Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Ιστορίες για να γελάσουμε ή να κλάψουμε, αλλά οπωσδήποτε για να προβληματιστούμε.

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Μια φορά, λέει, στη Ρωσία ένα ορφανό αγοράκι μεγάλωνε με τη γιαγιά του.
Η γιαγιά του εντελώς αγράμματη γυναίκα, δεν ήξερε καμιά προσευχή αλλά τον έμαθε μόνο να λέει: «Φύλακα άγγελε, φύλαξέ με».
Έτσι το παιδί συνήθισε πάντα να λέει αυτή την προσευχούλα. Πρωΐ και βράδυ και παντού όπου βρισκόταν. Το παιδί μεγάλωσε, υπηρέτησε στο Αυτοκρατορικό ναυτικό και όταν απολύθηκε με τα χρήματα της αποζημίωσης ξεκίνησε για τα μέρη του. Ωστόσο καθόταν αρκετά μακρυά από την θάλασσα και έπρεπε να περάσει μέσα από δάση.
Στη Ρωσία υπάρχουν κατά διαστήματα πανδοχεία που επιδοτούνται από το κράτος για να προσφέρουν κατάλυμα στους οδοιπόρους και ταξιδιώτες. Υποχρεωτικά. Αλλιώς τιμωρούνται.
Τον σώζουν οι Άγγελοι
Ο απολυμένος ναύτης αναγκάστηκε να ζητήσει καταφύγιο σε μια τέτοια καλύβα που την φύλαγαν ένας γέρος με μια γρηά.
Διστακτικά κτύπησε την πόρτα αλλά από μέσα άκουσε βρισιές και βλασφήμιες, αντί να τον ανοίξουν ως ώφειλαν.
— Φύγε, του φώναξαν, δεν υπάρχει κατάλυμα για σένα. Τράβα πιο κάτω.
— Σας παρακαλώ ανοίξτε μου παρακάλεσε
το παιδί. Δείξτε Λίγη καλωσύνη. Η νύχτα απόψε είναι πολλή άγρια και φοβάμαι. Θα με φάνε οι λύκοι και τα άγρια θηρία.
— Διώξτον διώξτον, φώναζε η γρηά στο γέρο. Δεν θέλω απόψε ξένους εδώ.
— Σας παρακαλώ επέμενε και πάλι το παιδί...
Τότε ο γέρος άνοιξε λίγο την πόρτα, ξεπροβαλε ένα πολύ άγριο μούτρο, ενώ τα χνώτα του μύριζαν άφθονο οινόπνευμα. Αλλά και γενικά από μέσα αναδιδόταν μπόχα από μυρωδιά ποτού.
— Τι θέλεις, ξανάπε ο γέρος άγρια, για να φύγει.
— Σας παρακαλώ, είπε και πάλι το παιδί. Μη με διώχνετε. Είναι άγρια η νύχτα. Εν ανάγκη και να πληρώσω. Έχω λεφτά. Ορίστε.
Κι έβγαλε τα λεφτά. Αθώο παιδί. Ο γέρος μόλις άκουσε για λεφτά γούρλωσε τα μάπα.
— Είπες λεφτά; έκανε. Και που τα βρήκες εσύ τα λεφτά;
Το παιδί εντελώς αθώο του έδειξε τα λεφτά του.
— Να ορίστε έχω λεφτά. Τώρα απολύθηκα και έχω...
Ο γέρος όταν είδε τα λεφτά άνοιξε την πόρτα.
Άντε πέρνα, του είπε.
Εν τω μεταξύ η γρηά όλο και φώναζε από μέσα μεθυσμένη να τον ξαποστείλει από κεί που ήρθε.
Πω-πω! κακία, σκέφτηκε το παιδί. Είπα να περάσω μια νύχια και κάνουν έτσι. Πού να τους έλεγα ότι θέλω να μείνω κανένα χρόνο!
Παρά τρίχα θα τον σκότωναν
Τον πέταξαν σε μια γωνιά στο σκοτεινό δωμάτιο και πήγαν να συνεχίσουν την κραιπάλη τους. Ο νέος φοβήθηκε πολύ τα πρόσωπά τους, μετάνοιωσε αλλά τώρα ήταν ήδη πολύ αργά. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα. Είπε την προσευχούλα που την έμαθε η γιαγιά του «φύλακα άγγελε, φύλαγέ με» και όπως ήταν ψόφιος από την κούραση τον πήρε γρήγορα ο ύπνος. Αλλά ξαγρυπνούσαν οι άγγελοι του! Τί μεγάλο πράγμα! Διότι μόλις πέρασε λίγη ώρα και κατάλαβαν ο γέρος με τη γρηά ότι τον πήρε ο ύπνος, ανοίγει σιγά-σιγά ο γέρος την πόρτα, και μπαίνει μέσα. Στο μισόφως φάνηκε να κρατάει ένα τσεκούρι στο χέρι και σιγά- σιγά πηγαίνει πάνω απ' το Κεφάλι του παιδιού, να το σκοτώσει.
- Τελείωνε γρήγορα, φώναξε αχνά η γρηά. Πριν προλάβει να ξυπνήσει κατέβασέ το! Μια κι έξω σου λέω.
Κι όμως σαν να σκούντησε κάποιος το παιδί άνοιξε τα μάπα του. Τι νά δει! Ο γέρος έτοιμος να του κατεβάσει το τσεκούρι στο κεφάλι. Κρύος ιδρώτας τον έλουσε!
Και ξαφνικά εκείνη τη στιγμή κάποιος χτύπησε την εξώπορτα. Τραντάχτηκε όλο το σπίτη. Τάκα, τάκα, τάκα...
— Αστυνομία, ανοίξτε, ανοίξτε γρήγορα... Τάκα, τάκα, τάκα και τα χτυπήματα όλο και πλήθαιναν.
— Ανοίξτε γρήγορα! Αστυνομία! Θα σπάσουμε την πόρτα. Κάντε γρήγορα, Αστυνομία....
Γέρος και γρηά τάχασαν. Ο γέρος έκρυψε γρήγορα το τσεκούρι κάτω από το κρεβάτι κα έπεσε στα πόδια του ναύτη και τον εκλιπαρούσε να μην πει τίποτα στην αστυνομία. Να μην τον προδώσει. Ενώ η γρηά έκαμνε κάτι σαστισμένα κι έλεγε:
— Ναι, ναι, τώρα, τώρα αμέσως, μια στιγμή... θ' ανοίξω...
— Ανοίξτε, ανοίξτε γρήγορα έκανε πάλι απ' έξω η φωνή. Τελείωσε η υπομονή μας, γρήγορα...
— Σε παρακαλώ, μην με προδίδεις, έλεγε ο γέρος.
— Εγώ, τόλμησε να κάνει το παιδί... δεν...όχι...
Με το που πήγε ο γέρος προς την εξώπορτα, ο νέος ανοίγει το παράθυρο και πηδάει απ' έξω και το σκάζει. Ισόγειο βλέπετε, ήταν το σπιτάκι. Πήγε πίσω από κάτι θάμνους και τι να δει! Ούτε αστυνομία, ούτε άλογα, ούτε τίποτα.
Όλα τα είχαν κάνει οι Άγγελοι που τους είχε επικαλεστεί τόσες φορές για να τον φυλάγουν. Και φύλαγαν.
ΒΙΒΛ. ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ. ΠΑΠΑ- ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΣΕΡΒΟΣ ΚΑΡΟΥΛΙΤΗΣ. ΕΠΙΜΕΛΙΑ ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΓΙΑΣ.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Ο άγιος Προφήτης Δανιήλ
Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα - Βιβλίο Α΄


Έχετε ακούσει ποτέ για τον προφήτη Δανιήλ και τους τρεις νέους –τον Ανανία, τον Αζαρία και τον Μισαήλ- που βρέθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα; Ήταν τρία γενναία παλικάρια, από βασιλικό γένος της Ιερουσαλήμ, που μεγάλωσαν στο παλάτι του βασιλιά Ιωακείμ.
Είχαν μεταφερθεί αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα, αλλά εξαιτίας της βασιλικής καταγωγής τους, της ευφυΐας και της φυσικής ομορφιάς που τους διέκρινε, τους μετέφεραν στην αυλή του βασιλιά, για να διδαχθούν τα γράμματα και τη γλώσσα των Χαλδαίων.
Ο Δανιήλ μάλιστα αξιώθηκε κάποια στιγμή να γίνει μεγάλος σύμβουλος του Ναβουχοδονόσορα.
Ο βασιλιάς Ιωακείμ, ο οποίος ήταν ένθερμος λάτρης των ειδώλων, ήταν σαν ένα μαστίγιο του Θεού για να παιδεύει τους ανθρώπους της επικρατείας του.
Μεγαλύτερος βασιλιάς από αυτόν την εποχή εκείνη δεν υπήρχε. Εκατόν είκοσι επτά έθνη είχε υπό την εξουσία του!
Και στην τράπεζα του βασιλιά εκείνου μπορούσε να βρει κανείς τα πιο πλούσια και εκλεκτά φαγητά και ποτά. Όταν λοιπόν έφεραν αυτούς τους νέους στο παλάτι του, διέταξε να τους δώσουν να φάνε από το τραπέζι του.
Εκείνοι όμως αρνήθηκαν δηλώνοντας ότι θα προτιμούσαν να πεθάνουν, παρά να δοκιμάσουν από τα ειδωλόθυτα, από τα τρόφιμα δηλαδή που είχαν προσφερθεί προηγουμένως ως θυσία στους θεούς, δηλαδή στους δαίμονες.

Ο μεγάλος υπηρέτης της τραπεζαρίας προσπάθησε να τους μεταπείσει:
- Εάν δε φάτε κι εσείς από το τραπέζι του βασιλιά, θα αδυνατίσετε. Ο βασιλιάς τότε θα καταλάβει την αιτία και θα διατάξει να κόψουν και το δικό μου και το δικό σας το κεφάλι!
Οι νέοι του είπαν το εξής:
- Δώσε στους άλλους νέους από τα φαγητά και τα ποτά αυτά, κι άσε εμάς να τρώμε για δέκα μέρες φρούτα και καρπούς. Μετά βάλε μας απέναντί τους και δες εάν εκείνοι φαίνονται υγιέστεροι και δυνατότεροι από εμάς, που –στο μεταξύ- θα τρεφόμαστε μόνο με φρούτα και ξηρούς καρπούς.
Ο υπηρέτης τελικά τους επέτρεψε να τρώνε από αυτά που ήθελαν. Και όταν παρουσιάστηκαν όλοι μαζί ενώπιον του βασιλιά, ο Δανιήλ, ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ ήταν πράγματι πιο ακμαίοι από τους άλλους νέους, όπως ακούμε και στην ευχή των Κολλύβων, που αναγιγνώσκεται συχνά στην εκκλησία: «Κύριε, Εσύ που έθρεψες τους τρεις νέους και τον Δανιήλ με τους καρπούς των αγαθών Σου και φάνηκαν ωραιότεροι από τους άλλους, οι οποίοι τρέφονταν με πολλές άλλες απολαύσεις…».
Αλλά γιατί ήταν ωραιότεροι; Διότι δεν ενισχύθηκαν από τα φαγητά και τα ποτά, αλλά από τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που προσέλκυσαν με την προσευχή και την καθαρότητα της ζωής τους. Έτσι ο Θεός χάρισε σ΄αυτούς τους νέους οξύνοια και σοφία, ενώ στο Δανιήλ έδωσε και το χάρισμα της ερμηνείας των ονείρων.
Ο βασιλιάς λοιπόν τους ζήτησε να μείνουν μαζί του στο παλάτι. Εκείνοι δέχτηκαν και έκαναν μάλιστα και πολλά θαύματα, από τα οποία τώρα θα σας διηγηθώ μερικά.
Κατά το 18ο έτος της βασιλείας του ο Ναβουχοδονόσορας έδωσε εντολή και κατασκεύασαν ένα τεράστιο χρυσό άγαλμα του εαυτού του, με ύψος εξήντα πήχεις, δηλαδή είκοσι εννέα μέτρα σχεδόν, και το τοποθέτησαν στην πεδιάδα Δέιρα, στη χώρα της Βαβυλώνας. Κατόπιν έστειλε αγγελιαφόρους σε όλο το βασίλειο, να ειδοποιήσουν τους ανθρώπους, για να πάνε όλοι να το προσκυνήσουν. Και πράγματι, ηγεμόνες, σύμβουλοι, τύραννοι, άρχοντες και υπηρέτες, πήγαν όλοι εκεί. Εν τω μεταξύ, δίπλα στο πελώριο αυτό κατασκεύασμα, έχτισαν και ένα φούρνο, για να ρίχνουν μέσα όποιον αρνείτο να εκτελέσει την εντολή του βασιλιά.
Οι κήρυκες βροντοφώναζαν:
- Έθνη και λαοί, όταν ακούσετε τον ήχο της σάλπιγγας, της φλογέρας, του λαούτου, του τυμπάνου και κάθε άλλου οργάνου, να πέσετε αμέσως στα γόνατα και να προσκυνήσετε το χρυσό άγαλμα του βασιλιά. Όποιος δεν το κάνει, θα ρίχνεται την ίδια στιγμή στην αναμμένη κάμινο!
Η εντολή ήταν ξεκάθαρη και η τιμωρία που περίμενε τους απείθαρχους φοβερή. Μόλις λοιπόν άκουσαν οι άνθρωποι τον ήχο των μουσικών οργάνων, έπεσαν αμέσως και προσκύνησαν το χρυσό άγαλμα του Ναβουχοδονόσορα. Κάποιοι Χαλδαίοι όμως πλησίασαν τότε το βασιλιά και του κατήγγειλαν ότι ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ δεν προσκύνησαν το άγαλμά του. Κι εκείνος τότε τους κάλεσε για να τους ρωτήσει εάν αυτό ήταν αλήθεια.
- Ναι, βασιλιά, του απάντησαν οι νέοι. Έτσι ακριβώς είναι. Αγάλματα εμείς δεν προσκυνούμε. Ούτε τα είδωλα των θεών σου ούτε το είδωλο το δικό σου υπάρχει περίπτωση να προσκυνήσουμε ποτέ. Ο Θεός που υπηρετούμε εμείς είναι στους ουρανούς. Κι Αυτός έχει τη δύναμη να μας βγάλει από το καμίνι της φωτιάς και να μας γλιτώσει από τα χέρια σου, αν θέλει.
Τα λόγια των νέων, όπως ήταν φυσικό, εξόργισαν το Ναβουχοδονόσορα.
- Βάλτε αμέσως ξύλα και κάψτε την κάμινο επτά φορές περισσότερο από ό,τι συνήθως, μέχρι να κοκκινίσει ολόκληρη! Διέταξε αμέσως τους υπηρέτες του.
- Κι εσείς, απευθυνόμενος σε κάποιους από τους δυνατούς άνδρες του, πάρτε τους και δέστε τους χειροπόδαρα! Και μόλις ετοιμαστεί η κάμινος, ρίξτε τους μέσα.
Έτσι κι έγινε. Μόλις όμως τους έριξαν μέσα, η φλόγα της φωτιάς πετάχτηκε έξω από την κάμινο και έκαψε αυτούς που τους πρόδωσαν στο βασιλιά, ενώ οι τρεις νέοι στάθηκαν στο μέσον της καμίνου κι άρχισαν, περικυκλωμένοι από τις φλόγες, να δοξολογούν και να υμνούν τον Θεό!
Οι συκοφάντες τους, που ήταν και υπηρέτες του βασιλιά, συνέχισαν να τροφοδοτούν τη φωτιά με ξύλα, πίσσα και κάρβουνα, έτσι που το ύψος της έφτασε τους σαράντα εννέα πήχεις. Φλόγες πετάγονταν πάνω και έξω από τη κάμινο καίγοντας όλους όσοι στέκονταν γύρω της. Ένας Άγγελος του Θεού όμως βρισκόταν στους νέους και σκόρπιζε τις φλόγες, μετατρέποντας τη φωτιά σε δροσιά. Κι έτσι, οι νέοι στέκονταν ολόχαροι στη μέση της καμίνου, ανάμεσα στις τεράστιες φλόγες, και, χωρίς να προβληματίζονται από τίποτε, υμνούσαν και δοξολογούσαν το Θεό:
«Ευλογημένος είσαι, Κύριε και Θεέ των Πατέρων μας, Εσύ ο Υπερένδοξος και Υπερυψούμενος στους αιώνες. Διότι, όλα όσα έκανες, Κύριε, για εμάς, είναι δίκαια. Και τα έργα Σου είναι αληθινά. Και οι δρόμοι Σου αληθινοί…», έψαλλαν οι νέοι. (Όλες αυτές οι δοξολογίες των νέων μαζί με πολλές άλλες μπορείτε να τις βρείτε στην Παλαιά Διαθήκη, στο βιβλίο του προφήτη Δανιήλ).
Ακούγοντας ο Ναβουχοδονόσορας τους νέους να ψάλλουν, εξεπλάγη και πήγε πιο κοντά, για να δει καλύτερα.
- Τρεις δεν ήταν οι νέοι που δέσαμε και ρίξαμε μέσα στην κάμινο; ρώτησε τους άρχοντες.
- Ναι, βασιλιά, τρεις.
- Κι εγώ γιατί βλέπω τέσσερις να περπατούν στον μέσον της καμίνου, σώοι και αβλαβείς; Μα… για κοιτάξτε λίγο τη μορφή αυτού του τέταρτου νέου… Είναι τόσο φωτεινός, που μοιάζει με θεό!
Συνειδητοποιώντας ο Ναβουχοδονόσορας ότι αυτό που αντίκριζε ήταν κάτι που ξεπερνούσε τα ανθρώπινα μέτρα, πλησίασε στο στόμιο της καμίνου.
- Δούλοι του Ύψιστου Θεού, βγείτε από τη φωτιά και ελάτε εδώ! φώναξε στους νέους.
Εκείνοι υπάκουσαν και βγήκαν από τις φλόγες. Γύρω τους συγκεντρώθηκαν τοπάρχες και σωματοφύλακες του βασιλιά, που δεν μπορούσαν να καταλάβουν πώς ήταν δυνατό να μην καεί ούτε μια τρίχα από τα μαλλιά τους. Και επιπλέον, πώς γινόταν να μην έχουν τη χαρακτηριστική μυρωδιά του καμένου αλλά, αντίθετα, να αποπνέουν μια αλλιώτικη ευωδία.
Συγκλονισμένος ο βασιλιάς, έπεσε και προσκύνησε τον Αληθινό Θεό αναπέμποντας δοξολογίες:
- Ευλογημένος ο Θεός! Ο Ύψιστος Θεός! Έστειλε τον άγγελό Του στους δούλους Του, που είχαν όλες τις ελπίδες τους σ΄Αυτόν, και τους έσωσε!
Μετά από λίγο σηκώθηκε και, απευθυνόμενος στο πλήθος του κόσμου που είχε μαζευτεί, ανακοίνωσε το εξής:
- Από σήμερα όλοι εσείς, όλος ο λαός, όλα τα γένη και τα έθνη που βρίσκονται υπό την κυριαρχία μου να γνωρίζετε ότι όποιος τολμήσει να βλασφημήσει το Όνομα του αληθινού Θεού θα τιμωρείται με θάνατο και το σπίτι του θα λεηλατείται. Διότι άλλος Θεός, ο Οποίος να μπορεί πραγματικά να σώζει τους δούλους Του, δεν υπάρχει!
Στη συνέχεια ο Ναβουχοδονόσορας τίμησε εξαιρετικά αυτούς τους τρεις νέους μακαρίζοντάς τους ενώπιον όλων γι΄αυτή την αξιοθαύμαστη και μέχρι θανάτου πίστη τους στον αληθινό Θεό.
Μετά τον Ναβουχοδονόσορα βασίλευσε ο γυιός του Βαλτάσαρ και κατά τη διάρκεια της βασιλείας του η Βαβυλώνα κατακτήθηκε από τους Πέρσες.
Ο Δαρείος, που ήταν βασιλιάς των Περσών και των Μήδων, κράτησε τον Δανιήλ κοντά του για πολλά χρόνια.
Αυτός ο βασιλιάς λοιπόν διόρισε στο βασίλειό του εκατόν είκοσι επάρχους, ενώ τον Δανιήλ, τον οποίον επισκίαζε πάντοτε το Άγιο Πνεύμα, τον έκανε ανώτερο από όλους.

Οι άλλοι έπαρχοι όμως, από αντιζηλία, προσπαθούσαν να βρουν κάποιο ψεγάδι στον Δανιήλ για να τον κατηγορήσουν στο βασιλιά, αλλά δεν εύρισκαν τίποτε, διότι ήταν αληθινά πιστός στο Θεό και κατά συνέπεια ήταν δίκαιος σε όλες του τις πράξεις, χωρίς να παρανομεί ποτέ και σε τίποτα.
Σκέφτηκαν λοιπόν οι δόλιοι ότι ο Δανιήλ θα παρανομούσε μόνο εάν κάποια διαταγή τον έφερνε σε σύγκρουση με τα θρησκευτικά του πιστεύω και καθήκοντα.

Πήγαν λοιπόν στο βασιλιά και του είπαν:

- Μεγάλε Δαρείε, χίλια χρόνια να ζήσεις! Όλοι εμείς οι έπαρχοι του απέραντου βασιλείου σου θέλουμε να σου ζητήσουμε κάτι: Να διατάξεις «για τριάντα ημέρες κανείς άλλος εκτός από σένα να μην κάνει προσευχή ή αίτηση σε οποιοδήποτε θεό ή άνθρωπο, διότι αλλιώς, θα ρίχνεται στο λάκκο των λεόντων». Και μάλιστα να βγάλεις επίσημη διαταγή, για να μην μπορεί να την καταπατήσει κανείς.

Μη κατανοώντας τα πονηρά τους κίνητρα ο Δαρείος, τους άκουσε και έκανε αυτό που του ζήτησαν.
Ο Δανιήλ βέβαια, ο οποίος συνήθιζε να προσεύχεται στο Θεό τρεις φορές την ημέρα, καθόλου δε φοβήθηκε. Κλείστηκε στο δωμάτιό του και άρχισε να προσεύχεται γονατιστός στο Θεό. Εκείνοι όμως που τον παρακολουθούσαν, μόλις τον είδαν πεσμένο στα γόνατα να προσεύχεται, έτρεξαν αμέσως στο βασιλιά:
- Ένδοξε βασιλιά, εσύ δεν διέταξες κάθε άνθρωπος που θα κάνει προσευχή να ρίχνεται στο λάκκο των λεόντων;
- Ναι, βεβαίως. Αυτή την εντολή έδωσα.
- Ο Δανιήλ όμως δεν υποτάσσεται στις εντολές σου˙ τρεις φορές την ημέρα τον βλέπουμε που κάνει προσευχή στο Θεό του, του είπαν αυτοί.
Ο βασιλιάς θύμωσε, αλλά, επειδή αγαπούσε πολύ το Δανιήλ, προσπάθησε να βρει κάποιο τρόπο για να τον γλιτώσει από τη θανατική ποινή που συνεπαγόταν η παρακοή του. Εκείνοι, φυσικά, αντέδρασαν αμέσως:
- Να ξέρεις, βασιλιά, ότι δεν είναι καθόλου σωστό να αλλάζεις τις διαταγές που δίνεις!
- Ο Θεός που πάντοτε υπηρετείς, ας σε σώσει τώρα από τα λιοντάρια! είπε τότε απελπισμένος ο Δαρείος στο Δανιήλ.
Κι έτσι ο Δανιήλ, με διαταγή του βασιλιά, ρίχτηκε στο λάκκο με τα λιοντάρια. Οι υπηρέτες τοποθέτησαν στο στόμιο του λάκκου έναν βράχο, τον οποίο στη συνέχεια ο βασιλιάς σφράγισε με το δαχτυλίδι του και με τα δαχτυλίδια των αυλικών του, για να μην μπορέσουν οι συκοφάντες του να του κάνουν περισσότερο κακό. Έδειξε δηλαδή μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα θηρία, παρά στους πονηρούς ανθρώπους…
Στη συνέχεια επέστρεψε στο παλάτι του και ξάπλωσε χωρίς να φάει τίποτε. Ήταν πολύ στενοχωρημένος γι΄αυτό που τον ανάγκασαν να κάνει στο Δανιήλ˙ δε γνώριζε όμως πως ο Θεός σφράγισε τα στόματα των λιονταριών και δεν τον άγγιξαν!
Την επόμενη ημέρα, μόλις σηκώθηκε από το κρεβάτι του, πήγε κατευθείαν στο λάκκο και άρχισε να φωνάζει:
- Δανιήλ, δούλε του Ζώντος Θεού, ο Θεός σου, τον Οποίο πάντοτε υπηρετείς, κατάφερε να σε γλιτώσει από τα άγρια θηρία;
Μέσα από το λάκκο ακούστηκε τότε η φωνή του Δανιήλ:
- Βασιλιά μου, χίλια χρόνια να ζήσεις! Ο Θεός μου έστειλε έναν άγγελό Του, που έκλεισε τα στόματα των λιονταριών, για να μην μπορούν να με πειράξουν. Διότι έζησα με δικαιοσύνη ενώπιόν Του, χωρίς να κάνω αμαρτίες, αλλά ούτε και σφάλματα απέναντι σε σένα ή σε κάποιον άλλον.
Ο βασιλιάς… δεν πίστευε στ΄αυτιά του. Η χαρά του ήταν απερίγραπτη! Διέταξε να βγάλουν αμέσως το Δανιήλ από το λάκκο με τα θηρία και τότε, έκπληκτοι όλοι, διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχε καμία πληγή στο σώμα του˙ η δυνατή του πίστη στο Θεό τον είχε προστατεύσει!
Αμέσως μετά ήρθε η σειρά εκείνων που τον είχαν συκοφαντήσει. Οι στρατιώτες, με εντολή του Δαρείου, τους συνέλαβαν και τους έριξαν όλους στο λάκκο των λεόντων, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους. Δεν πρόλαβαν όμως να φτάσουν στον πάτο, και τα πεινασμένα θηρία τους κατασπάραξαν, θρυμματίζοντας με τα δόντια τους όλα τους τα κόκκαλα.
Ο Δαρείος έγραψε τότε προς όλο τον πληθυσμό και τα γένη της επικρατείας του:
«Η ειρήνη να είναι πάντοτε ανάμεσά σας. Προστάζω όλους τους υπηκόους μου να φοβούνται και να τρέμουν το Θεό του Δανιήλ! Τον μόνο αληθινό και αιώνιο Θεό, που η βασιλεία Του είναι ατελεύτητη! Εκείνον που κάνει σημεία και θαύματα στον ουρανό και τη γη και πριν από λίγο έσωσε θαυματουργικά τον Δανιήλ από τα στόματα των λεόντων».
Μετά από το θαυμαστό αυτό γεγονός ο βασιλιάς ευλαβείτο και τιμούσε πολύ το Δανιήλ, πολύ περισσότερο από κάθε άνθρωπο, θεωρώντας τον μάλιστα ως τον καλύτερο φίλο του. Τιμούσε όμως και αγαπούσε πολύ και τους τρεις φίλους του Δανιήλ, τον Ανανία, τον Αζαρία και τον Μισαήλ.
Το Δαρείο διαδέχτηκε ο Κύρος ο Πέρσης, που είχε επίσης σε μεγάλη εκτίμηση το Δανιήλ. Τον είχε πάντοτε κοντά του, σύμβουλο και βοηθό του, παραχωρώντας του μάλιστα και το προνόμιο να δίνει ο ίδιος, απευθείας, διαταγές στο λαό. Ιεραρχικά δηλαδή ο Δανιήλ κατείχε την πρώτη θέση ανάμεσα σε όλους τους άλλους φίλους του βασιλιά.
Οι βαβυλώνιοι λάτρευαν τότε το θεό Βήλ, στον οποίο πρόσφεραν καθημερινά πολύ σιτάρι, σαράντα πρόβατα και έξι βαρέλια κρασί. Ο Κύρος τιμούσε το Βήλ και πήγαινε συχνά να προσκυνήσει το είδωλό του, ενώ ο Δανιήλ, όπως ξέρουμε, υπηρετούσε μόνο τον αληθινό Θεό.
- Γιατί δεν προσκυνάς το θεό Βηλ; ρώτησε κάποια ημέρα ο Κύρος τον Δανιήλ.
- Βασιλιά μου, εγώ δεν προσκυνώ τα είδωλα. Δεν προσκυνώ τα ψεύτικα αγάλματα, διότι είναι φτιαγμένα από ανθρώπινα χέρια. Προσκυνώ και δοξάζω μονάχα «τον Θεό τον ζώντα», Εκείνον που έκτισε τον ουρανό και τη γη και εξουσιάζει κάθε άνθρωπο!
- Ο Βήλ, δηλαδή, δεν είναι ζωντανός θεός; Μα καλά, δε βλέπεις τι τρώει και πίνει κάθε ημέρα;
Ο Δανιήλ έβαλε τα γέλια.
- Μην απατάσαι, βασιλιά μου, του είπε. Αυτό που προσκυνάς εσύ είναι χώμα με χάλκινη επένδυση. Ποτέ του δεν έφαγε και ποτέ του δεν ήπιε οτιδήποτε.
Οργισμένος ο Κύρος, κάλεσε την ίδια στιγμή τους ιερείς που υπηρετούσαν στο ναό του Βηλ και, ενώπιον του Δανιήλ, τους είπε:
- Πείτε μου αμέσως ποιος τρώει και πίνει τα τρόφιμα που προσφέρουμε στο Βήλ! Εάν δε μου το πείτε, θα πεθάνετε. Εάν όμως μου αποδείξετε ότι πράγματι τα τρώει ο Βήλ, τότε ο Δανιήλ θα τιμωρηθεί με θάνατο, διότι τόλμησε να τον βλασφημήσει.

- Να γίνει κατά το θέλημά σου, βασιλιά μου! είπε ατάραχος ο Δανιήλ.
Ο Κύρος και ο Δανιήλ μετέβησαν άμεσα στο ναό του Βήλ. Εβδομήντα ιερείς υπηρετούσαν εκεί, χωρίς να υπολογίζουμε τις γυναίκες και τα παιδιά τους που τους βοηθούσαν.
- Εμείς όλοι θα βγούμε έξω, είπαν στον Κύρο οι ιερείς. Εσύ, βασιλιά, βάλε μόνος σου τα τρόφιμα και το κρασί στο τραπέζι, κλείδωσε τις πόρτες και σφράγισέ τις με το δαχτυλίδι σου, για να είσαι σίγουρος ότι δε θα μπει κανείς άλλος. Αύριο θα ξανάρθουμε όλοι μαζί. Κι αν διαπιστώσεις ότι δεν είναι ο Βήλ που τα τρώει και τα πίνει όλα, θανάτωσέ μας.
Ο βασιλιάς όμως δεν ήξερε πως οι ιερείς είχαν κατασκευάσει μια μυστική είσοδο κάτω από το τραπέζι των τροφίμων από την οποία έμπαιναν κρυφά τα βράδια στο ναό και έτρωγαν τα πάντα… Όταν λοιπόν έφυγαν όλοι οι ιερείς από το ναό, οι υπηρέτες του βασιλιά τοποθέτησαν, ενώπιόν του, τα τρόφιμα και το κρασί στο «τραπέζι» του Βήλ.
Μόλις όμως τελείωσαν, ο Δανιήλ τους διέταξε να φέρουν στάχτη και να τη σκορπίσουν σε όλο το χώρο. Πράγματι εκείνοι γέμισαν το ναό με στάχτη και στη συνέχεια έκλεισαν τις πόρτες, τις σφράγισαν με το δαχτυλίδι του βασιλιά και αποχώρησαν.
Μόλις νύχτωσε, οι ιερείς μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, ανυποψίαστοι για τη στάχτη που υπήρχε παντού, μπήκαν στο ναό από την κρυφή είσοδο, όπως έκαναν πάντα, και τα έφαγαν όλα. Την επόμενη ημέρα ο Δανιήλ, ο βασιλιάς και η συνοδία του ξαναπήγαν στο σημείο των θυσιών.
- Δανιήλ, εξέτασε προσεκτικά τις σφραγίδες που βάλαμε στις πόρτες! Είναι απείραχτες;
- Ναι, βασιλιά μου, του απάντησε εκείνος. Οι πόρτες είναι σφραγισμένες.
Ανοίγουν λοιπόν τις πόρτες, μπαίνει ο βασιλιάς, βλέπει τα άδεια τραπέζια και αναφωνεί:
- Θεέ Βήλ, πόσο μεγάλος είσαι! Καμία πονηρία δεν υπάρχει σε σένα!
Ο Δανιήλ όμως βάζει τα γέλια και του λέει:
- Βασιλιά, μη βιάζεσαι! Ρίξε μια ματιά και στο πάτωμα…
- Έχει παντού πατημασιές! Από άντρες και γυναικόπαιδα…! λέει έκπληκτος ο βασιλιάς και, οργισμένος από την πονηριά των ιερέων, διατάζει να τους συλλάβουν όλους μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους.
Μόλις τους έφεραν ενώπιόν του, έντρομοι εκείνοι, αναγκάστηκαν να του αποκαλύψουν την ύπαρξη της μυστικής εισόδου από την οποία έμπαιναν τα βράδια και έτρωγαν τα τρόφιμα των θυσιών. Και τότε ο Κύρος διέταξε να τους θανατώσουν όλους και επιπλέον να γκρεμίσουν το είδωλο του Βήλ.

Υπήρχε όμως εκεί κοντά κι ένας δράκοντας, τον οποίο οι Βαβυλώνιοι προσκυνούσαν ως θεό.
- Δανιήλ, για το δράκο τι έχεις να πεις; τον ρώτησε ο Κύρος. Εκείνος πράγματι τρώει και πίνει. Δεν φαντάζομαι να πεις και γι΄αυτόν πως είναι χάλκινος… Ορίστε. Ολοζώντανος είναι. Προσκύνησέ τον!
- Καλά βασιλιά. Θα σου πω και για το δράκο. Μόνο σε παρακαλώ, μη βιάζεσαι.
Πάει λοιπόν τότε ο Δανιήλ παίρνει πίσσα, ξύγκι και μαλλιά, τα βράζει όλα μαζί και τα ρίχνει στο στόμα του δράκου. Τα τρώει εκείνος, σκάει και πεθαίνει…
- Βλέπεις τώρα ποιόν προσκυνούσατε τόσον καιρό; φώναξε ο Δανιήλ.
Οι Βαβυλώνιοι όμως, ύστερα από όλα αυτά, ξεσηκώθηκαν εναντίον του Κύρου:
«Ο βασιλιάς ασπάστηκε την πίστη του Δανιήλ, ο οποίος έγινε αιτία να γκρεμίσουν το άγαλμα του θεού Βήλ, σκότωσε το δράκοντα και θανάτωσε τους ιερείς μας και τις οικογένειές τους!», έλεγαν αγανακτισμένοι, ενώ οι πιο τολμηροί απ΄αυτούς πήγαν στον Κύρο με απειλητικές διαθέσεις:
- Βασιλιά, δώσε μας αμέσως το Δανιήλ, γιατί αλλιώς θα σκοτώσουμε κι εσένα και όλη σου την οικογένεια!
Βλέποντας ο Κύρος το λαό να ξεσηκώνεται εναντίον του, αναγκάστηκε να τους παραδώσει το Δανιήλ. Κι εκείνοι τον πήραν και τον πέταξαν αμέσως στο λάκκο των λεόντων, όπου παρέμεινε για έξι ημέρες. Επτά λιοντάρια ζούσαν εκεί μέσα, που έτρωγαν καθημερινά δύο κατάδικους και δύο πρόβατα. Τα είχαν μάλιστα αφήσει επίτηδες νηστικά, για να πεινάσουν πολύ και να τον κατασπαράξουν στο λεπτό. Όμως ο Θεός σφράγισε και πάλι το στόμα τους, όπως είχε κάνει και την προηγούμενη φορά. Πάλι στον λάκκο λοιπόν ο Δανιήλ, και τα λιοντάρια να κάθονται δίπλα του σαν… αρνάκια.
Ο προφήτης Αββακούμ βρισκόταν τότε στην Ιουδαία. Την ημέρα εκείνη είχε ετοιμάσει φαγητό για τους θεριστές και πήγαινε στην πεδιάδα να τους το δώσει. Ένας άγγελος του Κυρίου παρουσιάστηκε μπροστά του και του είπε:
- Να πας φαγητό στο Δανιήλ, που βρίσκεται στη Βαβυλώνα, μέσα στο λάκκο με τα λιοντάρια.
- Κύριε, του απάντησε ο Αββακούμ, δεν έχω πάει ποτέ στη Βαβυλώνα, ούτε που ξέρω που βρίσκεται ο λάκκος με τα λιοντάρια.
Τότε ο άγγελος του Κυρίου τον έπιασε από τα μαλλιά και τον μετέφερε από την κορυφή του βουνού στο λάκκο των λεόντων.
Ο Αββακούμ είδε το Δανιήλ και του φώναξε:
- Δανιήλ, Δανιήλ, πάρε το φαγητό που σου στέλνει ο Θεός!
- Ω Κύριέ μου, θυμήθηκες και μένα, Εσύ που ποτέ δεν εγκαταλείπεις αυτούς που Σε αγαπούν! αναφώνησε συγκινημένος ο Δανιήλ.
Και αμέσως σηκώθηκε και πήρε το φαγητό, ενώ ο άγγελος του Θεού επανέφερε τον Αββακούμ στον τόπο του.
Όταν ο βασιλιάς πήγε την έβδομη ημέρα στο λάκκο, για να θρηνήσει το Δανιήλ, κοίταξε από πάνω και τον είδε να κάθεται αμέριμνος…
- Ο Θεός του Δανιήλ είναι μεγάλος! Δεν υπάρχει άλλος Θεός σαν Αυτόν! Είπε μεγαλόφωνα και διέταξε αμέσως να βγάλουν το Δανιήλ από το λάκκο και να ρίξουν μέσα εκείνους που ήταν υπεύθυνοι για την άδικη ταλαιπωρία του.

Το Δανιήλ λοιπόν τον πέταξαν δύο φορές στα λιοντάρια κι εκείνα δεν τον πείραξαν. Τους τρεις νέους τους έβαλαν μέσα στο καμίνι και η φωτιά δεν άγγιξε ούτε τα μαλλιά τους, παρόλο που το ύψος της φλόγας είχε φτάσει τους σαράντα εννέα πήχεις. Γιατί;
Διότι η πίστη που είχαν, μαζί με τη νηστεία και την προσευχή που έκαναν, τους γλίτωσε από τη φωτιά, ενώ ο Δανιήλ με τη νηστεία και την προσευχή του προσέλκυσε τη Χάρη του Θεού, η οποία τον προστάτευσε μετατρέποντας τα πεινασμένα θηρία σε… άκακα προβατάκια.




Απόσπασμα από τό βιβλίο
Ιστορίες Γέροντος Κλεόπα - Βιβλίο Α
Εκδόσεις Σταμούλη - Αθως - παιδικά
σελ 61-75


Ευχαριστούμε τον πατέρα Δαμασκηνό Γρηγοριάτη και τον γέροντα της Μονής Οσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη για την ευλογία και την άδεια δημοσίευσης.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Γιατί οι άνθρωποι ουρλιάζουν όταν εξοργίζονται;

Μια μέρα, ένας σοφός Ινδιάνος έκανε την παρακάτω ερώτηση στους μαθητές του:

-”Γιατί οι άνθρωποι ουρλιάζουν όταν εξοργίζονται;”

-”Γιατί χάνουν την ηρεμία τους” απάντησε ο ένας.

-”Μα γιατί πρέπει να ξεφωνίζουν παρότι ο άλλος βρίσκεται δίπλα τους;” ξαναρωτά ο σοφός.

-”Ξεφωνίζουμε, όταν θέλουμε να μας ακούσει ο άλλος” είπε ένας άλλος μαθητής.

Και ο δάσκαλος επανήλθε στην ερώτηση: “Μα τότε δεν είναι δυνατόν να του μιλήσει με χαμηλή φωνή;

Διάφορες απαντήσεις δόθηκαν αλλά.. καμμιά δεν ικανοποίησε τον δάσκαλο..

“Ξέρετε γιατί ουρλιάζουμε κυριολεκτικά όταν είμαστε θυμωμένοι;

Γιατί όταν θυμώνουν δυό άνθρωποι, οι καρδιές τους απομακρύνονται πολύ..

και για να μπορέσει ο ένας να ακούσει τον άλλο θα πρέπει να φωνάξει δυνατά, για να καλύψει την απόσταση..

Όσο πιο οργισμένοι είναι, τόσο πιό δυνατά θα πρέπει να φωνάξουν για ν’ακουστούν.

Ενώ αντίθετα τι συμβαίνει όταν είναι ερωτευμένοι;

Δεν έχουν ανάγκη να ξεφωνήσουν, κάθε άλλο, μιλούν σιγανά και τρυφερά..

Γιατί; Επειδή οι καρδιές τους είναι πολύ πολύ κοντά. Η απόσταση μεταξύ τους είναι ελάχιστη. Μερικές φορές είναι τόσο κοντά που δεν χρειάζεται ούτε καν να μιλήσουν… παρά μονάχα ψιθυρίζουν.

Και όταν η αγάπη τους είναι πολύ δυνατή δεν είναι αναγκαίο ούτε καν να μιλήσουν, τους αρκεί να κοιταχθούν.

Έτσι συμβαίνει όταν δυό άνθρωποι που αγαπιούνται πλησιάζουν ο ένας προς τον άλλον.

Στο τέλος ο Σοφός είπε συμπερασματικά:

“Οταν συζητάτε μην αφήνετε τις καρδιές σας να απομακρυνθούν, μην λέτε λόγια που σαν απομακραίνουν, γιατί θα φτάσει μια μέρα που η απόσταση θα γίνει τόσο μεγάλη που δεν θα βρίσκουν πιά τα λόγια σας το δρόμο του γυρισμού”

Mahatma Gandhi
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Δείπνο με την μητέρα μου... - Μία όμορφη διδακτική ιστορία


Η γυναίκα μου μού πρότεινε να βγω με άλλη γυναίκα.
'Γνωρίζεις πολύ καλά πως την αγαπάς' μου είπε μια μέρα ξαφνιάζοντάς με.
'Η ζωή είναι πολύ σύντομη, αφιέρωσέ της χρόνο.'
'Μα εγώ ΕΣΕΝΑ αγαπώ!!!' της είπα έντονα.
'Το ξέρω. Εξίσου όμως αγαπάς κι εκείνη.'
Η άλλη γυναίκα, την οποία η γυναίκα μου ήθελε να επισκεφθώ, ήταν η μητέρα μου, χήρα εδώ και χρόνια. Όμως οι απαιτήσεις της δουλειάς και των παιδιών με ανάγκαζαν να την επισκέπτομαι αραιά και που.'
Εκείνο το βράδυ της τηλεφώνησα και την προσκάλεσα έξω σε δείπνο και μετά για κινηματογράφο.
'Τι συμβαίνει; Είσαι καλά;' με ρώτησε.
Η μητέρα μου είναι από τους.... ανθρώπους που εκλαμβάνει ένα νυχτερινό τηλεφώνημα ή μια αναπάντεχη πρόσκληση ως αρχή κακών μαντάτων.
'Νόμιζα πως θα ήταν καλή ιδέα να περνούσαμε λίγο χρόνο μαζί' της απάντησα. 'Οι δυο μας μόνοι... Τί λες;'
Σκέφθηκε λιγάκι και απάντησε: 'Θα το ήθελα πολύ.'
Εκείνη την Παρασκευή, καθώς οδηγούσα μετά το γραφείο για να πάω να την πάρω, αισθανόμουν περίεργα. Ήταν ο εκνευρισμός που προηγείται ενός ραντεβού... Και πώς τα φέρνει η ζωή, όταν έφθασα στο σπίτι της, παρατήρησα πως και η ίδια ήταν φοβερά συγκινημένη!
Με περίμενε στην πόρτα φορώντας το παλιό καλό παλτό της, είχε περιποιηθεί τα μαλλιά της και ήταν ντυμένη με το φόρεμα με το οποίο είχε εορτάσει την τελευταία επέτειο του γάμου της. Το πρόσωπό της χαμογελούσε, ακτινοβολούσε φως, όπως το πρόσωπο ενός αγγέλου.
'Είπα στις φίλες μου ότι θα βγω με το γιο μου..
και όλες τους συγκινήθηκαν' μου είπε καθώς έμπαινε στο αυτοκίνητό μου. 'Δεν μπορούν να περιμένουν μέχρι αύριο για να μάθουν τα πάντα για τη βραδυνή έξοδό μας.'
Πήγαμε σε ένα εστιατόριο όχι από τα καλά, αλλά με ζεστή ατμόσφαιρα. Η μητέρα μου με έπιασε από το μπράτσο σαν να ήταν ΄Η Πρώτη Κυρία της χώρας.΄
Μόλις καθήσαμε, έπρεπε εγώ να της διαβάσω τον κατάλογο με τα φαγητά. Το μόνο που ΄έπιαναν΄ τα μάτια της ήταν κάτι μεγάλες φιγούρες.
Μόλις έφθασα στη μέση του καταλόγου, σήκωσα το πρόσωπό μου. Η μαμά μου καθόταν στην άλλη άκρη του τραπεζιού και με χάζευε. Ένα νοσταλγικό χαμόγελο πέρασε από τα χείλη της.
'Εγώ ήμουν αυτή που σου διάβαζε τον κατάλογο, όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι;'
'Ήρθε η ώρα, λοιπόν, να ξεκουραστείς και να μου επιτρέψεις να σου ανταποδώσω τη χάρη' απάντησα.
Κατά τη διάρκεια του γεύματος είχαμε μια ευχάριστη συζήτηση, τίποτα το εξαιρετικό, απλά το πώς περνάει ο καθένας μας κάθε μέρα.
Μιλούσαμε για ώρες, που τελικά χάσαμε την ταινία στον κινηματογράφο.
'Θα βγω μαζί σου την επόμενη φορά, αν μου επιτρέψεις να κάνω εγώ την πρόταση' μου είπε η μητέρα μου καθώς την επέστρεφα στο σπίτι. Την φίλησα, την αγκάλιασα.
'Πώς πήγε το ραντεβού;' θέλησε να μάθει η γυναίκα μου μόλις μπήκα στο σπίτι εκείνο το βράδυ.
'Πολύ όμορφα, σ΄ευχαριστώ. Περισσότερο κι απ΄ό,τι περίμενα.' της απάντησα.
Μερικές μέρες αργότερα η μητέρα μου ΄έφυγε΄ από ανακοπή της καρδιάς. Όλα συνέβησαν τόσο γρήγορα, δεν μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Λίγο καιρό μετά, έλαβα έναν φακέλο από το εστιατόριο όπου είχαμε δειπνήσει η μητέρα μου κι εγώ. Μέσα είχε ένα σημείωμα που έγραφε:
'Το δείπνο είναι προπληρωμένο. Ήμουν σχεδόν βέβαιη πως δεν θα μπορούσα να παρευρεθώ, κι έτσι πλήρωσα για δύο άτομα, για σένα και τη σύζυγό σου. Δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να αισθανθείς τί σήμαινε εκείνη η βραδιά για μένα. Σε αγαπώ!'
Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα τη σπουδαιότητα του να είχα πει εγκαίρως 'ΣΕ ΑΓΑΠΩ'.
Συνειδητοποίησα ακόμη τη σπουδαιότητα του να δίνουμε στους αγαπημένους μας το χρόνο που τους αξίζει. Τίποτα στη ζωή δεν είναι και δεν θα είναι πιο σημαντικό από την οικογένεια σου. Αφιέρωσε χρόνο σ΄αυτούς που αγαπάς, γιατί αυτοί δεν μπορούν να περιμένουν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Δύο 'Αγγελοι που ταξίδευαν, σταμάτησαν να περάσουν τη νύκτα στο σπίτι μίας ευκατάστατης οικογένειας.

Οι άνθρωποι όμως ήταν αγενείς και αρνήθηκαν να αφήσουν τους Αγγέλους να μείνουν στο δωμάτιο φιλοξενουμένων. Αντίθετα μάλιστα τους είπαν να κοιμηθούν στο κρύο υπόγειο του σπιτιού.

Καθώς έπεφταν να κοιμηθούν πάνω στο σκληρό δάπεδο, ο μεγαλύτερος 'Αγγελος είδε μια τρύπα στον τοίχο και την επισκεύασε. Όταν ο νεώτερος 'Αγγελος τον ρώτησε γιατί το έκανε, ο μεγαλύτερος 'Αγγελος απάντησε... «Τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως δείχνουν.»

Το επόμενο βράδυ οι 'Αγγελοι διανυκτέρευσαν στο σπίτι ενός πολύ φτωχού, αλλά πολύ φιλόξενου αγρότη και τη σύζυγό του. Αφού μοιράστηκαν μαζί τους το λιγοστό φαγητό που είχαν, το ζευγάρι άφησε τους Αγγέλους να κοιμηθούν στο κρεβάτι τους, ώστε να κάνουν ένα άνετο και ξεκούραστο ύπνο.

Το επόμενο πρωί που ξύπνησαν, οι 'Αγγελοι βρήκαν τον αγρότη και τη σύζυγό του να κλαίνε. Η μοναδική αγελάδα που είχαν, της οποίας το γάλα ήταν το μόνο έσοδο, ήταν νεκρή. Ο νεώτερος 'Αγγελος οργισμένος ρώτησε τον μεγαλύτερο, «Πώς επέτρεψες να συμβεί κάτι τέτοιο1 Ο πρώτος άνθρωπος είχε τα πάντα και όμως εσύ τον βοήθησες.

Η δεύτερη οικογένεια είχε ελάχιστα, αλλά ήταν πρόθυμη να μοιραστεί τα πάντα μαζί μας και όμως επέτρεψες να πεθάνει η αγελάδα τους.». «Τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως δείχνουν,» του απάντησε ο μεγαλύτερος 'Αγγελος. «Όταν ήμασταν σε εκέινο το κρύο υπόγειο, είδα ότι μέσα στην τρύπα υπήρχε κρυμμένο χρυσάφι.

Επειδή ο ιδιοκτήτης ήταν τόσο αχόρταγος και εντελώς απρόθυμος να μοιραστεί την περιουσία του, σφράγισα τον τοίχο ώστε να μη μπορέσει να βρει τον κρυμμένο θησαυρό.». «Χθες που κοιμηθήκαμε στο κρεβάτι αυτών των καλόκαρδων ανθρώπων, ήρθε ο 'Αγγελος του Θανάτου να πάρει τη σύζυγο και εγώ στη θέση της έδωσα την αγελάδα. Τα πράγματα λοιπόν δεν είναι όπως δείχνουν.». Μερικές φορές έτσι ακριβώς συμβαίνει και στη δική μας ζωή, όταν τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως θα έπρεπε ή όπως θα θέλαμε.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΕΓΙΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΟΜΠΡΕΛΑ !


Όσο αστείο κι΄ άν φαίνεται, μέσα στό σχέδιο τού Θεού έπαιξε ρόλο καί η έλλειψη μιάς απλής ομπρέλας...

Ένας από τους ιερείς της ενορίας του Έξετερ, ο μεγαλύτερος σε ηλικία, μας αφηγήθηκε τη δική του μοναδική ιστορία με την οποία γνώρισε την Oρθοδοξία:
"Ήμουν στο Παρίσι", μάς είπε, "έβρεχε κι έπρεπε κάπου να πάω για να μείνω στεγνός. Είδα κοντά μου μια πόρτα και μπήκα. Δεν μπορώ να πω ότι είδα το εξωτερικό της εκκλησίας διότι έβρεχε• απλά είδα την πόρτα και μπήκα.
Αν δεν έβρεχε, δεν θα έμπαινα!
Ανοίγοντας απότομα την εξωτερική πόρτα, παραπάτησα κι έπεσα σε μια άλλη πόρτα, κι έτσι μπήκα στην εκκλησία. Χωρίς να θέλω να ενοχλήσω κανένα, κάθισα πίσω στη γωνία και παρακολουθούσα. Μόλις απέκτησα περισσότερη αυτοπεποίθηση προχώρησα γιατί ήθελα να μάθω τι συμβαίνει, πού βρίσκομαι. Είδα τις εικόνες, τους σταυρούς και σκέφθηκα ότι πρέπει να ήταν εκκλησία.
Αναρωτιόμουν αν ήταν Εβραϊκή Συναγωγή, γιατί δεν είχα δει ποτέ να φορούν τα άμφια με τέτοιο τρόπο. Τα άμφια, το λιβάνι, ολόκληρη η οπτική εντύπωση της ακολουθίας μού άρεσαν και δεν ήθελα να φύγω. Άκουσα τη χορωδία σε τελείως διαφορετική γλώσσα, ούτε καν στα Γαλλικά. Ήταν Σλαβικά. Καθόμουν κι έβλεπα τότε τις εικόνες. Κι αν μου έλεγαν τότε, ότι σε 8 χρόνια θα έκανα κι εγώ το ίδιο, ως Διάκος, δεν θα τους πίστευα καθόλου.

Όσο ήμουν στο ναό και έβλεπα τον τρόπο που τελούνταν η ακολουθία, την τάξη που υπήρχε από ιερείς και πιστούς, αισθανόμουν πως εκεί ήταν ο ουρανός, και σκέφθηκα:
«Αν υπάρχει Θεός -διότι αναρωτιόμουν ως εκείνη τη στιγμή αν υπήρχε- αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να λατρεύεται».
Από τότε στην ενορία μας λένε πως «ο Νικάνωρ μπήκε στο ναό για να προστατευθεί από τη βροχή του ουρανού, και βρέθηκε στον Oυρανό!» Πάντα λέω σε όποιον έρχεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία για πρώτη φορά «Μπες στο ναό, προχώρησε στο μέσον της εκκλησίας και θα δεις μπροστά σου τις πύλες του Παραδείσου!» που δεν είναι τίποτε άλλο από το τέμπλο.

Πριν γίνω Ορθόδοξος, ήμουν πιστός με την Αγγλική έννοια του όρου: ο Θεός ήταν πάντα εκεί! Ήξερα να προσεύχομαι όταν το ήθελα. Επειδή ήμουν και από στρατιωτική οικογένεια, είχα τη νοοτροπία ότι «αν η Αγγλικανική Εκκλησία είναι αρκετά καλή για το βασιλικό Ναυτικό, είναι αρκετά καλή και για μένα!» (Ιf God is good enough for the Royal Navy, then it is good enough for me!). Αυτό ήταν το εύρος της θεολογίας μου!

Γύρισα πίσω στην Αγγλία κι άκουσα ότι στο Λονδίνο υπήρχε ένας επίσκοπος, ο Άντονυ Μπλουμ, αλλά δεν κυνήγησα τα πράγματα. Μια μέρα παρακολουθούσα στην τηλεόραση μια ταινία για τη Γαλλική Eπανάσταση. Τότε το πρόγραμμα της τηλεόρασης τελείωνε τα μεσάνυχτα και υπήρχε η συνήθεια στο BBC να προσκαλούν κάποιον για να κάνει τον επίλογο της ημέρας.
Ως επίλογος εκείνης της βραδιάς ήταν κάποιες προσευχές που παρουσίασε ο επίσκοπος Μπλουμ, της Ρώσικης Oρθόδοξης Εκκλησίας. Ήμουν έτοιμος να κλείσω την τηλεόραση, αλλά σκόνταψα στο χαλί που ήταν μπροστά της και έτσι δεν κατάφερα να την κλείσω. Ακούγοντας τις προσευχές παραξενεύτηκα και κάθισα ξανά να δω τη συνέχεια. Τότε ήρθαν στη μνήμη μου οι εικόνες από την εκκλησία στο Παρίσι!

Δεν είχα τη διεύθυνσή του, ωστόσο του έγραψα ένα γράμμα λέγοντάς του «σας άκουσα πριν από μια εβδομάδα στην τηλεόραση και ενδιαφέρομαι να γίνω Oρθόδοξος. Θα μπορούσα κάποια στιγμή να σας συναντήσω». Έγραψα στο φάκελο «Επίσκοπος Άντονυ Μπλουμ, Ρώσικη Εκκλησία, Λονδίνο», δεν ήξερα τίποτε άλλο. Άλλωστε, δεν θα υπήρχαν πολλές τέτοιες εκκλησίες στο Λονδίνο!
Τελικά μου απάντησε και τον συνάντησα για ένα ολόκληρο απόγευμα. Αργότερα μου πρότεινε να επικοινωνήσω με κάποιον ιερέα. Είχα επικοινωνία μαζί του μέσω αλληλογραφίας για θέματα Oρθοδοξίας, είχαμε δηλαδή κάτι σαν μαθήματα Oρθοδοξίας δι' αλληλογραφίας! Συνεχίσαμε αυτή την επικοινωνία για αρκετό καιρό και ένα Πάσχα έγινα Oρθόδοξος, και μετά από λίγα χρόνια Διάκονος».

Από την επικοινωνία με τους Bρετανούς Ορθοδόξους, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η αιτία, για την οποία αυτοί οι άνθρωποι γνώρισαν την πραγματική πίστη, ήταν το παράδειγμα κάποιων πιστών και η σωστή διδασκαλία όσων ανέλαβαν να τους κατηχήσουν. Η Oρθοδοξία σε χώρες της Δύσης, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, δεν είναι κάτι αυτονόητο.
Η ύπαρξή της οφείλεται κυρίως σε ανθρώπους που προσπάθησαν και προσπαθούν να βιώσουν την τελευταία εντολή του Κυρίου: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά έθνη» (Ματθ. 28, 19 ) και να διδάξουν πως ο Χριστός δεν είναι ένα μέσον αποικιοκρατίας, αλλά η πηγή της Ζωής και ο Λυτρωτής του κόσμου.

Η ευθύνη όλων για το πώς θα πρέπει να βιώνουμε την πίστη μας είναι πολύ μεγάλης σημασίας. Είτε το καταλαβαίνουμε είτε όχι, καθημερινά δίνουμε μαρτυρία σε προσωπικό και ενοριακό επίπεδο ως μέλη πάντα του σώματος της Εκκλησίας. Γι' αυτό και όλοι μας έχουμε ευθύνη αν η λανθασμένη στάση και πρακτική μας γίνεται αιτία άνθρωποι να απομακρύνονται από την εκκλησία, και συνεπώς να μην δοξάζεται αλλά να βλασφημείται το όνομα του Κυρίου (Ρωμ. 2, 24).
Η Oρθοδοξία δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των Ελλήνων ή των Ρώσων και Σέρβων. Το «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά έθνη» σημαίνει πως κάθε ένας χριστιανός οφείλει να γίνει κήρυκας του Ευαγγελίου και όχι να κρατήσει την αλήθεια για τον εαυτό του. Είναι παραπάνω από σίγουρο πως πρέπει άμεσα να αλλάξουμε στάση ζωής και με τη βοήθεια του Παναγίου Πνεύματος να προσεγγίσουμε την σωστή πίστη στον Χριστό.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Ένας άντρας, το άλογο και ο σκύλος του

Ενας άνδρας, το άλογο και ο σκύλος του περπατούσαν σε ένα δάσος.
Καθώς περνούσαν κάτω από ένα δένδρο έπεσε ένας κεραυνός και τους έκανε στάχτη!
Ομως ο άνδρας δεν κατάλαβε ότι είχε εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο και συνέχισε την πορεία του με τα δύο του ζώα. Κάποιες φορές περνάει κάποιος χρόνος μέχρι να συνειδητοποιήσουν οι νεκροί την καινούργια κατάσταση. Ο δρόμος ήταν πολύ μακρύς και ανέβαιναν σε ένα λόφο.
Ο ήλιος ήταν πολύ δυνατός και αυτοί ίδρωναν και διψούσαν.
Σε μια στροφή του δρόμου είδαν μια πανέμορφη μαρμάρινη πύλη, που οδηγούσε σε μια πλατεία στρωμένη με πλάκες από χρυσάφι.
Ο διαβάτης κατευθύνθηκε προς τον άνθρωπο που φύλαγε την είσοδο.
- «Καλημέρα».
- «Καλημέρα», απάντησε ο φύλακας.
- «Πώς λέγεται αυτό το τόσο όμορφο μέρος;».
- «Αυτός είναι ο παράδεισος».
- «Τι καλά που φτάσαμε στον παράδεισο, γιατί διψάμε».
- «Μπορείτε, κύριε, να μπείτε και να πιείτε όσο νερό θέλετε», είπε ο φύλακας και του έδειξε την πηγή.
- «Το άλογο και ο σκύλος μου διψούν επίσης».
- «Λυπάμαι πολύ», είπε ο φύλακας, «αλλά εδώ απαγορεύεται η είσοδος στα ζώα».
Ο άνδρας αρνήθηκε με μεγάλη δυσκολία, μια και διψούσε πολύ, αλλά δεν ήθελε να πιει μόνο αυτός. Ευχαρίστησε τον φύλακα και συνέχισε την πορεία του.
Αφού περπάτησαν για αρκετή ώρα στην ανηφοριά, εξαντλημένοι πλέον και οι τρεις έφτασαν σε ένα άλλο μέρος, η είσοδος του οποίου ξεχώριζε από μια παλιά πόρτα περικυκλωμένη από δέντρα. Στη σκιά ενός δέντρου καθόταν ένας άνδρας και είχε το κεφάλι του καλυμμένο με ένα καπέλο. Μάλλον κοιμόταν.
- «Καλημέρα», είπε ο διαβάτης. Ο άνδρας έγνεψε ως απάντηση με το κεφάλι του.
- «Διψάμε πολύ το άλογό μου, ο σκύλος μου κι εγώ».
- «Υπάρχει πηγή ανάμεσα σε εκείνα τα βράχια», είπε ο άνδρας δείχνοντας το μέρος. Μπορείτε να πιείτε όσο νερό θέλετε.
Ο άνδρας, το άλογο και ο σκύλος του πήγαν στην πηγή και έσβησαν τη δίψα τους. Ο διαβάτης γύρισε πίσω να ευχαριστήσει τον άνδρα.
- «Μπορείτε να ξανάρθετε όποτε θέλετε», του απάντησε εκείνος.
- «Επί τη ευκαιρία, πώς ονομάζεται αυτό το μέρος;», ρώτησε ο άνδρας.
- «Παράδεισος».
- «Παράδεισος; Μα ο φύλακας της μαρμάρινης εισόδου μού είπε ότι εκείνο το μέρος ήταν ο παράδεισος».
- «Εκείνο δεν ήταν ο παράδεισος, αλλά η κόλαση», απάντησε ο φύλακας. Ο διαβάτης έμεινε σαστισμένος.
- «Θα έπρεπε να τους απαγορεύσετε να χρησιμοποιούν το όνομά σας. Αυτή η λάθος πληροφορία μπορεί να προξενήσει μεγάλο μπέρδεμα», είπε ο διαβάτης.
- «Σε καμία περίπτωση», αντέτεινε ο άνδρας, «στην πραγματικότητα μας κάνουν μεγάλη χάρη, διότι εκεί παραμένουν όλοι όσοι είναι ικανοί να εγκαταλείψουν τους καλύτερους φίλους τους..
Ποτέ να μην εγκαταλείπεις τους πραγματικούς σου Φίλους ακόμη κι αν αυτό σου προκαλεί δυσκολίες.
Εάν αυτοί σου προσφέρουν την αγάπη τους και τη συντροφιά τους έχεις ένα χρέος:
Να μην τους εγκαταλείψεις ποτέ.
Διότι: Το να κάνεις ένα Φίλο είναι Ευλογία, το να έχεις ένα Φίλο είναι Δώρο, το να κρατήσεις ένα Φίλο είναι Αρετή, το να είναι κάποιος Φίλος σου… Είναι Τιμή…
Πείτε Το Λοιπόν Κάτι Για Αυτούς:….
Το Αξίζουν !!!
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΑΕΤΟΣ Η ΚΟΤΑ;

Ο ιδιοκτήτης ενός αγροκτήματος, βρίσκει μία μέρα στην γωνία του κτήματός του ένα αετόπουλο που μάλλον είχε πέσει από τη φωλιά του και ήταν τόσο μικρό που δεν μπορούσε να πετάξει.Το πήρε λοιπόν και το έβαλε μαζί με τα άλλα πουλερικά. Σιγά σιγά το αετόπουλο μεγάλωσε και έγινε ένα μεγάλο πουλί. Ποτέ όμως δεν αποπειράθηκε να πετάξει. Περνούσε ήσυχα με τις κότες.
Ύστερα από κάμποσο καιρό, ήρθε για λίγες μέρες διακοπές ένας φίλος του ιδιοκτήτη στο αγρόκτημα. Ήταν γνώστης και φίλος των ζώων. Όταν είδε τον αετό ανάμεσα στις κότες εξέφρασε μεγάλη έκπληξη. Αυτό είπε είναι αντίθετο προς τη φύση. Δεν είναι δυνατόν ποτέ ένας αετός να
είναι ευχαριστημένος να ζει μέσα σε κοτέτσι. Ο ιδιοκτήτης απάντησε πως ο αετός από τις πρώτες του μέρες έζησε με τις κότες και ήταν πιο ευτυχής στο κοτέτσι παρά ψηλά στον ουρανό.
Ο φίλος του όμως δεν ήθελε να το πιστέψει αυτό και έτσι έκανε ένα πείραμα. Πήρε τον αετό τον πήγε έξω από το κτήμα, τον σήκωσε ψηλά για να πετάξει, και εκείνος έπεσε βαρύς και όσο μπορούσε πιο γρήγορα έτρεξε πίσω στο κοτέτσι. Γέλασε και του είπε: Είναι αετός μα έχει καρδιά κότας.
Ο φίλος του όμως δεν απογοητεύτηκε και τον ξαναπήρε στα χέρια του. Το επανάλαβε το πείραμα σε μία ψηλή κορυφή. Εκεί ο καθαρός αέρας, οι απέραντες εκτάσεις ξαφνικά μίλησαν στην καρδιά του. Τίναξε ο αετός τις φτερούγες του και απομακρύνθηκε στα ύψη, για να μην ξαναγυρίσει ποτέ πια στις κότες.
Αυτή είναι μία αληθινή ιστορία και έχει να μας δώσει ένα μάθημα: Ο Θεός μας δημιούργησε για να είμαστε αετοί και να πετάμε ψηλά. Μερικοί από εμάς τώρα βγάζουμε τις φτερούγες μας .Άραγε έχουμε καρδιά αετού ή κότας;
Αν έχουμε καρδιά κότας, όσο και αν είναι δυνατές οι φτερούγες μας, ποτέ δεν θα πετάξουμε. Θα σέρνουμε τη ζωή μας μέσα στο κοτέτσι της αμαρτίας και στα μικρά πράγματα. Ας ζητήσουμε λοιπόν από τον Χριστό να μας δώσει μία καινούργια καρδιά, τη ζωή που Αυτός μονάχα μπορεί να δώσει
και τότε οι φτερούγες μας θα μας ανεβάζουν στα ύψη μίας όμορφης, ελεύθερης και χρήσιμης ζωής.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Ερώτηση-καταπέλτης!

Ο μπαμπάς εξηγούσε στη μικρή του κόρη πώς είναι, πώς πρέπει να είναι ο Χριστιανός. Όταν το μάθημα τελείωσε, ένα μεγάλο πλήγμα περίμενε τον πατέρα: «Μπαμπά», ρώτησε το κοριτσάκι, «εγώ έχω δει ποτέ Χριστιανό;» Τι ωφελεί να μιλάμε για το Χριστό, όταν η ζωή μας δεν έχει καμιά σχέση μαζί Του; Τι νόημα έχει να λεγόμαστε Χριστιανοί, αν η συμπεριφορά μας μυρίζει σάρκα και εγωισμό; Πώς μπορούμε να εφησυχάζουμε τη συνείδηση μας πως είμαστε του Χριστού, όταν δεν υπάρχει στο χαρακτήρα μας γλυκύτητα, πραότητα, υποχωρητικότητα; Πώς ισχυριζόμαστε ότι είμαστε παιδιά του σοφού Θεού, όταν ανοίγουμε ασύνετα το στόμα μας και ξεχνάμε να το κλείσουμε, σκορπώντας γύρω θύματα με τα λόγια μας-χειροβομβίδες; Χριστιανούς δεν μας κάνει ούτε το θρήσκευμα στην ταυτότητα ούτε η εκκλησία στην οποία πηγαίνουμε, ίσως ανελλιπώς. Είναι τραγικό να ακούσει κανείς από το στόμα του Κυρίου εκείνη την ημέρα, μπροστά στο 6ήμα Του, «το όνομα έχεις ότι ζεις, και είσαι νεκρός». Νεκρή πίστη, νεκρή θρησκεία, νεκρή καρδιά. Αν ο Χριστός δεν φαίνεται στο παρουσιαστικό μας, στη συμπεριφορά μας, στις εκδηλώσεις μας, τότε δεν υπάρχει ούτε στην καρδιά μας. Κι όμως, ο Λόγος του Θεού δεν μας προσφέρει ανέφικτες, εξωπραγματικές εικόνες. Το παιδί του Θεού είναι μια πραγματικότητα, ζωντανή και θαυμαστή, και σήμερα, στη σύγχρονη εποχή μας, στην καινούρια χιλιετία. Και μπορείς να γίνεις κι εσύ, αν το θέλεις, αν παραχωρήσεις στο Χριστό όλα τα δικαιώματα της καρδιάς σου και της ζωής σου.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Αλκοόλ και οδήγηση: Μία αληθινή τραγική ιστορία
«Οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου» (Αγία Γραφή, Παλαιά Διαθήκη, Ψαλμός 103, Εδάφιο 15). Η Αλήθεια αυτή της Αγίας Γραφής ασφαλώς και δεν γράφτηκε για να την κάνουμε πράξη όταν πρόκειται να οδηγήσουμε. Όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε αυτό, τόσο περισσότερο μειώνονται οι πιθανότητες να καταλήξουμε εμείς ή να οδηγήσουμε άλλους συνανθρώπους μας στην άσφαλτο, ως μέλη μιας τραγικής ιστορίας όπως αυτή που παραθέτουμε παρακάτω.

«Μαμά βγήκα με τους φίλους μου.
Πήγα σε ένα πάρτυ και θυμήθηκα αυτό
που μου είχες πει, να μην πιω αλκοόλ.

Μου είχες ζητήσει να μην πιω επειδή θα
έπρεπε να οδηγήσω μετά, έτσι ήπια
ένα αναψυκτικό. Ήμουν υπερήφανη για
μένα, γιατί είχα ακούσει αυτό που τόσο γλυκά με είχες
συμβουλεύσει πριν φύγω, να μην πιω αν πρέπει
να οδηγήσω, σε αντίθεση με αυτό που μου
έλεγαν οι φίλοι μου.

Έκανα τη σωστή επιλογή, η συμβουλή σου
ήταν η σωστή. Όταν το πάρτυ τέλειωσε
όλοι μπήκαν στα αυτοκίνητά τους χωρίς
να είναι σε θέση να οδηγήσουν. Εγώ πήρα το
αμάξι μου, ήμουν σίγουρη ότι ήμουν
καθαρή.

Δεν μπορούσα να φανταστώ μαμά αυτό που
με περίμενε > ...> ..

Τώρα είμαι εδώ ξαπλωμένη στην άσφαλτο
και ακούω έναν αστυνομικό να λέει:
"Το παιδί που προκάλεσε το δυστύχημα
ήταν μεθυσμένο".

Μαμά η φωνή του ακούγεται τόσο μακρινή.
Το αίμα μου είναι παντού στην άσφαλτο
και εγώ προσπαθώ με όλες μου τις
δυνάμεις να μην κλάψω.

Ακούω τους γιατρούς να λένε ότι αυτή η
κοπέλα δεν θα τα καταφέρει. Είμαι σίγουρη ότι το άλλο παιδί
που οδηγούσε δεν το είχε καν φανταστεί όταν
έτρεχε τόσο πολύ. Στο τέλος αυτός είχε αποφασίσει να
πιει και εγώ τώρα πρέπει να πεθάνω.

Γιατί το κάνουν αυτό μαμά; Αφού ξέρουν
ότι θα καταστρέψουν ζωές;

Ο πόνος που νιώθω είναι σαν να με
καρφώνουν χιλιάδες μαχαίρια.

Πες στην αδερφή μου να μην φοβηθεί, στον
μπαμπά να είναι δυνατός.

Κάποιος έπρεπε να πει σε αυτό το παιδί
ότι δεν έπρεπε να πιει αν θα
οδηγούσε. Ίσως αν του το έλεγαν οι δικοί του όπως
έκανες εσύ, τώρα να ήμουν ζωντανή > ...> ..

Η ανάσα μου γίνεται όλο και πιο αδύνατη
και αρχίζω να φοβάμαι μαμά....Αυτές είναι οι τελευταίες μου
στιγμές και είμαι τόσο απελπισμένη.

Θα ήθελα τόσο να σε αγκαλιάσω μαμά > ...>.. και να σου πω πόσο σε αγαπάω.

Σε αγαπάω μαμά > ...>. αντίο»!!!

-----------------------------------------------------------------------

Αυτές οι λέξεις γράφτηκαν από μία δημοσιογράφο που ήταν παρούσα σε ένα δυστύχημα. Η συγκεκριμένη κοπέλα ενώ πέθαινε ψιθύριζε αυτές τις λέξεις και η δημοσιογράφος τις έγραφε σοκαρισμένη.
Η ίδια δημοσιογράφος άρχισε μία εκστρατεία εναντίον της οδήγησης που γίνεται υπό την επήρεια αλκοόλ.

-----------------------------------------------------------------------
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Σοβαρές και αστείες ιστορίες και ποιήματα, Serious and funny stories and poems”