Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

Φόβος - Πάθος ή ευλογία;

Πνευματικά θέματα της Ορθόδοξης πίστης μας - Spiritual subjects of our Orthodox faith.

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 7416
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
12
Τοποθεσία: Κοζάνη
Έχει ευχαριστήσει: 28 φορές
Έλαβε ευχαριστία: 366 φορές

Φόβος - Πάθος ή ευλογία;

Δημοσίευση από Νίκος »

Φόβος - Πάθος ή ευλογία;

Εικόνα

του Jean Claude Larchet

Οι Πατέρες συμπεριλαμβάνουν στα πάθη το φόβο και τις συγγενείς προς αυτόν καταστάσεις, που συνιστούν μορφές ή διαβαθμίσεις του, όπως τη φοβία, το δέος, τον τρόμο και επι­πλέον το άγχος, την αγωνία, την αδημονία.

Γενικά, ο φόβος προκαλείται από τον κίνδυνο στέρησης ή πόνου/δοκιμασίας, μέσω της ιδέας ή του αισθήματος ότι θα χάσουμε ή ενδεχομένως θα χάσουμε αυτό, που επιθυμούμε ή αυτό στο οποίο είμαστε προσκολλημένοι.

Ωστόσο, ο φόβος, -που ορίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο- είναι δυνατόν ν’ αποτελεί αρετή παρά πάθος. Σημειώνει σχε­τικά ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας: «Ει και πάθος ο φόβος, ως βούλονταί τινες, ότι φόβος εστί πάθος, ουχ ο πας φόβος πά­θος». Πρέπει λοιπόν να διακρίνουμε δύο είδη φόβου.

1) Το πρώτο είδος φόβου, που ο Θεός ενέβαλε στον άν­θρωπο κατά τη δημιουργία του, -συνεπώς ανήκει στην αν­θρώπινη φύση-, έχει διπλή μορφή.

α) Η πρώτη του μορφή είναι μια δύναμη, που συνδέει τον άνθρωπο με την ίδια την ύπαρξή του και τον κάνει να φο­βάται για την απώλεια της ίδιας της ψυχής και του σώματός του. Μέσω αυτού του φόβου στις στοιχειωδέστερες εκδηλώσεις του, ο άνθρωπος προσαρμόζεται στη ζωή και το είναι, ενώ φοβάται ο,τιδήποτε θα ήταν δυνατόν να τα διαβρώσει και να τα καταστρέψει [Σ.τ.μ.: Τη ζωή και το είναι]. Επιπλέ­ον αποστρέφεται το μη-είναι και την ανυπαρξία, όπως το εξηγεί ο Αγιος Μάξιμος, που υπογραμμίζει ότι η συγκεκρι­μένη ροπή είναι φυσική, δηλαδή ανήκει στην ίδια τη φύση του ανθρώπου: «Ει γαρ εξ ουκ όντων τα όντα γενόμενα, και του όντος, ου του μη όντος, έχουσι ανθεκτικήν δύναμιν· ταύτης δε κατά φύσιν ίδιον η προς τα συστατικά ορμή, και προς τα φθαρτικά αφορμή»· μετέχει των λόγων, «των δημιουργικώς αυτή [Σ.τ.μ.: «Τη ανθρωπίνη φύσει»] παρ’ α(Α)υτού εντεθέντων». Και ο ίδιος γράφει σε άλλο σημείο: «Εστί γαρ και κατά φύσιν και παρά φύσιν δειλία [Σ.τ.μ.: Φόβος]· και κατά φύσιν δειλία εστί, δύναμις κατά συστολήν του όντος ανθεκτι­κή». Ακριβώς με την ίδια έκφραση, «δύναμιν κατά συστολήν του όντος ανθεκτικήν», χαρακτηρίζει το φόβο, ο Αγιος Ιω­άννης Δαμασκηνός και συμπληρώνει ότι θα μπορούσαμε να πούμε, ότι αντιστοιχεί στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, την ορμή της ζωής, την έμφυτη ροπή ότι οφείλουμε να παρα­μείνουμε στο είναι και να διαιωνίσουμε την ύπαρξή μας. Ιδι­αίτερα εκδηλώνεται ως φόβος του θανάτου που συνιστά φυ­σική ροπή, καθώς ο Δημιουργός μάς έδωσε τη ζωή για να τη διατηρήσουμε και η φθορά και ο θάνατος αποτελούν φαινό­μενα αντίθετα στη φύση.

β) Η δεύτερή του μορφή είναι ο «φόβος του Θεού», που στην αρχική βαθμίδα του είναι ο φόβος της θείας τιμωρίας και στην ανώτερη βαθμίδα του ο φόβος της απομάκρυνσης και του αποχωρισμού από το Θεό. Η δεύτερη μορφή φόβου συνδέεται φυσικά με την προηγούμενη: ο προσκολλημένος στη ζωή και το είναι του άνθρωπος, φοβούμενος την απώλειά τους, εάν γνωρίζει την πραγματική φύση τους, τρέμει πιθα­νόν τον χωρισμό από το Θεό, που είναι η αρχή και το τέλος τους, η πηγή και το νόημά τους. Ακόμη υψηλότερα από τη βιολογική ζωή, για τον άνθρωπο που συνειδητοποιεί το θεμέ­λιο της πραγματικότητας, βρίσκεται η εν Χριστώ ζωή, για την απώλεια της οποίας φοβάται. Να γιατί στον πνευματικό άνθρωπο, ο φόβος του Θεού και ο φόβος αυτών που είναι δυ­νατόν να τον χωρίσουν από τον Θεό, -της αμαρτίας και του Πονηρού, που οδηγούν στο θάνατο της ψυχής (πρβλ. Ματθ. 10, 28. Λουκ. 12, 5)-, εξαφανίζουν το φόβο του θανάτου. Ο θάνατος της ψυχής είναι ο μόνος, που οφείλει να φοβάται ο άνθρωπος, καθώς του στερεί οριστικά όλη τη ζωή, ενώ ο βιο­λογικός θάνατος μόνο πρόσκαιρα χωρίζει την ψυχή από το σώμα και αποσυνθέτει μόνο τη γήινη και φθαρτή μορφή της ύπαρξης.

Το πρώτο είδος του φόβου, που μόλις παρουσιάσαμε στις δύο μορφές του, συνιστά αρετή, που κατείχε ο Αδάμ στην προπτωτική κατάστασή του. Πράγματι, ο προορισμός του Αδάμ ήταν να γίνει κατά χάρη αθάνατος, αλλ’ ήταν επιδεκτι­κός θανάτου εξαιτίας της ελεύθερης βούλησής του, εάν μέσω αυτής ερχόταν σε αντίθεση με το θέλημα του Θεού. Να για­τί ο Θεός λέγει στον Αδάμ και την Εύα: «Από δε του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθε απ’ αυτού· η δ’ αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, θανάτω αποθανείσθε» (Γεν. 2, 17). Ο φόβος, (συγχρόνως, του θανάτου και του χωρισμού από το Θεό), ήταν ένα από τα μέσα που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο, για να τον βοηθήσει να τηρεί την εντολή Του και να προφυλάσσεται από τ’ αποτελέσματα της παράβασής της.

2) Το δεύτερο είδος φόβου, το οποίο οι Πατέρες θεωρούν ως πάθος, αποτελεί συνέπεια του προπατορικού αμαρτήμα­τος. Εκδηλώνεται πάντα με τη μορφή αποστροφής, που νιώθει ο άνθρωπος έναντι αυτού που είναι δυνατόν να φθεί­ρει και να καταστρέφει την ύπαρξή του· ο όρος ύπαρξη δεν αναφέρεται όμως στο κατά Θεόν είναι του ανθρώπου, αλλά στο πεπτωκός είναι του, στο οποίο προσκολλάται με τη φι­λαυτία. Εμφανίζεται πάντα πριν από κάθε φόβο θανάτου, αλλά πλέον για διαφορετικό λόγο σε σχέση με την πρώτη μορφή. Λαμβάνει πολυποίκιλες μορφές, και θα ήταν κουρα­στικό να τις απαριθμήσουμε στο σημείο αυτό. Θ’ αναφέρου­με μαζί με τον Αγιο Μάξιμο, για να χαρακτηρίσουμε το συγκεκριμένο φόβο ότι συμμετέχει στα πάθη που οφείλονται στη στέρηση της ηδονής και έρχεται όπως εκείνα ως αποτέ­λεσμα αυτού που η φιλαυτία κατεργάζεται μέσω της οδύνης ψυχής και σώματος: ο άνθρωπος φοβάται μήπως χάσει ένα αισθητό αντικείμενο, η κατοχή του οποίου (πραγματική ή φανταστικά πρόωρη) του παρέχει συγκεκριμένη αισθητή απόλαυση. Φοβάται επίσης και την αιτία της πιθανής απώ­λειας του αντικειμένου. Η ιδέα ή η αίσθηση της πιθανής αυτής απώλειας γεννά στην ψυχή του κατάσταση δυσφορίας και ταραχής, των οποίων τις συνέπειες υφίσταται και στο σω­ματικό πεδίο εξίσου: «Ποτέ μεν η ψυχή, ποτέ δε το σώμα προεδειλίασε, και τω ετέρω του πάθους μετέδωκεν», σημει­ώνει ο Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος.

Σε όλες τις περιπτώσεις ο φόβος-πάθος αποκαλύπτει πρόσδεση και αγάπη στον κόσμο τούτο: στα αγαθά του, στην αισθητή ηδονή τους, καθώς επίσης και στο συγκεκριμένο τρόπο ζωής, καθώς αυτή η ζωή κατανοείται ως προϋπηρεσία για να φτάσει κάποιος στην απόλαυση. Από τότε είναι δυνα­τόν να επανασυνδέσουμε στη συγκεκριμένη μορφή φόβου, κάθε φόβο θανάτου, που δεν υπήρχε πριν για παράδειγμα, όπως στο πλαίσιο του φυσικού φόβου μπορούμε να συνά­ψουμε το φόβο απώλειας της ζωής, ο οποίος αναγνωρίζεται:

α) ως αγαθό που προσφέρεται από το Θεό και προϋπηρεσία για να ενωθούμε μαζί Του

β) ως απώλεια των αισθητών ηδονών του κόσμου, τις οποίες η ζωή επιτρέπει ν’ απολαύ­σουμε.

Η βασική αυτή σχέση του πάθους του φόβου και της κοσμικής ζωής, -που κατανοείται και βιώνεται σαρκικά-, αξιολογείται συχνά στο πλαίσιο της διδασκαλίας των Πατέ­ρων. Ο Αγιος Ισαάκ γράφει: «Ότε [άνθρωπος] εν τη γνώ­σει και τη πολιτεία του σώματος ίσταται, εκ του θανάτου πτο­είται». Ένα απόφθεγμα αναφέρει: «Ρωτήθηκε ένας Γέρο­ντας: “Γιατί φοβάμαι όταν περπατώ στην έρημο;” Και απάντησε: “Γιατί εξακολουθείς να ζεις”!». Και ένα ακόμη: «Αδελφός ρώτησε ένα Γέροντα: “Γιατί με καταλαμβάνει φό­βος όταν μου τυχαίνει να βγαίνω μόνος τη νύκτα;” Και ο Γέ­ροντας απαντά: “Γιατί η ζωή τού κόσμου εξακολουθεί να έχει αξία για σένα”».

Ενώ το πρώτο είδος του φόβου είναι «κατά φύσιν», το δεύτερο, που συνιστά κακό πάθος, είναι «παρά φύσιν» και «παρά λόγον». Οφείλεται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος απομάκρυνε το διπλό σκοπό του φόβου, -φυσιολογικό και φυσικό-, που τον συνέδεε με το αληθινό είναι του και το Θεό, για να τον καταστήσει φόβο απώλειας του πεπτωκότος είναι τού αποχωρισμού από τον αισθητό κόσμο, και απώλειας της εμπαθούς ζωής και της αντίστοιχης, προς αυτή, ηδονής. Αντί να φοβάται ό,τι απειλεί την ύπαρξή του και ιδιαίτερα την πνευματική του ύπαρξη, ο άνθρωπος αρχίζει να φοβάται ό,τι θέτει σε κίνδυνο το αισθητό είναι του και τις απολαύσεις, που καρπώνεται απ’ αυτό.

Στο σημείο αυτό φαίνεται ότι ο κατά Θεόν φόβος και ο «κοσμικός» φόβος δε συνιστούν δύο διαφορετικές στάσεις εκ φύσεως, αλλά ουσιαστικά την ίδια διάθεση και στάση, προσανατολισμένη προς δύο διαφορετικούς σκοπούς. Τούτο προκύπτει από τις πατερικές διδασκαλίες, όπου οι δύο σκοποί παρουσιάζονται ως αποκλείοντες ο ένας τον άλλο: αν φο­βόμαστε κάποιο πράγμα του κόσμου αυτού, τούτο συμβαίνει γιατί δε φοβόμαστε το Θεό· αντίστροφα, όποιος φοβάται το Θεό, δεν έχει τίποτε να φοβηθεί: «ο δούλος Κυρίου γενόμενος τον οικείον Δεσπότην και μόνον φοβηθήσεται· ο δε τούτον ούπω φοβούμενος, την εαυτού σκιάν πολλάκις πεφόβηται», γράφει για παράδειγμα ο Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Για το λόγο αυτό εξάλλου οι Πατέρες αναφέρουν ότι ο φόβος-πάθος ευνοείται από την ακαρπία της ψυχής, εξαι­τίας της απώλειας της θείας παρουσίας σ’ αυτήν: «Εφοβήθην ότι γυμνός ειμί», εξομολογείται ο Αδάμ, μετά το αμάρτη­μά του (Γεν. 3, 10).

Όπως όλα τα υπόλοιπα πάθη, ο φόβος παρουσιάζεται από τους Πατέρες ως νόσος. Κύριος λόγος, που μόλις πα­ρουσιάσαμε είναι η διαστροφή της ενάρετης φυσικής διάθε­σης και στάσης σε παρά φύση πάθος. Δευτερεύοντα λόγο συνιστούν οι ταραχές που γεννά ο φόβος.

Κατά πρώτον, ο φόβος αποκαλύπτει παθολογική σχέση του ανθρώπου προς το Θεό. Ο άνθρωπος αποστρέφεται το Θεό, την πηγή της ζωής του, την αρχή και το τέλος τού είναι του, το νόημα της ύπαρξής του και τοποθετεί το κέντρο των μερίμνων του στην αισθητή πραγματικότητα που γίνεται γι’ αυτόν το Απόλυτο: φοβούμενος την απώλεια κάποιου αγαθού του κόσμου και κάποιας αισθητής ηδονής, αντί να φοβάται την απώλεια του Θεού και συνεπώς του ίδιου του εαυτού του, απομακρύνεται τελικά από το Θεό. Όλη η διαδι­κασία του προπατορικού αμαρτήματος, εντοπίζεται και πάλι στη συγκεκριμένη στάση, όπως βλέπουμε μαζί με όλες τις συ­νέπειές της προφανώς.

Ο έμφοβος, όμως δεν έχει λησμονήσει το Θεό μόνο ως αρχή και τέλος τού είναι και του βίου, αλλά και ως νόημα και κέντρο της ύπαρξης: Τον έχει εξίσου απαρνηθεί και αγνοή­σει· έχει αρνηθεί την Πρόνοια και την προστασία, με την οποία περιβάλλει κάθε ύπαρξη. Ο φόβος αποκαλύπτει την παραίσθηση, την οποία έχει ο παραδομένος στον εαυτό του άνθρωπος: να μη μπορεί ή να μη πρέπει να βασίζεται στις δι­κές του δυνάμεις, να αποστερείται της βοήθειας του Θεού. «Ρώτησαν ένα Γέροντα: “Γιατί φοβάμαι διασχίζοντας την έρημο;” Και αυτός απάντησε: “Γιατί νομίζεις ότι είσαι μόνος και δε βλέπεις το Θεό δίπλα σου». Η διδασκαλία του ίδιου του Χριστού έρχεται ν’ ακυρώσει και να διαλύσει την ψευδαίσθηση, υπενθυμίζοντας στον άνθρωπο ότι ο Θεός προνοεί αδιάκοπα γι’ αυτόν (Ματθ. 10, 29-31. Λουκ. 12, 6-7). Ακόμη ο φόβος είναι τεκμήριο και σημείο απώλειας της πίστης στη Θεία Πρόνοια: «Τί δειλοί εστε ούτω; πώς ουκ έχετε πίστιν;» λέγει ο Χριστός στους κατατρομαγμένους από τη θύελλα μα­θητές του (Μάρκ. 4, 36-40). Επιπλέον, ο φόβος εκφράζει απώλεια πίστης και στα πνευματικά αγαθά. Διότι αν ο άνθρωπος είχε συνδεθεί μ’ αυτά, μόνο αυτά θα φοβόταν μή­πως χάσει: «μίαν οδύνην ειδώς, την τούτων [θείων] αποτυχίαν», αναφέρει σχετικά ο Αγιος Μάξιμος. Τα θεία αγαθά είναι πραγματικά τα μόνα, τα οποία έχουν για τον άνθρωπο απόλυτη αξία και ζωτική σημασία. Ο άνθρωπος, που έχει εμπιστοσύνη στο Θεό, γενόμενος μέτοχος της Αναστάσεως του Χριστού και της θείας ζωής, οφείλει να μη φοβάται καμιά επίθεση κατά της ψυχής ή κατά του σώματός του, ούτε ακόμη την επίθεση του θανάτου που σκοτώνει προσωρινά το σώμα, αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτε περισσότερο (Ματθ. 10, 28. Λουκ. 12, 4). Όποιος ενώνεται με το Θεό, βρίσκει σ’ Αυτόν την πληρότητα των αγαθών και δε φοβάται μήπως στερηθεί κάποιου αισθητού αγαθού.

Βεβαίως, ο φόβος δεν αφορά μόνο στην έλλειψη πίστης προς τα πνευματικά αγαθά, τα μόνα αληθινά. Ο ίδιος αποδίδει μάταιη πίστη στα αισθητά αγαθά, των οποίων η πραγμα­τικότητα είναι απατηλή και η παρουσία σύντομη όπως του άνθους και της χλόης. Αποτελούν θησαυρούς, που αφανί­ζουν η αποσύνθεση και ο σκόρος και κλέβουν οι κλέφτες (Ματθ. 6, 19. Λουκ. 12, 33). Ο άνθρωπος, αργά ή γρήγορα, χάνει τα αισθητά αγαθά, εξαιτίας του πρόσκαιρου και παρο­δικού χαρακτήρα τους ή λόγω του θανάτου του. Μαζί τους χάνεται και η συνδεδεμένη μ’ αυτά ηδονή, η οποία άλλωστε όπως έχουμε δει, είναι πενιχρή σε σύγκριση με την απόλαυση των αγαθών της Βασιλείας του Θεού. Για το λόγο αυτό ο πεπτωκώς άνθρωπος σφάλλει ως προς την αληθινή ουσία των πραγμάτων και των αισθητών ηδονών στις οποίες προσκολ­λάται. Μάλιστα είναι δυνατόν ο ίδιος να κατέχεται από φό­βο: αν γνώριζε τη φύση των αγαθών, η ενδεχόμενη απώλειά τους θα του ήταν αδιάφορη.

Το γεγονός ότι συνολικά ο φόβος είναι ανωφελής συνιστά ένα ακόμη λόγο εξαιτίας του οποίου παρουσιάζεται ως ασύ­νετη και παράλογη στάση. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να εμπο­δίσει με το φόβο ο,τιδήποτε του συμβαίνει ούτε ν’ αποφύγει τον κίνδυνο ή τη στέρηση που φοβάται, αν υποθέσουμε ότι πράγματι θα επισυμβούν: «Τις εξ υμών μερίμνων δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα;» (Ματθ. 6, 27). Ο Αγιος Ιωάννης Δαμασκηνός στον αναποτελεσματικό φό­βο και την ατελέσφορη μέριμνα, τους οποίους ο Χριστός κατηγορεί με τους λόγους Του, αντιπαραθέτει την ενεργή [Σ.τ.μ.: Ή αποτελεσματική] αμεριμνησία αυτού, που αποθέ­τει τον εαυτό του για τα πάντα στη θεία Πρόνοια.

Η παθολογία του φόβου εμφανίζεται και στο, περισσότε­ρο ή λιγότερο σημαντικό, τμήμα της φαντασίας, το οποίο τον δέχεται γενικά. Με τη φαντασία του ο άνθρωπος παραμορ­φώνει την πραγματικότητα, της αποδίδει διαστάσεις που δεν έχει, μεγεθύνοντας για παράδειγμα τους κινδύνους ή θεωρώ­ντας επικείμενη την απώλεια κάποιου αντικειμένου. Η φα­ντασία όμως προβάλλει και ανύπαρκτες πραγματικότητες: κατασκευάζει, προδικάζει ή και οδηγεί στην αποδοχή ως βέβαιον, -στο παρόν ή το εγγύς μέλλον- γεγονότων που δεν έχουν συμβεί και για τα οποία κανένας αντικειμενικός λόγος δεν εγγυάται την πραγματοποίησή τους. Έτσι ο Αγιος Ιω­άννης της Κλίμακος δίνει για το φόβο τον εξής ορισμό: «Φό­βος εστί προμελετώμενος κίνδυνος [...], σύντρομος αίσθησις καρδίας περί αδήλων συμφορών κλονουμένη και ασχάλλουσα» [Σ.τ.μ.: Αγωνιώδης]. Παρατηρεί επιπλέον πως ο φόβος θέτει ερωτηματικά και για τα πλέον βέβαια πράγματα (στο όνομα του αντικειμένου του) και το ρόλο που αναλαμβάνει η φαντασία στο σημείο αυτό: «Φόβος εστί πληροφορίας [Σ.τ.μ.: Η ακλόνητη βεβαιότητα για κάποιο θέμα με την επίνευση της Θείας Χάρης] στέρησις». Και ακολουθούν τα πα­θολογικά σημεία του παραληρήματος: παραμόρφωση της πραγματικότητας, όχι αντίληψη του συμβαίνοντος ή του γε­γονότος, αντίληψη ανύπαρκτης πραγματικότητας. Από τον τρόπο, που το πραγματικό γίνεται αντιληπτό και βιώνεται, ο φόβος αποκαλύπτει πάντα ότι η φαντασία δίνει το βήμα και στις υπόλοιπες δυνάμεις και επιβάλλει τις παραστάσεις της σ’ αυτές. «Κατάπληξις δε φόβος εκ μεγάλης φαντασίας», παρατηρεί ο Αγιος Ιωάννης Δαμασκηνός. Ενώ ο φόβος και η κατάπληξις μόνο μερικώς διεγείρονται από αντικειμενι­κούς λόγους, αποτελούν συχνότατα ισχυρό τμήμα τής φαντα­σίας. Οι περισσότερες όμως από τις υπόλοιπες μορφές φό­βου, και ιδιαίτερα το άγχος και η αγωνία, χαρακτηρίζονται από την απουσία αντικειμενικών λόγων θεμελίωσης· στο άτομο που είναι υποχείριο του φόβου σημαντικό ρόλο ασκεί η επιρροή του παραλόγου. Στον έμφοβο άνθρωπο, μοιά­ζουν κατεσταλμένες οι δυνάμεις, που θα του επέτρεπαν να εκτιμά τα πράγματα και τα γεγονότα στις ακριβείς τους δια­στάσεις. Ο συγγραφέας του βιβλίου Σοφία Σολομώντος αναφέρει: «ουθέν γαρ εστι φόβος ει μη προδοσία των από λογισμού βοηθημάτων» (17, 11).

Ενδεχομένως, η γέννηση και η ανάπτυξη του φόβου, υπο­κινούνται ή εννοούνται από διάφορα πάθη. Στην πρώτη θέ­ση, η υπερηφανία, η οποία είναι στενά συνδεδεμένη με το φό­βο. Συναφής είναι η παρατήρηση του Αγίου Ισαάκ: «Ο ταύ­της [της ταπεινώσεως] ελλείπων, ελλιπής εστι και από της τελειώσεως· και ο από ταύτης ελλιπής, αεί περίφοβός εστι». Ο Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος συμπληρώνει σχετικά: «Υπερήφανος ψυχή, δειλίας δούλη· εφ’ εαυτή πεποιθυΐα, και κτύπους κτισμάτων και σκιάς δεδοικυΐα». Ο Αγιος Συ­μεών ο Νέος Θεολόγος υπενθυμίζει ότι ο φόβος συνδέεται προφανέστατα και με το πάθος τής δειλίας.

Σύμφωνα με τη διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, ο φόβος είναι δυνατόν να γεννάται από την αμαρτία: «Θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του κατεργαζομένου το κακόν» (Ρωμ. 2, 9). Ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστο­μος επισημαίνει: «Οι εν αμαρτίαις όντες και φόβω συζώσι διηνεκεί· και καθάπερ οι δια νυκτός ασελήνου βαδίζοντες τρέμουσι, καν μηδείς ο φοβών παρή, ούτω και οι την αμαρτίαν εργαζόμενοι, θαρρείν ουκ έχουσι, καν μηδείς ο ελέγχων η· αλλά πάντα δεδοίκασι, και υποπτεύουσιν, υπό του συνειδότος κεντούμενοι, και πάντα αυτοίς δέους και αγωνίας εστί μεστά, πάντα περιβλέπονται, πάντα φοβούνται». Οι συγκε­κριμένες θέσεις φαίνεται ότι δεν πρέπει να αναφέρονται μό­νο σ’ όσους υποκρίνονται ότι ζουν σύμφωνα με τις εντολές ή ότι τουλάχιστον τις γνωρίζουν, ενώ τις έχουν παραβεί και κα­τά συνέπεια υφίστανται τον έλεγχο της συνείδησής τους. Πρέπει να εφαρμόζονται και σε όσους, ενώ ζουν έξω από την πίστη, αγνοώντας τους κανόνες και τις εντολές της, έχουν εντούτοις κάποια αόριστη και ασαφή αίσθηση της αμαρτωλότητάς τους. Φαίνεται ακόμη ότι η ισχύς της αμαρτητικής κατάστασης που υποκινεί το φόβο με τη μορφή του άγχους και της αγωνίας είναι τόσο μεγαλύτερη, όσο το υποκείμενο δεν έχει συνειδητοποιήσει σαφώς το ελάττωμα και το σφάλ­μα του. Υπενθυμίζοντας «την της ψυχής δειλίαν της εαυτών κακίας» ο Αγιος Διάδοχος Φωτικής συμβουλεύει το χριστια­νό να επαγρυπνεί και να φροντίζει την εξομολόγηση ιδίως των ακουσίων αμαρτημάτων του και μάλιστα των ασυνείδη­των από την πρώτη στιγμή. Πάλι ο ίδιος γράφει: «εάν γαρ μη πρεπόντως και περί αυτών [των ασυνειδήτων] εξομολογησώμεθα, δειλίαν τινα άδηλον [...] ευρήσομεν εν εαυτοίς».

Όπως και τα υπόλοιπα πάθη, ο φόβος έχει άμεσα μερίδιο στη δαιμονική ενέργεια, συνδεδεμένος με τους δαίμονες, οι οποίοι συμβάλλουν στην εμφάνισή του, και επωφελούνται πολύ από την παρουσία του, καθώς συνιστά ιδιαίτερα ευνοϊ­κό έδαφος για τη δράση τους. Βρίσκουν στο φόβο το σύμμα­χό τους, παρατηρεί ο Αγιος Διάδοχος υπενθυμίζοντας σύνδεση φόβου και αμαρτίας.

(Από το βιβλίο του Jean Claude Larchet (*) «Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων – Εισαγωγή στην ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας», Τόμος Α’, Εκδόσεις “Αποστολική Διακονία”)

(Πλήθος αναφορών σε έργα των Πατέρων της Εκκλησίας μας θα βρείτε στο βιβλίο)

(*) Ο Jean Claude Larchet γεννήθηκε το 1949 στη βορειοανατολική Γαλλία. Διδάκτωρ Φιλοσοφίας και διδάκτωρ Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, είναι συγγραφέας δεκαπέντε βιβλίων και πολυάριθμων άρθρων που αφορούν τη θεολογία και την πνευματικότητα των Πατέρων της Εκκλησίας, τα οποία μεταφράστηκαν σε δώδεκα γλώσσες. Θεωρείται ως ένας από τους κορυφαίους Ορθόδοξους πατρολόγους και ένας σημαντικός εκφραστής της Ορθοδοξίας στην Ευρώπη. Ζει και εργάζεται ως καθηγητής στη Γαλλία. Διευθύνει, σε δύο γαλλικούς εκδοτικούς οίκους, μία συλλογή βιβλίων αφιερωμένων σε σύγχρονους πνευματικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται ο γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο γέροντας Παϊσιος, ο γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, ο γέροντας Χαράλαμπος, ο γέροντας Πορφύριος.

Πηγή: alopsis.gr
Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.
Άβαταρ μέλους
Μαρίνα
Δημοσιεύσεις: 380
Εγγραφή: Δευ Ιούλ 30, 2012 1:46 pm
12

Re: Φόβος - Πάθος ή ευλογία;

Δημοσίευση από Μαρίνα »

Πολύ ενδιαφέρον κείμενο! Όλα τα πάθη πάνω μου τελικά... :D
Τον πανεύφημον Μάρτυν Χριστού Γεώργιον, Ιωαννίνων το κλέος και πολιούχον στερρόν, άσμασιν εγκωμίων άνευφημήσωμεν ότι ένήθλησε λαμπρώς, και κατήνεγκεν έχθρόν, του Πνεύματος τη δυνάμει και νυν άπαύστως πρεσβεύει, υπέρ των ψυχών ημών.
Άβαταρ μέλους
Μαρίνα
Δημοσιεύσεις: 380
Εγγραφή: Δευ Ιούλ 30, 2012 1:46 pm
12

Re: Φόβος - Πάθος ή ευλογία;

Δημοσίευση από Μαρίνα »

Για το λόγο αυτό εξάλλου οι Πατέρες αναφέρουν ότι ο φόβος-πάθος ευνοείται από την ακαρπία της ψυχής, εξαι­τίας της απώλειας της θείας παρουσίας σ’ αυτήν: «Εφοβήθην ότι γυμνός ειμί», εξομολογείται ο Αδάμ, μετά το αμάρτη­μά του (Γεν. 3, 10).

Νίκο μου συμφωνώ με την Γεωργία και εγώ, τόσο ενδιαφέρον είναι που το διάβασα 2 φορές. (δεν τα πιάνω όλα με την πρώτη φορά :lol: :lol: )

Μου θύμισες μια περίοδο της ζωής μου που εσύ την έζησες γιατι στην μετέφερα, που κυριαρχούσε ο φόβος και ο τρόμος, στην κυριολεξία. Δόξα τω Θεώ, όσο φοβόμουν τόσο πλησίαζα την Εκκλησία.

σε ευχαριστώ για το ποστάρισμά.
Τον πανεύφημον Μάρτυν Χριστού Γεώργιον, Ιωαννίνων το κλέος και πολιούχον στερρόν, άσμασιν εγκωμίων άνευφημήσωμεν ότι ένήθλησε λαμπρώς, και κατήνεγκεν έχθρόν, του Πνεύματος τη δυνάμει και νυν άπαύστως πρεσβεύει, υπέρ των ψυχών ημών.
Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 336
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm
12
Έλαβε ευχαριστία: 1 φορά

Re: Φόβος - Πάθος ή ευλογία;

Δημοσίευση από Domna »

Πες μου, γιατί φοβάσαι;

Εικόνα

Είναι γεγονός πως κάποτε νιώθουμε μια αλλαγή εσωτερική και εξωτερική τόσο στον εαυτό μας όσο και στα κοντινά μας πρόσωπα. Έτσι και εγώ είναι καιρός που βλέπω κάτι τέτοιο σε μένα και όχι μόνο σε μένα. Όσο είμαστε ακόμα στην πατρική μας οικογένεια όλα είναι διαφορετικά από ότι όταν ξεκινούμε την δική μας οικογένεια. Ακριβώς αυτό βλέπω εδώ και τριάμιση χρόνια παντρεμένη.

Έτσι όταν ανοίγουμε τα φτερά μας για το δικό μας ταξίδι το τοπίο αλλάζει, τα νέα δεδομένα φέρνουν αλλαγές ακόμα και αλλοιώσεις στην συμπεριφορά μας, στα θέλω μας, στην όλη ύπαρξή μας και τώρα εγώ λέω μέσα μου είσαι εσύ; Πρέπει να αλλάξεις; Σου το επιβάλλει κανείς; Σε ζορίζουν τα πρόσωπα και οι καταστάσεις; Έφυγες μήπως κοντά από τον Χριστό ή νιώθεις πως Εκείνος λίγο σε άφησε;

Και έπειτα μια πίεση στην καρδιά, μια περίεργη μελαγχολία, μια υπερβολική ενασχόληση με τα δεύτερα, μια νευρικότητα ανεξέλεγκτη και πολλές φορές αναίτια και τελικά μια απομάκρυνση από την ίδια μου την ψυχή που γίνεται τόσο ύπουλα που άργησα πολύ για να το καταλάβω.

Μια παρόμοια κατάσταση βλέπω και στα κοντινά μου πρόσωπα και ανησυχώ περισσότερο γιατί καταλαβαίνω πως όσο και αν δεν φαινόταν, όσο και αν τα εξωτερικά γεγονότα το κάλυπταν αυτό εξακολοθούσε να μας κατατρώει εσωτερικά.

Το βλέπω συχνά γύρω μου και νιώθω συμπάθεια, κατανόηση, μοιραζόμαστε κάτι κοινό, έχουμε τις ίδιες αγωνίες. Όμως στάσου γιατί να συμβαίνει αυτό; Μήπως φταίμε;

Ναι, εγώ λέω πως φταίω. Φταίω γιατί δεν αναγνωρίζω τη δυνατότητα που μου δώσε ο Θεός να πετάξω με τα δικά μου φτερά. Ναι, φταίω γιατί αν και θα πρέπε να βρίσκομαι πολύ ψηλά εγώ είμαι ακόμα χαμηλά. Γιατί; γιατί φοβάμαι.

Τολμώ να πω πως είμαι ανόητη. Γιατί φοβάσαι ψυχή μου; Είσαι μόνη;

Όχι, δεν είσαι. Είναι δίπλα μου, δίπλα σου, δίπλα μας ο Θεός. Γιατί το ξεχνάμε;

Τι μας κάνει να φοβόμαστε; Θα σου πω μα νομίζω πως το ξέρεις, το ξέρουμε όλοι άλλωστε. Η κακή μας εμμονή στον εαυτό μας, η απιστία μας, ο εγωισμός.

Ήρθε η ώρα να τα πετάξουμε.

Χριστός Ανέστη. Μην το ξεχνάς σε παρακαλώ ψυχή μου, σε παρακαλώ και σένα που σε κυριεύουν οι φόβοι. Θυμίσου τις ευεργεσίες του Θεού, τις ευλογίες στη ζωή μας.

Ξεκαθαρίζουν όλα εσωτερικά όταν προσευχόμαστε, μελετάμε το λόγο του Θεού, παραδειγματιζόμαστε και καθοδηγούμαστε από τον πνευματικό και συνάμα αφήνουμε την καρδιά μας να λειτουργήσει όπως τότε που είμασταν παιδάκια.

Το βλέπω ξεκάθαρα μπροστά μου πως όταν λειτουργώ με απλότητα, με αγάπη που ξεχειλίζει από μέσα μου νιώθω πως είμαι ένα με τον γιό μου που όλα τα κάνει με χαρά, που όλο χαμογελάει, που ξεχνάει γρήγορα όταν τον μαλώσω, που τα ματάκια του λάμπουν διαρκώς.

Νομίζω πως αυτό θέλει να βλέπει ο Χριστός από εμάς και εγώ αυτό θέλω να έχω πάντα. Δεν πρέπει να βγάζουμε από μέσα μας αυτό που ο ίδιος ο Θεός έχει εμφυτεύσει μέσα μας, την ίδια την αγάπη.

Αν αγαπώ δεν φοβάμαι. Όπου υπάρχει αγάπη υπάρχει ο Θεός και επομένως ο φόβος δεν έχει θέση εδώ.

Μη φοβάσαι λοιπόν ψυχή μου, ας μην φοβόμαστε.

Ας μην απιστούμε.

Έπειτα από τριάμιση χρόνια με σιγουριά πλέον βλέπω μέσα μου πως τις στιγμές που άφησα τον φόβο να κυριαρχήσει μέσα μου ήταν γιατί εγώ το επέτρεψα. Δεν φταίνε οι άλλοι, δεν οφείλεται στο ότι υπήρξαν αλλαγές στη ζωή μας αλλά στο ότι εμείς δεν αφήσαμε το θέλημα του Θεού να γίνει μέσα μας γιατί το δικό μας θέλημα ήταν ισχυρότερο.

Δεν κρύβω την βαθιά μου ευγνωμοσύνη στον Κύριο και εκλιπαρώ να με βοηθήσει να πετάξω τόσο ψηλά ώστε μια μέρα να μπορώ να τον αντικρύσω.

Το ίδιο εύχομαι σε όλες τις ψυχές . Ο φόβος δεν είναι χαρακτηριστικό του Χριστιανού και έτσι αν θέλουμε να είμαστε Χριστιανοί πρέπει να διαγράψουμε από την ψυχή μας ακόμα και από τα χείλη μας αυτή τη λέξη.

Πηγή: foufou.gr
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Μηνύματα - Spriritual Messages”