Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Κείμενα και συμβουλές των Πατέρων και Μητέρων της Εκκλησίας μας, παλαιότερων και νεώτερων.

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Περί των τεσσάρων ειδών κοινωνίας με τον Θεό στην Ορθόδοξη Εκκλησία
Πατέρες και αδελφοί,
Η ένωση και κοινωνία μας με τον Θεό σε γενικότερες γραμμές γίνεται με δύο τρόπους. Με την μυστική κοι¬νωνία του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου και με την πνευματική κοινωνία. Ο δεύτερος τρόπος διαιρείται εν συνεχεία σε τρεις άλλους τρόπους. Γι’ αυτό, στον πα¬ρόντα λόγο θα σας ομιλήσω γι’ αυτούς τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να κοινωνήσουμε και να ενωθούμε με τον Θεό, φέροντας μαρτυρίες από την Θεία Γραφή και τις διδασκαλίες των Αγίων Πατέρων.
1. Η πρώτη και σπουδαιότερη κοινωνία μας με τον Χριστό γίνεται με την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος Του. Ένας χριστιανός που δεν πιστεύει ότι το φαι¬νόμενο ψωμί και κρασί είναι αληθώς το Σώμα και το Αί¬μα του Κυρίου μας, είναι ένας αιρετικός και ξένος προς την αληθινή πίστη του Χριστού, ο Οποίος λέγει στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (6,55)• «Η γάρ σαρξ μου αληθώς εστί βρώσις, και το αίμα μου αληθώς εστί πόσις». Ενώ ο Απόστολος Παύλος μας λέγει τα έξης: «Το ποτήριον της ευλογίας ό ευλογούμεν, ουχί κοινωνία του αίματος του Χριστού εστί; τον άρτον ον κλώμεν, ουχί κοινωνία του σώματος του Χριστού εστίν;» (Α' Κορ. 10,16). Όποιος λοιπόν κοινωνεί αναξίως, γίνεται ένοχος, όπως λέγει ο ί¬διος ο Απόστολος• «Ος αν εσθίη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος έσται του σώ¬ματος και του αίματος του Κυρίου» (Α' Κορ. 11,27). Ο χριστιανός όμως που κοινωνεί με φόβο, ευλάβεια και προετοιμασία, αξιώνεται αναρίθμητων δωρεών, στις οποίες οι σπουδαιότερες είναι οι εξής:
α) Ενώνεται με τον Χριστό κατά χάριν, διότι όπως λέγει το χωρίο: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ» (Ίωάν. 6,56)
β) Συμμετέχει στην αιώνιο ζωή, όπως λέγει το χωρίο: «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον (Ίωάν. 6,54).
γ) Θα αναστηθεί την ημέρα της κρίσεως, όπως λέγει το χωρίο: «Και εγώ αναστήσω αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα» (Ενθ' ανωτ.).
δ) Δημιουργεί κατοικία ο Χριστός μέσα στην καρδιά μας, όπως λέγουν τα χωρία: «κατοικήσαι τον Χριστόν διά της πίστεως εν ταις καρδίαις υμών» (Έφεσ. 3,17) και «εν εκείνη τη ημέρα γνώσεσθε υμείς ότι εγώ εν τω πατρί μου και υμείς εν εμοί καγώ εν υμίν» (Ιωάν. 14,20) και αλ¬λά.
ε) Όποιος κοινωνεί τον Χριστό έχει Αυτόν ζώντα μέ¬σα του «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2,20), και «τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, μέχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν!» (Ενθ. ανωτ. 4,19).
στ) Προοδεύει και αυξάνεται στα πνευματικά έργα, κατά το χωρίο: «αληθεύοντες δε εν αγάπη αύξήσωμεν εις αυτόν τα πάντα, ος έστιν η κεφαλή, ο Χριστός» (Εφεσ. 4,15).
ζ) Καθαρίζει από αμαρτίες, αγιάζει, φωτίζει και χαρί¬ζει την αιώνια ζωή. (Από την ευχή της Θ. Μεταλήψεως του αγίου Ιωάννου Δαμάσκηνου).
η) Επιφέρει τον αγιασμό σώματος και ψυχής, εκδιώ¬κει τις φαντασίες και καθαρίζει από τα πάθη, δίνει παρ¬ρησία προς τον Θεό, φωτισμό και ενίσχυση για την αύξηση των αρετών και την τελειότητα (6η ευχή Θ. Μεταλήψεως του αγίου Βασιλείου).
θ) Επιφέρει πνευματική χαρά, υγεία σώματος και ψυχής, κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας.
Αυτοί και άλλοι πολλοί ακόμη είναι οι πνευματικοί καρποί τους οποίους αποκτά ο πιστός που προσέρχεται συχνά και με καλή προετοιμασία στην Θεία Ευχαριστία. Αυτός που δεν προσέρχεται σ’ αυτό το Μυστήριο, ποτέ δεν θα μπορέσει να προοδεύσει στην εργασία των αρετών, διότι δεν παραμένει μέσα στον Χριστό και Εκείνος μέσα του, καθώς λέγει και ο Ίδιος: «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν» (Ιωάν. 15,4).
2) Ο δεύτερος τρόπος κοινωνίας και ενώσεως με τον Χριστό γίνεται με την προσευχή του Ιησού, κατά την ο¬ποία ο νους βυθίζεται στην καρδιά και εκεί λέγει συνεχώς το: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλό».
α) Η προσευχή που γίνεται με τον νου στην καρδιά έχει μεγάλη σημασία, διότι ενώνεται η ψυχή μας με τον Ιησού Χριστό και δι’ Αυτού με τον Πατέρα, διότι η μόνη οδός που οδηγεί στην ένωση με τον Πατέρα είναι ο Χρι¬στός, όπως λέγει ο Ίδιος: «ουδείς έρχεται προς τον Πα¬τέρα ειμή δι’ εμού» (Ιωάν. 14,6).
β) Η καρδιακή προσευχή προσφέρει την δυνατότητα στο Άγιο Πνεύμα να κατοικήσει και εργασθεί στην καρ¬διά μας και να ενωθούμε εμείς με το Πνεύμα. Αυτή η ένωση με την ακατάπαυστη προσευχή ομοιάζει με την νύμφη που αγαπά πάρα πολύ τον Νυμφίο Χριστό και δεν θέλει ποτέ να αποχωρισθεί απ’ Αυτόν.
3) Ο τρίτος τρόπος κοινωνίας με τον Δημιουργό Θεό μας γίνεται με την εφαρμογή των εντολών Του και την απόκτηση των αρετών.
α) Αυτή η συγκατοίκηση με τον Ιησού φανερώνεται στην Γραφή από τον Ίδιο, όταν λέγει: «Εάν τις αγαπά με τον λόγον μου τηρήσει και ο Πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρά αυτώ ποιήσωμεν» (Ιωάν. 14, 23), ενώ σε άλλο κεφάλαιο λέγει: «εάν τας εντολάς μου τηρήσητε μενείτε εν τη αγάπη μου, καθώς εγώ τας εντολάς του πατρός μου τετήρηκα και μέ¬νω αυτού εν τη αγάπη» (Ιωάν: 15,10).
β) Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης λέγει ότι η ομοιότητα και ένωση μας με τον Θεό επιτελείται μόνο με την εφαρμογή των θείων εντολών (Λόγος περί σωτηριώδους γνώσεως).
γ) Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, όσον αφορά την ένωση μας με τον Θεό, λέγει: «Ο λόγος του Θεού και Πα¬τρός ευρίσκεται μυστικά σε κάθε μία από τις εντολές Του, οπότε αυτός που δέχεται τον λόγο του Θεού δέχεται τον Θεό.
δ) Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ομιλώντας για την θέωση του ανθρώπου με την εφαρμογή των εντολών του Θεού, λέγει: «Οι εντολές του Θεού παρέχουν όχι μόνο την γνώσι, αλλά και την θέωση».
4. Ο τέταρτος τρόπος κοινωνίας με τον Χριστό γίνε¬ται με την ακρόαση των λόγων του Θεού.
α) Περί αυτού μας ομιλεί η Καινή Διαθήκη: «πολλοί δε των ακουσάντων τον λόγον επίστευσαν, και εγενήθη ο αριθμός των ανδρών ωσεί χιλιάδες πέντε» (Πράξ. 4,4).
β) Ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι: «η πίστις εξ α¬κοής, η δε ακοή διά ρήματος Θεού» (Ρωμ. 10,17)
γ) Εάν το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου είναι η αλη¬θινή βρώσις και πόσις, τότε ο λόγος του Κυρίου γενόμε¬νος δεκτός από τους πιστούς γίνεται σ’ αυτούς «πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον (Ιωάν. 4,14) και «άρ¬τος ζωής ο εκ του ουρανού καταβάς» (Ιωάν. 6,58), ενώ κατά τον άγιο Δαμασκηνό λέγεται μάννα της αφθαρσίας και μάννα το μυστικό.
Ο Απόστολος Παύλος διά της ακοής δέχθηκε τον λόγο του Θεού, όταν προσκλήθηκε με το θείο φως στον δρόμο προς Δαμασκό και φωνή άκουσε εξ ουρανού. Η Σαμαρείτιδα διά της ακοής λαμβάνει τον λόγο του Θεού, ενώ πάλι οι Σαμαρείτες πιστεύουν και βαπτίζονται από το κήρυγμα του Αποστόλου Φιλίππου (Πράξ. 8,5 6,12) και λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα (Πράξ. 8,14,18).
Πατέρες και αδελφοί, σας έφερα μερικές από τις σπουδαιότερες μαρτυρίες της Γραφής και των Αγίων Πατέρων, οι οποίες θα μας βοηθούν στην πορεία μας για μία ακατάπαυστη ένωση με τον Νυμφίο Χριστό. Ο ιδιαί¬τερος και αγιότερος τόπος, όπου επιτυγχάνεται αυτή η πολύτροπος κοινωνία μας με τον Χριστό είναι η Εκκλη¬σία μας. Εκεί όλοι οι πιστοί μας, ερχόμενοι με ευλάβεια και πίστη στις ιερές ακολουθίες, ευρίσκονται σε μία ατμό¬σφαιρα μυστική και κοινωνούν με τον νου, την καρδιά, την προσευχή και την συμμετοχή στην Θεία Κοινωνία των δωρεών του Αγίου Πνεύματος. Προπαντός η λει¬τουργική Θυσία είναι η τέλεια έκφραση της ενώσεως με τον Κύριο μας. Η μνημόνευση ονομάτων των χριστια-νών στην Προσκομιδή, και όταν αυτοί είναι μεν αμαρτω¬λοί αλλά μετανοημένοι, δίνει την ευλογία της κοινωνίας αοράτως των ψυχών με τον Σαρκωθέντα και Αναστάντα Κύριο, ο Οποίος παρέχει ενίοτε και την σωματική των θεραπεία.
Είθε το έλεος και οι οικτιρμοί του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο Οποίος είναι ο Λόγος του Θεού να έλθει και κατασκηνώσει μέσα μας με τους ανωτέρω τέσσερις τρό¬πους που συνοπτικά αναφέραμε.


ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ
Ιερομ. ΚΛΕΟΠΑ ΗΛΙΕ
Εκδ. ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

Άγ. Νικόλαος Καβάσιλας
Εις την Υπερένδοξον της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου Γέννησιν
Μετάφραση: Παναγιώτης Νέλλας
[βλ. Νικολάου Καβάσιλα, Η Θεομήτωρ. Τρείς Θεομητορικές Ομιλίες. Κείμενο, Μετάφραση, Εισαγωγή, Σχόλια: Παν. Νέλλας, Σειρά "Επί τας Πηγάς", © Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1995]
Ας επικαλεσθούμε πριν από όλα εδώ το Θεό, όχι για να επιτύχουμε μια έκφραση λόγου αντάξια προς τα πράγματα και κατάλληλη για το θέμα που μας απασγολεί -αυτό ξεπερνάει εντελώς τις ανθρώπινες ελπίδες- αλλά για να μπορέσουμε να φέρουμε κατά κάποιον τρόπο και όσο μας είναι δυνατόν το λόγο σε τέρμα και να μην υστερήσουμε πάρα πολύ από τους πολλούς, που έχουν μιλήσει σχετικά πριν από εμάς. Κι ακόμη, πράγμα που είναι πολυ σπουδαιότερο, για να ωφεληθούμε κάπως από το ζήλο και να κερδίσουμε ένα κάποιον αγιασμό από την ομιλία, σαν να τελούμε κάποιαν ιερή τελετή. Τα εύχομαι δε αυτά τα πράγματα, γιατί πιστεύω ότι με αυτά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τιμάται η υμνουμένη και ότι πριν από όλα θέλει γιά τους υμνητές της το όφελος της ψυχής. Αυτό το όφελος ζητεί πράγματι και διά μέσου εκείνων με τα οποία μας ευεργετεί και διά μέσου εκείνων τα οποία απαιτεί από εμάς σαν ανταπόδοση για ό,τι μας χαρίζει. Έπειτα oι πραγματικά μακάριοι εκείνοι άνδρες, oι οποίοι παρουσίασαν με το λόγο τους χάριν κοινής ωφελείας σ' αυτή τη ζωή το κοινό αγαθό, νομίζω ότι δεν έκαμαν λόγο για την Παρθένο συμπτωματικά ούτε την ύμνησαν απλώς σύμφωνα με τους κανόνες της Ρητορικής, αλλά όσο το δυνατό λαμπρότερα και με υπερβολική αφοσίωση και συναίσθηση οφειλόμενου χρέους. Γιατί δεν είναι βέβαια λογικό το να μήν υμνήση κανείς καθόλου τους κοινούς ευεργέτες ή να τους αντιπαρέλθη μέ λίγα απλώς λόγια, αυτούς που, κι αν ολόκληρο το σύμπαν έψαλλε με μια φωνή, δεν θα μπορούσε να τους εγχωμιάση όσο έπρεπε.
Αν ακόμη οι εργάτες ενός έργου είναι φυσικό να συμβαδίζουν και να ταιριάζουν πλήρως προς αυτό κι αν ο Κύριος του έργου γνωρίζη καλά, σαν σοφός που είναι, εκείνα τα οποία πρέπει να πράττωνται και δεν δυσκολεύεται καθόλου, σαν ισχυρός, στην πραγματοποίησή τους, ποιο πλήθος εγκωμίων δεν είναι μπροστά σου μικρό, ω μακάριο Ζεύγος; Γιατί σεις αξιωθήκατε να χρησιμοποιηθήτε από το Θεό για το καλύτερο και μεγαλύτερο, το παραδοξότερο και το κοινωφελέστερο έργο όλων των αιώνων θέλω να πω δηλαδή στο να περιβληθή ο Θεός την ανθρώπινη σάρκα και να γεννηθή ανάμεσα στους ανθρώπους παίρνοντας από σας τη μητέρα!
2. Γιατί, όπως ακριβώς oι συμφορές και τα σκάνδαλα συμβαίνουν κατ' ανάγκη στη ζωή μας, ο Κύριος όμως είπε «αλλοίμονο σε εκείνον που τα προξενεί», παρόμοια, ενώ όλοι όσοι υπήρξαν βοηθοί του ανθρώπινου γένους είναι αγαθοί και δικαιούνται να απολαμβάνουν τις γενικές τιμές, από όλους εσείς είσθε oι άριστοι και oι αξιώτεροι για επαίνους και τιμές. Και τόσο πολύ υπερέχετε από τους στρατηγούς και τους νομοθέτες και τους ιερείς και τους αρχηγούς του λαού και από όλους όσους έχουν κατά οποιονδήποτε τρόπο αγωνισθή για τους συνανθρώπους τους, όσο τα δικά τους κατορθώματα είναι ανάρμοστο ακόμη και να συγκρίνωνται με τις ευλογίες που χάρις σ'εσάς ήρθαν στους ανθρώπους. Γιατί, αν για να διατηρηθή στους ανθρώπονς η φθαρτή αυτή ζωή και να διασωθή μέσα σε λίγα σώματα η κοινή ανθρώπινη φύση μένοντας πάνω από την κοινή καταστροφή, διαλέχθηχε μεταξύ των τότε ανθρώπων ο πιο δίκαιος (ο Νώε)• αν επίσης για την απελευθέρωση των Εβραίων χρειάσθηκε ένας καθόλου τυχαίος στρατηγός, τιμήθηχε δε μ'αυτή την τιμή ο Μωυσής, γιατί ακριβώς αυτός μεταξύ των συγχρόνων του, αφού γύμνασε την ψυχή του προς κάθε αρετή, μπόρεσε να ιδή με ιδιαίτερο τρόπο το Θεό και να ακούση τη φωνή του• κι άν ακόμη για την ανάκτηση της γης της επαγγελίας ήταν αρκετός ο περίφημος Ιησούς (του Ναυή) και τέλος πριν από αυτούς o Αβραάμ έλαβε σαν βραβείο της ευσεβείας του το να γίνη πατριάρχης ενός έθνους που γνώριζε να σέβεται το Θεό• αν δηλαδή γενικά δεν υπάρχη ευεργέτης της ανθρωπότητος που να μην είχε προηγουμένως καταστήση την ψυχή του σύμφωνη και σύμμετρη προς τα αγαθά τα οποία έγινε αιτία να έρθουν και στους άλλους, πόσο σπουδαίους είναι λογικό να θεωρήσουμε τους διακόνους εκείνους, που χρησιμοποίησε ο Θεός σαν όργανα της φιλανθρωπίας του ή συνεργάτες του ή όπως αλλοιώς πρέπει καλύτερα να τους αποκαλέσουμε, όταν θέλησε να καταθέση στον κόσμο αυτή την υπέροχη χάρη, όταν δηλαδή ήρθε ο καιρός να λυτρωθή η οικουμένη από την τυραννία των δαιμόνων, να εισαχθή στη ζωή των θνητών η αθανασία, να φυτευθή στις ψυχές των ανθρώπων η αγγελική ζωή και γενικά να ενωθή ο ουρανός με τη γη;
Γιατί είναι φανερό ότι την οργή, το θυμό και τη θλίψη, που έπρεπε να υποστούν oι κακοί, τα έστειλε ο Θεός με αγγέλους κακούς, ενώ τα αγαθά τα έδωσε με τους αγαθούς. Έτσι και τις μεγαλύτερες από όλες τις δωρεές τις επραγματοποίησε ο Θεός στους ανθρώπους διά μέσου εκείνων που ήσαν από κάθε άποψη oι άριστοι. Και από το Μωυσή λοιπόν και από τον Νώε και από τον Αβραάμ και από όλους εκείνους, διά μέσου των οποίων το ανθρώπινο γένος καρπώθηκε τα ωφέλιμα πράγματα, εσείς υπήρξατε πολύ πιο δίκαιοι και πιο πιστοί τηρητές των νόμων και πιο αγαπητοί στο Θεό. Γιατί το γεγονός ότι μπορέσατε να πραγματοποιήσετε τόσο μεγάλα πράγματα ενώπιον του Θεού και τιμηθήκατε εξ αιτίας τους με τόσο αξιοθαύμαστη τιμή, είναι λαμπρή απόδειξη ότι είσθε περισσότερο από όλους τους ανθρώπους αγαπητοί στο Θεό. Κι αυτό πάλι το τελευταίο αποδεικνύει καθαρά ότι τηρήσατε το νόμο του Θεού περισσότερο από όλους τους ανθρώπους κι ότι τους ξεπεράσατε όλους στην αρετή. Κι άν εξ άλλου είναι πρέπον να αποκαλέσουμε καρπό δικό σας τη μακαρία Παρθένο -και "από τους καρπούς του, λέγει ο Κύριος, γνωρίζεται ο καθένας"- ποιος καρπός θα μπορούσε ποτέ να θεωρηθή μεγαλύτερος, αφού δεν ήταν ένα απλό γέννημα της φύσεως το τέκνο σας, αλλά υπήρξε έργο της προσευχής και της αρετής σας; Γιατί βέβαια η φύση ήταν ανίκανη να παραγάγη ένα τόσο υπέροχο καρπό, πράγμα που εξ ολοκλήρου παραχωρήθηχε από το Θεό. Είναι δε φανερό ότι ο Θεός ακολούθησε τις προσευχές σας κι ότι πάλι η προσευχή σας πήρε τη δύναμή της από την αρετή σας. Αλλά και το γεγονός ότι oι απόγονοι που κάνουν τους γεννήτορες ευτυχείς είναι δώρα του Θεού, φανερώνει ότι από το μέγεθος των δώρων αποδεικνύεται η αγιότης αυτών πού τα έλαβαν, ακριβώς όπως από το στεφάνι είναι κατά τη γνώμη μου δυνατό να καταλάβουμε τον αθλητή. Γιατί με κανέναν τρόπο βέβαια δεν μπορεί να είναι προσωπολήπτης ο Θεός, αυτός που όλα τα πράγματα "τα μετράει με ακριβοδίκαια μέτρα και σταθμά".
3. Εξ άλλου, όπως η χάρη είναι ο σκοπός και το συμπλήρωμα του νόμου και όπως, καθώς γνωρίζουμε, τα νέα είναι πάντοτε καρποί των παλαιών, -δεν είναι δε ποτέ δυνατόν να δώση καρπό κάτι που δεν είναι τέλειο- είναι φανερό ότι θρέψατε με τη ζωή σας και καταστήσατε τέλειο το φυτό του νόμου. Γιατί αλλοιώς δεν θα μπορούσατε ασφαλώς να φέρετε στον κόσμο τον καρπό του νόμου, το θησαυρό της χάριτος, την Παρθένο. Αλλά είναι ακόμη γεγονός ότι αξιώνεται να δέχεται μεγάλες ευεργεσίες από το δίκαιο Θεό εκείνος που επιμελήθηχε όπως έπρεπε τις μικρές. Πώς λοιπόν επομένως δεν είναι λαμπρή απόδειξη του ότι τηρήσατε εξ ολοκλήρου το νόμο κι ότι σεβασθήκατε περισσότερο από κάθε άλλον τη Σκηνή του Μαρτυρίου το γεγονός ότι εσείς μόνοι αξιοθήκατε να φέρετε στον κόσμο- ή, ακόμη περισσότερο, να δημιουργήσετε- την αληθινή Σκηνή του Θεού, μπροστά στην οποία η Σκηνή του Μαρτυρίου είναι τόσο μικρή, ώστε να μην αποτελή παρά μια εικόνα της μόνο και μια σκιά; Γιατί βέβαια δεν θα μπορούσατε να γίνετε άξιοι των μεγαλυτέρων, αν δεν αποδίδατε την αξία που έπρεπε στα μικρότερα. Κι ούτε θα ήταν δυνατόν να λάβετε την αλήθεια, αν αδιαφορούσατε για την προτύπωσή της.
Και όπως ακριβώς ο Σωτήρας, που επρόκειτο να φέρη στην ανθρωπότητα τον καινό νόμο έπρεπε να εφαρμόση προηγουμένως σ' όλη του την πληρότητα τον παλαιό, παρόμοια κι εσείς, που βρεθήκατε στα πρόθυρα του καινού νόμου κι είχατε προπαρασκευασθή για την υποδοχή του ναού της χάριτος, ήταν απόλυτη ανάγκη να γίνετε προηγουμένως ακριβείς τηρητές του νόμου. Γιατί η χάρη είναι το πλήρωμα του νόμου. Και πώς βέβαια θα μπορούσατε να προσθέσετε ό,τι έλειπε, όταν δεν είχατε oι ίδιοι ανταποκριθή σ' αυτό που υπήρχε; Πώς θα μπορούσατε να βάλετε τη στέγη του νόμου, αν προηγουμένως δεν είχατε οικοδομήσει καλά ολόκληρη την oικία; Η πονηρία των Εβραίων έγινε φανερό πόσο μεγάλη υπήρξε από το ότι εξαφάνισαν το νόμο και καταθρυμμάτισαν τις πλάκες, στις οποίες ήταν γραμμένος, αφού για το Μωυσή δεν ήταν βέβαια ανεκτό να εμπιστευθή σε αυτιά μεθυσμένων εκείνα που αυτός αξιώθηκε να δεχθή με νηφάλια σκέψη, νηστεία και κόπους πολλούς. Αντίθετα, το γεγονός ότι σεις αναδείξατε την Παρθένο, το ότι δημιουργήσατε το ζωντανό εκείνο βιβλίο, το οποίο δεν περιείχε απλώς τον νόμο, αλλά το νομοθέτη τον ίδιο, είναι τρανή απόδειξη της υπέροχης αρετής σας. Και ενηστεύσατε και ακούσατε, αφού προσευχηθήκατε, όπως ο Μωυσής τη θεία φωνή. Δεν επιτύχατε όμως απλώς ό,τι εκείνος, αλλά, ενώ εκείνος πέτυχε να πάρη με τις προσευχές του το νόμο που έπαυσε να ισχύη μετά από λίγο, εσείς επιτύχατε το αίμα που ίδρυσε και σφράγισε την Καινή Διαθήκη, το αίμα που έκαμε δικό του ο Θεός και "εισήλθε" με αυτό "εις το ενδότερον του καταπετάσματος, λύτρωσιν ευράμενος αιωνίαν", όπως λέγει ο Παύλος.
4. Τι λοιπόν υπάρχει αγιώτερο από τα στόματα που μπόρεσαν να υψώσουν προς το Θεό τέτοια φωνή; Τι είναι ίσο με τις ευχές εκείνες, που προσευχήθηκαν τόσο αποτελεσματικά; Από ποιες θυσίες δεν είναι πιο αγαπητες αυτές οι ψυχές στο Θεό; Από ποια θυσιαστήρια δεν είναι πιο ιερές; Γιατί ήταν ανάγκη από αυτή τη ρίζα και με αυτόν τον τρόπο η μητέρα του Θεού να λάβη το πνευματικό σώμα της: να γεννηθή από τους ανθρώπους εκείνους που ήταν περισσότερο από όλους τους άλλους οικείοι στο Θεό και με τη δύναμη της προσευχής. Έπρεπε δηλαδή εκείνη η οποία συνένωσε τους ανθρώπους με το Θεό, διαλύοντας το μίσος που υπήρχε μεταξύ τους, κι άνοιξε στις προσευχές των ανθρώπων το δρόμο για τον ουρανό, γκρεμίζοντας το διαχωριστικό τείχος, να έρθη στη ζωή χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες βάσεις και αφετηρίες: Κι αν συνέβησαν τα ίδια και σε άλλους και γεννήθηκαν σαν καρπός προσευχής -είτε πριν από αυτή είτε κατόπιν- είναι φανερό ότι η Παρθένος δεν είναι η αιτία μόνο σε όσους ήρθαν μετά από αυτήν, αλλά έχοντας ανοίξει το θησαυρό των χαρίτων γιά όλους, αυτή είναι εκείνη στην οποία αναφέρονται και στην οποία οδηγούν και τα προηγούμενα. Γιατί κι ό,τι καλό υπήρχε πρίν, από εκεί προερχόταν: είτε όπως προέρχεται από το σώμα η σκιά, παίρνοντας από αυτό τη μορφή και το σχήμα -επειδή τα γεγονότα της Παλαιάς με αυτόν τον τρόπο σχετίζονται προς τα γεγονότα της Καινής Διαθήκης- είτε γιατί η Παρθένος ήταν το κοινό κόσμημα όλων και πριν ακόμη έρθη στή ζωή, γιατί ο Θεός με τις τιμές που έκανε στο γένος από μακριά την μητέρα του κοσμούσε.
Επομένως, δεν συνέβησαν όλα αυτά καθόλου -ούτε κατά το ελάχιστο- με τον ίδιο τρόπο σ'εκείνους και στην Πάναγνη, αλλά υπάρχει μεταξύ τους η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στη σκιά και στην αλήθεια, στο αποτύπωμα και στα ίδια τα πράγματα. Όπως ακριβώς υπήρχε και στους παλαιούς- πριν από το μεγάλο Θύμα- αίμα που καθάριζε τις αμαρτίες, αλλά στην πραγματικότητα τόση διαφορά υπάρχει ανάμεσα στις δύο θυσίες, όση είναι και η ομοιότης τους στις μορφές και τα ονόματα. Και στις δύο προσφέρεται πράγματι θυσία με αίμα για άφεση αμαρτιών. Το ίδιο συμβαίνει ακριβώς και εδώ. Έτσι η Παρθένος είναι και το μοναδικό αληθινό κατόρθωμα προσευχής αγίας -που δεν είχε τίποτε το ανεπιθύμητο- και η μόνη που υπήρξε δώρο του Θεού άξιο και για να το δώση ο Θεός και για να το λάβουν αυτοί που το ζήτησαν. Γιατί ό,τι είχε η Παρθένος ταίριαζε και στο χέρι που έδινε και στο χέρι που λάβαινε.
Γι' αυτό το λόγο ήταν επόμενο στη γέννηση της Πανάγνου να μην μπορή τίποτε να εισφέρη η φύση, αλλά να την πραγματοποιήση εξ ολοκλήρου αυτός που προσκλήθηκε. Ήταν επόμενο, αφήνοντας κατά μέρος τη φύση, να δημιουργήση ο Θεός τη Μακαρία, για να το πούμε έτσι, κατά τρόπον άμεσο, όπως τον πρώτο άνθρωπο. Επειδή βέβαια πολύ κανονικά και κατ' εξοχήν είναι πρώτος άνθρωπος η Παρθένος, αυτή που πρώτη και μόνη φανέρωσε την ανθρώπινη φύση. Κι αυτό έχει ως εξής:
5. Ανάμεσα στα πολλά δώρα που ο Θεός έχει ήδη δώσει στους ανθρώπους ή επρόκειτο να δώση, σαν βραβεία στον αγώνα για την τήρηση των πρώτων, εκείνο που περισσότερο από όλα δημιουργεί τον άνθρωπο, η συγκεφαλαίωση όλων, είναι το να αγαπά με τρόπο καθαρό το Θεό, το να ζη έλλογα, το να κυριαρχή τα πάθη του και να είναι σ' αυτόν άγνωστη και η παραμικρή αμαρτία. Τη δύναμη δε που χρειάζεται για να ζούμε κατ' αυτόν τον τρόπο και να είμαστε ανώτεροι και απόλυτα καθαροί από κάθε κακία την έβαλε ο Θεός μέσα μας την ώρα της δημιουργίας, ώστε στην αρχή μεν να υπερνικούμε την αμαρτία όχι χωρίς κόπους, αλλά με αγώνα, αφού δε παρουσιάσουμε και αξιοποιήσουμε μέχρι τέλους όλες τις δικές μας δυνατότητες, να σταματούν τότε οι κόποι και να είμαστε αγαθοί και να μένουμε αναμάρτητοι χωρίς αγώνες, έχοντας επιτύχει και αυτή την αφθαρσία του σώματος.
Γιατί αλλοιώς, το να είναι ο άνθρωπος κατ' αυτόν τον τρόπο δημιουργημένος, δεν θα ήταν βέβαια πράγμα λογικό. Γιατί, αν τόσο πολύ έκλινε προς την αμαρτία η φύση μας, ώστε μολονότι αγωνιζόμαστε με όλα τα μέσα εναντίον της, να μη μπορούμε να μείνουμε εντελώς καθαροί από τα τραύματά της και το κακό ήταν μ' αυτόν τον τρόπο μέσα μας αμετακίνητο, θα ήμαστε πριν απ' όλα χειρότεροι κι απ' αυτά τα άλογα ζώα, στα οποία δεν υπάρχει τίποκε το κακό. Εξ άλλου θα ήταν αδύνατον να μην κατηγορήσουμε σ' αυτή την περίπτωση το Δημιουργό, τόσο ως μη εξ ολοκλήρου αγαθό και ως αίτιο κακών, όσο και ως μη δικαιοκρίτη πάντοτε αφού ζητεί από μας αυτά που δεν κατέθεσε στη φύση μας και κρίνοντάς μας απαιτεί ανταπόδοση για όλες τις αμαρτίες, μολονότι ο ίδιος δεν ώπλισε τον άνθρωπο εναντίον όλων. Αν πάλι μας είχε συνδέσει από την αρχή με τις καλές πράξεις, έτσι ώστε να είμαστε αγαθοί χωρίς oι ίδιοι να έχουμε αγωνισθή στο παραμικρό, θα ήταν ασφαλώς αδύνατο να ήμαστε μ' αυτόν τον τρόπο αληθινά αγαθοί, αφού δεν θα είχαμε τρέξει oι ίδιοι με τη θέλησή μας προς το καλό και την αρετή, αλλά θα είχαμε παρασυρθή και υποστή μάλλον παρά ενεργήσει το αγαθό. Έπειτα πώς θα χρησιμοποιούσαμε την ελευθερία της βουλήσεως, την οποία ελάβαμε για να διαφέρουμε από τα ζώα, που οδηγούνται από τα φυσικά ένστικτα και βαδίζοντας, μόνοι οι άνθρωποι, με τη θέλησή μας να έχουμε την ελευθερία σαν αφορμή επαίνων και στεφάνων; Εξ άλλου ούτε προς το Θεό ούτε προς τις χάριτες με τις οποίες αυτός προίκισε την ανθρώπινη φύση θα ταίριαζε το να μην καταπαύουν κάποτε oι αγώνες για την αρετή, αλλά να έχη αφεθή ο άνθρωπος να παλεύη ατέλειωτα, να μη γνωρίζη δηλαδή ποτέ κανένα τέρμα στους αγώνες. Γιατί σ' αυτή την περίπτωση τίποτε δεν θα ήταν αθλιώτερο από τον άνθρωπο, αφού κάθετι άλλο έχει το σκοπό στον οποίον οδηγείται και το τέρμα στο οποίο πρέπει να καταλήξη. Γι'αυτό είναι απόλυτη ανάγκη να πιστεύουμε ότι ο Θεός εναπέθεσε στη φύση μας δύναμη για την αντιμετώπιση κάθε αμαρτίας κι έδωσε την εντολή να μετατρέψουμε εμείς τη δύναμη σε ενέργεια. Και τότε, αφού με τη χρησιμοποίηση των δικών μας μέσων θα γινόμαστε με τις δυνάμεις του ίδιου μας του εαυτού αγαθοί, θα πρόσθετε ο Θεός ό,τι εξαρτάται από αυτόν, θα ολοκλήρωνε έτσι μέσα μας τον αγαθό άνθρωπο και θα κατέπαυαν οι αγώνες και η σπουδή. Γιατί σε τι άλλο χρειαζόμαστε τους αγώνες παρά στο να προφυλαγώμαστε, όσo η αρετή είναι ακόμη μέσα μας ατελής, από το κακό που μας περιβάλλει και να μη στεκώμαστε πολύ μακριά από τις αρετές που βρίσκονται απέναντί μας; Ενώ τότε, όταν o Θεός, το τελειότατο αγαθό, γίνη εξ ολοκλήρου κύριος των επιθυμιών μας και δεν αφήση μέσα μας τίποτε που να μην το γεμίση από τον εαυτό του, δεν θα υπάρχη κανένας κίνδυνος και καμμιά -ούτε η παραμικρή- προς την αμαρτία μέσα μας ροπή.
Κατ' αυτόν τον τόσο μεγαλειώδη τρόπο ο Θεός εδημιούργησε τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι όμως, ενώ τόσο καλή έλαβαν τη φύση από το πλαστουργό εκείνο χέρι, και τόσο καλύτερη θα τη λάβαιναν, αν έμεναν πιστοί στις πρώτες δωρεές, τόσο πολύ τη διέστρεψαν, ώστε ούτε αυτά που είχαν διαχειρίσθηκαν και ούτε χρησιμοποίησαν όπως έπρεπε ούτε, πολύ περισσότερο, μπόρεσαν να πετύχουν τα δεύτερα και πολύ ανώτερα, εκείνα που θα λάβαιναν αν αποδεικνύονταν καλοί οικονόμοι των πρώτων. Και η δύναμη βέβαια κατά της αμαρτίας υπήρχε στη φύση και βρισκόταν μέσα σε όλους, κανείς όμως δεν τη μετέτρεπε σε έργο, ούτε υπήρξε κανείς που να έζησε χωρίς να αμαρτήση. Αλλ' η αρρώστια ξεκινώντας από τον πρώτο άνθρωπο και προχωρώντας διά μέσου όλων κυριάρχησε σε όλους. Έμοιαζε έτσι να είναι φύση μας το κακό. Και η φυσική ομορφιά του ανθρώπου έμενε κρυμμένη κι ήταν μέσα στα αναρίθμητα ανθρώπινα σώματα ο άνθρωπος αφανής. Γιατί όλοι έκαναν χρήση των πιο κακών τάσεων της ψυχής και το αγαθό που υπήρχε μέσα της δεν φαινόταν πουθενά, αφού κανείς δεν ζούσε σύμφωνα με εκείνο.
6. Αλλά η πανάμωμη Παρθένος, χωρίς να έχη για πόλη της τον ουρανό, χωρίς να έχη γεννηθή από τα ουράνια σώματα, αλλά από τη γη -από αυτό το ξεπεσμένο γένος, που ξέχασε την ίδια του τη φύση- και κατά τον ίδιο με όλους τρόπο, μόνη αυτή από όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών αντιστάθηκε από την αρχή ως το τέλος σε κάθε κακία. Απέδωκε έτσι στο Θεό αμόλυντη την ωραιότητα που χάρισε στή φύση μας και χρησιμοποίησε, αυτή μόνη, όλα τα όπλα και όλη τη δύναμη που έβαλε μέσα μας. Με τον έρωτα που είχε για τον Θεό, με τη ρωμαλεότητα της σκέψεώς της, την ευθύτητα της θελήσεως και τη μεγαλειώδη σωφροσύνη της έτρεψε σε φυγή κάθε αμαρτία κι έστησε τρόπαιο νίκης τέτοιο, που δεν μπορεί με τίποτε να συγκριθή. Με όλα αυτά φανέρωσε τον άνθρωπο τέτοιον που αληθινά δημιουργήθηκε, φανέρωσε δε και το Θεό, την άφατη σοφία και την απέραντη φιλανθρωπία του. Έτσι αυτόν που παρουσίασε έπειτα, αφού τον περιέβαλε με ανθρώπινο σώμα, αισθητά στα μάτια όλων, τον αποτύπωσε και τον εικόνισε προηγουμένως με τα έργα της επάνω στον εαυτό της. Και ήταν δυνατόν από όλα τα κτίσματα διά μέσου αυτής μόνης "νά γνωρίσουμε αληθινά το Δημιουργό". Ούτε o νόμος αποδείχθηκε ικανός να φανερώση τη θεία χρηστότητα και σοφία ούτε οι γλώσσες των προφητών ούτε η τέχνη του Δημιουργού που αποκαλύπτει η ορατή δημιουργία ούτε ο ουρανός που διηγείται κατά τον ψαλμωδό "δόξαν Θεού" ούτε ακόμη η φροντίδα και η πρόνοια των Αγγέλων για το ανθρώπινο γένος ούτε τέλος κανένα άλλο από τα δημιουργήματα. Γιατί μόνος ο άνθρωπος, που φέρει μέσα του την εικόνα του Θεού, όταν φανερωθή αυθεντικά τέτοιος που είναι, χωρίς να έχη επάνω του τίποτε το νόθο, θα μπορούσε να αποκαλύψη αληθινά τον ίδιο το Θεό. Αλλά ανάμεσα στους ανθρώπους που υπήρξαν ή πρόκειται να υπάρξουν εκείνη η οποία τα επραγματοποίησε όλα αυτά και διεφύλαξε κατά τρόπο λαμπρό την ανθρώπινη φύση ανόθευτη από κάθετι ξένο είναι η μακαρία Παρθένος. Γιατί κανένας από τους άλλους δεν ήταν "καθαρός από ρύπου", όπως λέγει ο προφήτης. Και αυτό ακριβώς είναι εκείνο που βρίσκεται πέρα από κάθε θαύμα και προξενεί έκπληξη όχι μόνο στους ανθρώπους, αλλά και σ' αυτούς τους Αγγέλους και ξεπερνάει κάθε ρητορική υπερβολή: το πώς, ενώ η Παρθένος ήταν μόνο άνθρωπος και δεν είχε τίποτε περισσότερο από τους άλλους ανθρώπους, μπόρεσε να διαφύγη, μόνη αυτή, την κοινή αρρώστια.
7. Πώς το μπόρεσε; Ποιούς λογισμούς χρησιμοποίησε; Ακόμη περισσότερο, πώς της δημιουργήθηχε αρχικά αυτή η επιθυμία και θέλησε να ριχθή σ'αυτόν τον αγώνα, τον οποίο κανείς από τους συνανθρώπους της δεν ακούσθηκε ότι είχε ποτέ κερδίσει; Ποιούς οδηγούς είχε μπροστά της; Ποιος της έδωκε ελπίδες ότι θα νικήση; Από πού άντλησε το απαιτούμενο θάρρος; Γιατί η ανθρώπινη φύση ήταν πεσμένη, είναι δε απερίγραπτη η φαυλότης μέσα στην οποία ζούσε το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων. Λίγοι ήσαν oι καλοί κι είχαν κι αυτοί ανάγκη από εκείνους που θα τους στηρίξουν. Τόσο πολύ απείχαν από το να είναι χρήσιμοι στους άλλους.
Τι λοιπόν ήταν εκείνο που έδωκε τη νίκη στην Παρθένο, αφού ούτε ήρθε στη ζωή πριν από όλους τους ανθρώπους, ώστε να έχη λάβει φύση καθαρή από κάθε κακία, ούτε μετά από τον καινό Άνθρωπο και την νέα κλίση και δύναμη που έλαβαν oι άνθρωποι από Αυτόν; Γιατί δεν θα ήταν βέβαια καθόλου παράδοξο να νικήση ο Αδάμ την αμαρτία, αφού δεν υπήρχε τίποτε που να μην τον ωθή προς την αρετή και να μην τον απομακρύνη από την κακία. Είχε πράγματι για διαμονή τόπο γεμάτο από κάθε είδους τέρψη, ζωή απαλλαγμένη από κόπους, σώμα που δεν είχε δοκιμάσει φθορά, ψυχή άγευστη ακόμη από κάθε αμαρτία. Δεν είχε για γενάρχη του έναν άνθρωπο, αλλά, κατά τρόπον άμεσο, τον ίδιο το Θεό. Αυτόν γνώριζε και σαν πατέρα της φύσεως και σαν παιδαγωγό και νομοθέτη κι ήταν πλασμένος έτσι, ώστε να βρίσκεται με Αυτόν σε κάθε είδους κοινωνία και σχέση. Ήταν επομένως φυσικό όλα αυτά να κρατούν μέσα του άσβεστη την αγάπη για το Θεό. Αν πάλι απείχαν από κάθε κακία εκείνοι που γεννήθηκαν μετά τη χάρη και τη συμφιλίωση με το Θεό, μετά το Χριστό, το καινό Θύμα, και την έκχυση του Πνεύματος και τη μυστική γέννηση του Βαπτίσματος και τη φρικτή τράπεζα της θ.Ευχαριστίας, εκείνοι που έχουν δεχθή τόσα πολλά και τόσο υπέροχα βοηθήματα τίποτε βέβαια το αξιοθαύμαστο δεν θά παρουσίαζαν. Ας έρθουμε όμως στην περίπτωση της Παρθένου. Αφού τόσο σκληρή και δύσκολη είναι η μέχρι τέλους αντίσταση στην αμαρτία, ώστε ο πρώτος άνθρωπος που υπήρξε στη γη να είναι και ο πρώτος που άρχισε την παρανομία και παρά τα τόσα όπλα που είχε για να αγωνισθή για το καλό και την αρετή δεν άντεξε στην προσβολή κι έπεσε αμέσως στην αμαρτία και εκείνοι, εξ άλλου, που ήρθαν μετά το λουτρό του Βαπτίσματος και τη χάρη -και εννοώ τους πιο ενάρετους από όλους, αυτούς που αφιερώθηκαν στην εύρεση του ύψιστου αγαθού κι έγιναν κύριοι του εαυτού τους- υπάρχουν κακά για τα οποία δεν είναι εντελώς ανεύθυνοι και έχουν γι' αυτό ανάγκη από την συνεχή κάθαρση των Μυστηρίων, ποια γλώσσα μπορεί να υμνήση όπως πρέπει και ποιος νους να λάβη ιδέα του πόσο καθαρή από κάθε κακία διατήρησε την ψυχή της η Παρθένος, πόσο καθαρός άνθρωπος -σαν να ήταν ολόκληρη μόνο ευγνωμοσύνη- υπήρξε, αφού αυτά που κανείς από τους ανθρώπους εκείνους που ήσαν από κάθε άποψη προετοιμασμένοι δεν μπόρεσε να τα επιτύχη, αυτή τα επραγματοποίησε εξ ολοκλήρου, χωρίς μάλιστα να χρειασθή βοήθεια από κανέναν; Kι αυτό μολονότι δεν ήρθε στη ζωή ούτε πριν από την κοινή αρρώστια της φύσεως ούτε μετά τον κοινό ιατρό, αλλά στο μεσουράνημα του κακού και βρέθηχε μέσα στον τόπο της καταδίκης, σε μια φύση που έμαθε πάντοτε να νικιέται, σε σώμα που δουλεύει στο θάνατο, κατά την περίοδο που όλοι όσοι μπορούσαν να βοηθήσονν στην πραγματοποίηση της κακίας ήσαν υπερβολικά κοντά, ενώ όλοι εκείνοι που γνώριζαν να συμπολεμούν απουσίαζαν. Γιατί είτε ιδούμε το γεγονός οτι πριν από την κοινή συμφιλίωση, πριν να έρθη στη γη ο δημιουργός της ειρήνης, αυτή η ίδια διέλυσε μέσα της την έχθρα που υπήρχε στην ανθρώπινη φύση κατά του Θεού και άνοιξε τον ουρανό και προσείλκυσε τη χάρη και έλαβε τη δύναμη ν' αγωνισθή κατά της αμαρτίας, αυτό το θαύμα ξεπερνάει ασφαλώς κάθε ανθρώπινη κατανόηση -γιατί πόσο υπέροχη πρέπει να είναι η συνεισφορά της Παρθένου, αφού μπόρεσε ν' αποδειχθή ισάξια με εκείνη του μεγάλου Θύματος; -Είτε πάλι θεωρήσουμε το γεγονός ότι, μολονότι η ανθρώπινη φύση ήταν εχθρική, τόσα πολλά μπόρεσε να πραγματοποιήση η πρόθεση της Παρθένου, και ενώ ο φραγμός της έχθρας υπήρχε ακόμη, αυτή συνδέθηκε με τον Θεδ και ότι το τείχος εκείνο που χώριζε ολόκληρη την οικουμένη από το Θεό δεν άντεξε στην προθυμία μιας ψυχής, από αυτό τι υπάρχει πρωτοφανέστερο; Γιατί ούτε βέβαια την εδημιούργησε ο Θεός επίτηδες την Παρθένο έτσι, ώστε να ζη αναγκαστικά με αυτόν τον πάναγνο τρόπο ζωής, ούτε, ενώ η ίδια πρόσφερε ό,τι και οι άλλοι, την ετίμησε ο Θεός με μεγαλύτερα από τους άλλους βοηθήματα. Αλλά η Παρθένος νίκησε την πρωτάκουστη και θαυμαστή αυτή νίκη χρησιμοποιώντας μόνο τον εαυτό της και τα όπλα που έδωσε ο Θεός σε όλους τους ανθρώπους για τον αγώνα της αρετής.
8. Γιατί το να νομίση κανείς ότι ο Θεός δημιουργεί μέσα στα ήθη των ανθρώπων την αρετή όπως και τα άλλα δημιουργήματα, είναι πράγμα που αντίκειται πριν από όλα στην ίδια την φύση της αρετής, η οποία είναι προαιρετικό αγαθό και έργο της προσωπικής μας θελήσεως. Γιατί ακριβώς σ' αυτούς που το "είναι" έγκειται στο γεγονός ότι είναι λογικά και με ελεύθερη θέληση όντα, το "ευ είναι" δεν μπορεί παρά να υπάρχη στην καλή χρήση της λογικότητος και της αυτόνομης θελήσεώς τους. Ούτε βέβαια είναι δυνατόν το "ευ" να καταστρέφη το "είναι" ούτε η πρόοδος στην αρετή θα μπορούσε ποτέ να μειώνη τα καλά που εκ φύσεως έχουμε, αφού προορισμός της είναι να τα αυξάνη. Γιατί θα ήταν ασφαλώς άτοπο αυξάνοντας την αρετή να μειώνουμε τήν ελευθερία, να καταστρέφουμε δηλαδή έτσι με τα καλά έργα τον ίδιο μας τον εαυτό, αυτό που εκ φύσεως είμαστε. Αλλά η υιοθέτηση αυτών των σκέψεων είναι αρχή για χίλια δυο ατοπήματα. Γιατί είναι ανάγκη να παραδεχθούμε τότε ένα από τα δύο: ή ότι κανείς δεν έχει ευθύνη για καμμιά αμαρτία του και ότι, αντίστοιχα, οι αγαθοί δεν κερδίζουν δίκαια τα βραβεία -αφού δεν οδηγούν οι ίδιοι τους εαυτούς τους ούτε είναι κύριοι της θελήσεώς τους- ή, αν δεν το παραδεχώμαστε αυτό, πρέπει ασφαλώς να πιστεύουμε ότι είναι άδικος ο Θεός, αφού, διαχωρίζοντας τους ανθρώπους, άλλους στεφανώνει και άλλους καταδικάζει στις έσχατες των ποινών, χωρίς ούτε στο ένα ούτε στο άλλο να ενεργή λογικά. Θα ήταν δε κατ' εξοχήν μοχθηρό, εάν, ενώ έχει τη δυνατότητα να αναδείξη όλους τους ανθρώπους αρίστους και το χέρι του μπορεί να μοιράση τα αγαθά κατά τον ίδιο τρόπο σε όλους, δεν το έκανε.
Πώς θά ήταν έτσι δυνατόν να ισχύη ακόμη το ότι o Θεος δεν "λαμβάνει πρόσωπον ανθρώπου" και ότι "πάντας θέλει σωθήναι" και ότι αποτελεί για τους ανθρώπους το αγαθό εκείνο που προσφέρεται σε κοινωνία και μετοχή τόσο περισσότερο από όλα -και από τον ήλιο και από το φως και τα υπόλοιπα- όσο περισσότερο "κενώθηκε" και όσο περισσότερο είναι πλούσιο αγαθό; Αλλ' αυτό δεν είναι μόνο ένα συμπέρασμα και ένας συλλογισμός. Γιατί είναι εντελώς φανερό ότι ο Θεός ετίμησε όλους τους ανθρώπους με τη μεγαλύτερη από τις δωρεές εκείνες που βοηθούν τον άνθρωπο να ζήση την αληθινή ζωή. Αν όμως τιμήθηκαν όλοι με τη μεγαλύτερη, είναι φανερό ότι έλαβαν όλοι την ίδια. Γιατί μεγαλύτερο αγαθό, δηλαδή αγαθό που να οδηγή κατά καλύτερο τρόπο προς την αρετή από την κατά σάρκα ζωή και πολιτεία του Σωτήρα, από το θάνατο, την ανάσταση και όλα τα άλλα που προέρχονται από αυτά -και που ολόκληρη η οικουμένη μπορεί να απολαμβάνη εξ ίσου- είναι βέβαια και αδύνατο να δημιουργήση κανείς και το να θεωρήση ότι είναι δυνατόν να γίνη κάτι τέτοιο, πράγμα από τα πιο παράλογα. Επομένως η βοήθεια με την οποία εβοήθησε τη μητέρα Του δεν είναι καθόλου μεγαλύτερη από εκείνη την οποία εχάρισε γενικά σ' όλους τους ανθρώπους.
9. Έτσι η Πανάμωμη με τα νόμιμα χαρίσματα και την αξιοποίησή τους η ίδια έπλεξε στον εαυτό της αυτό το στεφάνι. Γιατί, ενώ η βοήθεια που δέχθηχε από το Θεό ήταν η ίδια με εκείνη που δέχθηκαν όλοι, αυτή τόσο πολύ ξεπέρασε τους άλλους με όσα πρόσθεσε από τον εαυτό της, ώστε όχι μόνο να νικήση παντού όπου εκείνοι νικήθηχαν, αλλά και να νικήση τόσο λαμπρά, ώστε η νίκη της να επαρκέση και για την προσωπική της δόξα, αλλά και για τους άλλους ανθρώπους και να είναι σαν μια νίκη που την επέτυχαν όλοι. Γιατί δεν απέδειξε χειρότερο το ανθρώπινο γένος ξεπερνώντας το σαν ένας αντίδικός του, αλλά το εκόσμησε. Ούτε το έκαμε να ντρέπεται σα να νικήθηχε, αλλά το φανέρωσε λαμπρότερο. Ούτε με το να γίνη η ίδια εξαιρετικά ωραία αποκάλυψε την ασχήμια των ομοφύλων της, αλλά τους χάρισε ωραιότητα. Ούτε πάλι με το ότι υπερασπίσθηκε με επιτυχία την ανθρώπινη φύση μέσα της, μεταθέτοντας έτσι καθαρά την αιτία της αμαρτίας στον κάθε άνθρωπο χωριστά, έκαμε βαρύτερες τις ευθύνες για τους ανθρώπους. Αντίθετα, έχοντας η ίδια ευδοκιμήσει με πρωτοφανή τρόπο, κατήσχυνε και νίκησε την αμαρτία, για να απαλλάξη από κάθε κακία τους κατησχυμμένους και νικημένους. Κι έτσι το κάλλος, που δόθηκε στην ανθρώπινη φύση, δεν το διατήρησε ανόθευτο από κάθε ξένο στοιχείο μόνο στον εαυτό της, αλλά, όσο ήταν δυνατόν, και σε όλους τους άλλους ανθρώπους.
10. Και αν ήθελε κανείς να εξετάση, θα μπορούσε να βρη για όλα τούτα πολλές και λαμπρές αποδείξεις. Πριν από όλα, τίποτε δεν εμπόδισε το Θεό να κατέλθη και να σκηνώση μέσα της μόλις χρειάσθηκε. Γιατί δεν θα μπορούσε βέβαια να κατέλθη, αν ήταν οικοδομημένο ανάμεσά τους το διαχωριστικό τείχος, πράγμα που θα συνέβαινε, αν υπήρχε μέσα της κάτι συγγενικό προς την αμαρτία, γιατί, όπως λέγει ο Προφήτης, «oι αμαρτίες σας διαχωρίζουν ανάμεσα σε σας και σε μένα». Κι ούτε βέβαια πρέπει να νομίσουμε ότι υπήρχε και αντιστεκόταν προς την κάθοδο του Θεού το τείχος και ότι κατεβαίνοντας ο Θεός το εγκρέμισε με τη δυναμή Του.Γιατι το μέσο με το οποίο έκρινε καλό να καταλύση αυτό το φραγμό δεν υπήρχε, αφού o ίδιος δεν είχε ακόμη κατέλθει. Και εννοώ ασφαλώς το αίμα και το πάθος, γιατί με αυτό μόνο τον τρόπο έπρεπε να νικιέται η αμαρτία, αφού ακόμη και σε εκείνους που ζούσαν στην εποχή του μωσαϊκού νόμου -και στους οποίους προεικονιζόταν η χάρη- λέγει η Γραφή ότι «χωρίς να χυθή αίμα, δεν μπορούσε να υπάρξη άφεση αμαρτιών».
Εξ άλλου ποιος δεν αναγνωρίζει ότι οι κρίσεις του Θεού για την Παρθένο αποδεικνύουν πως ήταν αμέτοχη στην παραμικρή αμαρτία; Γιατί ο ίδιος ο Κριτής, που "δεν κρίνει με προσωποληψία", κρίνοντας και την κοινή μητέρα όλων των ανθρώπων (τήν Εύα) και την Παρθένο, την Εύα, που αμάρτησε, ετιμώρησε επιτρέποντας να ζη με λύπη, ενώ την Παρθένο αξίωσε να χαίρη. Αφού λοιπόν η λύπη αρμόζει στους αμαρτωλούς, αυτοί στους οποίους αρμόζει η χαρά είναι φανερό ότι δεν έχουν τίποτε το κοινό με την αμαρτία. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο πριν από την Παρθένο σε κανέναν απολύτως άλλον άνθρωπο μέσα στους αιώνες δεν απηύθυνε ο Θεός το "χαίρε", αφού όλοι ήσαν ακόμη υπόδικοι και μέτοχοι της παλαιάς, κακότυχης κληρονομιάς.
Αλλά αυτό γίνεται φανερό και σ' εκείνους που εξετάζουν την προετοιμασία της Παρθένου για τη διακονία του μυστηρίου. Όταν Εκείνη ρώτησε για τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιόταν η παράδοξη γέννηση και τι αλλοίωση έπρεπε να υποστή ώστε να κυοφορήση και να γεννήση το Θεό, ο Γαβριήλ απαντώντας μίλησε γιά το Άγιο Πνεύμα και τη δύναμη του Υψίστου και άλλα σχετικά. Πουθενά όμως στην χαρμόσυνη αγγελία του Αγγέλου δεν έγινε λόγος για απαλλαγή από ενοχή και για άφεση αμαρτιών. Εν τούτοις, αυτή η προετοιμασία θα χρειαζόταν ασφαλώς πριν από οποιεσδήποτε τυχόν άλλες. Γιατί, αφού ο Ησαΐας, όταν επρόκειτο να σταλή σαν απλός προάγγελος του αγνώστου ως τότε μυστηρίου (της Σαρκώσεως), είχε ανάγκη καθάρσεως και μάλιστα με φωτιά, το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε καμμιά κάθαρση από εκείνη που, όταν έφθασε ο καιρός, χρειάσθηκε να διακονήση στην πραγματοποίηση του μυστηρίου -κι αυτό όχι μόνο με τη γλώσσα, αλλά προσφέροντας και την ψυχή και το σώμα και όλη την ύπαρξή της- δεν φανερώνει αυτό σαφέστατα ότι δεν είχε τίποτε που έπρεπε να αποβάλη; Αν δε υπάρχουν μερικοί από τους ιερούς διδασκάλους που υποστηρίζουν ότι η Παρθένος καθαρίσθηκε από το Άγιο Πνεύμα, πρέπει να θεωρήσουμε ότι λέγοντας κάθαρση εννοούν την προσθήκη χαρισμάτων, άφου οι ίδιοι λένε ότι κατά τον ίδιο τρόπο καθαρίζονται και οι Άγγελοι, στούς οποίους βέβαια δεν υπάρχει τίποτε το κακό.
Αυτή δε ακριβώς την ίδια μαρτυρία φαίνεται ότι ήθελε να δώση ο Σωτήρας για τη μητέρα Του μετά τη μυστηριώδη γέννηση όταν σε δημόσια συνάθροιση είπε ότι «μητέρα μου και αδελφοί μου είναι όσοι ακούνε το λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν». Αυτά τα είπε θέλοντας να κοσμήση όχι τόσο εκείνους, όσο τη μητέρα Του. Γιατί κοσμείται βέβαια η μητέρα, όταν τονίζεται ότι εκείνα που κάνουν τους ανθρώπους άξιους να ονομάζωνται "μητέρα και αδελφοί" Του είναι η φροντίδα για την τήρηση του θείον νόμου. Πράγματι, το γεγονός ότι την Παρθένο δεν την τίμησε απλώς με το όνομα της μητέρας ούτε την αποκάλεσε μόνο, αλλά την είχε αληθινά μητέρα, φανερώνει καθαρά ότι αυτή είχε ξεπεράσει κάθε κορυφή αγιότητος.
Γιατί, αν αναγνώριζε σαν ακριβείς φύλακες του νόμου όσους τίμησε απλώς με το όνομα, δεν έκαμε έτσι ολοφάνερο ότι σ' εκείνη, στην οποία έδωκε και τήν πραγματικότητα, σ'εκείνη δηλαδή που υπήρξε αληθινά μητέρα Του, δεν βρήκε ποτέ και σε καμμιά περίπτωση κάτι που να μην αρμόζη στα θελήματα και τους νόμους Του; Φανέρωσε αντίθετα ότι αναγνώρισε στην Παρθένο αρετή που τόσο ξεπερνάει κάθε ανθρώπινο μέτρο, όσο το να είναι κανείς πραγματικά κάτι, από το να ονομάζεται απλώς, όσο δηλαδή η πραγματικότητα βρίσκεται πέρα από τα ονόματα. Γιατί, όπως δεν υπήρχε τρόπος να γεννήση το Χριστό καλύτερα από ό,τι Τον γέννησε ούτε να γίνη κατά τρόπο πραγματικώτερο μητέρα Του από ό,τι έγινε, αλλά έφθασε στη σχέση της προς αυτόν στο ακρότατο όριο γνησιότητος, έτσι δεν ήταν δυνατόν να φθάση και σε μεγαλύτερο μέτρο αρετής από εκείνο με το οποίο έζησε όλη τη ζωή της.
11. Αλλά και το εξής είναι σημείο φανερό ότι η μακαρία Παρθένος ήταν απαλλαγμένη από κάθε κακία: το ότι είχε εισέλθει στο αγιώτατο τμήμα του Ναού, τα Άγια των Αγίων που ήσαν άβατα και για τον ίδιο τον Αρχιερέα, αν προηγουμένως δεν είχε καθαρισθή από κάθε αμαρτία, με τον τρόπο βέβαια που ήταν δυνατόν να καθαρίζωνται τότε οι αμαρτίες. Γιατί με το ότι δεν είχε ανάγκη για εξιλαστήριες θυσίες και άλλους καθαρισμούς απέδειξε ότι δεν είχε τίποτε για να καθαρίση. Kαι δεν εισήλθε απλώς στα Άγια των Αγίων με αυτόν τον τόσο παράδοξο τρόπο, αλλά και κατοίκησε εκεί από βρέφος μέχρι την νεανική της ηλικία. Δεν υπήρξε έτσι ανάγκη για καθαρτήριες θυσίες ούτε κατά τη γέννηση ούτε κατά την ανάπτυξή της. Και το εκπληκτικό είναι ότι και στούς ανθρώπους που ζούσαν εκείνα τα χρόνια δεν φαινόταν να αντιβαίνη σε κανέναν από τους ιερούς θεσμούς αυτό το πράγμα, το να φρίττη δηλαδή και να τρέμη ο Αρχιερεύς να διασχίση την είσοδο, κι αυτό μια φορά το χρόνο και χωρίς να έχη παραλείψει τις εξιλαστήριες θυσίες, η δε Παρθένος να χρησιμοποιή τα Άγια των Αγίων σαν κατοικία Της και να τρώγη και να κοιμάται και να περνά εκεί ολόκληρη τη ζωή Της. Συμμετείχε λοιπόν η Παρθένος στα ανθρώπινα, αλλά κατά έναν τρόπο ανώτερο από τους άλλους ανθρώπους, αφού τα αναγκαία για την τροφή της δεν είχε ανάγκη να της τα προσφέρουν άνθρωποι, αλλά Άγγελος ετοίμαζε το τραπέζι της. Αποδεικνύεται λοιπόν το πόσο ήταν ανώτερη από κάθε ψόγο και καθαρώτερη από το να χρειάζεται τις καθαρτήριες τελετές του νόμου, πράγμα που ήταν φανερό στα μάτια όχι μόνο Εκείνου που βλέπει τα κρυφά, αλλά και των ανθρώπων. Τόσο η αρετή της ήταν μεγάλη και λαμπρή, ώστε να είναι αδύνατον να μείνη κρυμμένη. Και μολονότι η ηλικία της και το γένος της και η ζωή της δεν μπορούσαν να διακηρύξουν την αρετή της, και μάλιστα σε ανθρώπους που ήσαν ακόμη τυφλοί και βουτηγμένοι στο βαθύ σκοτάδι -αφού ο Ήλιος της δικαιοσύνης δεν είχε ακόμη φανή- τίποτε δεν εμπόδιζε το φως εκείνο της Παρθένου να λάμψη και το κάλλος της ψυχής της να κάμη, ξεπερνώντας όλα τα εμπόδια, αισθητή στους τυφλούς την ακτίνα που είχε φθάσει στη γή. Και ήταν φυσικό. Γιατί τι μπορούσε να υπάρξη τόσο μεγάλο, ώστε να συγκαλύψη το μέγεθος της αρετής και της σωφροσύνης εκείνης, η οποία κατά τον προφήτη "εκάλυψε και αυτούς τους ουρανούς"; Γιατί εκείνη που ήταν τόσο ισχυρότερη από όλη την ανθρώπινη κακία, ώστε μεμιάς και ευκολώτατα να την εξαλείψη ολόκληρη, πώς ήταν δυνατό να συγκαλυφθή από την αχλύ της κακίας, όταν εμφανίσθηκε;
12. Γι' αυτό οι άνθρωποι που είχαν διακρίνει στην Παρθένο τα πιο μεγάλα και πιο θαυμαστά πράγματα, τέτοια που κανείς άλλος ποτέ δεν είχε, την τιμούσαν με ό,τι καλύτερο είχαν, προσφέροντάς της για κατοικία τον πιο ιερό χώρο που υπήρχε. Έτσι το χώρο εκείνο που είχαν ξεχωρίσει και είχαν αφιερώσει σαν δώρο όλης της γης αποκλειστικά στο Θεό, αυτόν έδωκαν σαν κατοικία και στην Παρθένο. Γιατί θεώρησαν ότι ο ίδιος χώρος έπρεπε να είναι και ναός του Θεού και κατοικία της Παρθένου, γιατί έπρεπε με τα ίδια πράγματα να λατρεύεται ο Θεός και να τιμάται η Παρθένος ή μάλλον έπρεπε ο ίδιος οίκος που είχε μέσα του την Παρθένο να είναι και ναός του Θεού.
Ο δε Θεός που την εγνώριζε πολύ καλύτερα, σαν καρδιογνώστης που είναι, όπως εγνώριζε και όσα ήταν άξια η Παρθένος να λάβη από αυτόν -και όχι μόνο τα εγνώριζε, αλλά είχε και την δύναμη να τα δώση- την κοσμούσε με κάθετι που ήταν αληθινά άξιό Της. Έτσι, αφού την έβγαλε από τα ιερά εκείνα άβατα, την οδήγησε σε άλλη σκηνή φτιαγμένη όχι από νεφέλη ούτε από αγγελικά ή αρχαγγελικά φτερά ούτε από οτιδήποτε άλλο από τα κτιστά και δουλικά πράγματα, αλλά έγινε Αυτός ο ίδιος για την μακαρία σκηνή, αυτός "πού κατοικεί στο φως το απρόσιτο". Κι όπως ανήγγειλε ο ιερώτατος Γαβριήλ, την "επεσκίασεν η Δύναμις του Υψίστου, ο ίδιος ο Κύριος". Γιατί ο Θεός μόνο τον εαυτό του βρήκε ότι μπορούσε να γίνη σκηνή άξια σ' Εκείνη, που μόνη έγινε άξια για τον Θεό σκηνή.
13. Το ότι πάλι κατοίκησε στον άβατο εκείνο χώρο δεν είναι κάτι που τιμά την Παρθένο, αλλά μάλλον εκείνο το χώρο. Όπως ακριβώς και το παλαιό Πάσχα τιμάται από την προσθήκη της σφαγής εκείνης που συμβόλιζε, καί το βάπτισμα του Ιωάννου από το πνευματικό βάπτισμα και τα υπόλοιπα σύμβολα από τις αληθινές πραγματικότητες. Γιατί, αν άλλα σύμβολα συμβόλιζαν και οδηγούσαν σε άλλες πραγματικότητες, τα Άγια των Αγίων οδηγούσαν ασφαλώς στην παναγία Παρθένο. Το γεγονός πράγματι ότι η είσοδος στα Άγια των Αγίων επιτρεπόταν μόνο στον Αρχιερέα κι αυτό μια φορά το χρόνο κι ενώ είχε προηγουμένως καθαρισθή από τις αμαρτίες, υποδηλούσε την μυστηριώδη κυοφορία της Παρθένου, που έφερε μέσα της το μόνον αναμάρτητο, Εκείνον που με μια μόνη ιερουργία και μια φορά μέσα στους αιώνες εξάλειψε όλη την αμαρτία. Και το ότι πάλι τα Άγια των Αγίων ήσαν άβατα σε όλους τους ανθρώπους, εκτός από τον πιο ιερό από όλους, ήταν σημείο που φανέρωνε πως η μακαρία Παρθένος ουδέποτε έφερε στην ψυχή της κάτι που να μην ήταν εξ ολοκλήρου άγιο. Ηταν δε τόσο πολύ σεβαστός ο ναός, ακριβώς επειδή επρόκειτο να δεχθή μέσα του Εκείνη, αφού τίποτε άλλο από αυτά που υπήρχαν μέσα του δεν ήταν δυνατόν να του δώση αυτή τη μεγαλειώδη σεμνότητα. Τίποτε πράγματι από αυτά δεν ήταν τόσο πολύτιμο, ώστε η αξία του να το κάνη απρόσιτο στους πολλούς. Αφού το μάννα ήταν δυνατόν και στα χέρια τους να το κρατήσουν όλοι οι άνθρωποι και στο σπίτι τους να το πάρουν και να τραφούν με αυτό. Και η ράβδος τίποτε το ιερώτερο δεν είχε από τους ιερείς που την κρατούσαν και για χάρη των οποίων πέταξε βλαστούς μρ φύλλα. Τέλος κι από τις πλάκες, τις πολυτιμότερες απ' όλες, αυτές που περιείχαν το νόμο, όλοι μπορούσαν να τις κρατήσουν στά χέρια. Τι λοιπόν πρέπει να θεωρήσουμε ότι τιμούσε τόσο πολύ εκείνον το χώρο, αν όχι oι προεικονίσεις της Πανάγνου, το ότι δηλαδή όλα τα πράγματα που βρίσκονταν εκεί είχαν την αναφορά τους και οδηγούσαν σ' Εκείνη; Γι'αυτόν ακριβώς το λόγο, ενώ ήταν απροσπέλαστος σ' όλους τους ανθρώπους, ήταν βατός γι' αυτήν. Kαι μόλις φάνηκε η Παρθένος, αμέσως κατήργησε το νόμο που ίσχυε από την αρχή, πράγμα που δείχνει αφ' ενός μεν ότι ο ναός δεν επέτρεπε την είσοδο σε κανέναν απ'οτους άλλους ανθρώπους, επειδή τιμούσε εκείνη και κρατούσε τον εαυτό του μόνο γι' αυτήν, αφ' ετέρου δε ότι ήταν τόσο πολύ ανώτερος από τους ανθρώπους και δεν δέχθηχε ποτέ ούτε το παραμικρό στοιχείο της ανθρώπινης μικρότητος. Κι αυτό έγινε για να γνωρίσουμε ότι, αν ο χώρος που εικόνιζε την Παρθένο τόσο πολύ απείχε από όλους και δεν είχε, για να το πούμε έτσι, τίποτε το κοινό με τους ανθρώπους και την οικουμένη, τι πρέπει να σκεφθούμε για τις ίδιες τις πραγματικότητες, αφού βέβαια είναι δυνατόν από το μέτρο των μικροτέρων πραγμάτων να γνωρίζουμε το ύψος και την αξία των πιο μεγάλων;
14. Γιατί, όπως ακριβώς αυτά τα ίδια τα σώματα με την ύπαρξή τους εμφανίζουν και διασφαλίζουν μέσα στη σκιά την περιγραφή και το σχήμα των σωμάτων τα οποία περιγράφονται, κατά τον ίδιο τρόπο το γεγονός ότι η Παρθένος αποχωρίσθηχε από όλα τα ανθρώπινα πράγματα και αφού προήλθε από τη γη δεν είχε στη συνέχεια τίποτε να πάρη από αυτήν, αλλά κράτησε απρόσβλητη τη βούλησή της από κάθε κακία, συμβολιζόταν σαν με κάποιο ασαφές και αμυδρό σύμβολο από τα Άγια των Αγίων. Κι αυτό είναι φυσικό επακόλουθο και συμβαδίζει και με τη λογική των πραγμάτων και με τη φυσική τάξη. Γιατί ήταν ανάγκη κάποιος άνθρωπος να αποδειχθή ανώτερος από κάθε αμαρτία χρησιμοποιώντας την προθυμία του λογισμού και τη δύναμη του ίδιου του εαυτού του, χωρίς να έχη λάβη το δώρο να είναι μητέρα του αναμάρτητου, πριν δηλαδή ακόμη αποκτήση συγγένεια με Εκείνον. Κι αυτό για πολλούς λόγους. Πρώτα πρώτα επειδή ήταν ανάγκη η ανθρώπινη φύση να φανερωθή τέτοια που πλάσθηκε, για να προξενήση στον τεχνίτη την τιμή και την δόξα που του έπρεπε. Γιατί βέβαια ούτε στο γενάρχη ούτε στους απογόνους του ήταν δυνατόν να βρη κανείς ακέραιο τον άνθρωπο, αφoύ όλοι ήταν διεφθαρμένοι από την αμαρτία. Ο δεύτερος πάλι Αδάμ, με το να είναι και Θεός κατά φύση, δεν παρουσίασε τη δεύτερη φύση του, τη δική μας έτσι, ώστε να είναι μόνη της ορατή. Γιατί δεν είχε προς την αμαρτία τη σχέση που έπρεπε να έχη ο άνθρωπος σ' αυτή τη ζωή. Δεν διάλεξε, έχοντας ροπή και προς τα δύο, από το κακό το καλό ούτε έτρεξε προς το καλό, ενώ μπορούσε να γίνη κακός, αλλ' ούτε ήταν βέβαια ποτέ δυνατό Αυτός να αμαρτήση. Έπρεπε λοιπόν να φανή εκείνος που, ενώ μπορούσε να αμαρτήση, δεν αμάρτησε καθόλου, φανερώνοντας έτσι πώς ήθελε ο Θεός να είναι ο άνθρωπος σ' αυτή τη ζωή. Γιατί διαφορετικά, αν δηλαδή η φύση δεν εύρισκε στο πρόσωπο κανενός ανθρώπου τη μορφή για την οποία ο δημιουργός την είχε πλάσει, θα αποδεικνυόταν μάταιη η επιδεξιότης του δημιουργού κι αυτό στο καλύτερο από τα έργα του. Έπειτα, πώς είναι λογικό να μην τηρηθή κάποτε στην πληρότητά του ο νόμος του Θεού, αλλά να υπάρχη περίπτωση να νομοθετή άσκοπα ο σοφός, χωρίς να πρόκειται να υπάρξη κανένας που θα ακολουθήση όλους τους νόμους, και να διατάσση πράγματα στα οποία κανένας δεν πρόκειται να πειθαρχήση και να ομιλή χωρίς να βρίσκη κανέναν που να θέλη να τον ακούση κι έτσι αυτός, που είναι σε όλα τα σημεία ευτυχής, εδώ να μην είναι;
15. Εκείνο λοιπόν το οποίο ήταν από κάθε άποψη αναγκαίο να συμβή, το να υπάρξη δηλαδή ένας κατά πάντα συνεπής εκτελεστής των θείων διαταγμάτων, ένας άνθρωπος καθαρός από κάθε αμαρτία, ποιος άλλος παρά ο άριστος μπορούσε να τον ενσαρκώση; Και άριστη υπήρξε κατά την κρίση του Θεού η μακαρία Παρθένος, εκείνη την οποία διάλεξε ο ίδιος σαν ναό για τον εαυτό Του, προτιμώντας την από ολόκληρη την οικουμένη. Αφού λοιπόν ήταν απόλυτη ανάγκη να φανερώση κάποιος άνθρωπος με σαφήνεια την ανθρώπινη φύση τέτοια που είναι πράγματι και oι άλλοι όλοι υστέρησαν στο να το επιτύχουν, δεν απόμενε παρά να το κατορθώση η Παρθένος. Όπως λοιπόν είπα πιο πάνω, ο Θεός έβαλε μέσα μας δύναμη να νικάμε την αμαρτία αγρυπνώντας και πολεμώντας, κι Αυτός θα μας κοσμούσε, όταν θα είχαμε νικήσει, και με το να μας καταστήση εντελώς ακίνητους στο αγαθό. Αυτά και τα δύο τα έφερε στην ανθρώπινη φύση μόνη η Παρθένος. Το πρώτο με εκείνα πού κατώρθωσε αυτή η ίδια στον εαυτό της, το δεύτερο με Εκείνον του οποίου υπήρξε μητέρα.
Γιατί διά της Παρθένου απέδειξε ο άνθρωπος ολοφάνερα και πάνω στην πράξη τη δύναμη που υπήρχε μέσα του εναντίον της αμαρτίας. Η Παρθένος παρέμεινε πράγματι από την αρχή ως το τέλος της ζωής της ανέπαφη από κάθε κακία χάρις στην άγρυπνη προσοχή της, στη σταθερή θέλησή της και στη μεγαλειώδη σωφροσύνη της. Ενώ στο Χριστό, που γεννήθηκε από αυτή κατά τρόπο ανέκφραστο έλαβε ο άνθρωπος και το βραβείο. Ο Χριστός ήταν αναμάρτητος χωρίς να χρειασθή να αγωνισθή και να νικήση, ήρθε στη ζωή στεφανωμένος σαν ηγεμόνας που παρουσιάζεται στους αντιπάλους του στολισμένος, πριν ακόμη αρχίση η μάχη, με τα τρόπαια της νίκης. Δεν κρατησε ανέπαφη από κάθε κακό τη θέλησή του αγρυπνώντας, σαν να υπήρχε και περίπτωση να δεχθή την αμαρτία, αλλά η θέλησή του ήταν από την αρχή εντελώς αμόλυντη και ανεπίδεκτη κάθε κακίας, όπως έλαβε από τον τάφο ζωντανό το σώμα του πέρα από κάθε φθορά. Έτσι, με την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το γένος μας, συμβάδιζε και η ποιότης των δώρων που μας έδινε ο Θεός. Η μια γέννησε την άλλη, το να γίνη δηλαδή ο άνθρωπος αναμάρτητος με τους αγώνες του έφερε το δώρο του να έχη εντελώς ακίνητο μέσα του το αγαθό.
16. Έτσι την πρώτη καθαρότητα έδωσε στη φύση με την πρόοδό της η μητέρα. Και ο Υιός έδωσε τη δεύτερη και καλύτερη. Κι αυτό αρμόζει βέβαια να συμβή σε μια μακάρια μητέρα, το να ευοδοθή δηλαδή κάθετι που αφορά τον υιό της, να νικηθή η ίδια από την αρετή του παιδιού της και να κατορθώση δι' αυτού μεγαλύτερα κατορθώματα και να δοξασθή περισσότερο χάρις σ' αυτόν παρά χάρις στον εαυτό της. Φανέρωσε έτσι σ' αυτόν τον κόσμο, σαν στον παράδεισο, καθαρό κι ολόκληρο τον άνθρωπο, τέτοιον που πλάσθηκε στην αρχή και τέτοιον που έπρεπε να μείνη και τέτοιον που θα ήταν στη συνέχεια, αν αγωνιζόταν για την ευγένειά του. Γιατί, αφού έπρεπε η ανθρώπινη φύση να συναντηθή με τη θεία και να ενωθή μαζί της τόσο στενά, ώστε να υπάρχη και στις δύο η ίδια υπόσταση, ήταν προηγουμένως ανάγκη να φανερωθή η κάθε μια αμιγής. Και ο Θεος βέβαια φανερώθηκε όπως ήταν δυνατόν σ'αυτόν να φανερωθή, ενώ τον άνθρωπο τον φανέρωσε μόνη η Παρθένος. Κι έτσι ο Ιησούς, που ήταν Θεός και έγινε και άνθρωπος, παρουσιάσθηκε αφού προηγουμένως φανερώθηκε χωριστά η κάθε μια από τις δύο του φύσεις. Όπως ακριβώς, αφού πρώτα έπλασε ο Θεός το νοητό κόσμο, στη συνέχεια εδημιούργησε τον αισθητό και σε τρίτη φάση έκτισε αυτόν που αποτελείται και από τα δύο, τον άνθρωπο, έτσι ο μεν Θεός υπήρχε από την αρχή, ο δε άνθρωπος εμφανίσθηκε μόλις στο τέλος των αιώνων, στις έσχατες δε αυτές ημέρες παρουσιάσθηκε ο Θεάνθρωπος. Kαι μου φαίνεται ότι, αν o Θεός στο τέλος μόλις των αιώνων ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση κι όχι από παλαιότερα, συνέβη αυτό, γιατί δεν είχε ως τότε ακόμη υπάρξει η ανθρώπινη φύση κατά τρόπο αληθινό, αλλά για πρώτη φορά την εποχή αυτή εμφανίσθηκε.
17. Έτσι η Πανάμωμη δεν εδημιούργησε τον άνθρωπο, αλλά τον βρήκε συντετριμμένο• ούτε πάλι μας έδωσε τη φύση, αλλά τη συνετήρησε• ούτε μας έπλασε αυτή, αλλά πρόσφερε εκείνα με τα οποία αναπλασθήκαμε. Έγινε έτσι βοηθός του πλάστη, το άγαλμα συνεργάσθηκε με τον τεχνίτη. Αυτή ξανάδωκε στο άγαλμα ό,τι είχε προηγουμένως κι εκείνος πρόσθεσε αυτό που δεν είχε. Και δεν θα πρόσθετε βέβαια εκείνος αυτό που έλειπε, αν δεν εύρισκε αυτό που υπήρχε, πάνω στο οποίο έπρεπε να προσθέση το δεύτερο. Στον Αδάμ από όλα τα άλλα ζώα του Παραδείσου μόνη βοηθός ήταν η Εύα. Και το Θεό, για να φανερώση τη χρηστότητά Του, μόνη από όλα τα όντα τον εβοήθησε η Παρθένος. Γιατί τίποτε άλλο δεν μετείχε στη φύση του Αδάμ εκτός από την Εύα, και τίποτε επομένως δεν μπορούσε να λάβη μέρος στις πράξεις του. Αλλά και καμμιά από τις υπόλοιπες υπάρξεις δεν συμμετείχε τόσο στη χρηστότητα του Θεού, όσο η Παρθένος• έτσι κανείς άλλος δεν μπορούσε να τον βοηθήση. Γιατί βέβαια και ο καλύτερος τεχνίτης φθάνει στο σκοπό του και γίνεται φανερός, ότι είναι άριστος, αν βρη το κατάλληλο όργανo που τον εξυπηρετεί στην πραγματοποίηση της τέχνης του. Ο Θεός όμως δεν βρήκε απλώς ένα όργανο, που ταίριαζε κατά πάντα στο σκοπό του, αλλά ένα ικανώτατο συνεργάτη, τη μακαρία Παρθένο, κι έτσι φανέρωσε τον εαυτό του. Kαι όλο τον άλλο καιρό παρέμενε, για να το πούμε έτσι, κατά το μεγαλύτερο μέρος αθέατος, αφού δεν υπήρχε κανείς για να τον φανερώση. Μόλις όμως υπήρξε η Παρθένος, έγινε και αυτός εντελώς φανερός. Γιατί, όπως ακριβώς από όλα τα σώματα μόνον διά μέσου του αέρος βλέπουμε καθαρά τον ήλιο -επειδή ο αέρας δεν βάζει μαζί με το φως τίποτε το δικό του μπροστά στα μάτια μας- κατά τον ίδιο τρόπο και εκείνη τίποτε άλλο δεν είχε εκτός από καθαρότητα και από ό,τι ήταν κατ' εξοχήν συγγενικό προς το πρώτο φως.
18. Γι' αυτό πανηγυρίζοντας με ευφροσύνη απέραντη φθάνουμε λαμπροί και με τρόπο λαμπρό σ'αυτή την ημέρα, κατά την οποία όλα αυτά έλαβαν την αρχή τους. Στην ημέρα που γεννήθηκε όχι απλώς η Παρθένος, αλλά μάλλον η οικουμένη ολόκληρη, που πρώτη και μόνη είδε τον αληθινό άνθρωπο, από τον οποίο επήγασε για όλους η δυνατότης να γίνουν επίσης αληθινοί άνθρωποι. Σήμερα η γη έδωκε καθαρά τον καρπό της, ενώ όλο τον άλλο καιρό έδινε καρπούς γεμάτους από αγκάθια και τριβόλια, από τη συγκομιδή αυτή που προερχόταν από την αμαρτία. Σήμερα ο ουρανός κατάλαβε πώς δεν οικοδομήθηκε άσκοπα, αφού αυτός για τον οποίον δημιουργήθηκε φανερώθηκε, αφού ο ήλιος είδε εκείνο, που, για να το βλέπη, έλαβε το φως. Σήμερα ολόκληρη η κτίση ένοιωσε τον εαυτό της καλύτερο και λαμπρότερο, αφού ελαμψε το κοινό στολίδι του σύμπαντος. Σήμερα "όλoι οι Άγγελοι του Θεού έψαλαν με φωνή κραταιή ύμνους και εγκώμια στον Κύριό τους", τόσο περισσότερο από τότε που στόλιζε τον ουρανό με το στεφάνι των αστέρων, όσο Αυτή που ανατέλλει σήμερα είναι υψηλότερη, και λαμπρότερη από κάθε αστέρι και για ολόκληρο τον κόσμο ωφελιμώτερη. Σήμερα η τυφλωμένη φύση των ανθρώπων έλαβε διεισδυτικο οφθαλμό, την Παρθένο, δια του οποίου έφθασε να ιδή τα μεγαλεία αυτής εδώ της ημέρας. Γιατί, όπως αργότερα τον εκ γενετής τυφλό, έτσι όταν συνάντησε ο Θεός την ανθρώπινη φύση να περιπλανιέται σκοντάφτοντας την ελέησε και της έδωσε τον αξιοθαύμαστο αυτό οφθαλμό. Kαι είδε ο άνθρωπος αυτά που "διά μέσου πολλών προφητών και βασιλέων επεθύμησε να ιδή από μακριά, αλλά δεν μπόρεσε". Γιατί, όπως μέσα σ' ένα σώμα υπάρχουν πολλά μέρη και μέλη, κανένα όμως εκτός από το μάτι δεν έχει δημιουργηθή για να βλέπη τον ήλιο, έτσι από όλους τους ανθρώπους που υπήρξαν ποτέ μόνο στην Παρθένο δόθηκε απόλυτα το αληθινό Φώς και διά μέσου αυτής δόθηκε σε όλους.
Μια ακατάπαυστη λοιπόν υμνωδία προσφέρεται σ'Αυτή και από τις δύο κτίσεις. Με μια φωνή όλες oι γλώσσες ψάλλουν τα δικά της μεγαλεία κι είναι ασίγητοι υμνωδοί της Μητέρας του Θεού όλοι oι άνθρωποι κι όλοι οι χοροί των Αγγέλων. Καταθέτουμε λοιπόν και εμείς, ψάλλοντας, στην κοινή εισφορά αυτά που μπορέσαμε: λιγώτερα δυστυχώς και από αυτά που οφείλαμε και έπρεπε να είμαστε πρόθυμοι να προσφέρουμε, αλλά και από αυτά που προθυμοποιηθήκαμε. Τόσα πολλά είναι αυτά που οφείλουμε. Αλλά σ' Εσένα και στη δική σου φιλανθρωπία ανήκει, Πολυύμνητη, να μη σταθμίσης τη χάρη που θα μας δώσης σε τίποτε δικό μας, αλλά στη δική σου μεγαλοπρέπεια. Κι όπως Εσύ, αφού εξαιρέθηκες από το κοινό γένος κι έγινες δώρο στο Θεό, εκόσμησες έπειτα όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους, έτσι και σ'εμάς, αντί γι' αυτούς εδώ τους λόγους που σου προσφέρουμε, αγίασε το θησαυροφυλάκιο των λόγων, την καρδιά μας, κι ανάδειξε τη χώρα της ψυχής άγονη για κάθε κακό με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του μονογενούς σου Υιού, του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, στον οποίον αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχό Του Πατέρα και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

" Αεί μνημονεύειν του Θεού και ουρανός η διανοία σου γίνεται"
Οσίου Νείλου

1
Από συζήτηση με Γέροντα για την ευχή:
( Στη συνομιλία αυτή δεν παρουσιάζεται η νοερά προσευχή στην τέλεια της μορφή, αλλά και στα πρώτα της στάδια, τα οποία μπορούν να ασκούν και τα αδέλφια μας που βρίσκονται στον κόσμο, για να ενισχύονται και να αγιάζονται{να ενισχύουν και να αγιάζουν})
Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Κοινοβιακής Μονής του Οσίου Γρηγορίου, Αρχιμ. Γεώργιος
Θα ήθελα μερικές παρατηρήσεις να κάνω.
Πρώτον. Να μη διαβασθούν σαν διήγημα. Ούτε σαν μια ιστορία, αλλά σαν θεόπεμπτη διδαχή του σοφού Αγιορείτου, αυτού του "κατά Χάριν" Θεού. Ο αναγνώστης πρέπει να σταματά μερικές φορές να σκέφτεται, περισσότερο όμως να προσεύχεται. Ίσως χρειασθεί να διαβάσει για δεύτερη φορά την συνομιλία.
Δεύτερον. Να διαβασθούν με τον σκοπό για τον οποίο γράφθηκαν, δηλαδή με τον σκοπό να εφαρμοσθούν. Ας πάρουμε κάποτε την απόφαση να εισέλθουμε στον γνόφο της "ευχής" του Ιησού. Εκεί θα συναντήσουμε το Θεό "όπου υπάρχουν δυο η τρεις συναγμένοι στο Όνομα μου, εκεί είμαι στο μέσο τους" (Ματθ. ιη 20) και το " κανείς δεν μπορεί να πει Κύριον Ιησού, παρά μόνο με το Άγιο Πνεύμα" (Ά Κόρινθο. ιβ 30). Την ώρα που λέγει κανείς την "ευχή" το Άγιον Πνεύμα κατέρχεται, όπως η νεφέλη στο Όρος Θαβώρ.
Η διάπυρη ευχή μου είναι, να βοηθηθούν μερικοί να ζήσουν την "ευχή", που τόσους άγιασε και να αγιαστούν και αυτοί.
Η αξία της ευχής
-...Ακούω συχνά Από διάφορους ανθρώπους της εποχής μας αντιρρήσεις για την "χαριτωμένη ευχή"...Τι έχετε να πείτε για το θέμα αυτό;
-Πολλοί Πατέρες αγωνίστηκαν γι' αυτήν και μίλησαν ζωηρά για την αξία της. Αυτοί λοιπόν έπεσαν σε πλάνη; Σε πλάνη έπεσε ένας Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς; Έχουν ακόμη άγνοια και της Αγίας Γραφής. Την φράση " Υιέ Δαυίδ ελέησον ημάς", που σημαίνει Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς, την είπαν τυφλοί και βρήκαν φως, οι λεπροί και θεραπεύθηκαν Από την λέπρα τους κ.λ.π. Η "ευχή" αποτελείται Από δυο κεντρικά σημεία. Από το δογματικό ( Αναγνώριση της Θεότητας του Χριστού) και το ικετευτικό ( παράκληση για τη σωτηρία μας). Δηλαδή η ομολογία της πίστεως στον Θεάνθρωπο συνδέεται με την ομολογία της αδυναμία να σωθούμε μόνοι μας...
Ο υπερήφανος λοιπόν είναι ο άνθρωπος της άγνοιας, ενώ αντίθετα ο ταπεινός είναι ο άνθρωπος της διπλής γνώσεως. Γνωρίζει την δική του αδυναμία και την δύναμη του Χριστού. Επομένως με την "ευχή" του Ιησού αναγνωρίζουμε και ομολογούμε την δύναμη του Χριστού ( Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού) και την δική μας αδυναμία (ελέησον με). Έτσι αποκτούμε την μακάρια κατάσταση της ταπεινώσεως. Εκεί που υπάρχει ταπείνωση, υπάρχει και η Χάρη του Χριστού και αυτή η Χάρη είναι η Βασιλεία των Ουρανών. Βλέπετε λοιπόν την αξία της "ευχής"; Βλέπετε πως με τη δύναμη της μπορούμε να αποκτήσουμε την Βασιλεία του Θεού;

-Γέροντα ευχαριστώ πολύ για τις διαφωτιστικές αυτές σκέψεις. Έχουν μεγάλη σημασία, γιατί προέρχονται Από σας, που τα ζείτε. Μια ερώτηση επιτρέψτε μου. Μόνο με την "ευχή" επιτυγχάνεται η κάθαρση και η σωτηρία, η θέωση; Οι άλλες προσευχές δεν είναι κατάλληλες; Δεν βοηθούν;
-Κάθε προσευχή έχει τεράστια δύναμη. Είναι μια κραυγή ψυχής. Ανάλογα με την πίστη και την θερμότητα έρχεται και η θεία βοήθεια. Είναι (Υπάρχει) η λατρευτική προσευχή, η ατομική προσευχή κ.λ.π. Η "ευχή" όμως του Ιησού έχει μεγάλη αξία γιατί όπως λέγει ο Αγ. Ισαάκ ο Σύρος, είναι το μικρό εκείνο κλειδί με την βοήθεια του οποίου μπορούμε να εισέλθουμε στα μυστήρια " α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ άκουσε και επί καρδία ανθρώπου ουκ ανέβει". Δηλαδή συγκρατεί περισσότερο τον νου και τον κάνει να προσεύχεται αφάνταστα, τον κάνει δηλ "άχροον", "ανείδεον", "ασχημάτιστων" και σε σύντομο χρονικό διάστημα φέρει πολλή Χάρη. Φέρει δε πολλή Χάρη και περισσότερη Από την ψαλμωδία, γιατί συνδέεται στενά με την ταπείνωση και την επίγνωση των αμαρτιών μας. Έτσι λέγουν οι Πατέρες.
Πράγματι ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει ότι η ψαλμωδία είναι για τους πρακτικούς και αρχάριους, ενώ η "ευχή" γι' αυτούς που γεύθηκαν την θεία Χάρη, για τους ησυχαστές: "Συ δε μήτε πολλάκις ψάλλε, σύγχυσις γαρ.. το γαρ πολλά ψάλλει των πρακτικών εστί, δια την αγνωσίαν και τον κόπον, ου των ησυχαστών, αρκουμένων εν Θεώ μόνω προσεύχεσθαι εν καρδία και απέχεισθαι νοημάτων ... ο δε γευσάμενος της Χάριτος οφείλει συμμετρώς ψάλλει, κατά τους Πατέρας, το πλείστον ασχολούμενος εις την προσευχήν• ραθυμών δε ψάλλει ή αναγινώσκειν τα πρακτικά των Πατέρων".

-Αφού τέτοια δύναμη διαθέτει, επιτρέψτε μου Γέροντα να ρωτήσω πως γίνεται. Πως μπορεί κανείς να την απολαύση;
-Η "ευχή" είναι η μεγαλύτερη επιστήμη παιδί μου. Δεν μπορεί κανείς να την περιγράψει ακριβώς γιατί κινδυνεύει να παρεξηγηθεί ή να μην εννοηθεί Από αυτούς που δεν έχουν έστω και λίγη πείρα. Είναι ακόμη ένας πραγματικός άθλος. Θα έλεγα ακόμη ότι είναι η ακρότατη μορφή απ' όπου αποκτούμε την θεολογία ή μάλλον την θεοπτία. Η θεολογία είναι γέννημα και απότοκος της καθαράς προσευχής, εύχυμος και ευλογημένος καρπός της. Το κλίμα της αναπτύξεως της και της βιώσεως της είναι η ησυχία της ερήμου, μ' όλο το δυναμικό της περιεχόμενο και η κάθαρση Από τα πάθη.
Στην αρχή η προσοχή μας συγκεντρώνεται στην εφαρμογή των εντολών του Χριστού και
Κυρίος διακρίνονται πέντε στάδια της "ευχής":
Πρώτον. Η εκφώνηση της "ευχής με το στόμα. Επαναλαμβάνουμε την "ευχή" με τα χείλη μας, ενώ συγχρόνως επιδιώκουμε να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στις λέξεις της "ευχής".
Δεύτερον. Παραλαμβάνει έπειτα την "ευχή" ο νούς και την λέγει νοερά, εξ' ου και νοερά προσευχή. Όλη η προσοχή μας βρίσκεται και πάλι στις λέξεις, αλλά είναι συγκεντρωμένη στον νου. Όταν κουράζεται ο νους τότε αρχίζουμε και ψελλίζουμε την "ευχή" με τα χείλη. Βέβαια αυτός ο τρόπος ή η χρησιμοποίηση κομποσχοινιού είναι το νηπιαγωγείο της "ευχής". Από εκεί πρέπει να αρχίσει κανείς, όμως και όταν έρχεται το τελειότερο καταργείται διακριτικά το ατελέστερο. Μετά την ξεκούραση του νου αρχίζουμε πάλι εκεί νά συγκεντρώνουμε την προσοχή μας. Συμβουλεύει ο όσιος Νείλος " Αεί μνημονεύει του Θεού και ουρανός η διάνοια σου γίνεται".
Τρίτον. Η ευχή κατεβαίνει έπειτα στην καρδιά. Νούς και καρδιά ενώνονται και συνδυάζονται. Η προσοχή τώρα βρίσκεται στην καρδιά και πάλι βυθίζεται στις λέξεις της "ευχής" και κυρίως στο όνομα του Ιησού, που είναι βυθός αθεώρητος.
Τέταρτον. Η προσευχή πλέον γίνεται αυτενεργούσα. Γίνεται, ενώ ο ασκητής εργάζεται ή τρώγει ή συνομιλεί ή βρίσκεται στο Ναό ή ακόμη όταν κοιμάται "Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί" λέγεται στην Αγία Γραφή.
Πέμπτον. Έπειτα αισθάνεται κανείς μέσα στη ψυχή του μια θεία απαλή φλόγα να την πυρπολεί και να την χαροποιεί. Κατοικεί στην καρδιά η Χάρη του Χριστού. Ενοικεί η Αγία Τριάς. Αισθάνεται λοιπόν μέσα του την θεία παρουσία και η Χάρις αυτή περνά και στο σώμα που νεκρώνεται κατά κόσμον και σταυρώνεται. Και αυτό είναι το ακρότατο στάδιο που μερικές φορές συνδέεται με την θεωρία του άκτιστου Φωτός. Αυτή σχεδόν είναι η πορεία της εξελίξεως της "ευχής". Κάθε στάδιο έχει και ανάλογη Χάρη.
Βεβαίως χρειάζεται αγώνας,, είπε ο σοφός αγιορείτης και μάλιστα πολύ αίμα πρέπει να χύση ο αθλητής. Εδώ ισχύει κατ' εξοχήν το Πατερικό "Δός αίμα, λάβε πνεύμα". Χωρίς αγώνα και αυτός ο Αδάμ έχασε τον Παράδεισο, αν και βρισκόταν στην θεωρία του Θεού. Πόσο μάλλον είναι απαραίτητος για μας, για να οικειοποιηθούμε τη Θεία Χάρη. Όσοι διακηρύσσουν ότι δεν χρειάζεται αγώνας σφάλλουν. "Δαιμόνων εστί Θεολογία η δίχως πράξεως γνώσις" κατά τον Άγιο Μάξιμο. Η προσευχή πριν Από την πτώση γινόταν άκοπος, όπως και των αγγέλων η ασίγητη δοξολογία. Μετά όμως από τη πτώση απαιτεί αγώνα και κόπο. Οι δε δίκαιοι στη Βασιλεία του Θεού θα επανέλθουν στην προηγούμενη κατάσταση.
Τρόποι της ευχής

Θερμαίνοντας την καρδία

- Πολύ θα ήθελα να μου περιγράψετε αυτόν τον αγώνα.
- Ο πρώτος και μεγάλος αγώνας είναι να συλλέξει τον νού του ο άνθρωπος. Να τον αποσπάσει Από τα γύρω του πράγματα, αντικείμενα, καταστάσεις, γεγονότα, σκέψεις, κακές, αλλά και καλές. Γιατί ο νους, όταν φύγει απ' τον Θεό, αποθνήσκει, νεκρώνεται, όπως το ψάρι, όταν βγει Από τη θάλασσα, το νερά. Αυτό το λέγει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος:" Όπερ συμβαίνει τω ιχθύι εξεληλυθότι εκ του ύδατος, τούτο και τω νοΐ συμβαίνει εξεληλυθότι εκ της μνήμης του Θεού και μετεωριζόμενον εν τη μνήμη του κόσμου". Ο νούς μετά την πτώση μοιάζει σαν το σκυλί, που θέλει συνεχώς να τρέχει και είναι τρομερά ευκίνητος στην φυγή. Μοιάζει σαν τον άσωτο υιό της παραβολής, που θέλει να φύγει Από την πατρική οικία, παίρνει όμως και την ουσία αυτού (επιθυμία - θέληση) και την διασκορπίζει και κατασπαταλά " ζών άσωτος".

Η θέρμανση της καρδιάς με τη θύμηση των αμαρτιών μας και την αυτοκατηγορία

Όπως ακριβώς έγινε με τον άσωτο υιό. Τι διαβάζουμε στη σχετική περικοπή; "Εις εαυτόν δε ελθών είπε• πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλλυμαι! αναστάς πορεύσομαι προς Πατέρα μου... και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού... είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού... ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε, και φάγοντες ευφρανθώμεν, οτι ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη• και ήρξαντο ευφραίνεσθαι" (Λουκά ιέ 17-24). Και ο άσωτος νους απαιτείται να επανέλθη "εις εαυτόν" Από τη διάχυσι του. Να αισθανθεί τη γλυκύτητα και την ευτυχία της πατρικής οικίας (και την πλάνη και καταστροφική μανία της άσωτης ζωής) και να επιστρέψει σ' αυτή, όπου θα γίνει το μεγάλο πανηγύρι. Θα χαρεί υπερβολικά. Θα ακουστή η φωνή "ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε και απολωλώς ην και ευρέθη" και θα ζωοποιηθεί ο νεκρός νους. Τότε μόνον, όταν ο νους έρχεται στην καρδιά, γίνεται η χαρά, όπως όταν ο απόδημος επιστρέφει στο σπίτι του, όπως γράφει ο Νικηφόρος Μονάζων. " Αλλά σαν ένας άνθρωπος που ήταν σε άλλη πολιτεία, εάν επιστρέψει έστω φτωχός γεμίζει χαρά, γιατί καταξιώθηκε να συναντίσει τα παιδιά και τη γυναίκα του• έτσι και ο νούς, αφού ενωθή με την ψυχή χαίρετε αρρήτος και αποκτά ευφροσύνη". Η συγκέντρωση του νού επιτυγχάνεται με την προθέρμαννσι της καρδίας. Ο αείμνηστος Γέροντας μου με τη δύσι του ηλίου καθόταν λίγη ώρα, έπαιρνε εικόνες Από την εσωτερική του κατάσταση και Από τη φύσι και μετά, αφού θερμαινόταν η καρδιά, άρχιζε την ευχή μεχρι των ορθρινών ωρών, οπότε γινόταν η Θεία λειτουργία. Τότε...
-Γέροντα, συγχωρέστε μου την διακοπή. Δεν μπόρεσα να σας παρακολουθήσω καλά. Τι θα πη θερμαίνε την καρδία; Πως θερμαίνεται και γιατί είναι απαραίτητη αυτή η εργασία για την "ευχή";
- Θα σε βοηθήση το παράδειγμα του ασώτου υιού. "εις εαυτόν δε ελθών είπε• πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων εγώ δε λιμώ απόλλυμαι! αναστάς πορεύσομαι προς τον Πατέρα μου..." Δηλαδή σκέφθηκε την ευδαιμονία του πατρικού του σπιτιού, αλλά και την αθλιότητα την ιδική του και αμέσως παρακινείται στο να επιστρέψη στον Πατέρα. Κάνει μια δυνατή προσπάθεια για να εξαναγκάση την θέληση και την επιθυμία να θελήσουν την επιστροφή, Αυτό κάνουμε και για την "ευχή". Προσπαθούμε να διαπιστώσουμε την αμαρτωλότητα, την αθλότητα μας. Βλέπουμε τις παρεκτροπές της ημέρας. Εξετάζουμε τα διάφορα περιστατικά και τις αμαρτίες, αλλά μόνον "ξώπετσα", δηλαδή εξωτερικά (χωρίς να κρίνουμε εμείς την καταδίκη μας, αυτό είναι έργο του Θεού, απλός αναφέρουμε και θυμόμαστε μπροστά μας όλες τις αμαρτίες μας) και εσθανόμαστε, σαν να βρισκώμαστε σε δικαστήριο και γίνεται η δίκη. Ο Θεός στην έδρα, και εμείς στο σκαμνί του κατηγορούμενου. Όταν αυτό το αισθανθούμε, τότε αρχίζει η κραυγή: "ελέησον με". Στην περίπτωσι αυτή πρέπει να κλαύσουμε (όχι υποκριτικά και ψεύτικα) γιατί Από το κλάμα έρχεται η απλανής προσευχή. Οι Πατέρες λένε πως, αν θέλη κανείς να αποκτήση βαθειά προσευχή και βαθειά ακόμη μοναχική ζωή, πρέπει να μάθη να κλαίη και να ζη σ' όλη την ένταση την αυτοκατηγορία, την "αυτομεμψία". Να θεωρή τον εαυτό του χειτότερο από όλους τους άλλους. Να τον θεωρή σαν ένα βρωμερό ζώο που ζη στα σκοτάδια της πλάνης και της άγνοιας. Να διακρίνεται για το χάρισμα της "πρωτολογίας", όπως λέγει ο Μ. Βασίλειος "... επί δε τοις αμαρτίμασι κατηγορών σεαυτού και μη τους ετέρων ελέγχους αναμένων, ινα γένη κατά τον δίκαιον τον εαυτού κατήγορον εν πρωτολογία..." Πρώτος δηλαδή αυτός να κατηγορή τον εαυτό του, όπως λέγουν και οι Παροιμίες του Σολομώντος και κατ' αυτόν τον τρόπον να προετοιμάζεται για προσευχή. Κάπου ο άγιος Ισαάκ γράφει πως πριν προσευχηθούμε πέφτουμε στα γόνατα, βάζουμε τα χέρια μας πίσω, θεωρούμε τον εαυτό μας σαν κατάδικο. Τότε έρχεται ένας λογισμός αυτομεμψίας. Κάθε φορά μπορεί να είναι καινούριος. Στον λογισμό αυτό πρέπει να σταθούμε και να τον μελετήσουμε χωρίε φαντασιώσεις. Τότε πράγματι ο νους μετανοημένος κατέρχεται στην καρδία, αρχίζουμε και κλαίμε και γίνεται απερίσπαστη προσευχή.
Ενα παράδειγμα Από την κοσμική ζωή να χρησιμοποιήσω. Ο κοσμικός άνθρωπος μόλις ενθυμήται μια σκέψη προσβολής που έκανε κάποιος και την επεξεργάζεται, αισθάνεται νυγμό στην καρδία και αρχίζει αμέσως να κλαίη. Αυτό γίνεται και με τον ασκούμενο στην προσευχή αλλά όχι με τέτοιες κοσμικές και εγωιστικές σκέψεις. Απ' αυτή την αίσθηση (προξένησα λύπη στο Χριστό, απομακρύνθηκα Από τη Θεία Χάρη κ.λ.π) είναι δυνατόν η καρδιά να πληγωθή βαθειά . Όταν η καρδιά πληγωθή Από την αίσθηση της μετανοίας (όχι Από εξωτερική πίεση), πληγώνεται και πονάει περισσότερο Από το πληγωμένο σώμα. Η πληγή αυτή συγκρατεί τον νου διαρκώς στο Θεό και ο "πληγωμένος" δεν μπορεί να κοιμηθή ακόμη και τη νύκτα, αισθανόμενος οτι βρίσκεται πάνω σε αναμμένα κάρβουνα. Επομένως είναι δυνατόν να κάνη ενα τέταρτο προσευχή με έντασι και όλη τη μέρα και τη νύκτα, η πληγωμένη καρδιά να ενθυμήται τον Ιησού και αυτό λέγεται αδιάλειπτη προσευχή. Μπορεί επαναλαμβάνω αυτό να το επιτύχει με λίγα λεπτά εντατικής προσευχής μετά δακρύων και να αισθάνεται την ενέργεια της "ευχής" πολλές μέρες μέσα του.
Πρέπει να υπογραμμίσω οτι η συναίσθησι της αναξιότητας μας είναι τελείως απαραίτητη για την ενέργεια της "ευχής". Η μεγαλύτερη πρόοδος εξαρτάται Από την μεγαλύτερη αύξησι της αναγνωρίσεως της αμαρτωλότητας μας. Χωρίς αυτή την αναγνώριση δεν υπάρχει αληθινή προσευχή. Να συνδεθη επομένως η προσευχή με το πένθος. Πραγματικά οι Πατέρες διδάσκουν οτι η άνοδος στον ουρανό συνδέεται με την κάθοδο στον εαυτό μας. Όσο βυθίζουμε την προσοχή μας βαθειά στην ψυχή, τόσο και βρίσκουμε τ' απόκρυφα της• με την μετάνοια κατέρχεται η βασιλεία των Ουρανών στην καρδιά και μεταβάλλεται σε Παράδεισο και καρδιακό ουρανό. Η προτροπή "μετανοείται ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών" έχει πάντοτε ισχύ. Μόνο με την μετάνοια οδηγούμαστε στη θέα της Βασιλείας.

Η θέρμανση της καρδιάς με τη μνήμη του θανάτου
-Δεν υπάρχει περίπτωσι όταν ο άνθρωπος καταλάβη την αμαρτωλότητα του, να απογοητευθη και να εγκαταλείψη τον αγώνα;
-Υπάρχει οπωσδήποτε. Αν αυτό γίνη, σημαίνει οτι ο διάβολος έβαλε την ιδέα της αμαρτωλότητας, για να τον οδηγήση στην απόγνωσι. Όταν εμείς, μετά την αίσθηση της αμαρτωλότητας μας, στρεφώμαστε στον Θεό και με την προσευχή ζητούμε την Χάρη Του, σημαίνει ότι είναι δώρο Θεού (αυτή η μετάνοια και η επιστροφή στον Θεό ) ενέργεια της Χάριτος του Χριστού.

Εκτός Από την αίσθηση της αμαρτωλότητας, συνέχισε ο Γέρωντας, υπάρχουν και άλλοι τρόποι για να θερμανθή η καρδία. Είναι η μνήμη θανάτου. " Είναι οι τελευταίες μου ώρες, σκέπτεται, που ζω, σε λίγο έρχονται οι δαίμονες για να πάρουν τη ψυχή μου". Αυτή η σκέψι, όταν γίνεται αφάνταστα, προκαλεί φόβο και παρακινεί στην προσευχή. Συνιστά ο Αββάς Θεόφιλος και είναι γραμμένο στο Γεροντικό κάτι που δείχνη πως περίπου μπορούμε να σκεφτώμαστε: " Τι φόβος και τρόμος και καταναγκασμός έχει να μας πιάση, όταν η ψυχή θα χωρίζεται Από το σώμα! Γιατί θα έλθουν σε μας τότε οι ενάντιες δυνάμεις ολόκληρο πλήθος, οι άρχοντες του σκότους, οι κοσμοκράτορες του κακού, οι αρχές και εξουσίες, τα πνεύματα της αμαρτίας. Και θα κρατούν την ψυχή τιμωρητικά, παρουσιάζοντας της όλα τα αμαρτήματα, όπου έκανε με γνώση ή άγνοια, Από την νεότητα της εως την τωρινή της ηλικία. Θα την κατηγορούν λοιπόν εκεί για όλα όσα έπραξε. Τι τρόμος λοιπόν θα κατέχη την ψυχή εκείνη την ώρα, εώς ότου βγή η απόφαση και ελευθερωθή. Αυτή θα είναι η ώρα του καταναγκασμού της, εως ότου δη τι θα απογίνη. Αλλά και οι θείες δυνάμεις θα στέκωνται κατά πρόσωπο εναντίων και θα παρουσιάζουν και αυτές τα καλά έργα. Νιώθει λοιπόν η ψυχή στέκοντας καταμεσής, τι φόβος και τρόμος την συνέχει (είναι γύρο της), εώς ότου βγή η απόφαση της δίκης της Από το δίκαιο Κριτή. Και αν μεν είναι άξια, οι δαίμονες τιμωρούνται και η ίδια αρπάζεται Από αυτούς. Και Από τότε θα είναι αμέριμνη η μάλλον θα κατοική έτσι σύμφωνα με το ρητό: "ως εφραινομένων πάντων η κατοικία εν σοί". Τότε θα εκπληρώνεται το ρήτό " εκεί όπου δεν θα υπάρχει οδύνη, λύπη και στεναγμός ". Τότε απαλλαγμένη θα πορεύεται σ' εκείνη την ανεκλάλητη χαρά και δόξα όπου θα εγκατασταθή. Αν όμως βρεθή οτι έζησε σε αμέλεια, ακούει τα φοβερώτατα λόγια " να σηκωθή ο ασεβής (να φύγει Από εδώ), για να μην δει την δόξα του Κυρίου". Τότε την πιάνει ξαφνικά μέρα οργής, μέρα θλίψεως και καταναγκασμού, μέρα σκότους και γνόφου. Παραδίδεται στο εξώτερο σκότος, καταδικάζεται στο αιώνιο πύρ και θα κολάζεται σε απέραντους αιώνες. Τότε, πού (είναι) η καύχηση του πολέμου; Πού η κενοδοξία (κυνήγη για δόξα); Πού η ευχαρίστηση; Πού η απόλαυση; Πού η φαντακτερή ζωή; Πού η ανάπαυση; Πού η υπερηφάνεια; Που τα χρήματα; Πού η κοινωνική διάκριση; Πού ο πατέρας; Πού η μητέρα; Πού ο αδελφός; Ποιός θα μπορέση να την βγάλη, καθώς θα την καύση η φωτιά και θα βασανίζεται τόσο πικρά; ".
Η θέρμανση της ψυχής με την θύμηση του Παραδείσου
Αλλες σκέψεις κατάλληλες έιναι η αίσθηση της γλυκύτητος του Παραδείσου και η δόξα των αγίων, καθώς επίσης η μεγάλη αγάπη του Θεού. Ιδίως όταν την ημέρα εκείνη λειτουργήθηκε και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων.

-Λέγατε προηγουμένος για την θέρμανση της καρδιάς. Ότι αυτή επιτυγχάνεται με την σκέψη της Κολάσεως, του Παραδείσου, της αμαρτωλότητας μας κ.λ.π. Μήπως όμως αυτό δημιουργεί προβλήματα; Προειγουμένος εσείς λέγατε οτι πρέπει να κάνουμε αφάνταση προσευχή. Ο νούς να είναι ασχημάτιστος. Μήπως όμως αυτές οι εικόνες εμποδίζουν την καθαρά προσευχή;...
-Πρώτα πρώτα θέλω να τονίσω οτι αυτές οι σκέψεις δεν είναι... σκέψεις απλώς. Δεν είναι φαντασία, αλλά νοερά εργασία. Δεν σκεπτόμαστε απλώς αλλά ζούμε. Π.χ. κάποτε για λίγα λεπτά της ώρας σκεπτόμενος την κόλασι και οτι αυτός είναι ο αξιώτερος τόπος για μένα, λόγω των πολλών αμαρτιών μου, βρέθηκα σε κείνο το απελπιστικό σκοτάδι! Δοκίμασα τους αφόρητους πόνους και την ανέκφραστη οδύνη της. Και αφού συνήλθα απ' αυτή την κατάσταση όλο το κελλί βρωμούσε... Δεν μπορείτε να καταλάβετε τη βρώμα της κολάσεως και τον πόνο των κολασμένων ...
- Έπειτα, αυτή η προθέρμανσι, με αυτές τις σκέψεις, γίνεται πριν Από την προσευχή. Γιατί, όταν αρχίση μετά την θέρμανσι η καρδιά να προσεύχεται, απαγορεύεται κάθε σκέψι γύρω Από τα θέματα αυτά και επιδιώκουμε την προσήλωσι του νου και της καρδιάς στις λέξεις της "ευχής". Έτσι επιτυγχάντεται το αφάνταστο για το οποίο οι Πατέρες τόσα είπαν. Να είναι δηλαδή " ανείδεος και αφάνταστος" ο νούς.
Η προσευχή είναι ένας αγώνας. Ενισχύει τον αγώνα του πιστού εναντίων του διαβόλου, αλλά και αυτή η ίδια είναι ένας οδυνηρός και αιματηρός αγώνας. Η προσπάθεια μας είναι να συγκεντρώσουμε τον νου μας στις λέξεις της "ευχής". Να καταστήσουμε τον νου μας κωφό και άλαλο σε κάθε σκέψη, είτε καλή είτε κακή, που θα μας φέρη ο πονηρός. Δηλαδή να μην ακούμε τις έξωθεν ερχόμενες σκέψεις, ούτε να απαντούμε σ' αυτές. Χρειάζεται τελείως να τις περιφρονούμε και να μην θέλουμε να συζητήσουμε μαζί τους. Με κάθε τρόπο να επιδιώκουμε λοιπόν την πλήρη αφωνία του νου μας, διότι μόνο με την ενέργεια αυτή μπορούμε να διατηρήσουμε την ψυχή μας σε ηρεμία, ώστε να μπορεί να ενεργήση αποτελεσματικά η "ευχή". Είναι γνωστό δε οτι από τον νου οι σκέψεις οδηγούνται στην καρδία και την ταράσσουν. Ο ταραγμένος νους εγείρει τα κύματα στη θάλασσα, έτσι ο άνεμος των σκέψεων εγείρει κύματα στην ψυχή. Η προσοχή είναι απαραίτητη για την προσευχή. Γι' αυτό οι πατέρες μιλούν για συνδυασμένα περί νήψεως και προσευχής. Η νήψι (μετάνοια και συντριβή για τις αμαρτίες μας και στροφή προς τον Θεό) διατηρεί τον νου σε γρήγορσι και ετοιμότητα και η προσευχή φέρνει την Θεία Χάρη.
Λέγοντας την ευχή
πριν ξεκινήσουμε το ιερό έργο της "ευχής", ας έχουμε υπ' όψι μας οτι θα απαιτηθή εκ μέρους μας κατά την διάρκεια της, διακαής επιθυμία και υπομονετική προσδοκία, πολλή θέρμη και απέραντη υπομονή, συνδιασμένη, συνδιασμένη με την ελπίδα στην αγάπη του Θεού. Αρχίζουμε με το "ευλογητός ο Θεός ...". Λέμε το "Βασιλεύ ουράνιε...", το τρισάγιον. Έπειτα απαγγέλουμε με συντριβή και κατάνυξι τον 50ό ψαλμό της μετανοίας και αμέσως μετά το "Πιστεύω". Επιδιώκουμε στη συνέχεια να συγκεντρώσουμε το νού μας με την ησυχία και την σιωπή. Θερμαίνουμε την ψυχή μας με διάφορες αφάνταστες σκέψεις, όπως είπαμε προηγουμένος και, αφού πυρωθεί, και ίσως, αφού χύσαμε και μερικά δάκρυα, αρχίζουμε την "ευχή". Λέμε αργά τις λέξεις και επιδιώκουμε να μη δραπετεύη ο νούς, αλλά να παρακολουθή την πορεία των λέξεων. Οι λέξεις ν' ακολουθούν η μια την άλλη, χωρίς να παρεμβάλλωνται μεταξύ αυτών άλλες σκέψεις και γεγονότα. Μετά το "ελέησον με" αρχίζουμε αμέσως το " Κύριε Ιησού Χριστέ...". ώστε να σχηματίζεται, κατά κάποιον τρόπο, ένας κύκλος και να αποφέυγεται η παρέμβαση του διαβόλου. Πρέπει να ξέρετε οτι ο διάβολος θα επιδιώκη με κάθε τρόπο να διασπά την ενότητα των λέξεων και να εισέρχεται στον νου και στην καρδιά. Θα επιδιώκη ν' ανοίξη μόνο ενα μικρό άνοιγμα για να τοποθετήση μια βόμβα (σκέψι) και να τινάξη όλη την ιερή προσπάθεια. Να μη του το επιτρέψουμε... Να λέμε την "ευχή" δυνατά, ώστε να ακούη και το αυτί, γιατί έτσι βοηθείται ο νούς να προσηλωθή περισσότερο. Ένας άλλος τρόπος είναι να λέμε την "ευχή" με το νου ή την καρδιά αργά- αργά .. Καθώς προχωρεί ο Χριστιανός στην εργασία της "ευχής" μπορεί να λιγοστεύη τις λέξεις. Ακόμη μερικές φορές μπορεί να επιμείνη κανείς στην λέξι "Ιησού", την οποία θα λέει επανειλημμένα και τότε ένα κύμμα γαλήνης και χαράς θα ξεσπά μέσα του. Θα πρέπει να παραμείνη σ' αυτή την γλυκήτητα που θα παρουσιασθή και να μη σταματά την προσευχή, έστω κι αν τελείωσς ο καθορισμένος κανόνας του. Ν' αρπάξη αυτή τη θέρμη της καρδίας και να εκμεταλλευθή την δωρεά αυτή του Θεού! Διότι πρόκειται περί μεγάλου δώρου, που ο Θεός έστειλε Από τα ύψη. Αυτή η θερμότητα θα βοηθήση αποτελεσματικά το νου να προσκολληθή στις λέξεις της "ευχής", να κετέλθη στη καρδιά και να παραμείνη εκεί. Αν θέλει κανείς να αφιερώση όλη τη μέρα στην προσευχή, ας ακούση την σύστασι των Αγίων Πατέρων. Μια ώρα να προσεύχεται, μια ώρα να διαβάζει και έπειτα πάλι μια ώρα να αφιερώνει στην προσευχή. Καθώς επίσης και όταν ασχολήται με το εργόχειρο, ας φροντίση να λέη την "ευχή".
Μετεορισμός του νού και αντιμετόπιση αυτής της κατάστασης
-Όταν γέροντα ο νούς μετεωρίζεται, και έχω παρατηρήση οτι αυτό συμβαίνει πολλές φορές, τότε τι μέθοδο να χρησιμοποιούμε για να τον συγκρατίσουμε;
- ...Κατ' αρχάς επ' ουδενί λόγω πρέπει να χάσουμε το θάρρος μας. Έπειτα, αυτές τις ώρες να προσευχώμαστε κυρίως με τα χείλη. Είναι ίσως προνόμιο των δυνατών ανθρώπων, των "κεχαριτωμένων", να μπορούν εύκολα να συγκρατούν τον νου στις λέξεις και να προσεύχονται απερίσπαστα.
Επίσης την ώρα της προσευχής δεν πρέπει να δεχώμαστε ούτε και τις καλές σκέψεις. Γιατί τότε και οι καλές σκέψεις ερεθίζουν τον νου και, καθώς γίνεται ευερέθιστος, δέχεται και τις κακές. Δηλαδή οι καλές σκέψεις την ώρα της προσευχής ανοίγουν τον δρόμο για να εισέλθη θριαμβευτικά ο διάβολος και να διακόψη το ιερό έργο της προσευχής, και πέφτουμε σε πνευματική μοιχεία. Γιατί οι Πατέρες λέγουν πως, όταν ο νούς, κατά την ώρα της "ευχής" , απομακρύνεται Από τη μνήμη του Θεού και περιπλανάται εδώ και εκεί, διαπράττει πνευματική μοιχεία. Προδίδει τον Θεό και Τον αρνήται. Υπάρχει μεγαλύτερη αμαρτία Από την προδοσία και την άρνηση του γλυκύτατου Ιησού και μάλιστα πρός Χάρη του μισόν το καλο και φθονερού εχθρού;
Αν παρά ταύτα δεν μπορούμε να συγκρατήσουμε τον νου Από την διάχυσι του, χρειάζεται ο αγώνας μας να γίνη περισσότερο κοπιαστικός... Τότε καταφεύγουμε στην μελέτη την πατερική. Να μελετούμε διάφορα πατερικά βιβλία που θα συγκεντρώνουν τον νου. Όταν κατά τη διάρκεια της μελέτης αισθανθούμε μιά κατάνυξι, τότε να σταματούμε και να λέμε την "ευχή". Να διαβάζουμε βιβλία που εγγράφησαν με την καρδιά και διαβάζονται ευχάριστα μ' αυτήν. Δηλαδή ανάγνωση και "ευχή" μαζί. Να απαγγέλουμε διάφορους ύμνους του Προφητάνακος Δαυίδ ή να καταφεύγουμε στην ψαλμωδία. Ακόμη καλό είναι να έχουμε εκ των προτέρων διαλέξει μερικά κατανυκτικά τροπάρια που αναφέρονται στην αγάπη του Θεού, στην αμαρτωλότητα μας, στην δευτέρα παρουσία, στην επίκληση της θείας βοήθειας κ.λπ. και να τα λέμε διαβαστά, χωρίε δηλαδή να τα ψάλλουμε. Ή να λέμε διάφορες κατανυκτικές προσευχές, που συνέταξαν οι άγιοι Πατέρες. όπως του Αγ. Ισαάκ του Σύρου. Είπα και προηγουμένος ότι σ' αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται να την λέμε με το στόμα. Ακόμη να γίνεται η "ευχή" χοντρα με το κομποσχοίνη. Βέβαια τότε έχουμε λίγους καρπούς, αλλά να μή μένουμε ποτέ χωρίς έστω και την μικρότερη απόλαυσι αυτών.
...
-Γιατί χρειάζεται όταν ο νούς υποφέρη, να επιμένουμε;
-Γιατί αμέσως μετά θα αρχίση η κάθαρση του. Αυτό θα φανερωθή με τα δάκρυα. Θα αρχίσουν να τρέχουν ποταμηδόν τα δάκρυα και ο νούς θα καθαρίζεται και θα κατέρχεται στην καρδιά, οπότε θα σταματήση και ο πόνος, η ενόχληση. Δάκρυα που δεν θα μπορεί να τα συγκρατήση, που δε θα μπορεί να τα εξηγήση, που δεν κατάβαλε καμμιά προσπάθεια για το σκοπό αυτό.

-Γέρωντα θέλω να μου πείτε περισσότερα πάνω στον πόνο της καρδιάς. Ξέρω οτι οι Πατέρες δίνουν μεγάλη σπουδαιότητα σ΄αυτόν τον πόνο και τον θεωρούν σαν τον κατάλληλο δρόμο Από τον οποίο θα περάση η "ευχή" του Ιησού. Αν το κρίνετε σκόπιμο πέστε μου μερικές σκέψεις γύρω Από το θέμα αυτό.
- Είναι αλήθεια αυτό που είπες προηγουμένως. Οι Πατέρες, ασχοληθέντες με την "ευχή" του Ιησού ή μάλλον ζήσαντες αυτήν, πέρασαν Από το στάδιο αυτό και Επομένως δίνουν μεγάλη σημασία. Πρέπει να έλθη αυτός ο πόνος, εννοείται βέβαια σ' εκείνους που ασχολούνται συνεχώς με την "ευχή" του Ιησού. Δίνουν μεγάλη σημασία, γιατί Από τον πόνο αυτό, που σημαίνει οτι ο νους κατέρχεται στην καρδία και δια της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος ενώνεται μ' αυτήν, σκορπίζεται γαλήνη στην ψυχή και στο σώμα, καθαρίζεται το λογιστικό μέρος της ψυχής και γίνεται σαφής διάκρισι των λογισμών. Μόνον τότε μπορούν να διακριθούν οι λογισμοί, να καταλάβουμε την εξέλιξι τους και την κατάληξι τους. Έτσι ένας ησυχαστής, χωρίς να έχη διαπράξει εξωτερικά μια αμρτία , γνωρίζει άριστα την κατάσταση ενάς αμαρτωλού. Αυτό συμβαίνει, γιατί με την ασκητική επιστήμη ξέρει καλά την νοοτροπία του λογισμού, την πορεία και την κατάληξι τους. Μέσα στα πλαίσια αυτά τοποθετείται και το γεγονός οτι ο ασκητής, επειδή η καρδία του έγινε τρομερά ευαίσθητη Από την ενέργεια της "ευχής", μπορεί την ώρα που προσεύχεται για κάποιον να καταλάβη σχεδόν αμέσως σε ποιά κατάσταση βρίσκεται. Γίνεται έτσι διορατικός...
Πολλοί βέβαια, για την κάθοδο του νου στην καρδία, χρησιμοποιούν πολλούς και διάφορους τρόπους, αλλά πρέπει να πούμε πως ο ασφαλέστερος τρόπος είναι η μετάνοια. Επομένως είναι πολύ καλό, το οτι αισθανόμαστε ενα πόνο στη καρδία ή άλλοτε μια θερμότητα και γενικά καταλαβαίνουμε την κίνηση και την αίσθησι της. Όταν όμως η καρδιά είναι δυνατή, συνίσταται η παραμονή εκεί της προσοχής μας και όταν πονάη. Αυτό βέβαια θα το ξεκαθαρίση ο διακριτικός και πνευματέμφορος πνευματικός μας. Αυτός ο πόνος είναι υγιέστατος, φυσικότατος και σωτήριος. Πολλοί ασκητές νομίζουν πως είναι καρδιοπαθείς και επισκέπτονται τους γιατρούς και εκείνοι δεν τους βρίσκουν τίποτε. Είναι πόνος της Χάριτος. Δηλώνει οτι η προσευχή μπήκε μέσα στην καρδιά και ενεργείται εκεί. Αυτό είναι σημαντικό βήμα.
..
-Όταν ο νούς κατέλθη στην καρδιά παραμένει συνεχώς εκεί; Και αν αυτό είναι έτσι, τότε πως ο άνθρωπος εργάζεται, κάνει το διακόνημα του κ.λ.π.;
- Πρώτα- πρώτα ο νούς δεν αφομοιώνεται, ούτε εξαφανίζεται. Ολοκληρώνεται και έρχεται στη φυσική του κατάσταση. Αφύσικος είναι όταν παραμένη έξω Από την ουσία του(την καρδιά). Με την "ευχή" αποβάλλει όλα τα ξένα στοιχεία. Έπειτα ο νούς κατέρχεται στην καρδιά μένει, ας μου επιτρέψης την φράσι, και λίγο περίσσευμα. Με το περίσσευμα αυτό μπορεί να ασχολήται και με άλλα έργα, χωρίς να αποσπάται ο νούς Από την καρδιά. π.χ. Ένας Ιερεύς ησυχαστής μπορεί κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας να προσέχη και το τελετουργικό μέρος ή να λέγη κάτι σχετικό με την τέλεσι του Μυστηρίου στον διάκονο ή σε άλλο Ιερέα και όμως να μη διασπάται ο νούς Από την καρδία. Όταν όμως αυτό το "περίσσευμα" του νου τρέχει σε πράγματα ανάρμοστα, είναι δυνατόν να αποκόψη τελείως τον νού Από την ουσία του. Γι' αυτό και ένας ασκητής, την ώρα που έκανε "ευχή", μετρούσε και τα κομποσχοίνια, ώστε να απασχολή και αυτό το περίσσευμα για να μη του προξενήση κακό. Ίσως βέβαια θα καταλάβατε οτι με το "περίσσευμα" μας πολεμά σφοδρά ο διάβολος.
Αποσπάσματα Από το βιβλίο: Μια Βραδυά Στην Έρημο Του Αγίου Όρους
Συγγραφεύς: Α.Ι.Β.
Έκδοση: Ιερά Μονή Γενεθλίου Της Θεοτόκου (Πελαγίας)

2.

Ο Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής προς νέον που ερώτησε πέρι της ευχής:
Λοιπόν η πράξις της νοεράς προσευχής είναι να βιάσης τον εαυτό σου να λέει συνεχώς την ευχή με το στόμα, αδιαλείπτως.

Εις την αρχή γρήγορα• να μην προφθάνη ο νούς να σχηματίζη λογισμό μετεωρισμού. Να προσέχης μόνο στα λόγια. "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με".
Όταν αυτό πολυχρονίση, το συνηθίζει ο νούς και το λέγει. Και γλυκαίνεσαι ωσάν να έχης μέλι στο στόμα σου. Και θέλεις όλο να το λέγης. Αν το αφήνης, στεναχωρείσαι πολύ.
Όταν το συνηθίση ο νούς και χορτάση - το μάθη καλά - τότε το στέλνει εις την καρδίαν. Επειδή ο νούς είναι ο τροφοδότης της ψυχής και οτι καλόν ή πονηρόν ιδή ή ακούση, η δουλειά του είναι να το κατεβάση εις την καρδίαν, όπου είναι το κέντρο τηε πνευματικής και σωματικής δυνάμεως του ανθρώπου, ο θρόνος του νού• λοιπόν, όταν ο ευχόμενος κρατάη τον νούν του να μήν φαντάζεται τίποτε, αλλά προσέχει μόνον στα λόγια της ευχής, τότε αναπνέοντας ελαφρά με κάποιαν βίαν και θέλησιν εδικήν του τον κατεβάζει εις την καρδιάν• και τον κρατεί μέσα, και λέγει με ρυθμόν την ευχήν:
-Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με!
Εις την αρχή λέγει μερικές φορές την ευχήν και παίρνει μίαν αναπνοήν. Κατόπιν, όταν αυτό συνηθίση να στέκη ο νούς εις την καρδίαν, λέγει εις κάθε αναπνοήν μίαν ευχήν. "Κύριε Ιησού Χριστέ ": βγαίνει η αναπνοή, "ελέησον με": βγαίνει.
Αυτό γίνεται μέχρις ότου επισκιάση και αρχίση να ενεργή η χάρις μέσα εις την ψυχήν• μετά πλέον είναι θεωρία.
Λοιπόν παντού λέγεται η ευχή• και καθήμενος και στο κρεβάτι και περιπατώντας και όρθιος. "Αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε", λέγει ο Απόστολος. Δεν πρόκειται όμως μόνον όταν πλαγιάζης να προσεύχεσαι. Θέλει αγώνα• όρθιος-καθήμενος. " Όταν κουράζεαι, κάθεσαι. Και πάλιν όρθιος. Να μη σε πιάνη ο ύπνος.
Αυτά λέγονται "πράξις". Δειχνης την προαίρεση σου εις τον Θεό• το δε παν έγκειται σ' Αυτόν, εαν σου δώση. Ο Θεός είναι η αρχή και το τέλος. Η χάρις του ενεργεί όλα. Αυτή είναι η κινητήριος δύναμις.
Λοιπόν, εάν μπορέσεις να λέγης την ευχήν εκφώνως και αδιαλείπτως, σε δύο-τρεις μήνες την συνηθίζεις. Και επισκιάζει η χάρις και σε δροσίζει. Μόνο να την λέγης εκφώνως, χωρίς διακοπή. Και όταν την παραλάβη ο νούς, τότε θα ξεκουρασθής με την γλώσσαν να την λέγεις. Και πάλιν, όταν την αφήνη ο νούς, αρχίζει η γλώσσα. Όλη η βία χρειάζεται εις την γλώσσαν, εως ότου να συνηθίσης εις την αρχήν• κατόπιν, όλα της ζωής σου τα έτη, θα την λέγη ο νούς χωρίς κόπον.
εγώ είμαι βέβαιος ότι θα την βρής την "ευχή". Μην αμφιβάλλης. Μόνο κτύπα ευθέως εις την θύρα του θείου ελέους και πάντως ο Χριστός θα σου ανοίξει. Αγάπησε τον πολύ για να λάβης πολύ. Εις την αγάπην Του, πολλήν η ολίγην, έγκειται η δόσις, πολύ ή ολίγον.

" Η μετά πνευματικής θεωρίας ευχή, η γη της επαγγελίας εστί•
καθ' ην ρέει, ως γάλα και μέλι, η γνώσις των περί προνοίας και κρίσεως λόγων Θεού.."
Αγ. Μάξιμος Ομολογητής
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

3. Ταῦτα μὲν οὗτοι μυθολογοῦσιν. ῾Η δὲ ἔνθεος διδασκαλία καὶ ἡ
Αυτούς τους μύθους λοιπόν λένε αυτοί. Η θεία όμως διδασκαλία και η πίστη
κατὰ Χριστὸν πίστις τὴν μὲν τούτων ματαιολογίαν ὡς ἀθεότητα
στο Χριστό αποδείχνει ότι αποτελούν αθεΐα τα φληναφήματα όλων αυτών.
διαβάλλει. Οὔτε γὰρ αὐτομάτως, διὰ τὸ μὴ ἀπρονόητα εἶναι, οὔτε ἐκ
Τα κτίσματα δεν προήλθαν από μόνα τους, επειδή δεν έγιναν χωρίς πρόνοια·
προϋποκειμένης ὕλης, διὰ τὸ μὴ ἀσθενῆ εἶναι τὸν Θεόν· ἀλλ᾿ ἐξ οὐκ
ούτε έγιναν από προϋπάρχουσα ύλη, επειδή ο Θεός δεν είναι ανίκανος να κάνει
ὄντων καὶ μηδαμῆ μηδαμῶς ὑπάρχοντα τὰ ὅλα εἰς τὸ εἶναι
κάτι τέτοιο. Γνωρίζει καλά (η θεία διδασκαλία) ότι όλα δημιουργήθηκαν από το
πεποιηκέναι τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Λόγου οἶδεν, ᾗ φησὶ διὰ μὲν Μωϋσέως·
μηδέν· τα έφερε ο Θεός από την ανυπαρξία στην ύπαρξη με το Λόγο του. Τό
"᾿Εν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν"· διὰ δὲ τῆς
λέει ο Μωϋσής: «Στην αρχή, δημιούργησε ο Θεός τον ουρανό και τη γη». Μας
ὠφελιμωτάτης βίβλου τοῦ Ποιμένος· "Πρῶτον πάντων πίστευσον,
το διηγείται και το πολύ ωφέλιμο βιβλίο του Ποιμένα: «Πάνω απ’ όλα πίστεψε
ὅτι εἷς ἐστὶν ὁ Θεός, ὁ τὰ πάντα κτίσας καὶ καταρτίσας, καὶ ποιήσας
ότι ο Θεός είναι ένας· είναι Αυτός που όλα τα δημιούργησε και τα έβαλε σε
ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι". ῞Οπερ καὶ ὁ Παῦλος σημαίνων φησί·
τάξη· Αυτός που τα έφερε στην ύπαρξη από το μηδέν». Αυτό το επισημαίνει και
"Πίστει νοοῦμεν κατηρτίσθαι τοὺς αἰῶνας ῥήματι Θεοῦ, εἰς τὸ μὴ ἐκ
ο Παύλος λέγοντας: «Με την πίστη κατανοούμε ότι οι αιώνες δημιουργήθηκαν
φαινομένων τὰ βλεπόμενα γεγονέναι."
με το λόγο του Θεού, ώστε όσα βλέπουμε να μην έχουν γίνει απ’ αυτά που
φαίνονται».

῾Ο Θεὸς γὰρ ἀγαθός ἐστι, μᾶλλον δὲ πηγὴ τῆς ἀγαθότητος ὑπάρχει·
Ο Θεός λοιπόν είναι αγαθός ή καλύτερα η πηγή της αγαθωσύνης· στον αγαθό
ἀγαθῷ δὲ περὶ οὐδενὸς ἂν γένοιτο φθόνος· ὅθεν οὐδενὶ τοῦ εἶναι
μάλιστα δεν δημιουργείται φθόνος για τίποτε. Γι’ αυτό το λόγο, χωρίς να φθονεί
φθονήσας, ἐξ οὐκ ὄντων τὰ πάντα πεποίηκε διὰ τοῦ ἰδίου Λόγου τοῦ
την ύπαρξη κανενός, δημιούργησε τα πάντα από το μηδέν (ανυπαρξία) με το
Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ·
δικό του Λόγο, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό.

ἐν οἷς πρὸ πάντων τῶν ἐπὶ γῆς τὸ ἀνθρώπων γένος ἐλεήσας, καὶ
Περισσότερο απ’ όλα τα δημιουργήματα ο Θεός ελέησε το ανθρώπινο γένος·
θεωρήσας ὡς οὐχ ἱκανὸν εἴη κατὰ τὸν τῆς ἰδίας γενέσεως λόγον
επειδή είδε ότι δεν μπορεί να μένει για πάντα σύμφωνα με τις ικανότητες που
διαμένειν ἀεί, πλέον τι χαριζόμενος αὐτοῖς, οὐχ ἁπλῶς, ὥσπερ πάντα
πλάστηκε, χάρισε στους ανθρώπους περισσότερα χαρίσματα. Τους έπλασε όχι
τὰ ἐπὶ γῆς ἄλογα ζῷα, ἔκτισε τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἑαυτοῦ
με απλό τρόπο, όπως τα άλογα ζώα, αλλά ν’ αποτελούν δική Του εικόνα·
εἰκόνα ἐποίησεν αὐτούς, μεταδοὺς αὐτοῖς καὶ τῆς τοῦ ἰδίου Λόγου
τους μετέδωσε τη δύναμη του δικού του Λόγου.
δυνάμεως, ἵνα ὥσπερ σκιάς τινας ἔχοντες τοῦ Λόγου καὶ γενόμενοι
Έτσι, να έχουν πάνω τους σαν σκιές εκτυπώματα του Λόγου και να γίνουν
λογικοὶ διαμένειν ἐν μακαριότητι δυνηθῶσι, ζῶντες τὸν ἀληθινὸν καὶ
λογικοί· να μπορούν να φτάσουν στην ευτυχία, ζώντας την αληθινό και όντως
ὄντως τῶν ἁγίων ἐν παραδείσῳ βίον.
παραδεισένια ζωή των Αγίων.

Εἰδὼς δὲ πάλιν τὴν ἀνθρώπων εἰς ἀμφότερα νεύειν δυναμένην
Επειδή πάλι ο Θεός γνώριζε ότι η θέληση των ανθρώπων έχει τη δυνατότητα να
προαίρεσιν, προλαβὼν ἠσφαλίσατο νόμῳ καὶ τόπῳ τὴν δοθεῖσαν
κλίνει και προς τα δύο, πρόλαβε και εξασφάλισε με νόμο και τόπο τη χάρη που
αὐτοῖς χάριν. Εἰς τὸν ἑαυτοῦ γὰρ παράδεισον αὐτοὺς εἰσαγαγών,
τους έδωσε. Τους έβαλε δηλαδή στον παράδεισο και τους έδωσε νόμο να τηρούν.
ἔδωκεν αὐτοῖς νόμον· ἵνα εἰ μὲν φυλάξαιεν τὴν χάριν καὶ μένοιεν καλοί,
Ώστε, αν φυλάξουν τη χάρη και παραμείνουν καλοί, θ’ απολαμβάνουν
ἔχωσι τὴν ἐν παραδείσῳ ἄλυπον καὶ ἀνώδυνον καὶ ἀμέριμνον ζωήν,
στον παράδεισο αμέριμνη ζωή χωρίς λύπες και πόνους· και επιπλέον θα έχουν
πρὸς τῷ καὶ τῆς ἐν οὐρανοῖς ἀφθαρσίας αὐτοὺς τὴν ἐπαγγελίαν ἔχειν·
και την υπόσχεση ότι θα γευτούν την ουράνια αφθαρσία. Εάν όμως παραβούν
εἰ δὲ παραβαῖεν καὶ στραφέντες γένοιντο φαῦλοι, γινώσκοιεν ἑαυτοὺς
το νόμο και γίνουν κακοί με την απομάκρυνση από το Θεό, να γνωρίζουν ότι
τὴν ἐν θανάτῳ κατὰ φύσιν φθορὰν ὑπομένειν, καὶ μηκέτι μὲν ἐν
θα υποστούν τη φυσική φθορά του θανάτου· δεν θα ζουν πλέον στον
παραδείσῳ ζῆν, ἔξω δὲ τούτου λοιπὸν ἀποθνῄσκοντας μένειν ἐν τῷ
παράδεισο· θα πεθαίνουν έξω απ’ αυτόν και θα παραμένουν στο θάνατο και
θανάτῳ καὶ ἐν τῇ φθορᾷ.
τη φθορά.

Τοῦτο δὲ καὶ ἡ θεία γραφὴ προσημαίνει λέγουσα ἐκ προσώπου τοῦ
Αυτό το επισήμανε εκ των προτέρων και η Αγία Γραφή (στους πρωτοπλάστους),
Θεοῦ· "᾿Απὸ παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ βρώσει φαγῇ·
αναφέροντας τα λόγια του Θεού: «Έχετε άδεια να τρώτε από τους καρπούς
ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρὸν οὐ φάγεσθε ἀπ᾿
κάθε δέντρου στον παράδεισο· δεν θα φάτε μόνον από το δέντρο της γνώσεως
αὐτοῦ· ᾗ δ᾿ ἂν ἡμέρᾳ φάγησθε, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε." Τὸ δὲ θανάτῳ
του καλού και του κακού· την ημέρα που θα φάτε απ’ αυτό, θα πεθάνετε». Η
ἀποθανεῖσθε", τί ἂν ἄλλο εἴη ἢ τὸ μὴ μόνον ἀποθνῄσκειν, ἀλλὰ καὶ ἐν
φράση "θα πεθάνετε" δεν δηλώνει μόνο το θάνατο αλλά και την αιώνια
τῇ τοῦ θανάτου φθορᾷ διαμένειν;
παραμονή στη φθορά του θανάτου.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

4. ῎Ισως θαυμάζεις τί δήποτε περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου
Ίσως ν’ απορείς γιατί τέλος πάντων ενώ έχω την πρόθεση να μιλήσω για την
προθέμενοι λέγειν, νῦν περὶ τῆς ἀρχῆς τῶν ἀνθρώπων διηγούμεθα.
ενανθρώπηση του Λόγου, εγώ τώρα διηγούμαι για την πλάση των ανθρώπων.
᾿Αλλὰ καὶ τοῦτο οὐκ ἀλλότριόν ἐστι τοῦ σκοποῦ τῆς διηγήσεως.
Αλλά κι αυτό δεν είναι ανεξάρτητο από το σκοπό της πραγματείας μου.

᾿Ανάγκη γὰρ ἡμᾶς λέγοντας περὶ τῆς εἰς ἡμᾶς ἐπιφανείας τοῦ Σωτῆρος,
Διότι είναι ανάγκη, εφόσον μιλούμε για την εμφάνιση του Σωτήρα στη γη, να
λέγειν καὶ περὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων ἀρχῆς, ἵνα γινώσκῃς ὅτι ἡ ἡμῶν
πούμε και για δημιουργία των ανθρώπων· έτσι ώστε να γνωρίζεις ότι η δική μας
αἰτία ἐκείνῳ γέγονε πρόφασις τῆς καθόδου, καὶ ἡ ἡμῶν παράβασις τοῦ
αιτία έγινε η αφορμή για να κατέβει στη γη· η δική μας παράβαση προκάλεσε
Λόγου τὴν φιλανθρωπίαν ἐξεκαλέσατο, ὥστε καὶ εἰς ἡμᾶς φθάσαι καὶ
τη φιλευσπλαχνία του Λόγου για μας, ώστε να έλθει κοντά μας ο Κύριος και
φανῆναι τὸν Κύριον ἐν ἀνθρώποις. Τῆς γὰρ ἐκείνου ἐνσωματώσεως
να παρουσιαστεί στους ανθρώπους. Για δική μας υπόθεση Εκείνος σαρκώθηκε·
ἡμεῖς γεγόναμεν ὑπόθεσις, καὶ διὰ τὴν ἡμῶν σωτηρίαν
και για τη δική μας σωτηρία, από υπερβολική αγάπη για μας,
ἐφιλανθρωπεύσατο καὶ ἐν ἀνθρωπίνῳ γενέσθαι καὶ φανῆναι σώματι.
καταδέχτηκε να ντυθεί και εμφανιστεί με ανθρώπινο σώμα.

Οὕτως μὲν οὖν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον πεποίηκε, καὶ μένειν ἠθέλησεν ἐν
Έτσι, λοιπόν, έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο και θέλησε να μείνει στην
ἀφθαρσίᾳ· ἄνθρωποι δὲ κατολιγωρήσαντες καὶ ἀποστραφέντες τὴν
κατάσταση της αφθαρσίας. Οι άνθρωποι όμως αδιαφόρησαν και
πρὸς τὸν Θεὸν κατανόησιν, λογισάμενοι δὲ καὶ ἐπινοήσαντες ἑαυτοῖς
απομακρύνθηκαν από το Θεό. Σκέφτηκαν και επινόησαν για τον εαυτό τους
τὴν κακίαν, ὥσπερ ἐν τοῖς πρώτοις ἐλέχθη, ἔσχον τὴν προαπειληθεῖσαν
την κακία. Και όπως είπαμε προηγουμένως, καταδικάστηκαν στην ποινή του
τοῦ θανάτου κατάκρισιν, καὶ λοιπὸν οὐκ ἔτι ὡς γεγόνασι διέμενον· ἀλλ᾿
θανάτου, με την οποία τους είχε προειδοποιήσει ο Θεός· στο εξής δεν ζούσαν
ὡς ἐλογίζοντο διεφθείροντο· καὶ ὁ θάνατος αὐτῶν ἐκράτει βασιλεύων.
στην κατάσταση για την οποία είχαν πλαστεί. Οι λογισμοί τους έφερναν τη
῾Η γὰρ παράβασις τῆς ἐντολῆς εἰς τὸ κατὰ φύσιν αὐτοὺς ἐπέστρεφεν,
φθορά και ο θάνατος κυρίευε. Μάλιστα, η παράβαση της εντολής τους
ἵνα, ὥσπερ οὐκ ὄντες γεγόνασιν, οὕτως καὶ τὴν εἰς τὸ μὴ εἶναι φθορὰν
επανέφερε στη φυσική τους κατάσταση ώστε, όπως ήταν πριν υπάρξουν, έτσι
ὑπομείνωσι τῷ χρόνῳ εἰκότως.
και τώρα με την πάροδο του χρόνου να υφίστανται τη φθορά που οδηγεί στην
ανυπαρξία (και πάλι).

Εἰ γὰρ φύσιν ἔχοντες τὸ μὴ εἶναί ποτε, τῇ τοῦ Λόγου παρουσίᾳ καὶ
Διότι, αν η φύση τους ήταν τέτοια ώστε να μην υπάρχουν κάποτε, και τους
φιλανθρωπίᾳ εἰς τὸ εἶναι ἐκλήθησαν, ἀκόλουθον ἦν κενωθέντας τοὺς
κάλεσε στην ύπαρξη η ενέργεια και αγάπη του Λόγου, ήταν επόμενο ότι, όταν
ἀνθρώπους τῆς περὶ Θεοῦ ἐννοίας καὶ εἰς τὰ οὐκ ὄντα ἀποστραφέντας,
οι άνθρωποι αρνήθηκαν το Θεό, να καταντήσουν στην κατάσταση των μη όντων
οὐκ ὄντα γάρ ἐστι τὰ κακά, ὄντα δὲ τὰ καλά, ἐπειδήπερ ἀπὸ τοῦ ὄντος
(ανυπαρξία)· διότι τα κακά είναι μη όντα (ανύπαρκτα), ενώ όντα (υπαρκτά)
Θεοῦ γεγόνασι, κενωθῆναι καὶ τοῦ εἶναι ἀεί. Τοῦτο δέ ἐστι τὸ
είναι τα καλά, εφόσον προέρχονται από τον όντα (υπάρχοντα) Θεό. Έτσι,
έχασαν τη δυνατότητα να υπάρχουν αιώνια. Αυτό σημαίνει ότι,
διαλυθέντας μένειν ἐν τῷ θανάτῳ καὶ τῇ φθορᾷ.
όταν διαλύονται, μένουν στο θάνατο και τη φθορά.

῎Εστι μὲν γὰρ κατὰ φύσιν ἄνθρωπος θνητός, ἅτε δὴ ἐξ οὐκ ὄντων
Από τη φύση του λοιπόν ο άνθρωπος είναι θνητός, επειδή προήλθε από την
γεγονώς. Διὰ δὲ τὴν πρὸς τὸν ὄντα ὁμοιότητα, ἣν εἰ ἐφύλαττε διὰ τῆς
ανυπαρξία. Θα μπορούσε βέβαια, λόγω της ομοιότητάς του με τον όντα Θεό,
πρὸς αὐτὸν κατανοήσεως, ἤμβλυνεν ἂν τὴν κατὰ φύσιν φθοράν, καὶ
αν έμενε πιστός στη σχέση μαζί του, να καταργούσε αυτή τη φθορά της φύσεώς
ἔμεινεν ἄφθαρτος· καθάπερ ἡ σοφία φησίν· "Προσοχὴ νόμων, βεβαίωσις
του και να γινόταν άφθαρτος. Το λέει και η Σοφία (Σολομώντα): «Η τήρηση
ἀφθαρσίας"· ἄφθαρτος δὲ ὤν, ἔζη λοιπὸν ὡς Θεός, ὥς που καὶ ἡ θεία
των εντολών φέρνει την αφθαρσία». Όντας λοιπόν άφθαρτοςο άνθρωπος, θα
γραφὴ τοῦτο σημαίνει λέγουσα· "᾿Εγὼ εἶπα θεοί ἐστε, καὶ υἱοὶ ὑψίστου
ζούσε όπως ο Θεός· κι αυτό το λέει η Αγία Γραφή: «Εγώ είπα ότι μπορείτε να
πάντες· ὑμεῖς δὲ ὡς ἄνθρωποι ἀποθνῄσκετε, καὶ ὡς εἷς τῶν ἀρχόντων
γίνετε όλοι θεοί και παιδιά του ύψιστου Θεού· αλλά σεις πεθαίνετε ως φθαρτοί
πίπτετε."
άνθρωποι και πέφτετε όπως πέφτουν από την εξουσία οι άρχοντες».
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

5. ῾Ο μὲν γὰρ Θεὸς οὐ μόνον ἐξ οὐκ ὄντων ἡμᾶς πεποίηκεν, ἀλλὰ καὶ
Ο Θεός δεν μας έπλασε μόνο από το μηδέν αλλά μας δώρησε με τη χάρη του
τὸ κατὰ Θεὸν ζῆν ἡμῖν ἐχαρίσατο τῇ τοῦ Λόγου χάριτι. Οἱ δὲ
Λόγου του και τη δυνατότητα να ζούμε σύμφωνα με το θέλημά του. Οι
ἄνθρωποι, ἀποστραφέντες τὰ αἰώνια, καὶ συμβουλίᾳ τοῦ διαβόλου εἰς
άνθρωποι όμως αρνήθηκαν τα αιώνια· με συμβουλή του διαβόλου επέστρεψαν
τὰ τῆς φθορᾶς ἐπιστραφέντες, ἑαυτοῖς αἴτιοι τῆς ἐν τῷ θανάτῳ
στη φθορά της φύσεως και έγιναν οι ίδιοι αίτιοι της καταστροφής τους
φθορᾶς γεγόνασιν, ὄντες μὲν ὡς προεῖπον κατὰ φύσιν φθαρτοί, χάριτι
εισάγοντας στη ζωή τους το θάνατο. Ενώ είχαν, όπως είπα παραπάνω, φθαρτή
δὲ τῆς τοῦ Λόγου μετουσίας τοῦ κατὰ φύσιν ἐκφυγόντες, εἰ
φύση, μπορούσαν, αν έμεναν σταθεροί στην καλωσύνη, να ξεπεράσουν τη
μεμενήκεισαν καλοί.
θνητότητα της φύσης μετέχοντας στη χάρη του Λόγου.

Διὰ γὰρ τὸν συνόντα τούτοις Λόγον, καὶ ἡ κατὰ φύσιν φθορὰ τούτων
Επειδή συνυπήρχε μέσα τους ο Λόγος, δεν θα τους επηρέαζε η φυσική φθορά
οὐκ ἤγγιζε, καθὼς καὶ ἡ σοφία φησίν· "῾Ο Θεὸς ἔκτισε τὸν ἄνθρωπον
καθώς το λέει και η Σοφία (Σολομώντα): «Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο για να
ἐπὶ ἀφθαρσίᾳ, καὶ εἰκόνα τῆς ἰδίας ἀϊδιότητος· φθόνῳ δὲ διαβόλου
μένει άφθαρτος και ν’ αποτελεί εικόνα της δικής Του αΐδιας φύσεως. Από
θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τὸν κόσμον"·
φθόνο όμως του διαβόλου εισήλθε στον κόσμο ο θάνατος».

τούτου δὲ γενομένου οἱ μὲν ἄνθρωποι ἀπέθνῃσκον, ἡ δὲ φθορὰ λοιπὸν
Μετά το γεγονός αυτό, οι άνθρωποι πέθαιναν και η φθορά βασίλευε στη ζωή
κατ᾿ αὐτῶν ἤκμαζε, καὶ πλεῖον τοῦ κατὰ φύσιν ἰσχύουσα καθ᾿ ὅλου
τους και ξεπερνούσε τη φυσική κατάσταση του ανθρώπινου γένους. Διότι η
τοῦ γένους, ὅσῳ καὶ τὴν ἀπειλὴν τοῦ θείου διὰ τὴν παράβασιν τῆς
φθορά είχε λάβει την απειλή του Θεού εναντίον των ανθρώπων σε περίπτωση
ἐντολῆς κατ᾿ αὐτῶν προειλήφει.
παράβασης της εντολής.

Καὶ γὰρ καὶ ἐν τοῖς πλημμελήμασιν οἱ ἄνθρωποι οὐκ ἄχρις ὅρων
Επιπλέον, και στη διάπραξη των αμαρτημάτων τους οι άνθρωποι δεν είχαν
ὡρισμένων εἱστήκεισαν, ἀλλὰ κατ᾿ ὀλίγον ἐπεκτεινόμενοι λοιπὸν καὶ εἰς
κάποιο όριο· επεκτείνονταν σιγά σιγά και έφτασαν τέλος στην ασυδοσία.
ἄμετρον ἐληλύθασιν, ἐξ ἀρχῆς μὲν εὑρεταὶ τῆς κακίας γενόμενοι, καὶ
Στην αρχή, ανακάλυψαν την κακία και προκάλεσαν σε βάρος του εαυτού τους
καθ᾿ ἑαυτῶν τὸν θάνατον προκαλεσάμενοι καὶ τὴν φθοράν· ὕστερον δὲ
το θάνατο και τη φθορά. Στη συνέχεια, παρεκτράπησαν σε αδικίες και
εἰς ἀδικίαν ἐκτραπέντες καὶ παρανομίαν πᾶσαν ὑπερβαλόντες, καὶ μὴ
ξεπέρασαν κάθε είδος παρανομίας. Δεν σταμάτησαν σ’ ένα κακό, αλλά
ἑνὶ κακῷ ἱστάμενοι, ἀλλὰ πάντα καινὰ καινοῖς ἐπινοοῦντες, ἀκόρεστοι
συνεχώς επινοούσαν νεότερα κακά· έτσι, έφτασαν στο σημείο να γίνουν
περὶ τὸ ἁμαρτάνειν γεγόνασι.
αχόρταγοι στις αμαρτίες.

Μοιχεῖαι μὲν γὰρ ἦσαν καὶ κλοπαὶ πανταχοῦ, φόνων δὲ καὶ ἁρπαγῶν
Παντού γινόταν μοιχείες και κλοπές· όλη η γη ήταν γεμάτη από φόνους και
πλήρης ἦν ἡ σύμπασα γῆ. Καὶ νόμου μὲν οὐκ ἦν φροντὶς περὶ φθορᾶς
αρπαγές. Κανένας νόμος δεν μπορούσε ν’ αντιμετωπίσει τη φθορά και αδικία.
καὶ ἀδικίας· πάντα δὲ τὰ κακὰ καθ᾿ ἕνα καὶ κοινῇ παρὰ πᾶσιν
Όλα τα κακά, καθένα χωριστά και όλα μαζί, τα έκαναν όλοι.
ἐπράττετο. Πόλεις μὲν κατὰ πόλεων ἐπολέμουν, καὶ ἔθνη κατὰ ἐθνῶν
Πολεμούσαν πόλεις εναντίον πόλεων· επαναστατούσαν έθνη εναντίον άλλων
ἠγείρετο· διῄρητο δὲ πᾶσα ἡ οἰκουμένη στάσεσι καὶ μάχαις, ἑκάστου
εθνών. Όλη η οικουμένη είχε διαιρεθεί από επαναστάσεις και μάχες· καθένας
φιλονεικοῦντος ἐν τῷ παρανομεῖν.
συναγωνίζονταν τον άλλον σε παρανομίες.

Οὐκ ἦν δὲ τούτων μακρὰν οὐδὲ τὰ παρὰ φύσιν, ἀλλ᾿ ὡς εἶπεν ὁ τοῦ
Δεν τους ήταν άγνωστες ούτε οι παρά φύσιν καταστάσεις, όπως το είπε
Χριστοῦ μάρτυς ᾿Απόστολος· "Αἵ τε γὰρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν
και ο μάρτυρας του Χριστού Απόστολος (Παύλος): «Οι γυναίκες άλλαξαν τη
τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν· ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἄρρενες,
φυσική χρήση του σώματός τους σε παρά φύσιν· το ίδιο και οι άνδρες: άφησαν
ἀφέντες τὴν φυσικὴν χρῆσιν τῆς θηλείας, ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει
τη φυσική σχέση με τις γυναίκες και στράφηκαν με πάθος να επιθυμούν τους
αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρρενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημοσύνην
ομοφύλους τους· άνδρες με άνδρες διαπράττουν διαστροφικές ασχήμιες.
κατεργαζόμενοι, καὶ τὴν ἀντιμισθίαν ἣν ἔδει τῆς πλάνης αὐτῶν ἐν
Πληρώνονται όμως στον ίδιο τους τον εαυτό το αντίτιμο της διαστροφικής
ἑαυτοῖς ἀπολαμβάνοντες".
ζωής τους».
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

6. Διὰ δὴ ταῦτα πλεῖον τοῦ θανάτου κρατήσαντος, καὶ τῆς φθορᾶς
Επειδή λοιπόν κυριάρχησε ο θάνατος και η φθορά παρέμενε στη ζωή των
παραμενούσης κατὰ τῶν ἀνθρώπων, τὸ μὲν τῶν ἀνθρώπων γένος
ανθρώπων, το ανθρώπινο γένος χανόταν· ο λογικός και κατ’ εικόνα Θεού
ἐφθείρετο, ὁ δὲ λογικὸς καὶ κατ᾿ εἰκόνα γενόμενος ἄνθρωπος ἠφανίζετο·
πλασμένος άνθρωπος καταστραφόταν.
καὶ τὸ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ γενόμενον ἔργον παραπώλλυτο. Καὶ γὰρ καὶ ὁ
Έτσι, το έργο του Θεού που γινόταν οδηγούνταν στην απώλεια. Διότι και ο
θάνατος, ὡς προεῖπον, νόμῳ λοιπὸν ἴσχυε καθ᾿ ἡμῶν· καὶ οὐχ οἷόν τε
θάνατος, όπως προείπα, είχε ισχύ νόμου σε βάρος μας. Και δεν μπορούσε
ἦν τὸν νόμον ἐκφυγεῖν, διὰ τὸ ὑπὸ Θεοῦ τεθεῖσθαι τοῦτον τῆς
κανείς να ξεφύγει το νόμο που τον είχε θεσπίσει ο Θεός εξαιτίας της
παραβάσεως χάριν· καὶ ἦν ἄτοπον ὁμοῦ καὶ ἀπρεπὲς τὸ γινόμενον
παραβάσεως (των πρωτοπλάστων). Θα ήταν μάλιστα ανακόλουθο και ανάξιο
ἀληθῶς.
στο Θεό να συμβεί κάτι τέτοιο.

῎Ατοπον μὲν γὰρ ἦν εἰπόντα τὸν Θεὸν ψεύσασθαι, ὥστε
Θα ήταν πρώτα ανακόλουθο· διότι, ενώ το είπε ο Θεός, στη συνέχεια
νομοθετήσαντος αὐτοῦ θανάτῳ ἀποθνῄσκειν τὸν ἄνθρωπον, εἰ
αποδείχνεται ψεύτης· δηλαδή, ενώ νομοθέτησε ότι θα πεθάνει ο άνθρωπος αν
παραβαίη τὴν ἐντολήν, μετὰ τὴν παράβασιν μὴ ἀποθνῄσκειν, ἀλλὰ
παραβεί την εντολή του, στη συνέχεια, μετά την παράβαση, να μην πεθαίνει·
λύεσθαι τὸν τούτου λόγον. Οὐκ ἀληθὴς γὰρ ἦν ὁ Θεός, εἰ εἰπόντος
έτσι, καταπατείται ο λόγος του Θεού. Δεν θα ήταν αληθινός Θεός, αν έλεγε
αὐτοῦ ἀποθνῄσκειν ἡμᾶς, μὴ ἀπέθνῃσκεν ὁ ἄνθρωπος. ᾿Απρεπὲς δὲ ἦν
ότι θα πεθαίνουμε, και δεν πεθαίναμε. Έπειτα, θα ήταν και ανάξιο του Θεού·
πάλιν τὰ ἅπαξ γενόμενα λογικὰ καὶ τοῦ Λόγου αὐτοῦ μετασχόντα
διότι, τα λογικά όντα που μία φορά τα δημιούργησε ο Λόγος και μετείχαν σ’
παραπόλλυσθαι, καὶ πάλιν εἰς τὸ μὴ εἶναι διὰ τῆς φθορᾶς ἐπιστρέφειν.
Αυτόν, να χάνονται και να επιστρέφουν πάλι μέσω της φθοράς στην ανυπαρξία.

Οὐκ ἄξιον γὰρ ἦν τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ τὰ ὑπ᾿ αὐτοῦ γενόμενα
Δεν θα ήταν άξιο στην αγαθότητα του Θεού, να πεθαίνουν τα πλάσματά του,
διαφθείρεσθαι, διὰ τὴν παρὰ τοῦ διαβόλου γενομένην τοῖς ἀνθρώποις
εξαιτίας της δόλιας απάτης του διαβόλου σε βάρος των ανθρώπων.
ἀπάτην. ῎Αλλως τε καὶ τῶν ἀπρεπεστάτων ἦν τὴν τοῦ Θεοῦ τέχνην
Εξάλλου, θά ήταν ό,τι πιο ανάξιο να καταστρέφεται η δημιουργική τέχνη
ἐν τοῖς ἀνθρώποις ἀφανίζεσθαι ἢ διὰ τὴν αὐτῶν ἀμέλειαν, ἢ διὰ τὴν
του Θεού στους ανθρώπους ή εξαιτίας της αμέλειάς τους ή εξαιτίας της απάτης
τῶν δαιμόνων ἀπάτην.
των δαιμόνων.

Φθειρομένων τοίνυν τῶν λογικῶν καὶ παραπολλυμένων τῶν
Αφού λοιπόν φθείρονταν τα λογικά πλάσματα καί χάνονταν τέτοια
τοιούτων ἔργων, τί τὸν Θεὸν ἔδει ποιεῖν ἀγαθὸν ὄντα; ἀφεῖναι τὴν
δημιουργήματα, τί έπρεπε να κάνει ο πανάγαθος Θεός; Να επιτρέψει να τους
φθορὰν κατ᾿ αὐτῶν ἰσχύειν, καὶ τὸν θάνατον αὐτῶν κρατεῖν; καὶ τίς ἡ
νικά η φθορά και ο θάνατος να τους κυριεύει; Αλλά τότε, ποιά ήταν η ανάγκη
χρεία τοῦ καὶ ἐξ ἀρχῆς αὐτὰ γενέσθαι; ἔδει γὰρ μὴ γενέσθαι, ἢ γενόμενα
να δημιουργηθούν από την αρχή; Έπρεπε καθόλου να μη δημιουργηθούν παρά
παραμεληθῆναι καὶ ἀπολέσθαι.
να δημιουργηθούν κι έπειτα να παραμεληθούν και χαθούν.

᾿Ασθένεια γὰρ μᾶλλον καὶ οὐκ ἀγαθότης ἐκ τῆς ἀμελείας γινώσκεται
Διότι είναι μεγαλύτερη η αδυναμία του Θεού και η έλλειψη αγαθωσύνης, αν
τοῦ Θεοῦ, εἰ ποιήσας παρορᾷ φθαρῆναι τὸ ἑαυτοῦ ἔργον, ἤπερ εἰ μὴ
δημιουργεί πρώτα ένα έργο και το αφήνει μετά από αμέλεια να καταστραφεί,
πεποιήκει κατὰ τὴν ἀρχὴν τὸν ἄνθρωπον. Μὴ ποιήσαντος μὲν γὰρ οὐκ
παρά αν εξαρχής δεν τον δημιουργούσε. Αν δεν το δημιουργούσε, δεν θα του
ἦν ὁ λογιζόμενος τὴν ἀσθένειαν, ποιήσαντος δὲ καὶ εἰς τὸ εἶναι
καταλόγιζε κανείς αδυναμία· αφού όμως το δημιούργησε και το έφερε στην
κτίσαντος, ἀτοπώτατον ἦν ἀπόλλυσθαι τὰ ἔργα, καὶ μάλιστα ἐπ᾿ ὄψει
ύπαρξη, είναι υπερβολικά παράλογο να καταστρέφεται, και μάλιστα μπροστά
τοῦ πεποιηκότος. Οὐκοῦν ἔδει τοὺς ἀνθρώπους μὴ ἀφιέναι φέρεσθαι
στα μάτια του. Έπρεπε λοιπόν να μην αφήσει τους ανθρώπους να βαδίζουν
τῇ φθορᾷ, διὰ τὸ ἀπρεπὲς καὶ ἀνάξιον εἶναι τοῦτο τῆς τοῦ Θεοῦ
στην απώλεια, επειδή κάτι τέτοιο είναι απρεπές και ανάξιο στην αγαθωσύνη
ἀγαθότητος.
του Θεού.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

7. ᾿Αλλ᾿ ὥσπερ ἔδει τοῦτο γενέσθαι, οὕτως καὶ ἐκ τῶν ἐναντίων πάλιν
Αλλά, όπως έπρεπε αυτό να γίνει, έτσι κι από την άλλη πλευρά στέκεται
ἀντίκειται τὸ πρὸς τὸν Θεὸν εὔλογον, ὥστε ἀληθῆ φανῆναι τὸν Θεὸν
αντίθετη η δικαιοσύνη του Θεού, για ν’ αποδειχθεί αξιόπιστη η νομοθεσία του
ἐν τῇ περὶ τοῦ θανάτου νομοθεσίᾳ· ἄτοπον γὰρ ἦν διὰ τὴν ἡμῶν
σχετικά με την ποινή του θανάτου· θα ήταν σκάνδαλο, εξαιτίας της δικής μας
ὠφέλειαν καὶ διαμονὴν ψεύστην φανῆναι τὸν τῆς ἀληθείας πατέρα Θεόν.
ωφέλειας και αφθαρσίας να φανεί ψεύτης ο Πατέρας, ο Θεός της αλήθειας.

Τί οὖν ἔδει καὶ περὶ τούτου γενέσθαι ἢ ποιῆσαι τὸν Θεόν; μετάνοιαν ἐπὶ
Τί λοιπόν έπρεπε να γίνει σχετικά μ’ αυτό; Τί να κάνει ο Θεός; Να ζητήσει από
τῇ παραβάσει τοὺς ἀνθρώπους ἀπαιτῆσαι; τοῦτο γὰρ ἄν τις ἄξιον
τους ανθρώπους μετάνοια για το σφάλμα τους; Γιατί κάτι τέτοιο θα έλεγε κανείς
φήσειε Θεοῦ, λέγων ὅτι ὥσπερ ἐκ τῆς παραβάσεως εἰς φθορὰν
ότι είναι αντάξιο του Θεού· διότι, όπως η παράβαση οδήγησε τους ανθρώπους
γεγόνασιν, οὕτως ἐκ τῆς μετανοίας γένοιντο πάλιν ἂν εἰς ἀφθαρσίαν.
στη φθορά, έτσι και η μετάνοια θα τους οδηγούσε πάλι στην αφθαρσία.

᾿Αλλ᾿ ἡ μετάνοια οὔτε τὸ εὔλογον τὸ πρὸς τὸν Θεὸν ἐφύλαττεν· ἔμενε
Η μετάνοια όμως δεν θα δικαιολογούσε την αξιοπιστία του Θεού. Θα φαινόταν
γὰρ πάλιν οὐκ ἀληθής, μὴ κρατουμένων ἐν τῷ θανάτῳ τῶν
και πάλι ψεύτης, επειδή δεν θα καταδικάζονταν σε θάνατο οι άνθρωποι.
ἀνθρώπων· οὔτε δὲ ἡ μετάνοια ἀπὸ τῶν κατὰ φύσιν ἀνακαλεῖται,
Άλλωστε η μετάνοια δεν επαναφέρει τη φύση στην πρότερη κατάστασή της,
ἀλλὰ μόνον παύει τῶν ἁμαρτημάτων.
αλλά μόνον σταματά τις αμαρτίες.

Εἰ μὲν οὖν μόνον ἦν πλημμέλημα καὶ μὴ φθορᾶς ἐπακολούθησις, καλῶς
Εάν λοιπόν ήταν μόνον αμάρτημα και όχι και επιπλέον φθορά της φύσεως,
ἂν ἦν ἡ μετάνοια. Εἰ δὲ ἅπαξ προλαβούσης τῆς παραβάσεως, εἰς τὴν
αρκούσε η μετάνοια. Εφόσον όμως, μετά την πρώτη παράβαση, αμέσως οι
κατὰ φύσιν φθορὰν ἐκρατοῦντο οἱ ἄνθρωποι, καὶ τὴν τοῦ κατ᾿ εἰκόνα
άνθρωποι υποδουλώθηκαν στη φθορά της φύσεως και τους αφαιρέθηκε το
χάριν ἀφαιρεθέντες ἦσαν, τί ἄλλο ἔδει γενέσθαι; ἢ τίνος ἦν χρεία πρὸς
χάρισμα του κατ’ εικόνα, τότε τί άλλο έπρεπε να γίνει; Ή, ποιός άλλος θα
τὴν τοιαύτην χάριν καὶ ἀνάκλησιν, ἢ τοῦ καὶ κατὰ τὴν ἀρχὴν ἐκ τοῦ μὴ
μπορούσε να τους επαναφέρει σ’ αυτό τό χάρισμα παρά ο Θεός Λόγος που
ὄντος πεποιηκότος τὰ ὅλα τοῦ Θεοῦ Λόγου;
έπλασε εξαρχής τα πάντα από το μηδέν;

Αὐτοῦ γὰρ ἦν πάλιν καὶ τὸ φθαρτὸν εἰς ἀφθαρσίαν ἐνεγκεῖν, καὶ τὸ
Αυτός ήταν ο μόνος ικανός και το φθαρτό να το οδηγήσει πάλι στην αφθαρσία
ὑπὲρ πάντων εὔλογον ἀποσῶσαι πρὸς τὸν Πατέρα. Λόγος γὰρ ὢν
και ν’ αποκαταστήσει την αξιοπιστία του Πατέρα. Διότι είναι ο Λόγος του
τοῦ Πατρὸς καὶ ὑπὲρ πάντας ὤν, ἀκολούθως καὶ ἀνακτίσαι τὰ ὅλα
Πατέρα και όλους τους ξεπερνά· επομένως, μόνον Αυτός μπορεί να τα
μόνος ἦν δυνατὸς καὶ ὑπὲρ πάντων παθεῖν καὶ πρεσβεῦσαι περὶ
ξαναδημιουργήσει όλα, να θυσιαστεί καί να μεσιτεύσει στον Πατέρα
πάντων ἱκανὸς πρὸς τὸν Πατέρα.
γιά όλους.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

8. Τούτου δὴ ἕνεκεν ὁ ἀσώματος καὶ ἄφθαρτος καὶ ἄϋλος τοῦ Θεοῦ
Γι’ αυτό το λόγο, λοιπόν, ο ασώματος, άφθαρτος και άϋλος Λόγος του Θεού
Λόγος παραγίνεται εἰς τὴν ἡμετέραν χώραν, οὔτι γε μακρὰν ὢν
έρχεται στη γη μας, χωρίς βέβαια και πριν να είναι μακριά από μας.
πρότερον. Οὐδὲν γὰρ αὐτοῦ κενὸν ὑπολέλειπται τῆς κτίσεως μέρος·
Διότι δεν είναι απών από κανένα σημείο του κόσμου. Συνυπάρχοντας ο Λόγος
πάντα δὲ διὰ πάντων πεπλήρωκεν αὐτὸς συνὼν τῷ ἑαυτοῦ Πατρί.
με τον Πατέρα Του, γεμίζει εξ ολοκλήρου όλα τα σύμπαντα· και ταυτόχρονα,
᾿Αλλὰ παραγίνεται συγκαταβαίνων τῇ εἰς ἡμᾶς αὐτοῦ φιλανθρωπίᾳ
έρχεται να εμφανιστεί και σε μας από συγκατάβαση, εξαιτίας της αγάπης του
καὶ ἐπιφανείᾳ.
για τους ανθρώπους.

Καὶ ἰδὼν τὸ λογικὸν ἀπολλύμενον γένος, καὶ τὸν θάνατον κατ᾿ αὐτῶν
Είδε ο Λόγος ότι καταστρεφόταν το λογικό γένος των ανθρώπων και κυριαρχεί
βασιλεύοντα τῇ φθορᾷ· ὁρῶν δὲ καὶ τὴν ἀπειλὴν τῆς παραβάσεως
πάνω τους με τη φθορά ο θάνατος. Είδε ότι η απειλή για την παράβαση ενίσχυε
διακρατοῦσαν τὴν καθ᾿ ἡμῶν φθοράν· καὶ ὅτι ἄτοπον ἦν πρὸ τοῦ
τη φθοράς πάνω μας. Είδε ότι ήταν αδύνατο να καταργηθεί (η φθορά και ο
πληρωθῆναι τὸν νόμον λυθῆναι· ὁρῶν δὲ καὶ τὸ ἀπρεπὲς ἐν τῷ
θάνατος), προτού ξεπληρωθεί η ποινή του νόμου. Είδε ακόμη και το
συμβεβηκότι, ὅτι ὧν αὐτὸς ἦν δημιουργός, ταῦτα παρηφανίζετο·
ασυμβίβαστο προς τη δημιουργικότητα,ότι, δηλαδή, ενώ Αυτός δημιουργούσε,
ὁρῶν δὲ καὶ τὴν τῶν ἀνθρώπων ὑπερβάλλουσαν κακίαν, ὅτι κατ᾿
τα πλάσματα καταστρέφονταν.Είδε όμως και την υπερβολική κακία των
ὀλίγον καὶ ἀφόρητον αὐτὴν ηὔξησαν καθ᾿ ἑαυτῶν· ὁρῶν δὲ καὶ τὸ
ανθρώπων, ότι σιγά σιγά την αύξησαν σε βάρος τους σε αβάσταχτο βαθμό. Είδε
ὑπεύθυνον πάντων ἀνθρώπων πρὸς τὸν θάνατον, ἐλεήσας τὸ γένος
τέλος ότι όλοι οι άνθρωποι ευθύνονται για το γεγονός του θανάτου. (Βλέποντας
ἡμῶν, καὶ τὴν ἀσθένειαν ἡμῶν οἰκτειρήσας, καὶ τῇ φθορᾷ ἡμῶν
όλα αυτά), σπλαγχνίστηκε το ανθρώπινο γένος και λυπήθηκε για την αδυναμία
συγκαταβάς, καὶ τὴν τοῦ θανάτου κράτησιν οὐκ ἐνέγκας, ἵνα μὴ τὸ
μας· καταδέχθηκε τη δική μας φθορά χωρίς να υποφέρει την κυριαρχία του
γενόμενον ἀπόληται καὶ εἰς ἀργὸν τοῦ Πατρὸς τὸ εἰς ἀνθρώπους
θανάτου· προσλαμβάνει ανθρώπινο σώμα για τον εαυτό Του και μάλιστα όχι
ἔργον αὐτοῦ γένηται, λαμβάνει ἑαυτῷ σῶμα, καὶ τοῦτο οὐκ
διαφορετικό από το δικό μας, για να μην πάει χαμένο το δημιουργικό έργο του
ἀλλότριον τοῦ ἡμετέρου.
Πατέρα που έπλασε τους ανθρώπους.

Οὐ γὰρ ἁπλῶς ἠθέλησεν ἐν σώματι γενέσθαι, οὐδὲ μόνον ἤθελε
Δεν θέλησε να προσλάβει απλά ανθρώπινο σώμα, ούτε μόνο να εμφανιστεί.
φανῆναι· ἐδύνατο γάρ, εἰ μόνον ἤθελε φανῆναι, καὶ δι᾿ ἑτέρου
Θα μπορούσε, αν ήθελε απλή εμφάνιση, να κάνει τη θεία εμφάνισή του
κρείττονος τὴν θεοφάνειαν αὐτοῦ ποιήσασθαι· ἀλλὰ λαμβάνει τὸ
με πολύ καλύτερο σώμα. Προσλαμβάνει όμως το δικό μας σώμα, και αυτό όχι
ἡμέτερον, καὶ τοῦτο οὐχ ἁπλῶς, ἀλλ᾿ ἐξ ἀχράντου καὶ ἀμιάντου
με φυσικό τρόπο, αλλά από το σώμα της αμόλυντης και ακηλίδωτης παρθένου
ἀνδρὸς ἀπείρου παρθένου, καθαρὸν καὶ ὄντως ἀμιγὲς τῆς ἀνδρῶν
κόρης, που δεν γνώρισε σύζυγο· διότι ήταν καθαρή και απείραχτη από τη σχέση
συνουσίας. Αὐτὸς γὰρ δυνατὸς ὢν καὶ δημιουργὸς τῶν ὅλων, ἐν τῇ
με άνδρα. Επειδή αυτός είναι παντοδύναμος δημιουργός των πάντων, μέσα
παρθένῳ κατασκευάζει ἑαυτῷ ναὸν τὸ σῶμα, καὶ ἰδιοποιεῖται τοῦτο
στο σώμα της παρθένου φτιάχνει ως ναό το δικό του σώμα· κάνει δικό του
ὥσπερ ὄργανον, ἐν αὐτῷ γνωριζόμενος καὶ ἐνοικῶν.
όργανο το σώμα της παρθένου, το οποίο το γνωρίζει καλά και κατοικεί σ’ αυτό.

Καὶ οὕτως ἀπὸ τῶν ἡμετέρων τὸ ὅμοιον λαβών, διὰ τὸ πάντας
Κι έτσι, αφού πήρε σώμα όμοιο με τα δικά μας και επειδή όλοι ευθύνονται
ὑπευθύνους εἶναι τῇ τοῦ θανάτου φθορᾷ, ἀντὶ πάντων αὐτὸ θανάτῳ
για τη φθορά του θανάτου, παρέδωσε το σώμα του να θανατωθεί για χάρη
παραδιδούς, προσῆγε τῷ Πατρί, καὶ τοῦτο φιλανθρώπως ποιῶν, ἵνα
όλων. Το πρόσφερε στον Πατέρα του· και αυτό το έκανε από αγάπη για τους
ὡς μὲν πάντων ἀποθανόντων ἐν αὐτῷ λυθῇ ὁ κατὰ τῆς φθορᾶς τῶν
ανθρώπους ώστε, σαν να πέθαναν όλοι μαζί του, να καταργηθεί η ποινή της
ἀνθρώπων νόμος ἅτε δὴ πληρωθείσης τῆς ἐξουσίας ἐν τῷ κυριακῷ
φθοράς τους. Επειδή ικανοποιήθηκε η εξουσία του θανάτου στο σώμα του
σώματι, καὶ μηκέτι χώραν ἔχοντος κατὰ τῶν ὁμοίων ἀνθρώπων· ὡς
Κυρίου, δεν έχει πλέον εξουσία ο θάνατος στους όμοιους ανθρώπους· (πέτυχε
δὲ εἰς φθορὰν ἀναστρέψαντας τοὺς ἀνθρώπους πάλιν εἰς τὴν
με τη θυσία του) τους ανθρώπους που έπεσαν στη φθορά να τους επαναφέρει
ἀφθαρσίαν ἐπιστρέψῃ, καὶ ζωοποιήσῃ τούτους ἀπὸ τοῦ θανάτου, τῇ
στην αφθαρσία και να τους δώσει ζωή νικώντας το θάνατο. Οικειοποιήθηκε
τοῦ σώματος ἰδιοποιήσει, καὶ τῇ τῆς ἀναστάσεως χάριτι, τὸν θάνατον
το ανθρώπινο σώμα και με τη χάρη της αναστάσεως κατάφερε να εξαφανίσει
ἀπ᾿ αὐτῶν ὡς καλάμην ἀπὸ πυρὸς ἐξαφανίζων.
από τους ανθρώπους το θάνατο, όπως η φωτιά κατατρώει την καλαμιά.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

9. Συνιδὼν γὰρ ὁ Λόγος ὅτι ἄλλως οὐκ ἂν λυθείη τῶν ἀνθρώπων ἡ
Γνώριζε λοιπόν ο Λόγος ότι με κανένα άλλο τρόπο δεν θα καταλύονταν η
φθορὰ εἰ μὴ διὰ τοῦ πάντως ἀποθανεῖν, οὐχ οἷόν τε δὲ ἦν τὸν Λόγον
φθορά των ανθρώπων παρά μόνον αν ο ίδιος πέθαινε· αλλά, δεν ήταν δυνατό
ἀποθανεῖν ἀθάνατον ὄντα καὶ τοῦ Πατρὸς Υἱόν, τούτου ἕνεκεν τὸ
να πεθάνει ο Λόγος, ο Υιός του Πατέρα, διότι ήταν αθάνατος. Εξαιτίας αυτού,
δυνάμενον ἀποθανεῖν ἑαυτῷ λαμβάνει σῶμα, ἵνα τοῦτο τοῦ ἐπὶ
προσλαμβάνει για τον εαυτό του θνητό σώμα ώστε, αφού αυτό γίνει μέτοχο του
πάντων Λόγου μεταλαβὸν ἀντὶ πάντων ἱκανὸν γένηται τῷ θανάτῳ,
Λόγου που εξουσιάζει τα πάντα, να γίνει ικανό να πεθάνει για χάρη όλων· και
καὶ διὰ τὸν ἐνοικήσαντα Λόγον ἄφθαρτον διαμείνῃ, καὶ λοιπὸν ἀπὸ
χάρη στο Λόγο που το κατοικεί, να παραμείνει άφθαρτο. Έτσι, η φθορά που
πάντων ἡ φθορὰ παύσηται τῇ τῆς ἀναστάσεως χάριτι. ῞Οθεν ὡς
βασανίζει όλους, θα σταματήσει εξαιτίας της αναστάσεως (του σώματος). Γι’
ἱερεῖον καὶ θῦμα παντὸς ἐλεύθερον σπίλου, ὃ αὐτὸς ἑαυτῷ ἔλαβε σῶμα
αυτό, ο Λόγος το σώμα που σαρκώθηκε, το πρόσφερε σε θάνατο σαν ιερό
προσάγων εἰς θάνατον, ἀπὸ πάντων εὐθὺς τῶν ὁμοίων ἠφάνιζε τὸν
σφάγιο, ελεύθερο από κάθε κηλίδα. Κι έτσι, με τη δική του κατάλληλη
θάνατον τῇ προσφορᾷ τοῦ καταλλήλου.
προσφορά, εξάλειψε το θάνατο απ’ όλους τους ομοίους του (ανθρώπους).

῾Υπὲρ πάντας γὰρ ὢν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἰκότως τὸν ἑαυτοῦ ναὸν καὶ
Επειδή ο Λόγος του Θεού είναι πάνω απ’ όλους, δικαιολογημένα πρόσφερε
τὸ σωματικὸν ὄργανον προσάγων ἀντίψυχον ὑπὲρ πάντων ἐπλήρου
το δικό του σώμα ως ναό και όργανο, αντίλυτρο για τη σωτηρία όλων·
τὸ ὀφειλόμενον ἐν τῷ θανάτῳ· καὶ ὡς συνὼν δὲ διὰ τοῦ ὁμοίου τοῖς
ξεπλήρωσε το χρέος προς το θάνατο. Και επειδή ο άφθαρτος Υιός του Θεού
πᾶσιν ὁ ἄφθαρτος τοῦ Θεοῦ Υἱὸς εἰκότως τοὺς πάντας ἐνέδυσεν
συνυπάρχει με όλους τους ανθρώπους χάρη στο όμοιο σώμα, τους προίκισε
ἀφθαρσίαν ἐν τῇ περὶ τῆς ἀναστάσεως ἐπαγγελίᾳ. Καὶ αὐτὴ γὰρ ἡ ἐν
με την αφθαρσία υποσχόμενος την ανάσταση όλων. Ακόμη και η ίδια η φθορά
τῷ θανάτῳ φθορὰ κατὰ τῶν ἀνθρώπων οὐκέτι χώραν ἔχει διὰ τὸν
του θανάτου δεν απειλεί πλέον τους ανθρώπους, επειδή ενοίκησε μέσα τους
ἐνοικήσαντα Λόγον ἐν τούτοις διὰ τοῦ ἑνὸς σώματος.
ο Λόγος με ένα και ίδιο σώμα.

Καὶ ὥσπερ μεγάλου βασιλέως εἰσελθόντος εἴς τινα πόλιν μεγάλην
Όπως ακριβώς ένας μεγάλος βασιλιάς εισέρχεται σε μια μεγάλη πόλη και
καὶ οἰκήσαντος εἰς μίαν τῶν ἐν αὐτῇ οἰκιῶν, πάντως ἡ τοιαύτη πόλις
βρίσκει κατάλυμμα σ’ ένα από τα σπίτια της· τότε, όλη αυτή η πόλη αξιώνεται
τιμῆς πολλῆς καταξιοῦται, καὶ οὐκέτι τις ἐχθρὸς αὐτὴν οὔτε λῃστὴς
μεγάλης τιμής. Κανένας εχθρός πλέον ή ληστής δεν κάνει επιδρομή εναντίον
ἐπιβαίνων καταστρέφει, πάσης δὲ μᾶλλον ἐπιμελείας ἀξιοῦται διὰ τὸν
της να την καταστρέψει· απολαμβάνει κάθε φροντίδα, διότι σε μια κατοικία
εἰς μίαν αὐτῆς οἰκίαν οἰκήσαντα βασιλέα· οὕτως καὶ ἐπὶ τοῦ πάντων
της έμεινε ο βασιλιάς. Έτσι παρόμοια συνέβη με το βασιλέα όλου του
βασιλέως γέγονεν.
κόσμου (το Θεό).

᾿Ελθόντος γὰρ αὐτοῦ ἐπὶ τὴν ἡμετέραν χώραν, καὶ οἰκήσαντος εἰς ἓν
Διότι, όταν ο Υιός ήλθε στο δικό μας κόσμο και ενοίκησε σ’ ένα σώμα όμοιο
τῶν ὁμοίων σῶμα, λοιπὸν πᾶσα ἡ κατὰ τῶν ἀνθρώπων παρὰ τῶν
με τα δικά μας, στο εξής έπαψε κάθε επιβουλή των εχθρών εναντίον των
ἐχθρῶν ἐπιβουλὴ πέπαυται, καὶ ἡ τοῦ θανάτου ἠφάνισται φθορὰ ἡ
ανθρώπων και εξαφανίστηκε η φθορά του θανάτου, που είχε ισχύ εναντίον τους
πάλαι κατ᾿ αὐτῶν ἰσχύουσα. Παραπωλώλει γὰρ ἂν τὸ τῶν
από τον παλιό καιρό. Διότι, θα πήγαινε σίγουρα χαμένο το ανθρώπινο γένος,
ἀνθρώπων γένος, εἰ μὴ ὁ πάντων Δεσπότης καὶ Σωτὴρ τοῦ Θεοῦ
αν δεν ερχόταν ο Κύριος και Σωτήρας Ιησούς, ο Υιός του Θεού,
Υἱὸς παρεγεγόνει πρὸς τὸ τοῦ θανάτου τέλος.
με σκοπό να πεθάνει.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πατερικά Κείμενα και Συμβουλές - Patristic Texts and Advices”