Σελίδα 14 από 26

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Δευ Φεβ 17, 2014 9:10 am
από ΦΩΤΗΣ
Ι. ΝΑ ΜΗΝ ΕΜΠΙΣΤΕΥΕΤΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ ΣΕ ΤΙΠΟΤΕ, ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΟΛΑ ΝΑ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΕΤΕ ΤΟΥΣ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ και ΝΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΕΙΤΑΙ ΚΑΘΑΡΑ ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΤΟΥ.
Από το Γεροντικό
ΕΠIΣΚΕΦΘHΚAME κάποτε έναν από τούς πατέρες και τον ρωτήσαμε:
Αν κάποιος, πού πειράζεται από έναν λογισμό και βλέπει ότι νικιέται, διαβάζει συχνά-πυκνά όσα είπαν οι πατέρες για το λογισμό αυτό και προσπαθεί νά τα εφαρμόσει, χωρίς όμως νά το κατορθώνει απόλυτα, τι είναι προτιμότερο. Νά φανερώσει σε κάποιον από τούς πατέρες το λογισμό του ή νά προσπαθήσει μόνος του να εφαρμόσει όσα διάβασε και νά περιοριστεί στην πληροφορία της δικής του συνειδήσεως;
Έχει υποχρέωση, απάντησε ο γέροντας, νά φανερώσει το λογισμό του σε άνθρωπο πού θα μπορέσει νά τον ωφελήσει, και νά μη βασιστεί μόνο στον εαυτό του. Γιατί δεν μπορεί κανείς νά βοηθήσει τον εαυτό του, όταν μάλιστα ταλαιπωρείται από τα πάθη. Νά τι συνέβη σε μένα όταν ήμουνα νέος:
Είχα ένα ψυχικό πάθος πού με νικούσε. 'Ακούγοντας λοιπόν ότι ο αββάς Ζήνων είχε θεραπεύσει πολλούς, πού ήταν σε παρόμοια κατάσταση, αποφάσισα νά πάω και νά του μιλήσω. Ό σατανάς όμως με εμπόδιζε, βάζοντάς μου τη σκέψη:
Αφού ξέρεις τι πρέπει νά κάνεις, εφάρμοσε όσα διαβάζεις γιατί νά πας και νά ενοχλήσεις το γέροντα;
Κάθε φορά πού αποφάσιζα, ωστόσο, νά επισκεφθώ το γέροντα και νά του μιλήσω, ο πόλεμος του πάθους υποχωρούσε, με τέχνασμα του πονηρού, για νά μην πάω. Και όταν έπαιρνα την απόφαση νά μην πάω, κυριευόμουνα πάλι από το πάθος.
Σ' αυτή την παγίδα μ' έριχνε πολύ καιρό ο εχθρός, πού δεν ήθελε νά φανερώσω το πάθος στο γέροντα. 'Αλλά και πολλές φορές, πού πήγα αποφασισμένος νά του πω το λογισμό μου, ο εχθρός δεν με άφηνε, γεννώντας μέσα στη καρδιά μου ντροπή και λέγοντάς μου μυστικά: Αφού ξέρεις πώς πρέπει νά θεραπευθείς, τι χρειάζεται νά μιλήσεις σε κάποιον σχετικά; Άλλωστε εσύ δεν αδιαφορείς για τον εαυτό σου. Ξέρεις τι είπαν οι Πατέρες.
Αυτά μου έβαζε στο νου ο αντίπαλος, για νά μη φανερώσω το πάθος στο γιατρό και θεραπευθώ.
Ό γέροντας, από την άλλη μεριά, ενώ καταλάβαινε ότι είχα λογισμούς, δεν μου έκανε παρατήρηση, περιμένοντας νά τούς φανερώσω ο ίδιος.
Με δίδασκε μόνο για τον σωστό τρόπο ζωής, και με άφηνε νά φύγω.
Κάποτε όμως, γεμάτος θλίψη, είπα μέσα μου: 'Ως πότε, ταλαίπωρη ψυχή μου, δεν θα θέλεις νά γιατρευτείς; άλλοι έρχονται στο γέροντα από μακριά και θεραπεύονται, κι εσύ δεν ντρέπεσαι, νά έχεις κοντά σου το γιατρό και νά μη γίνεσαι καλά;
Ζεστάθηκε έτσι ή καρδιά μου και είπα μέσα μου: Ας πάω στο γέροντα, κι αν δεν βρω κανέναν (άλλον) εκεί, θα καταλάβω πώς είναι θέλημα Θεού να του αποκαλύψω το λογισμό μου.
Πράγματι, πήγα και δεν βρήκα κανέναν.
Ο γέροντας, όπως συνήθιζε, με νουθέτησε γύρω από τη σωτη¬ρία της ψυχής και για το πώς θα καθαρθεί κανείς από
τούς ρυπαρούς λογισμούς.
Εγώ από ντροπή δεν του φανέρωσα πάλι τίποτα, 'κι ετοιμαζόμουνα νά φύγω.
Σηκώθηκε, έκανε ευχή και με ξεπροβόδιζε, βαδίζοντας μπροστά μου, ως την εξώπορτα. τον ακολουθούσα από κοντά, ενώ με βασάνιζαν οι λογισμοί: Νά μιλήσω ή να μη μιλήσω στο γέροντα;
Εκείνος στράφηκε, είδε πόσο βασανιζόμουν από τούς λογισμούς, με χτύπησε στο στήθος και μου είπε: "τι έχεις; " Άνθρωπος είμαι κι εγώ!".
Μόλις είπε αυτά τα λόγια, νόμισα πώς ή καρδιά μου ανοίχτηκε.
Πέφτω με το πρόσωπο στα πόδια του, παρακαλώντας τον με δάκρυα: Ελέησέ με!".
"τι έχεις;", μου λέει ο γέροντας. "δεν ξέρεις τι έχω;", αποκρίθηκα.
"'Εσύ πρέπει νά το πεις!", είπε εκείνος.
Τότε λοιπόν, με πολλή ντροπή, του εξομολογήθηκα το πάθος μου. και μου λέει:
"Γιατί ντρεπόσουνα νά μου το πεις τόσον καιρό; δεν είμαι κι εγώ άνθρωπος; θέλεις λοιπόν νά σου φανερώσω αυτό πού ξέρω; δεν έχεις ήδη τρία χρόνια, πού έρχεσαι εδώ μ' αυτούς τούς λογισμούς, και δεν τούς αναφέρεις;". το ομολόγησα, κι έπεσα πάλι μπροστά του, παρακαλώντας τον: Ελέησε με, για τον Κύριο!". "Πήγαινε", μου είπε, "Μην παραμελείς την προσευχή σου και μην κατακρίνεις κανέναν" .
Πήγα πράγματι ατό κελί μου και αφοσιώθηκα με επιμέλεια στην προσευχή μου. με τη χάρη του Χριστού και τις ευχές του γέ¬ροντα, ποτέ πια δεν ενοχλήθηκα από το πάθος εκείνο.
Είπε ο αββάς , Αντώνιος:
Ξέρω μοναχούς, πού έπεσαν μετά από πολλούς ασκητικούς κόπους κι έφτασαν ως την παράκρουση, επειδή στήριξαν τις ελπίδες τους μόνο στον αγώνα τους και δεν έδωσαν σημασία στην εντολή Εκείνου, πού είπε: «Έπερώτησον τον πατέρα σου, και αναγγείλει σοι, τούς πρεσβυτέρους σου, και ερούσι σοι» (Δευτ. 32:7).
Είπε ο αββάς Μωυσής:
Ό μοναχός πού έχει πνευματικό πατέρα, δεν έχει όμως υπακοή και ταπείνωση, και αυτόβουλα νηστεύει η κάνει οτιδήποτε άλλο πού θεωρεί καλό, δεν θ' αποκτήσει ποτέ καμιά αρετή ούτε ξέ¬ρει τι ειναι μοναχός.
Του αββά Ισαάκ
Αδελφέ, αν σφάλεις σ' ένα πράγμα, μην πεις ψέματα από ντροπή, αλλά βάλε μετάνοια λέγοντας (στον πλησίον), "Συγχώρεσέ με" , και το σφάλμα σου εξαφανίζεται. Μην έχεις άλλα στο στόμα σου και άλλα στην καρδιά σου, γιατί ο Θεός δεν εμπαίζεται. Όλα τα βλέπει, και τα κρυφά και τα φανερά. Κάθε λογισμό λοιπόν και κάθε θλίψη και κάθε θέλημά σου κάθε υποψία σου μην τα κρύψεις, αλλά φανέρωσέ τα ελεύθερα στο γέροντά σου. Και ότι ακούς απ' αυτόν, φρόντιζε νά το εφαρμόζεις με πίστη. 'Έτσι ο πόλεμος γί¬νεται ελαφρότερος. Γιατί χαρά αλλού δεν βρίσκουνε τα πονηρά πνεύματα, παρά στον άνθρωπο πού κρατάει κρυφούς τούς λογισμούς του, είτε ειναι καλοί είτε κακοί.
Παράδωσε την καρδιά σου στην υπακοή των πατέρων σου, και ή χάρη του Θεού θα κατοικήσει μέσα σου. Μη θεωρείς τον εαυτό σου συνετό, για νά μην πέσεις στα χέρια των εχθρών σου. Το νά σωπαίνεις και νά μην εξαγορεύεις τούς λογισμούς σου, δείχνει ότι ζητάς την τιμή του κόσμου και την άθλια δόξα του. 'Εκείνος όμως πού έχει το θάρρος νά εξαγορεύεις τούς λογισμούς του στους πατέρες του, τούς διώχνει μακριά του. Πάντα νά παίρνεις τη συμβουλή των πατέρων σου, και θα είσαι σ' όλη σου τη ζωή αναπαυμένος.
Του αββά Ισαάκ
Δείγμα αληθινής ταπεινώσεως είναι το να φανερώνουμε στους πατέρες όχι μόνο όσα κάνουμε αλλά και όσα σκεφτόμαστε.
Γιατί αυτός ο τρόπος προετοιμάζει το μοναχό για νά βαδίσει το σωστό δρόμο χωρίς βλάβη και εμπόδιο. Είναι αδύνατον σ' εκείνον πού ρυθμίζει τη ζωή του σύμφωνα με την κρίση και τη γνώμη των προχωρημένων πατέρων, νά πέσει σε απάτη των δαιμόνων. και αυτή κάθε αυτή, άλλωστε, ή φανέρωση και αποκάλυψη στους πατέρες των πονηρών σκέψεων, τις μαραίνει και τις εξασθενίζει. Όπως το φίδι, όταν το βγάλεις από μία σκοτεινή τρύπα στο φως, τρέχει για νά σωθεί και νά εξαφανιστεί, έτσι και οι πονηροί λογισμοί, όταν φανερωθούν με την ειλικρινή ομολογία και εξαγόρευση, φεύγουν από τον άνθρωπο.
Δεν υπάρχει λοιπόν άλλη οδός σωτηρίας από την εξαγόρευση των λογισμών στους πατέρες και τη μη καταφρόνηση της παραδόσεως των προγόνων. Γιατί και αυτοί Δεν κινήθηκαν από τη δική τους θέληση, αλλ' από το Θεό και τις θεόπνευστες Γραφές για να παραδώσουν στους μεταγενέστερους (αυτή τη συνήθεια), το να συμβουλεύονται (δηλαδή) τούς προοδευμένους (στην αρετή). Αυτό μπορούμε νά το μάθουμε και από πολλά άλλα μέρη της θεόπνευστης Γραφής, προπαντός όμως από την ιστορία του άγίου Σαμουήλ του προφήτη. Αυτός, αν και (αφιερώθηκε) από νήπιο στο Θεό από τη μητέρα του και αξιώθηκε νά συνομιλεί με το Θεό, δεν πίστεψε στο λογισμό του. Μολονότι μία και δύο φορές τον κάλεσε ο Θεός, τρέχει προς τον γέροντα Ήλεί, παίρνει οδηγίες απ' αυτόν και τον συμβουλεύεται πως ν' αποκρίνεται ατό Θεό (Α' Βασ. 3:9). και εκείνον, πού τον διάλεξε ο Θεός σαν άξιό Του, θέλει με τούς κανόνες και τη διδαχή του γέροντα νά καθοδηγείται, κι έτσι νά οδηγηθεί στην ταπείνωση. Μα και τον Παύλο, πού τον κάλεσε ο ίδιος ο Χριστός και συνομίλησε μαζί του, ενώ μπορούσε αμέσως νά του ανοί¬ξει τα μάτια και νά του δείξει την οδό της τελειότητος, τον στέλνει στον Ανανία και τον βεβαιώνει ότι θα μάθει απ' αυτόν την οδό της αλήθειας, λέγοντας: «Εισελθε εις την πάλιν, και λαληθήσεταί σοι τι σε δει ποιείν» (Πράξ. 9:6). με τούτα μας διδάσκει ν' ακολουθούμε τις οδηγίες των προοδευμένων. 'Αφού και ο ίδιος ο απόστολος το διδάχθηκε αυτό, το εκπλήρωνε έπειτα με τα έργα του, εφόσον γράφει για τον εαυτό του: «Άνήλθον εις 'Ιεροσόλυμα ιδείν Πέτρον και Ίάκωβον. και ανεθέμην αυτοίς το ευαγγέλιον δ κηρύσσω, μήπως εις κενόν τρέχω ή εδραμον» (πρβλ. Γαλ. 1:18-19. 2:2). Αλίμονο! το «σκεύος της εκλογής», αυτός πού ανυψώθηκε ως τον τρίτο ουρανό και άκουσε από τον ίδιο το Θεό «άρρητα ρήματα», αυτός, πού πάντα τον συνόδευε ή χάρη του Άγίου Πνεύματος, βεβαιώνοντας το λόγο της διδαχής του με τα θαύματα πού ακολουθούσαν, αυτός ομολογεί πώς είχε ανάγκη από τις συμβουλές των αποστόλων πού προηγήθηκαν. Ποιος λοιπόν είναι τόσο αλαζόνας και υπερήφανος, ώστε νά μη φρίττει ακούγοντας αυτά, και νά μη φοβάται ν' ακολουθεί τη γνώμη του Όπως φοβάται τη φωτιά της γέεννας και την αιώνια κόλαση; Γιατί σε κανέναν ο Κύριος Δεν αποκαλύπτει το δρόμο της τελειότητος, παρά μόνο αν οδηγηθεί σ' αυτόν από πνευματικούς πατέρες. 'Όπως μας παραγγέλλει και με το στόμα του προφήτη: «Έπερώτησον τον πατέρα σου, και αναγγελεί σοι, τούς πρεσβυτέρους σου, και ερούσί σοι» (Δευτ. 32:7).
Από τον άγιο Βαρσανούφιο
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά 'Ιωάννη τον προφήτη:
Για όλους τούς λογισμούς, πού ξεφυτρώνουν στην καρδιά μου, πρέπει νά ρωτάω τούς γέροντες;
Δεν είναι ανάγκη, απάντησε ο γέροντας, νά ρωτάει κανείς για όλους τούς λογισμούς πού περνούν από την καρδιά, γιατί φεύγουν και χάνονται. Νά ρωτάει μόνο γι' αυτούς τούς λογισμούς πού επιμένουν και πολεμούν. Συμβαίνει, θα λέγαμε, με τούς λογισμούς Ότι και μ' έναν άνθρωπο, πού ορίζεται από πολλούς, αλλ' αγνοεί και προσπερνάει τις ύβρεις. Τότε δεν κάνει καμιά ενέργεια. "Αν όμως κάποιος (από τούς υβριστές του) στραφεί εναντίον του και τον πολεμήσει, τότε τον καταγγέλλει στις αρχές. 'Έρχεται δηλαδή στον άρχοντα και υποβάλλει μήνυση εναντίον εκεί νου πού τον πολέμησε. Έτσι γίνεται και με τούς λογισμούς: Πρέπει νά κάνουμε στους γέροντες εξαγόρευση εκείνων μονάχα πού μας πολεμούν ή μένουν μέσα μας πολύν καιρό.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 18, 2014 10:36 am
από ΦΩΤΗΣ
ΙΑ. ΑΣ ΑΠΟΦΕΥΓΟΥΜΕ ΟΣΟΥΣ ΜΑ ΒΛΑΠΤΟΥΝ, ΕΣΤΩ ΚΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΦΙΛΟΙ Η ΓΙΑ ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΛΟΓΟ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΙ ΣΑΝ ΠΡΟΤΥΠΑ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΑΣΚΟΥΝ ΤΗΝ ΑΡΕΤΗ.
Από το Γεροντικό
ΕΝΑΣ γέροντας είπε:
Αν σταθείς σ' έναν τόπο και δεις εκεί κάποιους να καλοπερνούν, μην τούς ζυγώσεις.
Αν όμως υπάρχει άλλος, πού είναι φτωχός και δεν έχει ούτε ψωμί, πλησίασέ τον, και θα βρεις (ψυχική) ανάπαυση.
'Ο αββάς 'Αγάθων είπε:
Αν υπάρχει κάποιος πού μου είναι πολύ αγαπητός, και καταλάβω ότι με παρασύρει σε κάποιο ελάττωμα, τον απομακρύνω από κοντά μου.
'Ένας γέροντας είπε:
Πρέπει νά φεύγουμε μακριά απ' όλους όσοι δουλεύουν στην αμαρτία, έστω κι αν είναι φίλοι ή συγγενείς μας, έστω ακόμα κι αν έχουν το ιερατικό ή το βασιλικό αξίωμα. Γιατί ή απομάκρυνση απ' όσους δουλεύουν στην αμαρτία, μας χαρίζει την παρρησία ατό Θεό και τη φιλία Του.
Κάποιος αδελφός έδινε κάποτε σ' έναν άλλο συμβουλές σύμφωνες με το θέλημα του Θεού. Πέρασε τότε από κεί ένας τρίτος αδελφός. Λέει λοιπόν σ' αυτόν ο πρώτος:
Νά, συμβουλεύω τον αδελφό, και δεν θέλει νά μ' ακούσει. - Πρέπει νά σ' ακούσει, απάντησε ο περαστικός. Συγχώρεσέ με, αλλ' από σένα και κακό αν ακούσει και το κάνει, χαρά θα είναι.
Όχι, δεν είναι έτσι, είπε ο άλλος. Αν δεν δοκιμάσει, ότι (αυτό πού τον συμβουλεύω) είναι κατά Θεό, νά μη με ακούσει. και όχι μόνο εμένα, Μα ούτε και προφήτη, .αν δίνει συμβουλές αντίθετες στο θέλημα του Θεού. Γιατί ο απόστολος λέει: «Και εάν ημείς η άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίσηται ύμίν παρ' δ παρελάβετε, ανάθεμα έστω» (πρβλ. Γαλ. 1:8-9).
Του αββά Μάρκου
Όταν δεις δύο κακούς νά έχουν μεταξύ τους αγάπη, νά γνωρίζεις ότι ο ένας βοηθάει τον άλλο στα κακά του θελήματα.
Ό υπερήφανος και ο κενόδοξος ευχαρίστως συνεργάζονται μεταξύ τους, ο υπερήφανος επαινεί τον κενόδοξο, επειδή του φέρεται δουλικά' ενώ ο κενόδοξος εκθειάζει τον υπερήφανο, πού τον επαινεί συνεχώς. Εσύ ν' απομακρύνεσαι και από τούς δύο, για νά μη γίνεις μέτοχος της βλάβης πού προξενούν.
Του άγίου Έφραίμ
Αγαπητέ, αν δεις τούς παλαιότερους μοναχούς νά είναι αμελείς, πρόσεχε και φύλαγε τον εαυτό σου, μην τυχόν τούς μιμηθείς και ακολουθήσεις το δρόμο τους, και έτσι κληρονομήσεις κι εσύ μαζί μ' εκείνους την αιώνια κόλαση. Πρόσεξε πάλι, μην τυχόν, με το νά γίνεις αγωνιστής, υπερηφανευθείς απέναντί τους και πέσεις στην έπαρση, όπότε θα βρεθείς στα χέρια του εχθρού. Πρόσεχε λοιπόν τον εαυτό σου και προφύλαξε με πολλή επιμέλεια την ψυχή σου. Γιατί εμείς ούτε θα δικαιωθούμε ούτε θα κατακριθούμε από τα έργα των άλλων.
Όταν θα οδηγηθούμε μπροστά στον Κριτή γυμνοί και ξεσκεπασμένοι, ο καθένας μας θα δώσει λόγο για τον εαυτό του και θα σηκώσει το βάρος των δικών του αμαρτιών. Γι' αυτό είναι καλό νά προσέχουμε πάντα τον εαυτό μας και νά μιμούμαστε εκείνους πού ζουν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, παρατηρώντας τους και προσπαθώντας νά τούς μοιάσουμε.
'Αντίθετα, εκείνους πού παραμελούν τη σωτηρία τους και φροντίζουν μόνο για την εξωτερική τους εμφάνιση και συμπεριφορά, Μην τούς ζηλεύεις, για νά μη μοιάσεις σε στρατιώτη πού αιχμαλωτίστηκε από τούς αντιπάλου ς, και τώρα, ενώ έχει το σφράγισμα του βασιλιά, είναι υποδουλωμένος στους εχθρού ς Του. Γιατί είναι αδιάψευστος εκείνος πού είπε: «Αμήν λέγω ύμιν, ότι πάς ο ποιών την αμαρτία δούλός εστί της αμαρτίας» (Ίω. 8:34).
Ή εμφάνιση είναι, θα λέγαμε, τα φύλλα, ενώ τα έργα οι καρποί. μη δώσεις λοιπόν σημασία στην εξωτερική εμφάνιση και θελήσεις νά μιμηθείς τέτοιους ανθρώπους, με τη δικαιολογία ότι τάχα δεν είσαι εσύ καλύτερος απ' αυτούς πού πέφτουν ατά πάθη. Στοχάσου αυτά πού λέει ή Γραφή, ότι «εν μεγάλη οικία ουκ εστί μόνον σκεύη χρυσά και αργυρά, αλλά και ξύλινα και οστράκινα, και α μένεις τιμήν, α δε εις ατιμίαν» (Β' Τιμ. 2:20). "Αν λοιπόν παρακούσεις τον Κύριο και εκτελέσεις τα έργα της αμαρτίας, θα είσαι σκεύος χωρίς αξία. "Αν όμως εκτελέσεις τα έργα του Κυρίου, θα είσαι εκλεκτό σκεύος «εις τιμήν, ήγιασμένον και ευχρηστον το δεσπότυ, εις πάν έργον αγαθόν ήτοιμασμένον» (Β' Τιμ. 2:21).
Αγάπα την καλή συναναστροφή και απόφευγε την κακή. Γιατί ούτε ο μάγος ούτε ο ληστής ούτε ο τυμβωρύχος γεννήθηκαν τέτοιοι, αλλά έμαθαν τα εγκλήματα από ανθρώπους, πού ο διάβολος τούς διέστρεψε τη διάνοια. Ό Θεός όλα τα έκανε πολύ καλά (Γεν. 1:31). Νά μη σ' ευχαριστούν λοιπόν τα λουτρά και τα ποτά και οι θόρυβοι της αγοράς και οι απολαύσεις, για νά Μην πέσεις σε φοβερούς κινδύνους. Νά θυμάσαι πάντα την οδύνη των αμαρτωλών, και νά φοβάσαι μήπως κι εσύ σε λίγο καταδικαστείς στις ίδιες τιμωρίες .
Δεν έτυχε ποτέ νά μπεις σε σπίτι, όπου πενθούσαν (κάποιον νεκρό), και, μόλις άκουσες το θρήνο και τα κλάματα, νά βγεις ουσιαστικά από κει μέσα.
Από τα πρόσκαιρα λοιπόν πρέπει νά συμπεραίνεις για τα αιώνια. Γιατί λέει (ή Γραφή): «Δίδου σοφώ αφορμήν, και σοφώτερος εσταί» (Παροιμ. 9:9).
Νά δέχεσαι χωρίς δυσφορία τις εντολές του Θεού και νά αποκρούεις έξυπνα τα τεχνάσματα του διαβόλου. Νά κόβεις τις βλαβερές συναναστροφές για νά έχεις εσωτερική ηρεμία.
Ό εχθρός φροντίζει νά οπλίζει τούς αμελέστερους αδελφούς εναντίον των αγωνιστών. οι αγωνιστές όμως, αν προσέχουν, βρίσκουν ωφέλεια μέσω των αμελέστερων, σηκώνοντας τις αδυναμίες τους για χάρη του Κυρίου.
Εκείνος πού σπλαχνίζεται τον πλησίον, θα βρει σπλαχνικό τον Κύριο απέναντί του. Αντίθετα, «ή κρίσης» θα είναι «αν έλεος το μη ποιήσαντι έλεος» (Ίακ. 2:13).
Νά μη συνεργήσεις με κανέναν αδελφό σου ατή διάπραξη αμαρτίας. Φρόντισε μάλιστα, αν μπορείς, νά λυτρώσεις κι εκείνον απ' αυτή, για νά ζήσει (αιώνια) ή ψυχή σας μαζί με τον Κύριο.
Ας είναι ο φόβος του Θεού συνεχώς μπροστά ατά μάτια σου, και ή αμαρτία δεν θα σε νικήσει.
Αδελφοί, πρέπει νά προσέχουμε από κακή συμβουλή. Γιατί σήμερα με τούς περισσότερους ανθρώπους συμβαίνει ότι με δύο λαμπροφορεμένους, πού βαδίζουν μαζί στην αγορά, και πού απ' αυτούς ο ένας σκοντάφτει από απροσεξία, πέφτει στη λάσπη, καταλερώνει την -υπέροχη στολή του, κι έπειτα, κινημένος από το φθόνο, επιδιώκει νά ρίξει και τον άλλο στο βούρκο, ώστε νά μην έχει μόνο αυτός άσχημη εμφάνιση. 'Έτσι και όσοι έπεσαν από την αρετή, αγωνίζονται νά ρίξουν και τούς άλλους, για νά μη ζουν μόνο αυτοί μέσα ατό βούρκο. Μιλούν μάλιστα ταπεινά και απαντούν γλυκά, για ν' απομακρύνουν σιγά-σιγά από τη σωφροσύνη αυτούς πού τούς ακούνε, και νά τούς ρίξουν σε όμοιο με τον δικό τους βόθρο. και όχι μόνο δεν διστάζουν νά κάνουν οι ίδιοι αισχρά έργα, αλλά και τον πλησίον τους προτρέπουν σ' αυτά, λέγοντας:
Γιατί μας αποφεύγεις;
Επειδή είμαστε αμαρτωλοί; δεν ξέρεις, ότι ή ζωή αυτή είναι ένα «πέσε-σήκω»;". και δεν ντρέπονται νά λένε τέτοια λόγια και άλλα παρόμοια. Γιατί; Επειδή αυτοί έχουν πέσει πια στην αμαρτία και δεν θέλουν νά σηκωθούν, όπως είπα. . Αλλά και σκάνδαλο γίνονται στους πολλούς και αιτία πτώσεως και διαφθοράς, και χρησιμοποιούνται σαν δόλωμα ατό αγκίστρι τού διαβόλου. Επιδιώκουν νά εξαπατήσουν τις αστήρικτες ψυχές και νά τις παρασύρουν στην ίδια καταστροφή. Γι' αυτό νά φυλάγεσαι από κάτι τέτοιους τύπους, αγαπητέ μου, Μην τυχόν σε ελκύσουν με τα γλυκά τους λόγια και σε στείλουν στην αιώνια κόλαση, όπου θα πάνε και οι ίδιοι.
Τού αββά 'Ισαάκ
Φίλος άμυαλος και επιπόλαιος είναι πηγή βλάβης, ενώ ή συναναστροφή με συνετούς είναι πηγή γλυκύτητας. Τσακίζει την καρδιά ή συντροφιά με ασύνετους. Καλύτερα νά κατοικήσεις μαζί με θηρία, παρά με ανθρώπους κακότροπους. Κάθισε μαζί με γύπες, παρά με πλεονέκτη και αχόρταγο. Γίνε φίλος με φονιά, παρά με φιλόνικο. Μίλησε με χοίρο, παρά με κοιλιόδουλο άνθρωπο' γιατί είναι καλύτερη ή γούρνα των χοίρων από στόμα λαίμαργο και αχόρταγο. Κάθισε ανάμεσα σε λεπρούς, παρά ανάμεσα σε υπερήφανους.
Τού Αββα Ησαΐα
Αν θέλεις ν' ακολουθήσεις τον Κύριό μας 'Ιησού Χριστό και νά κρεμάσεις μαζί Του, πάνω ατό σταυρό, τον παλιό σου εαυτό, πρέπει (πρώτα) νά διώξεις από κοντά σου εκείνους πού σε κατεβάζουν από το σταυρό(έπειτα,) νά ετοιμαστείς για νά υπομείνεις ταπεινώσεις και (τέλος,) νά αναπαύεις τις καρδιές εκείνων πού σε στενοχωρούν.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 18, 2014 11:22 am
από Anastasios68
Φώτη μου καλέ, με κάθε σεβασμό σου υπενθυμίζω να μην ξεχνάς να αφαιρείς τον χαρακτήρα ¬ από τις δημοσιεύσεις σου.
Σου προτείνω πρώτα να κάνεις paste το κείμενο στο Σημειωματάριο, μετά να βάζεις τον χαρακτήρα αυτό για έρευνα (Ctrl H) και να ζητάς από το Σημειωματάριο να τον αντικαθιστά με το κενό. Έπειτα να φέρνεις από το σημειωματάριο το κείμενο στο φόρουμ.
Αν μένει μέσα στο κείμενο κάνει την ανάγνωση του δύσκολη.
Σ' ευχαριστώ πολύ και σου ζητώ συγγνώμη για την παρέμβασή μου.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Τετ Φεβ 19, 2014 9:30 am
από ΦΩΤΗΣ
ΙΒ. ΑΠΟ ΠΟΥ ΝΑ ΑΡΧΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ. ΟΙ ΑΡΧΑΡΙΟΙ ΕΧΟΥΝ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟ ΥΠΟΜΟΝΗ ΚΑΙ ΕΠΙΜΟΝΗ ΓΙΑΤΙ Η ΑΡΕΤΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΔΥΣΚΟΛΗ ΥΣΤΕΡΑ ΟΜΩΣ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΕΥΚΟΛΗ.
Από το βίο της άγίας Συγκλητικής
ΜΑΚΑΡΙΑ Συγκλητική έλεγε, ότι περιμένει μεγάλος αγώνας αυτούς πού έρχονται κοντά ατό Θεό, και ότι στις αρχές απαιτείται πάρα πολύς κόπος, μετά όμως ακολουθεί χαρά απερίγραπτη. 'Όπως δηλαδή εκείνοι πού θέλουν νά ανάψουν φωτιά, στην αρχή πνίγονται από τον καπνό και δακρύζουν, ύστερα όμως κατορθώνουν αυτό πού θέλουν, έτσι ακριβώς κι εμείς, αν θέλουμε ν' ανάψουμε στις καρδιές μας τη θεϊκή φωτιά, ας αγωνιζόμαστε νά το πετύχουμε με δάκρυα και κόπο. Γιατί λέει ο Κύριος: «πυρ ήλθον βαλείν επί την γήν, και τι θέλω ει' ήδη ανήφθη!» (Λουκ.
12:49). Μερικοί όμως, από αμέλεια, ενώ κοπίασαν λιγάκι και υπέμειναν τον καπνό, δεν άναψαν τη φωτιά, επειδή εγκατέλειψαν σύντομα την προσπάθεια και δεν έδειξαν μέχρι το τέλος καρτερία και υπομονή.
Από το Γεροντικό
Ένας γέροντας είπε:
Το νά βιάζουμε σε όλα τον εαυτό μας (για νά κατορθώσουμε την αρετή), αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στο Θεό.
Ο ίδιος γέροντας είπε:
Αυτός πού βιάζει τον εαυτό του για το Θεό, είναι όμοιος με τον ομολογητή της πίστεως.

Μερικοί αδελφοί ρώτησαν έναν από τούς πατέρες:
Πώς ή ψυχή δεν προστρέχει στις επαγγελίες πού έδωσε ο Θεός με τις αγίες Γραφές, αλλά παραστρατίζει προς τα ακάθαρτα; και ο γέροντας απάντησε:
Νομίζω ότι δεν γεύθηκε ακόμα τα επουράνια, και γι' αυτό ποθεί τα ακάθαρτα.

Ένας αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα:
το σώμα μου αδυνάτισε; αλλά τα πάθη μου δεν αδυνατίζουν. - τα πάθη μοιάζουν με αγκαθωτά φυτά, αποκρίθηκε ο γέροντας. Αυτό σημαίνει, ότι, όπως ακριβώς εκείνος πού θέλει νά ξεριζώσει τα φυτά αυτά, πληγώνει και ματώνει τα χέρια του, έτσι και εκείνος πού θέλει νά ξεριζώσει τα πάθη του, έχει ανάγκη από ίδρώτες και κόπους.
Του άββά Ησαΐα
Αδελφέ, μη λιποψυχήσεις μπροστά σε κανέναν κόπο, για νά Μην περάσουν μέσα σου οι ενέργειες του εχθρού. Γιατί όπως ακριβώς ένα ερειπωμένο σπίτι έξω από την πόλη γίνεται τόπος ακαθαρσιών, έτσι και ή ψυχή του οκνηρού αρχάριου γίνεται κατοικητήριο κάθε ακάθαρτου πάθους.
Του άββά Mάρκoυ
Κάθε βαπτισμένος ορθόδοξα έλαβε μυστικά όλη τη χάρη, την ενέργεια της όποίας αισθάνεται στο έξης ανάλογα με την εργασία των εντολών.

Εντολή του Χριστού πού εκτελείται με επίγνωση, δηλαδή με ορισμένο σκοπό, χαρίζει παρηγοριά ανάλογη με τις οδύνες της καρδιάς.
Του άγίου Διαδόχου
Ο δρόμος της αρετής, σ' εκείνους πού αρχίζουν ν` αγαπούν την ευσέβεια, φαίνεται πολύ σκληρός και σκοτεινός, όχι γιατί είναι πράγματι τέτοιος, αλλά γιατί ή φύση του ανθρώπου, από τη γέννησή του κιόλας, έρχεται σε επαφή με την άνεση των ηδονών. Σ' εκείνους όμως πού μπόρεσαν να φτάσουν ως τη μέση του δρόμου, φαίνεται ευχάριστη και πολύ ξεκούραστη, γιατί, με τη συνέργια του αγαθού, έχει υποταχθεί ή κακία ατή συνήθεια της αρετής και χάνεται μαζί με την ανάμνηση των παράλογων ηδονών. Γι' αυτό ή ψυχή βαδίζει στο έξης με ευχαρίστηση το δρόμο των αρετών. Νά
γιατί ο Κύριος, προτρέποντάς μας στην οδό της σωτηρίας, λέει: «τι στενή και τεθλιμμένη ή οδός ή απάγουσα εις την βασιλείαν, και ολίγοι δι' αυτής εισπορεύονται» (πρβλ. Ματθ. 7:14). Σ' εκείνους όμως πού με θερμή διάθεση αποφασίζουν την τήρηση των αγίων εντολών Του, λέει: «Ο ζυγός μου χρηστός και το Φορτίο μου ελαφρό εστί» (Ματθ. 11:30).
Πρέπει λοιπόν από την αρχή του πνευματικού αγώνα νά βιάζουμε τη θέλησή μας στην εργασία των αγίων εντολών του Θεού, ώστε ο αγαθός Κύριος, βλέποντας το σκοπό και τον κόπο μας και ότι έχουμε την προαίρεση νά υπηρετήσουμε όλο πρόθυμα τις ένδοξες βουλές Του, νά μάς στείλει έτοιμο το άγιο θέλημά Του. Γιατί από τον Κύριο ετοιμάζεται ή θέλησή μας (Παροιμ. 8:35), ώστε με πολλή χαρά νά εργαζόμαστε ακατάπαυστα το αγαθό. Τότε πράγματι θα αισθανθούμε, ότι «ο Θεός εστίν ο ενεργών εν ημίν και το θέλει και το ενεργείν υπέρ της ευδοκίας» (Φιλιπ. 2:13).
Του αββα Ζωσιμά

Η χάρη του Θεού ακολουθεί πάντα την προαίρεσή μας. και με τη χάρη κατορθώνουμε κάθε αγαθό. Εμείς όμως δεν ζητάμε νά κάνουμε αρχή στο αγαθό ούτε δείχνουμε μεγάλη και πρόθυμη προαίρεση, ώστε νά ελκύσουμε τη χάρη του Θεού σε βοήθειά μας. ' Αλλά κι αν ποτέ φανούμε ότι δείχνουμε κάποια προαίρεση, είναι νωθρή, ασήμαντη και ανάξια νά λάβει κάποιο αγαθό από το Θεό.
Δεν ξέρουμε ότι ολόκληρος ο πνευματικός αγώνας μας είναι σαν τη σπορά και την καρποφορία; Ό γεωργός δηλαδή σπέρνει το χωράφι του, ύστερα όμως περιμένει το έλεος του Θεού. και ο Θεός, Στη συνέχεια, στέλνει τη δωρεά Του, προξενώντας βροχές στον κατάλληλο καιρό και ευνοϊκούς ανέμους, κάνοντας νά φυτρώσουν και ν' αυξηθούν και νά τελειοποιηθούν τα σπέρματα πού έριξε ο γεωργός Στη γη, και βοηθώντας τον έτσι νά κερδίσει πολλά από τα λίγα.
'Έτσι κι Εμείς, αν σπείρουμε στα καλά έργα πλούσια και μεγαλόψυχη προαίρεση, τότε και ή χάρη, πού θα ορούμε από το Θεό, θα είναι ανάλογη. Μ' αυτή θα μπορέσουμε Στη συνέχεια, χωρίς πίεση και κόπο, νά κατορθώσουμε όλα τα αγαθά.
Το ίδιο βλέπουμε νά συμβαίνει και στις τέχνες. Εκείνος δηλαδή πού έρχεται για νά μάθει μία τέχνη, στην αρχή κοπιάζει και δυσκολεύεται και πολλές φορές αποτυχαίνει. δεν χάνει όμως το κουράγιο του ούτε απογοητεύεται, αλλά πάλι προσπαθεί. 'Όσες φορές κι αν αποτύχει, άλλες τόσες ζητάει νά διορθωθεί, φανερώνοντας έτσι στο μάστορα την προαίρεσή του. Αν όμως λιποψυχήσει και κάνει πίσω, δεν μαθαίνει τίποτα. 'Έτσι, καθώς συχνά κάνει σφάλματα και διορθώνεται από το μάστορα και πάλι επιμένει και εργάζεται με κόπο και υπομονή, σιγά-σιγά μαθαίνει καλά την τέχνη. και τότε κάνει άνετα τη δουλειά του και βγάζει μ' αυτή το ψωμί του.
'Έτσι πρέπει νά κάνει κι αυτός πού θέλει νά καταπιαστεί με την εργασία κάποιας αρετής: Πρώτα δηλαδή νά δείξει μεγάλη γενναιότητα και καλή προαίρεση, κι έπειτα νά ασχολείται υπομονετικά με την εργασία του αγαθού, ζητώντας τη βοήθεια και την προστασία του Θεού. Νά μη λιποψυχεί ούτε ν' απελπίζεται από τις πτώσεις και νά εγκαταλείπει τον αγώνα - γιατί έτσι δεν θα μπορέσει νά πετύχει ποτέ κάτι καλό, αλλά, όσες φορές κι αν πέφτει, νά ξανασηκώνεται, νά τροφοδοτεί την προθυμία του με την ελπίδα ατό Θεό και νά περιμένει το έλεος Του. Αυτό δηλαδή εΙναι εκείνο πού Είπε ο αββάς Μωυσης: '«Η δύναμη αυτών πού θέλουν ν' αποκτήσουν τις αρετές, εδώ φαίνεται: "Αν πέσουν, νά μη λιποψυχήσουν, αλλά νά προσπαθήσουν πάλι".
Του αββά Ισαάκ
Μακάριοι εΙναι εκείνοι πού ζώστηκαν την υπομονή και την ελπίδα και ρίχθηκαν στη θάλασσα των θλίψεων για την αγάπη του Θεού με απλότητα, χωρίς νά το πολυεξετάσουν, χωρίς νά δειλιάσουν από το σάλο και τα κύματα, πού σηκώνονται μπροστά τους, και χωρίς νά λιποψυχήσουν από τη θαλασσοταραχή. Αυτοί βρίσκουν γρήγορα σωτηρία ατό λιμάνι της βασιλείας και αναπαύονται στα σκηνώματα εκείνων πού κοπίασαν με καλό τρόπο και αγάλονται μέσα στην ευφροσύνη - γέννημα της ελπίδας τους.
'Όσοι τρέχουν με ελπίδα στον ανώμαλο και δύσκολο δρόμο (της σωτηρίας), δεν γυρίζουν πίσω ούτε χρονοτριβούν για νά εξετάσουν την αιτία της δυσκολίας. 'Όταν πια περάσουν το δρόμο και φτάσουν καλά στο τέρμα, τότε μόνο σκέφτονται τις δυσκολίες και τις ανωμαλίες του δρόμου και ευχαριστούν το Θεό, πού τούς γλίτωσε από τόσα και μεγάλα κακά, χωρίς και οι ίδιοι να γνωρίζουν το πώς.
Αντίθετα, από αυτούς πού κάνουν πολλές σκέψεις και θέλουν τόσο πολύ νά πιστεύουν πώς εΙναι σοφοί και παραδίνονται στις περιπλανήσεις των λογισμών τους και προπαρασκευάζονται με τη δειλία και θέλουν νά προβλέψουν τις αιτίες πού ίσος θα τούς προξενήσουν βλάβη, οι περισσότεροι (λέω απ' αυτούς) βρίσκονται να κάθονται πάντα στην εξώπορτα των σπιτιών τους. Πραγματικά, για κάτι τέτοιους εΙναι πού λέει ή Γραφή: «Λέγει οκνηρός απο¬στελλόμενος εις οδόν. λέων εν ταις όδοίς, εν δε ταίς πλατείες φονευταί» (Παροιμ. 26:13). ΕΙναι σαν κι αυτούς πού είπαν: «Εκεί εωράκαμεν τούς γίγαντας και ημεν ενώπιον αυτών ωσεί ακρίδες» (Άριθ. 13:34). Αυτοί εΙναι πού θέλουν πάντα νά παρουσιάζονται σοφοί, αρχή όμως ποτέ δεν αποφασίζουν νά βάλούν.
Η πολλή σοφία νά μη γίνει παγίδα μπροστά σου και αιτία νά γλιστρήσεις. Στήριξε το θάρρος σου στο Θεό, πλησίασε και άρχισε νά βαδίζεις με τον πρώτο θερμό ζήλο σου πάνω στον αιματοβαμμένο δρόμο, χωρίς νά φροντίζεις καθόλου για το σώμα σου και χωρίς νά εξετάζει ς περιττές λεπτομέρειες, για νά μη βρεθείς γυμνός από τη γνώση του Θεού. Γιατί και ο γεωργός πού φοβάται ή περιμένει νά έρθουν (ευνοϊκοί) άνεμοι, ποτέ δεν θα σπείρει. Προτιμότερος εΙναι ο θάνατος για χάρη του Θεού, παρά μία ζωή γεμάτη ντροπή και οκνηρία.
Εσύ λοιπόν, όταν θελήσεις ν' αρχίσει ς έργο Θεού, πρώτα νά δώσεις -υπόσχεση στο Θεό, σαν νά Μην έχεις πια ζωή σ' αυτόν τον κόσμο, σαν ετοιμασμένος για θάνατο, σαν άνθρωπος πού έχει χάσει κάθε ελπίδα στην παρούσα ζωή. Αυτό νά κρατάς στο νου σου, κι έτσι θα μπορέσεις, με τη βοήθεια του Θεού, ν' αγωνιστείς και νά νικήσεις. Γιατί Τι ελπίδα της ζωής αυτής δημιουργεί στο λογισμό χαύνωση, και δεν αφήνει τον άνθρωπο νά προκόψει σε τίποτα καλό. Νά μην αρχίσεις, επομένως, την εργασία του καλού έργου με διψυχία πού οδηγεί στη χαυνότητα, για νά μη φτάσει νά γίνει ανώφελος ο κόπος σου και αφόρητη εργασία της (πνευματικής) καλλιέργειάς σου. "Άρχισε το αγαθό με ανδρεία και αδίστακτη πίστη στο Θεό αφού γνωρίζεις ότι ο Κύριος εΙναι ελεήμων και έτοιμος πάντα νά βοηθήσει αυτούς πού τον επιζητούν. Μα και γενναιόδωρος μισθαποδότης γίνεται, δίνοντάς μας τη χάρη Του όχι ανάλογα με την εργασία μας, αλλ' ανάλογα με την προθυμία και την πίστη των ψυχών μας. Γιατί Αυτός εΙναι πού λέει: Ως επίστευσας γενηθήτω σοι» (Ματθ. 8:13).
'Όποιος λοιπόν θέλει νά έρθει πίσω Του, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, όπως είπε Εκείνος (Ματθ. 16:24), και έτσι μόνο θα μπορέσει νά σηκώσει το σταυρό και νά τον ακολουθήσει. Γιατί ο σταυρός αυτό φανερώνει, ότι δηλαδή είμαστε έτοιμοι για κάθε θλίψη και για κάθε κακοπάθεια, ακόμα και γι' αυτόν το θάνατο.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Πέμ Φεβ 20, 2014 10:21 am
από ΦΩΤΗΣ
ΙΓ. ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΤΟΥΣ ΣΘΕΝΑΡΟΥΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ, ΕΝΩ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΜΕΛΕΙΣ. ΟΣΟΙ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ, ΒΡΙΣΚΟΥΝ ΣΥΝΕΡΓΟ ΤΟ ΘΕΟ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΧΩΡΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΤΟΥΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝ.
Του άγίου Έφραίμ
ΑΔΕΛΦΟΣ πρέπει νά περιφρουρεί με κάθε προφυλακτι¬κό μέσο την καρδιά και τις αισθήσεις του, γιατί σ' αυτή τη ζωή έχουμε μεγάλο πόλεμο και ο εχθρός εΙναι μανιασμένος, προπαντός εναντίον των αγωνιστών, και τριγυρίζει, όπως λέει ή Γραφή, «ζητών τίνα καταπίn» (Α' Πετρ. 5:8). Σ' αυτόν λοιπόν (τον εχθρό) πρέπει ν' αντιστέκεται κανείς σθεναρά, ζητώντας την ενίσχυση του Θεού. Πώς όμως θα πολεμήσει τα πάθη του εκείνος πού έχει συμφιλιωθεί μαζί τους, και έχει κάνει πια δούλο τον εαυτό του στις ηδονές, πληρώνοντας ολοπρόθυμα φόρους στον τύραννο (διάβολο); Γιατί όπου υπάρχει έχθρα, εκεί και πόλεμος και όπου πόλεμος, εκεί και αγώνας και όπου αγώνας, εκεί και τα στεφάνια (της νίκης).
Αν λοιπόν θέλει κανείς νά ελευθερωθεί από την πικρή δουλεία, ας κηρύξει πόλεμο στον εχθρό.
Γιατί έτσι έκαναν και οι άγιοι. Και αφού τον νίκησαν, αξιώθηκαν ν' απολαύσουν τα επουράνια αγαθά.
Άλλά μπορεί νά με ρωτήσει κάποιος:
Αν πράγματι όπου υπάρχει έχθρα εναντίον των παθών, εκεί ειναι φυσικό νά γίνεται και ο πόλεμος, όπως είπες, πώς βλέπουμε τούς φιλήδονους νά πολεμούνται φοβερά από τα αισχρά πάθη και νά μη δέχονται νά μετανοήσουν; Σ' αυτόν θα μπορούσα ν' απαντήσω το έξης:
Δεν νομίζω, αγαπητέ, ότι αυτός ο πόλεμος είναι για χάρη της αρετής και ότι περιέχει αντίσταση στον εχθρό.
Μάλλον είναι πάθος, εξαιτίας της δουλείας στα πάθη και της φιληδονίας. (Γι' αυτό και οι φιλήδονοι δεν διαφωνούν με τον εχθρό ως προς την προαίρεση). Γιατί αυτοί πού πολεμούν, δεν συμφωνούν σε τίποτα μεταξύ τους.
Πως λοιπόν θα μπορούσαμε νά μιλήσουμε για πραγματικό πόλεμο στην περίπτωση εκείνων, πού έχουν παραδοθεί ατά θελήματα του εχθρού και έχουν πουληθεί στις ηδονές; και αν πολεμούνται, αυτό δεν οφείλεται ατό ότι αγωνίζονται για την αρετή και ενοχλούν τον εχθρό, αλλά στο ότι δεν βρίσκουν πως ν' ανταποκριθούν στην άνομη συναλλαγή τους, πως θα πληρώσουν τούς συνηθισμένους φόρους ( της αμαρτίας ) και πως δεν θα διακόψουν ούτε για λίγο την εκπλήρωση των αισχρότατων επιθυμιών, στις όποίες θεληματικά παραδό¬θηκαν ως δούλοι. Γιατί, όπως είναι γραμμένο, «,ω τις ηττηται, τούτω και δεδούλωται» (Β' Πέτρ. 2:19). Αυτοί λοιπόν δεν οδηγούνται ακούσια και βίαια (στην αμαρτία), αλλά και χρήματα προσφέρουν για νά κάνουν το θέλημα εκείνου πού τούς αποπλάνησε. Γι' αυτό και, αφού κάνουν το κακό, καμιά μετάνοια δεν δείχνουν ούτε εγκράτεια κάνουν ούτε φυλάγονται για νά μην ξαναπέσουν.
Απεναντίας, ο πόλεμος των αγωνιστών δεν γίνεται έτσι. Γιατί όταν ,πολεμούνται (από το διάβολο, τον) πολεμούν κι εκείνοι' και όταν φλέγονται (από τη σαρκική επιθυμία, εγκρατεύονται και όταν θλίβονται), κάνουν υπομονή' και όταν είναι παρόν το ίδιο το αντικείμενο του πειρασμού, το αποστρέφονται χάρη στο φόβο του Κυρίου' και αν συμβεί νά πέσει κανείς τους, γρήγορα σηκώνεται. Γιατί απ' αυτούς πού αιχμαλωτίστηκαν από βαρβάρους κι έπεσαν στα χέρια κάποιου τυράννου, όσοι μεν χαίρονται για τις επιτυχίες των αιχμαλωτιστών τους, μένουν κοντά στους εχθρούς με ευχαρίστηση, χωρίς δεσμά και φυλακή, και αγωνίζονται για χάρη τους, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο νά γίνονται και κατάσκοποι σε βάρος των συμπατριωτών τους όσοι όμως λυπούνται για την αιχμαλωσία τους, αυτοί και τα ήθη των βαρβάρων αντιπαθούν, και την άθεσμη πολιτεία τους (σιχαίνονται), και νά φύγουν από κοντά τους βιάζονται και ευκαιρία περιμένουν για νά τρέξουν πάλι στους συντρόφους τους και ν' απολαύσουν την προηγούμενη ελευθερία, και σε βοήθειά τους εύχονται νά έρθουν οι συμπατριώτες τους.
Αυτοί, μόλις ξεφύγουν από τούς εχθρού ς, αμέσως ξαναγίνονται αντίπαλοί τους και πολεμούν εναντίον τους μαζί με τούς συντρόφους τους και νικούν με τη βοήθεια εκείνων.
'Όσοι λοιπόν θέλουν νά ελευθερωθούν από την πικρή δουλεία του εχθρού, οφείλουν ν' αντισταθούν στα θελήματά του και νά σηκώσουν φανερό πόλεμο εναντίον του, αφού του πουν με όλη τους την καρδιά τα λόγια των Παίδων: «Γνωστόν έστω σοι, διάολε, ότι ημείς της φωνής σου ουκ ακουσόμεθα και ταίς ηδονές σου ουκέτι λατρεύσομε» (πρβλ. Δαν. 3:18). Πρέπει μάλιστα, στον καιρό του αγώνα, νά ζητούν και τη θεϊκή βοήθεια, λέγοντας πάλι μαζί με τούς Παίδες στο Θεό: Κύριε, «και νυν εξακολουθούμε εν όλη καρ¬δία και φοβ0ύμεθά σε και ζητούμε το πρόσωπόν σου' μη καταισχύνnς ημάς, αλλά ποίησον μεθ' ημών κατά την επιείκεια σου και κατά το πλήθος του ελέους σου' εξελού ημάς κατά τα θαυμάσιά σου και δός δόξα τω ονόματί σου, Κύριε, και εντραπείησαν πάντες οι ενδεικνύμενοι τοις δούλοις σου κακά, και καταισχυνθείησαν από πάσης δυναστείας, και ή ισχύς αυτών συντριβείη' και γνώτωσαν ότι συ ει Κύριος Θεός μόνος και ένδοξος εφ' όλη την οικουμένη» (Δαν. 'Ύμνος Τριών Παίδων: 17-21). και αν ο τύραννος (διάολος) φρυάξει από το κακό του και κάψει το καμίνι των ηδονών εφτά φορές περισσότερο (πρβλ. Δαν. 3:19), ας έχουν θάρρος αυτοί πού δείχνουν εμπιστοσύνη στον Κύριο. Γιατί σε λίγο το καμίνι θα μεταβληθεί σε δροσιά και ο τύραννος, πού πρωτύτερα φοβόντουσαν, θα τρέμει στο έξης και τη σκιά τους, χάρη στη βοήθεια πού θα τούς δοθεί από τον ουρανό.
Εκείνος πού θέλει νά ευαρεστήσει το Θεό και νά γίνει κληρονόμος Του μέσω της πίστεως και νά ονομαστεί και ο ίδιος παιδί του Θεού, πού γεννήθηκε από το 'Άγιο Πνεύμα, πρέπει, αφού αποκτήσει πριν απ' όλα τη μακροθυμία και την υπομονή, νά υπομένει με γενναιότητα και ευχαρίστηση τις θλίψεις και τις δυσκολίες πού συναντά, δηλαδή σωματικές αρρώστιες και πόνους, εξευτελισμούς και προσβολές από τούς ανθρώπους η διάφορους αόρατους πολέμους, πού κινούν εναντίον της ψυχής τα πονηρά πνεύματα, θέλοντας νά την οδηγήσουν σε χαύνωση και αμέλεια.
Αυτό γίνεται με οικονομία τού Θεού, πού παραχωρεί νά δοκιμαστεί ο καθένας μας με διάφορες θλίψεις, για νά φανούν εκείνοι πού τον αγαπούν με όλη τους την ψυχή, αν υπομένουν με γενναιότητα και ευχαρίστηση όλα όσα προξενούνται από τον πονηρό και δεν απομακρύνονται από την ελπίδα και την εμπιστοσύνη σ' Αυτόν, αλλά πάντα περιμένουν με πολλή πίστη και υπομονή νά λυτρωθούν από τις δοκιμασίες με τη βοήθεια της χάριτος. Μ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουν νά γλιτώσουν από κάθε πειρασμό και νά πετύχουν έτσι την εκπλήρωση της υποσχέσεως, αφού φάνηκαν κι αυτοί άξιοι της Βασιλείας με το ν' ακολουθήσουν τα ίχνη όλων των άγίων κάθε εποχής και του ίδιου τού Κυρίου, και έγιναν κοινωνοί όχι μόνο των παθημάτων τους αλλά και της δόξας τους (πρβλ. Β' Κορ. 1:7).
Παρατήρησε λοιπόν και δες, πώς από την αρχή όλοι οι πατέρες και οι πατριάρχες και οι προφήτες και οι
απόστολοι και οι μάρτυρες έτσι κατόρθωσαν νά ευαρεστήσουν το Θεό, περνώντας δηλαδή μέσα από το δρόμο των θλίψεων (και) των πειρασμών και υπομένοντας με καρτερικότητα και χαρά 'όλες τις δυσκολίες, χάρη στην ελπίδα της αναμενόμενης ανταμοιβής, όπως λέει και ή Γραφή: «Τέκνο, ει προσέρχη δουλεύειν Κυρίω Θεώ, έτοίμασον την ψυχήν σου εις πειρασμό' εύθυνον την καρδίαν σου και καρτέρησον» (Σοφ. Σειρ. 2:1-2) - αποβλέποντας, θέλει νά πει, στο Θεό και παίρνοντας δύναμη από την ελπίδα σ' Αυτόν. και ο απόστολος επίσης λέει: «ΕΙ δε χωρίς έστε παιδείας, ης μέτοχοι γεγόνασι πάντες, άρα νόθοι εστε και oύχ υιοί» (Εβρ. 12:8). και ο Κύριος μακαρίζει εκείνους πού αγωνίζονται γι' Αυτόν και βασανίζονται σκληρά - είτε φανερά από τούς ανθρώπους είτε κρυφά από τα πονηρά πνεύματα, τα όποία πολεμούν, όπως είπαμε, την ψυχή πού αγαπάει το Θεό και προκαλούν σ' αυτήν ποικίλες θλίψεις, για νά εμποδίσουν την είσοδό της στην (αιώνια) ζωή, αν (βέβαια την κάνουν νά) γλιστρήσει στην αμέλεια και την απελπισία. ΟΙ πειρασμοί, επομένως, δοκιμάζουν και ξεχωρίζουν τις ψυχές πού αγαπούν το Θεό από εκείνες πού δεν Τον αγαπούν, κι έτσι φανερώνουν ποίες εΙναι αξίες του Θεού και ποίες ανάξιές Του.
Κάθε ψυχή λοιπόν πού θέλει νά ευαρεστήσει το Θεό, ας κρατάει με γενναιότητα, πριν απ' Όλα, την υπομονή και την ελπίδα' κι έτσι θα μπορέσει νά σηκώσει και νά ξεπεράσει κάθε επίθεση και προσβολή του πονηρού. Γιατί ο Θεός, σε μία ψυχή πού ελπίζει σ' αυτόν και Τον περιμένει με υπομονή, δεν επιτρέπει νά πέσει σε τόσο μεγάλο πειρασμό, ώστε ν' απελπιστεί από ένα βάρος πού δεν μπορεί νά σηκώσει (βλ. Α' Κορ. 10:13). ούτε Όμως και ο πονηρός πειράζει και θλίβει την ψυχή Όσο θέλει, αλλά Όσο του επιτρέπει ο Θεός. Γιατί ξέρει Ο Πλάστης μας πόσο πρέπει νά μπει ή ψυχή σε δοκιμασία και πειρασμό, και τόσο μόνο επιτρέπει.
Του αββά 'Ισαάκ
Όταν θελήσεις νά κάνεις αρχή καλού έργου, πρώτα νά ετοιμάσεις τον εαυτό σου για την αντιμετώπιση των πειρασμών, πού πρόκειται νά έρθουν εναντίον σου. Γιατί ο εχθρός, όταν δει κάποιον ν' αρχίζει με θερμή πίστη μια θεάρεστη ζωή, συνηθίζει νά του επιτίθεται με διάφορους και φοβερούς πειρασμούς, ώστε νά δειλιά¬σει απ' αυτούς ο άνθρωπος και νά εγκαταλείψει την καλή του πρόθεση. Και παραχωρεί ο Θεός νά πέσει σε πειρασμό για νά χτυπήσεις επίμονα τη θύρα (του ελέους) Του και για νά ριζώσει μέσα στο νου σου, από το φόβο των θλίψεων, ή μνήμη Εκείνου, και για νά τον πλησιάσεις με τις προσευχές, ώστε ν' αγιαστεί έτσι ή καρδιά σου από την ακατάπαυστη ενθύμησή Του. Και όταν τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει. Και θα μάθεις έτσι, ότι ο Θεός ειναι αυτός πού σε λυτρώνει. Και τότε θα νιώσεις την παρουσία Εκείνου πού σ' έπλασε και σε δυναμώνει και σε προστατεύει. Γιατί ή σκέπη και ή πρόνοια του Θεού αγκαλιάζει όλους τούς ανθρώπους. Δεν γίνεται όμως ορατή παρά μόνο σ' εκείνους πού καθάρισαν τον εαυτό τους από την αμαρτία και ειναι συνεχώς προσηλωμένοι στο Θεό. Εξαιρετικά μάλιστα φανερώνεται σ' αυτούς ή βοήθεια και ή πρόνοια του Θεού, όταν μπουν σε μεγάλη δοκιμασία για χάρη της αλήθειας γιατί τότε την αισθάνονται πολύ καθαρά με την αίσθηση του νου.
Μερικοί, πού είδαν αυτή (τη βοήθεια) και με τα σωματικά τους μάτια, ανάλογα με τις δοκιμασίες, και διαπίστωσαν έτσι τη συμπαράσταση του Θεού, υποκινήθηκαν απ' αυτή σε γενναίες πράξεις, όπως μαθαίνουμε για τον Ιακώβ και τον Ιησού του Ναυή και τούς Τρεις Παίδες και Τον απόστολο Πέτρο και τούς άλλους αγίους, πού άθλησαν για το Χριστό. Σ' αυτούς (ή θεία βοήθεια) ήταν ολοφάνερη, έχοντας ανθρώπινη μορφή, δίνοντάς τους θάρρος και προετοιμάζοντάς τους για Τον αγώνα της ευσέβειας. Αλλά και στους πατέρες, πού έζησαν στην έρημο και έδιωξαν από κεί τούς δαίμονες και έγιναν κατοικητήριο αγγέλων, και σ' αυτούς παρουσιάζονταν συνεχώς οι άγιοι άγγελοι και με κάθε τρόπο τούς βοηθούσαν και τούς συμπαραστέκονταν σε όλα και τούς στήριζαν και τούς λύτρωναν από τούς πειρασμούς, πού οι άγριοι δαίμονες τούς προξενούσαν. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν απομακρύνεται ή βοήθεια του Θεού από τούς ανθρώπους πού ολοκληρωτικά αφιερώθηκαν στα έργα πού 'Εκείνος ευαρεστείται, αλλά βρίσκεται κοντά σε όλους όσοι τον επικαλούνται.
Του άγίου Μαξίμου
Λένε ότι για πέντε αιτίες παραχωρεί ο Θεός νά πολεμούμαστε από τούς δαίμονες. Και Πρώτη είναι, λένε, ν' αποκτήσουμε τη διάκριση της αρετής και της κακίας, καθώς μάς πολεμούν και τούς πολεμάμε. Δεύτερη, ν' αποκτήσουμε την αρετή με πόλεμο και κόπο, κι έτσι νά την έχουμε βέβαιη και σταθερή. Τρίτη, νά μην υψηλοφρονούμε, καθώς προοδεύουμε στην αρετή, αλλά νά μάθούμε νά ταπεινοφρονούμε. Τέταρτη, νά μισήσουμε τελείως την κακία, αφού τη γνωρίσουμε με τα παθήματά μας. Πέμπτη και κυριότερη απ' όλες, νά μην ξεχνάμε, αφού αποκτήσουμε την απάθεια, ούτε τη δική μας αδυναμία ούτε τη δύναμη 'Εκείνου πού μάς βοήθησε.
Από το Γεροντικό
Ένας αδελφός, πού πειραζόταν από τούς δαίμονες, πήγε σε κάποιον γέροντα και του φανέρωσε τούς πειρασμούς πού δοκίμαζε. και ο γέροντας του λέει:
Αδελφέ, νά μη σε φοβίζουν οι πειρασμοί πού σου συμβαίνουν, γιατί όσο βλέπουν οι εχθροί την ψυχή ν' ανεβαίνει και να ενώνεται με το Θεό, τόσο οργίζονται και λιώνουν από το φθόνο τους. Είναι, άλλωστε, αδύνατον νά μην παραβρίσκονται ο Θεός και οι άγγελοί Του, όταν ο άνθρωπος πειράζεται και ζητάει χέρι βοήθειας. Εσύ λοιπόν μη σταματάς νά σηκώνεις πάντα το βλέμμα σου προς Αυτόν και νά ζητάς τη βοήθειά Του με ταπείνωση, έχοντας συνάμα στο νου σου, κατά την ώρα του πειρασμού, την ακατα¬μάχητη δύναμη Εκείνου, τη δική μας αδυναμία και του εχθρού μας τη σκληρότητα. 'Έτσι σύντομα θα σε βοηθήσει ο Θεός.
Ό αββάς Ποιμήν είπε για τον αββά 'Ιωάννη Τον Κολοβό, ότι παρακάλεσε το Θεό και έφυγαν από πάνω του τα πάθη, κι έτσι ησύχασε. Πήγε λοιπόν σ' ένα γέροντα και του είπε: "Βλέπω τον εαυτό μου νά αναπαύεται (ψυχικά) και νά μην έχει κανένα πόλεμο". και ο γέροντας του λέει: "Πήγαινε και παρακάλεσε το Θεό να σου έρθει πάλι ο πόλεμος, γιατί με τούς πολέμους προκόβει ή ψυχή". Παρακάλεσε λοιπόν (το Θεό ο αββάς 'Ιωάννης νά ξαναγυρίσει ο πόλεμος), και ποτέ πια Δεν προσευχήθηκε νά του φύγει, αλλά έλεγε: "Κύριε, δώσε μου υπομονή στους πολέμους".
'Ένας γέροντας είπε: Αν μας συγχωρεί ο Θεός, μολονότι κάνουμε τόσα κακά, μακροθυμώντας απέναντί μας, Δεν θα μας βοηθήσει, πολύ περισσότερο, αν θελήσουμε νά κάνουμε τα καλά;

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Παρ Φεβ 21, 2014 9:30 am
από ΦΩΤΗΣ
ΙΔ. ΣΥΧΝΑ Η ΘΕΙΑ ΧΑΡΗ ΔΙΔΑΣΚΕΙ, ΜΕΣΩ ΑΠΛΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΝΤΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. ΟΙ ΤΑΠΕΙΝΟΙ ΚΑΤΑΔΕΧΟΝΤΑΙ ΝΑ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΥΧΑΙΟΥΣ.
Από το βίο του άγίου Έφραίμ
ΜΕΓΑΣ Έφραίμ, πού ήταν πάντα αφοσιωμένος σε θεϊκές σκέψεις και σχεδόν ακατάπαυστα είχε νοερά μπροστά στα μάτια του την ήμέρα της Κρίσεως και συνεχώς πενθούσε, «εμάκρυνε φυγαδεύων» κι αυτός, όπως ο ψαλμωδός, «και ηυλίσθη εν τη ερήμω» (Ψαλμ. 54:8), αποφεύγοντας κάθε θόρυβο και φασαρία και ζάλη της ζωής. Καθώς λοιπόν πήγαινε από τόπο σε τόπο, για νά ωφελήσει και νά οικοδομήσει ψυχές γιατί σ' αυτό τον κινούσε το Άγιο Πνεύμα άφησε κάποτε την πατρίδα του (Νίσιβη της Μεσοποταμίας) με εντολή του Θεού, όπως ο Αβραάμ (Γεν. 12:1), και ήρθε στην πόλη των Έδεσσηνων, τόσο για νά προσκυνήσει τα τίμια λείψανα (τού αποστόλου Θαδδαίου) και τούς ιερούς τόπους, όσο και για νά συναντήσει κάποιον λόγιο άνδρα, πού θα του έδινε καρπό γνώσεως. Γι' αυτό και παρακάλεσε το Θεό: "'Ιησού Χριστέ, Δέσποτα και Κύριε όλων, αξίωσέ με, μόλις θα μπω στην πόλη 'Έδεσσα, νά συναντήσω έναν τέτοιου άνδρα, πού θα είναι ικανός νά μιλήσει μαζί μου για την ωφέλεια και την οικοδομή της ψυχής μου".
Μετά από αύτή την προσευχή, καθώς βρισκόταν ήδη στην είσοδο της πόλης και περνούσε την πύλη της, ήταν συλλογισμένος και προσεκτικός και όλος φροντίδα, ψάχνοντας, θαρρείς, για το πώς θ' αντάμωνε εκείνον Τον άνθρωπο και τι θα Τον ρωτούσε και πιάν ωφέλεια θα κέρδιζε (από τη συνάντηση αυτή).
'Έτσι λοιπόν βάδιζε στην άκρη της πόλης, όταν ξαφνικά τον συναντάει μια γυναίκα, πού ήταν μάλιστα πόρνη. Αυτό πάντως ήταν από το Θεό, πού πολλές φορές, μυστικά και ανεξερεύνητα, οικονομεί (τις περιστάσεις, για νά πετύχει) από τα (φαινομενικά) αντίθετα πράγματα τα αντίθετά τους.
Ό ιερός Έφραίμ λοιπόν, αφού έτσι ανέλπιστα συνάντησε την πόρνη, στάθηκε αντίκρυ της και την κοίταζε κατάματα, όλος απο¬ρία, ενώ ή ψυχή του ήταν γεμάτη ένταση και ταραχή, επειδή όχι μόνο δεν είχε πραγματοποιηθεί ότι είχε ζητήσει από το Θεό, αλλά το εντελώς αντίθετο. Η γυναίκα πάλι, βλέποντάς τον νά την παρατηρεί τόσο επίμονα, ρίχνει κι αυτή επίμονη τη ματιά της επάνω του.
'Αρκετή ώρα κοιτάζονταν έτσι μεταξύ τους. Έπειτα ο μεγάλος (Έφραίμ) θέλησε νά την κάνει νά ντραπεί και ν' αποκτήσει τη σε¬μνότητα πού αρμόζει στις γυναίκες. και της λέει:
Τι λοιπόν, κυρά μου; Δεν κοκκινίζεις, έχοντας έτσι καρφωμένα τα μάτια σου επάνω μου; Μα εκείνη αποκρίθηκε:
Σε μένα όμως ταιριάζει νά σε βλέπω έτσι, γιατί έχω πλαστεί από σένα, από τη δική σου πλευρά. Εσύ, αντίθετα, δεν πρέπει νά κοιτάζεις εμένα, αλλά τη γη, από την όποία πλάστηκες.
Όταν ο Έφραίμ άκουσε αυτά τα εντελώς απροσδόκητα λόγια, και τη γυναίκα ευγνωμονούσε πολύ για την ωφέλεια (πού του χάρισε), αλλά και το Θεό ευχαριστούσε θερμά, πού πολλές φορές μπορεί νά μας ωφελήσει πολύ περισσότερο με γεγονότα και πρό¬σωπα πού δεν περιμένουμε, παρά με αλλά πού περιμένουμε.
Από το βίο του άγίου Παχωμίου
Ο μέγας Παχώμιος χαιρόταν πολύ, διαπιστώνοντας ότι ο μαθητής του Θεόδωρος, ήταν σε όλα συνετός, και όχι μόνο δεν είχε την (ανώριμη) σκέψη αλλά στήριζε στην άσκηση και άλλους, τούς πιο αδύνατους.
Καθώς λοιπόν είχαν συνήθεια νά συγκεντρώνονται όλοι (οι μοναχοί) κάθε βράδυ σ' ένα σημείο της μονής και ν' ακούνε τη διδαχή του μεγάλου (Παχωμίου), (κάποια φορά), όταν όλοι είχαν μαζευτεί γι' αυτό, προστάζει εκείνος το Θεόδωρο - νέον, όπως είπαμε, όχι πάνω από είκοσι χρόνων - νά κηρύξει στους αδελφούς το λόγο του Θεού. Κι αυτός αμέσως, χωρίς καμιά αντιλογία ή πρακοή, άνοιξε το στόμα του και τούς είπε πολλά ωφέλιμα.
Μερικοί όμως από τούς γεροντότερους, βλέποντας αυτό το πράγμα, δεν θέλησαν νά Τον ακούσουν. "Θα μας διδάξει αυτός ο αρχάριος;", είπαν μεταξύ τους. "Δεν θα Τον ακούσουμε!". Άφησαν λοιπόν τη σύναξη κι έφυγαν ο καθένας για το κελί του.
Όταν τέλειωσε ή διδασκαλία, ο μέγας (Παχώμιος) έστειλε και τούς κάλεσε. και μόλις ήρθαν, τούς ρώτησε:
Για ποίο λόγο αφήσατε το κήρυγμα και φύγατε για τα κελιά σας;
Καλά, αποκρίθηκαν, έβαλες ένα παιδί νά κάνει το δάσκαλο σε τόσους γέροντες, πού πέρασαν μια ζωή μέσα στο μοναστήρι; Όταν τούς άκουσε (ο όσιος), σκυθρώπιασε και αναστέναξε βαθιά.
Ξέρετε, είπε, από που άρχισαν να μπαίνουν τα κακά στον κόσμο;
Από πού; ρώτησαν εκείνοι. Από την υπερηφάνεια!
Εξαιτίας της «εξέπεσαν εκ τού ουρανού ο εωσφόρος, ο πρωί ανατέλλων» και «συνετρίβη εις την γην» (Ήσ. 14:12). Εξαιτίας της κατοίκησε μαζί με τα θηρία και ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ (Δαν. 4:25-30). Η μή¬πως δεν ακούσατε τι λέει ή Γραφή, ότι «ακάθαρτος παρά Θεώ πας ύψηλοκάρδιος» (Παροιμ. 16:5), και ότι «πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται και ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ. 14:11);
Επειδή λοιπόν δεν τα λογαριάσατε αυτά, νικηθήκατε από το διά¬βολο και χάσατε όλη σας την αρετή γιατί ή υπερηφάνεια είναι μη¬τέρα και αρχή όλων των κακών.
Φεύγοντας, Δεν απομακρυνθήκατε από το Θεόδωρο, αλλά χωριστήκατε από το Άγιο Πνεύμα, κα¬θώς στερηθήκατε το λόγο του Θεού. Είστε πραγματικά αξιολύπη¬τοι. πως Δεν καταλάβατε, ότι ο σατανάς ήταν πού σας παρακίνησε νά φτάσετε σ' αυτό (το κατάντημα); "Ω, τι παράδοξο! Ο Θεός «εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου» (Φιλιπ. 2:8) για μας, κι εμείς, αν και από τη φύση μας ταπεινοί, έχουμε έπαρση! Ο από τη φύση Του υψηλός και άπειρος, πού με το βλέμμα του και μόνο μπορεί νά κατακάψει τα πάντα, έσωσε τον κόσμο με την ταπείνωση. Κι εμείς, πού είμαστε χώμα και στάχτη και ακόμα πιο τιποτένιοι από αυτά, φουσκώνουμε από υπερηφάνεια, αγνοώντας ότι καταποντιζόμαστε έτσι στα κατάβαθα της γης. Δεν είδατε εμένα, με πόση προσοχή παρακολουθούσα (την ομιλία του Θεο¬δώρου); Σας βεβαιώνω, ότι εγώ πάρα πολύ ωφελήθηκα πού τον άκουσα. Γιατί δεν του επέτρεψα νά σας κηρύξει για νά σας δοκιμάσω, αλλά γιατί ήθελα κι εγώ ο ίδιος νά ωφεληθώ. Πόσο περισσότε¬ρο λοιπόν εσείς έπρεπε νά τον ακούσετε με πολλή ταπεινοφροσύνη; 'Αλήθεια σας λέω, ότι εγώ, ο εν Κυρίω πνευματικός πατέρας σας, ήμουν κρεμασμένος άπ' το στόμα του, σαν νά μη γνώριζα τη δεξιά και την αριστερή (στράτα). Σας λέω λοιπόν ενώπιον του Θεού, ότι, αν δεν δείξετε πολύ μεγάλη μετάνοια γι' αυτό το σφάλμα σας, ώστε νά σας συγχωρηθεί ή πτώση, θα χάσετε την ψυχή σας και τούτο γιατί, μετά από αυτή την τόσο κακή αρχή, δεν θα σταματήσετε, ώσπου νά φτάσετε στην έσχατη απόφαση της καταδίκης σας.
Με αυτά τα λόγια τούς νουθετούσε (ο όσιος) καυτηριάζοντας αρκετά το πάθος της υπερηφάνειας, κι έτσι γιάτρεψε αποτελεσματικά την (πνευματική) αρρώστια τους. Γιατί ήταν και σκληρός, οπότε χρειαζόταν, άλλά και ήπιος πάλι, όταν το καλούσε ή περίσταση, άλλοτε ελέγχοντας και άλλοτε παρακινώντας προς το αγαθό εκείνους πού αμάρταναν.
Από το βίο του άγίου Aρσενίoυ
Ο μέγας 'Αρσένιος ήταν άνθρωπος μεγάλης παιδείας, τόσο κοσμικής όσο και χριστιανικής. Θα μπορούσαμε νά πούμε πώς ξεπερνούσε όλους τούς συγχρόνους του σε πολυμάθεια και σε αρετή. Γι' αυτό και ο βασιλιάς Θεοδόσιος τον διάλεξε ανάμεσα σε όλους τούς τότε (μορφωμένους) ανθρώπους ως παιδαγωγό για τούς γιους
του Όνώριο και ' Αρκάδιο. Μολονότι όμως και τόσο μορφωμένος ήταν, αλλά και στη Σκήτη, όπου ασκήθηκε πολύ καιρό, απέκτησε ακόμα περισσότερη θεία γνώση, είχε τόσο μεγάλη ταπείνωση, πού δεν ντρεπόταν νά ρωτάει και τούς πιο απαίδευτους και νά παίρνει από αυτούς κάθε δυνατή ωφελεία.
Κάποτε ρωτούσε έναν Αιγύπτιο μοναχό και τού ζητούσε πληροφορίες γύρω από τούς λογισμούς. Κάποιος, πού τον είδε, παραξενεύτηκε από το γεγονός και ζήτησε νά μάθει την αιτία.
Δεν αρνούμαι, απάντησε εκείνος, πώς είμαι κάτοχος σημαντικής παιδείας. Ομολογώ όμως ότι δεν έχω μάθει ακόμα ούτε το αλφάβητο αυτού τού αμόρφωτου με τον υπαινιγμό εκείνον εννοούσε την κατά Θεό πράξη και γνώση.
Από το Γεροντικό
Ο αββάς Μακάριος έλεγε, πώς όταν ήταν νέος, επειδή κάποτε έπεσε σε ακηδία, βγήκε έξω από το κελί του, στην έρημο, με τον έξής λογισμό: Όποιον κι αν συναντήσεις, ρώτησέ τον κάτι πού θα σε ωφελήσει".
Βρήκε λοιπόν ένα παιδί πού ΄έβοσκε βόδια, και τού λέει:
Παιδί μου, πεινάω. τι νά κάνω; 'Έ, νά φας! αποκρίθηκε εκείνο. 'Έφαγα και πάλι πεινάω, είπε ο αββάς.
Νά ξαναφάς, τού λέει το παιδί. Πολλές φορές έφαγα, και όμως πεινάω πάλι. Τότε το παιδί Τον ρωτάει (με απλότητα):
Μήπως είσαι γάιδαρος, γέροντα, και γι' αυτό θέλεις όλο νά τρως; Ωφελημένος (απ' αυτό ο αβάς), σηκώθηκε κι έφυγε.
Ένας γέροντας είπε: Προτιμώ νά διδαχθώ παρά νά διδάξω.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Σάβ Φεβ 22, 2014 8:55 am
από ΦΩΤΗΣ
ΙΕ. ΝΑ ΜΗΝ ΑΝΤΙΛΕΓΟΥΜΕ ΕΡΙΣΤΙΚΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΠΩΣ ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΚΙΟ ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΕ ΟΛΑ ΝΑ ΥΠΟΧΩΡΟΥΜΕ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ.
Από το βίο του οσίου Συμεών του εν τη μάνδρα
ΟΤΑΝ ο (όσιος) Συμεών σοφίστηκε τον πρωτόγνωρο (για την εποχή του) τρόπο ασκήσεως πάνω στο στύλο και διαδόθηκε έντονα ή φήμη του παντού, οι ερημίτες πατέρες ξαφνιάστηκαν από το ασυνήθιστο και παράδοξο αυτό εγχείρημα. Του στέλνουν λοιπόν κάποιους με την εντολή νά τον επιπλήξουν για την περίεργη επινόησή του και νά του συστήσουν ν' ακολουθήσει χωρίς περιφρόνηση τον συνηθισμένο και δοκιμασμένο από τούς άγίους δρόμο, όπου βαδίζοντας τόσα πλήθη μακαρίων (ανδρών), ανέβηκαν ως τα επουράνια και κατοίκησαν σ' εκείνα τα αιώνια σκηνώματα. Έπειτα όμως, από φόβο μήπως η σκέψη (τού οσίου) ήταν θεάρεστη και εκείνοι αντιμετώπιζαν την υπόθεση ανθρώπινα, έδωσαν στους απεσταλμένους κι αυτή την παραγγελία: Αν μεν δουν τον άνδρα ν' αρνείται το θέλημά του και νά κατεβαίνει από κεί (πού είχε ανέβει, υπακούοντας σ' αυτούς), νά τον συγκρατήσουν αμέσως και νά τον προτρέψουν νά μείνει σταθερός στην απόφασή του. Γιατί έτσι θα θεωρούσαν ότι πρόκειται για θεία οικονομία, και δεν θα είχαν πια για το μέλλον το φόβο, ότι μια τέτοια αρχή δεν θα καταλήξει και σε καλό τέλος. Αν πάλι (ο όσιος) δυσφορούσε και δεν ανεχόταν ούτε λίγες συμβουλές (ν' ακούσει), αλλά πεισματικά και ασυλλόγιστα ακολουθούσε το δικό του θέλημα, τότε θα γινόταν οπωσδήποτε φανερό, έλεγαν, ότι βρίσκεται
μακριά από την ταπεινοφροσύνη όπότε ποιος δεν θα έλεγε ότι ο πονηρός του είχε βάλει αυτούς τούς λογισμούς; Σ' αυτή την περίπτωση πρόσταζαν (οι πατέρες τούς απεσταλμένου ς τους) νά τον τραβήξουν κάτω και νά τον κατεβάσουν από το στύλο ακόμα και με τη βία.
Φτάνοντας λοιπόν οι απεσταλμένοι με τέτοια εντολή στον πατέρα της ταπεινοφροσύνης και της υπακοής Συμεών, κυριεύθηκαν από σεβασμό απέναντί του μόλις κιόλας τον είδαν και τον χαιρέτησαν. Δεν μπορούσαν ούτε νά τον κοιτάξουν στο πρόσωπο. Όμως, για την εντολή των πατέρων πού τούς έστειλαν και γι' αυτό καθεαυτό το καλό της εκπληρώσεως της, του λένε χωρίς περιστροφές όλα όσα τούς είχαν πει εκείνοι. Και ο αληθινά πράος και ταπεινός στην καρδιά (Συμεών), δέχθηκε με πραότητα την επιτίμηση τους. Δεν αντιμίλησε δεν αγανάκτησε' δεν τη συζήτησε δεν είπε τίποτα, ούτε πολλά ούτε λίγα. Απεναντίας μάλιστα, αφού δέχθηκε την επιτίμηση με ιλαρό βλέμμα και χαμηλωμένα μάτια, έκανε νά κατέβει από το στύλο, ευχαριστώντας το Θεό και ευγνωμονώντας τούς πατέρες για τη φροντίδα τους. 'Αμέσως τότε οι απεσταλμένοι τον σταματούν και του φανερώνουν την κρίση των πατέρων. Ύστερα, αφού ευχήθηκαν στο Συμεών νά μείνει μόνιμα και σταθερά πάνω στο στύλο, νά έχει καλό τέλος και (ν' αξιωθεί) με ασφάλεια την ανάπαυση από τούς συνεχείς κόπους του, αναχώρησαν.
ΕΝΑΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΙΠΕ.
Ή φιλονικία παραδίνει τον άνθρωπο στην οργή. Η οργή τον παραδίνει στην τύφλωση. Και ή τύφλωση τον οδηγεί στη διάπραξη κάθε κακού.
Ό αββάς Άμμωνας ρωτήθηκε, ποία εΙναι ή «στενή και τεθλιμμένη» οδός (Ματθ. 7:14). και αποκρίθηκε:
Ή «στενή και τεθλιμμένη» οδός εΙναι το νά υποτάσσει κανείς τούς λογισμούς του και νά χάσει, για χάρη του Θεού, τα θελήματά του. Αυτό σημαίνει, άλλωστε, και το «ιδού ημείς αφήκαμε πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι» (Ματθ. 19:27).
Ο αββάς Αλώνιος είπε:
Αν Δεν γκρέμιζα συθέμελα ολόκληρο (το οικοδόμημα του θελήματός μου), Δεν θα μπορούσα νά οικοδομήσω (πνευματικά) Τον εαυτό μου. "Αν δηλαδή Δεν εγκατέλειπα κάθε τι, πού, από το δικό μου θέλημα, μου φαινόταν καλό, δεν θα μπορούσα ν' αποκτήσω τις αρετές.
Ένας αδελφός ρώτησε Τον αββά Ποιμένα:
Πως πρέπει νά είμαι στον τόπο πού κατοικώ;
Όπου κι αν βρίσκεσαι, αποκρίθηκε, νά έχεις τη συναίσθηση πώς είσαι πάροικος (δηλαδή ξένος, χωρίς δικαιώματα). Έτσι δεν θα ζητήσεις (ποτέ) νά εΙναι πρώτος ο λόγος σου, και θα είσαι αναπαυμένος (ψυχικά).
Είπε πάλι (ο αββάς Ποιμήν):
Νά μην ικανοποιήσεις (ποτέ) το θέλημά σου. Απεναντίας, αυτό πού χρειάζεται ειναι νά ταπεινώνεσαι μπροστά στον αδελφό σου.

Ένας από τούς πατέρες είπε την έξης παραβολή για την ταπεινοφροσύνη:
Είπαν (κάποτε) οι κέδροι στα καλάμια: "Πώς εσείς, μολονότι είστε ασθενικά και αδύνατα, δεν σπάτε το χειμώνα, ενώ εμείς, αν και είμαστε τόσο μεγάλοι, συντριβόμαστε ή και ξεριζωνόμαστε κμιά φορά;".
Και τα καλάμια αποκρίθηκαν: "'Εμείς, όταν έρθει ο χει¬μώνας και φυσήξουν οι άνεμοι, γέρνουμε με τούς ανέμους πότε από δω και πότε από κεί γι' αυτό και δεν σπάμε.
Εσείς όμως κινδινεύετε, επειδή αντιστέκεστε στους ανέμους
Και (μετά απ' αυτή την παραβολή) είπε (συμπερασματικά) ο γέροντας:
Πρέπει (λοιπόν) νά υποχωρούμε όταν μας προσβάλλουν και νά δίνουμε «τόπον τη oργή» (Ρωμ. 12:19):Νά μην ερχόμαστε σε σύγκρουση ούτε νά πέφτουμε σε κακούς λογισμούς ούτε νά λογο¬μαχούμε και νά δημιουργούμε ζητήματα.
Δύο γέροντες ζούσαν μαζί πολλά χρόνια, και ποτέ δεν μάλωσαν
Είπε λοιπόν (κάποτε) ο ένας στον άλλον: Ας μαλώσουμε κι εμείς μια φορά, όπως οι άνθρωποι.
Μα Δεν ξέρω πώς γίνεται το μάλωμα, απάντησε ο άλλος.
Νά, είπε ο πρώτος, θα βάλω μια μικρή πλίθα στη μέση, και θα λέω πώς είναι δική μου. 'Εσύ πάλι θα λες ότι δεν είναι δική μου, αλλά δική σου. Και έτσι θα γίνει ή αρχή.
Έβαλε λοιπόν στη μέση την πλίθα και είπε στον άλλον:
Αυτή ειναι δική μου. 'Όχι, είπε αυτός, δική μου (είναι). 'Έ, αν είναι δική σου, πάρε την και πήγαινε, αποκρίθηκε ο πρώτος και έφυγαν, χωρίς νά μπορέσουν νά μαλώσουν.
Του άγίου Εφραίμ.
ΑΝ κατοικείς μαζί με (άλλους) αδελφούς, μη θέλεις νά τούς διατάζεις αλλά μάλλον νά είσαι ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ.
γι' αυτούς στα καλά έργα (πρβλ. Τίτ. 2:7), κάνοντάς τους υπακοή σ' αυτά πού σου λένε. "Αν όμως παρουσιαστεί ανάγκη νά μιλήσεις, πες (την αποψή σου) σαν νά δίνεις μια ταπεινή συμβουλή. " Αν πάλι ένας άλλος αδελφός φέρει αντίρρηση σ' αυτά πού εσύ λες, νά μην ταραχθείς, αλλά νά εγκαταλείψεις το θέλημά σου για χάρη της αγάπης και της ειρήνης και ν' απαντήσεις με πραότητα σ' εκείνον πού σου έφερε αντίρρηση: 'Εγώ, ευλογημένε, μίλησα σαν απλοϊκός άνθρωπος, επειδή έτσι σκέφτηκα και συγχώρεσέ με, γιατί μίλησα ενώ είχα άγνοια (του ζητήματος) γι' αυτό ας γίνει όπως είπες εσύ", και μ' αυτόν τον τρόπο θα φύγει άπρακτος και ντροπιασμένος ο διάολος, πού υποκινεί τις ταραχές. Γιατί το νά φιλονικεί κανείς και νά υποστηρίζει το δικό του θέλημα ξεσηκώνει ταραχές και θυμό δύσκολο γιατρευτώ. Και ο θυμός, λέει (ή Γραφή), «εν κόλπω αφρόνων αναπαύσετε» (ΕΚΚΛ. 7:9). και (αλλού) πάλι: «Ή ροπή τού θυμού αυτού πτώσης αυτώ» (Σοφ, Σειρ. 1:22). Γι' αυτό και ο απόστολος παραγγέλλει: «Δούλον Κυρίου ου δει μάχεσθαι» (Β' Τιμ. 2:24).
Άντιόχου του Πανδέκτη
Ο εριστικός άνθρωπος όχι μόνο με τούς συγγενείς του δεν ειρηνεύει ποτέ, μα ούτε και με τούς ξένους. Γιατί, θέλοντας νά ικανοποιήσει τον εριστικό του λογισμό, πάντα καταφεύγει σε ραδιουργίες και συνεχώς οργίζεται, αλλά και τούς άλλους ταράζει, και φτάνει έτσι νά γίνεται αντιπαθητικός σε όλους. ΕΙναι γραμμένο σχετικά ατή Γένεση, ότι ο Ήσαύ πήρε γυναίκες αλλόφυλες, πού μάλωναν με τον 'Ισαάκ και τη Ρεβέκκα (26:35), Γι' αυτό είπε ή Ρεβέκκα στον 'Ισαάκ: «Προσώχθικα τη ζωή μου διά τάς θυγατέρας των υιών Χέτ» (27:46). αυτό το χωρίο φανερώνει, ότι τα μαλώματα ταιριάζουν στους άθεους και όχι στους πιστούς και ευσεβείς. Γιατί οι αληθινοί χριστιανοί και μαθητές τού Χριστού μιμούνται Τον Κύριο και Διδάσκαλό τους, για τον όποίο ήταν γραμμένο, ότι δεν θα φιλονικήσει ούτε θα φωνάξει ούτε θ' ακούσει κανείς τη φωνή του στις πλατείες (Ματθ. 12:19. πρβλ. Ησ. 42:2), και αυτοί δεν προσπαθούν νά λύσουν οποιοδήποτε ζήτημα με μαλώματα και λογομαχίες, αλλά με την υπομονή και την προσευχή και την υπακοή και τη μονολόγιστη ελπίδα (δηλαδή αυτή πού αποβλέπει μόνο στον Κύριο, χωρίς νά ταλαντεύεται). Δεν θέλουν ποτέ νά επιβάλουν το λόγο τους ούτε νά ικανοποιήσουν το θέλημά τους, όπως άλλωστε είπε και ο Κύριος: «_ Ήλθον ουχ ίνα ποιώ το θέλημα το εμόν, Αλλά το θέ¬λημα του πέμψαντός με Πατρός» (πρβλ. Ίω. 6:38-39).
Του αββά Ησαΐα
"Αν κατοικείς μαζί με άλλον αδελφό και θέλεις νά γίνει κάτι, ο αδελφός όμως αυτός δεν θέλει, τότε, για νά μη μαλώσετε και τον λυπήσεις, νά υποτάξεις σ' εκείνον το θέλημά σου. Νά είσαι απέναντι στον αδελφό σου σαν φιλοξενούμενός του. Νά μην τον προστάξεις για κανένα πράγμα και νά μη θελήσεις νά τον εξουσιάζεις. "Αν σου επιβάλει κάτι πού δεν θέλεις, πολέμησε το θέλημά σου ώσπου νά εκτελέσεις την προσταγή, για νά μην τον στενοχωρήσεις, νά μη χάσεις τη συστολή σου απέναντί του και νά μη διαταράξεις την ειρηνική σας συμβίωση. "Αν, λ.χ., σου πει, "ψήσε μου τίποτα", εσύ πες του: "τι θέλεις νά σου κάνω;". και αν σ' αφήσει στη διάθεσή σου, λέγοντας (Κάνε) ότι θέλεις", τότε ετοίμασε του ότι σας βρίσκεται με φόβο Θεού.
"Αν θελήσετε νά πάτε σε καμιά μικρή εργασία, νά μην περι¬φρονήσει ο ένας τον άλλο και βγει μόνος, αφήνοντας στο κελί τον αδελφό του νά ελέγχεται από τη συνείδησή του, αλλά άς τού πει με αγάπη: "Θέλεις νά πάμε (μαζί);". και αν δει ότι ο αδελφός του δεν έχει διάθεση την ώρα εκείνη ή ειναι σωματικά άρρωστος, άς μη λογομαχήσει, (λέγοντας λ.χ.) ότι "Τώρα πρέπει νά φύγουμε", αλλά άς αναβάλει (την εργασία) για λίγο και άς γυρίσει στο κελί του με φιλευσπλαχνία. Πρόσεχε, νά μην έρθεις σε αντίθεση με τον αδελφό για οτιδήποτε, για νά μην τον λυπήσεις.
Αν μένεις (μόνιμα) με κάποιον ή φιλοξενείσαι (κοντά του) και πάρεις από αυτόν μίαν εντολή, πρόσεξε, για το Θεό, νά μην την καταφρονήσεις και την αθετήσεις, είτε κρυφά είτε φανερά.
Όπως υποτάσσεται το ζώο στον άνθρωπο, έτσι πρέπει και -καθε άνθρωπος νά υποτάσσεται στον πλησίον του για χάρη του Θεού. Και όπως το ζώο δεν έχει δικό του θέλημα ούτε γνώση, έτσι πρέπει νά κάνω κι εγώ όχι μόνο μ' εκείνον πού συμφωνεί αλλά και μ' εκείνον πού διαφωνεί μαζί μου, και νά υποτάξω τη γνώση μου στον ανίδεο και το θέλημά μου στον ασύνετο. Και τότε εΙναι πού θα γνωρίσω πραγματικά τον εαυτό μου και θα καταλάβω τι με βλάπτει. Γιατί εκείνος πού έχει πεποίθηση στην αρετή του και επιμένει στο θέ¬λημά του, δεν μπορεί νά αποφύγει την έχθρα ούτε ν' αναπαυθεί(ψυχικά) ούτε νά δει σε ποία σημεία υστερεί. Και όταν (ή ψυχή του) βγει από το σώμα, εΙναι δύσκολο νά βρει έλεος (από το Θεό).
Ό Θεός, περισσότερο απ' όλες τις άλλες αρετές, ζητάει από τον άνθρωπο τούτο: Νά ταπεινώνεται και νά υποτάσσεται στον πλησίον σε όλα.
'Εκείνα πάλι πού γεννούν τη φιλονικία εΙναι τα έξης: ή πολυλογία, ή μεταφορά στον καθένα λόγων πού του αρέσουν, ή παρρησία, ή δολιότητα και το νά θέλει κανείς νά επικρατεί ο λόγος του. Αυτά (κυρίως) εΙναι πού οδηγούν στη φιλονικία, και ή ψυχή εκείνου πού τα έχει εΙναι κατοικητήριο όλων των παθων.
Του αββά Μάρκου
Μην προσπαθείς νά λύσεις κάποιο δύσκολο πρόβλημα η (νά ξεδιαλύνεις) ένα ζήτημα της Γραφής με φιλονικία, αλλά με τα μέσα πού επιβάλλει ο πνευματικός νόμος, δηλαδή με την υπομονή, την προσευχή και την αταλάντευτη προς το Θεό ελπίδα.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Κυρ Φεβ 23, 2014 12:08 pm
από ΦΩΤΗΣ
ΙΣ. ΟΛΑ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. ΓΙΑ ΑΥΤΟ Ο ΠΙΣΤΟΣ ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΤΗΝ ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΟΥ ΤΟΥ, ΑΛΛΑ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ.
Από το Γεροντικό
ΕΝΑΣ γέροντας είπε: Αν αρρωστήσεις και ζητήσεις από κάποιο νά σου δώσει ένα πράγμα πού χρειάζεσαι, και δεν σου το δώσει, μη γογγύσεις εναντίον του, αλλά πες: ""Αν ήμουν άξιος νά το πάρω, θα πληροφορούσε ο Θεός τον αδελφό νά μου το προσφέρει σαν ελεημοσύνη" .
Είπε πάλι (ο ίδιος):
Αν σε κρατήσουν (κάπου) για τραπέζι και σε βάλουν στην πιο ασήμαντη θέση, νά μη γογγύσει ο λογισμός σου
(εναντίον εκείνων πού σε φιλοξενούν), αλλά νά λες: "Ούτε κι εδώ ήμουν άξιος (νά καθίσω)". Γιατί πρέπει νά ξέρεις, ότι καμιά θλίψη Δεν έρχεται στον άνθρωπο, παρά μόνο «άνωθεν», από το Θεό, είτε για νά δοκιμαστεί είτε εξαιτίας των αμαρτιών του. και όποιος δεν έχει αυτή την πεποίθηση, δεν πιστεύει ότι ο Θεός είναι δίκαιος κριτής.
Ο αββάς 'Ισίδωρος είπε:
Η σύνεση των άγίων είναι τούτη, το ότι απέκτησαν επίγνωση του θελήματος τού θεού.

Γιατί όλα τα νικάει ο άνθρωπος με την υπακοή στην αλήθεια, αφού είναι εικόνα και ομοίωμα τού θεού. 'Απ' όλα τα πάθη, πάλι, το φοβερότερο είναι νά ακολουθεί κανείς την καρδιά του, νά υπακούει δηλαδή στο θέλημά του και όχι ατό νόμο του θεού. Αυτό (το πάθος) στην αρχή μεν δείχνει ότι αναπαύει κάπως (ψυχικά) τον άνθρωπο, ύστερα όμως τον οδηγεί στην κατάθλιψη, επειδή αγνόησε το μυστήριο της θείας οικονομίας και δεν βρήκε το δρόμο τού θεού, για νά Τον ακολουθήσει.
Του αββα Ησαΐα
Αδελφέ, αν συναντήσεις κάποια δυσκολία είτε στα έργα σου είτε στα λόγια σου είτε (ακόμα και) στις σκέψεις σου, νά μη ζητάς καθόλου το θέλημά σου ούτε την ευκολία σου, αλλά φρόντιζε ν' ανακαλύπτεις (ποίο είναι) ακριβώς το θέλημα τού θεού, και αυτό να κάνεις στην εντέλεια, έστω κι αν φαίνεται πώς θέλει κόπο, πιστεύοντας με όλη σου την καρδιά, ότι αυτό σε συμφέρει περισσότερο από κάθε ανθρώπινη σύνεση. Γιατί ή (κάθε) εντολή τού θεού είναι (δοσμένη για νά μας εξασφαλίσει την) αιώνια ζωή, και όσοι την επιζητούν Δεν θα στερηθούν κανένα αγαθό.
Του αββά Μάρκου
Μερικοί ονομάζουν συνετούς εκείνους πού μπορούν νά διακρίνουν (και νά αναλύουν) τα αισθητά πράγματα. Συνετοί όμως είναι εκείνοι, πού εξουσιάζουν τα θελήματά τους.
'Εκείνος πού δεν εγκαταλείπει το θέλημά του για χάρη τού θελήματος του θεού, πεδικλώνεται στα δικά του έργα και γίνεται υποχείριος των εχθρών (δαιμόνων).
Όταν θέλεις νά βρεις λύση σε πρόβλημα περίπλοκο, ψάξε γι' αυτό, τι αρέσει στο θεό, και θα βρεις τη λύση του την ωφέλιμη.

Σ' εκείνα τα πράγματα πού ευαρεστείται ο Θεός, σ' αυτά και όλη ή κτίση υπηρετεί. Σ' εκείνα πού ο Θεός αποστρέφεται, και ή κτίση αντιστέκεται.
'Εκείνος πού αντιστέκεται στα λυπηρά συμβάντα, πολεμάει, χωρίς νά το γνωρίζει, την προσταγή του Θεού. 'Απεναντίας, εκείνος πού τα δέχεται με ξεκάθαρη γνώση (της αιτίας και της προελεύσεώς τους), αυτός, κατά τη Γραφή, υπομένει Τον Κύριο (Ψαλμ. 26:14).
Όταν σου έρθει πειρασμός, μη ζητάς (νά μάθεις) γιατί η από ποιόν έχει έρθει, αλλά (ζήτησε) νά Τον υπομείνεις με ευχαρίστηση και χωρίς μνησικακία.
Του άγίου Διαδόχου
Όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι «κατ' εικόνα» του Θεού. το «καθ' ομοίωσιν» (Γεν. 1:26-27) όμως το έχουν μόνο εκείνοι, πού με πολλή αγάπη υποδούλωσαν την ελευθερία τους στο Θεό' γιατί όταν δεν ανήκουμε στους εαυτούς μας, τότε είμαστε όμοιοι μ' 'Εκείνον, πού μας συμφιλίωσε με Τον εαυτό Του μέσω της αγάπης.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Δευ Φεβ 24, 2014 8:20 pm
από ΦΩΤΗΣ
ΙΖ. Η ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΚΑΤΑΝΙΚΗΤΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΕΣ. ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ και ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ.
Από το Βίο της άγίας Συγκλητικής
Η ΜΑΚΑΡΙΑ Συγκλητική έλεγε, ότι ή ταπεινοφροσύνη είναι τόσο μεγάλη (αρετή), ώστε ο διάβολος, ενώ μπορεί όλες σχεδόν τις αρετές νά τις μιμείται, αυτήν ούτε πού ξέρει καν τι είναι. Γι' αυτό και ο απόστολος Πέτρος, γνωρίζοντας πόση ασφάλεια και σταθερότητα εξασφαλίζει αυτή (στην πνευματική ζωή), μας προτρέπει νά δεθούμε μαζί της (Βλ. Α' Πετρ. 5:5), έτσι πού νά την έχουμε, θα λέγαμε, αναπόσπαστη (από Τον εαυτό μας), και νά δένουμε γερά μ' αυτή και νά συγκρατούμε όλες τις άλλες αρετές. Γιατί όπως ακριβώς είναι αδύνατον νά κατασκευαστεί πλοίο χωρίς καρφιά, έτσι είναι ακατόρθωτο νά σωθεί κανείς χωρίς ταπεινοφροσύνη. Βλέπεις και Τον ύμνο των Τριών Παίδων; Πώς δηλαδή, ενώ δεν αναφέρθηκαν και πολύ στις άλλες αρετές, ενώ δεν έκαναν λόγο για τούς Αγνούς η τούς ακτήμονες, απαρίθμη¬σαν όμως ανάμεσα στους υμνητές (του Κυρίου) τούς ταπεινούς. (Δαν., 'Ύμνος Τριών Παίδων: 64); Άλλά και ο Κύριος, εκπληρώνοντας το προαιώνιο σχέδιο Του για μας, αυτήν (την ταπεινοφροσύ¬νη) ενδύθηκε: «Μάθετε», λέει, «απ' εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ΕΥΡΗΣΕΤΕ ανάπαυσιν ταίς ψυχαίς υμών»(Ματθ. 11:29). αρχή και τέλος λοιπόν (όλων) των αγαθών άς είναι για σένα ή ταπεινοφροσύνη.

Από το Γεροντικό
Ο αββάς 'Επιφάνιος έλεγε:
Η Χαναναία φωνάζει και ακούεται (από το Θεό) (Ματθ. 15:22-28). Η αιμορροούσα σωπαίνει και μακαρίζεται (Μαρκ. 5:25-34). ο τελώνης δεν ανοίγει καν το στόμα του και εισακούεται. Και ο Φαρισαίος κραυγάζει και κατακρίνεται (Λουκ.18:9-14).
Ρώτησαν Τον αββά Λογγίνο:
Ποία αρετή είναι ή μεγαλύτερη απ' όλες; και απάντησε:
Σκέφτομαι, ότι, όπως ή υπερηφάνεια είναι το μεγαλύτερο απ' όλα τα πάθη, αφού και από Τον ουρανό μπόρεσε νά ρίξει κάποιους, (δηλαδή Τον Εωσφόρο και το τάγμα του), έτσι και ή ταπεινοφροσύνη είναι ή μεγαλύτερη απ' όλες τις αρετές γιατί κι απ' αυτά τα τάρταρα μπορεί ν' ανεβάσει έναν άνθρωπο, ακόμα κι αν είναι αμαρτωλός σαν δαίμονας. Νά γιατί ο Κύριος πριν απ' όλους μακαρίζει τούς «πτωχούς τω Πνεύματι», (δηλαδή τούς ταπεινούς) (Ματθ. 5:3).
Ένας γέροντας είπε:
Προτιμώ ήττα πού θα συνοδεύεται από ταπεινοφροσύνη, παρά νίκη πού θα συνοδεύεται από υπερηφάνεια.
Ένας (άλλος) γέροντας είπε:
Πολλές φορές ή ταπείνωση έσωσε πολλούς, και μάλιστα άκοπα. Κι αυτό το αποδεικνύουν ο τελώνης και ο άσωτος υιός, πού είπαν μόνο λίγα λόγια και σώθηκαν (βλ. Λουκ. 18:13.15:21).
Ο αββάς Ησαΐας είπε:
Περισσότερο απ' όλα έχουμε ανάγκη από την ταπεινοφροσύνη. Γι' αυτό άς είμαστε πάντα έτοιμοι, σε κάθε λόγο πού ακούμε Τι εργασία (πού κάνουμε), νά λέμε (στον πλησίον) Συγχώρεσε με.
Ένας γέροντας είπε:
Όποιος έχει ταπείνωση, ταπεινώνει τούς δαίμονες και όποιος Δεν έχει ταπείνωση, χλευάζεται από τούς δαίμονες.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
Γιατί χτυπιόμαστε τόσο πολύ από τούς δαίμονες;
Επειδή πετάμε τα όπλα μας, απάντησε εκείνος εννοώ την ατιμία, την ταπείνωση, την ακτημοσύνη και την υπομονή.
Μια φορά ήρθαν κάποιοι στη ΘΗΒΑΙΔΑ, σ' ένα γέροντα, και του έφεραν ένα δαιμονισμένο για νά τον θεραπεύσει. και ο γέροντας, (μολονότι αρχικά δεν δεχόταν, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο, τελικά), επειδή πολύ τον παρακάλεσαν, λέει στο δαίμονα: Βγές από το πλάσμα του Θεού!
Βγαίνω, αποκρίθηκε ο δαίμονας. Αλλά σε ρωτάω ένα πράγμα, και απάντησέ μου: Ποιοι είναι τα «ερίφια» και Ποιοι τα«πρόβατα» (Ματθ. 25:31-33); Τα «ερίφια» είμαι εγώ, απάντησε ο γέροντας. "Όσο για τα πρόβατα», ο θεός τα γνωρίζει. Μόλις άκουσε (αυτά τα λόγια) ο δαίμονας, κραύγασε: Νά, για την ταπείνωσή σου βγαίνω! Και βγήκε (από Τον άνθρωπο) την ίδια ώρα.

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσιεύτηκε: Τρί Φεβ 25, 2014 8:08 pm
από ΦΩΤΗΣ
ΙΗ. ΓΝΩΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΤΑΠΕΙΝΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΚΑΤΑΚΡΙΝΕΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ ΚΙ ΝΑ ΘΕΩΡΕΙ ΠΩΣ ΔΕΝ ΑΞΙΖΟΥΝ ΤΙΠΟΤΕ ΤΑ ΚΑΛΑ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ. ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΑΡΠΟΙ ΤΗΣ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΣ.

Από το Γεροντικό
Ο ΑΒΒΑΣ Αντώνιος είπε:
Είδα όλες τις παγίδες του διαβόλου απλωμένες πάνω στη γη, κι αναστενάζοντας είπα "ποιος άραγε τις
περνάει (χωρίς νά παγιδευτεί); Και άκουσα μία φωνή νά μου λέει: "Η ταπεινοφροσύνη!" .
Ό ίδιος είπε στον αββάς Ποιμένα:
Το έργο του ανθρώπου εΙναι τούτο: Νά παίρνει επάνω του την ευθύνη για το (κάθε) σφάλμα του ενώπιον του Θεού και νά περιμένει πειρασμό ως την τελευταία του πνοή.
Ό αββάς 'Ιωάννης ο Θηβαίος είπε:
Πάνω απ' όλα ο άνθρωπος πρέπει ν' αποκτήσει την ταπεινοφροσύνη.
Γιατί αυτή εΙναι ή πρώτη προτροπή (των μακαρισμών) του Σωτηρος, πού λέει: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν ή βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5:3).
Ό αββάς Ευάγριος είπε:
Γιατί με την ταπεινοφροσύνη καταστρέφονται όλα τα (πονηρά έργα) τού εχθρού.
Ή αμμά Θεοδώρα έλεγε, πώς ούτε ή άσκηση ούτε ή κακουχία ούτε οι οποιοιδήποτε κόποι σώζουν (Τον άνθρωπο), παρά μόνο ή γνήσια ταπεινοφροσύνη. (και για επιβεβαίωση διηγιόταν το έξης:)
Ήταν κάποιος αναχωρητής, πού έδιωχνε τούς δαίμονες. και τούς εξέταζε, για νά μάθει με ποιόν τρόπο βγαίνουν (από τον άνθρωπο). "με τη νηστεία;", τούς ρωτούσε. "'Εμείς ούτε τρώμε ούτε πίνουμε", απαντούσαν εκείνοι. "με την αγρυπνία;". "'Εμείς Δεν κοιμόμαστε καθόλου", έλεγαν. "με την αναχώρηση (από τον κόσμο);". "'Εμείς ζούμε στις ερήμους", αποκρίνονταν. Επειδή ο γέροντας επέμενε και έλεγε, "με ποιόν λοιπόν τρόπο βγαίνετε;", εκείνοι ομολόγησαν: "Τίποτα Δεν μας νικάει, παρά μόνο ή ταπεινοφροσύνη".
Ό άββας Σισώης έλεγε, ότι ο δρόμος πού οδηγεί στην ταπεινοφροσύνη είναι ή εγκράτεια, ή αδιάλειπτη προσευχή στο Θεό και ο αγώνας νά βάζουμε Τον εαυτό μας πιο κάτω από κάθε άνθρωπο.
Ένας αδελφός ρώτησε Τον αββά Κρόνιο:
Με ποιόν τρόπο φτάνει ο άνθρωπος στην ταπεινοφροσύνη; - με το φόβ0 τού Θεού, απάντησε ο γέροντας.
Και με ποιόν τρόπο φτάνει στο φόβο τού Θεού; Ξαναρώτησε ο αδελφός. Κατά τη γνώμη μου, είπε ο γέροντας
με το νά περιμαζέψει τον εαυτό του από κάθε περισπασμό και με το νά καταβάλλει σωματικούς κόπους
και με το νά θυμάται, όσο μπορεί, την έξοδο (της ψυχής του) από το σώμα και την κρίση του Θεό.
Η αρχή της σωτηρίας του ανθρώπου βρίσκεται στην αυτοκαταδίκη του.
Ήρθε κάποτε ο μακάριος Θεόφιλος, ο αρχιεπίσκοπος, στο όρος της Νιτρίας.
Ο αββάς (δηλαδή ο πνευματικός πατέρας των μοναχών) του όρους τον επισκέφθηκε και του λέει ο αρχιεπίσκοπος:
Τι περισσότερο βρήκες σ' αυτόν το δρόμο, πάτερ;
Το νά θεωρώ πάντα τον εαυτό μου φταίχτη και νά τον καταδικάζω, απάντησε ο γέροντας.
(Πράγματι), είπε ο αρχιεπίσκοπος, άλλος δρόμος απ' αυτόν δεν υπάρχει.
ο αββάς 'Ιωάννης ο Κολοβός είπε:
Η ταπεινοφροσύνη και ο φόβος του Θεού ειναι πάνω απ' όλες τις αρετές.
Είπε πάλι (ο ίδιος): Αφήσαμε το ελαφρύ φορτίο, δηλαδή την αυτομεμψία, και σηκώσαμε το βαρύ, δηλαδή την αυτοδικαίωση.
Ο αββάς Λογγίνος είπε:
Όπως ακριβώς ο νεκρός δεν αισθάνεται τίποτα ούτε κρίνει κανέναν, έτσι και ο ταπεινός δεν μπορεί νά κρίνει άνθρωπο, έστω κι αν τον δει νά προσκυνάει τα είδωλα.
Ο άββάς Ματώης είπε:
Όσο ο άνθρωπος πλησιάζει στο Θεό, τόσο περισσότερο βλέπει Τον εαυτό του αμαρτωλό.
Ένας αδελφός παρακάλεσε Τον αββά Ματώη: - πες μου λόγο (ωφέλιμο).
Πήγαινε, του είπε εκείνος, νά ζητήσεις από το Θεό καρδιακό πένθος και ταπείνωση. Νά κοιτάζεις πάντα τις δικές σου αμαρτίες. Νά μην κρίνεις τούς άλλους, αλλά νά βάζεις τον εαυτό σου κάτω απ' όλους. Νά κόψεις την ελευθεροστομία. Νά συγκρατείς τη γλώσσα και την κοιλιά σου. και αν κανείς μιλήσει για οποιοδήποτε πράγμα, μη φιλονικήσεις μαζί του' αλλ' αν μιλήσει σωστά, πες του, "Ναι". αν πάλι δεν μιλήσει σωστά, πες του, "'Εσύ ξέρεις πώς μιλάς", και μη λογομαχήσεις για όσα είπε. Αυτό είναι ταπείνωση.
Ό άββάς Ξάνθιος είπε:
Ο σκύλος είναι καλύτερος από μένα, γιατί και αγάπη έχει και σε κρίση δεν έρχεται.
Ένας αδελφός ρώτησε Τον αββά Αλώνιο:
Τι είναι το νά εξουθενώνεις τον εαυτό σου; και είπε ο γέροντας:
Το νά (πιστεύεις ότι) είσαι κατώτερος κι από τα άλογα (ζώα) και νά ξέρεις ότι αυτά είναι ακατάκριτα (για ότι κι αν κάνουν).
Ό άββάς Ποιμήν είπε:
Αν ένας άνθρωπος κατηγορεί (σε όλα) Τον εαυτό του, τότε θα έχει καρτερικότητα σε κάθε περίσταση.
Ο ίδιος αββάς είπε, πώς, αν ένας άνθρωπος φτάσει στο μέτρο του αποστολικού ρητού, πού λέει «πάντα καθαρά τοις καθαροίς» (Τίτ. Ι:15), βλέπει Τον εαυτό του χειρότερο απ' όλα τα κτίσματα.
Τον ρωτάει λοιπόν κάποιος αδελφός: και πως είναι δυνατόν νά θεωρήσω τον εαυτό μου χειρότερο κι από έναν φονιά;
Αν ο άνθρωπος φτάσει στο μέτρο αυτού του ρητού, απάντη¬σε ο γέροντας, κι όταν δει άνθρωπο νά σκοτώνει, λέει: Αυτός μόνο την αμαρτία τούτη έκανε. Εγώ όμως καθημερινά σκοτώνω.
Ο αδελφός εκείνος έκανε την ίδια ερώτηση και στον αββά Ανούβ, μεταφέροντάς του και αυτό πού είπε ο αββάς Ποιμήν και του λέει ο αββάς Ανούβ
Καλά σου είπε. Έτσι είναι. Γιατί αν ένας άνθρωπος φτάσει στο μέτρο του ρητού αυτού και δει τα σφάλματα του αδελφού του, κατορθώνει με τη δύναμη της αρετής του νά τα καταπιεί.
Και ποία είναι αυτή ή αρετή του; ρώτησε ο αδελφός.
Η αυτομεμψία, απάντησε ο γέροντας. Γιατί οποίος τα βάζει με τον εαυτό του, δικαιώνει τον πλησίον του. Και αυτή ή αρετή κρύβει τα ελαττώματα του πλησίον. Είπε πάλι (ο ίδιος): Εγώ λέω, όπου ρίχνεται ο σατανάς, εκεί ρίχνομαι.
Μίαν άλλη φορά είπε: Εργαλεία (για την προκοπή και τη σωτηρία) της ψυχής είναι το νά συντρίβεται κανείς ενώπιον του Θεού, το νά μην υπολογίζει Τον εαυτό του και το νά παραμερίζει το θέλημά του.
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη:
Αββά, βλέπω ότι ή μνήμη του Θεού βρίσκεται πάντα στο νου μου.
Δεν είναι σπουδαίο, είπε ο γέροντας, νά κρατάς το λογισμό σου στο Θεό. Σπουδαίο είναι νά βλέπεις τον εαυτό σου κατώτερο απ' όλα τα κτίσματα. Γι' αυτό, άλλωστε, και ο σωματικός κόπος οδηγεί στην ταπεινοφροσύνη.
Ρώτησαν κάποιον γέροντα, πότε αποκτά ή ψυχή ταπείνωση. Και αποκρίθηκε:
Όταν φροντίζει για τις αμαρτίες της.
Άλλος γέροντας είπε: Ή ταπείνωση δεν οργίζεται ούτε και εξοργίζει κανέναν.
Ρώτησαν άλλον γέροντα: Τι ειναι ταπείνωση; Και απάντησε:
Το νά σε αδικήσει ο αδελφός σου, κι εσύ νά Τον συγχωρήσεις πριν σου ζητήσει συγχώρηση.
Οι γέροντες έλεγαν, πώς, όταν δεν έχουμε πόλεμο (από τούς δαίμονες και τα πάθη μας), τότε πολύ περισσότερο πρέπει νά ταπεινωνόμαστε' γιατί μας σκεπάζει ο Θεός, πού γνωρίζει την αδυναμία μας. "Αν όμως καυχηθούμε, τότε παίρνει από μας τη σκέπη Του και χανόμαστε.
Κάποιος αδελφός ρώτησε ένα γέροντα: Τι είναι ή κατά Θεό προκοπή του ανθρώπου;
Ή προκοπή του ανθρώπου είναι ή ταπείνωση, απάντησε ο γέροντας. Γιατί όσο ο άνθρωπος κατεβαίνει και ταπεινώνεται, τόσο ανεβαίνει και προκόβει.
Ένας γέροντας είπε: Αν πεις σε κάποιον, "Συγχώρεσέ με", ταπεινώνοντας τον εαυτό σου, καις τούς δαίμονες.
Του αββά Ησαΐα
Όποιος έχει ταπεινοφροσύνη, γλώσσα δεν έχει για νά ελέγξει τον ένα, πού είναι αμελής, ή τον άλλο, πού εΙναι ασεβής ούτε μάτια έχει, για νά παρατηρεί τα ελαττώματα άλλου. Ούτε αυτιά έχει, για ν' ακούει όσα δεν ωφελούν την ψυχή του. Και δεν έχει νά μιλήσει σε κανέναν για τίποτε άλλο, παρά μόνο για τις αμαρτίες του. Αλλά και με όλους τούς ανθρώπους έχει ειρηνικές σχέσεις όχι για κάποια φιλία αλλά για χάρη της εντολής του θεού (Μάρκ. 9:50)." Αν κανείς δεν βαδίζει το δρόμο τούτο (της ταπεινοφροσύνης), ακόμα κι αν νηστεύει (αυστηρά, τρώγοντας κάθε) έξι μέρες, ή επιδοθεί σε (οποιουσδήποτε) μεγάλους αγώνες, χαμένοι πηγαίνουν όλοι του οι κόποι.
Μην αποφύγεις από ακηδία κανένα κόπο, γιατί ο κόπος και ή κακοπάθεια και ή σιωπή γεννούν την ταπείνωση. και ή ταπείνωση συγχωρεί κάθε αμαρτία. Και νά γνωρίζεις τούτο, ότι όσο ο άνθρωπος δεν φροντίζει (νά ελευθερώσει) τον εαυτό του (από τα πάθη), έχει την εντύπωση ότι εΙναι φίλος του Θεού. Αν όμως (φροντίσει νά) ελευθερωθεί από τα πάθη, ντρέπεται νά σηκώσει (ακόμα και) τα μάτια του στον ουρανό (και νά σταθεί) μπροστά στο θεό. γιατί τότε (ακριβώς είναι πού) βλέπει πόσο πολύ έχει απομακρυνθεί από το θεό.
Το νά μην τραυματίζεις τη συνείδηση του πλησίον γεννάει την ταπεινοφροσύνη. Η ταπεινοφροσύνη γεννάει τη διάκριση. Και ή διάκριση καταργεί όλα τα πάθη, αφού ξεχωρίσει το ένα από το άλλο.
Του άββα Μάρκου
Όπως είναι ασuμβίβαστo στο μετανοούντα νά υψηλοφρονεί, έτσι είναι αδύνατον και σ' εκείνον πού θεληματικά αμαρτάνει νά ταπεινοφρονή.
Η ταπεινοφροσύνη δεν είναι καταδίκη συνειδήσεως, αλλά βέ¬βαιη εσωτερική πληροφορία της χάριτος τού θεού και της συμπάθειάς Του.
Του άγίου Διαδόχου
Η ταπεινοφροσύνη είναι κάτι πού δύσκολα κανείς αποκτά' γιατί όσο μεγάλο πράγμα είναι, τόσο με πολλούς αγώνες κατορθώνεται. 'Έρχεται όμως με δύο τρόπους σ' εκείνους πού μετέχουν στη θεία γνώση. Όταν δηλαδή ο αγωνιστής της ευσέβειας βρίσκε¬ται σε μια μέση κατάσταση της πνευματικής πείρας, τότε έχει κά¬πως ταπεινότερο το φρόνημα, είτε λόγω ασθένειας τού σώματος είτε εξαιτίας εκείνων, πού χωρίς λόγο εχθρεύονται όσους αγωνίζονται για (νά τηρούν) το νόμο τού θεού, είτε εξαιτίας των πονηρών λογισμών. Όταν όμως ο νούς, με οξυμένη την (πνευματική) αίσθηση και με (εσωτερική) πληροφορία, καταυγασθεί από τη θεία χάρη, τότε ή ψυχή έχει την ταπεινοφροσύνη σαν φυσική' γιατί καθώς διαποτίζεται από τη θεία χάρη, δεν μπορεί πια νά παρασύρεται από την έπαρση στον όγκο της φιλοδοξίας, ακόμα κι αν εργάζεται ακατάπαυστα τις εντολές τού θεού. 'Απεναντίας, θεωρεί τον εαυτό της ακόμα χειρότερο, γιατί αξιώθηκε νά την επισκιάσει ή θεία συγκατάβαση.
Εκείνη ή (πρώτη) ταπεινοφροσύνη έχει συνήθως λύπη και στενοχώρια, ενώ αυτή (ή δεύτερη) έχει χαρά και σεμνότητα γεμάτη σοφία. Γι' αυτό ή πρώτη έρχεται σ' εκείνους πού βρίσκονται στη μέ¬ση των αγώνων, όπως είπα, ενώ ή άλλη στέλνεται σ' εκείνους πού πλησιάζουν την τελειότητα. Και γι' αυτό ή πρώτη πολλές φορές εξαπατάται από τις επιτυχίες της ζωής αυτής, ενώ ή άλλη, ακόμα κι αν της προσφέρουν όλες τις βασιλείες του κόσμου, ούτε επηρεάζεται ούτε αισθάνεται διόλου τα φοβερά βέλη της αμαρτίας.
Γιατί, σαν πνευματική πού είναι ολοκληρωτικά, αγνοεί σε κάθε περίσταση τις υλικές προσφορές.
Πρέπει όμως ο αγωνιστής με κάθε τρόπο νά περάσει από την πρώτη για νά φτάσει στη δεύτερη' γιατί αν ή χάρη δεν μαλακώσει προηγουμένως με την πρώτη, μέσω των παιδαγωγικών θλίψεων, το αυτεξούσιό μας - δοκιμάζοντάς μας έτσι, αλλά χωρίς νά μας αναγκάζει δεν μας χαρίζει την πολυτέλεια της δεύτερης, (της τέλειας δηλαδή ταπεινοφροσύνης).
Του άγίου Μαξίμου
Η ταπεινοφροσύνη είναι μια ακατάπαυστη προσευχή με δάκρυα και κακοπάθεια, Αυτή επικαλείται πάντα τη βοήθεια του Θεού, και δεν αφήνει (Τον άνθρωπο) νά θαρρεύεται ανόητα στη δική του δύναμη και σοφία ούτε νά υπερηφανεύεται έναντι αλλού. Αυτά είναι φοβερές αρρώστιες του πάθους της υπερηφάνειας,
Του αββά 'Ισαάκ
Ο άνθρωπος πού έφτασε νά κατανοήσει πόσο άρρωστος είναι (πνευματικά), αυτός έφτασε στην τελειότητα της ταπεινοφροσύνης και της επιγνώσεως του Θεού, Γι' αυτό και, καθώς συνεχώς κινείται (εσωτερικά) σε ευχαριστία (του Θεού), πάντοτε είναι πλούσιας σε θεία χαρίσματα.
Στόμα πού ευχαριστεί ακατάπαυστα το Θεό, δέχεται την ευλογία Του' και καρδιά πού παραμένει στην ευχαριστία, δέχεται συνεχώς αύξηση της χάριτος.
Πριν από τη χάρη πηγαίνει ή ταπείνωση, όπως ακριβώς και πριν από τον πειρασμό πηγαίνει ή οίηση.