Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge
- ORTHODOXIA
- Δημοσιεύσεις: 355
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:09 pm
- 12
- Τοποθεσία: Ομάδα Διαχείρισης
Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Σε σύγχυση η Πρεσβυτέρα Ιεραρχία για το όριο ηλικίας
Τετάρτη, 15 Σεπτέμβριος 2010 - Συντάχθηκε απο τον/την Αιμίλιος Πολυγένης
Θορυβημένη είναι η Ιεραρχία από τις πληροφορίες για την θεσμοθέτηση, όσον αφορά το όριο ηλικίας στους Μητροπολίτες.
Γνωστοί Ιεράρχες για την πορεία και την ιστορία τους στην Εκκλησία, δήλωσαν στην Romfea.gr, ότι «η Κυβέρνηση υποτίθεται, ότι θέλει να θεσμοθετήσει όριο ηλικίας και να συνταξιοδοτήσει Ιεράρχες, σε μια μάλιστα περίοδο που είναι γνωστό, ότι στο πλαίσιο του μνημονίου (ΔΝΤ) γίνονται δραστικές περιστολές μισθοδοσίας και συντάξεων στο δημόσιο.»
Μάλιστα σχολιάζουν, ότι προκαλεί εντύπωση το γεγονός, ότι ανάμεσα στους Ιεράρχες που δείχνουν ή ζητάτε η παραίτηση τους, είναι και ο Αντιπρόεδρος της Ιεραρχίας, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καρυστίας κ. Σεραφείμ.
Να αναφερθεί, ότι ο κ. Σεραφείμ απολαμβάνει εκτιμήσεως της πλειοψηφίας των Ιεραρχών, ενώ ο ρόλος του ως Αντιπροέδρου αποτελεί θεσμό για την προστασία του Συνοδικού συστήματος.
Επίσης, οι ίδιες πηγές αναφέρουν, ότι το θέμα δεν το θέτει η Κυβέρνηση αλλά Εκκλησιαστικοί κύκλοι στέλνουν μηνύματα στο εσωτερικό της Ιεραρχίας, ώστε να μην υπάρχουν εντάσεις και αμφισβητήσεις των επιλογών του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, κατά την ετήσια Σύνοδο της Ιεραρχίας τον Οκτώβριο.
Παρακάτω ακολουθεί σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα», που αφορά το όριο ηλικίας:
Πάμε για θέσπιση ορίου ηλικίας και στους μητροπολίτες; Κάτι τέτοιο φθάνει στα αυτιά μου, και για να πω την αλήθεια δεν μου φαίνεται εντελώς παράξενο σε μια χρονιά που είδε να αλλάζουν άρδην στη συνταξιοδότηση με την ψήφιση του νέου Ασφαλιστικού.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δέχεται πιέσεις.
Από που; «Από κυβερνητικούς παράγοντες» είναι η απάντηση. Οι πιέζοντες υποβάλλουν στον Μακαριστό την άποψη ότι δεν είναι δυνατόν -ή μάλλον είναι εντελώς αναχρονιστικό- να εκλέγεται κανείς ισοβίως μητροπολίτης.
Πράγματι, με το καθεστώς που ισχύει, μπορεί κανείς να έχει τη θέση αυτή έως ότου αποβιώσει -εκτός αν αποφασίσει να παραιτηθεί.
Το αποτέλεσμα είναι να περιλαμβάνει η Ιεραρχία και μητροπολίτες που βρίσκονται σε βαθιά γεράματα. Ταιριάζει αυτό με τον ενεργητικό κοινωνικό ρόλο που καλείται να παίξει η Εκκλησία στην Ελλάδα του Μνημονίου;
Δώδεκα μένουν απ΄ έξω
Θα κάνει ο Ιερώνυμος εισήγηση στην Ιεραρχία να ασχοληθεί με το θέμα; Φαίνεται πως το σκέπτεται σοβαρά. Πιθανολογούμενο όριο ηλικίας είναι τα ογδόντα.
Mε έναν πρόχειρο υπολογισμό, αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε από τα ογδόντα δύο μέλη της Συνόδου θα «συνταξιοδοτούνταν» δώδεκα.
Είναι οι Μητροπολίτες Μαρωνείας Δαμασκηνός, Κεφαλληνίας Σπυρίδων, Χίου Διονύσιος, Μεγάρων Βαρθολομαίος, Καρυστίας Σεραφείμ, Καρπενησίου Νικόλαος, Μηθύμνης Χρυσόστομος, Νέας Ιωνίας Κωνσταντίνος, Ιωαννίνων Θεόκλητος, Παραμυθίας Τίτος, Ιερισσού Νικόδημος, Φωκίδας Αθηναγόρας.
Οι υπέρ και οι κατά
Το θέμα της θέσπισης ορίου ηλικίας στους μητροπολίτες απασχολεί κορυφαίους ιεράρχες.
Υπέρ φέρεται να είναι ο Μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος. Βλέπει μάλιστα το όριο να τοποθετείται ακόμη και νωρίτερα από τα ογδόντα – στο κάτω κάτω της γραφής δεν συνταξιοδοτούνται οι καθηγητές πανεπιστημίου στα εξήντα πέντε τους χρόνια;
Στην άλλη πλευρά είναι ο επιφανέστερος θεολόγος της Ιεραρχίας, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, ο οποίος επιμένει ότι από θεολογικής απόψεως δεν τίθεται ζήτημα ορίου ηλικίας. Ούτως ή άλλως, η συζήτηση για το θέμα αναμένεται ενδιαφέρουσα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δέχεται πιέσεις για θέσπιση ορίου ηλικίας στους μητροπολίτες, θα κάνει εισήγηση στην Ιεραρχία να ασχοληθεί με το θέμα;
Φαίνεται πως το σκέπτεται σοβαρά. Από την πλευρά πάντως των μητροπολιτών, ο επιφανέστερος θεολόγος της Ιεραρχίας, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος (δεξιά στη φωτά) επιμένει ότι από θεολογικής απόψεως δεν τίθεται ζήτημα ορίου ηλικίας.
Πηγή: www.romfea.gr
Τετάρτη, 15 Σεπτέμβριος 2010 - Συντάχθηκε απο τον/την Αιμίλιος Πολυγένης
Θορυβημένη είναι η Ιεραρχία από τις πληροφορίες για την θεσμοθέτηση, όσον αφορά το όριο ηλικίας στους Μητροπολίτες.
Γνωστοί Ιεράρχες για την πορεία και την ιστορία τους στην Εκκλησία, δήλωσαν στην Romfea.gr, ότι «η Κυβέρνηση υποτίθεται, ότι θέλει να θεσμοθετήσει όριο ηλικίας και να συνταξιοδοτήσει Ιεράρχες, σε μια μάλιστα περίοδο που είναι γνωστό, ότι στο πλαίσιο του μνημονίου (ΔΝΤ) γίνονται δραστικές περιστολές μισθοδοσίας και συντάξεων στο δημόσιο.»
Μάλιστα σχολιάζουν, ότι προκαλεί εντύπωση το γεγονός, ότι ανάμεσα στους Ιεράρχες που δείχνουν ή ζητάτε η παραίτηση τους, είναι και ο Αντιπρόεδρος της Ιεραρχίας, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καρυστίας κ. Σεραφείμ.
Να αναφερθεί, ότι ο κ. Σεραφείμ απολαμβάνει εκτιμήσεως της πλειοψηφίας των Ιεραρχών, ενώ ο ρόλος του ως Αντιπροέδρου αποτελεί θεσμό για την προστασία του Συνοδικού συστήματος.
Επίσης, οι ίδιες πηγές αναφέρουν, ότι το θέμα δεν το θέτει η Κυβέρνηση αλλά Εκκλησιαστικοί κύκλοι στέλνουν μηνύματα στο εσωτερικό της Ιεραρχίας, ώστε να μην υπάρχουν εντάσεις και αμφισβητήσεις των επιλογών του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, κατά την ετήσια Σύνοδο της Ιεραρχίας τον Οκτώβριο.
Παρακάτω ακολουθεί σημερινό δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα», που αφορά το όριο ηλικίας:
Πάμε για θέσπιση ορίου ηλικίας και στους μητροπολίτες; Κάτι τέτοιο φθάνει στα αυτιά μου, και για να πω την αλήθεια δεν μου φαίνεται εντελώς παράξενο σε μια χρονιά που είδε να αλλάζουν άρδην στη συνταξιοδότηση με την ψήφιση του νέου Ασφαλιστικού.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δέχεται πιέσεις.
Από που; «Από κυβερνητικούς παράγοντες» είναι η απάντηση. Οι πιέζοντες υποβάλλουν στον Μακαριστό την άποψη ότι δεν είναι δυνατόν -ή μάλλον είναι εντελώς αναχρονιστικό- να εκλέγεται κανείς ισοβίως μητροπολίτης.
Πράγματι, με το καθεστώς που ισχύει, μπορεί κανείς να έχει τη θέση αυτή έως ότου αποβιώσει -εκτός αν αποφασίσει να παραιτηθεί.
Το αποτέλεσμα είναι να περιλαμβάνει η Ιεραρχία και μητροπολίτες που βρίσκονται σε βαθιά γεράματα. Ταιριάζει αυτό με τον ενεργητικό κοινωνικό ρόλο που καλείται να παίξει η Εκκλησία στην Ελλάδα του Μνημονίου;
Δώδεκα μένουν απ΄ έξω
Θα κάνει ο Ιερώνυμος εισήγηση στην Ιεραρχία να ασχοληθεί με το θέμα; Φαίνεται πως το σκέπτεται σοβαρά. Πιθανολογούμενο όριο ηλικίας είναι τα ογδόντα.
Mε έναν πρόχειρο υπολογισμό, αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε από τα ογδόντα δύο μέλη της Συνόδου θα «συνταξιοδοτούνταν» δώδεκα.
Είναι οι Μητροπολίτες Μαρωνείας Δαμασκηνός, Κεφαλληνίας Σπυρίδων, Χίου Διονύσιος, Μεγάρων Βαρθολομαίος, Καρυστίας Σεραφείμ, Καρπενησίου Νικόλαος, Μηθύμνης Χρυσόστομος, Νέας Ιωνίας Κωνσταντίνος, Ιωαννίνων Θεόκλητος, Παραμυθίας Τίτος, Ιερισσού Νικόδημος, Φωκίδας Αθηναγόρας.
Οι υπέρ και οι κατά
Το θέμα της θέσπισης ορίου ηλικίας στους μητροπολίτες απασχολεί κορυφαίους ιεράρχες.
Υπέρ φέρεται να είναι ο Μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος. Βλέπει μάλιστα το όριο να τοποθετείται ακόμη και νωρίτερα από τα ογδόντα – στο κάτω κάτω της γραφής δεν συνταξιοδοτούνται οι καθηγητές πανεπιστημίου στα εξήντα πέντε τους χρόνια;
Στην άλλη πλευρά είναι ο επιφανέστερος θεολόγος της Ιεραρχίας, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, ο οποίος επιμένει ότι από θεολογικής απόψεως δεν τίθεται ζήτημα ορίου ηλικίας. Ούτως ή άλλως, η συζήτηση για το θέμα αναμένεται ενδιαφέρουσα.
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος δέχεται πιέσεις για θέσπιση ορίου ηλικίας στους μητροπολίτες, θα κάνει εισήγηση στην Ιεραρχία να ασχοληθεί με το θέμα;
Φαίνεται πως το σκέπτεται σοβαρά. Από την πλευρά πάντως των μητροπολιτών, ο επιφανέστερος θεολόγος της Ιεραρχίας, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος (δεξιά στη φωτά) επιμένει ότι από θεολογικής απόψεως δεν τίθεται ζήτημα ορίου ηλικίας.
Πηγή: www.romfea.gr
- Νίκος
- Διαχειριστής
- Δημοσιεύσεις: 7416
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
- 12
- Τοποθεσία: Κοζάνη
- Έχει ευχαριστήσει: 28 φορές
- Έλαβε ευχαριστία: 366 φορές
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Συμφωνώ με τη θεσμοθέτηση ορίου ηλικίας για τους Μητροπολίτες και βοηθούς Επισκόπους, όχι όμως από την Πολιτεία αλλά από την Εκκλησία.
Πρέπει να παρθεί απόφαση από την Σύνοδο της Ιεραρχίας ότι στο εξής όποιος Μητροπολίτης δεν μπορεί πλέον να επιτελέσει τα καθήκοντά το όπως απαιτεί η διακονία των πιστών της Μητροπόλεώς του λόγω ανίατης ασθενείας ή λόγω ηλικίας θα πρέπει να παραιτείται και ν' ανοίγει το δρόμο της διαδοχής του. Τα 80 έτη είναι ένα καλό όριο για αρχή.
Οι πρώην Μητροπολίτες μετά την παραίτησή τους να παραμένουν στην πόλη που διακόνησαν και να απολαμβάνουν πλέον τη διακονία των πνευματικών τους παιδιών και του διαδόχου τους μέχρι το τέλος της ζωής τους. Επίσης. εφόσον το επιτρέπει η κατάσταση της υγείας τους, να παραμένουν μέλη της Συνόδου της Ιεραρχίας, αλλά όχι της ΔΙΣ.
Δυστυχώς, όταν η Εκκλησία δεν κάνει αυτό που πρέπει από μόνη της, έρχεται η Πολιτεία να την υποκαταστήσει κάνοντας το ίδιο, έστω και αδιάκριτα.
Πρέπει να παρθεί απόφαση από την Σύνοδο της Ιεραρχίας ότι στο εξής όποιος Μητροπολίτης δεν μπορεί πλέον να επιτελέσει τα καθήκοντά το όπως απαιτεί η διακονία των πιστών της Μητροπόλεώς του λόγω ανίατης ασθενείας ή λόγω ηλικίας θα πρέπει να παραιτείται και ν' ανοίγει το δρόμο της διαδοχής του. Τα 80 έτη είναι ένα καλό όριο για αρχή.
Οι πρώην Μητροπολίτες μετά την παραίτησή τους να παραμένουν στην πόλη που διακόνησαν και να απολαμβάνουν πλέον τη διακονία των πνευματικών τους παιδιών και του διαδόχου τους μέχρι το τέλος της ζωής τους. Επίσης. εφόσον το επιτρέπει η κατάσταση της υγείας τους, να παραμένουν μέλη της Συνόδου της Ιεραρχίας, αλλά όχι της ΔΙΣ.
Δυστυχώς, όταν η Εκκλησία δεν κάνει αυτό που πρέπει από μόνη της, έρχεται η Πολιτεία να την υποκαταστήσει κάνοντας το ίδιο, έστω και αδιάκριτα.
Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.
- Achilleas
- Δημοσιεύσεις: 2090
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 7:09 pm
- 12
- Έχει ευχαριστήσει: 2 φορές
- Έλαβε ευχαριστία: 10 φορές
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
"Τρανταχτό" παράδειγμα παραίτησης από τον επισκοπικό θώκο αποτελεί ο μακαριστός μητροπολίτης Πρεσπών και Εορδαίας Αυγουστίνος Καντιώτης, που μόνος του συναισθάνθηκε ότι θα πρέπει να τον παραδώσει σε κάποιο νεότερο. Πιστεύω ότι αν οι μητροπολίτες μόνοι τους συναισθάνονται ότι οι δυνάμεις τους εγκαταλείπουν και πρέπει να αποσυρθούν, τότε δεν χρειάζεται η θέσπιση κανενός ορίου. Η θέση του μητροπολίτη δεν είναι μία τυχαία θέση, αλλά είναι φορτωμένη με πολλές ευθύνες έναντι του ποιμνίου και πολύ περισσότερο, έναντι του Θεού. Με την φώτιση του Αγίου Πνεύματος που τους έδωσε την θέση αυτή με τις τόσες ευθύνες, πιστεύω ότι αν χρειαστεί, θα αποσυρθούν με δική τους πρωτοβουλία και όχι βάσει κάποιου νόμου που θέσπισε το Κράτος.
Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην.
- Νίκος
- Διαχειριστής
- Δημοσιεύσεις: 7416
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
- 12
- Τοποθεσία: Κοζάνη
- Έχει ευχαριστήσει: 28 φορές
- Έλαβε ευχαριστία: 366 φορές
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Επειδή άνθρωποι είμαστε και κάνουμε λάθη, όταν διάβασα το παρακάτω κείμενο του Μητροπολίτου Ναυπάκτου π.Ιεροθέου, προβληματίστηκα έντονα για την άποψη που είχα εκφράσει παραπάνω. Πρέπει να πω ότι δεν γνώριζα, ότι όποιος Αρχιερέας παραιτείται από τη Μητρόπολή του, πρέπει να χάνει και την Αρχιεροσύνη του, επειδή απ' όσο ξέρω τα τελευταία χρόνια αυτό δεν εφαρμόζεται στην πράξη. Παρ' όλα αυτά διαβάστε κι εσείς το παρακάτω κείμενο για ν' αποκτήσετε ιδία γνώμη για την κανονική πτυχή του θέματος:
Η παραίτηση αρχιερέως από το θρόνο του - Θέσπιση ορίου ηλικίας
(Σεβασμ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)
Κατά καιρούς αναφύεται το θέμα της θεσπίσεως ορίου ηλικίας για τους ηλικιωμένους Αρχιερείς η ακόμη γίνεται λόγος για παραίτηση Αρχιερέως από την Μητρόπολη την οποία διαποιμαίνει. Τελευταία, μάλιστα, το θέμα αυτό ετέθη κατά οξύτερο τρόπο, που προκάλεσε ποικίλες συζητήσεις. Η θέσπιση ορίου ηλικίας κατά τρόπο έμμεσο συνδέεται και με την παραίτηση των ηλικιωμένων Αρχιερέων από τον μητροπολιτικό θρόνο.
Μια τέτοια ενέργεια, δυστυχώς, γίνεται με επιπόλαιο και συνθηματολογικό τρόπο. Δυστυχώς είδαμε στο πρόσφατο παρελθόν διάφορους εκβιασμούς και πιέσεις για παραιτήσεις Μητροπολιτών, καθώς επίσης Αρχιερείς που τελείωσαν την ζωή τους τελούντες σε αγανάκτηση για όσα εκβιαστικά υπέστησαν. Μερικοί θα αντιτάξουν το επιχείρημα ότι δεν είναι δυνατόν στην σύγχρονη εποχή με τόσες προκλήσεις και τα έντονα ποιμαντικά ενδιαφέροντα, να παραμένουν Μητροπόλεις αποίμαντες από υπέργηρους Αρχιερείς.
Πρόκειται για έναν έντονο προβληματισμό, αλλά δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Εκκλησία διευθύνεται από το Κανονικό της Δίκαιο και είμαστε υποχρεωμένοι να σεβόμαστε τους ιερούς Κανόνας της, για τους οποίους δώσαμε ιερή υπόσχεση προ της χειροτονίας μας ότι θα τους διαφυλάσσουμε, καθώς επίσης δεν πρέπει να παραβλέπουμε την προσφορά των πρεσβυτέρων αδελφών μας στην Εκκλησία. Επί πλέον όσοι υποστηρίζουν τέτοιες θέσεις, αγνοούν την ουσία της ορθοδόξου ποιμαντικής ενός Επισκόπου και την ταυτίζουν με έναν ακτιβισμό, για τον οποίον χρειάζονται τα γνωρίσματα των νέων ανθρώπων.
Επειδή το θέμα της απομακρύνσεως ενός Αρχιερέως από τον θρόνο του αντιμετωπίσθηκε στο παρελθόν από τους ιερούς Κανόνας της Εκκλησίας, που αποτελούν το κανονικό πλαίσιο διακυβερνήσεώς της, γι' αυτό μελέτησα το θέμα. Περίληψη όλου του προβλήματος από θεολογικής και εκκλησιολογικής πλευράς συναντά κανείς στον κανονολόγο Ματθαίο Βλάσταρη. Σχετικό υλικό βρίσκει στον 10ο Κανόνα του Πέτρου Αλεξανδρείας, στην επιστολή του αγίου Κυρίλλου στον Δόμνο, στην επιστολή της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου προς την Εκκλησία της Παμφυλίας και στον 16ο Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Συνεκτιμώντας κανείς τα κείμενα αυτά, με τις σχετικές ερμηνείες των Κανονολόγων, μπορεί να καταλήξη στα εξής βασικά σημεία:
1. Υπάρχει στενή σχέση του Επισκόπου-Μητροπολίτου με την Επισκοπή-Μητρόπολή του και δεν νοείται Επίσκοπος άνευ Επισκοπής. Οι ιεροί Κανόνες προϋποθέτουν για μεν τον Επίσκοπο συγκεκριμένο ποίμνιο, για δε τον Πρεσβύτερο θυσιαστήριο. Εκείνος δε που παραιτείται από το ποίμνιο της πόλεως στο οποίο «επεκηρύχθη», «πως επίσκοπος κληθήσεται του λοιπού, τίνας επισκοπών;». Έτσι, ο Επίσκοπος ποιμαίνει λαό και δεν νοείται να έχη τίτλο, χωρίς ποίμνιο: «Πως δε και ιεράρχης κληθήσεται ο κλήρον μη κεκτημένος υφ' εαυτού, μήτε μην άρχων ιερωμένων;».
2. Ο Μητροπολίτης είναι ισόβιος και δεν παραιτείται η δεν απομακρύνεται από τον θρόνο του, χωρίς καταδικαστική κανονική απόφαση. «Το παραιτείσθαι τους ιερουργούντας τας εαυτών Εκκλησίας ουκ αρέσκει θεσμοίς», διότι όσοι είναι άξιοι να λειτουργούν «ουδείς ποιείσθαι παραίτησιν». Εάν είναι ανάξιοι να λειτουργούν, τότε δεν απομακρύνονται διά της παραιτήσεως, «αλλ' εκ των αποδειχθέντων κατ' αυτών εγκλημάτων», διότι εάν κανείς δεν είναι άξιος να προΐσταται του θυσιαστηρίου, τότε «μηδέ επίσκοπον λέγεσθαι». Και, φυσικά, δεν εκλέγεται νέος Μητροπολίτης σε μια Μητρόπολη, ζώντος του προηγουμένου Μητροπολίτου, ο οποίος δεν έχει καταδικασθή κανονικώς. Δεν επιτρέπεται να καθίσταται Επίσκοπος στην Εκκλησία «ης έτι ο προεστώς ζη», εκτός και εάν «αυτός εκών την επισκοπήν παραιτήσεται».
3. Ο Επίσκοπος δέχεται την αρχιερωσύνη, αλλά συγχρόνως αναλαμβάνει και το επίμοχθο έργο της επισκοπικής διακονίας και δεν νοείται να αποποιήται την διακονία αυτή. Αυτό είναι «άγνωμον» και «ουκ αν είη δίκαιον». Θεωρείται δε «άνοια» το να μπορούν οι Αρχιερείς «τας μεν επισκοπάς παραιτείσθαι, την δε ιερωσύνην και αύθις παρακατέχειν». Μάλιστα χαρακτηρίζονται «αναίσθητοι» «οι ζητούντες την λειτουργίαν, ης εθελοντί εκπεπτώκασι». Διότι «το της επισκοπής όνομα, πράγματός εστι και ενεργείας δηλωτικόν, ο δ' αποσεισάμενος εκοντί την ενέργειαν, εκπέπτωκε δηλαδή και της κλήσεως».
4. Δικαιολογείται για διαφόρους λόγους, λόγω «νόσου χαλεπής» η πατριαρχικής διακονίας, να απέχη από την Επαρχία του και πέραν των έξι μηνών. Όταν όμως ένας Επίσκοπος παραμένη μακράν της Επισκοπής του «και υπέρ του εξαμηνιαίου χρόνου» χωρίς να υπάρχουν οι λόγοι που προαναφέρθησαν, τότε «της του επισκόπου τιμής τε και αξίας αλλοτριωθήσεται παντελώς». Επομένως, ο Κανόνας επιτρέπει στους Αρχιερείς και «πλέον του ενιαυτού αποδημείν, παρά βασιλέων η πατριαρχών κατεχομένοις η δια νόσον βαρείαν κωλυομένοις».
5. Επίσκοπος που παραιτείται της προεδρίας της Επισκοπής για το μοχθηρόν και επίπονον της επισκοπικής διακονίας και κρατά την ιερωσύνη, δηλαδή την «τιμήν» και το «σέβας», δεν μπορεί να δικαιολογηθή κανονικώς. Αυτό σημαίνει ότι παραίτηση Επισκόπου από τον θρόνο του γίνεται για κανονικούς λόγους, αλλά συνδέεται απαραιτήτως και με την εγκατάλειψη της Αρχιερωσύνης. Παραιτείται, δηλαδή, από τον θρόνο, λόγω κανονικών παραπτωμάτων, και συγχρόνως στερείται και της Αρχιερωσύνης. «Ου δεκτέον απλώς την παραίτησιν, ει μη ανάξιόν τις εαυτόν της ιερωσύνης ομολογήσει. Τούτου δε αποδεδειγμένου, άμα τη παραιτήσει, και πάσης ιερατικής αξίας ο παραιτούμενος εκπεσείται». Εκείνος που παραιτείται του θρόνου, αλλά επιθυμεί να λειτουργή, το κάνει από κενοδοξία. «Το γαρ την λειτουργίαν δια κενοδοξίαν γίνεται».
6. Ο παραιτούμενος του αρχιερατικού θρόνου, χωρίς κανονικούς λόγους, επιτιμάται από την Σύνοδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Ευσταθίου Παμφυλίας, ο οποίος όταν παραιτήθηκε «από μικροψυχίας και απραγμοσύνης» από την Επισκοπή του, η τοπική Σύνοδος του επέβαλε την έκπτωση και των δύο, και της Επισκοπής και της Ιερωσύνης. Αυτή ήταν αρχαία συνήθεια, διότι όσοι παραιτούνταν από τις Επισκοπές τους «πάντων εξέπιπτον, και ούτε αρχιερατικόν τι δίκαιον μετά την παραίτησιν είχον, ούτε επίσκοποι ωνομάζοντο». Έτσι, στην θέση του Ευσταθίου εξελέγη άλλος Επίσκοπος, διότι δεν ήταν δυνατόν να διατελούν «του Σωτήρος τα ποίμνια» «επιστάτου δίχα».
Όμως, ο Ευστάθιος προσήλθε στους Πατέρας που συγκροτούσαν την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο κλαίγοντας και ζήτησε «τέως την του επισκόπου τιμήν και κλήσιν». Οι Πατέρες συνήλγησαν για την περίπτωση αυτή, πληροφορήθηκαν ότι παραιτήθηκε από αμέλεια και από επιπολαιότητα και αγάπη στην ησυχία και όχι από κάποιο κανονικό παράπτωμα, και απεφάσισαν κατ' οικονομίαν να έχη το όνομα της επισκοπής, την τιμή και την κοινωνία, αλλά να μη χειροτονή ούτε να ιερουργή με δική του αυθεντία, χωρίς την άδεια του οικείου Επισκόπου. Και η απόφαση αυτή «ου κανονικώς είρηται τοις αγίοις, αλλ' οικονομία χρησαμένοις και ασυνήθει συγκαταβάσει». Του έδωσαν την δυνατότητα να ιερουργή, κατά ασυνήθιστη συγκατάβαση.
7. Επειδή προβάλλεται η άποψη ότι επιτρέπεται η παραίτηση ενός Επισκόπου-Μητροπολίτου για λόγους υγείας, χωρίς να καθαιρήται της Αρχιερωσύνης του, διότι αυτό έχει καθιερωθή από την μετέπειτα επικρατήσασα παράδοση, πρέπει να σημειωθή μια κανονική αρχή, σύμφωνα με την οποία «μακρά συνήθεια άγραφος, ου κρατεί ένθα αγράφως νόμω η κανόνι εναντιούται». Επομένως, επιτρέπεται κανονικώς η παραίτηση του Επισκόπου-Μητροπολίτου από τον θρόνο του ή μπορεί να δικαιολογηθή και η θέσπιση ορίου ηλικίας, με την απαραίτητη όμως προϋπόθεση ότι ο παραιτηθείς ή εκδιωχθείς θα στερήται συγχρόνως κανονικώς και της Αρχιερωσύνης και δεν θα μπορή να ιερουργή και να ιεροπράττη.
Επειδή η κανονική αυτή ακρίβεια μπορεί να φανή αυστηρή, αν και είναι συνεπής με τους ιερούς Κανόνας, θα μπορούσε να εφαρμοσθή από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο με διάκριση και σύνεση κατ' οικονομίαν η παράγραφος 2 του άρθρου 34 του Νόμου 590/1977 «Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος», που διαλαμβάνει: «Μητροπολίτης μη δυνάμενος να εκτελή τα καθήκοντα αυτού δια νόσον η γήρας δικαιούται να υποβάλη κανονικήν παραίτησιν.
Η παραίτησις υποβάλλεται εγγράφως εις την Δ.Ι.Σ. ήτις, αποδεχομένη την παραίτησιν, ανακοινεί ταύτην τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων διά την έκδοσιν του σχετικού Προεδρικού Διατάγματος. Μητροπολίτης δύναται να παραιτηθή και διά πάντα άλλον σοβαρόν λόγον, περί του οποίου αποφαίνεται η Δ.Ι.Σ. δι’ απολύτου πλειονοψηφίας των παρόντων μελών αυτής». Στην περίπτωση αυτή η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφασίζει σχετικώς και ως προς το κατά πόσον θα του επιτραπή να ιερουργή.
Προσωπικά είμαι εναντίον κάθε αντικανονικής παρεμβάσεως στα εσωτερικά της Εκκλησίας, κάθε επιβολής ορίου ηλικίας και εξασκήσεως εκβιασμών εναντίον ηλικιωμένων Αρχιερέων, όπως και δεν συμφωνώ με ενέργειες κάθε Κληρικού που εισβαίνει απαράδεκτα και άκριτα στην κανονική δομή της Εκκλησίας και εν ονόματι του εκσυγχρονισμού την εκκοσμικεύει. Επίσης, δεν μπορώ να αποδεχθώ την συνθηματολογία σε τέτοια σοβαρά θεολογικά και εκκλησιαστικά ζητήματα.
(Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα "Ορθόδοξος Κόσμος", στις 17-3-2008)
Η παραίτηση αρχιερέως από το θρόνο του - Θέσπιση ορίου ηλικίας
(Σεβασμ. Μητροπ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)
Κατά καιρούς αναφύεται το θέμα της θεσπίσεως ορίου ηλικίας για τους ηλικιωμένους Αρχιερείς η ακόμη γίνεται λόγος για παραίτηση Αρχιερέως από την Μητρόπολη την οποία διαποιμαίνει. Τελευταία, μάλιστα, το θέμα αυτό ετέθη κατά οξύτερο τρόπο, που προκάλεσε ποικίλες συζητήσεις. Η θέσπιση ορίου ηλικίας κατά τρόπο έμμεσο συνδέεται και με την παραίτηση των ηλικιωμένων Αρχιερέων από τον μητροπολιτικό θρόνο.
Μια τέτοια ενέργεια, δυστυχώς, γίνεται με επιπόλαιο και συνθηματολογικό τρόπο. Δυστυχώς είδαμε στο πρόσφατο παρελθόν διάφορους εκβιασμούς και πιέσεις για παραιτήσεις Μητροπολιτών, καθώς επίσης Αρχιερείς που τελείωσαν την ζωή τους τελούντες σε αγανάκτηση για όσα εκβιαστικά υπέστησαν. Μερικοί θα αντιτάξουν το επιχείρημα ότι δεν είναι δυνατόν στην σύγχρονη εποχή με τόσες προκλήσεις και τα έντονα ποιμαντικά ενδιαφέροντα, να παραμένουν Μητροπόλεις αποίμαντες από υπέργηρους Αρχιερείς.
Πρόκειται για έναν έντονο προβληματισμό, αλλά δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Εκκλησία διευθύνεται από το Κανονικό της Δίκαιο και είμαστε υποχρεωμένοι να σεβόμαστε τους ιερούς Κανόνας της, για τους οποίους δώσαμε ιερή υπόσχεση προ της χειροτονίας μας ότι θα τους διαφυλάσσουμε, καθώς επίσης δεν πρέπει να παραβλέπουμε την προσφορά των πρεσβυτέρων αδελφών μας στην Εκκλησία. Επί πλέον όσοι υποστηρίζουν τέτοιες θέσεις, αγνοούν την ουσία της ορθοδόξου ποιμαντικής ενός Επισκόπου και την ταυτίζουν με έναν ακτιβισμό, για τον οποίον χρειάζονται τα γνωρίσματα των νέων ανθρώπων.
Επειδή το θέμα της απομακρύνσεως ενός Αρχιερέως από τον θρόνο του αντιμετωπίσθηκε στο παρελθόν από τους ιερούς Κανόνας της Εκκλησίας, που αποτελούν το κανονικό πλαίσιο διακυβερνήσεώς της, γι' αυτό μελέτησα το θέμα. Περίληψη όλου του προβλήματος από θεολογικής και εκκλησιολογικής πλευράς συναντά κανείς στον κανονολόγο Ματθαίο Βλάσταρη. Σχετικό υλικό βρίσκει στον 10ο Κανόνα του Πέτρου Αλεξανδρείας, στην επιστολή του αγίου Κυρίλλου στον Δόμνο, στην επιστολή της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου προς την Εκκλησία της Παμφυλίας και στον 16ο Κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Συνεκτιμώντας κανείς τα κείμενα αυτά, με τις σχετικές ερμηνείες των Κανονολόγων, μπορεί να καταλήξη στα εξής βασικά σημεία:
1. Υπάρχει στενή σχέση του Επισκόπου-Μητροπολίτου με την Επισκοπή-Μητρόπολή του και δεν νοείται Επίσκοπος άνευ Επισκοπής. Οι ιεροί Κανόνες προϋποθέτουν για μεν τον Επίσκοπο συγκεκριμένο ποίμνιο, για δε τον Πρεσβύτερο θυσιαστήριο. Εκείνος δε που παραιτείται από το ποίμνιο της πόλεως στο οποίο «επεκηρύχθη», «πως επίσκοπος κληθήσεται του λοιπού, τίνας επισκοπών;». Έτσι, ο Επίσκοπος ποιμαίνει λαό και δεν νοείται να έχη τίτλο, χωρίς ποίμνιο: «Πως δε και ιεράρχης κληθήσεται ο κλήρον μη κεκτημένος υφ' εαυτού, μήτε μην άρχων ιερωμένων;».
2. Ο Μητροπολίτης είναι ισόβιος και δεν παραιτείται η δεν απομακρύνεται από τον θρόνο του, χωρίς καταδικαστική κανονική απόφαση. «Το παραιτείσθαι τους ιερουργούντας τας εαυτών Εκκλησίας ουκ αρέσκει θεσμοίς», διότι όσοι είναι άξιοι να λειτουργούν «ουδείς ποιείσθαι παραίτησιν». Εάν είναι ανάξιοι να λειτουργούν, τότε δεν απομακρύνονται διά της παραιτήσεως, «αλλ' εκ των αποδειχθέντων κατ' αυτών εγκλημάτων», διότι εάν κανείς δεν είναι άξιος να προΐσταται του θυσιαστηρίου, τότε «μηδέ επίσκοπον λέγεσθαι». Και, φυσικά, δεν εκλέγεται νέος Μητροπολίτης σε μια Μητρόπολη, ζώντος του προηγουμένου Μητροπολίτου, ο οποίος δεν έχει καταδικασθή κανονικώς. Δεν επιτρέπεται να καθίσταται Επίσκοπος στην Εκκλησία «ης έτι ο προεστώς ζη», εκτός και εάν «αυτός εκών την επισκοπήν παραιτήσεται».
3. Ο Επίσκοπος δέχεται την αρχιερωσύνη, αλλά συγχρόνως αναλαμβάνει και το επίμοχθο έργο της επισκοπικής διακονίας και δεν νοείται να αποποιήται την διακονία αυτή. Αυτό είναι «άγνωμον» και «ουκ αν είη δίκαιον». Θεωρείται δε «άνοια» το να μπορούν οι Αρχιερείς «τας μεν επισκοπάς παραιτείσθαι, την δε ιερωσύνην και αύθις παρακατέχειν». Μάλιστα χαρακτηρίζονται «αναίσθητοι» «οι ζητούντες την λειτουργίαν, ης εθελοντί εκπεπτώκασι». Διότι «το της επισκοπής όνομα, πράγματός εστι και ενεργείας δηλωτικόν, ο δ' αποσεισάμενος εκοντί την ενέργειαν, εκπέπτωκε δηλαδή και της κλήσεως».
4. Δικαιολογείται για διαφόρους λόγους, λόγω «νόσου χαλεπής» η πατριαρχικής διακονίας, να απέχη από την Επαρχία του και πέραν των έξι μηνών. Όταν όμως ένας Επίσκοπος παραμένη μακράν της Επισκοπής του «και υπέρ του εξαμηνιαίου χρόνου» χωρίς να υπάρχουν οι λόγοι που προαναφέρθησαν, τότε «της του επισκόπου τιμής τε και αξίας αλλοτριωθήσεται παντελώς». Επομένως, ο Κανόνας επιτρέπει στους Αρχιερείς και «πλέον του ενιαυτού αποδημείν, παρά βασιλέων η πατριαρχών κατεχομένοις η δια νόσον βαρείαν κωλυομένοις».
5. Επίσκοπος που παραιτείται της προεδρίας της Επισκοπής για το μοχθηρόν και επίπονον της επισκοπικής διακονίας και κρατά την ιερωσύνη, δηλαδή την «τιμήν» και το «σέβας», δεν μπορεί να δικαιολογηθή κανονικώς. Αυτό σημαίνει ότι παραίτηση Επισκόπου από τον θρόνο του γίνεται για κανονικούς λόγους, αλλά συνδέεται απαραιτήτως και με την εγκατάλειψη της Αρχιερωσύνης. Παραιτείται, δηλαδή, από τον θρόνο, λόγω κανονικών παραπτωμάτων, και συγχρόνως στερείται και της Αρχιερωσύνης. «Ου δεκτέον απλώς την παραίτησιν, ει μη ανάξιόν τις εαυτόν της ιερωσύνης ομολογήσει. Τούτου δε αποδεδειγμένου, άμα τη παραιτήσει, και πάσης ιερατικής αξίας ο παραιτούμενος εκπεσείται». Εκείνος που παραιτείται του θρόνου, αλλά επιθυμεί να λειτουργή, το κάνει από κενοδοξία. «Το γαρ την λειτουργίαν δια κενοδοξίαν γίνεται».
6. Ο παραιτούμενος του αρχιερατικού θρόνου, χωρίς κανονικούς λόγους, επιτιμάται από την Σύνοδο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Ευσταθίου Παμφυλίας, ο οποίος όταν παραιτήθηκε «από μικροψυχίας και απραγμοσύνης» από την Επισκοπή του, η τοπική Σύνοδος του επέβαλε την έκπτωση και των δύο, και της Επισκοπής και της Ιερωσύνης. Αυτή ήταν αρχαία συνήθεια, διότι όσοι παραιτούνταν από τις Επισκοπές τους «πάντων εξέπιπτον, και ούτε αρχιερατικόν τι δίκαιον μετά την παραίτησιν είχον, ούτε επίσκοποι ωνομάζοντο». Έτσι, στην θέση του Ευσταθίου εξελέγη άλλος Επίσκοπος, διότι δεν ήταν δυνατόν να διατελούν «του Σωτήρος τα ποίμνια» «επιστάτου δίχα».
Όμως, ο Ευστάθιος προσήλθε στους Πατέρας που συγκροτούσαν την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο κλαίγοντας και ζήτησε «τέως την του επισκόπου τιμήν και κλήσιν». Οι Πατέρες συνήλγησαν για την περίπτωση αυτή, πληροφορήθηκαν ότι παραιτήθηκε από αμέλεια και από επιπολαιότητα και αγάπη στην ησυχία και όχι από κάποιο κανονικό παράπτωμα, και απεφάσισαν κατ' οικονομίαν να έχη το όνομα της επισκοπής, την τιμή και την κοινωνία, αλλά να μη χειροτονή ούτε να ιερουργή με δική του αυθεντία, χωρίς την άδεια του οικείου Επισκόπου. Και η απόφαση αυτή «ου κανονικώς είρηται τοις αγίοις, αλλ' οικονομία χρησαμένοις και ασυνήθει συγκαταβάσει». Του έδωσαν την δυνατότητα να ιερουργή, κατά ασυνήθιστη συγκατάβαση.
7. Επειδή προβάλλεται η άποψη ότι επιτρέπεται η παραίτηση ενός Επισκόπου-Μητροπολίτου για λόγους υγείας, χωρίς να καθαιρήται της Αρχιερωσύνης του, διότι αυτό έχει καθιερωθή από την μετέπειτα επικρατήσασα παράδοση, πρέπει να σημειωθή μια κανονική αρχή, σύμφωνα με την οποία «μακρά συνήθεια άγραφος, ου κρατεί ένθα αγράφως νόμω η κανόνι εναντιούται». Επομένως, επιτρέπεται κανονικώς η παραίτηση του Επισκόπου-Μητροπολίτου από τον θρόνο του ή μπορεί να δικαιολογηθή και η θέσπιση ορίου ηλικίας, με την απαραίτητη όμως προϋπόθεση ότι ο παραιτηθείς ή εκδιωχθείς θα στερήται συγχρόνως κανονικώς και της Αρχιερωσύνης και δεν θα μπορή να ιερουργή και να ιεροπράττη.
Επειδή η κανονική αυτή ακρίβεια μπορεί να φανή αυστηρή, αν και είναι συνεπής με τους ιερούς Κανόνας, θα μπορούσε να εφαρμοσθή από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο με διάκριση και σύνεση κατ' οικονομίαν η παράγραφος 2 του άρθρου 34 του Νόμου 590/1977 «Περί του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος», που διαλαμβάνει: «Μητροπολίτης μη δυνάμενος να εκτελή τα καθήκοντα αυτού δια νόσον η γήρας δικαιούται να υποβάλη κανονικήν παραίτησιν.
Η παραίτησις υποβάλλεται εγγράφως εις την Δ.Ι.Σ. ήτις, αποδεχομένη την παραίτησιν, ανακοινεί ταύτην τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων διά την έκδοσιν του σχετικού Προεδρικού Διατάγματος. Μητροπολίτης δύναται να παραιτηθή και διά πάντα άλλον σοβαρόν λόγον, περί του οποίου αποφαίνεται η Δ.Ι.Σ. δι’ απολύτου πλειονοψηφίας των παρόντων μελών αυτής». Στην περίπτωση αυτή η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφασίζει σχετικώς και ως προς το κατά πόσον θα του επιτραπή να ιερουργή.
Προσωπικά είμαι εναντίον κάθε αντικανονικής παρεμβάσεως στα εσωτερικά της Εκκλησίας, κάθε επιβολής ορίου ηλικίας και εξασκήσεως εκβιασμών εναντίον ηλικιωμένων Αρχιερέων, όπως και δεν συμφωνώ με ενέργειες κάθε Κληρικού που εισβαίνει απαράδεκτα και άκριτα στην κανονική δομή της Εκκλησίας και εν ονόματι του εκσυγχρονισμού την εκκοσμικεύει. Επίσης, δεν μπορώ να αποδεχθώ την συνθηματολογία σε τέτοια σοβαρά θεολογικά και εκκλησιαστικά ζητήματα.
(Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα "Ορθόδοξος Κόσμος", στις 17-3-2008)
Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.
- ORTHODOXIA
- Δημοσιεύσεις: 355
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:09 pm
- 12
- Τοποθεσία: Ομάδα Διαχείρισης
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Το όριο ηλικίας των Αρχιερέων
του Γεωργίου Ι. Ανδρουτσόπουλου, Εκλεγμένου Λέκτορα του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Αθηνών
Τελευταία Ενημέρωση: Nov 22, 2010
I. Το ζήτημα της επισκοπικής ισοβιότητος έχει επανειλημμένως απασχολήσει την εκκλησιαστική ειδησεογραφία. Και τούτο, διότι δεν λείπουν οι περιπτώσεις υπέργηρων Αρχιερέων οι οποίοι αδυνατούν, λόγω της προχωρημένης ηλικίας τους και των συναφών προβλημάτων υγείας, να ασκήσουν επαρκώς, αν μη και στοιχειωδώς, τα λειτουργικά και διοικητικά τους καθήκοντα. Τελευταία αφορμή για την αναζωπύρωση της σχετικής φιλολογίας υπήρξαν πρόσφατα δημοσιεύματα που αναπαρήγαγαν φήμες ότι μεθοδεύεται από κυβερνητικής πλευράς η επιβολή ορίου ηλικίας στους Μητροπολίτες (Μ. Χαραλαμπάκης, Στα δύο οι μητροπολίτες για το όριο ηλικίας, εφημ. «Τα Νέα», 16.9.2010).
II. Είναι γεγονός ότι η θεσμοθέτηση ηλικιακού ορίου για την παραμονή του Επισκόπου στον θρόνο του αγονείται παντελώς από το ιεροκανονικό δίκαιο και την πρακτική παράδοση της Εκκλησίας, που συνηγορούν υπέρ της ισοβιότητος του επισκοπικού αξιώματος. Ειδικότερα, στον 23ο Κανόνα της Συνόδου της Αντιόχειας ορίζεται ότι: «Επίσκοπον μη εξείναι αντ´ αυτού καθιστάν έτερον εαυτού διάδοχον, καν προς τη τελευτή του βίου τυγχάνη», (Γ. Ράλλης - Μ. Ποτλής, Σύνταγμα, τόμ. Γ´, 1853, σσ. 465-466), ο δε 16ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου απαγορεύει με κάθε τρόπο «το καταστήναι επίσκοπον εν τη εκκλησία, ης έτι ο προεστώς ζη...» (Ράλλης - Ποτλής, τόμ. Β´, 1852, σ. 696• πρβλ. καν. 3 Κυρίλλου Αλεξανδρείας). Η αντικανονικότητα αυτή εξηγείται «ως εκ του δεσμού που συνδέει τον Επίσκοπο με τη συγκεκριμένη Επισκοπή, η διαποίμανση της οποίας, με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, του έλαχε και με την οποία, ως “νύμφης του Χριστού”, οιονεί νυμφεύεται» (Ι. Μ. Κονιδάρης, Η διαπάλη, 1994, σ. 90).
III. Στην ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος έχουν καταγραφεί αρκετές περιπτώσεις σπουδής της Πολιτείας να επιβάλει όριο ηλικίας στους Αρχιερείς, οι οποίες εντάσσονται βεβαίως στο πλαίσιο της πρακτικής να επεμβαίνει, όχι σπανίως, η Πολιτεία στα εσωτερικά ζητήματα (interna corporis) της Εκκλησίας.
1. Για πρώτη φορά όριο ηλικίας επιβλήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1923, όταν το στρατιωτικό κίνημα υπό την ηγεσία των συνταγματαρχών Ν. Πλαστήρα και Σ. Γονατά και του αντιπλοιάρχου Δ. Φωκά, που επικράτησε τον Σεπτέμβριο 1923 μετά τη μικρασιατική καταστροφή, αποφάσισε (άρθρ. 1 της με αριθ. 33.960/1923 αποφάσεως της «Επαναστάσεως»: Ε.τ.Κ. Α´ 352) ότι οι Μητροπολίτες της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος αποχωρούν «της υπηρεσίας» μόλις συμπληρώσουν το 65ο έτος της ηλικίας τους. Για τον σκοπό αυτό ο Υπουργός των Εκκλησιαστικών προκαλούσε, μετά από σχετική απόφαση της Ι. Συνόδου, που είχε όμως απλώς διαπιστωτικό χαρακτήρα (άρθρ. 1 εδ. δ´), την έκδοση του σχετικού βασιλικού διατάγματος, ενώ η βεβαίωση της ηλικίας των Μητροπολιτών γινόταν από την Ι. Σύνοδο βάσει ληξιαρχικής πράξεως γεννήσεως ή, σε περίπτωση ελλείψεώς της, του μητρώου αρρένων ή του μοναχολογίου της οικείας για κάθε έναν Μονής ή υπεύθυνης δηλώσεως του Μητροπολίτη περί της ηλικίας του ενώπιον οιουδήποτε εκκλησιαστικού δικαστηρίου.
2α. Επί Κυβερνήσεως των λεγόμενων «αποστατών», με Πρόεδρο τον Στ. Στεφανόπουλο και Αντιπρόεδρο τον Γ. Αθανασιάδη - Νόβα, θεσπίστηκε το Ν.Δ. 4589/1966 (Ε.τ.Κ. Α´ 239), το οποίο, με εισήγηση του τότε Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Στ. Αλαμανή, καθιέρωσε όριο ηλικίας για τους Μητροπολίτες (άρθρ. 4), υπογράφηκε δε «εν ονόματι του Βασιλέως» στις 10 Νοεμβρίου 1966 από τη βασίλισσα Άννα - Μαρία. Ειδικότερα, με το νομοθετικό αυτό διάταγμα της δημοκρατικής περιόδου, το οποίο διευκόλυνε στη συνέχεια σημαντικά την αναγκαστική απομάκρυνση από το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσόστομου του Β´ [Χατζησταύρου] (Ι. Μ. Κονιδάρης, Η διαπάλη, όπ. π, σ. 89), οι Μητροπολίτες και οι Βοηθοί Επίσκοποι αποχωρούν αυτοδικαίως «εκ της υπηρεσίας αυτών» με τη συμπλήρωση του 80ου έτους της ηλικίας τους. Για τον σκοπό αυτό εκδίδεται, με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, βασιλικό διάταγμα, για τη βεβαίωση δε της ηλικίας των Μητροπολιτών εφαρμόζονταν αναλόγως οι διατάξεις που εκάστοτε ίσχυαν για την αποχώρηση λόγω ορίου ηλικίας των καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ωστόσο, με ειδική διάταξη διευκρινιζόταν ότι η επιβολή ορίου ηλικίας δεν εφαρμόζεται «διά τον κατέχοντα εκάστοτε τον Θρόνον της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και πάσης Ελλάδος» (άρθρ. 4 § 2 Ν.Δ. 4589/1966).
Σύμφωνα με τον Α. Περρωτή, ο οποίος εισηγήθηκε το σχέδιο του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος στις 20 Σεπτεμβρίου 1966 κατά την 65η συνεδρία της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής, η νομοθετική επιβολή ορίου ηλικίας στους Μητροπολίτες υπαγορεύθηκε από την αδήριτη πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία «Ιεράρχαι λίαν προχωρημένοι ες την ηλικίαν αμφιβόλου υγείας και διανοητικής καταστάσεως λόγω της ηλικίας των, επιμένουν να ποιμένουν τας μητροπόλεις των από της κλίνης ή από τας Αθήνας» (Επίσημα Πρακτικά της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής του άρθρ. 35 Σ. [Προεδρία: Δ. Παπασπύρου], τόμ. Β´, 1966, σ. 1394). Άλλωστε, και πριν τη θέσπιση του Ν.Δ. 4589/1966, η Πολιτεία είχε διατυπώσει την πρόταση για την επιβολή ως ορίου ηλικίας του 70ου ή του 80ου μετά από ιατρική γνωμάτευση, αναγκάστηκε όμως να την αποσύρει, όπως αποκάλυψε ο τότε Μητρ. Κίτρους Βαρνάβας [Τζωρτζάτος] κατά τη συνεδρία της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας στις 7 Οκτωβρίου 1963, για να μην προκληθεί μεγαλύτερη αντίδραση της Ι.Σ.Ι. (Θ. Στράγκα, Ιστορία, τόμ. ΣΤ´, 1980, σ. 4148).
2β. Σε σχέση με την απόφαση της Επαναστάσεως του 1923, το ως άνω νομοθετικό διάταγμα αφενός αυξάνει από το 65ο στο 80ο το όριο ηλικίας, γεγονός το οποίο δικαιολογείται από το ότι στο εν τω μεταξύ διαρρεύσαν διάστημα των 40 και πλέον ετών αυξήθηκε το προσδόκιμο της ζωής και αφετέρου διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του, δεδομένου ότι, παρά την εξαίρεση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, από το όριο ηλικίας καταλαμβάνονται πλέον όχι μόνο οι Μητροπολίτες, αλλά και οι Βοηθοί Επίσκοποι.
2γ. Ωστόσο, η καθιέρωση ορίου ηλικίας για την αποχώρηση των Μητροπολιτών από τους θρόνους τους προκάλεσε τη σθεναρή αντίδραση της Ι.Σ.Ι., η οποία κατά τη συνεδρία της 10ης Δεκεμβρίου 1966 αποφάσισε τη συγκρότηση Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής προς μελέτη του Ν.Δ. 4589/1966. Η εξαμελής αυτή Επιτροπή, η οποία αποτελείτο από τους Μητροπολίτες Ηλείας Γερμανό [Γκούμα], Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα [Παπαγεωργίου], Μονεμβασίας και Σπάρτης Κυπριανό [Πουλάκο], Ελασσώνος Ιάκωβο [Μακρυγιάννη], Μεσσηνίας Χρυσόστομο [Θέμελη] και Παραμυθίας, Φιλιατών και Γηρομερίου Τίτο [Ματθαιάκη], στο υπόμνημά της που απέστειλε στην Ι.Σ.Ι. τέσσερις ημέρες αργότερα, ήτοι την 14η Δεκεμβρίου 1966, έκρινε ως αντικανονική και συνεπώς αντισυνταγματική τη ρύθμιση του άρθρ. 4 §§ 1, 2 Ν.Δ. 4589/1966 και εισηγήθηκε την κατάργησή της (βλ. περ. «Εκκλησία», τεύχ. ΜΔ´, έτ. 1967, σ. 8 επ.).
2δ. Η Πολιτεία όμως δεν ακύρωσε τη νομοθετική πρωτοβουλία της. Αντιθέτως, προχώρησε σε άμεση υλοποίηση των προβλέψεων του νομοθετικού διατάγματος. Έτσι, με το Β.Δ. της 24 Ιανουαρίου 1967 (Ε.τ.Κ. Γ´ 27/26.1.1967), που εσηγήθηκε ο τότε Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων καθηγητής Ι. Θεοδωρακόπουλος και εκδόθηκε σε εκτέλεση του Ν.Δ. 4589/1966, θεωρήθηκαν «αυτοδικαίως αποχωρήσαντες του Μητροπολιτικού των θρόνου, ως έχοντες ήδη καταληφθή υπό του ορίου ηλικίας, κατά την έναρξιν ισχύος του άρθρου 4 του Ν.Δ. 4589/1966» έξι Μητροπολίτες, οι Αλεξανδρουπόλεως Ιωακείμ [Καβύρης], Δρυϊνουπόλεως και Κονίτσης Χριστοφόρος [Χατζής], Κερκύρας και Παξών Μεθόδιος [Κοντοστάνος], Σιδηροκάστρου Βασίλειος [Μαγκριώτης], Φλωρίνης Βασίλειος [Παπαδόπουλος] και Εδέσσης και Πέλλης Διονύσιος [Παπανικολόπουλος]. Από αυτούς τέσσερις, οι Μητροπολίτες Αλεξανδρουπόλεως, Κερκύρας, Φλωρίνης και Εδέσσης προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ζητώντας την ακύρωση του ως άνω βασιλικού διατάγματος.
Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, με Πρόεδρο τον Μιχ. Στασινόπουλο και Εισηγητή τον Σύμβουλο Επικρατείας Χ. Παναγιωτόπουλο, συνεδρίασε «εν ολομελεία» στις 28 Φεβρουαρίου 1967 και με τις υπ´ αριθ. 609-612/1967 αποφάσεις του απέρριψε τις αιτήσεις ακυρώσεως («Εφημερίς Ελλήνων Νομικών», τόμ. 34, έτ. 1967, σ. 361 επ.). Σύμφωνα με την από 25.2.1967 Εισηγητική Έκθεση επί της υπ´ αριθ. 609/1967 αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας του Εισηγητή Χαρ. Παναγιωτόπουλου («Εφαρμογές Δημοσίου και Διοικητικού Δικαίου», τόμ. 41, έτ. 1967, σ. 130 επ.), την οποία υιοθέτησε στο σύνολό της το δικαστήριο, γίνεται δεκτή η αντικανονικότητα της νομοθετικής ρυθμίσεως περί επιβολής ορίου ηλικίας στους Μητροπολίτες, πλην όμως η αντικανονικότητα αυτή δεν συνεπάγεται αυτοθρόως και αντισυνταγματικότητα της σχετικής νομοθεσίας, δεδομένου ότι η συνταγματική κατοχύρωση των ιερών κανόνων περιορίζεται μόνο σε αυτούς που αναφέρονται στο δόγμα ή σε θεμελιώδεις διοικητικούς θεσμούς, παγιωμένους από μακρού στην Ορθόδοξη Εκκλησία και όχι και σε εκείνους που ρυθμίζουν απλώς διοικητικής φύσεως θέματα, όπως εν προκειμένω.
2ε. Τη διάταξη, η οποία εξαιρούσε τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών από τις διατάξεις περί ορίου ηλικίας (άρθρ. 4 § 2 Ν.Δ. 4589/1966), κατήργησε ο Α. Ν. 3 της 10ης Μαίου 1967 (άρθρ. 3 § 2), που όρισε ότι και επί του εκάστοτε Αρχιεπισκόπου Αθηνών εφαρμόζονται τα ισχύοντα για τους Μητροπολίτες και Βοηθούς Επισκόπους. Μάλιστα, με το βασιλικό διάταγμα της 23.3/11.4.1968 (Ε.τ.Κ. Α´ 76), η ισχύς τόσο του άρθρ. 4 § 1 Ν.Δ. 4589/66 όσο και του άρθρ. 3 § 2 Α.Ν. 3/67 επεκτάθηκε και «επί του Αρχιεπισκόπου Κρήτης και επί των Αρχιερέων Μητροπολιτών της εν Κρήτη Ορθοδόξου Εκκλησίας». Ωστόσο, η ρύθμιση του άρθρ. 3 § 2 Α.Ν. 3/67, αν και prima facie θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αποκαθιστά την τρωθείσα νομιμότητα, αφού εξισώνει ως προς την αντιμετώπιση τον Αρχιεπίκοπο Αθηνών με τους λοιπούς Μητροπολίτες, εντούτοις δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι η θέσπισή της ήταν ενταγμένη στο πλαίσιο μιας ύπουλης μεθοδεύσεως του δικτατορικού καθεστώτος, που αποσκοπούσε να προκαλέσει, όπως ήδη αναφέρθηκε, την απομάκρυνση από τον θρόνο του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσόστομου του Β´ [Χατζησταύρου].
3. Η δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967 ανακαθόρισε το όριο ηλικίας αποχωρήσεως του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και των λοιπών Αρχιερέων από τους θρόνους τους. Έτσι, με το Ν.Δ. 126/1969 (άρθρ. 29 παρ. 2) ορίστηκε για πρώτη φορά σε Καταστατικό Χάρτη ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος και οι λοιποί Αρχιερείς αποχωρούν αυτοδικαίως στο 72ο έτος της ηλικίας τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 72ο έτος προέκυψε ως συμβιβασμός μεταξύ της Εκκλησίας, που πρότεινε το 75ο και της «Εθνικής Κυβερνήσεως», που αντιπρότεινε το 70ο έτος (Ι. Μ. Κονιδάρης, Η διαπάλη, όπ. π, σ. 115). Στο μεταξύ, με τη Συντακτική Πράξη ΛΣΤ´/28.9.1968 (Ε.τ.Κ. Α´ 229) και συγκεκριμένα με το άρθρ. 1 είχε προβλεφθεί ότι οι Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος αποχωρούν αυτοδικαίως από τη θέση τους μόλις συμπληρώσουν, ανεξαρτήτως ηλικίας, 40ετία στην ιερωσύνη και 30ετία στον επισκοπικό βαθμό. Ένας δε εξ αυτών στον οποίο εφαρμόστηκε η ως άνω Συντακτική Πράξη υπήρξε ο Μητρ. Ηλείας Γερμανός [Γκούμας], ο οποίος ήταν μέλος της Συνοδικής Επιτροπής για τη μελέτη του Ν.Δ. 4589/66. Οι τελευταίες αυτές ρυθμίσεις του δικτατορικού καθεστώτος σχετικώς με την επιβολή ορίου ηλικίας ίσχυσαν μέχρι το 1974, όταν και αποκαταστάθηκε η δημοκρατική νομιμότητα (άρθρ. 15 της με αριθ. 1 Συντακτικής Πράξεως της 1ης Αυγούστου 1974 σε συνδυασμό με το Νομοθετικό Διάταγμα 87 της 3ης Οκτωβρίου 1974).
IV. Ο ισχύων Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, ήτοι ο Ν. 590/1977 (βλ. το κείμενο σε Ι. Μ. Κονιδάρη, Θεμελιώδεις διατάξεις, 2006, σσ. 61 επ.), δεν προβλέπει όριο ηλικίας για την αποχώρηση των Μητροπολιτών από τους θρόνους τους. Ωστόσο, αναγνωρίζει το δικαίωμα στον Μητροπολίτη που αδυνατεί να εκτελεί τα καθήκοντά του λόγω γήρατος ή ασθενείας ή για οποιονδήποτε άλλον σοβαρό λόγο περί του οποίου αποφαίνεται η Διαρκής Ι. Σύνοδος, να υποβάλει κανονική παραίτηση (άρθρ. 34 § 2). Σε περίπτωση μάλιστα που ο Μητροπολίτης αρνείται, παρά τη διαπιστωμένη αδυναμία του να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις του ευθυνοφόρου υπουργήματός του, να παραιτηθεί, ειδική Επιτροπή που αποτελείται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή τον νόμιμο αναπληρωτή του, ως Πρόεδρο και δύο καθηγητές της Ιατρικής Σχολής των Πανεπιστημίων της χώρας, ως μέλη, υποβάλλει σχετικό πόρισμα προς τη Δ.Ι.Σ., η οποία είτε κηρύσσει τον θρόνο «εν χηρεία» είτε αποφαίνεται ότι δεν συντρέχει λόγος απαλλαγής του Μητροπολίτη από τα καθήκοντά του (άρθρ. 34 § 3 κ. εξ.).
V. Είναι αναμφίβολο ότι η νομοθετική καθιέρωση ορίου ηλικίας για τους Μητροπολίτες, και μάλιστα με μονομερή πράξη της Πολιτείας, αντίκειται στους ιερούς κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας είτε αμέσως είτε εμμέσως (βλ. Επ. Θεοδωρόπουλου, Άρθρα, 1986, σ. 126). Ειδικότερα, όσον αφορά στην ελληνική έννομη τάξη και υπό το ισχύον σύστημα σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας, πρέπει να παρατηρηθούν τα εξής: αυτονόητη προϋπόθεση της συνταγματικώς κατοχυρωμένης θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρ. 13 Σ. 1975) και ακριβέστερα της αυτοδιοικήσεως κάθε θρησκευτικής κοινότητας, επομένως και της «επικρατούσας» Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι η εξασφάλιση και ο σεβασμός του κύρους και της ισχύος του εσωτερικού, «κανονικού» της δικαίου. Σύμφωνα με την ορθότερη άποψη, το ισχύον Σύνταγμα κατοχυρώνει, βάσει του άρθρ. 13, όλους τους κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ανεξαρτήτως εάν αναφέρονται στο δόγμα ή στη διοίκηση, διάκριση η οποία είναι άλλωστε αυθαίρετη και αδόκιμη (βλ. Μητρ. [τότε] Δημητριάδος [μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών] Χριστόδουλου [Παρασκευαϊδη], «Αμφισβήτησις της συνταγματικότητος των νομοθετικών επεμβάσεων της πολιτείας επί της εκκλησίας» ΤιμΤόμ. Κ. Βαβούσκου, τ. Γ', 1990, σσ. 459-472, ιδίως σ. 465), με τον περιορισμό ότι δεν υφίσταται αντίθεση των εν λόγω κανόνων στο Σύνταγμα, τη δημόσια τάξη, τα χρηστά ήθη και τους γενικούς νόμους του κράτους.
Εν προκειμένω, είναι προφανές ότι οι κανόνες που «αγνοούν» το όριο ηλικίας για τους Μητροπολίτες ούτε τη δημόσια τάξη προσβάλλουν ούτε στα χρηστά ήθη αντιτίθενται. Η μόνη ένσταση που θα μπορούσε ενδεχομένως να διατυπωθεί είναι ότι η ισοβιότητα του επισκοπικού αξιώματος προσβάλλει τη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρ. 4 Σ.), που επιβάλλει την ίση αντιμετώπιση των Ελλήνων έναντι του νόμου, δεδομένου ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι αποχωρούν από την υπηρεσία το αργότερο με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας τους (άρθρ. 3 § 1 εδ. α´ και 24 Ν. 2084/1992), για δε τους καθηγητές Α.Ε.Ι. το όριο ανέρχεται στο 67ο έτος (άρθρ. 16 § 6 εδ. γ´ Σ. 1975 και άρθρ. 45 Ν. 2413/1996). Ωστόσο, η διάταξη του άρθρ. 4 § 1 Σ. καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του νόμου, αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι αυτών και συνεπώς δεσμεύει τον κοινό νομοθέτη, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοια πράγματα, σχέσεις ή καταστάσεις και κατηγορίες προσώπων, να μη μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο της περιπτώσεις αυτές, εισάγοντας εξαιρέσεις και κάνοντας διακρίσεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αρχή της ισότητας ουδόλως προσβάλλεται, καθώς οι Μητροπολίτες δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι ή [δημόσιοι] λειτουργοί και επομένως δεν υπάρχει ρύθμιση «ουσιωδώς όμοιων πραγμάτων». Αντιθέτως, όπως γίνεται δεκτό ομοφώνως, οι λειτουργοί και γενικώς τα όργανα της Εκκλησίας δεν εξομοιώνονται με δημόσιους υπαλλήλους, καθώς «η ιδιαιτερότητα της Εκκλησίας, η πνευματική της αποστολή, η απόλυτη ιεραρχική υποταγή των οργάνων της Εκκλησίας τόσο στη δική της διοικητική κορυφή όσο και στο θρησκευτικό δόγμα είναι δεδομένα ασυμβίβαστα με την έννοια του δημοσίου υπαλλήλου…» (Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο, τόμ. Β´, 1993, σ. 426).
VI. Συγχρόνως, αποτελεί κοινό τόπο ότι η καθημερινή πρακτική και εμπειρία προσφέρει, κατά καιρούς, παραδείγματα αποίμαντων Μητροπόλεων, όπου το κενό της επισκοπικής παρουσίας δημιουργεί αφεύκτως πρακτικά προβλήματα στην άσκηση της λατρευτικής διακονίας και τη διεκπεραίωση του ποιμαντικού έργου, ενώ ενίοτε αφήνει ζωτικό χώρο για να κάνουν δυναμικά αισθητή την παρουσία τους οι διάφοροι παρατρεχάμενοι του εκάστοτε επισκοπικού περιβάλλοντος, οι οποίοι λυμαίνονται συνήθως την επισκοπική επαρχία και εκμεταλλεύονται, κατά το δοκούν, την κατάσταση.
Επιτακτική λοιπόν προβάλλει η ανάγκη να εξετάσει η ίδια η Εκκλησία το θέμα του ορίου ηλικίας και να υιοθετήσει μία πιο ευέλικτη πολιτική για την ανανέωση των Επισκόπων της (Ι. Μ. Κονιδάρης, Εκκλησιαστικά Άτακτα, 2000, σσ. 352-353). Επειδή, ωστόσο, η αναγκαστική απομάκρυνση από τον θρόνο λόγω της συμπληρώσεως συγκεκριμένου ορίου ηλικίας «εμποδίζεται» από τους ιερούς κανόνες, θα μπορούσε να προβλεφθεί ότι στους Μητροπολίτες που διάγουν το 75ο έτος της ηλικίας τους θα δίδονται Βοηθοί Επίσκοποι, οι οποίοι θα επικουρούν τη διακονία τους. Η εναλλακτική αυτή πρόταση δεν είναι βεβαίως καινούρια, αλλά διατυπώθηκε για πρώτη φορά στα αρμόδια συνοδικά όργανα από τον [τότε] Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και καθηγητή της Εκκλησιαστικής Ιστορίας Χρυσόστομο [Παπαδόπουλο] κατά τη συνεδρία της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας της 18ης Νοεμβρίου 1937 (Στράγκα, τόμ. Γ´, σ. 2152). Όμως, και η πρόταση αυτή προβάλλει μάλλον αλυσιτελής, καθώς είναι εκτεθειμένη στη μομφή της αντικανονικότητας, ως προς τον θεσμό των Βοηθών Επισκόπων…
Εξισορρόπηση των πραγμάτων θα μπορούσε να επιτευχθεί με την πρόβλεψη ότι οι Μητροπολίτες υποχρεούνται να υποβάλουν με τη συμπλήρωση του 75ου έτους της ηλικίας τους, οριστικώς και άνευ άλλου, την παραίτησή τους στα αρμόδια συνοδικά όργανα, ήτοι τη Διαρκή Ι. Σύνοδο, η οποία θα αποφασίζει για τον χρόνο της αποδοχής της (πρβλ. άρθρ. 26 του από 13-16.8.2000 Καταστατικού Χάρτη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας). Άλλωστε, με την αποδοχή της παραιτήσεως ο Επίσκοπος απεκδύεται μονάχα από τις διοικητικές του αρμοδιότητες και προφανώς δεν απογυμνώνεται από τη χάρη του μυστηρίου της αρχιερωσύνης (πώς θα μπορούσε άλλωστε ένα αμιγώς διοικητικό μέτρο να έχει μια τέτοια συνέπεια; ), η οποία και θα τον συνοδεύει ακόμα και στη μετά θάνατον πορεία του.
Πηγή: www.amen.gr
του Γεωργίου Ι. Ανδρουτσόπουλου, Εκλεγμένου Λέκτορα του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Αθηνών
Τελευταία Ενημέρωση: Nov 22, 2010
I. Το ζήτημα της επισκοπικής ισοβιότητος έχει επανειλημμένως απασχολήσει την εκκλησιαστική ειδησεογραφία. Και τούτο, διότι δεν λείπουν οι περιπτώσεις υπέργηρων Αρχιερέων οι οποίοι αδυνατούν, λόγω της προχωρημένης ηλικίας τους και των συναφών προβλημάτων υγείας, να ασκήσουν επαρκώς, αν μη και στοιχειωδώς, τα λειτουργικά και διοικητικά τους καθήκοντα. Τελευταία αφορμή για την αναζωπύρωση της σχετικής φιλολογίας υπήρξαν πρόσφατα δημοσιεύματα που αναπαρήγαγαν φήμες ότι μεθοδεύεται από κυβερνητικής πλευράς η επιβολή ορίου ηλικίας στους Μητροπολίτες (Μ. Χαραλαμπάκης, Στα δύο οι μητροπολίτες για το όριο ηλικίας, εφημ. «Τα Νέα», 16.9.2010).
II. Είναι γεγονός ότι η θεσμοθέτηση ηλικιακού ορίου για την παραμονή του Επισκόπου στον θρόνο του αγονείται παντελώς από το ιεροκανονικό δίκαιο και την πρακτική παράδοση της Εκκλησίας, που συνηγορούν υπέρ της ισοβιότητος του επισκοπικού αξιώματος. Ειδικότερα, στον 23ο Κανόνα της Συνόδου της Αντιόχειας ορίζεται ότι: «Επίσκοπον μη εξείναι αντ´ αυτού καθιστάν έτερον εαυτού διάδοχον, καν προς τη τελευτή του βίου τυγχάνη», (Γ. Ράλλης - Μ. Ποτλής, Σύνταγμα, τόμ. Γ´, 1853, σσ. 465-466), ο δε 16ος Κανόνας της Πρωτοδευτέρας Συνόδου απαγορεύει με κάθε τρόπο «το καταστήναι επίσκοπον εν τη εκκλησία, ης έτι ο προεστώς ζη...» (Ράλλης - Ποτλής, τόμ. Β´, 1852, σ. 696• πρβλ. καν. 3 Κυρίλλου Αλεξανδρείας). Η αντικανονικότητα αυτή εξηγείται «ως εκ του δεσμού που συνδέει τον Επίσκοπο με τη συγκεκριμένη Επισκοπή, η διαποίμανση της οποίας, με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, του έλαχε και με την οποία, ως “νύμφης του Χριστού”, οιονεί νυμφεύεται» (Ι. Μ. Κονιδάρης, Η διαπάλη, 1994, σ. 90).
III. Στην ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος έχουν καταγραφεί αρκετές περιπτώσεις σπουδής της Πολιτείας να επιβάλει όριο ηλικίας στους Αρχιερείς, οι οποίες εντάσσονται βεβαίως στο πλαίσιο της πρακτικής να επεμβαίνει, όχι σπανίως, η Πολιτεία στα εσωτερικά ζητήματα (interna corporis) της Εκκλησίας.
1. Για πρώτη φορά όριο ηλικίας επιβλήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1923, όταν το στρατιωτικό κίνημα υπό την ηγεσία των συνταγματαρχών Ν. Πλαστήρα και Σ. Γονατά και του αντιπλοιάρχου Δ. Φωκά, που επικράτησε τον Σεπτέμβριο 1923 μετά τη μικρασιατική καταστροφή, αποφάσισε (άρθρ. 1 της με αριθ. 33.960/1923 αποφάσεως της «Επαναστάσεως»: Ε.τ.Κ. Α´ 352) ότι οι Μητροπολίτες της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος αποχωρούν «της υπηρεσίας» μόλις συμπληρώσουν το 65ο έτος της ηλικίας τους. Για τον σκοπό αυτό ο Υπουργός των Εκκλησιαστικών προκαλούσε, μετά από σχετική απόφαση της Ι. Συνόδου, που είχε όμως απλώς διαπιστωτικό χαρακτήρα (άρθρ. 1 εδ. δ´), την έκδοση του σχετικού βασιλικού διατάγματος, ενώ η βεβαίωση της ηλικίας των Μητροπολιτών γινόταν από την Ι. Σύνοδο βάσει ληξιαρχικής πράξεως γεννήσεως ή, σε περίπτωση ελλείψεώς της, του μητρώου αρρένων ή του μοναχολογίου της οικείας για κάθε έναν Μονής ή υπεύθυνης δηλώσεως του Μητροπολίτη περί της ηλικίας του ενώπιον οιουδήποτε εκκλησιαστικού δικαστηρίου.
2α. Επί Κυβερνήσεως των λεγόμενων «αποστατών», με Πρόεδρο τον Στ. Στεφανόπουλο και Αντιπρόεδρο τον Γ. Αθανασιάδη - Νόβα, θεσπίστηκε το Ν.Δ. 4589/1966 (Ε.τ.Κ. Α´ 239), το οποίο, με εισήγηση του τότε Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Στ. Αλαμανή, καθιέρωσε όριο ηλικίας για τους Μητροπολίτες (άρθρ. 4), υπογράφηκε δε «εν ονόματι του Βασιλέως» στις 10 Νοεμβρίου 1966 από τη βασίλισσα Άννα - Μαρία. Ειδικότερα, με το νομοθετικό αυτό διάταγμα της δημοκρατικής περιόδου, το οποίο διευκόλυνε στη συνέχεια σημαντικά την αναγκαστική απομάκρυνση από το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσόστομου του Β´ [Χατζησταύρου] (Ι. Μ. Κονιδάρης, Η διαπάλη, όπ. π, σ. 89), οι Μητροπολίτες και οι Βοηθοί Επίσκοποι αποχωρούν αυτοδικαίως «εκ της υπηρεσίας αυτών» με τη συμπλήρωση του 80ου έτους της ηλικίας τους. Για τον σκοπό αυτό εκδίδεται, με πρόταση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, βασιλικό διάταγμα, για τη βεβαίωση δε της ηλικίας των Μητροπολιτών εφαρμόζονταν αναλόγως οι διατάξεις που εκάστοτε ίσχυαν για την αποχώρηση λόγω ορίου ηλικίας των καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ωστόσο, με ειδική διάταξη διευκρινιζόταν ότι η επιβολή ορίου ηλικίας δεν εφαρμόζεται «διά τον κατέχοντα εκάστοτε τον Θρόνον της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και πάσης Ελλάδος» (άρθρ. 4 § 2 Ν.Δ. 4589/1966).
Σύμφωνα με τον Α. Περρωτή, ο οποίος εισηγήθηκε το σχέδιο του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος στις 20 Σεπτεμβρίου 1966 κατά την 65η συνεδρία της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής, η νομοθετική επιβολή ορίου ηλικίας στους Μητροπολίτες υπαγορεύθηκε από την αδήριτη πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία «Ιεράρχαι λίαν προχωρημένοι ες την ηλικίαν αμφιβόλου υγείας και διανοητικής καταστάσεως λόγω της ηλικίας των, επιμένουν να ποιμένουν τας μητροπόλεις των από της κλίνης ή από τας Αθήνας» (Επίσημα Πρακτικά της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής του άρθρ. 35 Σ. [Προεδρία: Δ. Παπασπύρου], τόμ. Β´, 1966, σ. 1394). Άλλωστε, και πριν τη θέσπιση του Ν.Δ. 4589/1966, η Πολιτεία είχε διατυπώσει την πρόταση για την επιβολή ως ορίου ηλικίας του 70ου ή του 80ου μετά από ιατρική γνωμάτευση, αναγκάστηκε όμως να την αποσύρει, όπως αποκάλυψε ο τότε Μητρ. Κίτρους Βαρνάβας [Τζωρτζάτος] κατά τη συνεδρία της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας στις 7 Οκτωβρίου 1963, για να μην προκληθεί μεγαλύτερη αντίδραση της Ι.Σ.Ι. (Θ. Στράγκα, Ιστορία, τόμ. ΣΤ´, 1980, σ. 4148).
2β. Σε σχέση με την απόφαση της Επαναστάσεως του 1923, το ως άνω νομοθετικό διάταγμα αφενός αυξάνει από το 65ο στο 80ο το όριο ηλικίας, γεγονός το οποίο δικαιολογείται από το ότι στο εν τω μεταξύ διαρρεύσαν διάστημα των 40 και πλέον ετών αυξήθηκε το προσδόκιμο της ζωής και αφετέρου διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του, δεδομένου ότι, παρά την εξαίρεση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, από το όριο ηλικίας καταλαμβάνονται πλέον όχι μόνο οι Μητροπολίτες, αλλά και οι Βοηθοί Επίσκοποι.
2γ. Ωστόσο, η καθιέρωση ορίου ηλικίας για την αποχώρηση των Μητροπολιτών από τους θρόνους τους προκάλεσε τη σθεναρή αντίδραση της Ι.Σ.Ι., η οποία κατά τη συνεδρία της 10ης Δεκεμβρίου 1966 αποφάσισε τη συγκρότηση Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής προς μελέτη του Ν.Δ. 4589/1966. Η εξαμελής αυτή Επιτροπή, η οποία αποτελείτο από τους Μητροπολίτες Ηλείας Γερμανό [Γκούμα], Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα [Παπαγεωργίου], Μονεμβασίας και Σπάρτης Κυπριανό [Πουλάκο], Ελασσώνος Ιάκωβο [Μακρυγιάννη], Μεσσηνίας Χρυσόστομο [Θέμελη] και Παραμυθίας, Φιλιατών και Γηρομερίου Τίτο [Ματθαιάκη], στο υπόμνημά της που απέστειλε στην Ι.Σ.Ι. τέσσερις ημέρες αργότερα, ήτοι την 14η Δεκεμβρίου 1966, έκρινε ως αντικανονική και συνεπώς αντισυνταγματική τη ρύθμιση του άρθρ. 4 §§ 1, 2 Ν.Δ. 4589/1966 και εισηγήθηκε την κατάργησή της (βλ. περ. «Εκκλησία», τεύχ. ΜΔ´, έτ. 1967, σ. 8 επ.).
2δ. Η Πολιτεία όμως δεν ακύρωσε τη νομοθετική πρωτοβουλία της. Αντιθέτως, προχώρησε σε άμεση υλοποίηση των προβλέψεων του νομοθετικού διατάγματος. Έτσι, με το Β.Δ. της 24 Ιανουαρίου 1967 (Ε.τ.Κ. Γ´ 27/26.1.1967), που εσηγήθηκε ο τότε Υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων καθηγητής Ι. Θεοδωρακόπουλος και εκδόθηκε σε εκτέλεση του Ν.Δ. 4589/1966, θεωρήθηκαν «αυτοδικαίως αποχωρήσαντες του Μητροπολιτικού των θρόνου, ως έχοντες ήδη καταληφθή υπό του ορίου ηλικίας, κατά την έναρξιν ισχύος του άρθρου 4 του Ν.Δ. 4589/1966» έξι Μητροπολίτες, οι Αλεξανδρουπόλεως Ιωακείμ [Καβύρης], Δρυϊνουπόλεως και Κονίτσης Χριστοφόρος [Χατζής], Κερκύρας και Παξών Μεθόδιος [Κοντοστάνος], Σιδηροκάστρου Βασίλειος [Μαγκριώτης], Φλωρίνης Βασίλειος [Παπαδόπουλος] και Εδέσσης και Πέλλης Διονύσιος [Παπανικολόπουλος]. Από αυτούς τέσσερις, οι Μητροπολίτες Αλεξανδρουπόλεως, Κερκύρας, Φλωρίνης και Εδέσσης προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ζητώντας την ακύρωση του ως άνω βασιλικού διατάγματος.
Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, με Πρόεδρο τον Μιχ. Στασινόπουλο και Εισηγητή τον Σύμβουλο Επικρατείας Χ. Παναγιωτόπουλο, συνεδρίασε «εν ολομελεία» στις 28 Φεβρουαρίου 1967 και με τις υπ´ αριθ. 609-612/1967 αποφάσεις του απέρριψε τις αιτήσεις ακυρώσεως («Εφημερίς Ελλήνων Νομικών», τόμ. 34, έτ. 1967, σ. 361 επ.). Σύμφωνα με την από 25.2.1967 Εισηγητική Έκθεση επί της υπ´ αριθ. 609/1967 αποφάσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας του Εισηγητή Χαρ. Παναγιωτόπουλου («Εφαρμογές Δημοσίου και Διοικητικού Δικαίου», τόμ. 41, έτ. 1967, σ. 130 επ.), την οποία υιοθέτησε στο σύνολό της το δικαστήριο, γίνεται δεκτή η αντικανονικότητα της νομοθετικής ρυθμίσεως περί επιβολής ορίου ηλικίας στους Μητροπολίτες, πλην όμως η αντικανονικότητα αυτή δεν συνεπάγεται αυτοθρόως και αντισυνταγματικότητα της σχετικής νομοθεσίας, δεδομένου ότι η συνταγματική κατοχύρωση των ιερών κανόνων περιορίζεται μόνο σε αυτούς που αναφέρονται στο δόγμα ή σε θεμελιώδεις διοικητικούς θεσμούς, παγιωμένους από μακρού στην Ορθόδοξη Εκκλησία και όχι και σε εκείνους που ρυθμίζουν απλώς διοικητικής φύσεως θέματα, όπως εν προκειμένω.
2ε. Τη διάταξη, η οποία εξαιρούσε τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών από τις διατάξεις περί ορίου ηλικίας (άρθρ. 4 § 2 Ν.Δ. 4589/1966), κατήργησε ο Α. Ν. 3 της 10ης Μαίου 1967 (άρθρ. 3 § 2), που όρισε ότι και επί του εκάστοτε Αρχιεπισκόπου Αθηνών εφαρμόζονται τα ισχύοντα για τους Μητροπολίτες και Βοηθούς Επισκόπους. Μάλιστα, με το βασιλικό διάταγμα της 23.3/11.4.1968 (Ε.τ.Κ. Α´ 76), η ισχύς τόσο του άρθρ. 4 § 1 Ν.Δ. 4589/66 όσο και του άρθρ. 3 § 2 Α.Ν. 3/67 επεκτάθηκε και «επί του Αρχιεπισκόπου Κρήτης και επί των Αρχιερέων Μητροπολιτών της εν Κρήτη Ορθοδόξου Εκκλησίας». Ωστόσο, η ρύθμιση του άρθρ. 3 § 2 Α.Ν. 3/67, αν και prima facie θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αποκαθιστά την τρωθείσα νομιμότητα, αφού εξισώνει ως προς την αντιμετώπιση τον Αρχιεπίκοπο Αθηνών με τους λοιπούς Μητροπολίτες, εντούτοις δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι η θέσπισή της ήταν ενταγμένη στο πλαίσιο μιας ύπουλης μεθοδεύσεως του δικτατορικού καθεστώτος, που αποσκοπούσε να προκαλέσει, όπως ήδη αναφέρθηκε, την απομάκρυνση από τον θρόνο του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσόστομου του Β´ [Χατζησταύρου].
3. Η δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967 ανακαθόρισε το όριο ηλικίας αποχωρήσεως του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και των λοιπών Αρχιερέων από τους θρόνους τους. Έτσι, με το Ν.Δ. 126/1969 (άρθρ. 29 παρ. 2) ορίστηκε για πρώτη φορά σε Καταστατικό Χάρτη ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος και οι λοιποί Αρχιερείς αποχωρούν αυτοδικαίως στο 72ο έτος της ηλικίας τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 72ο έτος προέκυψε ως συμβιβασμός μεταξύ της Εκκλησίας, που πρότεινε το 75ο και της «Εθνικής Κυβερνήσεως», που αντιπρότεινε το 70ο έτος (Ι. Μ. Κονιδάρης, Η διαπάλη, όπ. π, σ. 115). Στο μεταξύ, με τη Συντακτική Πράξη ΛΣΤ´/28.9.1968 (Ε.τ.Κ. Α´ 229) και συγκεκριμένα με το άρθρ. 1 είχε προβλεφθεί ότι οι Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος αποχωρούν αυτοδικαίως από τη θέση τους μόλις συμπληρώσουν, ανεξαρτήτως ηλικίας, 40ετία στην ιερωσύνη και 30ετία στον επισκοπικό βαθμό. Ένας δε εξ αυτών στον οποίο εφαρμόστηκε η ως άνω Συντακτική Πράξη υπήρξε ο Μητρ. Ηλείας Γερμανός [Γκούμας], ο οποίος ήταν μέλος της Συνοδικής Επιτροπής για τη μελέτη του Ν.Δ. 4589/66. Οι τελευταίες αυτές ρυθμίσεις του δικτατορικού καθεστώτος σχετικώς με την επιβολή ορίου ηλικίας ίσχυσαν μέχρι το 1974, όταν και αποκαταστάθηκε η δημοκρατική νομιμότητα (άρθρ. 15 της με αριθ. 1 Συντακτικής Πράξεως της 1ης Αυγούστου 1974 σε συνδυασμό με το Νομοθετικό Διάταγμα 87 της 3ης Οκτωβρίου 1974).
IV. Ο ισχύων Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, ήτοι ο Ν. 590/1977 (βλ. το κείμενο σε Ι. Μ. Κονιδάρη, Θεμελιώδεις διατάξεις, 2006, σσ. 61 επ.), δεν προβλέπει όριο ηλικίας για την αποχώρηση των Μητροπολιτών από τους θρόνους τους. Ωστόσο, αναγνωρίζει το δικαίωμα στον Μητροπολίτη που αδυνατεί να εκτελεί τα καθήκοντά του λόγω γήρατος ή ασθενείας ή για οποιονδήποτε άλλον σοβαρό λόγο περί του οποίου αποφαίνεται η Διαρκής Ι. Σύνοδος, να υποβάλει κανονική παραίτηση (άρθρ. 34 § 2). Σε περίπτωση μάλιστα που ο Μητροπολίτης αρνείται, παρά τη διαπιστωμένη αδυναμία του να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις του ευθυνοφόρου υπουργήματός του, να παραιτηθεί, ειδική Επιτροπή που αποτελείται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή τον νόμιμο αναπληρωτή του, ως Πρόεδρο και δύο καθηγητές της Ιατρικής Σχολής των Πανεπιστημίων της χώρας, ως μέλη, υποβάλλει σχετικό πόρισμα προς τη Δ.Ι.Σ., η οποία είτε κηρύσσει τον θρόνο «εν χηρεία» είτε αποφαίνεται ότι δεν συντρέχει λόγος απαλλαγής του Μητροπολίτη από τα καθήκοντά του (άρθρ. 34 § 3 κ. εξ.).
V. Είναι αναμφίβολο ότι η νομοθετική καθιέρωση ορίου ηλικίας για τους Μητροπολίτες, και μάλιστα με μονομερή πράξη της Πολιτείας, αντίκειται στους ιερούς κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας είτε αμέσως είτε εμμέσως (βλ. Επ. Θεοδωρόπουλου, Άρθρα, 1986, σ. 126). Ειδικότερα, όσον αφορά στην ελληνική έννομη τάξη και υπό το ισχύον σύστημα σχέσεων Πολιτείας και Εκκλησίας, πρέπει να παρατηρηθούν τα εξής: αυτονόητη προϋπόθεση της συνταγματικώς κατοχυρωμένης θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρ. 13 Σ. 1975) και ακριβέστερα της αυτοδιοικήσεως κάθε θρησκευτικής κοινότητας, επομένως και της «επικρατούσας» Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι η εξασφάλιση και ο σεβασμός του κύρους και της ισχύος του εσωτερικού, «κανονικού» της δικαίου. Σύμφωνα με την ορθότερη άποψη, το ισχύον Σύνταγμα κατοχυρώνει, βάσει του άρθρ. 13, όλους τους κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ανεξαρτήτως εάν αναφέρονται στο δόγμα ή στη διοίκηση, διάκριση η οποία είναι άλλωστε αυθαίρετη και αδόκιμη (βλ. Μητρ. [τότε] Δημητριάδος [μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών] Χριστόδουλου [Παρασκευαϊδη], «Αμφισβήτησις της συνταγματικότητος των νομοθετικών επεμβάσεων της πολιτείας επί της εκκλησίας» ΤιμΤόμ. Κ. Βαβούσκου, τ. Γ', 1990, σσ. 459-472, ιδίως σ. 465), με τον περιορισμό ότι δεν υφίσταται αντίθεση των εν λόγω κανόνων στο Σύνταγμα, τη δημόσια τάξη, τα χρηστά ήθη και τους γενικούς νόμους του κράτους.
Εν προκειμένω, είναι προφανές ότι οι κανόνες που «αγνοούν» το όριο ηλικίας για τους Μητροπολίτες ούτε τη δημόσια τάξη προσβάλλουν ούτε στα χρηστά ήθη αντιτίθενται. Η μόνη ένσταση που θα μπορούσε ενδεχομένως να διατυπωθεί είναι ότι η ισοβιότητα του επισκοπικού αξιώματος προσβάλλει τη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρ. 4 Σ.), που επιβάλλει την ίση αντιμετώπιση των Ελλήνων έναντι του νόμου, δεδομένου ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι αποχωρούν από την υπηρεσία το αργότερο με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας τους (άρθρ. 3 § 1 εδ. α´ και 24 Ν. 2084/1992), για δε τους καθηγητές Α.Ε.Ι. το όριο ανέρχεται στο 67ο έτος (άρθρ. 16 § 6 εδ. γ´ Σ. 1975 και άρθρ. 45 Ν. 2413/1996). Ωστόσο, η διάταξη του άρθρ. 4 § 1 Σ. καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του νόμου, αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι αυτών και συνεπώς δεσμεύει τον κοινό νομοθέτη, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοια πράγματα, σχέσεις ή καταστάσεις και κατηγορίες προσώπων, να μη μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο της περιπτώσεις αυτές, εισάγοντας εξαιρέσεις και κάνοντας διακρίσεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αρχή της ισότητας ουδόλως προσβάλλεται, καθώς οι Μητροπολίτες δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι ή [δημόσιοι] λειτουργοί και επομένως δεν υπάρχει ρύθμιση «ουσιωδώς όμοιων πραγμάτων». Αντιθέτως, όπως γίνεται δεκτό ομοφώνως, οι λειτουργοί και γενικώς τα όργανα της Εκκλησίας δεν εξομοιώνονται με δημόσιους υπαλλήλους, καθώς «η ιδιαιτερότητα της Εκκλησίας, η πνευματική της αποστολή, η απόλυτη ιεραρχική υποταγή των οργάνων της Εκκλησίας τόσο στη δική της διοικητική κορυφή όσο και στο θρησκευτικό δόγμα είναι δεδομένα ασυμβίβαστα με την έννοια του δημοσίου υπαλλήλου…» (Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο, τόμ. Β´, 1993, σ. 426).
VI. Συγχρόνως, αποτελεί κοινό τόπο ότι η καθημερινή πρακτική και εμπειρία προσφέρει, κατά καιρούς, παραδείγματα αποίμαντων Μητροπόλεων, όπου το κενό της επισκοπικής παρουσίας δημιουργεί αφεύκτως πρακτικά προβλήματα στην άσκηση της λατρευτικής διακονίας και τη διεκπεραίωση του ποιμαντικού έργου, ενώ ενίοτε αφήνει ζωτικό χώρο για να κάνουν δυναμικά αισθητή την παρουσία τους οι διάφοροι παρατρεχάμενοι του εκάστοτε επισκοπικού περιβάλλοντος, οι οποίοι λυμαίνονται συνήθως την επισκοπική επαρχία και εκμεταλλεύονται, κατά το δοκούν, την κατάσταση.
Επιτακτική λοιπόν προβάλλει η ανάγκη να εξετάσει η ίδια η Εκκλησία το θέμα του ορίου ηλικίας και να υιοθετήσει μία πιο ευέλικτη πολιτική για την ανανέωση των Επισκόπων της (Ι. Μ. Κονιδάρης, Εκκλησιαστικά Άτακτα, 2000, σσ. 352-353). Επειδή, ωστόσο, η αναγκαστική απομάκρυνση από τον θρόνο λόγω της συμπληρώσεως συγκεκριμένου ορίου ηλικίας «εμποδίζεται» από τους ιερούς κανόνες, θα μπορούσε να προβλεφθεί ότι στους Μητροπολίτες που διάγουν το 75ο έτος της ηλικίας τους θα δίδονται Βοηθοί Επίσκοποι, οι οποίοι θα επικουρούν τη διακονία τους. Η εναλλακτική αυτή πρόταση δεν είναι βεβαίως καινούρια, αλλά διατυπώθηκε για πρώτη φορά στα αρμόδια συνοδικά όργανα από τον [τότε] Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και καθηγητή της Εκκλησιαστικής Ιστορίας Χρυσόστομο [Παπαδόπουλο] κατά τη συνεδρία της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας της 18ης Νοεμβρίου 1937 (Στράγκα, τόμ. Γ´, σ. 2152). Όμως, και η πρόταση αυτή προβάλλει μάλλον αλυσιτελής, καθώς είναι εκτεθειμένη στη μομφή της αντικανονικότητας, ως προς τον θεσμό των Βοηθών Επισκόπων…
Εξισορρόπηση των πραγμάτων θα μπορούσε να επιτευχθεί με την πρόβλεψη ότι οι Μητροπολίτες υποχρεούνται να υποβάλουν με τη συμπλήρωση του 75ου έτους της ηλικίας τους, οριστικώς και άνευ άλλου, την παραίτησή τους στα αρμόδια συνοδικά όργανα, ήτοι τη Διαρκή Ι. Σύνοδο, η οποία θα αποφασίζει για τον χρόνο της αποδοχής της (πρβλ. άρθρ. 26 του από 13-16.8.2000 Καταστατικού Χάρτη της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας). Άλλωστε, με την αποδοχή της παραιτήσεως ο Επίσκοπος απεκδύεται μονάχα από τις διοικητικές του αρμοδιότητες και προφανώς δεν απογυμνώνεται από τη χάρη του μυστηρίου της αρχιερωσύνης (πώς θα μπορούσε άλλωστε ένα αμιγώς διοικητικό μέτρο να έχει μια τέτοια συνέπεια; ), η οποία και θα τον συνοδεύει ακόμα και στη μετά θάνατον πορεία του.
Πηγή: www.amen.gr
- Νίκος
- Διαχειριστής
- Δημοσιεύσεις: 7416
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
- 12
- Τοποθεσία: Κοζάνη
- Έχει ευχαριστήσει: 28 φορές
- Έλαβε ευχαριστία: 366 φορές
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Μήπως μας χρειάζεται ο κοινός νους;
Τελευταία Ενημέρωση: Nov 24, 2010
του Πρωτ.π.Βασιλείου Θερμού, για το Amen.gr

Οσάκις κατά καιρούς γίνεται λόγος για το όριο ηλικίας των μητροπολιτών (που εσφαλμένα αναφέρεται ως όριο ηλικίας των αρχιερέων γενικά) η συνήθης εκκλησιαστική αντιμετώπιση βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε δύο ειδών επιχειρήματα: ιστορικά και κανονικά. Η στερεότυπη αρνητική απάντηση στο αίτημα να τεθή όριο ηλικίας επικαλείται α) ότι δεν έχει υπάρξει προηγούμενο στην ιστορία της Εκκλησίας και β) ότι δεν προβλέπεται από τους κανόνες.
Έχω τη γνώμη (και πολλά άλλα μέλη της Εκκλησίας μαζί μου) ότι τα δύο αυτά κριτήρια δεν επιτρέπεται να μονοπωλούν τις εκκλησιαστικές αποφάσεις. Υπάρχουν και άλλοι δρόμοι σκέψης, πλησιέστεροι προς τον κοινό νου, ο οποίος πάντοτε αξιοποιείτο στην πορεία της Εκκλησίας και συχνά μάλιστα αποτελούσε τη βάση για στη διαμόρφωση των σχετικών κανόνων και αποφάσεων. Συγκεκριμένα, κατά τις εποχές όπου θεσπίστηκαν οι σχετικοί κανόνες και η ανάλογη πρακτική δεν είχαν εμφανισθή τα εξής φαινόμενα:
-Δεν είχε παραταθή τόσο εντυπωσιακά ο μέσος όρος ζωής. Σε εποχές όπου ο πενηντάχρονος εθεωρείτο ηλικιωμένος ήταν απολύτως εύλογο να μην υπάρχει όριο ηλικίας για τους μητροπολίτες. Σήμερα, οπότε η πρόοδος της ιατρικής κάνει συνηθισμένο το φαινόμενο να υπερβαίνουν οι άνθρωποι τα ογδόντα χρόνια ζωής, μήπως πρέπει να ξανασκεφθούμε την ευθύνη μας να αφήνουμε μια επισκοπή αιχμάλωτη των γηρατειών του μητροπολίτη, ακόμη και του καλύτερου ενδεχομένως;
-Δεν υπήρχε η έννοια της συνταξιοδότησης διότι στην πλειοψηφία τους τα επαγγέλματα ήταν χειρωνακτικά, επομένως οι φυσικές αντοχές ρύθμιζαν αυτόματα τον βαθμό απασχόλησης. Στη σημερινή κοινωνία, όπου τα περισσότερα επαγγέλματα σημαίνουν διανοητική απασχόληση, κατ’ εξοχήν δε το λειτούργημα του κληρικού, επέρχεται μεγαλύτερη (διανοητική και ψυχική) κόπωση η οποία επηρεάζει βλαπτικά τη συνέχιση του λειτουργήματος, γι’ αυτό και παύει η άσκηση του. Εμείς όμως καταφέραμε οι επικεφαλής της εκκλησιαστικής δομής, οι κατά τεκμήριο κοπιάζοντες σκληρότερα εντός της Εκκλησίας, να μην συνταξιοδοτούνται ποτέ και να εργάζονται μέχρι την επιθανάτιο κλίνη!
-Δεν παρουσίαζε η κοινωνία την πολυπλοκότητα που εμφανίζει η σημερινή, με τη συνακόλουθη δυσκολία στη διαποίμανση. Οι άνθρωποι ήταν απλούστεροι, οι ρυθμοί ζωής πιο ήσυχοι και το σώμα της Εκκλησίας περισσότερο ομοιογενές. Στην εποχή μας έχουν πολλαπλασιασθή αφάνταστα οι αποκλίσεις και αποχρώσεις των νοοτροπιών, οι επιδράσεις που ασκεί η κοινωνία στην Εκκλησία, τα ποικίλα ιδεολογικά ρεύματα, τα διεθνή και εντόπια γεγονότα, ο βαθμός ενημέρωσης των ανθρώπων κ.ο.κ. Ο σημερινός επίσκοπος (και ο κληρικός εν γένει), πέρα από την στέρεα πνευματική υποδομή που πάντοτε θα απαιτείται, οφείλει να είναι περισσότερο χαρισματική προσωπικότητα από οσο στο παρελθόν, ικανός να παρακολουθεί την κατάσταση του κόσμου, να διαβάζει πολύ και να ερμηνεύει τις εξελίξεις. Με την κατάπτωση των ψυχοσωματικών λειτουργιών που επιφέρει το γήρας, λοιπόν, αναπόφευκτα χάνεται η επαφή με τα δρώμενα (αν υπήρχε, αλλά λαμβάνουμε την καλύτερη εκδοχή), και όλα κυλούν υποτονικά. Ουσιαστική ποιμαντική δεν ασκείται ή περνά σε χέρια ακατάλληλων προσώπων δημιουργώντας καταστάσεις προβληματικές τις οποίες θα κληθή να επιλύσει ο επόμενος μητροπολίτης αργότερα.
Για τους λόγους αυτούς θεωρώ ότι απαιτείται μια συζήτηση εντός του σώματος της Εκκλησίας για τη μορφή την οποία θα λάβει μια ενδεχόμενη αντιμετώπιση του προβλήματος. Η συζήτηση αυτή δεν πρέπει να περιοριστή μόνο στο σώμα της Ιεραρχίας, δεδομένου ότι και οι λοιποί κληρικοί και λαϊκοί δικαιούνται να έχουν λόγο σχετικά με το ποιος είναι και σε ποιά κατάσταση βρίσκεται ο άνθρωπος που του ανατέθηκε να τους ποιμαίνει. Σε ενδεχόμενη θέσπιση ορίου ηλικίας φρονώ ότι θα πρέπει να δοθή η δυνατότητα στους σχολάζοντες μητροπολίτες να συνεχίσουν να αποτελούν μέλη της Ιεραρχίας με ψήφο, έτσι ώστε να επωφελείται η Εκκλησία από τη πείρα τους.
Δεν είναι δυνατό να προβάλλονται κατά τη συζήτηση αυτή επιχειρήματα περί τοποθετήσεως βοηθών επισκόπων πλησίον ενός υπέργηρου μητροπολίτη, διότι η λύση των βοηθών επισκόπων είναι εκκλησιολογικά όλως αντικανονική και απαράδεκτη, γι’ αυτό και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθή. Μάλιστα υποβάλλω έκκληση να σταματήσει κάθε μελλοντική εκλογή βοηθών επισκόπων και να καταργηθή θεσμικά η θέση τους στον Καταστατικό Χάρτη. Προφανώς ο θεσμός τους δημιουργήθηκε σε εποχές λησμοσύνης της εκκλησιολογικής αυτοσυνειδησίας.
Επίσης είναι αδιανόητο να προβάλλονται ενστάσεις του τύπου «η Εκκλησία διαθέτει ασφαλιστικές δικλείδες διότι προβλέπεται η απαλλαγή υπέργηρου ή σοβαρά άρρωστου μητροπολίτη εκ των καθηκόντων του βάσει γνωματεύσεως πανεπιστημιακών γιατρών». Και τούτο διότι η μέχρι τώρα πείρα δείχνει ότι αποτελεί υπεκφυγή αφού ουδέποτε χρησιμοποιείται στην πράξη. Μάλιστα, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις μου με μητροπολίτες έχω διαπιστώσει ότι τη θεωρούν πράξη προσβλητική και ταπεινωτική. Αλλά τότε γιατί δεν την καταργούν;
Επίσης χρειάζεται να ληφθή υπ’ όψη ότι, λόγω του αυξημένου προσδόκιμου επιβίωσης, είναι μάλλον άστοχο να γίνεται σήμερα κάποιος μητροπολίτης σε νεαρή ηλικία, αφού έτσι η μητρόπολή του επιφορτίζεται με το ρίσκο μιας μακράς (ίσως και 50 ετών) ελλιπούς και αποτυχημένης διακονίας χωρίς δυνατότητα διορθώσεως, εκτός από την (απαγορευόμενη από τους κανόνες) μετάθεση την οποία φυσικά αρχίζει να επιθυμεί ο δαπανήσας πολλές δεκαετίες στον ίδιο τόπο μητροπολίτης.
Ομολογώ ότι, όταν συναντώ λαϊκούς ηλικιωμένους στους οποίους έχει επιβραδυνθή η αντίληψη, έχει εκπέσει η μνήμη, έχουν αυξηθή οι ανασφάλειες, και φυσικά έχουν παγιωθή οι αντιλήψεις και δεν προσλαμβάνουν καινούργια ερεθίσματα, τρέμω στη σκέψη τι θα έκαναν και πώς θα λειτουργούσαν αν ήσαν μητροπολίτες. Αλλά ακόμη περισσότερο με ανησυχεί το γεγονός ότι ως Εκκλησία δεν φαίνεται να λαμβάνουμε τα απαραίτητα μέτρα για να προετοιμάσουμε τον σωστό επίσκοπο, όχι του αύριο αλλά του σήμερα. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, και μετά από όση πείρα απέκτησα από το ποιμαντικό έργο καθώς και από τη μακρά ενασχόληση με τα θέματα των κληρικών, χρειάζεται να θεσπίσουμε επειγόντως συστηματική εκπαίδευση των αγάμων κληρικών που θα κληθούν να αναλάβουν διοικητικά καθήκοντα μεσα στον σύγχρονο πολύπλοκο κόσμο. Κάτι που έχουν αντιληφθή και πράττουν όμως στελέχη οργανισμών με πολύ μικρότερες αρμοδιότητες και χαμηλότερης σημασίας. Μιλώ για εκπαίδευση που θα περιλαμβανει γνώση των δυναμικών της ομάδας, ψυχολογία της ηγεσίας, ενημέρωση για τις διεθνείς ιδεολογικές και πολιτισμικές εξελίξεις κ.π.ά.
Αν πιστεύουμε πως η Εκκλησία μας είναι ο τόπος όπου συντελούνται τα θεανθρώπινα, είναι επιτέλους καιρός να επιτελέσουμε σωστότερα τα ανθρώπινα χωρίς να βρίσκουμε άλλοθι στα θεϊκά.
Πηγή: www.amen.gr
Τελευταία Ενημέρωση: Nov 24, 2010
του Πρωτ.π.Βασιλείου Θερμού, για το Amen.gr

Οσάκις κατά καιρούς γίνεται λόγος για το όριο ηλικίας των μητροπολιτών (που εσφαλμένα αναφέρεται ως όριο ηλικίας των αρχιερέων γενικά) η συνήθης εκκλησιαστική αντιμετώπιση βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε δύο ειδών επιχειρήματα: ιστορικά και κανονικά. Η στερεότυπη αρνητική απάντηση στο αίτημα να τεθή όριο ηλικίας επικαλείται α) ότι δεν έχει υπάρξει προηγούμενο στην ιστορία της Εκκλησίας και β) ότι δεν προβλέπεται από τους κανόνες.
Έχω τη γνώμη (και πολλά άλλα μέλη της Εκκλησίας μαζί μου) ότι τα δύο αυτά κριτήρια δεν επιτρέπεται να μονοπωλούν τις εκκλησιαστικές αποφάσεις. Υπάρχουν και άλλοι δρόμοι σκέψης, πλησιέστεροι προς τον κοινό νου, ο οποίος πάντοτε αξιοποιείτο στην πορεία της Εκκλησίας και συχνά μάλιστα αποτελούσε τη βάση για στη διαμόρφωση των σχετικών κανόνων και αποφάσεων. Συγκεκριμένα, κατά τις εποχές όπου θεσπίστηκαν οι σχετικοί κανόνες και η ανάλογη πρακτική δεν είχαν εμφανισθή τα εξής φαινόμενα:
-Δεν είχε παραταθή τόσο εντυπωσιακά ο μέσος όρος ζωής. Σε εποχές όπου ο πενηντάχρονος εθεωρείτο ηλικιωμένος ήταν απολύτως εύλογο να μην υπάρχει όριο ηλικίας για τους μητροπολίτες. Σήμερα, οπότε η πρόοδος της ιατρικής κάνει συνηθισμένο το φαινόμενο να υπερβαίνουν οι άνθρωποι τα ογδόντα χρόνια ζωής, μήπως πρέπει να ξανασκεφθούμε την ευθύνη μας να αφήνουμε μια επισκοπή αιχμάλωτη των γηρατειών του μητροπολίτη, ακόμη και του καλύτερου ενδεχομένως;
-Δεν υπήρχε η έννοια της συνταξιοδότησης διότι στην πλειοψηφία τους τα επαγγέλματα ήταν χειρωνακτικά, επομένως οι φυσικές αντοχές ρύθμιζαν αυτόματα τον βαθμό απασχόλησης. Στη σημερινή κοινωνία, όπου τα περισσότερα επαγγέλματα σημαίνουν διανοητική απασχόληση, κατ’ εξοχήν δε το λειτούργημα του κληρικού, επέρχεται μεγαλύτερη (διανοητική και ψυχική) κόπωση η οποία επηρεάζει βλαπτικά τη συνέχιση του λειτουργήματος, γι’ αυτό και παύει η άσκηση του. Εμείς όμως καταφέραμε οι επικεφαλής της εκκλησιαστικής δομής, οι κατά τεκμήριο κοπιάζοντες σκληρότερα εντός της Εκκλησίας, να μην συνταξιοδοτούνται ποτέ και να εργάζονται μέχρι την επιθανάτιο κλίνη!
-Δεν παρουσίαζε η κοινωνία την πολυπλοκότητα που εμφανίζει η σημερινή, με τη συνακόλουθη δυσκολία στη διαποίμανση. Οι άνθρωποι ήταν απλούστεροι, οι ρυθμοί ζωής πιο ήσυχοι και το σώμα της Εκκλησίας περισσότερο ομοιογενές. Στην εποχή μας έχουν πολλαπλασιασθή αφάνταστα οι αποκλίσεις και αποχρώσεις των νοοτροπιών, οι επιδράσεις που ασκεί η κοινωνία στην Εκκλησία, τα ποικίλα ιδεολογικά ρεύματα, τα διεθνή και εντόπια γεγονότα, ο βαθμός ενημέρωσης των ανθρώπων κ.ο.κ. Ο σημερινός επίσκοπος (και ο κληρικός εν γένει), πέρα από την στέρεα πνευματική υποδομή που πάντοτε θα απαιτείται, οφείλει να είναι περισσότερο χαρισματική προσωπικότητα από οσο στο παρελθόν, ικανός να παρακολουθεί την κατάσταση του κόσμου, να διαβάζει πολύ και να ερμηνεύει τις εξελίξεις. Με την κατάπτωση των ψυχοσωματικών λειτουργιών που επιφέρει το γήρας, λοιπόν, αναπόφευκτα χάνεται η επαφή με τα δρώμενα (αν υπήρχε, αλλά λαμβάνουμε την καλύτερη εκδοχή), και όλα κυλούν υποτονικά. Ουσιαστική ποιμαντική δεν ασκείται ή περνά σε χέρια ακατάλληλων προσώπων δημιουργώντας καταστάσεις προβληματικές τις οποίες θα κληθή να επιλύσει ο επόμενος μητροπολίτης αργότερα.
Για τους λόγους αυτούς θεωρώ ότι απαιτείται μια συζήτηση εντός του σώματος της Εκκλησίας για τη μορφή την οποία θα λάβει μια ενδεχόμενη αντιμετώπιση του προβλήματος. Η συζήτηση αυτή δεν πρέπει να περιοριστή μόνο στο σώμα της Ιεραρχίας, δεδομένου ότι και οι λοιποί κληρικοί και λαϊκοί δικαιούνται να έχουν λόγο σχετικά με το ποιος είναι και σε ποιά κατάσταση βρίσκεται ο άνθρωπος που του ανατέθηκε να τους ποιμαίνει. Σε ενδεχόμενη θέσπιση ορίου ηλικίας φρονώ ότι θα πρέπει να δοθή η δυνατότητα στους σχολάζοντες μητροπολίτες να συνεχίσουν να αποτελούν μέλη της Ιεραρχίας με ψήφο, έτσι ώστε να επωφελείται η Εκκλησία από τη πείρα τους.
Δεν είναι δυνατό να προβάλλονται κατά τη συζήτηση αυτή επιχειρήματα περί τοποθετήσεως βοηθών επισκόπων πλησίον ενός υπέργηρου μητροπολίτη, διότι η λύση των βοηθών επισκόπων είναι εκκλησιολογικά όλως αντικανονική και απαράδεκτη, γι’ αυτό και δεν πρέπει να χρησιμοποιηθή. Μάλιστα υποβάλλω έκκληση να σταματήσει κάθε μελλοντική εκλογή βοηθών επισκόπων και να καταργηθή θεσμικά η θέση τους στον Καταστατικό Χάρτη. Προφανώς ο θεσμός τους δημιουργήθηκε σε εποχές λησμοσύνης της εκκλησιολογικής αυτοσυνειδησίας.
Επίσης είναι αδιανόητο να προβάλλονται ενστάσεις του τύπου «η Εκκλησία διαθέτει ασφαλιστικές δικλείδες διότι προβλέπεται η απαλλαγή υπέργηρου ή σοβαρά άρρωστου μητροπολίτη εκ των καθηκόντων του βάσει γνωματεύσεως πανεπιστημιακών γιατρών». Και τούτο διότι η μέχρι τώρα πείρα δείχνει ότι αποτελεί υπεκφυγή αφού ουδέποτε χρησιμοποιείται στην πράξη. Μάλιστα, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις μου με μητροπολίτες έχω διαπιστώσει ότι τη θεωρούν πράξη προσβλητική και ταπεινωτική. Αλλά τότε γιατί δεν την καταργούν;
Επίσης χρειάζεται να ληφθή υπ’ όψη ότι, λόγω του αυξημένου προσδόκιμου επιβίωσης, είναι μάλλον άστοχο να γίνεται σήμερα κάποιος μητροπολίτης σε νεαρή ηλικία, αφού έτσι η μητρόπολή του επιφορτίζεται με το ρίσκο μιας μακράς (ίσως και 50 ετών) ελλιπούς και αποτυχημένης διακονίας χωρίς δυνατότητα διορθώσεως, εκτός από την (απαγορευόμενη από τους κανόνες) μετάθεση την οποία φυσικά αρχίζει να επιθυμεί ο δαπανήσας πολλές δεκαετίες στον ίδιο τόπο μητροπολίτης.
Ομολογώ ότι, όταν συναντώ λαϊκούς ηλικιωμένους στους οποίους έχει επιβραδυνθή η αντίληψη, έχει εκπέσει η μνήμη, έχουν αυξηθή οι ανασφάλειες, και φυσικά έχουν παγιωθή οι αντιλήψεις και δεν προσλαμβάνουν καινούργια ερεθίσματα, τρέμω στη σκέψη τι θα έκαναν και πώς θα λειτουργούσαν αν ήσαν μητροπολίτες. Αλλά ακόμη περισσότερο με ανησυχεί το γεγονός ότι ως Εκκλησία δεν φαίνεται να λαμβάνουμε τα απαραίτητα μέτρα για να προετοιμάσουμε τον σωστό επίσκοπο, όχι του αύριο αλλά του σήμερα. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, και μετά από όση πείρα απέκτησα από το ποιμαντικό έργο καθώς και από τη μακρά ενασχόληση με τα θέματα των κληρικών, χρειάζεται να θεσπίσουμε επειγόντως συστηματική εκπαίδευση των αγάμων κληρικών που θα κληθούν να αναλάβουν διοικητικά καθήκοντα μεσα στον σύγχρονο πολύπλοκο κόσμο. Κάτι που έχουν αντιληφθή και πράττουν όμως στελέχη οργανισμών με πολύ μικρότερες αρμοδιότητες και χαμηλότερης σημασίας. Μιλώ για εκπαίδευση που θα περιλαμβανει γνώση των δυναμικών της ομάδας, ψυχολογία της ηγεσίας, ενημέρωση για τις διεθνείς ιδεολογικές και πολιτισμικές εξελίξεις κ.π.ά.
Αν πιστεύουμε πως η Εκκλησία μας είναι ο τόπος όπου συντελούνται τα θεανθρώπινα, είναι επιτέλους καιρός να επιτελέσουμε σωστότερα τα ανθρώπινα χωρίς να βρίσκουμε άλλοθι στα θεϊκά.
Πηγή: www.amen.gr
Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.
- Captain Yiannis
- Δημοσιεύσεις: 250
- Εγγραφή: Σάβ Ιούλ 28, 2012 4:51 pm
- 12
- Έλαβε ευχαριστία: 2 φορές
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Πιστεύω ότι είναι απαραίτητο , να θεσπισθεί ένα όριο ηλικίας γιά τους Μητροπολίτες.
Βέβαια γεννάται το ερώτημα, τι γινόταν μέχρι τώρα, μέσα στην πάροδο των Χιλιετιών ?
Προσωπικά βιώνω την έλλειψη Ιεράρχη στην περιοχή μου, -διότι είναι υπέργηρος και παρόλα αυτά παραμένει στην κεφαλή-,
και σας διαβεβαιώνω οτι είναι αισθητήη απουσία του, ενώ επιπλέον ανθούν οι ψευτοεκκλησιαστικοί.
Υπάρχουν υπέρ πενταπλάσιοι των κανονικών , ψευτοκληρικοί (λύκοι ντυμένοι πρόβατα ) , απατεώνες , οι οποίοι λυμαίνονται το χριστεπώνυμο ποίμνιο του τόπου , και όχι μόνο , διότι έχουμε και ένα Μάγο με ράσα γιά τον οποίο έρχονται από παντού.
Τυχαίο , δεν νομίζω.
Η παρουσία ενός ικανού Ιεράρχου θα έλυνε πολλά προβλήματα.
Ο Τριαδικός Θεός να μας λυπηθεί.
Βέβαια γεννάται το ερώτημα, τι γινόταν μέχρι τώρα, μέσα στην πάροδο των Χιλιετιών ?
Προσωπικά βιώνω την έλλειψη Ιεράρχη στην περιοχή μου, -διότι είναι υπέργηρος και παρόλα αυτά παραμένει στην κεφαλή-,
και σας διαβεβαιώνω οτι είναι αισθητήη απουσία του, ενώ επιπλέον ανθούν οι ψευτοεκκλησιαστικοί.
Υπάρχουν υπέρ πενταπλάσιοι των κανονικών , ψευτοκληρικοί (λύκοι ντυμένοι πρόβατα ) , απατεώνες , οι οποίοι λυμαίνονται το χριστεπώνυμο ποίμνιο του τόπου , και όχι μόνο , διότι έχουμε και ένα Μάγο με ράσα γιά τον οποίο έρχονται από παντού.
Τυχαίο , δεν νομίζω.
Η παρουσία ενός ικανού Ιεράρχου θα έλυνε πολλά προβλήματα.
Ο Τριαδικός Θεός να μας λυπηθεί.
- Achilleas
- Δημοσιεύσεις: 2090
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 7:09 pm
- 12
- Έχει ευχαριστήσει: 2 φορές
- Έλαβε ευχαριστία: 10 φορές
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
ΑΝΩ ΤΩΝ 60 ετών είναι στην πλειονότητά τους οι ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ο μέσος όρος ηλικίας τους είναι τα 66 έτη. Ενδεικτικό είναι ότι οι μητροπολίτες κάτω των 50 ετών είναι μόλις 6.
Oι Κανόνες της Εκκλησίας είναι σαφείς: «Λένε ότι δεν μπορεί να υπάρχει όριο ηλικίας στους μητροπολίτες». Η επανεξέταση του θέματος ανέκυψε από τον Μητροπολίτη Ζακύνθου κ. Χρυσόστομο, ο οποίος εκφράζει την λεγόμενη "προοδευτική" ομάδα της Ιεραρχίας. Πάντως γνώμη μου είναι, ότι αυτό το ζήτημα δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με δημοσιουπαλληλική σκοπιά , αλλά με Πνευματική. Πιστεύω ότι ένας Μητροπολίτης εάν έχει διαύγεια πνεύματος και είναι σωματικά υγιής, μπορεί να διοικήσει την περιφέρειά του και να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του.
Και αν θέλουμε να δούμε τι γίνεται και στις άλλες εκκλησίες, στην Καθολική Εκκλησία,
Οριο ηλικίας για τους επισκόπους ισχύει. Στα 75 τους χρόνια η παραίτησή τους είναι στη διάθεση του Πάπα. Και στη συνέχεια δίνεται στον Πάπα περιθώριο άλλων 5 ετών για να αποφασίσει.
Oι Κανόνες της Εκκλησίας είναι σαφείς: «Λένε ότι δεν μπορεί να υπάρχει όριο ηλικίας στους μητροπολίτες». Η επανεξέταση του θέματος ανέκυψε από τον Μητροπολίτη Ζακύνθου κ. Χρυσόστομο, ο οποίος εκφράζει την λεγόμενη "προοδευτική" ομάδα της Ιεραρχίας. Πάντως γνώμη μου είναι, ότι αυτό το ζήτημα δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με δημοσιουπαλληλική σκοπιά , αλλά με Πνευματική. Πιστεύω ότι ένας Μητροπολίτης εάν έχει διαύγεια πνεύματος και είναι σωματικά υγιής, μπορεί να διοικήσει την περιφέρειά του και να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του.
Και αν θέλουμε να δούμε τι γίνεται και στις άλλες εκκλησίες, στην Καθολική Εκκλησία,
Οριο ηλικίας για τους επισκόπους ισχύει. Στα 75 τους χρόνια η παραίτησή τους είναι στη διάθεση του Πάπα. Και στη συνέχεια δίνεται στον Πάπα περιθώριο άλλων 5 ετών για να αποφασίσει.
Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην.
- Νίκος
- Διαχειριστής
- Δημοσιεύσεις: 7416
- Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
- 12
- Τοποθεσία: Κοζάνη
- Έχει ευχαριστήσει: 28 φορές
- Έλαβε ευχαριστία: 366 φορές
Re: Η Κυβέρνηση θέτει θέμα συνταξιοδότησης των Μητροπολιτών
Πραγματικά προβληματίζομαι, αφού διάβασα όσα δημοσιεύσαμε παραπάνω, για το θέμα του ορίου ηλικίας. Νομίζω τελικά ότι το σωστό είναι να λαμβάνεται υπόψη περισσότερο η κατάσταση της υγείας του κάθε κληρικού, παρά η ηλικία του.
Ο ιερέας του χωριού μας είναι 70 ετών. Πρόσφατα πήρε σύνταξη, αλλά συνεχίζει να εξυπηρετεί την ενορία, λόγω των ελλείψεων που υπάρχουν σε ιερείς. Ήδη όμως έχει πάθει ένα καρδιακό επεισόδιο, κουράζεται εύκολα κι όταν έχει να κοινωνήσει πολύ κόσμο αναγκάζεται να κάθεται σε καρέκλα και να προσφέρει τη Θεία Κοινωνία καθιστός και μερικές φορές κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας ξεχνά που ήταν και επαναλαμβάνει τα ίδια ή παραλείπει κομμάτι της Ακολουθίας. Πιστεύω ότι μετά από μερικά χρόνια (ο Θεός να του χαρίσει πολλά ακόμη) δε θα είναι σε θέση να εξυπηρετεί την Ενορία.
Το ίδιο πάνω κάτω ισχύει και για τους Αρχιερείς. Έτυχε να είμαι σε μια από τις τελευταίες φορές που λειτουργησε ο μακαριστός πρώην Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης, πριν πεισθεί από τον μακαριστό επίσης Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο να παραιτηθεί. Δεν μπορούσε να περπατήσει και τον υποβάσταζαν. Ήταν μεγάλη ταλαιπωρία κυρίως για τον ίδιο. Ο πρώην Πειραιώς παραιτήθηκε, επειδή είχε νυσταγμό και τον έπαιρνε ο ύπνος μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Το ανθρώπινο σώμα έχει όρια, ακόμη κι αν η ψυχή είναι αδάμαστη όπως του μακαριστού Αυγουστίνου. Τότε ο σωστός ποιμένας με ταπείνωση και διάκριση πρέπει να παραιτείται, για ν' ανοίξει το δρόμο να έρθει νέος ποιμένας για να συνεχίσει το έργο του.
Πράγματι ο καθορισμός ορίου ηλικίας, ίσως δεν είναι σωστός, και πρέπει ν' αφεθεί στη διάκριση κάθε Αρχιερέα να παραιτηθεί, αν δεν μπορεί να συνεχίσει να εκτελεί τη διακονία του, όμως αν δεν το καταλαβαίνει (όπως έχει συμβεί αρκετές φορές) τότε τι πρέπει να γίνει; Ο Θεός να δώσει φώτιση ν' αποφασιστεί ότι είναι το πιο σωστό για την Εκκλησία.
Ο ιερέας του χωριού μας είναι 70 ετών. Πρόσφατα πήρε σύνταξη, αλλά συνεχίζει να εξυπηρετεί την ενορία, λόγω των ελλείψεων που υπάρχουν σε ιερείς. Ήδη όμως έχει πάθει ένα καρδιακό επεισόδιο, κουράζεται εύκολα κι όταν έχει να κοινωνήσει πολύ κόσμο αναγκάζεται να κάθεται σε καρέκλα και να προσφέρει τη Θεία Κοινωνία καθιστός και μερικές φορές κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας ξεχνά που ήταν και επαναλαμβάνει τα ίδια ή παραλείπει κομμάτι της Ακολουθίας. Πιστεύω ότι μετά από μερικά χρόνια (ο Θεός να του χαρίσει πολλά ακόμη) δε θα είναι σε θέση να εξυπηρετεί την Ενορία.
Το ίδιο πάνω κάτω ισχύει και για τους Αρχιερείς. Έτυχε να είμαι σε μια από τις τελευταίες φορές που λειτουργησε ο μακαριστός πρώην Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης, πριν πεισθεί από τον μακαριστό επίσης Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο να παραιτηθεί. Δεν μπορούσε να περπατήσει και τον υποβάσταζαν. Ήταν μεγάλη ταλαιπωρία κυρίως για τον ίδιο. Ο πρώην Πειραιώς παραιτήθηκε, επειδή είχε νυσταγμό και τον έπαιρνε ο ύπνος μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Το ανθρώπινο σώμα έχει όρια, ακόμη κι αν η ψυχή είναι αδάμαστη όπως του μακαριστού Αυγουστίνου. Τότε ο σωστός ποιμένας με ταπείνωση και διάκριση πρέπει να παραιτείται, για ν' ανοίξει το δρόμο να έρθει νέος ποιμένας για να συνεχίσει το έργο του.
Πράγματι ο καθορισμός ορίου ηλικίας, ίσως δεν είναι σωστός, και πρέπει ν' αφεθεί στη διάκριση κάθε Αρχιερέα να παραιτηθεί, αν δεν μπορεί να συνεχίσει να εκτελεί τη διακονία του, όμως αν δεν το καταλαβαίνει (όπως έχει συμβεί αρκετές φορές) τότε τι πρέπει να γίνει; Ο Θεός να δώσει φώτιση ν' αποφασιστεί ότι είναι το πιο σωστό για την Εκκλησία.
Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.