Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Ιστορίες για να γελάσουμε ή να κλάψουμε, αλλά οπωσδήποτε για να προβληματιστούμε.

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

«Μην αφήσεις Παναγία μου να πεθάνω πριν παραδώσω σε χέρια σίγουρα την εικόνα σου»


O γέρο Χαραλάμπης έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του με την νοσταλγία της χαμένης του πατρίδας.Σκεφτόταν συνέχεια το όμορφο χωριό του κοντά στην Προύσα και τα μάτια του βούρκωναν.Μ’αυτόν τον καημό έφυγε για την ζωή. Συχνά έπαιρνε στην αγκαλιά του τον εγγονό του τον Μπάμπη, και του μιλούσε για το χωριό του. Του περιέγραφε πως ήταν η εκκλησία, το σχολείο που έμαθε τα πρώτα του γράμματα, την πλατεία που έπαιζε. Με μεγάλη λεπτομέρεια του περιέγραφε το σπίτι που γεννήθηκε, παντρεύθηκε, απέκτησε τα παιδιά του. Ο Μπάμπης μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα. Πάντα όμως θυμόταν τον παππού του….. Και όταν κάποια μέρα πληροφορήθηκε πως ένα ταξιδιωτικό πρακτορείο είχε οργανώσει εκδρομή στα μέρη της Προύσας, θεώρησε χρέος του να επισκεφθεί αυτόν τον τόπο, στη μνήμη του παππού του. Δυνατή συγκίνηση κατέλαβε τον Μπάμπη, όταν βρέθηκε στο χωριό του παππού του. Είδε πρώτα την εκκλησία, μόνο που τώρα ήταν τζαμί. Πλησίασε στο καφενεδάκι του παππού του…… ήταν κλειστό. Και η πλατεία εντελώς παραμελημένη. Κι ‘έφτασε μπροστά στο σπίτι….. Με τρεμάμενο χέρι έσπρωξε την αυλόπορτα. Στα σκαλοπάτια καθόταν ένα γεροντάκι. Σηκώθηκε μόλις τον είδε.»Έλα παιδί μου, τι θέλεις;» τον ρώτησε στα τούρκικα… Με τις λίγες τούρκικες λέξεις που είχε μάθει ο Μπάμπης από τον παππού του, προσπάθησε να του δώσει να καταλάβει πως είχε έρθει από την Ελλάδα για να γνωρίσει το χωριό του παππού του. Σαν τ άκουσε ο γέρος τινάχτηκε πάνω. Άπλωσε τα χέρια και τον έσφιξε στην αγκαλιά του…»Κάλως όρισες» του είπε ελληνικά. «Το ξέρα πως θα ρθείς και σε περίμενα» ο Μπάμπης τον κοίταξε σαστισμένος. Τον έπιασε εκείνος από το χέρι και τον οδήγησε σ´ένα μικρό δωμάτιο στο εσωτερικό του σπιτιού. Τον έβαλε να καθίσει στην μοναδική καρέκλα . Σκούπισε ένα δάκρυ που κύλησε στο πρόσωπο του και συνέχισε. Γεννήθηκα σ´ ένα όμορφο χωριουδάκι της Μακεδονίας.Οι γονείς μου ήταν Μωαμεθανοί και στο επάγγελμα αγρότες. Εγώ ήμουν το μικρότερο παιδί της οικογένειας. Όταν οι άλλοι λείπανε όλη μέρα στα κτήματα εγώ έμενα στο σπίτι του φίλου μου του Νικολάκη. Πολλές φορές κοιμόμουνα κιόλας. Οι γονείς του μ´αγαπούσαν και δεν με ξεχώριζαν από τα παιδιά τους. Ήταν καλοί άνθρωποι και πιστοί χριστιανοί, Εκκλησιάζονταν συχνά το βράδυ όλη η οικογένεια, γονάτιζαν και προσεύχονταν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας όπου έκαιγε συνέχεια το καντήλι, και δίπλα το θυμιατήρι, που σκορπούσε σ´όλο το σπίτι ευωδία. Όλα αυτά έμενα μ´ έκαναν να νιώθω δέος. Πολλές φορές γονάτιζα και εγώ μαζί τους και μιλούσα με την Παναγία σαν να μιλούσα με την μάνα μου. Η ψυχή μου τότε γέμιζε γαλήνη. Κάποια μέρα η οικογένεια του Νικολάκη πήγανε σ´ένα ξωκλήσι που πανηγύριζε. Με πήραν κι εμένα μαζί τους. Παρακολούθησα τη Θεία λειτουργία κι όταν είδα τους πιστούς να προχωρούν προς την Ωραία Πύλη για να μεταλάβουν ακολούθησα και εγώ. Ο πατέρας του φίλου μου με συγκράτησε.«Όχι εσύ παιδί μου» μου είπε χαμηλόφωνα. «Δεν μπορείς να μεταλάβεις γιατί είσαι αβάφτιστος» Τον κοίταξα με παράπονο..» «Τότε να βαπτιστώ» του απάντησα. Λίγο αργότερα ο κυρ Δημήτρης μου εξήγησε πως ανήκουμε σε διαφορετικές θρησκείες και οι γονείς μου δεν θα μου επέτρεπαν να βαπτιστώ. Θα μπορούσα όμως να το κάνω όταν γινόμουν ενήλικος κι εξακολουθούσα να έχω τον ίδιο πόθο. Κι εγώ περίμενα την πολυπόθητη εκείνη μέρα και συνέχιζα να προσεύχομαι στην Παναγία. Δυστυχώς όμως δεν πρόλαβα να πραγματοποιήσω τη μεγάλη μου επιθυμία. Πριν ακόμα ενηλικιωθώ έγινε η ανταλλαγή των πληθυσμών. Με πήραν οι γονείς μου και με φέρανε σε τούτο εδώ το χωριό. Ήταν νύχτα και δεν μπόρεσα να αποχαιρετήσω τον φίλο μου και την αγαπημένη μου εκείνη οικογένεια. Αυτό μου στοίχισε πολύ. Μια δυο φορές θέλησα να φύγω από το σπίτι. Οι γονείς μου αναγκάστηκαν να με κλειδώσουν σε τούτο εδώ το δωμάτιο, και συνέχισα να μένω όλα αυτά τα χρόνια. Ένα βράδυ πάνω στην απελπισία μου γονάτισα, όπως έκανε η οικογένεια του Νικολάκη και με δάκρυα στα μάτια παρακάλεσα την Παναγία να με βοηθήσει να γυρίσω πίσω. Και ξαφνικά νιώθω μια υπέροχη ευωδιά να πλημμυρίζει το δωμάτιο. Το θεώρησα σαν απάντηση της Παναγίας στην προσευχή μου. Την ίδια ευωδία την νιώθω ακόμα μέχρι σήμερα, όταν το βράδυ προσεύχομαι. Αργότερα άρχισα να ακούω κάποια ελαφρά χτυπήματα κάτω από το κρεβάτι που κοιμόμουν. Έναν ολόκληρο χρόνο δεν μπορούσα να καταλάβω τι συνέβαινε, ούτε όμως τολμούσα να το πω σε κάποιον. Βρήκα την ευκαιρία κάποια μέρα που όλη η οικογένεια μου είχε πάει σ´ένα γάμο στο διπλανό χωριό κι έψαξα με πολύ προσοχή στο σημείο εκείνο. Πρόσεξα πως κάποια σανίδια δεν εφάρμοζαν εντελώς. Τα ανασήκωσα μ’ενα αιχμηρό αντικείμενο. Είδα από κάτω ένα μεταλλικό κουτί. «Σίγουρα θα είναι κάποιος κρυμμένος θυσαυρός» σκέφτηκα. Ρίγος με κατέλαβε όταν το άνοιξα. Μέσα υπήρχε μια ολόχρυση εικόνα της Παναγίας, ένα καντήλι και ένα θυμιατήρι που ευωδίαζαν. «Σκέφτηκα πως οι άνθρωποι που φύγανε από αυτό το σπίτι έκρυψαν τον πολύτιμο θησαυρό τους για να μην πέσει σε βέβηλα χέρια». Το ίδιο σκέφτηκα να κάνω και γω. Να φυλάξω την εικόνα μέχρι να βρεθεί κάποιος από την οικογένεια που θα μπορούσα να την παραδώσω. Κι αυτό ήταν το αίτημα μου όταν προσευχόμουν κάθε βράδυ στην Παναγία. Πέρασαν χρόνια από τότε. Οι γονείς μου φύγανε από τη ζωή. Τ’ αδέρφια μου παντρεύτηκαν κι έκαναν δικό τους σπιτικό. Εγώ έμεινα εδώ μόνος. Φύλαγα την εικόνα της Παναγίας. Δεν θέλησα να παντρευτώ, ούτε να μπει γυναίκα στο σπίτι μου. Οι συγγενείς και συγχωριανοί μου με θεωρούσαν αλλοπαρμένο και δεν με πλησίαζαν. Αυτό με βόλευε, γιατί δεν με ενοχλούσαν. Είχα πάντα την Παναγία που με προστάτευε. Τελευταία οι δυνάμεις μου άρχισαν να με εγκαταλείπουν. «Μην αφήσεις Παναγία μου να πεθάνω πριν παραδώσω σε χέρια σίγουρα την εικόνα σου» Προσευχόμουν συνέχεια. Και ψες το βράδυ πήρα την απάντηση της . Η ευωδία σταμάτησε. Μια δροσερή αύρα απλώθηκε στην ψυχή μου. Έβγαλα την εικόνα από το κουτί και μου φάνηκε πως η Παναγία μου χαμογέλασε. «Κάποιον θα στείλει σήμερα να την πάρει», σκέφτηκα και κάθισα από το πρωί στα σκαλοπάτια να περιμένω. Τώρα πια μπορώ να κλείσω τα μάτια μου ήσυχος. Συγκινημένος ο Μπάμπης πήρε το ιερό κειμήλιο από τα χέρια του γέροντα. Έσκυψε μετά και φίλησε το χέρι του κι ένιωσε σαν να φιλούσε το χέρι του παππού του. Τον ευχαρίστησε με όλη του την καρδιά. Αποχαιρετήστηκαν δακρυσμένοι. Πριν φύγει ο Μπάμπης, ο γέροντας του έδωσε ένα σακουλάκι «Πάρτο παιδί μου, του είπε. Έχει χώμα από τον κήπο του παππού σου. Βάλτο στον τάφο του να αναπαυθεί η ψυχή του...
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Πώς θα γίνει ο κόσμος καλύτερος
Ένας ηλικιωμένος ξυλουργός κόντευε να βγει στη σύνταξη, και είπε στο αφεντικό του τα σχέδια του για να φύγει και να ζήσει πιο ξεκούραστα μαζί με τη γυναίκα του. Βέβαια δεν θα συνέχιζε να βγάζει τόσα λεφτά, όμως έπρεπε να βγει στη σύνταξη. Θα τα κατάφερναν.
Ο εργολάβος του στεναχωρήθηκε που θα έφευγε ένας τόσο καλός μάστορας, και ζήτησε από τον ξυλουργό αν θα μπορούσε να του χτίσει άλλο ένα σπίτι σαν προσωπική του χάρη.
Ο ξυλουργός είπε ναι, όμως όσο περνούσε ο καιρός δεν ήταν δύσκολο να παρατηρήσει κάποιος πως δεν δούλευε με όλη του τη καρδιά. Χρησιμοποιούσε υλικά κατώτερης ποιότητας, και έκανε επιπόλαιη δουλειά. Ήταν ο χειρότερος τρόπος για να τελειώσει μια καριέρα γεμάτη αφοσίωση και επιτυχίες.
Όταν ο ξυλουργός τελείωσε το έργο, ήρθε ο εργολάβος να επιθεωρήσει το σπίτι. Έδωσε το κλειδί της εισόδου στον ξυλουργό και του είπε,
«Αυτό το σπίτι είναι δικό σου, ένα δώρο από μένα για σένα.»
Ο ξυλουργός έμεινε άναυδος!
Τι κρίμα!
Αν μόνο ήξερε πως έχτιζε το δικό του σπίτι, θα το είχε κάνει εντελώς διαφορετικά.
Το ίδιο συμβαίνει και με μας.
Χτίζουμε τη ζωή μας, μέρα με την μέρα, πολύ συχνά μη κάνοντας το καλύτερο μας σε αυτό που κτίζουμε.
Και μετά μένουμε εμβρόντητοι όταν αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να κατοικήσουμε στο σπίτι που κτίσαμε.
Αν μπορούσαμε να το κάνουμε ξανά, θα το χτίζαμε εντελώς διαφορετικά. Να όμως που δεν μπορούμε να επιστρέψουμε….
Εσύ είσαι ο ξυλουργός στη ζωή σου. Κάθε μέρα βάζεις μια πρόκα, τοποθετείς άλλη μια τάβλα, ή ορθώνεις ένα τοίχο.
Οι προθέσεις και οι επιλογές που κάνεις σήμερα χτίζουν το αυριανό σου «σπίτι»…
Γι’ αυτό να χτίζεις με σοφία!
Ζήτησε από το Θεό να γίνει Αυτός ο εργολάβος στη ζωή σου!
Αυτός θα σου δείξει πως να φτιάξεις ένα γερό θεμέλιο για να χτίσεις το σπιτικό της ζωής σου.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Τά χτυπήματα τοῦ πατέρα
Γνωρίζουμε ότι η υπομονή είναι πολύτιμη αρετή, που μας καθιστά αρεστούς στον Θεό. Αλλά η άσκηση της υπομονής δεν είναι καθόλου εύκολο κατόρθωμα. Θέλει βέβαια επιστράτευση ψυχικών δυνάμεων. Θέλει οπωσδήποτε θερμή και πολλή προσευχή για να έλθει η χάρις του Θεού και να δυναμώσει την ψυχή. Αλλά θέλει και σκέψεις πνευματικές, για να παρηγορείται και να ενισχύεται η ψυχή.
Ένα γεγονός θα σου διηγηθώ, αδελφέ, που συνέβη κάποτε και έχει γραφεί και δίδει την ευκαιρία πολλών σκέψεων για να απαντηθεί το ερώτημα, γιατί ο Θεός επιτρέπει τους πόνους στη ζωή μας;
Κάποτε, ενώ ήταν χειμώνας και νύχτα, ναυάγησε ένα μικρό αλιευτικό πλοιάριο στις ακτές του Καναδά. Ο πλοίαρχος και ο γιος του, μοναδικοί επιβάτες του μικρού αλιευτικού , βγήκαν στην ακτή κολυμπώντας ,με βρεγμένα ρούχα και σε άσχημη κατάσταση. Γλύτωσαν από τον κίνδυνο του πνιγμού. Τώρα όμως θα πέθαιναν από το κρύο και τα βρεγμένα ρούχα. Ενώ ο πατέρας βρισκόταν σε απόγνωση, είδε, στο βάθος του δάσους που εκτεινόταν μπροστά τους, ένα αμυδρό φως. Ήταν η μοναδική ελπίδα. Το μέρος ήταν έρημο και άγνωστο. Πουθενά δεν φαινόταν κάποια κατοικία. Πατέρας και γιος άρχισαν λοιπόν να βαδίζουν προς το αμυδρό φως που έβλεπαν στο δάσος τρέμοντας, βέβαια, από το κρύο, καθώς ήταν μούσκεμα. Εάν έφθαναν εγκαίρως στο φως και έβρισκαν κάποια περιποίηση , θα γλύτωναν το βέβαιο θάνατο.
Εκεί όμως που βάδιζαν, ο γιος άρχισε να μουδιάζει, γατί τα βρεγμένα ρούχα και το πολύ κρύο τον πάγωναν. Το βάδισμά του έγινε πολύ δύσκολο και διέτρεχε τον κίνδυνο να μουδιάσουν τα πόδια του περισσότερο και να μην μπορούν να βαδίσουν καθόλου. Ο πατέρας κοίταζε να ενισχύσει το παιδί του και να το ενθαρρύνει, ώστε να συνεχίσει να περπατά. Μα δυστυχώς το μούδιασμα των ποδιών αυξανόταν και η δυσκολία του βαδίσματος γινόταν δυσχερέστερη.
Τότε ο πατέρας σοφίστηκε το εξής τέχνασμα: απέσπασε ένα κλαδί από ένα δένδρο που βρέθηκε δίπλα του και με το κλαδί αυτό άρχισε να χτυπά τα πόδια του παιδιού , το οποίο δεν μπορούσε πια σχεδόν καθόλου να βαδίσει. Ο γιος διαμαρτυρήθηκε στην αρχή γιατί τον χτυπούσε ο πατέρας. Και ο πατέρας, με πονεμένη αλλά στοργική φωνή, του απάντησε:
- Παιδί μου, πρέπει να βαδίσεις! Νίκησε το μούδιασμα των ποδιών σου και προχώρα! - Πατέρα, δεν μπορώ! Φώναξε το παιδί. Τα πόδια μου μουδιάζουν όλο και περισσότερο!
Τότε ο πατέρας έσφιξε την καρδιά του και άρχισε να χτυπά στα πόδια το παιδί του πολύ δυνατότερα. Τα πόδια του παιδιού μάτωσαν, αλλά εξαναγκάστηκε να βάλει τα δυνατά του και να συνεχίσει το περπάτημα. Τελικά, κουτσαίνοντας και με μόχθο, έφθασε μαζί με τον πατέρα του στο σπιτάκι στο οποίο έβλεπαν το φως.
Ήταν ματωμένα τα πόδια του και πληγιασμένα από το ράβδισμα με την κλάρα, που είχε αποσπάσει ο πατέρας από το δέντρο. Το παιδί βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, αλλά ήδη είχαν φθάσει στο σπίτι. Εκεί απόλαυσαν αμέσως τη στοργή και την περιποίηση. Και έτσι σώθηκαν, πατέρας και γιος, από το βέβαιο θάνατο.
Τι έκανε ο πατέρας; Θλιβερό καθήκον! Εξαναγκάστηκε να χτυπά το παιδί του στα πόδια δυνατά για να το αναγκάσει να φτάσουν στο σπίτι της σωτηρίας. Πικρό το μέσο, αλλά σωτήριο για τη ζωή τους.
Αυτό γίνεται πολλές φορές στη ζωή. Ο Θεός Πατέρας που μας αγαπά, θέλει οπωσδήποτε τη σωτηρία μας. Κάποτε εμείς οι άνθρωποι αμελούμε και κωφεύουμε στη φωνή Του. Και τότε ο Θεός Πατέρας από στοργή επιτρέπει κάποιο μαστίγωμά μας, για να ξυπνήσουμε από το λήθαργο ψυχική αμέλειας και να αφυπνιστούμε πνευματικά. Επιτρέπει ο Θεός θλίψεις και δοκιμασίες για πνευματική μας ωφέλεια. «Ον γαρ αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται» ( Παροιμ. γ΄,12 ) . Πικρό το ποτήριο του πόνου, αλλά σωτήριο.
Αδελφέ μου, τίποτε δεν γίνεται τυχαία. Το ότι ο Θεός επέτρεψε αυτή τη δοκιμασία την οποία περνάς, σημαίνει ότι έχει το σοφό σχέδιό Του. Είναι για το καλό σου. Δέξου τη θλίψη σαν επίσκεψη Θεού. Υποτάξου στο θέλημα του Θεού. Παρακάλεσε μεν τον Θεό να σε βγάλει από τη δοκιμασία και να σου πάρει τον πόνο. Και παρακάλεσε και πάλιν και πολλάκις, με επιμονή και πίστη, να σου αφαιρέσει ο Θεός την δοκιμασία. Αλλά, αν η αγαθότης Του δεν σου αφαιρεί τη θλίψη, δείξε υπομονή και υποταγή. Ειπέ μες στην καρδιά σου: « Κύριε, γενηθήτω το θέλημά Σου. Όχι όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις Εσύ». Ειπέ μαζί με τον Κεμπήσιο Θωμά: «Κύριε, αν θες να είμαι στο φως, έσο ευλογημένος. Εάν θες να μην είμαι στο φως, πάλιν έσο ευλογημένος. Εάν θες να έχω χαρά, έσο ευλογημένος. Εάν θες να έχω θλίψη και δοκιμασία, πάλιν έσο ευλογημένος». Η υπομονή σου, αδελφέ μου, και η υποταγή σου στον Θεό ανεβαίνουν ως θυμίαμα ενώπιον του θρόνου της θείας χάριτος.
Είναι άπειρα τα παραδείγματα ανθρώπων που σώθηκαν από βέβαιη ψυχική καταστροφή με το ξύπνημα το πνευματικό, που τους έφερε μια δοκιμασία στη ζωή. Άκουσα με τα αυτιά μου κάποιους να λέγουν: «Έχασα την υγεία μου, αλλά βρήκα την υγεία της ψυχής μου. Και είμαι ευτυχής» ή «Γνώρισα τον Θεό μέσα από τη θλίψη και τη δοκιμασία. Ήμουν βουτηγμένος στην αμαρτία και ο Θεός επέτρεψε να χάσω το εμπόριό μου και να βυθιστώ στην φτώχεια. Μα άνοιξαν τα μάτια μου στο φως της πίστεως! Και ζω τώρα πολύ φτωχότερα, αλλά πολύ περισσότερο ευτυχισμένος ».
Επίσης, είδα πολλές φορές στη ζωή μου πονεμένους και πενθούντας για τον θάνατο προσφιλών τους προσώπων ανθρώπους, οι οποίοι ζούσαν ως τότε τελείως ξένοι προς την Εκκλησία, μετά όμως από το φρικτό φαρμάκι του πόνου, τους είδα να αλλάζουν τρόπο ζωής, να αφυπνίζονται πνευματικά, να ενδιαφέρονται για τη μετά θάνατον ζωή, που ως τότε δεν τους είχε απασχολήσει , να βρίσκουν την παρηγοριά τους στην Εκκλησία και να σώζονται πνευματικά.
Το σχέδιο του Θεού στη ζωή μας, αδελφέ μου, είναι σοφό και στοργικό. Να τα δεχόμαστε όλα από το χέρι του Θεού με υποταγή, ταπείνωση και πιστότητα στην αγάπη Του. Υπάρχουν στιγμές που είναι συμφέρον για εμάς κάποιος πόνος ή κάποια δοκιμασία . Εμείς είμαστε πολλές φορές κοντόφθαλμοι. Ο Θεός βλέπει πολύ μακρύτερα από εμάς.
Έχω δει πλειστάκις και στην προσωπική μου ζωή, κάτω από μια δοκιμασία να κρύβεται μεγάλη ψυχική ωφέλεια. Έχω δει το χέρι του Θεού πολλές φορές στη ζωή μου, αδελφέ, άλλοτε να με θωπεύει και άλλοτε να με χαστουκίζει. Όμως πάντοτε είδα ότι το χέρι ήταν στοργικό και αποβλέπει στη δική μου σωτηρία.
Μητροπολίτου πρ. Πειραιώς Καλλινίκου Καρούσου, Για σένα που πονάς, εκδ. Χρυσοπηγή, Αθήνα 2011
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Το δράμα μιας νεαρής μοναχής. Συγκλονιστική Αληθινή Ιστορία


Ήταν μία κόρη ονομαζόμενη Μαρία. Ο πατέρας της ήταν χριστιανός και εζήτει να την υπανδρεύσει εκείνη δεν ήθελε, θέλουσα να φυλάξει παρθενία. Την έβαλε σ' ένα μοναστήρι γυναικείο και την παρέδωκε της ηγουμένης να την έχει ως παιδί της. Και αφού πέθανε ο πατήρ της, έγινε άλλος αφέντης στην χώρα εκείνη, όστις βγήκε μία ημέρα και πήγε στο μοναστήρι οπού ήταν η Μαρία. Και ευθύς οπού την είδε ο αφέντης, ετρώθη η καρδιά του έρωτα σατανικό και γυρίζοντας στο σπίτι του έστειλε γράμματα στην ηγουμένη και της έλεγε: Αμέσως να μου στείλεις την Μαρία, διότι την είδα και με είδε, με ηγάπησε και την ηγάπησα. Διαβάζει το γράμμα η ηγουμένη, κράζει την Μαρία και της λέγει: Παιδί μου, τί καλό είδες στον πασά και τον κοίταξες με αγάπη; Κοίταξε τί μου γράφει εδώ! Λέγει η Μαρία: Εγώ δεν ηξεύρω τίποτε. Τον κοίταξα με άλλον σκοπό και είπα: Άρα, Θεέ μου, ταύτη την δόξα οπού έχει εδώ τούτος ο πασάς, θα την έχει και στον άλλον κόσμο; Και αυτός με κοίταξε με διαβολικό σκοπό. Εγώ αν ήθελα υπανδρεία...., με υπάνδρευε και ο πατέρας μου και έπαιρνα χριστιανό.

Τότε γράφει η ηγουμένη στον πασά: Καλύτερα σου στέλνω το κεφάλι μου, παρά τη Μαρία. Στέλνει πάλιν ο πασάς και λέγει της ηγουμένης: Ή να μου στείλεις τη Μαρία, ή έρχομαι και την παίρνω μόνος μου και καίω το μοναστήρι. Το ήκουσε η Μαρία και λέγει της ηγουμένης: Όταν έλθουν οι απεσταλμένοι, στείλε τους στο κελί μου και εγώ τους αποκρίνομαι. Ήλθαν οι απεσταλμένοι στο κελί της Μαρίας, και τους ρώτησε τι θέλουν. Της είπαν εκείνοι: Μας έστειλε ο πασάς να σε πάρουμε, διότι είδε τα μάτια σου και τα ορέχθηκε. Τους είπε να περιμένουν να υπάγει στην εκκλησία. Τότε παίρνει ένα μαχαίρι και ένα πιάτο, και πηγαίνει στον Ιησού Χριστό εμπρός και λέγει: Κύριέ μου, μου έδωκες τα μάτια τα αισθητά διά να πηγαίνω στον καλό δρόμο, και εγώ να πηγαίνω με το θέλημά μου στον κακό δεν είναι πρέπον. Και επειδή αυτά τα αισθητά θα μου βγάλουν τα νοητά, ιδού οπού τα βγάνω διά την αγάπη σου, διά να φύγω από το βόρβορο της αμαρτίας. Και ευθύς βάζει το μαχαίρι μέσα στο μάτι της και το βγάνει στο πιάτο. Επήγε εμπρός και στην Παναγία και βγάζει και το άλλο της μάτι και τα βάνει μαζί. Τότε τα στέλνει του πασά και αφού τα είδε ο πασάς, γύρισε ευθύς ο σατανικός έρως σε κατάνυξη και σηκώνεται ευθύς και πηγαίνει στο μοναστήρι, και παρακαλεί τις καλογραίας να υπάγουν να κάμουν δέηση στον Θεό, να γιατρευτεί η Μαρία. Πηγαίνουν πάραυτα όλες μαζί με τον πασά και πέφτοντας κατά γης παρεκάλουν τον Κύριο και την Θεοτόκο να δώσει το φως της Μαρίας. Εφάνη η Θεοτόκος τότε ως αστραπή στην Μαρία και της λέγει: Χαίρε, Μαρία! Επειδή προτίμησες να βγάλεις τα μάτια σου για την αγάπη του Υιού και την ιδική μου, ιδού πάλι έχε τα μάτια σου και πλέον πειρασμός να μη σου συμβεί. Βλέποντας δε το θαύμα οι παρόντες εχάρησαν πολύ και εδόξασαν τον Θεό και την Παναγία. Έπειτα ο πασάς αφιέρωσε πολύ χρυσό στο μοναστήρι και επήρε συγχώρηση από τις καλογραίας και αναχώρησε και έκαμε καλά και εσώθη.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΔΙΔΑΓΜΑ: ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΚΟ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΥΤΣΟΜΠΟΛΙΟ

Μια γυναίκα κάποτε επανέλαβε ένα κουτσομπολιό για κάποια γειτόνισσα της.
Σε λίγες μέρες το ήξερε όλη η κοινωνία της περιοχής, κι η «περί ης ο λόγος» πόνεσε και προσβλήθηκε.

Λίγο αργότερα η γυναίκα εκείνη έμαθε ότι η φήμη αυτή ήταν ψεύτικη. Στενοχωρήθηκε πολύ και πήγε σε ένα πνευματικό να την καθοδηγήσει για το πως θα μπορούσε να αποκαταστήσει το κακό που έκανε.

-Κατέβα στην αγορά,αγόρασε ένα κοτόπουλο και σφάξε το της είπε εκείνος. Μετά βγες στο δρόμο, μάδα τα φτερά του και πέτα τα ένα ένα καθώς θα προχωράς.

Αν και η συμβουλή έκανε εντύπωση στη γυναίκα, εν τούτοις την ακολούθησε κατά γράμμα.

Την άλλη μέρα ο πνευματικός της είπε:
-Τώρα πήγαινε να μαζέψεις όλα τα φτερά που σκόρπισες χθες και να μου τα φέρεις.

Η γυναίκα πήγε από τον ίδιο δρόμο αλλά, προς μεγάλη της απελπισία, ο αέρας είχε σκορπίσει τα φτερά πολύ μακριά. Αφού έψαξε για πολλές ώρες, γύρισε με τρία μόνο φτερά στο χέρι.

-Βλέπεις τώρα είπε ο πνευματικός, είναι εύκολο να πετάξεις τα φτερά στο δρόμο, αλλά αδύνατο να τα ξαναμαζέψεις. Το ίδιο συμβαίνει και με το κουτσομπολιό.

Δεν θέλει πολύ προσπάθεια για να σκορπίσεις τη φήμη, αλλά μιας και το κάνεις, ποτέ δεν μπορείς να διορθώσεις απόλυτα το κακό!!!!
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΤΟ ΩΡΑΙΟΤΕΡΟ ΠΡΑΓΜΑ ΣΤΗ ΓΗ!


Ένας καλλιτέχνης ήθελε να βρή και να ζωγραφίσει το ωραιότερο πράγμα στη γη.
Ρώτησε έναν ιερέα, ποιο ήταν το καλύτερο πράγμα στην γη.
-Η πίστη, του απάντησε εκείνος. Είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο δυναμικού στη ζωή.
Ρώτησε έναν γεωργό.
-Η ελπίδα, του απάντησε. Αν λείψη αυτή, έλειψε κάθε δημιουργία για την ζωή.
Ρώτησε και μια φτωχή εργάτρια.
-Η αγάπη, του είπε. Μ' αυτήν ξεπερνώ κάθε μου καημό.
Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη σκέφθηκε ο καλλιτέχνης. Πώς όμως μπορώ να ζωγραφίσω μαζί αυτά τα τρία;
Την ώρα που έμπαινε στο σπίτι του, στάθηκε με έκσταση μπροστά σ'ένα ζωντανό πίνακα: Τους γονείς του, την γυναίκα του, τα παιδιά του!
• Στο μέτωπο των γονέων του είδε την πίστη.
• Στο χαμόγελο των παιδιών του την ελπίδα.
• Στα μάτια της γυναίκας του λαμποκοπούσε η αγάπη.
Η καρδιά του σκίρτησε.
Να το ωραιότερο πράγμα στην γη! Αυτό θα ζωγραφίσω.
Και αυτό δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά η οικογενειακή του εστία.
Ένα απλό χαρούμενο σπιτάκι, που το κυβερνούσε, η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη!
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΔΙΔΑΓΜΑ: Η «ΤΙΜΩΡΙΑ» ΤΟΥ ΘΕΟΥ...
Ζούσε ολόκληρη η οικογένεια, κάπου 30 ψυχές από τον 80χρονο παππού μέχρι και τα δισέγγονα στον περιφραγμένο με ψηλή μάντρα χώρο όπου κατέβαινε για τον χειμώνα.

- Παππού, ρώτησε ένα βράδυ ο δεκαοχτάχρονος εγγονός, γιατί ο Θεός μάς τιμωρεί αν ξεφύγουμε από τον νόμο του;

- Πήγαινε παιδί μου, φέρε ξύλα για την φωτιά και θα τα πούμε μετά.

Το παιδί τυλίχτηκε στη χοντρή κάπα του και βγήκε για να φέρει ξύλα. Όμως ξαφνικά άκουσε ένα γρύλλισμα, και πράγματι κατάλαβε κάποιο αγρίμι κοντά στη μάντρα. Χωρίς να το σκεφτεί άρπαξε από την αποθήκη ένα όπλο και όρμησενα σκοτώσει το αγρίμι.

Ήδη είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει και κυνηγώντας το ζώο ήταν σίγουρος ότι θα το έπιανε. Όμως το αγρίμι ξεμάκραινε, η νύχτα έπεφτε πια για καλά και είχε ήδη μπει πια στο μεγάλο χιονισμένο δάσος. Άρχισε να φοβάται. Τι έπρεπε να κάνει; Μέχρι τότε δεν τον έπαιρναν οι μεγάλοι κοντά τους και ήξερε ότι το κυνήγι στο δάσος γινόταν μόνο την ημέρα.

Ξαφνικά άκουσε πάλι το γρύλισμα, όμως άκουσε και άλλα και κατάλαβε. Το ζώο τον είχε παρασύρει και τώρα ολόκληρη η αγέλη τον είχε κυκλώσει. Το άλογο αφηνίασε και τον έριξε κάτω και αρπάζοντας το όπλο του εκπυρσοκρότησε μέσα στη νύχτα, όμως τα θηρία παρόλο που για λίγο σάστισαν όρμησαν πάλι πάνω του.

Τότε άρπαξε ένα κλαδί και ανέβηκε σε ένα δέντρο. Η νύχτα προχωρούσε παγερή και αυτός σκεφτόταν πια τον σίγουρο θάνατο ξυλιασμένος πάνω στο δέντρο.

Κι όμως ξαφνικά μακριά στην κοιλάδα άκουσε τον ήχο κυνηγετικού βούκινου. Τον έψαχναν! Όμως δεν μπορούσε νααπαντήσει γιατί δεν είχε πάρει μαζί του το δικό του βούκινο. Τελικά μετά από πολλή ώρα τον βρήκαν και τον μετέφεραν στο σπίτι. Όταν πια συνήλθε, ρώτησε τον παππού:

- Ποια θα είναι η τιμωρία μου που παρέβηκα τους νόμους της οικογένειας;

Ο παππούς χαμογέλασε και είπε:
- Τιμωρία είναι όλη αυτή η ταλαιπωρία που πέρασες. Το ίδιο κάνει και ο Θεός. Ρίχνει τις ακτίνες της αγάπης Του σε όλη την γη αδιάκοπα. Δεν είναι κρίμα να καταδικάσουμε τον εαυτό μας διαλέγοντας εμείς με πείσμα την σκιά;
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Δυο μωρά σε μια φάτνη !

(Η ιστορία αυτή είναι διασκευή από ένα ισπανικό βιβλίο που προέκυψε από μία επίσκεψη δυο εκπαιδευτικών σε ένα ορφανοτροφείο!)
Το 1994 δυο εκπαιδευτικοί Αμερικανοί,ανταποκρίθηκαν σε μία πρόσκληση για να διδάξουν ηθική στις δημόσιες σχολές ,στηριζόμενοι στις βιβλικές αρχές.
Είχαν διδάξει σε φυλακές,σε επιχειρήσεις, στην αστυνομία και στο τέλος πήγαν σ ένα μεγάλο ορφανοτροφείο της Ισπανίας.
Σε αυτό το ορφανοτροφείο ήταν 100 παιδάκια εγκαταλελειμμένα.
Πλησίαζαν οι γιορτές του 1994 και τα παιδιά του ορφανοτροφείου, άκουγαν για πρώτη φορά απο τους δυο Αμερικανούς την ιστορία της γέννησης του Χριστού.
Έμαθαν για τη άφιξη της Παρθένου Μαρίας και του Ιωσήφ στη Βηθλεέμ που δεν βρήκαν τόπο σε κανένα πανδοχείο και έτσι πήγαν σε έναν στάβλο και εκεί γεννήθηκε ο μικρός Ιησούς και τον έβαλαν σε μία φάτνη.
Κατά τη διάρκεια της αφήγησης,τα παιδιά δεν μπορούσαν να συγκρατήσουν την κατάπληξή τους. Προσπαθούσαν να μη χάσουν ούτε μια λέξη απο αυτή την αφήγηση.
Όταν τελείωσαν την αφήγησή τους οι δυο Αμερικάνοι, έδωσαν στα παιδιά τρία κομμάτια χαρτόνι για να φτιάξουν μια φάτνη. Τους έδωσαν επίσης χρωματιστές κίτρινες πετσέτες όπου κόβοντας τις έβαλαν για άχυρο. Λίγη τσόχα καφέ για να φτιάξουν τη φιγούρα του μωρού και ένα μικρό κουρελάκι για κουβέρτα.
Όλα λοιπόν τα ορφανά άρχισαν να φτιάχνουν βιαστικά τις φάτνες και να τις δείχνουν. Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που έφτασε η ώρα ενός μικρού παιδιού για να δείξει και εκείνο τι είχε κάνει.
Φαινόταν μέχρι έξι χρονών και είχε τελειώσει πρώτος τη φάτνη.
Τον πλησίασαν οι δύο Αμερικάνοι για να δουν τη φάτνη που είχε φτιάξει. Έκπληκτοι κοιτάζοντας τη φάτνη είδαν μέσα δυο μωρά αντί για ένα.Κοίταγαν συνέχεια απορημένοι και στο τέλος φώναξαν έναν διερμηνέα για να ρωτήσει το μικρό παιδάκι τι είχε συμβεί.
Ο μικρός σταύρωσε τα χέρια του και παρατηρώντας τη φάτνη άρχισε να διηγείται την ιστορία της γέννησης.
Η αφήγηση της ιστορίας για ένα τόσο μικρό παιδί που την είχε ακούσει για πρώτη φορά, ήταν εκπληκτική, μέχρι που έφτασε στο σημείο όπου η Παρθένος Μαρία έβαλε το μωρό στη φάτνη.
Εκεί ο μικρός άρχισε να επινοεί το δικό του τέλος για την ιστορία και άρχισε να λέει:
Και όταν η Παρθένος Μαρία άφησε το μωρό μέσα στη φάτνη, ο Ιησούς με κοίταξε και με ρώτησε εάν είχα μέρος για να μείνω. Εγώ τότε του είπα ότι δεν είχα γονείς και γι αυτό δεν έχω που να μείνω. Τότε ο Ιησούς με κοίταξε χαμογελαστά και μου είπε ότι μπορούσα να μείνω εκεί μαζί του. Του απάντησα ότι δεν μπορούσα ,διότι δεν είχα να του προσφέρω κάποιο δώρο, όπως έκαναν όλοι. Σκέφτηκα να του προσφέρω τη ζεστασιά μου αφού ήταν μικρός και μόνος σε μια φάτνη.
Γι αυτό τον ρώτησα πάλι: Εάν σου προσφέρω ζεστασιά, αυτό θα είναι καλό δώρο για σένα;
Ο Ιησούς τότε μου είπε: Εάν εσύ μου προσφέρεις ζεστασιά, αυτό θα είναι το καλύτερο και το ομορφότερο δώρο που θα μου έχουν δώσει.
Έτσι λοιπόν μπήκα και γω μέσα στη φάτνη, είπε το μικρό παιδάκι, αφού ο ίδιος ο Ιησούς μου είπε ότι θα μπορούσα να μείνω εκεί για πάντα ώστε να μην είμαι μόνος μου!!!!!!!!!
Όταν λοιπόν ο μικρός τελείωσε τη δική του ιστορία,τα ματάκια του έλαμπαν γεμάτα από τα δάκρυα, τα οποία του μούσκευαν τα μάγουλά του. Σκέπασε το πρόσωπό του και έσκυψε το κεφάλι του.
Το μικρό ορφανό συνάντησε επιτέλους κάποιον ο οποίος ποτέ δεν θα το εγκατέλειπε, ούτε θα το εκμεταλλευόταν.
Κάποιον που θα ήταν μαζί του για πάντα αφού Ο Ίδιος Ο Ιησούς ΉΤΑΝ Η ΖΩΉ που δεν είχε!!!!!!
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Είναι στη φύση μου να βοηθάω
Δύο μοναχοί έπλεναν τις κούπες τους στο ποτάμι, όταν είδαν έναν σκορπιό να πνίγεται.
Ο ένας μοναχός, αμέσως τον άρπαξε και προσπάθησε να τον αφήσει δίπλα στην όχθη.
Αλλά ο σκορπιός τον τσίμπησε. Καθώς συνέχισε να πλένει την κούπα του, ο σκορπιός και πάλι έπεσε στο νερό.
Ο μοναχός και πάλι τον έσωσε, ενώ ο σκορπιός και πάλι τον τσίμπησε.
Ο άλλος μοναχός τον ρώτησε: «Aδελφέ μου, γιατί συνεχίζεις να τον βοηθάς, δεν ξέρεις πως είναι στην φύση του σκορπιού να τσιμπάει;»
«Είναι όμως στην δική μου φύση να βοηθάω» απάντησε ο μοναχός.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ. Ένα συγκλονιστικό γεγονός που συνέβη στην Τουρκοκρατούμενη Κύπρο το 1974 .


Ήταν το καλοκαίρι του 1974.
Τα τουρκικά στρατεύματα εισβάλλουν στην Κύπρο. Και σκορπούν το θάνατο. Στην Μόρφου συμβαίνει ένα συνταρακτικό γεγονός. Τούρκοι στρατιώτες συλλαμβάνουν 15 χριστιανούς. Τους φέρνουν στην αυλή του σπιτιού ενός Ελληνοκυπρίου δασκάλου. Και τους καταδικάζουν σε θάνατο. Ετοιμάζουν τα όπλα. Και στρέφουν τους αιχμαλώτους (άνδρες, γυναίκες, μικρά παιδιά) στον τοίχο. Θρήνος, κλαυθμός, οδυρμός. Τραγικές στιγμές για τους μελλοθανάτους. Περιμένουν μέσα σε κλίμα φόβου και αγωνίας τον Τούρκο αξιωματικό να έλθει και να διατάξει «πυρ».
Στρέφουν τότε το νου τους και την καρδιά τους στην Ελπίδα των Απελπισμένων. Και προσεύχονται όλοι τους θερμά για το τελευταίο τους ταξίδι και ιδιαίτερα ο δάσκαλος: «Θεέ μου, συγχώρεσέ μας και δέξου μας κοντά Σου. Μνήσθητι ημών, Κύριε, εν τη Βασιλεία Σου». Ο Τούρκος αξιωματικός έρχεται. Κοιτάζει τους στρατιώτες του με τα όπλα, κοιτάζει βλοσυρός και τους μελλοθάνατους. Ρίχνει μια ματιά προς τα πάνω. Μια κληματαριά απλώνεται και σκεπάζει την αυλή. Ζητάει ένα τσαμπί σταφύλι, για να παρατείνει έτσι σκόπιμα την αγωνία των αιχμαλώτων. Παίρνει το τσαμπί. Μα, ενώ ετοιμάζεται να το φάει, ακούγεται δυνατή η φωνή του δασκάλου:

Μην το φας! Προχτές το ράντισα με φάρμακο. Είναι ισχυρό δηλητήριο! Θα πεθάνεις!
Ο αξιωματικός μένει άναυδος. Και γεμάτος κατάπληξη ρωτάει:
Καλά, αφού ξέρεις, ότι σε λίγο θα δώσω διαταγή να σας σκοτώσουν, γιατί δεν με άφησες να το φάω και έτσι να με εκδικηθείς;
Του απάντησε ο δάσκαλος, με ειρήνη και γαλήνη:
Είμαι χριστιανός. Και τώρα που πρόκειται να φύγω από τον κόσμο αυτό και να παρουσιασθώ ενώπιον του Θεού, δεν θα ήθελα να βαρύνω την ψυχή μου με μια αμαρτία τόσο βαρειά.

Ο Τούρκος αξιωματικός συγκλονίζεται, για μια ακόμα φορά. Στρέφεται και λέει στους στρατιώτες του:
Αν έβρισκα έναν τέτοιο Τούρκο, θα έδινα και τη ζωή μου ακόμα! Μαζέψτε τα όπλα και αφήστε τους ελεύθερους όλους!
Χρειάζονται σχόλια; Η δύναμη της χριστιανικής αγάπης, είναι ισχυρότερη από τα όπλα. Τα νικάει όλα.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Σοβαρές και αστείες ιστορίες και ποιήματα, Serious and funny stories and poems”