1 Μιμηταί μου γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ.
Α Κορ. 11,1 Γινεσθε μιμηταί μου, όπως και εγώ έγινα και είμαι μιμητής του Χριστού.
Α Κορ. 11,2 Ἐπαινῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί, ὅτι πάντα μου μέμνησθε καὶ καθὼς παρέδωκα ὑμῖν τὰς παραδόσεις κατέχετε.
Α Κορ. 11,2 Σας επαινώ δε, αδελφοί, διότι πράγματι εις όλα με ενθυμείσθε και κρατείτε στερεά τας διδασκαλίας, τας οποίας σας έχω παραδώσει προφορικώς.
Α Κορ. 11,3 θέλω δὲ ὑμᾶς εἰδέναι ὅτι παντὸς ἀνδρὸς ἡ κεφαλὴ ὁ Χριστός ἐστι, κεφαλὴ δὲ γυναικὸς ὁ ἀνήρ, κεφαλὴ δὲ Χριστοῦ ὁ Θεός.
Α Κορ. 11,3 Θελω δε ακόμη να γνωρίζετε ότι κάθε Χριστιανού ανδρός η κεφαλή, που τον διευθύνει και τον κυβερνά προς το καλόν, είναι ο Χριστός. Κεφαλή δε της γυναικός είναι ο σύζυγος της. Κεφαλή δε του ένανθρωπήσαντος Χριστού είναι ο Θεός.
Α Κορ. 11,4 πᾶς ἀνὴρ προσευχόμενος ἢ προφητεύων κατὰ κεφαλῆς ἔχων καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ.
Α Κορ. 11,4 Καθε άνδρας, που προσεύχεται η φωτισμένος από το Αγιον Πνεύμα προλέγει, φανερώνει και διδάσκει το θέλημα του Θεού, όταν έχη κάλυμμα εις την κεφαλήν, κατεντροπιάζει την κεφαλήν του, διότι το κάλυμμα είναι σύμβολον υποτελείας και κατάλοιπον ιουδαϊκών καταργηθέντων πλέον τύπων.
Α Κορ. 11,5 πᾶσα δὲ γυνὴ προσευχομένη ἢ προφητεύουσα ἀκατακαλύπτῳ τῇ κεφαλῇ καταισχύνει τὴν κεφαλὴν ἑαυτῆς· ἓν γάρ ἐστι καὶ τὸ αὐτὸ τῇ ἐξυρημένῃ.
Α Κορ. 11,5 Καθε δε γυναίκα, η οποία εξ αντιθέτου, όταν προσεύχεται η όταν φανερώνη το θέλημα του Θεού έχει ακάλυπτον την κεφαλήν, κατεντροπιάζει την κεφαλήν της, διότι παρουσιάζεται ότι στασιάζει κατά του ανδρός, διεκδικεί εξουσίαν ανδρός και ότι επί πλέον είναι άσεμνος. Διότι καταπίπτει εις την ιδίαν άκοσμον κατάστασιν με την γυναίκα εκείνην, η οποία έχει ξυρίσει την καφαλήν της.
Α Κορ. 11,6 εἰ γὰρ οὐ κατακαλύπτεται γυνή, καὶ κειράσθω· εἰ δὲ αἰσχρὸν γυναικὶ τὸ κείρασθαι ἢ ξυρᾶσθαι κατακαλυπτέσθω.
Α Κορ. 11,6 Διότι εάν δεν έχη ένα σεμνόν κάλυμμα εις την κεφαλήν η γυναίκα, ας κουρεύεται τότε όπως και ο άνδρας. Εάν δε είναι απρεπές και αηδές εις την γυναίκα το να κουρεύεται, η το να ξυρίζεται, τότε ας καλύπτεται καλά.
Α Κορ. 11,7 ἀνὴρ μὲν γὰρ οὐκ ὀφείλει κατακαλύπτεσθαι τὴν κεφαλήν, εἰκὼν καὶ δόξα Θεοῦ ὑπάρχων· γυνὴ δὲ δόξα ἀνδρός ἐστι.
Α Κορ. 11,7 Διότι ο μεν άνδρας δεν πρέπει να καλύπτη την κεφαλήν, επειδή είναι εικών και καθρέπτης της δόξης του Θεού, όπως επλάσθη απ' αρχής. Η δε γυναίκα, μόνη βοηθός αυτή και ανταξία του ανδρός από όλα τα άλλα δημιουργήματα, είναι δόξα του ανδρός.
Α Κορ. 11,8 οὐ γάρ ἐστιν ἀνὴρ ἐκ γυναικός, ἀλλὰ γυνὴ ἐξ ἀνδρός·
Α Κορ. 11,8 Είναι άλλωστε ανώτερος ο άνδρας από την γυναίκα, όπως φαίνεται και εκ του γεγονότος, ότι δεν έγινε ο άνδρας από την γυναίκα, αλλά η γυναίκα από τον άνδρα.
Α Κορ. 11,9 καὶ γὰρ οὐκ ἐκτίσθη ἀνὴρ διὰ τὴν γυναῖκα, ἀλλὰ γυνὴ διὰ τὸν ἄνδρα.
Α Κορ. 11,9 Και διότι επί πλέον δεν επλάσθη από τον Θεόν ο άνδρας δια να βοηθή την γυναίκα και να υποτάσσεται εις αυτήν, αλλ' η γυναίκα επλάσθη, δια να υπηρετή τον άνδρα και να φέρεται με σεβασμόν και υποταγήν εις αυτόν.
Α Κορ. 11,10 διὰ τοῦτο ὀφείλει ἡ γυνὴ ἐξουσίαν ἔχειν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς διὰ τοὺς ἀγγέλους.
Α Κορ. 11,10 Δι' αυτό, επειδή δηλαδή ο Χριστός είναι κεφαλή του ανδρός, ο δε άνδρας είναι κεφαλή της γυναικός, οφείλει η γυναίκα να έχη επί της κεγαλής της, ως σύμβολον της υποταγής της στον άνδραν, το κάλυμμα, τουλάχιστον και δια λόγους εντροπής προς τους αγγέλους (οι οποίοι είναι αοράτως παρόντες μεταξύ μας και οι οποίοι όταν παρίστανται ενώπιον του Θεού καλύπτουν από σεβασμόν τα πρόσωπα αυτών).
Α Κορ. 11,11 πλὴν οὔτε ἀνὴρ χωρὶς γυναικὸς οὔτε γυνὴ χωρὶς ἀνδρὸς ἐν Κυρίῳ·
Α Κορ. 11,11 Αλλά μη λησμονείτε, ότι ούτε ο άνδρας, μετά την δημιουργίαν, γεννάται χωρίς την γυναίκα, ούτε η γυναίκα χωρίς τον άνδρα, σύμφωνα άλλωστε και με τους νόμους που έχει θέσει ο Κυριος.
Α Κορ. 11,12 ὥσπερ γὰρ ἡ γυνὴ ἐκ τοῦ ἀνδρός, οὕτω καὶ ὁ ἀνὴρ διὰ τῆς γυναικός, τὰ δὲ πάντα ἐκ τοῦ Θεοῦ.
Α Κορ. 11,12 Διότι όπως η γυναίκα προήλθεν από το άνδρα, πλασθείσα από την πλευράν του, έτσι έκτοτε και ο άνδρας γεννάται δια μέσου της γυναικός. Τα πάντα δε προέρχονται απ' αρχής και μέχρι τέλους από τον Θεόν.
Α Κορ. 11,13 ἐν ὑμῖν αὐτοῖς κρίνατε· πρέπον ἐστὶ γυναῖκα ἀκατακάλυπτον τῷ Θεῷ προσεύχεσθαι;
Α Κορ. 11,13 Καμετε, λοιπόν, σεις οι ίδιοι δικαίαν κρίσιν· είναι σεμνόν και πρέπον να προσεύχεται η γυναίκα προς τον Θεόν μα ακάλυπτον την κεφαλήν της;
Α Κορ. 11,14 ἢ οὐδὲ αὐτὴ ἡ φύσις διδάσκει ὑμᾶς ὅτι ἀνὴρ μὲν ἐὰν κομᾷ, ἀτιμία αὐτῷ ἐστι,
Α Κορ. 11,14 Η μήπως και αυτή η φύσις δεν σας διδάσκει ότι, εάν ο άνδρας τρέφη και περιποιήται κατά τρόπον θηλυπρεπή μακράν κόμην, είναι εξευτελισμός και εντροπή δι' αυτόν;
Α Κορ. 11,15 γυνὴ δὲ ἐὰν κομᾷ, δόξα αὐτῇ ἐστιν; ὅτι ἡ κόμη ἀντὶ περιβολαίου δέδοται αὐτῇ.
Α Κορ. 11,15 Η δε γυναίκα εξ αντιθέτου εάν τρέφη μακρυά μαλλιά, είναι τούτο τιμή και στόλισμά της, αφού και η ιδία η φύσις της έχει δώσει μια τέτοις δυνατότητα; Διότι η κόμη της έχει δοθή από τον Θεόν ως ένα ειδός σεμνής περιβολής.
Α Κορ. 11,16 Εἰ δέ τις δοκεῖ φιλόνεικος εἶναι, ἡμεῖς τοιαύτην συνήθειαν οὐκ ἔχομεν, οὐδὲ αἱ ἐκκλησίαι τοῦ Θεοῦ.
Α Κορ. 11,16 Εάν δε κανείς έχη διάφορον γνώμην και θέλη να φιλονεική επάνω εις αυτά που είπα, ας μάθη ότι ημείς δεν έχομεν τέτοια συνήθεια, να είναι δηλαδή αι γυναίκες κατά την θείαν λατρείαν με την κεφαλήν ακάλυπτον, ούτε δε και αι άλλαι Εκκλησίαι του Θεού.
Α Κορ. 11,17 Τοῦτο δὲ παραγγέλλων οὐκ ἐπαινῶ ὅτι οὐκ εἰς τὸ κρεῖττον, ἀλλ᾿ εἰς τὸ ἧττον συνέρχεσθε.
Α Κορ. 11,17 Και τώρα θα σας δώσω μίαν παραγγελίαν, η οποία κάθε άλλο παρά προς έπαινον σας είναι. Διότι συγκεντρώνεσθε κατά τας ώρας της λατρείας, όχι δια να οικοδομήτε ο ένας τον άλλον στο καλύτερον, αλλά δια να εξωθήτε και εξωθήσθε στο κατώτερον.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 11β

Α Κορ. 11,18 πρῶτον μὲν γὰρ συνερχομένων ὑμῶν ἐν ἐκκλησίᾳ ἀκούω σχίσματα ἐν ὑμῖν ὑπάρχειν, καὶ μέρος τι πιστεύω·
Α Κορ. 11,18 Διότι πρώτον μεν ακούω, ότι όταν συναθροίζεσθε εις συγκέντρωσιν προσευχής και λατρείας, υπάρχουν μεταξύ σας μερίδες και κόμματα· και ένα μέρος από αυτά που ακούω, τα πιστεύω,
Α Κορ. 11,19 δεῖ γὰρ καὶ αἱρέσεις ἐν ὑμῖν εἶναι, ἵνα οἱ δόκιμοι φανεροὶ γένωνται ἐν ὑμῖν.
Α Κορ. 11,19 διότι είναι επόμενον, ένεκα της ανθρωπίνης αδυναμίας, να αναπηδούν μεταξύ σας γνώμες διάφορες και προτιμήσεις και διαιρέσεις, δια να γίνουν έτσι φανεροί οι εκλεκτοί μεταξύ σας.
Α Κορ. 11,20 συνερχομένων οὖν ὑμῶν ἐπὶ τὸ αὐτὸ οὐκ ἔστι κυριακὸν δεῖπνον φαγεῖν·
Α Κορ. 11,20 Οταν, λοιπόν, έτσι συγκεντρώνεσθε στον αυτόν τόπον της λατρείας και έχετε αυτάς τας διαιρέσεις, δεν είναι δυνατόν φυσικά να φάγετε προς οικοδομήν σας τον δείπνον, που ο Κυριος συνέστησε.
Α Κορ. 11,21 ἕκαστος γὰρ τὸ ἴδιον δεῖπνον προλαμβάνει ἐν τῷ φαγεῖν, καὶ ὃς μὲν πεινᾷ, ὃς δὲ μεθύει.
Α Κορ. 11,21 Διότι ο καθένας από σας σπεύδει και παίρνει το φάγητον του και τρώγει το ιδικόν του δείπνον μόνος του, χωρίς να περιμένη τους άλλους. Και έτσι συμβαίνει ο μεν ένας που είναι πτωχός να πεινά, ο δε άλλος που είναι πλούσιος να μεθά. (Και ταύτα κατά την ώραν του δείπνου της αγάπης. Που είναι, λοιπόν, η αγάπη σας;).
Α Κορ. 11,22 μὴ γὰρ οἰκίας οὐκ ἔχετε εἰς τὸ ἐσθίειν καὶ πίνειν; ἢ τῆς ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ καταφρονεῖτε καὶ καταισχύνετε τοὺς μὴ ἔχοντας; τί ὑμῖν εἴπω; ἐπαινέσω ὑμᾶς ἐν τούτω; οὐκ ἐπαινῶ.
Α Κορ. 11,22 Διότι μήπως δεν έχετε επιτέλους σπίτια να τρώγετε και να πίνετε; Η περιφρονείτε τους πιστούς, που αποτελούν την Εκκλησίαν του Θεού και προσβάλλετε εκείνους που δεν έχουν; Τι να σας πω; Να σας επαινέσω δι' αυτό; Καθε άλλο παρά έπαινον σας αποδίδω.
Α Κορ. 11,23 ἐγὼ γὰρ παρέλαβον ἀπὸ τοῦ Κυρίου ὃ καὶ παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐν τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδοτο ἔλαβεν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ εἶπε·
Α Κορ. 11,23 Επειτα δε ως προς το Δείπνον του Κυρίου, ως προς το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας, έχω πάλιν να σας πω, ότι εγώ παρέλαβα από τον Κυριον αυτό, το οποίον και παρέδωκα εις σας, ότι δηλαδή ο Κυριος Ιησούς κατά την νύκτα που επρόκειτο να παραδοθή στους εχθρούς του, δια να σταυρωθή, επήρε άρτον και αφού ηυχαρίστησε με θερμήν προσευχήν τον Πατέρα, έκοψε εις τεμάχια τον άρτον και είπε·
Α Κορ. 11,24 λάβετε φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τὸ σῶμα τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον· τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν.
Α Κορ. 11,24 “Λαβετε φάγετε· τούτο είναι το σώμά μου, το οποίον τεμαχίζεται δια σας, δια την σωτηρίαν σας· αυτό δε που εγώ τελώ τώρα, να το τελήτε και σεις πάντοτε, δια να ενθυμήσθε εμέ και την θυσίαν μου, που προσφέρω προς χάριν σας”.
Α Κορ. 11,25 ὡσαύτως καὶ τὸ ποτήριον μετὰ τὸ δειπνῆσαι λέγων· τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐστὶν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι· τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἂν πίνητε, εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν.
Α Κορ. 11,25 Επίσης, αφού ετελείωσε το Δείπνον, επήρε το ποτήριον με τον οίνον και είπε· “τούτο το ποτήριον είναι η νέα διαθήκη, η οποία καθιερώνεται και επισφραγίζεται με το αίμα μου. Αυτό να κάνετε, δια να ενθυμήσθε εμέ και την θυσίαν μου. Καθε φοράν που θα πίνετε το αίμα μου, το οποίον περιέχεται στο ποτήριον της Ευχαριστίας, να το κάνετε εις ανάμνησίν μου”.
Α Κορ. 11,26 ὁσάκις γὰρ ἂν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἂν ἔλθῃ.
Α Κορ. 11,26 Λοιπόν, ω Κορίνθιοι, κάθε φοράν που τρώγετε τον αγιασμένον αυτόν άρτον και πίνετε το ευλογημένον τούτο ποτήριον της Θείας Ευχαριστίας, ομολογείτε και διαλαλείτε τον σταυρικόν λυτρωτικόν θάνατον του Κυρίου, συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρις ότου έλθη κατά την δευτέραν παρουσίαν.
Α Κορ. 11,27 ὥστε ὃς ἂν ἐσθίῃ τὸν ἄρτον τοῦτον ἢ πίνῃ τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου ἀναξίως, ἔνοχος ἔσται τοῦ σώματος καὶ αἵματος τοῦ Κυρίου.
Α Κορ. 11,27 Ωστε όποιος τρώγει τον άρτον αυτόν και πίνει το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, θα είναι ένοχος και υπόδικος δια βαρείαν ασέβειαν και ύβριν εναντίον του σώματος και του αίματος του Κυρίου.
Α Κορ. 11,28 δοκιμαζέτω δὲ ἄνθρωπος ἑαυτόν, καὶ οὕτως ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καὶ ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω·
Α Κορ. 11,28 Ας εξετάζη δε κάθε άνθρωπος τον εαυτόν του με πολλήν προσοχήν, και έτσι προετοιμασμένος ας τρώγη από τον καθαγιασμένον άρτον και από το καθαγιασμένον ποτήριον.
Α Κορ. 11,29 ὁ γὰρ ἐσθίων καὶ πίνων ἀναξίως κρῖμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου.
Α Κορ. 11,29 Διότι εκείνος ο οποίος τρώγει και πίνει αναξίως τα πάντιμα αυτά δώρα τρώγει και πίνει κρίμα και καταδίκην δια τον εαυτόν του, επειδή δεν κάνει καμμίαν διάκρισιν του σώματος και του αίματος του Κυρίου από τας συνήθεις, και κοινάς τροφάς του σώματος.
Α Κορ. 11,30 διὰ τοῦτο ἐν ὑμῖν πολλοὶ ἀσθενεῖς καὶ ἄῤῥωστοι καὶ κοιμῶνται ἱκανοί.
Α Κορ. 11,30 Ακριβώς δε, διότι αναξίως κοινωνείτε από τα τίμια δώρα, υπάρχουν μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και πολύ βαρειά άρρωστοι· αρκετοί δε και πεθαίνουν.
Α Κορ. 11,31 εἰ γὰρ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν ἐκρινόμεθα·
Α Κορ. 11,31 Διότι εάν εξετάζαμεν τον ευατόν μας με προσοχήν και μετανοούσαμε ειλικρινώς δια τα αμαρτήματά μας και έτσι προετοιμασμένοι προσηρχόμεθα στο μέγα μυστήριον, δεν θα κατεδικαζόμεθα και δεν θα ετιμωρούμεθα έτσι από τον Θεόν.
Α Κορ. 11,32 κρινόμενοι δὲ ὑπὸ τοῦ Κυρίου παιδευόμεθα, ἵνα μὴ σὺν τῷ κόσμῳ κατακριθῶμεν.
Α Κορ. 11,32 Τιμωρούμενοι δε τώρα υπό του Κυρίου κατά την δικαίαν αυτού κρίσιν, παιδαγωγούμεθα προς μετάνοιαν και διόρθωσιν, δια να μη καταδικασθώμεν οριστικώς εις απώλειαν μαζή με τον κόσμον της αμαρτίας.
Α Κορ. 11,33 Ὥστε, ἀδελφοί μου, συνερχόμενοι εἰς τὸ φαγεῖν ἀλλήλους ἐκδέχεσθε·
Α Κορ. 11,33 Ωστε, αδελφοί μου, όταν συγκεντρώνεσθε δια να φάγετε το Κυριακόν Δείπνον, περιμένετε με αγάπην ο ένας τον άλλον.
Α Κορ. 11,34 εἰ δέ τις πεινᾷ, ἐν οἴκῳ ἐσθιέτω, ἵνα μὴ εἰς κρῖμα συνέρχησθε. Τὰ δὲ λοιπὰ ὡς ἂν ἔλθω διατάξομαι.
Α Κορ. 11,34 Εάν επί τέλους κανείς πεινά, ας φάγη στο σπίτι του, δια να μη αποβαίνουν εις καταδίκην σας αι λατρευτικαί αυταί συγκεντρώσεις. Τα δε άλλα σχετικώς με το Κυριακόν Δείπνον, με το μέγα μυστήριον της θείας Ευχαριστίας, όταν έλθω θα τα τακτοποιήσω.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 12α

Α Κορ. 12,1 Περὶ δὲ τῶν πνευματικῶν, ἀδελφοί, οὐ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν.
Α Κορ. 12,1 Ως προς δε τα πνευματικά χαρίσματα αδελφοί, δεν θέλω να έχετε σεις άγνοιαν σχετικώς με αυτά·
Α Κορ. 12,2 οἴδατε ὅτι, ὅτε ἔθνη ἦτε, πρὸς τὰ εἴδωλα τὰ ἄφωνα ὡς ἂν ἤγεσθε ἀπαγόμενοι.
Α Κορ. 12,2 Ξερετε ότι, όταν ήσθε ειδωλαλάτραι, εσύρεσθε σαν δούλοι από τοπικήν συνήθειαν και ανατροφήν και τας άλλας επιδράσστου περιβάλλοντος σας προς τα άψυχα και άφωνα είδωλα, και σαν να σας έσπρωχνε κανείς εφεύγατε από τον δρόμον του Θεού και επλανάσθε εις την άγνοιαν.
Α Κορ. 12,3 διὸ γνωρίζω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς ἐν Πνεύματι Θεοῦ λαλῶν λέγει ἀνάθεμα Ἰησοῦν, καὶ οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ.
Α Κορ. 12,3 Από αυτήν την πλάνην και την σύγχυσιν λυτρώνει ο Χριστός, δι' αυτό σας κάμνω γνωστόν ότι κανείς άνθρωπος, ομιλών κατ' έμπνευσιν του Πνεύματος του Θεού, δεν λέγει· “Ανάθεμα να είναι ο Ιησούς”. Αλλά και κανείς πάλιν δεν ημπορεί να ομολογήση με πίστιν και ευλάβειαν “Κυριον Ιησούν”, ειμή μόνον με την χάριν και την έμπνευσιν του Αγίου Πνεύματος.
Α Κορ. 12,4 Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσί, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα·
Α Κορ. 12,4 Το Πνεύμα δίδει χαρίσματα και δωρεάς· υπάρχουν βέβαια καταμερισμοί διαφόρων χαρισμάτων,·αλλά το Πνεύμα, που μοιράζει τα χαρίσματα, είναι ένα.
Α Κορ. 12,5 καὶ διαιρέσεις διακονιῶν εἰσι, καὶ ὁ αὐτὸς Κύριος·
Α Κορ. 12,5 Και καταμερισμοί υπηρεσιών υπάρχουν εις διαφόρους πιστούς εν τη Εκκλησίᾳ· αλλ' ένας και ο αυτός είναι ο Κυριος, που μοιράζει αυτάς τας εκκλησιστικάς υπηρεσίας.
Α Κορ. 12,6 καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτός ἐστι Θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν.
Α Κορ. 12,6 Υπάρχουν και διανομαί δυνάμεων, δια των οποίων ενεργούνται υπερφυσικαί και θαυμασταί πράξεις· ο ίδιος όμως Θεός είναι εκείνος που ενεργεί και μοιράζει όλα αυτά εις όλους.
Α Κορ. 12,7 Ἑκάστῳ δὲ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον.
Α Κορ. 12,7 Εις τον καθένα δίδεται το χάρισμα, με το οποίον φανερώνεται η ενέργεια και η δωρεά του Αγίου Πνεύματος δια το πνευματικόν συμφέρον και την εξυπηρέτησιν των πιστών.
Α Κορ. 12,8 ᾧ μὲν γὰρ διὰ τοῦ Πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος γνώσεως κατὰ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα,
Α Κορ. 12,8 Διότι εις άλλον μεν δίδεται από το Αγιον Πνεύμα ικανότης λόγου να κατανοή βαθέως και να διδάσκη με σαφήνειαν και πειστικότητα τας υψηλάς αληθείας της πίστεως. Εις άλλον δίδεται ικανότης λόγου να εξηγή και μεταδίδη στους πιστούς την σωτηριώδη γνώσιν· δίδεται δε σύμφωνα με το μέτρον και την δωρεάν του αυτού Αγίου Πνεύματος.
Α Κορ. 12,9 ἑτέρῳ δὲ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι, ἄλλῳ δὲ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι,
Α Κορ. 12,9 Εις άλλον δε δίδεται από το αυτό Αγιον Πνεύμα θερμή και ζωντανή πίστις, ώστε να κάμνη θαύματα. Εις άλλον δε χαρίσματα θεραπείας διαφόρων ασθενειών, αι οποίαι θεραπείαι γίνονται με το ίδιον Αγιον Πνεύμα.
Α Κορ. 12,10 ἄλλῳ δὲ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δὲ προφητεία, ἄλλῳ δὲ διακρίσεις πνευμάτων, ἑτέρῳ δὲ γένη γλωσσῶν, ἄλλῳ δὲ ἑρμηνεία γλωσσῶν·
Α Κορ. 12,10 Εις άλλον δε δίδονται ενέργειαι δυνάμεων δι' υπερφυσικά έργα. Εις άλλον δίδεται χάρισμα προφητείας· εις άλλον το χάρισμα να διακρίνη τους πνευματικούς ανθρώπους από τους μη πνευματικούς, τους αληθινούς προφήτας και διδασκάλους από τους ψευδείς. Εις άλλον δίδεται το χάρισμα να ομιλή διαφόρους γλώσσας, εις άλλον δε το χάρισμα να ερμηνεύη αυτά που λέγονται εις ξένας γλώσσας.
Α Κορ. 12,11 πάντα δὲ ταῦτα ἐνεργεῖ τὸ ἓν καὶ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθὼς βούλεται.
Α Κορ. 12,11 Ολα δε αυτά τα ενεργεί το ένα και το αυτό Αγιον Πνεύμα, το οποίον σύμφωνα με την αγαθήν και πάνσοφον αυτού θέλησιν μοιράζει ιδιαιτέρως στον καθένα τα χαρίσματα, (ώστε να υπάρχη εις την Εκκλησίαν του Χριστού ποικιλία μικρών και μεγάλων χαρισμάτων).
Α Κορ. 12,12 Καθάπερ γὰρ τὸ σῶμα ἕν ἐστι καὶ μέλη ἔχει πολλά, πάντα δὲ τὰ μέλη τοῦ σώματος τοῦ ἑνός, πολλὰ ὄντα, ἕν ἐστι σῶμα, οὕτω καὶ ὁ Χριστός·
Α Κορ. 12,12 Διότι όπως ακριβώς το σώμα ένα είναι και έχει πολλά μέλη, όλα δε τα μέλη του ενός σώματος, καίτοι είναι πολλά, αποτελούν ένα σώμα, έτσι και ο Χριστός μαζή με όλους τους πιστούς, ανεξαρτήτως των χαρισμάτων και δωρεών που έχουν, αποτελεί ένα πνευματικόν σώμα.
Α Κορ. 12,13 καὶ γὰρ ἐν ἑνὶ Πνεύματι ἡμεῖς πάντες εἰς ἓν σῶμα ἐβαπτίσθημεν, εἴτε Ἰουδαῖοι εἴτε Ἕλληνες, εἴτε δοῦλοι εἴτε ἐλεύθεροι, καὶ πάντες εἰς ἓν Πνεῦμα ἐποτίσθημεν.
Α Κορ. 12,13 Διότι και ημείς όλοι οι πιστοί εις ένα Πνεύμα εβαπτίσθημεν, ώστε να αποτελέσωμεν ένα σώμα, είτε Ιουδαίοι είμεθα είτε Ελληνες είτε δούλοι είτε ελεύθεροι και όλοι σαν δένδρα φυτευμένα στον παράδεισον της Εκκλησίας εποτίσθημεν από το αυτό Αγιον Πνεύμα με το ζων ύδωρ της χάριτος.
Α Κορ. 12,14 καὶ γὰρ τὸ σῶμα οὐκ ἔστιν ἓν μέλος, ἀλλὰ πολλά.
Α Κορ. 12,14 Είμεθα πολλοί, αλλ' αποτελούμεν ένα, διότι και το σώμα δεν είναι ένα μέλος, αλλά πολλά.
Α Κορ. 12,15 ἐὰν εἴπῃ ὁ πούς, ὅτι οὐκ εἰμὶ χείρ, οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ σώματος, -οὐ παρὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ σώματος;
Α Κορ. 12,15 Εάν πη το πόδι· “επειδή δεν είμαι χέρι, δεν είμαι και δεν εξαρτώμαι από το σώμα”. παρ' όλον αυτό που θα πη, έπαυσε να είναι μέλος του σώματος;
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 12β

Α Κορ. 12,16 καὶ ἐὰν εἴπῃ τὸ οὖς, ὅτι οὐκ εἰμὶ ὀφθαλμός, οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ σώματος, -οὐ παρὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ σώματος;
Α Κορ. 12,16 Και εάν πη το αυτί· “επειδή δεν είμαι μάτι, δεν είμαι και δεν εξαρτώμαι από το σώμα”, παρ' ολον αυτό δεν είναι μέλος του σώματος και δεν ανήκει στο σώμα;
Α Κορ. 12,17 εἰ ὅλον τὸ σῶμα ὀφθαλμός, ποῦ ἡ ἀκοή; εἰ ὅλον ἀκοή, ποῦ ἡ ὄσφρησις;
Α Κορ. 12,17 Επειτα, εάν όλο το σώμα ήτο μάτι, τότε που θα υπήρχε η ακοή; Και εάν όλο το σώμα ήτο ακοή, που θα ευρίσκετο η όσφρησις;
Α Κορ. 12,18 νυνὶ δὲ ὁ Θεὸς ἔθετο τὰ μέλη ἓν ἕκαστον αὐτῶν ἐν τῷ σώματι καθὼς ἠθέλησεν.
Α Κορ. 12,18 Τωρα όμως ετοποθέτησεν ο Θεός στο σώμα τα μέλη, το καθένα από αυτά, όπως έκρινε και ηθέλησε, δια την εξυπηρέτησιν ολοκλήρου του σώματος.
Α Κορ. 12,19 εἰ δὲ ἦν τὰ πάντα ἓν μέλος, ποῦ τὸ σῶμα;
Α Κορ. 12,19 Εάν δε όλα τα μέλη ήσαν εν μέλος, τότε που και ποίον θα ήτο το σώμα; (Δεν θα υπήρχε καν σώμα).
Α Κορ. 12,20 νῦν δὲ πολλὰ μὲν μέλη, ἓν δὲ σῶμα.
Α Κορ. 12,20 Τωρα δε είναι πολλά μεν τα μέλη, ένα όμως είναι το σώμα.
Α Κορ. 12,21 οὐ δύναται δὲ ὀφθαλμὸς εἰπεῖν τῇ χειρί· χρείαν σου οὐκ ἔχω· ἢ πάλιν ἡ κεφαλὴ τοῖς ποσί· χρείαν ὑμῶν οὐκ ἔχω·
Α Κορ. 12,21 Δεν ημπορεί δε το μάτι να πη στο χέρι· “δεν έχω την ανάγκην σου”. Η πάλιν το κεφάλι να πη εις τα πόδια· “δεν έχω την ανάγκην σας”.
Α Κορ. 12,22 ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον τὰ δοκοῦντα μέλη τοῦ σώματος ἀσθενέστερα ὑπάρχειν ἀναγκαῖά ἐστι,
Α Κορ. 12,22 Αλλά τα μέλη του σώματος, που νομίζονται και φαίνονται ασθενέστερα, είναι πολύ περισσότερον αναγκαία και απαραίτητα δια την ύπαρξιν του σώματος.
Α Κορ. 12,23 καὶ ἃ δοκοῦμεν ἀτιμότερα εἶναι τοῦ σώματος, τούτοις τιμὴν περισσοτέραν περιτίθεμεν, καὶ τὰ ἀσχήμονα ἡμῶν εὐσχημοσύνην περισσοτέραν ἔχει.
Α Κορ. 12,23 Και τα μέλη εκείνα του σώματος, που τα θεωρούμεν ευτελέστερα και ασημότερα, αυτά τα περιβάλλομεν με μεγαλυτέραν τιμήν και τα σκεπάζομεν προσεκτικώτερον. Και τα θεωρούμενα άσχημα μέλη τα περιποιούμεθα με επιμέλειαν, ώστε να έχουν περισσότερον και ωραιότερον εξωτερικόν στολισμόν.
Α Κορ. 12,24 τὰ δὲ εὐσχήμονα ἡμῶν οὐ χρείαν ἔχει. ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς συνεκέρασε τὸ σῶμα, τῷ ὑστεροῦντι περισσοτέραν δοὺς τιμήν,
Α Κορ. 12,24 Τα δε μέλη μας που φαίνονται ωραία, δεν έχουν ανάγκην από τέτοιαν περιποίησιν. Αλλά ο Θεός ανέμειξε εις μίαν αρμονικήν ενότητα τα μέλη, ώστε ν' αποτελήται το εν σώμα, δώσας περισσοτέραν τιμήν στο μέλος που φαίνεται ότι υστερεί, εν συγκρίσει προς τα άλλα μέλη.
Α Κορ. 12,25 ἵνα μὴ ᾖ σχίσμα ἐν τῷ σώματι, ἀλλὰ τὸ αὐτὸ ὑπὲρ ἀλλήλων μεριμνῶσι τὰ μέλη·
Α Κορ. 12,25 Και τούτο, δια να μη υπάρχη διαίρεσις και κομματισμός στο σώμα, αλλά όλα τα μέλη να φροντίζουν το ένα δια το άλλο με την αυτήν στοργήν και επιμέλειαν.
Α Κορ. 12,26 καὶ εἴτε πάσχει ἓν μέλος, συμπάσχει πάντα τὰ μέλη, εἴτε δοξάζεται ἓν μέλος, συγχαίρει πάντα τὰ μέλη.
Α Κορ. 12,26 Και, όπως είναι γνωστόν, εάν πάσχη ένα μέλος, πάσχουν μαζή με αυτό όλα τα μέλη, και εάν δοξάζεται και τιμάται ένα μέλος, χαίρουν μαζή του όλα τα μέλη.
Α Κορ. 12,27 Ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους.
Α Κορ. 12,27 Σεις, λοιπόν, οι Χριστιανοί είσθε σώμα Χριστού και ο καθένας σας είναι επί μέρους μέλος, που κατέχει την ταιριαστήν θέσιν δι' αυτόν και δι' ολον το σώμα.
Α Κορ. 12,28 Καὶ οὓς μὲν ἔθετο ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, εἶτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν.
Α Κορ. 12,28 Και άλλους μεν έθεσεν ο Θεός εις την Εκκλησίαν του πρώτον μεν αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους· έπειτα άλλους τους έθεσε εις αναλόγους θέσεις και τους έδωσε την δύναμιν να κάνουν θαύματα, άλλους ώρισε να έχουν χαρίσματα εις θεραπείαν ασθενειών, εις άλλους έδωσε χαρίσματα φροντίδος και επιμελείας δια τους πτωχούς και πάσχοντας, χαρίσματα διοικητικά εις την Εκκλησίαν, χαρίσματα διαφόρων γλωσσών. (Ο καθένας κατά την ικανότητα του έχει λάβει από τον Θεόν το χάρισμά του και την θέσιν του).
Α Κορ. 12,29 μὴ πάντες ἀπόστολοι; μὴ πάντες προφῆται; μὴ πάντες διδάσκαλοι; μὴ πάντες δυνάμεις;
Α Κορ. 12,29 Μηπως όλοι είναι απόστολοι; Μηπως όλοι είναι προφήται; Μηπως όλοι είναι διδάσκαλοι; Μηπως όλοι έχουν θαυματουργικάς δυνάμεις;
Α Κορ. 12,30 μὴ πάντες χαρίσματα ἔχουσιν ἰαμάτων; μὴ πάντες γλώσσαις λαλοῦσι; μὴ πάντες διερμηνεύουσι;
Α Κορ. 12,30 Μηπως όλοι έχουν χαρίσματα θεραπείας ασθενειών; Μηπως όλοι ομιλούν γλώσσας; Μηπως όλοι έχουν το χάρισμα να ενοούν και να ερμηνεύουν ξένας γλώσσας;
Α Κορ. 12,31 ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ κρείττονα. καὶ ἔτι καθ᾿ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι.
Α Κορ. 12,31 Ολα βέβαια αυτά τα θεόσδοτα χαρίσματα έχουν την αξίαν των. Να επιθυμήτε όμως σεις με ζήλον και να προσπαθήτε να αποκτήσετε τα χαρίσματα τα ακόμη καλύτερα. Και σας δείχνω ακόμη ένα εξαίρετον δρόμον, ένα υπέροχον μέσον, δια να αποκτήσετε τα μεγάλα χαρίσματα. Και αυτό είναι η αγάπη.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 13α

Α Κορ. 13,1 Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον.
Α Κορ. 13,1 Εάν υποτεθή, ότι έχω τέτοια ικανότητα, ώστε να εννοώ και να ομιλώ τας γλώσσας των ανθρώπων και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπην, έχω γίνει χαλκός που ηχολογάει η κύμβαλον που αλαλάζει χωρίς να αναδίδη κανένα μουσικόν φθόγγον.
Α Κορ. 13,2 καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι.
Α Κορ. 13,2 Και εάν έχω το χάρισμα της προφητείας και γνωρίζω όλα τα άγνωστα και απόκρυφα μυστήρια και όλην την γνώσιν, που ημπορεί να χωρέση ποτέ ανθρωπίνη διάνοια, και εάν έχω την πίστιν εις όλην της την πληρότητα, ώστε με την δύναμίν της να μετακινώ βουνά, δεν έχω όμως αγάπην, δεν είμαι τίποτε.
Α Κορ. 13,3 καὶ ἐὰν ψωμίσω πάντα τὰ ὑπάρχοντά μου, καὶ ἐὰν παραδῶ τὸ σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδὲν ὠφελοῦμαι.
Α Κορ. 13,3 Και εάν διαθέσω όλα μου τα υπάρχοντα, δια να αγοράσω ψωμιά και θρέψω με τα ίδια μου τα χέρια τους πεινώντας, και εάν παραδώσω το σώμα μου να καή εις την φωτιά, αλλά δεν έχω αγάπην, τίποτε δεν ωφελούμαι.
Α Κορ. 13,4 Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται,
Α Κορ. 13,4 Η αγάπη δείχνει μεγαλοψυχίαν και ανεκτικότητα, είναι ευεργετική και εξυπηρετική. Η αγάπη δεν ζηλεύει και δεν φθονεί. Η αγάπη δεν φέρεται με αλαζονείαν και αυθάδειαν, δεν υπερηφανεύεται και δεν ξιππάζεται.
Α Κορ. 13,5 οὐκ ἀσχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν,
Α Κορ. 13,5 Δεν κάμνει ποτέ τίποτε το απρεπές και άκοσμον, δεν ζητεί εγωϊστικώς τα ιδικά της συμφέροντα, δεν εξερεθίζεται εναντίον του άλλου, δεν βάζει ποτέ κακό στον νου της εναντίον του πλησίον και δεν θέλει να ενθυμήται το κακόν που της έχει κάμει ο άλλος.
Α Κορ. 13,6 οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ·
Α Κορ. 13,6 Δεν χαίρει, όταν βλέπη να γίνεται κάτι το άδικον, και αν ακόμη με αυτό εξυπηρετούνται τα συμφέροντά της, χαίρει δε όταν βλέπη να επικρατή η αλήθεια.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 13β

Α Κορ. 13,7 πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει.
Α Κορ. 13,7 Σκεπάζει και υποφέρει και δικαιολογεί όλα τα μειονεκτήματα και τα ελατώματα του πλησίον, διότι δεν θέλει ποτέ τον εξευτελισμόν του. Πιστεύει και δέχεται με εμπιστοσύνην κάθε τι καλόν δια τον πλησίον. Τα πάντα και πάντοτε ελπίζει δια την διόρθωσιν των παρεκτρεπομένων. Εις όλα δεικνύει υπομονήν απέναντι του πλησίον.
Α Κορ. 13,8 ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει. εἴτε δὲ προφητεῖαι, καταργηθήσονται· εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις, καταργηθήσεται.
Α Κορ. 13,8 Η αγάπη δεν ξεπέφτει ποτέ, αλλά μένει σταθερά και αιωνία. Είτε χαρίσματα προφητειών υπάρχουν τώρα θα έλθη καιρός, που θα καταργηθούν και δεν θα είναι πλέον χρήσιμα. Είτε χαρίσματα γλωσσολαλιών υπάρχουν, θα παύσουν και δεν θα έχωμεν πλέον την ανάγκην των είτε η επί μέρους γνώσις και επιστήμη των ανθρώπων, και αυτή θα καταργηθή, ως μικράς πλέον σημασίας.
Α Κορ. 13,9 ἐκ μέρους δὲ γινώσκομεν καὶ ἐκ μέρους προφητεύομεν·
Α Κορ. 13,9 Διότι τώρα στον κόσμον αυτόν μερικώς και ατελώς γνωρίζομεν και μερικώς προφητεύομεν. Εχομεν πολύ πτωχήν και περιωρισμένην γνώσιν.
Α Κορ. 13,10 ὅταν δὲ ἔλθῃ τὸ τέλειον, τότε τὸ ἐκ μέρους καταργηθήσεται.
Α Κορ. 13,10 Οταν δε εις την μέλλουσαν ζωήν της αιωνιότητος έλθη το τέλειον και πάρωμεν από τον Θεόν την τελείαν γνώσιν, τότε το επί μέρους και περιωρισμένον καταργείται. (Τωρα είμεθα σαν νήπια ως προς την γνώσιν, τότε θα είμεθα ώριμοι και προωδευμένοι σαν άνδρες).
Α Κορ. 13,11 ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου.
Α Κορ. 13,11 Οταν ήμουν νήπιον, σαν νήπιον ωμιλούσα· είχα φρονήματα και σκέψεις νηπίου και σαν νήπιον εσυλλογιζόμουν και έκρινα. Οταν όμως έγινα άνδρας, κατήργησα και αφήκα πλέον τας νηπιώδεις γνώσεις και τον νηπιώδη τρόπον του σκέπτεσθαι. (Εις την παρούσαν ζωήν έχομεν την ατελή και ανανάπτυκτον διάνοιαν και γνώσιν του νηπίου).
Α Κορ. 13,12 βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην.
Α Κορ. 13,12 Διότι τώρα βλέπομεν σαν μέσα σε μεταλλινόν θαμπόν καθρέπτην θαμπά και ακαθόριστα, ώστε να μας μένουν πολλά ασαφή και σκοτεινά, άλυτα προβλήματα και απορίαι, τότε όμως θα ίδωμεν πρόσωπον προς πρόσωπον, φανερά και καθαρά. Τωρα γνωρίζω ένα μέρος της αληθείας, τότε όμως θα αποκτήσω τελείαν επίγνωσιν, θα λάβω τόσον καθαράν και τελείαν γνώσιν, όσον πλήρως και τελείως με έχει γνωρίσει και με ωδήγησεν στον δρόμον της σωτηρίας ο παντογνώστης Θεός.
Α Κορ. 13,13 νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη.
Α Κορ. 13,13 Εις δε την παρούσαν ζωήν, μένει η πίστις, η ελπίς και η αγάπη, τα τρία αυτά, μεγαλύτερα δε μεταξύ αυτών είναι η αγάπη
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 14α

Α Κορ. 14,1 Διώκετε τὴν ἀγάπην· ζηλοῦτε δὲ τὰ πνευματικά, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε.
Α Κορ. 14,1 Λοιπόν, αγωνίζεσθε, με επιμονήν να αποκτήσετε την αγάπην. Να επιθυμήτε με φλογερόν ζήλον τα πνευματικά χαρίσματα· περισσότερον δε από κάθε άλλον το χάρισμα και την ικανότητα να εξαγγέλλετε το θέλημα και την βουλήν του Θεού στους πιστούς.
Α Κορ. 14,2 ὁ γὰρ λαλῶν γλώσσῃ οὐκ ἀνθρώποις λαλεῖ, ἀλλὰ τῷ Θεῷ· οὐδεὶς γὰρ ἀκούει, πνεύματι δὲ λαλεῖ μυστήρια·
Α Κορ. 14,2 Διότι εκείνος που ομιλεί ξένας γλώσσας, δεν ομιλεί προς τους ανθρώπους, αφού ως ξενόγλωσσον δεν τον εννοούν, αλλ' ομιλεί προς τον Θεόν· διότι κανείς δεν τον ακούει με ενδιαφέρον, αφού δεν τον καταλαβαίνει, εφ' όσον αυτός με το πνεύμα του, που έχει βέβαια τον φωτισμόν και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, λαλεί αγνώστους και μυστηριώδεις αληθείας.
Α Κορ. 14,3 ὁ δὲ προφητεύων ἀνθρώποις λαλεῖ οἰκοδομὴν καὶ παράκλησιν καὶ παραμυθίαν.
Α Κορ. 14,3 Εκείνος όμως που εξαγγέλει στους ανθρώπους το θέλημα και την βουλήν του Θεού ομιλεί κατά τρόπον ωφέλιμον και οικοδομητικόν και ενθαρρύνει και παρηγορεί τους πιστούς με την διδασκαλίαν του.
Α Κορ. 14,4 ὁ λαλῶν γλώσσῃ ἑαυτὸν οἰκοδομεῖ, ὁ δὲ προφητεύων ἐκκλησίαν οἰκοδομεῖ.
Α Κορ. 14,4 Εκείνος που ομολεί ξένην γλώσσαν, οικοδομείται βέβαι ο ίδιος από τα νοήματά που του εμπνέει το Πνεύμα το Αγιον. Εκείνος όμως που διδάσκει τας αληθείας της πίστεως, οικοδομεί όλο το πλήθος των πιστών, που τον ακούουν.
Α Κορ. 14,5 θέλω δὲ πάντας ὑμᾶς λαλεῖν γλώσσαις, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε· μείζων γὰρ ὁ προφητεύων ἢ ὁ λαλῶν γλώσσαις, ἐκτὸς εἰ μὴ διερμηνεύῃ, ἵνα ἡ ἐκκλησία οἰκοδομὴν λάβῃ.
Α Κορ. 14,5 Και εγώ βέβαια θέλω να ομιλήτε όλοι σας ξένας γλώσσας, αφού τόσον πολύ το επιθυμείτε. Περισσότερον όμως θέλω να έχετε τον πλούτον της γνώσεως του Αγίου Πνεύματος και να εξαγγέλλετε το θέλημα και την βουλήν του Κυρίου. Διότι από απόψεως πνευματικής οικοδομής και εξυπηρετήσεως των πιστών, είναι ανώτερος εκείνος, που διδάσκει, από εκείνον που ομιλεί ξένας γλώσσας, εκτός εάν ο ίδιος εξηγή όσα λέγει, δια να οικοδομηθή εις την αλήθειαν και την αρετήν η Εκκλησία, οι πιστοί.
Α Κορ. 14,6 νυνὶ δέ, ἀδελφοί, ἐὰν ἔλθω πρὸς ὑμᾶς γλώσσαις λαλῶν, τί ὑμᾶς ὠφελήσω, ἐὰν μὴ ὑμῖν λαλήσω ἢ ἐν ἀποκαλύψει ἢ ἐν γνώσει ἢ ἐν προφητείᾳ ἢ ἐν διδαχῇ;
Α Κορ. 14,6 Τωρα όμως αδελφοί, ας υποθέσωμεν ότι έρχομαι προς σας ομιλών ξένας γλώσσας. Τι έχω να σας ωφελήσω, εάν δεν σας ομιλήσω η με αποκάλυψιν Θεού η με γνώσιν που θα γίνη κτήμα σας η με προφητείαν η με διδασκαλίαν οικοδομητικήν;
Α Κορ. 14,7 ὅμως τὰ ἄψυχα φωνὴν διδόντα, εἴτε αὐλὸς εἴτε κιθάρα, ἐὰν διαστολὴν τοῖς φθόγγοις μὴ διδῷ, πῶς γνωσθήσεται τὸ αὐλούμενον ἢ τὸ κιθαριζόμενον;
Α Κορ. 14,7 Ομως τα μουσικά όργανα, που είναι βέβαια άψυχα, όταν βγάζουν ήχον, είτε αυλός είναι είτε κιθάρα, εάν δεν ξεχωρίσουν και εναρμονίσουν τους μουσικούς φθόγγους, πως θα γίνη γνωστόν και κατανοητόν αυτό που παίζει ο αυλός η η κιθάρα;
Α Κορ. 14,8 καὶ γὰρ ἐὰν ἄδηλον φωνὴν σάλπιγξ δῷ, τίς παρασκευάσεται εἰς πόλεμον;
Α Κορ. 14,8 Και εάν πάλιν η πολεμική σάλπιγξ βγάλή φωνήν χωρίς νόημα και σημασίαν, ποιός θα παρασκευασθή εις πόλεμον και θα λάβη μέρος εις την μάχην;
Α Κορ. 14,9 οὕτω καὶ ὑμεῖς διὰ τῆς γλώσσης ἐὰν μὴ εὔσημον λόγον δῶτε, πῶς γνωσθήσεται τὸ λαλούμενον; ἔσεσθε γὰρ εἰς ἀέρα λαλοῦντες.
Α Κορ. 14,9 Ετσι και σεις, εάν με την γλώσσαν σας δεν πήτε λόγον, που να έχη νόημα και σημασίαν σαφή και καταληπτήν στους άλλους, πως είναι δυνατόν να εννοηθούν τα λεγόμενά σας; Διότι θα είσθε σαν να ομιλήτε στον αέρα.
Α Κορ. 14,10 τοσαῦτα εἰ τύχοι γένη φωνῶν ἐστιν ἐν κόσμῳ, καὶ οὐδὲν αὐτῶν ἄφωνον·
Α Κορ. 14,10 Υπάρχουν στον κόσμον, και εγώ δεν γνωρίζω πόσα ειδή γλωσσών και κανένα από αυτά δεν είναι χωρίς νόημα, χωρίς σημασίαν.
Α Κορ. 14,11 ἐὰν οὖν μὴ εἰδῶ τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς, ἔσομαι τῷ λαλοῦντι βάρβαρος καὶ ὁ λαλῶν ἐν ἐμοὶ βάρβαρος.
Α Κορ. 14,11 Εάν, λοιπόν, εγώ δεν γνωρίζω την σημασίαν της γλώσσης και δεν εννοώ τα νοήματα που αναπτύσσονται με αυτήν, θα είμαι δια τον ομιλούντα ξενόγλωσσος βάρβαρος, όπως και ο ομιλών την ξένην γλώσσαν θα είναι δι' εμέ βάρβαρος.
Α Κορ. 14,12 οὕτω καὶ ὑμεῖς ἐπεὶ ζηλωταί ἐστε πνευμάτων, πρὸς τὴν οἰκοδομὴν τῆς ἐκκλησίας ζητεῖτε ἵνα περισσεύητε.
Α Κορ. 14,12 Ετσι και σεις, επειδή έχετε ζήλον και επιθυμείτε πολύ να αποκτήσετε πνευματικά χαρίσματα, ζητείτε από τον Θεόν να σας δώση με το παραπάνω εκείνα που βοηθούν και συνεργούν εις την πνευματικήν ωφέλειαν και πρόοδον των πιστών.
Α Κορ. 14,13 Διόπερ ὁ λαλῶν γλώσσῃ προσευχέσθω ἵνα διερμηνεύῃ.
Α Κορ. 14,13 Δι' αυτό ακριβώς εκείνος που ομιλεί ξένην γλώσσαν, ας παρακαλή τον Θεόν να του δοθή το χάρισμα, δια να εξηγή και να ερμηνεύη την γλώσσαν αυτήν.
Α Κορ. 14,14 ἐὰν γὰρ προσεύχωμαι γλώσσῃ, τὸ πνεῦμά μου προσεύχεται, ὁ δὲ νοῦς μου ἄκαρπός ἐστι.
Α Κορ. 14,14 Διότι, εάν με το χάρισμα της γλώσσης προσεύχωμαι στον Θεόν, η καρδιά μου και η ψυχή μου, που ευρίσκονται υπό την χάριν του Αγίου Πνεύματος, πλημμυρίζουν από ιερά συναισθήματα και ωφελούνται από την προσευχήν. Η διάνοιά μου όμως μένει στείρα και άκαρπος, διότι δεν κατανοεί και δεν προσφέρει καμμίαν πνευματικήν ωφέλειαν στους άλλους.
Α Κορ. 14,15 τί οὖν ἐστι; προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι δὲ καὶ τῷ νοΐ· ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ δὲ καὶ τῷ νοΐ.
Α Κορ. 14,15 Τι λοιπόν πρέπει να γίνη επί του προκειμένου; Θα προσευχηθώ με το πνευματικόν χάρισμα, αλλά θα προσευχηθώ και με τον νουν, κατανοών και ερμηνεύων το περιεχόμενον, της προσευχής. Θα ψάλλω με το πνευματικόν χάρισμα της γλώσσης, θα ψάλλω όμως και με τον νουν.
Α Κορ. 14,16 ἐπεὶ ἐὰν εὐλογήσῃς τῷ πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τὸ ἀμὴν ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ; ἐπειδὴ τί λέγεις οὐκ οἶδε;
Α Κορ. 14,16 Διότι εάν δια του πνευματικού σου χαρίσματος δοξολογήσης τον Θεόν εις την ξένην γλώσσαν, τότε εκείνο που έχει την θέσιν του ακροατού, ο απλούς που δεν γνωρίζει την γλώσσαν, πως θα είπη το αμήν δια την ευχαριστίαν σου; Βεβαίως δεν θα το είπη, διότι δεν γνωρίζει τι λέγεις.
Α Κορ. 14,17 σὺ μὲν γὰρ καλῶς εὐχαριστεῖς, ἀλλ᾿ ὁ ἕτερος οὐκ οἰκοδομεῖται.
Α Κορ. 14,17 Διότι συ μεν καλά ευχαριστείς τον Θεόν εις την ξένην γλώσσαν· ο άλλος όμως δεν οικοδομείται πνευματικώς.
Α Κορ. 14,18 εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου πάντων ὑμῶν μᾶλλον γλώσσαις λαλῶν·
Α Κορ. 14,18 Ευχαριστώ τον Θεόν μου, διότι μου έδωσε το χάρισμα να ομιλώ ξένας γλώσσας περισσότερον από όλους σας.
Α Κορ. 14,19 ἀλλ᾿ ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους διὰ τοῦ νοός μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἢ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ.
Α Κορ. 14,19 Αλλ' εις την σύναξιν των πιστών επιθυμώ και θέλω να πω πέντε σαφή και καθαρά λόγια, που να τα καταλαβαίνη ο ιδικός μου νους και ο νους των άλλων, δια να τους διδάξω την αλήθειαν του Θεού, παρά να είπω χιλιάδας λόγους εις ξένην και άγνωστον δι' αυτούς γλώσσαν.
Α Κορ. 14,20 Ἀδελφοί, μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε, ταῖς δὲ φρεσὶ τέλειοι γίνεσθε.
Α Κορ. 14,20 Αδελφοί, μη γίνεσθε σαν μικρά παιδιά κατά τον νουν και κατά την σκέψιν, αλλά να γίνεσθε απονήρευτοι και αθώοι σαν τα νήπια κατά την κακίαν. Κατά δε τον νουν και την σύνεσιν και την ορθοφροσύνην να γίνεσθε τέλειοι.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Α ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ 14β

Α Κορ. 14,21 ἐν τῷ νόμῳ γέγραπται ὅτι ἐν ἑτερογλώσσοις καὶ ἐν χείλεσιν ἑτέροις λαλήσω τῷ λαῷ τούτῳ, καὶ οὐδ᾿ οὕτως εἰσακούσονταί μου, λέγει Κύριος.
Α Κορ. 14,21 Εις την Παλαιάν Διαθήκην έχει γραφή, ότι “θα ομιλήσω στον λαόν τούτον, τον ιουδαϊκόν, δια μέσου ανθρώπων που ομιλούν ξένας γλώσσας και με χείλη ξένων λαών, αλλ' ακόμη ούτε με τον τρόπον αυτόν, τον θαυμαστόν και υπερφυσικόν, θα με ακούσουν”, λέγει ο Κυριος.
Α Κορ. 14,22 ὥστε αἱ γλῶσσαι εἰς σημεῖόν εἰσιν οὐ τοῖς πιστεύουσιν, ἀλλὰ τοῖς ἀπίστοις, ἡ δὲ προφητεία οὐ τοῖς ἀπίστοις, ἀλλὰ τοῖς πιστεύουσιν.
Α Κορ. 14,22 Ωστε αι ξέναι γλώσσαι δίδονται δια να είναι υπερφυσικόν σημείον όχι στους πιστεύοντας, αλλ' στους απίστους, μήπως και επιστρέψουν εις την πίστιν. Το δε χάρισμα της προφητείας και διδασκαλίας υπάρχει όχι δια τους απίστους, αλλά δια τους πιστούς, ώστε να προοδεύουν και να ενισχύωνται εις την πνευματικήν ζωήν.
Α Κορ. 14,23 Ἐὰν οὖν συνέλθῃ ἡ ἐκκλησία ὅλη ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ πάντες γλώσσαις λαλῶσιν, εἰσέλθωσι δὲ ἰδιῶται ἢ ἄπιστοι, οὐκ ἐροῦσιν ὅτι μαίνεσθε;
Α Κορ. 14,23 Εάν, λοιπόν, συγκεντρωθούν στο αυτό μέρος οι πιστοί και όλοι ομιλούν ξένας γλώσσας, εισέλθουν δε άνθρωποί που δεν έχουν χαρίσματα η είναι και εντελώς άπιστοι, δεν θα πουν ότι είσθε έξαλλοι και τρελλοί;
Α Κορ. 14,24 ἐὰν δὲ πάντες προφητεύωσιν, εἰσέλθῃ δέ τις ἄπιστος ἢ ἰδιώτης, ἐλέγχεται ὑπὸ πάντων, ἀνακρίνεται ὑπὸ πάντων,
Α Κορ. 14,24 Εάν όμως όλοι διδάσκουν με απλότητα και σαφήνειαν, έλθη δε στον τόπον της συγκεντρώσεώς σας ένας άπιστος η κάποιος απλοϊκός χωρίς πνευματικόν χάρισμα, αποκαλύπτεται τότε με τον τρόπον αυτόν από όλους οποίος πράγματι είναι αυτός και ερευνάται η καρδία του από όλους·
Α Κορ. 14,25 καὶ οὕτω τὰ κρυπτὰ τῆς καρδίας αὐτοῦ φανερὰ γίνεται· καὶ οὕτω πεσὼν ἐπὶ πρόσωπον προσκυνήσει τῷ Θεῷ, ἀπαγγέλλων ὅτι ὁ Θεὸς ὄντως ἐν ὑμῖν ἐστι.
Α Κορ. 14,25 και έτσι τα κρυπτά της καρδίας του γίνονται φανερά· και ως αποτέλεσμα θα έλθη ότι αυτός θα πέση με το πρόσωπον εις την γην, θα προσκυνήση τον Θεόν και θα ομολογήση δημοσία με συναίσθησιν και μετάνοιαν, ότι “πράγματι ο Θεός είναι μεταξύ σας”.
Α Κορ. 14,26 Τί οὖν ἐστιν, ἀδελφοί, ὅταν συνέρχησθε, ἕκαστος ὑμῶν ψαλμὸν ἔχει, διδαχὴν ἔχει, γλῶσσαν ἔχει, ἀποκάλυψιν ἔχει, ἑρμηνείαν ἔχει· πάντα πρὸς οἰκοδομὴν γινέσθω.
Α Κορ. 14,26 Τι πρέπει, λοιπόν, να γίνη επί του προκειμένου, αδελφοί; Οταν συναθροίζεσθε στον τόπον της λατρείας και της προσευχής, ο καθένας σας η ψαλμόν έχει η διδασκαλίαν έχει η γλώσσαν η κάποιαν αποκάλυψιν η εξήγησιν και ανάλυσιν των θείων λόγων, όλα αυτά τα χαρίσματα του Θεού, ας γίνωνται προς πνευματικήν ωφέλειαν των πιστών.
Α Κορ. 14,27 εἴτε γλώσσῃ τις λαλεῖ, κατὰ δύο ἢ τὸ πλεῖστον τρεῖς, καὶ ἀνὰ μέρος, καὶ εἷς διερμηνευέτω·
Α Κορ. 14,27 Εάν μερικοί ομιλούν γλώσσας, ας ομιλούν από δύο η το πολύ τρεις και με την σειράν του ο καθένας· ένας δε ας ερμηνεύη όσα λέγει εκείνος, που ομιλεί εις ξένην γλώσσαν.
Α Κορ. 14,28 ἐὰν δὲ μὴ ᾖ διερμηνευτής, σιγάτω ἐν ἐκκλησίᾳ, ἑαυτῷ δὲ λαλείτω καὶ τῷ Θεῷ.
Α Κορ. 14,28 Εάν δε δεν υπάρχη διερμηνεύς, τότε αυτός που έχει το χάρισμα της γλώσσης ας σιωπά κατά την σύναξιν. Ας ομιλή δε με τον εαυτόν του και με τον Θεόν.
Α Κορ. 14,29 προφῆται δὲ δύο ἢ τρεῖς λαλείτωσαν, καὶ οἱ ἄλλοι διακρινέτωσαν·
Α Κορ. 14,29 Προφήται δε πάλιν δύο η τρεις ας ομιλούν και οι άλλοι ας κρίνουν και ας διακρίνουν, αν ο προφήτης είναι πραγματικός η εάν είναι απατεών.
Α Κορ. 14,30 ἐὰν δὲ ἄλλῳ ἀποκαλυφθῇ καθημένῳ, ὁ πρῶτος σιγάτω.
Α Κορ. 14,30 Εάν δε εν τω μεταξύ εις άλλον, που κάθεται, αποκαλυφθούν αλήθειαι εκ μέρους του Θεού, ας ομιλήση αυτός και ο πρώτος ας σιωπήση.
Α Κορ. 14,31 δύνασθε γὰρ καθ᾿ ἕνα πάντες προφητεύειν, ἵνα πάντες μανθάνωσι καὶ πάντες παρακαλῶνται·
Α Κορ. 14,31 Διότι ημπορείτε όλοι σας ο ένας μετά τον άλλον να προφητεύετε και να διδάσκετε, ώστε όλοι να μανθάνουν, και όλοι να παρηγορούνται, να ενισχύωνται εις την πίστιν και την αρετήν.
Α Κορ. 14,32 καὶ πνεύματα προφητῶν προφήταις ὑποτάσσεται·
Α Κορ. 14,32 Διότι και τα χαρίσματα της προφητείας υποτάσσονται στους προφήτας και έτσι ημπορούν αυτοί να ομιλούν και να σιωπούν, όταν το κρίνουν.
Α Κορ. 14,33 οὐ γάρ ἐστιν ἀκαταστασίας ὁ Θεός, ἀλλὰ εἰρήνης.
Α Κορ. 14,33 Διότι ο Θεός μας δεν είναι Θεός αταξίας και συγχύσεως, αλλ' ειρήνης και τάξεως.
Α Κορ. 14,34 Ὡς ἐν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις τῶν ἁγίων, αἱ γυναῖκες ὑμῶν ἐν ταῖς ἐκκλησίαις σιγάτωσαν· οὐ γὰρ ἐπιτέτραπται αὐταῖς λαλεῖν. ἀλλ᾿ ὑποτάσσεσθαι, καθὼς καὶ ὁ νόμος λέγει.
Α Κορ. 14,34 Κατά την τάξιν δε που επικρατεί εις όλας τας Εκκλησίας των Χριστιανών, αι γυναίκες σας εις τας συγκεντρώσεις των πιστών ας σιωπούν. Διότι δεν είναι επιτετραμμένον εις αυτάς να ομιλούν και να διδάσκουν, αλλά να υποτάσσωνται, όπως και ο νόμος του Θεού λέγει.
Α Κορ. 14,35 εἰ δέ τι μαθεῖν θέλουσιν, ἐν οἴκῳ τοὺς ἰδίους ἄνδρας ἐπερωτάτωσαν· αἰσχρὸν γάρ ἐστι γυναιξὶν ἐν ἐκκλησίᾳ λαλεῖν.
Α Κορ. 14,35 Εάν δε και θέλουν να μάθουν κάτι που δεν γνωρίζουν η κάτι που ελέχθη εις την σύναξιν και δεν το εννόησαν, ας ερωτούν δι' αυτό τους άνδρας των στο σπίτι. Διότι είναι απρεπές και άκοσμον δια τας γυναίκας να ομιλούν και να διδάσκουν εις την σύναξιν των πιστών κατά την ώραν της λατρείας.
Α Κορ. 14,36 ἢ ἀφ᾿ ὑμῶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθεν, ἢ εἰς ὑμᾶς μόνους κατήντησεν;
Α Κορ. 14,36 Αυτό γίνεται εις τας άλλας Εκκλησίας. Η μήπως τυχόν φρονείτε ότι η ιδική σας Εκκλησία είναι αρχαιοτέρα και ανωτέρα από τας άλλας και ότι από σας εβγήκεν ο λόγος του Θεού η αποκλειστικά και μόνον εις σας ελέχθη και έμεινε;
Α Κορ. 14,37 Εἴ τις δοκεῖ προφήτης εἶναι ἢ πνευματικός, ἐπιγινωσκέτω ἃ γράφω ὑμῖν, ὅτι τοῦ Κυρίου εἰσὶν ἐντολαί·
Α Κορ. 14,37 Εάν κανείς νομίζη, ότι είναι προφήτης η ότι έχει πνευματικόν χάρισμα, ας προσπαθήση να καταλάβη καλά αυτά, που σας γράφω, διότι είναι εντολαί του Κυρίου και όχι ιδικαί μου.
Α Κορ. 14,38 εἰ δέ τις ἀγνοεῖ, ἀγνοείτω.
Α Κορ. 14,38 Εάν όμως κανείς επιμένη να τα αγνοή, ας μένη εις την άγνοιάν του και ας δώση λόγον δι' αυτήν.
Α Κορ. 14,39 Ὥστε, ἀδελφοί, ζηλοῦτε τὸ προφητεύειν, καὶ τὸ λαλεῖν γλώσσαις μὴ κωλύετε·
Α Κορ. 14,39 Ωστε, αδελφοί, να επιθυμήτε και να επιδιώκετε με ζήλον το οικοδομητικόν χάρισμα της προφητείας και διδασκαλίας. Αλλά να μη εμποδίζετε και το να ομιλούν ξένας γλώσσας.
Α Κορ. 14,40 πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω.
Α Κορ. 14,40 Ολα να γίνωνται με κοσμιότητα, με ευπρέπειαν και με τάξιν.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Καινή Διαθήκη, New Testament”