Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Από το Γεροντικό
Ο αββάς Ανούβ ρώτησε τον άββά Ποιμένα για τους ακάθαρτους λογισμούς πού γεννάει ή καρδιά του ανθρώπου, και εκείνος του αποκρίθηκε:
Μήπως ή αξίνα έχει καμιά αξία μόνη της, χωρίς εκείνον πού τη χρησιμοποιεί; Έτσι κι εσύ, μη συνεργαστείς με τους λογισμούς και θ' αδρανήσουν.
Ό άνθρωπος πρέπει ν' αγωνίζεται εναντίον δύο λογισμών, της πορνείας και της καταλαλιάς• και να μην καταλαλεί καθόλου ούτε να κρατάει στην καρδιά του (πονηρά) νοήματα. Γιατί αν θέλει να εξετάζει τους λογισμούς αυτούς, δεν ωφελείται αλλά βλάπτεται• ενώ αν αποξενωθεί άπ' αυτούς, θα βρει ανάπαυση. και αποξενώνεται κανείς (από τους κακούς λογισμούς του), διώχνοντας τους και καταφεύγοντας στο Θεό.
Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν από τους πατέρες:
Τι να κάνω, πού ο λογισμός μου είναι κολλημένος πάντα στην
πορνεία, και δεν μ' αφήνει ήσυχο ούτε μιαν ώρα, και θλίβεται ή ψυχή μου;
Και ο γέροντας του αποκρίθηκε:
Όταν οι δαίμονες σπέρνουν τους λογισμούς, μην πιάσεις συζήτηση μαζί τους. Γιατί το έργο των έχθρων είναι, βέβαια, να σου βάζουν πάντα στο νου λογισμούς, χωρίς διακοπή• όμως δεν μπορούν Και να σε αναγκάσουν (να τους αποδεχθείς)• από σένα εξαρτάται ή αποδοχή ή απομάκρυνση τους. Δεν έμαθες τι έκαναν οι Μαδιηναΐοι; Πώς στόλισαν τις θυγατέρες τους Και στάθηκαν μπροστά στους Ισραηλίτες; Κανέναν άπ' αυτούς δεν ανάγκασαν, μόνο όσοι ήθελαν έπεσαν (στην αμαρτία) μ' εκείνες (Αριθ. 25:1). Άλλοι, αντίθετα, αγανάκτησαν, τις απείλησαν κι έφτασαν ως το φόνο.
Ο αββάς Ανούβ ρώτησε τον άββά Ποιμένα για τους ακάθαρτους λογισμούς πού γεννάει ή καρδιά του ανθρώπου, και εκείνος του αποκρίθηκε:
Μήπως ή αξίνα έχει καμιά αξία μόνη της, χωρίς εκείνον πού τη χρησιμοποιεί; Έτσι κι εσύ, μη συνεργαστείς με τους λογισμούς και θ' αδρανήσουν.
Ό άνθρωπος πρέπει ν' αγωνίζεται εναντίον δύο λογισμών, της πορνείας και της καταλαλιάς• και να μην καταλαλεί καθόλου ούτε να κρατάει στην καρδιά του (πονηρά) νοήματα. Γιατί αν θέλει να εξετάζει τους λογισμούς αυτούς, δεν ωφελείται αλλά βλάπτεται• ενώ αν αποξενωθεί άπ' αυτούς, θα βρει ανάπαυση. και αποξενώνεται κανείς (από τους κακούς λογισμούς του), διώχνοντας τους και καταφεύγοντας στο Θεό.
Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν από τους πατέρες:
Τι να κάνω, πού ο λογισμός μου είναι κολλημένος πάντα στην
πορνεία, και δεν μ' αφήνει ήσυχο ούτε μιαν ώρα, και θλίβεται ή ψυχή μου;
Και ο γέροντας του αποκρίθηκε:
Όταν οι δαίμονες σπέρνουν τους λογισμούς, μην πιάσεις συζήτηση μαζί τους. Γιατί το έργο των έχθρων είναι, βέβαια, να σου βάζουν πάντα στο νου λογισμούς, χωρίς διακοπή• όμως δεν μπορούν Και να σε αναγκάσουν (να τους αποδεχθείς)• από σένα εξαρτάται ή αποδοχή ή απομάκρυνση τους. Δεν έμαθες τι έκαναν οι Μαδιηναΐοι; Πώς στόλισαν τις θυγατέρες τους Και στάθηκαν μπροστά στους Ισραηλίτες; Κανέναν άπ' αυτούς δεν ανάγκασαν, μόνο όσοι ήθελαν έπεσαν (στην αμαρτία) μ' εκείνες (Αριθ. 25:1). Άλλοι, αντίθετα, αγανάκτησαν, τις απείλησαν κι έφτασαν ως το φόνο.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Από το Γεροντικό
Ο αββάς Ανούβ ρώτησε τον άββά Ποιμένα για τους ακάθαρτους λογισμούς πού γεννάει ή καρδιά του ανθρώπου, και εκείνος του αποκρίθηκε:
Μήπως ή αξίνα έχει καμιά αξία μόνη της, χωρίς εκείνον πού τη χρησιμοποιεί; Έτσι κι εσύ, μη συνεργαστείς με τους λογισμούς και θ' αδρανήσουν.
Ό άνθρωπος πρέπει ν' αγωνίζεται εναντίον δύο λογισμών, της πορνείας και της καταλαλιάς• και να μην καταλαλεί καθόλου ούτε να κρατάει στην καρδιά του (πονηρά) νοήματα. Γιατί αν θέλει να εξετάζει τους λογισμούς αυτούς, δεν ωφελείται αλλά βλάπτεται• ενώ αν αποξενωθεί άπ' αυτούς, θα βρει ανάπαυση. και αποξενώνεται κανείς (από τους κακούς λογισμούς του), διώχνοντας τους και καταφεύγοντας στο Θεό.
Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν από τους πατέρες:
Τι να κάνω, πού ο λογισμός μου είναι κολλημένος πάντα στην
πορνεία, και δεν μ' αφήνει ήσυχο ούτε μιαν ώρα, και θλίβεται ή ψυχή μου;
Και ο γέροντας του αποκρίθηκε:
Όταν οι δαίμονες σπέρνουν τους λογισμούς, μην πιάσεις συζήτηση μαζί τους. Γιατί το έργο των έχθρων είναι, βέβαια, να σου βάζουν πάντα στο νου λογισμούς, χωρίς διακοπή• όμως δεν μπορούν Και να σε αναγκάσουν (να τους αποδεχθείς)• από σένα εξαρτάται ή αποδοχή ή απομάκρυνση τους. Δεν έμαθες τι έκαναν οι Μαδιηναΐοι; Πώς στόλισαν τις θυγατέρες τους Και στάθηκαν μπροστά στους Ισραηλίτες; Κανέναν άπ' αυτούς δεν ανάγκασαν, μόνο όσοι ήθελαν έπεσαν (στην αμαρτία) μ' εκείνες (Αριθ. 25:1). Άλλοι, αντίθετα, αγανάκτησαν, τις απείλησαν κι έφτασαν ως το φόνο.
Έτσι συμβαίνει και με τους λογισμούς: Όταν αρχίσουν να σ' ενοχλούν, μην τους αποκριθείς, αλλά σήκω να προσευχηθείς και βάλε μετάνοια λέγοντας: "Υιέ του Θεού, ελέησε με και βοήθησε με στην αδυναμία μου". Έτσι σύντομα θα δεις να λιώνουν οι λογισμοί και να χάνονται «ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός» (Ψαλμ. 67:2).
Ένας γέροντας είπε:
- Αν ή πορνεία πολεμάει το σώμα σου ή την καρδιά σου, ψάξε να βρεις από που σηκώθηκε ο πόλεμος εναντίον σου και διορθώσου - είτε από πολύ ύπνο, είτε από υψηλοφροσύνη, είτε επειδή θεωρείς τον εαυτό σου καλύτερον από άλλον, είτε επειδή κατέκρινες κάποιον πού αμάρτησε. Γιατί χωρίς αυτά δεν πολεμάει τον άνθρωπο ή πορνεία.
Ένας αδελφός, πού είχε σαρκικό πόλεμο, επιτιμούσε το δαίμονα λέγοντας: "Χάσου στο σκοτάδι, σατανά! Μήπως δεν ξέρεις, πώς, αν και είμαι ανάξιος, κρατάω μέλη Χρίστου;". και αμέσως έπαυε ή σαρκική έξαψη, με την ίδια ευκολία πού σβήνει κανείς το λυχνάρι φυσώντας το. Θαύμαζε και ο ίδιος γι' αυτό και δόξαζε τον Κύριο.
Ο αββάς Ανούβ ρώτησε τον άββά Ποιμένα για τους ακάθαρτους λογισμούς πού γεννάει ή καρδιά του ανθρώπου, και εκείνος του αποκρίθηκε:
Μήπως ή αξίνα έχει καμιά αξία μόνη της, χωρίς εκείνον πού τη χρησιμοποιεί; Έτσι κι εσύ, μη συνεργαστείς με τους λογισμούς και θ' αδρανήσουν.
Ό άνθρωπος πρέπει ν' αγωνίζεται εναντίον δύο λογισμών, της πορνείας και της καταλαλιάς• και να μην καταλαλεί καθόλου ούτε να κρατάει στην καρδιά του (πονηρά) νοήματα. Γιατί αν θέλει να εξετάζει τους λογισμούς αυτούς, δεν ωφελείται αλλά βλάπτεται• ενώ αν αποξενωθεί άπ' αυτούς, θα βρει ανάπαυση. και αποξενώνεται κανείς (από τους κακούς λογισμούς του), διώχνοντας τους και καταφεύγοντας στο Θεό.
Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν από τους πατέρες:
Τι να κάνω, πού ο λογισμός μου είναι κολλημένος πάντα στην
πορνεία, και δεν μ' αφήνει ήσυχο ούτε μιαν ώρα, και θλίβεται ή ψυχή μου;
Και ο γέροντας του αποκρίθηκε:
Όταν οι δαίμονες σπέρνουν τους λογισμούς, μην πιάσεις συζήτηση μαζί τους. Γιατί το έργο των έχθρων είναι, βέβαια, να σου βάζουν πάντα στο νου λογισμούς, χωρίς διακοπή• όμως δεν μπορούν Και να σε αναγκάσουν (να τους αποδεχθείς)• από σένα εξαρτάται ή αποδοχή ή απομάκρυνση τους. Δεν έμαθες τι έκαναν οι Μαδιηναΐοι; Πώς στόλισαν τις θυγατέρες τους Και στάθηκαν μπροστά στους Ισραηλίτες; Κανέναν άπ' αυτούς δεν ανάγκασαν, μόνο όσοι ήθελαν έπεσαν (στην αμαρτία) μ' εκείνες (Αριθ. 25:1). Άλλοι, αντίθετα, αγανάκτησαν, τις απείλησαν κι έφτασαν ως το φόνο.
Έτσι συμβαίνει και με τους λογισμούς: Όταν αρχίσουν να σ' ενοχλούν, μην τους αποκριθείς, αλλά σήκω να προσευχηθείς και βάλε μετάνοια λέγοντας: "Υιέ του Θεού, ελέησε με και βοήθησε με στην αδυναμία μου". Έτσι σύντομα θα δεις να λιώνουν οι λογισμοί και να χάνονται «ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός» (Ψαλμ. 67:2).
Ένας γέροντας είπε:
- Αν ή πορνεία πολεμάει το σώμα σου ή την καρδιά σου, ψάξε να βρεις από που σηκώθηκε ο πόλεμος εναντίον σου και διορθώσου - είτε από πολύ ύπνο, είτε από υψηλοφροσύνη, είτε επειδή θεωρείς τον εαυτό σου καλύτερον από άλλον, είτε επειδή κατέκρινες κάποιον πού αμάρτησε. Γιατί χωρίς αυτά δεν πολεμάει τον άνθρωπο ή πορνεία.
Ένας αδελφός, πού είχε σαρκικό πόλεμο, επιτιμούσε το δαίμονα λέγοντας: "Χάσου στο σκοτάδι, σατανά! Μήπως δεν ξέρεις, πώς, αν και είμαι ανάξιος, κρατάω μέλη Χρίστου;". και αμέσως έπαυε ή σαρκική έξαψη, με την ίδια ευκολία πού σβήνει κανείς το λυχνάρι φυσώντας το. Θαύμαζε και ο ίδιος γι' αυτό και δόξαζε τον Κύριο.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
ΛΑ. Η ΚΑΤΑΝΥΞΗ ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ KAI ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ. ΠΟΣΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΟΥΣ ΚΑΙ
ΠΟΙΕΣ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥΣ.
Του αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου
Η ΚΑΤΑΝΥΞΗ εμφανίζεται με πολλές μορφές (πνευματικής) ωραιότητας. Γι' αυτό και ο "Ιερεμίας λέει: «Διαμερισμός υδάτων κατήγαγεν ο οφθαλμός μου» (πρβλ. Θρ. Ιερ. 3:47). Δύο πάντως είναι τα σπουδαιότερα είδη της κατανύξεως: "Όταν ή ψυχή διψάσει το Θεό, αισθάνεται κατάνυξη πρώτα από το φόβο κι έπειτα (κατάνυξη) από τον πόθο. Πρώτα δηλαδή λιώνει τον εαυτό της με τα δάκρυα, καθώς θυμάται τις αμαρτίες της, και νιώθει φόβο, μήπως εξαιτίας τους ριχθεί στην αιώνια κόλαση. και αφού ταλαιπωρηθεί πολύ από τη λύπη, τότε ή δειλία παύει, και μέσα στην ψυχή γεννιέται θάρρος και κάποια βεβαιότητα για τη συγχώρηση. Στο έξης ή ψυχή θερμαίνεται από τον πόθο της ουράνιας χαράς. και αυτή που πρώτα έκλαιγε από το φόβο της καταδίκης, αρχίζει υστέρα να κλαίει πάλι πικρά, επειδή βρίσκεται ακόμα μακριά από τη βασιλεία (των ουρανών). Γιατί, αφού καθαρθεί ο νους, βλέπει πια καθαρά ποιοι είναι οι χοροί των αγγέλων και ποια ή κοινωνία τους, ποια είναι ή λαμπρότητα και ή μεγαλοσύνη των μακαρίων πνευμάτων και ποια ή θεωρία αυτού του ίδιου του Θεού.
Του αγίου Έφραίμ
Αρχή του πένθους είναι ή αυτογνωσία. και το πένθος μας ας μην είναι ανθρώπινο, ούτε «προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ. 23:5), αλλά όπως το θέλει ο Θεός, πού γνωρίζει τα απόκρυφα της καρδιάς μας, για να μακαριστούμε άπ' Αυτόν. "Ας έχουμε λοιπόν χαρούμενο το πρόσωπο, όταν συναντάμε άλλους ανθρώπους, ως προς το φρόνημα όμως ας κλαίμε και ας πενθούμε. Γιατί το πένθος είναι προϋπόθεση, αλλά και εξασφάλιση της πνευμ¬τικής εργασίας• το πένθος ξεπλένει την ψυχή με τα δάκρυα και την αποκαθιστά καθαρή• το πένθος γεννάει τη σωφροσύνη, ξεριζώνει τις ηδονές, κατορθώνει τις αρετές. και τι περισσότερο να πω; Το πένθος από το Θεό μακαρίζεται (βλ. Ματθ. 5:4. Λουκ. 6:21) και από τους αγγέλους επαινείται.
Του αββα Ησαΐα
Τα έργα εκείνων πού αληθινά πενθούν είναι: το ν' απομακρύνουν το νου και τις αισθήσεις από τα γύρω φαινόμενα• το να μην κρίνουν τον πλησίον - γιατί εκείνος πού ασχολείται μόνο με τις δικές του αμαρτίες, αποφεύγει να κρίνει το πλάσμα του Θεού• το να μην εκδικούνται αυτόν πού τους κάνει κακό• το να μη λυπούνται για όσα έγιναν από το συγκάτοικο τους χωρίς τη δική τους γνώμη• το να μην κάνουν το θέλημα τους• το να μη λένε για οποιονδήποτε ότι είναι καλός ή κακός, γιατί το θεωρούν ντροπή τους να μάθουν πώς υπάρχει κάποιος αισχρότερος άπ' αυτούς• το να μη θέλουν να γνωρίζουν πράγματα, πού δεν τους ενδιαφέρουν το να μην αντιδρούν, όταν τους χλευάζουν το να μη λυπούνται, όταν τους παραβλέπουν στη γενική διανομή• το να μην ταράζονται, όταν συκοφαντούνται για πράγμα πού δεν γνωρίζουν, αλλά να λένε αμέσως το "συγχώρησαν"• το να μην αποδέχονται τους επαίνους, πού τυχόν τους λέει κανείς• το να μη συγχύζονται όταν βρίζονται• το να μην κυνηγούν τη φιλία των ισχυρών του κόσμου• το να μη θέλουν να επιβάλουν τη γνώμη τους, ακόμα κι όταν έχουν δίκιο, ούτε να φιλονικήσουν για οτιδήποτε. Αυτά και όσα σχετίζονται μ' αυτά, αν υπάρχουν σ' έναν άνθρωπο, φανερώνουν ότι έχει το αληθινό πένθος, ότι με τα νοερά του μάτια γνώρισε τον εαυτό του και την αδυναμία του, ότι κατάλαβε ποιο είναι το θέλημα του Θεού και ότι συνειδητοποίησε πώς δεν μπορεί ν' αρέσει στο Θεό όπως ο ίδιος νομίζει. Γι' αυτό και αρκείται στη δική του λύπη, κλαίει για τον εαυτό του και δεν ασχολείται με το πλάσμα του Θεού, πού μέλλει εκείνος να κρίνει. Έτσι διατηρεί ακέραιη την (πνευματική) οικοδομή, πού έχτισε μέσα του το πένθος. Γιατί ή κατά Θεό λύπη, πού του κατατρώει την καρδιά, μπορεί να εξουσιάσει τις αισθήσεις- και ακόμη, αν αντιστέκεται με νίψη, τότε διατηρεί σώα και τα αισθητήρια του νου. Δεν μπορεί λοιπόν ο άνθρωπος να είναι αμέριμνος ούτε να εμπιστευθεί τον εαυτό του, πριν βρεθεί μπροστά στο κριτήριο και ακούσει την απόφαση και μάθει που θα τοποθετηθεί (ή ψυχή του). και γι' αυτό, όσο βρίσκεται μέσα στο σώμα, οφείλει να κοπιάζει ακατάπαυστα.
Μακάριοι είναι εκείνοι πού δεν στήριξαν το θάρρος τους στα έργα τους, σαν ευάρεστα τάχα στον Κύριο, και γι' αυτό ντρέπονται να τον αντικρίσουν. Αυτοί πραγματικά θα δρουν ανέκφραστη παρηγοριά, επειδή πενθούν ακατάπαυστα για τους εαυτούς τους, πού δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν στην εντέλεια το θέλημα του Θεού, όπως ακριβώς Εκείνος θέλει. Όταν οι επουράνιες δυνάμεις θα δώσουν τη μαρτυρία τους γι' αυτούς, ότι δηλαδή πέρασαν (νικηφόρα) τους άρχοντες της αριστερής μερίδας, (τα εναέρια τελώνια), τότε πια θα μνημονεύονται κι αυτοί μαζί με τους κατοίκους του ουρανού.
όσο όμως γίνεται ακόμα πόλεμος, ο άνθρωπος νιώθει φόβο και τρόμο -θα νικήσει ή θα νικηθεί σήμερα; Θα κερδίσει ή θα χάσει αύριο; Γιατί ο αγώνας σφίγγει από παντού την καρδιά. Μόνο ή απάθεια δεν επηρεάζεται από τον πόλεμο, επειδή έχει πάρει το βραβείο (της νίκης) και έχει ησυχάσει, αφού ειρήνευσαν μεταξύ τους κι έγιναν ένα τα τρία χωρισμένα, δηλαδή ή ψυχή, το σώμα και το πνεύμα, σύμφωνα με τον απόστολο (Α' Θεσ. 5:23). και Όταν αυτά τα τρία γίνουν ένα με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν μπορούν πια να χωριστούν, αφού ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε και «ουκέτί αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6:9). Ό θάνατος Του μας εξασφάλισε τη σωτηρία, επειδή ή αμαρτία νεκρώθηκε με το θάνατο, και ή ανάσταση Του εξασφάλισε την αιώνια ζωή σε όλους, όσοι πιστεύουν σ' Αυτόν.
ΠΟΙΕΣ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥΣ.
Του αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου
Η ΚΑΤΑΝΥΞΗ εμφανίζεται με πολλές μορφές (πνευματικής) ωραιότητας. Γι' αυτό και ο "Ιερεμίας λέει: «Διαμερισμός υδάτων κατήγαγεν ο οφθαλμός μου» (πρβλ. Θρ. Ιερ. 3:47). Δύο πάντως είναι τα σπουδαιότερα είδη της κατανύξεως: "Όταν ή ψυχή διψάσει το Θεό, αισθάνεται κατάνυξη πρώτα από το φόβο κι έπειτα (κατάνυξη) από τον πόθο. Πρώτα δηλαδή λιώνει τον εαυτό της με τα δάκρυα, καθώς θυμάται τις αμαρτίες της, και νιώθει φόβο, μήπως εξαιτίας τους ριχθεί στην αιώνια κόλαση. και αφού ταλαιπωρηθεί πολύ από τη λύπη, τότε ή δειλία παύει, και μέσα στην ψυχή γεννιέται θάρρος και κάποια βεβαιότητα για τη συγχώρηση. Στο έξης ή ψυχή θερμαίνεται από τον πόθο της ουράνιας χαράς. και αυτή που πρώτα έκλαιγε από το φόβο της καταδίκης, αρχίζει υστέρα να κλαίει πάλι πικρά, επειδή βρίσκεται ακόμα μακριά από τη βασιλεία (των ουρανών). Γιατί, αφού καθαρθεί ο νους, βλέπει πια καθαρά ποιοι είναι οι χοροί των αγγέλων και ποια ή κοινωνία τους, ποια είναι ή λαμπρότητα και ή μεγαλοσύνη των μακαρίων πνευμάτων και ποια ή θεωρία αυτού του ίδιου του Θεού.
Του αγίου Έφραίμ
Αρχή του πένθους είναι ή αυτογνωσία. και το πένθος μας ας μην είναι ανθρώπινο, ούτε «προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ. 23:5), αλλά όπως το θέλει ο Θεός, πού γνωρίζει τα απόκρυφα της καρδιάς μας, για να μακαριστούμε άπ' Αυτόν. "Ας έχουμε λοιπόν χαρούμενο το πρόσωπο, όταν συναντάμε άλλους ανθρώπους, ως προς το φρόνημα όμως ας κλαίμε και ας πενθούμε. Γιατί το πένθος είναι προϋπόθεση, αλλά και εξασφάλιση της πνευμ¬τικής εργασίας• το πένθος ξεπλένει την ψυχή με τα δάκρυα και την αποκαθιστά καθαρή• το πένθος γεννάει τη σωφροσύνη, ξεριζώνει τις ηδονές, κατορθώνει τις αρετές. και τι περισσότερο να πω; Το πένθος από το Θεό μακαρίζεται (βλ. Ματθ. 5:4. Λουκ. 6:21) και από τους αγγέλους επαινείται.
Του αββα Ησαΐα
Τα έργα εκείνων πού αληθινά πενθούν είναι: το ν' απομακρύνουν το νου και τις αισθήσεις από τα γύρω φαινόμενα• το να μην κρίνουν τον πλησίον - γιατί εκείνος πού ασχολείται μόνο με τις δικές του αμαρτίες, αποφεύγει να κρίνει το πλάσμα του Θεού• το να μην εκδικούνται αυτόν πού τους κάνει κακό• το να μη λυπούνται για όσα έγιναν από το συγκάτοικο τους χωρίς τη δική τους γνώμη• το να μην κάνουν το θέλημα τους• το να μη λένε για οποιονδήποτε ότι είναι καλός ή κακός, γιατί το θεωρούν ντροπή τους να μάθουν πώς υπάρχει κάποιος αισχρότερος άπ' αυτούς• το να μη θέλουν να γνωρίζουν πράγματα, πού δεν τους ενδιαφέρουν το να μην αντιδρούν, όταν τους χλευάζουν το να μη λυπούνται, όταν τους παραβλέπουν στη γενική διανομή• το να μην ταράζονται, όταν συκοφαντούνται για πράγμα πού δεν γνωρίζουν, αλλά να λένε αμέσως το "συγχώρησαν"• το να μην αποδέχονται τους επαίνους, πού τυχόν τους λέει κανείς• το να μη συγχύζονται όταν βρίζονται• το να μην κυνηγούν τη φιλία των ισχυρών του κόσμου• το να μη θέλουν να επιβάλουν τη γνώμη τους, ακόμα κι όταν έχουν δίκιο, ούτε να φιλονικήσουν για οτιδήποτε. Αυτά και όσα σχετίζονται μ' αυτά, αν υπάρχουν σ' έναν άνθρωπο, φανερώνουν ότι έχει το αληθινό πένθος, ότι με τα νοερά του μάτια γνώρισε τον εαυτό του και την αδυναμία του, ότι κατάλαβε ποιο είναι το θέλημα του Θεού και ότι συνειδητοποίησε πώς δεν μπορεί ν' αρέσει στο Θεό όπως ο ίδιος νομίζει. Γι' αυτό και αρκείται στη δική του λύπη, κλαίει για τον εαυτό του και δεν ασχολείται με το πλάσμα του Θεού, πού μέλλει εκείνος να κρίνει. Έτσι διατηρεί ακέραιη την (πνευματική) οικοδομή, πού έχτισε μέσα του το πένθος. Γιατί ή κατά Θεό λύπη, πού του κατατρώει την καρδιά, μπορεί να εξουσιάσει τις αισθήσεις- και ακόμη, αν αντιστέκεται με νίψη, τότε διατηρεί σώα και τα αισθητήρια του νου. Δεν μπορεί λοιπόν ο άνθρωπος να είναι αμέριμνος ούτε να εμπιστευθεί τον εαυτό του, πριν βρεθεί μπροστά στο κριτήριο και ακούσει την απόφαση και μάθει που θα τοποθετηθεί (ή ψυχή του). και γι' αυτό, όσο βρίσκεται μέσα στο σώμα, οφείλει να κοπιάζει ακατάπαυστα.
Μακάριοι είναι εκείνοι πού δεν στήριξαν το θάρρος τους στα έργα τους, σαν ευάρεστα τάχα στον Κύριο, και γι' αυτό ντρέπονται να τον αντικρίσουν. Αυτοί πραγματικά θα δρουν ανέκφραστη παρηγοριά, επειδή πενθούν ακατάπαυστα για τους εαυτούς τους, πού δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν στην εντέλεια το θέλημα του Θεού, όπως ακριβώς Εκείνος θέλει. Όταν οι επουράνιες δυνάμεις θα δώσουν τη μαρτυρία τους γι' αυτούς, ότι δηλαδή πέρασαν (νικηφόρα) τους άρχοντες της αριστερής μερίδας, (τα εναέρια τελώνια), τότε πια θα μνημονεύονται κι αυτοί μαζί με τους κατοίκους του ουρανού.
όσο όμως γίνεται ακόμα πόλεμος, ο άνθρωπος νιώθει φόβο και τρόμο -θα νικήσει ή θα νικηθεί σήμερα; Θα κερδίσει ή θα χάσει αύριο; Γιατί ο αγώνας σφίγγει από παντού την καρδιά. Μόνο ή απάθεια δεν επηρεάζεται από τον πόλεμο, επειδή έχει πάρει το βραβείο (της νίκης) και έχει ησυχάσει, αφού ειρήνευσαν μεταξύ τους κι έγιναν ένα τα τρία χωρισμένα, δηλαδή ή ψυχή, το σώμα και το πνεύμα, σύμφωνα με τον απόστολο (Α' Θεσ. 5:23). και Όταν αυτά τα τρία γίνουν ένα με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν μπορούν πια να χωριστούν, αφού ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε και «ουκέτί αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6:9). Ό θάνατος Του μας εξασφάλισε τη σωτηρία, επειδή ή αμαρτία νεκρώθηκε με το θάνατο, και ή ανάσταση Του εξασφάλισε την αιώνια ζωή σε όλους, όσοι πιστεύουν σ' Αυτόν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Του αββα Ισαάκ
Υπάρχουν δάκρυα πού μαραίνουν και δάκρυα πού ζωογονούν και τα πρώτα έχουν αιτία το φόβο, ενώ τα δεύτερα την αγάπη. Τα πρώτα λοιπόν, αυτά δηλαδή πού τρέχουν για τις αμαρτίες, αναβλύζουν με πόνο και στεγνώνουν το σώμα και το μαραίνουν. Τα δεύτερα όμως στα όποια καταλήγει κανείς αφού πρώτα χύσει αρκετά από τα προηγούμενα και μέσω αυτών ξεπλύνει, με το έλεος του Θεού, τις αμαρτίες του αναβλύζουν αβίαστα και με (πνευματική) ηδονή, επειδή ή ψυχή έχει γευθεί τη θεία χάρη. Τότε ο άνθρωπος χύνει δάκρυα χωρίς να δοκιμάζει (ψυχικό) πόνο, με χαρά και δίψα (θείας) αγάπης. Αυτά και το σώμα ωφελούν και αναζωογονούν, και την όψη του άνθρωπου αλλοιώνουν, σύμφωνα με το γραμμένο: «Καρδίας ευφραινομένης πρόσωπον θάλλει, εν δε λύπαις ούσης σκνθρωπάζει» (Παροιμ. 15:13). "Αν λοιπόν ποθούμε να φτάσουμε στα δεύτερα (δάκρυα), ας επιδιώξουμε με ζήλο τα πρώτα, (τα δάκρυα δηλαδή της μετάνοιας), και τότε, με τη χάρη του Θεού, σύντομα θα τ' αποκτήσουμε κι εκείνα.
Από τον άγιο Βαρσανούφιο
Κάποιος αδελφός ρώτησε τον άββά Ιωάννη:
Πώς μπορώ να κόψω την παρρησία και να συγκρατώ τη γλώσσα μου;
Με το πένθος, αποκρίθηκε ο γέροντας.
και πώς μπορώ να διατηρήσω το πένθος, ξαναρώτησε ο αδελφός, όταν έχω δοσοληψίες με ανθρώπους και μεριμνώ για τις εργασίες των διακονητών; Έπειτα, υπάρχει καρδιακό πένθος χωρίς δάκρυα;
Δεν γεννιέται το πένθος από τα δάκρυα, απάντησε ο γέροντας, αλλά τα δάκρυα γεννιούνται από το πένθος. και εκείνος πού βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους αποκτά το πένθος, αν κόβει
το δικό του θέλημα και δεν κοιτάζει τα σφάλματα των άλλων. Γιατί
έτσι συμμαζεύονται οι λογισμοί του. Και όταν συμμαζευτούν, γεννούν στην καρδιά την κατά Θεό λύπη. Και ή λύπη φέρνει τα δάκρυα.
Υπάρχουν δάκρυα πού μαραίνουν και δάκρυα πού ζωογονούν και τα πρώτα έχουν αιτία το φόβο, ενώ τα δεύτερα την αγάπη. Τα πρώτα λοιπόν, αυτά δηλαδή πού τρέχουν για τις αμαρτίες, αναβλύζουν με πόνο και στεγνώνουν το σώμα και το μαραίνουν. Τα δεύτερα όμως στα όποια καταλήγει κανείς αφού πρώτα χύσει αρκετά από τα προηγούμενα και μέσω αυτών ξεπλύνει, με το έλεος του Θεού, τις αμαρτίες του αναβλύζουν αβίαστα και με (πνευματική) ηδονή, επειδή ή ψυχή έχει γευθεί τη θεία χάρη. Τότε ο άνθρωπος χύνει δάκρυα χωρίς να δοκιμάζει (ψυχικό) πόνο, με χαρά και δίψα (θείας) αγάπης. Αυτά και το σώμα ωφελούν και αναζωογονούν, και την όψη του άνθρωπου αλλοιώνουν, σύμφωνα με το γραμμένο: «Καρδίας ευφραινομένης πρόσωπον θάλλει, εν δε λύπαις ούσης σκνθρωπάζει» (Παροιμ. 15:13). "Αν λοιπόν ποθούμε να φτάσουμε στα δεύτερα (δάκρυα), ας επιδιώξουμε με ζήλο τα πρώτα, (τα δάκρυα δηλαδή της μετάνοιας), και τότε, με τη χάρη του Θεού, σύντομα θα τ' αποκτήσουμε κι εκείνα.
Από τον άγιο Βαρσανούφιο
Κάποιος αδελφός ρώτησε τον άββά Ιωάννη:
Πώς μπορώ να κόψω την παρρησία και να συγκρατώ τη γλώσσα μου;
Με το πένθος, αποκρίθηκε ο γέροντας.
και πώς μπορώ να διατηρήσω το πένθος, ξαναρώτησε ο αδελφός, όταν έχω δοσοληψίες με ανθρώπους και μεριμνώ για τις εργασίες των διακονητών; Έπειτα, υπάρχει καρδιακό πένθος χωρίς δάκρυα;
Δεν γεννιέται το πένθος από τα δάκρυα, απάντησε ο γέροντας, αλλά τα δάκρυα γεννιούνται από το πένθος. και εκείνος πού βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους αποκτά το πένθος, αν κόβει
το δικό του θέλημα και δεν κοιτάζει τα σφάλματα των άλλων. Γιατί
έτσι συμμαζεύονται οι λογισμοί του. Και όταν συμμαζευτούν, γεννούν στην καρδιά την κατά Θεό λύπη. Και ή λύπη φέρνει τα δάκρυα.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Από το Γεροντικό
Σ' όλη του τη ζωή, όποτε καθόταν στο εργόχειρο του, ο αββάς Αρσένιος είχε ένα πανί στον κόρφο του, για (να σκουπίζει) τα δάκρυα πού έτρεχαν συνεχώς από τα μάτια του. Βλέποντας αυτό το πράγμα ο ξακουστός ανάμεσα στους μοναχούς (αββάς) Ποιμήν, του έλεγε:
Είσαι μακάριος, Αρσένιε, γιατί δεν θα έχεις ανάγκη από δάκρυα στην άλλη ζωή, μια και πένθησες για τον εαυτό σου σ' αυτόν τον κόσμο.
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Άμμωνα:
Πες μου ένα λόγο, για το πώς (μπορώ) να σωθώ.
Πήγαινε, απάντησε ο γέροντας, και σκέψου όπως σκέφτονται οι κακοποιοί, πού βρίσκονται στη φυλακή. Εκείνοι δηλαδή ρωτάνε τους ανθρώπους πού τους πλησιάζουν: «που είναι ο δικαστής;» και «πότε έρχεται;» και με την αναμονή της δίκης και των τιμωριών, κλαίνε. Έτσι κι εσύ, οφείλεις να προσέχεις πάντα την ψυχή σου και να λες: Αλίμονο μου! Πώς θα παρουσιαστώ στο φοβερό βήμα του αδέκαστου Κριτή; Και τι θα Του απολογηθώ; Αν σκέφτεσαι έτσι ακατάπαυστα, μπορείς να σωθείς.
Ο αββάς Λογγίνος είπε:
Η νηστεία ταπεινώνει το σώμα. Η αγρυπνία καθαρίζει το νου. Η ησυχία φέρνει το πένθος και το πένθος βαπτίζει τον άνθρωπο (στα δάκρυα του) και τον κάνει αναμάρτητο.
Ο αββάς Μωυσής είπε:
Νικηθήκαμε σωματικά από κάποιο πάθος; Ας μην παραμελήσουμε τη μετάνοια και το πένθος για τον εαυτό μας, πριν μας προλάβει το πένθος της Κρίσεως.
Ο ίδιος (αββάς) είπε:
Οι αμαρτίες συγχωρούνται με τα δάκρυα. Όταν όμως κλαις, μη στενάξεις δυνατά• και «μη γνώτω ή αριστερά σον», δηλαδή η κενοδοξία, «τι ποιεί η δεξιά σου» (Ματθ. 6:3).
Σ' όλη του τη ζωή, όποτε καθόταν στο εργόχειρο του, ο αββάς Αρσένιος είχε ένα πανί στον κόρφο του, για (να σκουπίζει) τα δάκρυα πού έτρεχαν συνεχώς από τα μάτια του. Βλέποντας αυτό το πράγμα ο ξακουστός ανάμεσα στους μοναχούς (αββάς) Ποιμήν, του έλεγε:
Είσαι μακάριος, Αρσένιε, γιατί δεν θα έχεις ανάγκη από δάκρυα στην άλλη ζωή, μια και πένθησες για τον εαυτό σου σ' αυτόν τον κόσμο.
Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Άμμωνα:
Πες μου ένα λόγο, για το πώς (μπορώ) να σωθώ.
Πήγαινε, απάντησε ο γέροντας, και σκέψου όπως σκέφτονται οι κακοποιοί, πού βρίσκονται στη φυλακή. Εκείνοι δηλαδή ρωτάνε τους ανθρώπους πού τους πλησιάζουν: «που είναι ο δικαστής;» και «πότε έρχεται;» και με την αναμονή της δίκης και των τιμωριών, κλαίνε. Έτσι κι εσύ, οφείλεις να προσέχεις πάντα την ψυχή σου και να λες: Αλίμονο μου! Πώς θα παρουσιαστώ στο φοβερό βήμα του αδέκαστου Κριτή; Και τι θα Του απολογηθώ; Αν σκέφτεσαι έτσι ακατάπαυστα, μπορείς να σωθείς.
Ο αββάς Λογγίνος είπε:
Η νηστεία ταπεινώνει το σώμα. Η αγρυπνία καθαρίζει το νου. Η ησυχία φέρνει το πένθος και το πένθος βαπτίζει τον άνθρωπο (στα δάκρυα του) και τον κάνει αναμάρτητο.
Ο αββάς Μωυσής είπε:
Νικηθήκαμε σωματικά από κάποιο πάθος; Ας μην παραμελήσουμε τη μετάνοια και το πένθος για τον εαυτό μας, πριν μας προλάβει το πένθος της Κρίσεως.
Ο ίδιος (αββάς) είπε:
Οι αμαρτίες συγχωρούνται με τα δάκρυα. Όταν όμως κλαις, μη στενάξεις δυνατά• και «μη γνώτω ή αριστερά σον», δηλαδή η κενοδοξία, «τι ποιεί η δεξιά σου» (Ματθ. 6:3).
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Ένας αδελφός ρώτησε τον άββά Μωϋσή:
Τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος σε κάθε πειρασμό πού τον βρίσκει ή σε κάθε λογισμό πού του σπέρνει ο εχθρός; Και ο γέροντας αποκρίθηκε:
Πρέπει να κλαίει μπροστά στην αγαθοσύνη του Θεού για να τον βοηθήσει• και αν παρακαλεί με επίγνωση, σύντομα βρίσκει ανάπαυση. Γιατί είναι γραμμένο: «Εγγύς Κύριος πάσι τοις έπικαλουμένοις αυτόν» (Ψαλμ. 144:18) και τα υπόλοιπα.
Ό άββάς Ισαάκ διηγήθηκε:
Κάποτε, Όταν βρισκόμουνα κοντά στον άββά Ποιμένα, τον είδα να πέφτει σε έκσταση και κατάνυξη. Επειδή λοιπόν είχα θάρρος μαζί του, του έβαλα μετάνοια και τον παρακάλεσα: "Πες μου, που ήσουνα;". Κι εκείνος, κάτω από την πίεση μου, μου είπε: "Ό λογισμός μου ήταν εκεί, οπού ή αγία Θεοτόκος Μαρία στάθηκε και έκλαιγε δίπλα στο Σταυρό του Σωτήρος. Ήθελα κι εγώ πάντα έτσι να κλαίω".
Ό άββάς Θεόδωρος διηγήθηκε:
Στα Κελιά κατοικούσε κάποιος αδελφός, πού είχε αποκτή¬σει το χάρισμα της κατανύξεως. Τον ρωτήσαμε λοιπόν για τα δάκρυα γιατί άλλοτε έρχονται μόνα τους και άλλοτε δεν μπορεί κανείς να τα προκαλέσει ούτε με έμπονη προσπάθεια; και ο γέρο¬ντας απάντησε: "Τα δάκρυα είναι όπως ή βροχή, και ο άνθρωπος είναι σαν το γεωργό. "Όταν λοιπόν έρχονται (τα δάκρυα), αυτός πού καλλιεργεί την καρδιά του πρέπει ν' αγωνίζεται για να μη χαθεί τίποτε από τη βροχή, αλλά να μαζευτεί όλο το νερό στον κήπο του και να τον ποτίσει. Σας λέω, παιδιά μου, ότι πολλές φορές μια μέρα βροχής είναι αρκετή για όλο το χρόνο και σώζει όλους τους καρπούς. Γι' αυτό πρέπει να προσέχουμε• και όταν καταλάβουμε ότι έρχεται, ας αγωνιστούμε να φυλάξουμε τους εαυτούς μας κι ας αφοσιωθούμε σε επίμονη ικεσία του Θεού. Γιατί δεν ξέρουμε αν θα δρούμε και άλλη μέρα τη βροχή εκείνη".
Τότε τον ξαναρωτήσαμε: και πώς διατηρεί κανείς την κατάνυξη, όταν έρχεται; Και αποκρίθηκε ο γέροντας: Εκείνη την ημέρα ή για όσο διάστημα ενεργεί μέσα του το πένθος, πρέπει να προσέξει τα έξης: Να μην επισκεφθεί άνθρωπο• να φυλαχτεί ακόμη από τη γαστριμαργία και την υψηλοφροσύνη, ώστε να μη φανταστεί καθόλου ότι κλαίει και να μην κατακρίνει κανένα ν' αφοσιωθεί, τέλος, στην προσευχή και τη μελέτη. Πάντως, όταν έρθει το πένθος, αυτό θα μας διδάξει ποια είναι εκείνα πού το ωφελούν και το συντηρούν και ποια (είναι εκείνα πού) το αντικόβουν. Να, ξέρω λ.χ. έναν αδελφό, πού καθόταν στο κελί του και, καθώς έκανε το εργόχειρο του, του ερχόταν το πένθος. Μόλις λοιπόν άρχιζαν να τρέχουν τα δάκρυα, σηκωνόταν να προσευχηθεί• μα τότε αμέσως σταματούσαν. Έπιανε πάλι το εργόχειρο, συμμάζευε το νου του, και παρευθύς ξανάρχονταν τα δάκρυα. Το ίδιο (γινόταν) και στη μελέτη: Όταν διάβαζε, έπεφτε σε κατάνυξη• αλλά μόλις σηκωνόταν να προσευχηθεί, δεν είχε (δάκρυα). Μόνο όταν ξανάσκυβε πάνω από το βιβλίο, άρχιζε πάλι να δακρύζει. Τότε λοιπόν κατάλαβε ο αδελφός την αιτία αυτής της διαφοράς, και συλλογίστηκε, ότι καλά είπαν οι Πατέρες, πώς το ίδιο το πένθος είναι δάσκαλος• αυτό δηλαδή διδάσκει τον άνθρωπο όσα τον συμφέρουν. Έχω τη γνώμη, ότι για δύο αιτίες έχανε ο αδελφός το πένθος την ώρα της προσευχής. Ή πρώτη είναι, ότι δεν είχε αποκτήσει ακόμα προσευχή καθαρή, χωρίς περισπασμούς. Ρεμβάζοντας και τρέχοντας με το νου του εδώ κι εκεί, δεν διατηρούσε την αρχική κατάνυξη, αυτή πού γεννιόταν μέσα του στο εργόχειρο και στη μελέτη, επειδή, όταν έκανε τα τελευταία, είχε πιο συγκεντρωμένο το νου του. και ή δεύτερη αιτία είναι τούτη: Για να μη νομίσει, ότι από το δικό του αγώνα και τη δική του προσευχή κατόρθωσε ν' αποκτήσει το πένθος, αλλά να καταλάβει ότι του δόθηκε από το έλεος και τη χάρη του Θεού, έτσι ώστε και σε ευχαριστία του Ευεργέτη του να παρακινηθεί και ταπείνωση μεγαλύτερη ν' αποκτήσει, και να δυναμώσει μ' αυτά περισσότερο το πένθος μέσα του. και σε μας λοιπόν, αν κάποτε συμβεί κάτι τέτοιο, αν μας γεννηθούν δηλαδή κατάνυξη καρδιάς και θερμά δάκρυα, ας τα παραβλέψουμε όλα, ας τρέξουμε στην προσευχή και ας επιμείνουμε καρτερικά σ' αυτήν, ώσπου να νιώσουμε την καρδιακή φωτιά ν' ανάβει μέσα μας. Γιατί ίσως να μην ξαναβρούμε τέτοια ευκαιρία".
Τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος σε κάθε πειρασμό πού τον βρίσκει ή σε κάθε λογισμό πού του σπέρνει ο εχθρός; Και ο γέροντας αποκρίθηκε:
Πρέπει να κλαίει μπροστά στην αγαθοσύνη του Θεού για να τον βοηθήσει• και αν παρακαλεί με επίγνωση, σύντομα βρίσκει ανάπαυση. Γιατί είναι γραμμένο: «Εγγύς Κύριος πάσι τοις έπικαλουμένοις αυτόν» (Ψαλμ. 144:18) και τα υπόλοιπα.
Ό άββάς Ισαάκ διηγήθηκε:
Κάποτε, Όταν βρισκόμουνα κοντά στον άββά Ποιμένα, τον είδα να πέφτει σε έκσταση και κατάνυξη. Επειδή λοιπόν είχα θάρρος μαζί του, του έβαλα μετάνοια και τον παρακάλεσα: "Πες μου, που ήσουνα;". Κι εκείνος, κάτω από την πίεση μου, μου είπε: "Ό λογισμός μου ήταν εκεί, οπού ή αγία Θεοτόκος Μαρία στάθηκε και έκλαιγε δίπλα στο Σταυρό του Σωτήρος. Ήθελα κι εγώ πάντα έτσι να κλαίω".
Ό άββάς Θεόδωρος διηγήθηκε:
Στα Κελιά κατοικούσε κάποιος αδελφός, πού είχε αποκτή¬σει το χάρισμα της κατανύξεως. Τον ρωτήσαμε λοιπόν για τα δάκρυα γιατί άλλοτε έρχονται μόνα τους και άλλοτε δεν μπορεί κανείς να τα προκαλέσει ούτε με έμπονη προσπάθεια; και ο γέρο¬ντας απάντησε: "Τα δάκρυα είναι όπως ή βροχή, και ο άνθρωπος είναι σαν το γεωργό. "Όταν λοιπόν έρχονται (τα δάκρυα), αυτός πού καλλιεργεί την καρδιά του πρέπει ν' αγωνίζεται για να μη χαθεί τίποτε από τη βροχή, αλλά να μαζευτεί όλο το νερό στον κήπο του και να τον ποτίσει. Σας λέω, παιδιά μου, ότι πολλές φορές μια μέρα βροχής είναι αρκετή για όλο το χρόνο και σώζει όλους τους καρπούς. Γι' αυτό πρέπει να προσέχουμε• και όταν καταλάβουμε ότι έρχεται, ας αγωνιστούμε να φυλάξουμε τους εαυτούς μας κι ας αφοσιωθούμε σε επίμονη ικεσία του Θεού. Γιατί δεν ξέρουμε αν θα δρούμε και άλλη μέρα τη βροχή εκείνη".
Τότε τον ξαναρωτήσαμε: και πώς διατηρεί κανείς την κατάνυξη, όταν έρχεται; Και αποκρίθηκε ο γέροντας: Εκείνη την ημέρα ή για όσο διάστημα ενεργεί μέσα του το πένθος, πρέπει να προσέξει τα έξης: Να μην επισκεφθεί άνθρωπο• να φυλαχτεί ακόμη από τη γαστριμαργία και την υψηλοφροσύνη, ώστε να μη φανταστεί καθόλου ότι κλαίει και να μην κατακρίνει κανένα ν' αφοσιωθεί, τέλος, στην προσευχή και τη μελέτη. Πάντως, όταν έρθει το πένθος, αυτό θα μας διδάξει ποια είναι εκείνα πού το ωφελούν και το συντηρούν και ποια (είναι εκείνα πού) το αντικόβουν. Να, ξέρω λ.χ. έναν αδελφό, πού καθόταν στο κελί του και, καθώς έκανε το εργόχειρο του, του ερχόταν το πένθος. Μόλις λοιπόν άρχιζαν να τρέχουν τα δάκρυα, σηκωνόταν να προσευχηθεί• μα τότε αμέσως σταματούσαν. Έπιανε πάλι το εργόχειρο, συμμάζευε το νου του, και παρευθύς ξανάρχονταν τα δάκρυα. Το ίδιο (γινόταν) και στη μελέτη: Όταν διάβαζε, έπεφτε σε κατάνυξη• αλλά μόλις σηκωνόταν να προσευχηθεί, δεν είχε (δάκρυα). Μόνο όταν ξανάσκυβε πάνω από το βιβλίο, άρχιζε πάλι να δακρύζει. Τότε λοιπόν κατάλαβε ο αδελφός την αιτία αυτής της διαφοράς, και συλλογίστηκε, ότι καλά είπαν οι Πατέρες, πώς το ίδιο το πένθος είναι δάσκαλος• αυτό δηλαδή διδάσκει τον άνθρωπο όσα τον συμφέρουν. Έχω τη γνώμη, ότι για δύο αιτίες έχανε ο αδελφός το πένθος την ώρα της προσευχής. Ή πρώτη είναι, ότι δεν είχε αποκτήσει ακόμα προσευχή καθαρή, χωρίς περισπασμούς. Ρεμβάζοντας και τρέχοντας με το νου του εδώ κι εκεί, δεν διατηρούσε την αρχική κατάνυξη, αυτή πού γεννιόταν μέσα του στο εργόχειρο και στη μελέτη, επειδή, όταν έκανε τα τελευταία, είχε πιο συγκεντρωμένο το νου του. και ή δεύτερη αιτία είναι τούτη: Για να μη νομίσει, ότι από το δικό του αγώνα και τη δική του προσευχή κατόρθωσε ν' αποκτήσει το πένθος, αλλά να καταλάβει ότι του δόθηκε από το έλεος και τη χάρη του Θεού, έτσι ώστε και σε ευχαριστία του Ευεργέτη του να παρακινηθεί και ταπείνωση μεγαλύτερη ν' αποκτήσει, και να δυναμώσει μ' αυτά περισσότερο το πένθος μέσα του. και σε μας λοιπόν, αν κάποτε συμβεί κάτι τέτοιο, αν μας γεννηθούν δηλαδή κατάνυξη καρδιάς και θερμά δάκρυα, ας τα παραβλέψουμε όλα, ας τρέξουμε στην προσευχή και ας επιμείνουμε καρτερικά σ' αυτήν, ώσπου να νιώσουμε την καρδιακή φωτιά ν' ανάβει μέσα μας. Γιατί ίσως να μην ξαναβρούμε τέτοια ευκαιρία".
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Ένας γέροντας είπε:
Όπως κουβαλάμε μαζί μας παντού την κακία μας, δηλαδή τα πάθη και τις αμαρτίες μας, έτσι πρέπει να έχουμε συνεχώς μαζί μας, όπου κι αν βρισκόμαστε, το πένθος και την κατάνυξη.
Άλλος γέροντας είπε:
Όπως κάθε αμαρτία πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του, ενώ αυτός πού πορνεύει, αμαρτάνει στο ίδιο του το σώμα (Α' Κορ. 6:18), γιατί απ' αυτό βγαίνει ή ακαθαρσία, έτσι και κάθε έργο (αρετής) πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του• εκείνος όμως πού χύνει δάκρυα, καθαρίζει (μ'
αυτά) την ίδια του την ψυχή και (το ίδιο του) το σώμα• γιατί τα δάκρυα, καθώς κυλούν από πάνω (προς τα κάτω), πλένουν και αγιάζουν ολόκληρο το σώμα.
Είπε ένας άλλος γέροντας:
Αν δεν έχεις κατάνυξη, μάθε ότι πάσχεις είτε από κενοδοξία είτε από φιληδονία• γιατί αυτές είναι πού δεν αφήνουν την ψυχή να νιώσει κατάνυξη.
Είπε πάλι (ο ίδιος γέροντας):
Αν υπάρχουν μνήματα στον τόπο πού κατοικείς, πήγαινε εκεί συχνά και φέρνε στο νου σου όσους είναι θαμμένοι σ' αυτά, προπαντός όταν έχεις σαρκικό πόλεμο. και όταν μάθεις ότι κάποιος αδελφός βρίσκεται στα τελευταία του, πήγαινε και μείνε κοντά του, για να δεις πώς χωρίζεται ή ψυχή από το σώμα• γιατί κι άπ' αυτό αποκτάς κατάνυξη.
Είπε πάλι (ο ίδιος):
Απ' όλα (τα πάθη) περισσότερο ο θυμός εξαφανίζει την κατάνυξη και την ταπείνωση της ψυχής.
Όπως κουβαλάμε μαζί μας παντού την κακία μας, δηλαδή τα πάθη και τις αμαρτίες μας, έτσι πρέπει να έχουμε συνεχώς μαζί μας, όπου κι αν βρισκόμαστε, το πένθος και την κατάνυξη.
Άλλος γέροντας είπε:
Όπως κάθε αμαρτία πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του, ενώ αυτός πού πορνεύει, αμαρτάνει στο ίδιο του το σώμα (Α' Κορ. 6:18), γιατί απ' αυτό βγαίνει ή ακαθαρσία, έτσι και κάθε έργο (αρετής) πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του• εκείνος όμως πού χύνει δάκρυα, καθαρίζει (μ'
αυτά) την ίδια του την ψυχή και (το ίδιο του) το σώμα• γιατί τα δάκρυα, καθώς κυλούν από πάνω (προς τα κάτω), πλένουν και αγιάζουν ολόκληρο το σώμα.
Είπε ένας άλλος γέροντας:
Αν δεν έχεις κατάνυξη, μάθε ότι πάσχεις είτε από κενοδοξία είτε από φιληδονία• γιατί αυτές είναι πού δεν αφήνουν την ψυχή να νιώσει κατάνυξη.
Είπε πάλι (ο ίδιος γέροντας):
Αν υπάρχουν μνήματα στον τόπο πού κατοικείς, πήγαινε εκεί συχνά και φέρνε στο νου σου όσους είναι θαμμένοι σ' αυτά, προπαντός όταν έχεις σαρκικό πόλεμο. και όταν μάθεις ότι κάποιος αδελφός βρίσκεται στα τελευταία του, πήγαινε και μείνε κοντά του, για να δεις πώς χωρίζεται ή ψυχή από το σώμα• γιατί κι άπ' αυτό αποκτάς κατάνυξη.
Είπε πάλι (ο ίδιος):
Απ' όλα (τα πάθη) περισσότερο ο θυμός εξαφανίζει την κατάνυξη και την ταπείνωση της ψυχής.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
ΛΒ. ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΘΥΜΩΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ Η ΝΑ ΦΩΝΑΖΕΙ.
ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ Ο ΘΥΜΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ.
ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
Ο ΑΒΒΑΣ Αγάθων είπε, ότι ο οργίλος, και νεκρό αν αναστήσει, δεν εΙναι δεκτός από το Θεό.
Ο μακάριος Ζωσιμάς έλεγε, ότι ή αρχή της συγκρατήσεως του. θυμού είναι το νά ταράζεται κανείς και νά μη μιλάει. απ' αυτό φτάνει με τη χάρη τού Θεού, στο νά μην ταράζεται διόλου. :
Ο ίδιος έλεγε, ότι μας χρειάζεται πολλή νίψη και σύνεση για ν' αντιμετωπίσουμε τα διάφορα τεχνάσματα τού διαβόλου. Γιατί καμιά φορά μπορεί από το τίποτα νά δημιουργήσει σε κάποιον ταραχή. " Άλλοτε πάλι φέρνει μια εύλογη πρόφαση, για νά νομίσει κανείς ότι δίκαια τάχα θύμωσε. Είναι και τούτο μία υποβολή, πού προέρχεται από το μίσος του εναντίον τού ανθρώπου. Σ' εκείνον όμως πού ποθεί πραγματικά νά βαδίσει το δρόμο των άγίων, είναι εντελώς ανάρμοστο το νά θυμώνει μ' οποιονδήποτε άνθρωπο, καθώς λέει και ο μέγας Μακάριος: "'Ανάρμοστο είναι στους αδελφούς νά οργίζονται ή νά εξοργίζουν άλλον".
Ό αββάς Ισίδωρος είπε:
- Κάποτε πήγα στην αγορά για να πουλήσω κάτι μικρά σκεύη• και βλέποντας την οργή να με πλησιάζει, άφησα εκεί τα σκεύη κι έφυγα.
Ό αββάς Άμμωνάς είπε:
Δεκατέσσερα χρόνια πέρασα στη Σκήτη, παρακαλώντας νύχτα-μέρα το Θεό να μου
χαρίσει τη νίκη εναντίον της οργής.
Ό αββάς Υπερέχιος είπε:
Όποιος δεν κυριαρχεί στη γλώσσα του την ώρα της οργής, δεν θα (μπορέσει να) κυριαρχήσει σε κανένα πάθος του.
ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ Ο ΘΥΜΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ.
ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
Ο ΑΒΒΑΣ Αγάθων είπε, ότι ο οργίλος, και νεκρό αν αναστήσει, δεν εΙναι δεκτός από το Θεό.
Ο μακάριος Ζωσιμάς έλεγε, ότι ή αρχή της συγκρατήσεως του. θυμού είναι το νά ταράζεται κανείς και νά μη μιλάει. απ' αυτό φτάνει με τη χάρη τού Θεού, στο νά μην ταράζεται διόλου. :
Ο ίδιος έλεγε, ότι μας χρειάζεται πολλή νίψη και σύνεση για ν' αντιμετωπίσουμε τα διάφορα τεχνάσματα τού διαβόλου. Γιατί καμιά φορά μπορεί από το τίποτα νά δημιουργήσει σε κάποιον ταραχή. " Άλλοτε πάλι φέρνει μια εύλογη πρόφαση, για νά νομίσει κανείς ότι δίκαια τάχα θύμωσε. Είναι και τούτο μία υποβολή, πού προέρχεται από το μίσος του εναντίον τού ανθρώπου. Σ' εκείνον όμως πού ποθεί πραγματικά νά βαδίσει το δρόμο των άγίων, είναι εντελώς ανάρμοστο το νά θυμώνει μ' οποιονδήποτε άνθρωπο, καθώς λέει και ο μέγας Μακάριος: "'Ανάρμοστο είναι στους αδελφούς νά οργίζονται ή νά εξοργίζουν άλλον".
Ό αββάς Ισίδωρος είπε:
- Κάποτε πήγα στην αγορά για να πουλήσω κάτι μικρά σκεύη• και βλέποντας την οργή να με πλησιάζει, άφησα εκεί τα σκεύη κι έφυγα.
Ό αββάς Άμμωνάς είπε:
Δεκατέσσερα χρόνια πέρασα στη Σκήτη, παρακαλώντας νύχτα-μέρα το Θεό να μου
χαρίσει τη νίκη εναντίον της οργής.
Ό αββάς Υπερέχιος είπε:
Όποιος δεν κυριαρχεί στη γλώσσα του την ώρα της οργής, δεν θα (μπορέσει να) κυριαρχήσει σε κανένα πάθος του.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
Τι είναι οργή; Κι εκείνος απάντησε:Φιλονικία και ψέμα και αγνωσία.
Κάποιος αναχωρητής χειροτονήθηκε επίσκοπος. Αυτός, από ευλάβεια και πραότητα, δεν επιτιμούσε κανέναν, άλλ' ανεχόταν μακρόθυμα όλων τα σφάλματα.
Ό οικονόμος του λοιπόν δεν διοικούσε καλά τα πράγματα της Εκκλησίας. Γι' αυτό είπαν κάποιοι στον επίσκοπο:
Γιατί δεν τιμωρείς τον οικονόμο σου, πού τόσο σε εκθέτει; Εκείνος όμως ανέβαλε την τιμωρία για την άλλη μέρα.
Οι κατήγοροι του οικονόμου επισκέφθηκαν τον επίσκοπο και την επομένη. Μόλις λοιπόν το έμαθε αυτός, κρύφτηκε κάπου, και δεν μπορούσαν να τον δρουν.
Όταν τελικά, μετά από πολλές αναζητήσεις, τον βρήκαν, του λένε:Γιατί μας κρύφτηκες; Κι εκείνος αποκρίθηκε:
Γιατί όσα κατόρθωσα σ' εξήντα χρόνια με προσευχή στο Θεό, αυτά εσείς θέλετε να μου τα καταστρέψετε μέσα σε δυο μέρες.
Καθώς φαίνεται, ο γέροντας θα είχε γίνει επίσκοπος χωρίς τη θέληση του, γι' αυτό και φρόντιζε περισσότερο για το νόμο των αναχωρητών παρά για το καθήκον του επισκόπου.
Του αββα Ησαΐα
Αδελφέ, αν, σε οποιαδήποτε περίπτωση, σε στενοχωρήσει κάποιος, και σου παρουσιαστεί ή ανάγκη να ζητήσεις εξηγήσεις από τον αδελφό, βλέπεις όμως ότι είσαι θυμωμένος και αναστατωμένος, μην του πεις το παραμικρό, για να μην ταραχθείς περισσότερο. Μόνο όταν δεις ότι κι εσύ κι εκείνος έχετε καταλαγιάσει και ηρεμήσει, τότε μίλησε του• (και πάλι) με όλη σου την ταπεινοφροσύνη, όχι σαν να τον ελέγχεις, αλλά σαν να του θυμίζεις (απλά το σφάλμα του).
Τι είναι οργή; Κι εκείνος απάντησε:Φιλονικία και ψέμα και αγνωσία.
Κάποιος αναχωρητής χειροτονήθηκε επίσκοπος. Αυτός, από ευλάβεια και πραότητα, δεν επιτιμούσε κανέναν, άλλ' ανεχόταν μακρόθυμα όλων τα σφάλματα.
Ό οικονόμος του λοιπόν δεν διοικούσε καλά τα πράγματα της Εκκλησίας. Γι' αυτό είπαν κάποιοι στον επίσκοπο:
Γιατί δεν τιμωρείς τον οικονόμο σου, πού τόσο σε εκθέτει; Εκείνος όμως ανέβαλε την τιμωρία για την άλλη μέρα.
Οι κατήγοροι του οικονόμου επισκέφθηκαν τον επίσκοπο και την επομένη. Μόλις λοιπόν το έμαθε αυτός, κρύφτηκε κάπου, και δεν μπορούσαν να τον δρουν.
Όταν τελικά, μετά από πολλές αναζητήσεις, τον βρήκαν, του λένε:Γιατί μας κρύφτηκες; Κι εκείνος αποκρίθηκε:
Γιατί όσα κατόρθωσα σ' εξήντα χρόνια με προσευχή στο Θεό, αυτά εσείς θέλετε να μου τα καταστρέψετε μέσα σε δυο μέρες.
Καθώς φαίνεται, ο γέροντας θα είχε γίνει επίσκοπος χωρίς τη θέληση του, γι' αυτό και φρόντιζε περισσότερο για το νόμο των αναχωρητών παρά για το καθήκον του επισκόπου.
Του αββα Ησαΐα
Αδελφέ, αν, σε οποιαδήποτε περίπτωση, σε στενοχωρήσει κάποιος, και σου παρουσιαστεί ή ανάγκη να ζητήσεις εξηγήσεις από τον αδελφό, βλέπεις όμως ότι είσαι θυμωμένος και αναστατωμένος, μην του πεις το παραμικρό, για να μην ταραχθείς περισσότερο. Μόνο όταν δεις ότι κι εσύ κι εκείνος έχετε καταλαγιάσει και ηρεμήσει, τότε μίλησε του• (και πάλι) με όλη σου την ταπεινοφροσύνη, όχι σαν να τον ελέγχεις, αλλά σαν να του θυμίζεις (απλά το σφάλμα του).
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Του αββά Μάρκου
Το πάθος του θύμου στηρίζεται ιδιαίτερα και δυναμώνει και γίνεται ακατάλυτο από την υπερηφάνεια. Αν λοιπόν θέλει κανείς να γκρεμίσει και να ξεθεμελιώσει αυτό το σπίτι της ανομίας - πού χτίζει κάθε τόσο ο πονηρός μέσα στην ψυχή, συγκεντρώνοντας (και χρησιμοποιώντας) σαν πέτρες διάφορες εύλογες ή παράλογες προφάσεις, (πού δημιουργούνται) στους λογισμούς από διάφορα περιστατικά ή λόγια, και κατασκευάζοντας μ' αυτές οικοδομή κακίας μέσα στην ψυχή ας έχει την ταπείνωση του Κυρίου αλησμόνητη μέσα στην καρδιά του. Ας αναλογίζεται τι είναι ο Κύριος και τι έγινε για μας και από ποια φωτεινά ύψη θεότητας, πού είναι αποκαλυμμένη ανάλογα με τη δύναμη των επουράνιων ουσιών και πού τη δοξάζει στον ουρανό κάθε νοερή φύση, σε ποιο βάθος ανθρώπινης ταπεινώσεως κατέβηκε από άφατη αγαθότητα.
Και δεν ντράπηκε ο Κύριος όλης της κτίσεως, ορατής και αόρατης, να αναλάβει τον άνθρωπο, πού είχε καταδικαστεί με τη δεσποτική απόφαση κάτω από τα πάθη της ατιμίας. Άλλα ταπείνωσε τον εαυτό Του Και έγινε σε όλα όμοιος με μας, χωρίς όμως αμαρτία (Έ6ρ. 4:15), δηλαδή χωρίς τα πάθη της ατιμίας. Γιατί τις τιμωρίες, πού επιβλήθηκαν από τη δεσποτική απόφαση για την αμαρτία της παραβάσεως στον άνθρωπο - το θάνατο, τον κόπο, την πείνα, τη δίψα Και τα παρόμοια - όλα τα πήρε πάνω Του Και έγινε ότι είμαστε εμείς, για να γίνουμε ότι είναι Αυτός. «Ό Λόγος σαρξ έγένετο» (Ίω. 1:14), για να γίνει ή σάρκα Λόγος• Και έγινε όμοιος με μας σε όλα, για να γίνουμε εμείς όμοιοι μ' Αυτόν μέσω κάθε αρετής. Και για ν' αφήσω τα πολλά, για χάρη μας ατιμάστηκε, βρίστηκε, μαστιγώθηκε, φτύστηκε, περιγελάστηκε, χλευάστηκε, Και τελικά σταυρώθηκε, λογχίσθηκε στο πλευρό, πέθανε, κατέβηκε στον Άδη.
Λοιπόν, όποιος με πόθο Και (καλή) προαίρεση διατηρεί αυτές τις σκέψεις στην καρδιά του Και δεν τις λησμονεί, δεν θα κυριευθεί από το πάθος της έχθρας Και του θύμου. Γιατί με την ταπείνωση του Χρίστου, πού θα συλλογίζεται, θα διαβρωθούν τα θεμέλια του πάθους της υπερηφάνειας, οπότε ολόκληρο το οικοδόμημα της ανομίας του θύμου εύκολα Και από μόνο του γκρεμίζεται. Αλήθεια, ποια σκληρή Και πέτρινη καρδιά, αν έχει συνεχώς στο νου της το πόσο ταπεινώθηκε για μας ο Μονογενής (Υιός) του Θεού Και το πώς υπέμεινε τόσα παθήματα, πού απαρίθμησα, δεν συντρίβεται, δεν ταπεινώνεται, δεν έρχεται σε κατάνυξη, δεν γίνεται «γη και σποδός» (Γεν. 18:27. Ιώβ 42:6. Σοφ. Σειρ. 17:32), για να την πατούν όλοι οι άνθρωποι; Και όταν έτσι συντρίβεται ή ψυχή, ποιος θυμός ή έχθρα θα μπορέσει να τη νικήσει;
Νομίζω λοιπόν, πώς, αν ή λήθη, ή μητέρα των κακών, δεν διώξει από την καρδιά αυτούς τους σωτήριους Και ζωοποιούς λογισμούς, ο άνθρωπος δεν θα νικηθεί ποτέ από το θυμό.
Του αγίου Διαδόχου
Οι αγωνιζόμενοι πρέπει να διατηρούν πάντοτε ατάραχη τη διάνοια τους, για να μπορεί ο νους να διακρίνει τους λογισμούς πού περνούν άπ' αυτόν και τους μεν καλούς, πού τους στέλνει ο Θεός, να τους αποθηκεύει στα ταμεία της μνήμης, ενώ τους κακούς και δαιμονικούς να τους πετάει έξω από τις φυσικές αποθήκες του. Γιατί και στη θάλασσα, όταν έχει γαλήνη, οι ψαράδες βλέπουν κάθε κίνηση ως το βυθό, έτσι πού δεν τους ξεφεύγει σχεδόν τίποτε από τις μετακινήσεις των περαστικών ψαριών. Όταν όμως (ή θάλασσα) ταράζεται από τους άνεμους, κρύβει με τη σκυθρωπότητα της ταραχής όσα αφήνει να φαίνονται στην ιλαρότητα της γαλήνης• και βλέπουμε τότε ανίσχυρη την τέχνη των ψαράδων. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το νου πού εντρυφά στις θείες θεωρίες, και μάλιστα όταν ταράζεται ο βυθός της ψυχής από άδικη οργή.
Το πάθος του θύμου στηρίζεται ιδιαίτερα και δυναμώνει και γίνεται ακατάλυτο από την υπερηφάνεια. Αν λοιπόν θέλει κανείς να γκρεμίσει και να ξεθεμελιώσει αυτό το σπίτι της ανομίας - πού χτίζει κάθε τόσο ο πονηρός μέσα στην ψυχή, συγκεντρώνοντας (και χρησιμοποιώντας) σαν πέτρες διάφορες εύλογες ή παράλογες προφάσεις, (πού δημιουργούνται) στους λογισμούς από διάφορα περιστατικά ή λόγια, και κατασκευάζοντας μ' αυτές οικοδομή κακίας μέσα στην ψυχή ας έχει την ταπείνωση του Κυρίου αλησμόνητη μέσα στην καρδιά του. Ας αναλογίζεται τι είναι ο Κύριος και τι έγινε για μας και από ποια φωτεινά ύψη θεότητας, πού είναι αποκαλυμμένη ανάλογα με τη δύναμη των επουράνιων ουσιών και πού τη δοξάζει στον ουρανό κάθε νοερή φύση, σε ποιο βάθος ανθρώπινης ταπεινώσεως κατέβηκε από άφατη αγαθότητα.
Και δεν ντράπηκε ο Κύριος όλης της κτίσεως, ορατής και αόρατης, να αναλάβει τον άνθρωπο, πού είχε καταδικαστεί με τη δεσποτική απόφαση κάτω από τα πάθη της ατιμίας. Άλλα ταπείνωσε τον εαυτό Του Και έγινε σε όλα όμοιος με μας, χωρίς όμως αμαρτία (Έ6ρ. 4:15), δηλαδή χωρίς τα πάθη της ατιμίας. Γιατί τις τιμωρίες, πού επιβλήθηκαν από τη δεσποτική απόφαση για την αμαρτία της παραβάσεως στον άνθρωπο - το θάνατο, τον κόπο, την πείνα, τη δίψα Και τα παρόμοια - όλα τα πήρε πάνω Του Και έγινε ότι είμαστε εμείς, για να γίνουμε ότι είναι Αυτός. «Ό Λόγος σαρξ έγένετο» (Ίω. 1:14), για να γίνει ή σάρκα Λόγος• Και έγινε όμοιος με μας σε όλα, για να γίνουμε εμείς όμοιοι μ' Αυτόν μέσω κάθε αρετής. Και για ν' αφήσω τα πολλά, για χάρη μας ατιμάστηκε, βρίστηκε, μαστιγώθηκε, φτύστηκε, περιγελάστηκε, χλευάστηκε, Και τελικά σταυρώθηκε, λογχίσθηκε στο πλευρό, πέθανε, κατέβηκε στον Άδη.
Λοιπόν, όποιος με πόθο Και (καλή) προαίρεση διατηρεί αυτές τις σκέψεις στην καρδιά του Και δεν τις λησμονεί, δεν θα κυριευθεί από το πάθος της έχθρας Και του θύμου. Γιατί με την ταπείνωση του Χρίστου, πού θα συλλογίζεται, θα διαβρωθούν τα θεμέλια του πάθους της υπερηφάνειας, οπότε ολόκληρο το οικοδόμημα της ανομίας του θύμου εύκολα Και από μόνο του γκρεμίζεται. Αλήθεια, ποια σκληρή Και πέτρινη καρδιά, αν έχει συνεχώς στο νου της το πόσο ταπεινώθηκε για μας ο Μονογενής (Υιός) του Θεού Και το πώς υπέμεινε τόσα παθήματα, πού απαρίθμησα, δεν συντρίβεται, δεν ταπεινώνεται, δεν έρχεται σε κατάνυξη, δεν γίνεται «γη και σποδός» (Γεν. 18:27. Ιώβ 42:6. Σοφ. Σειρ. 17:32), για να την πατούν όλοι οι άνθρωποι; Και όταν έτσι συντρίβεται ή ψυχή, ποιος θυμός ή έχθρα θα μπορέσει να τη νικήσει;
Νομίζω λοιπόν, πώς, αν ή λήθη, ή μητέρα των κακών, δεν διώξει από την καρδιά αυτούς τους σωτήριους Και ζωοποιούς λογισμούς, ο άνθρωπος δεν θα νικηθεί ποτέ από το θυμό.
Του αγίου Διαδόχου
Οι αγωνιζόμενοι πρέπει να διατηρούν πάντοτε ατάραχη τη διάνοια τους, για να μπορεί ο νους να διακρίνει τους λογισμούς πού περνούν άπ' αυτόν και τους μεν καλούς, πού τους στέλνει ο Θεός, να τους αποθηκεύει στα ταμεία της μνήμης, ενώ τους κακούς και δαιμονικούς να τους πετάει έξω από τις φυσικές αποθήκες του. Γιατί και στη θάλασσα, όταν έχει γαλήνη, οι ψαράδες βλέπουν κάθε κίνηση ως το βυθό, έτσι πού δεν τους ξεφεύγει σχεδόν τίποτε από τις μετακινήσεις των περαστικών ψαριών. Όταν όμως (ή θάλασσα) ταράζεται από τους άνεμους, κρύβει με τη σκυθρωπότητα της ταραχής όσα αφήνει να φαίνονται στην ιλαρότητα της γαλήνης• και βλέπουμε τότε ανίσχυρη την τέχνη των ψαράδων. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το νου πού εντρυφά στις θείες θεωρίες, και μάλιστα όταν ταράζεται ο βυθός της ψυχής από άδικη οργή.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.