Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
ΛΖ.
ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΝΑ ΜΗ ΒΡΙΖΟΥΜΕ ΚΑΝΕΝΑ, ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΛΟ ΜΑΣ ΛΟΓΟ ΝΑ
ΚΑΤΑΠΡΑΫΝΟΥΜΕ ΤΟ ΘΥΜΟ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΜΑΣ ΒΡΙΖΟΥΝ.
Από το Γεροντικό
ΕΛΕΓΑΝ για τον άββά Μακάριο τον Αιγύπτιο ότι ανέβαινε κάποτε από τη Σκήτη προς το ορός της Νιτρίας, και όταν πλησίασε στον τόπο είπε στο μαθητή του: Προχώρα εσύ λίγο.
Καθώς προχωρούσε λοιπόν ο μαθητής, συναντάει κάποιον ειδωλολάτρη ιερέα να τρέχει, και του φωνάζει δυνατά:
Ε, ε, δαίμονα! Που τρέχεις;
Οργίστηκε τότε εκείνος και με το ραβδί του τον χτύπησε δυνατά, τον καταπλήγωσε και, αφήνοντας τον μισοπεθαμένο, συνέχισε το δρόμο του. Αφού προχώρησε λίγο, τον συναντάει ο άββάς Μακάριος να τρέχει και του λέει:
Ό Θεός μαζί σου, κουρασμένε άνθρωπε, ο Θεός μαζί σου! Εκείνος, ευχαριστημένος μ' αυτόν το λόγο, τον πλησίασε. Τι καλό είδες σ' εμένα και με χαιρέτησες; του είπε.
Σε είδα να κουράζεσαι, αποκρίθηκε ο γέροντας, χωρίς να ξέρεις ότι άδικα κουράζεσαι.
Εγώ, του είπε εκείνος, συγκινήθηκα από το χαιρετισμό σου και κατάλαβα ότι είσαι άνθρωπος του Θεού. Κάποιος άλλος όμως άθλιος μοναχός, όταν με συνάντησε, μ' έβρισε κι εγώ τον χτύπησα θανάσιμα. Κατάλαβε ο γέροντας τι αυτός ήταν ο μαθητής του. Ό ειδωλολάτρης ιερέας έπεσε στο μεταξύ στα πόδια του γέροντα και του έλεγε:
Δεν θα σ' αφήσω, αν δεν με κάνεις μοναχό.
Ήρθαν λοιπόν στον τόπο πού βρισκόταν ο μισοπεθαμένος από τα χτυπήματα μοναχός, τον σήκωσαν και τον έφεραν στην εκκλησία του ορούς. Σαν είδαν οι μοναχοί τον ειδωλολάτρη ιερέα μαζί με τον
αββά Μακ Ένας γέροντας είπε:
Το Σταυρό του Χρίστου τον βλέπουμε. Για τα πάθη Του διαβάζουμε. Γιατί λοιπόν δεν ανεχόμαστε ούτε μια προσβολή;
Του αββα Ησαΐα
Αν κάποιος σου πει σκληρό λόγο, μην ξεσηκωθείς εναντίον του, αλλά φρόντισε να του βάλεις μετάνοια γρήγορα, πριν τον κατηγορήσεις μέσα στην καρδιά σου• γιατί ή οργή δεν αργεί να έρθει.
"Αν κάποιος σε βρίσει, μην του αντιμιλήσεις, ώσπου να σωπάσει. Κι αν εξετάσεις τον εαυτό σου και βρεις ότι υπάρχουν μέσα σου όσα άκουσες άπ' αυτόν, μετανόησε, σαν ν' αμάρτησες εσύ, και ή αγαθότητα του Θεού σε δέχεται πάλι.
ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΝΑ ΜΗ ΒΡΙΖΟΥΜΕ ΚΑΝΕΝΑ, ΑΛΛΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΛΟ ΜΑΣ ΛΟΓΟ ΝΑ
ΚΑΤΑΠΡΑΫΝΟΥΜΕ ΤΟ ΘΥΜΟ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΜΑΣ ΒΡΙΖΟΥΝ.
Από το Γεροντικό
ΕΛΕΓΑΝ για τον άββά Μακάριο τον Αιγύπτιο ότι ανέβαινε κάποτε από τη Σκήτη προς το ορός της Νιτρίας, και όταν πλησίασε στον τόπο είπε στο μαθητή του: Προχώρα εσύ λίγο.
Καθώς προχωρούσε λοιπόν ο μαθητής, συναντάει κάποιον ειδωλολάτρη ιερέα να τρέχει, και του φωνάζει δυνατά:
Ε, ε, δαίμονα! Που τρέχεις;
Οργίστηκε τότε εκείνος και με το ραβδί του τον χτύπησε δυνατά, τον καταπλήγωσε και, αφήνοντας τον μισοπεθαμένο, συνέχισε το δρόμο του. Αφού προχώρησε λίγο, τον συναντάει ο άββάς Μακάριος να τρέχει και του λέει:
Ό Θεός μαζί σου, κουρασμένε άνθρωπε, ο Θεός μαζί σου! Εκείνος, ευχαριστημένος μ' αυτόν το λόγο, τον πλησίασε. Τι καλό είδες σ' εμένα και με χαιρέτησες; του είπε.
Σε είδα να κουράζεσαι, αποκρίθηκε ο γέροντας, χωρίς να ξέρεις ότι άδικα κουράζεσαι.
Εγώ, του είπε εκείνος, συγκινήθηκα από το χαιρετισμό σου και κατάλαβα ότι είσαι άνθρωπος του Θεού. Κάποιος άλλος όμως άθλιος μοναχός, όταν με συνάντησε, μ' έβρισε κι εγώ τον χτύπησα θανάσιμα. Κατάλαβε ο γέροντας τι αυτός ήταν ο μαθητής του. Ό ειδωλολάτρης ιερέας έπεσε στο μεταξύ στα πόδια του γέροντα και του έλεγε:
Δεν θα σ' αφήσω, αν δεν με κάνεις μοναχό.
Ήρθαν λοιπόν στον τόπο πού βρισκόταν ο μισοπεθαμένος από τα χτυπήματα μοναχός, τον σήκωσαν και τον έφεραν στην εκκλησία του ορούς. Σαν είδαν οι μοναχοί τον ειδωλολάτρη ιερέα μαζί με τον
αββά Μακ Ένας γέροντας είπε:
Το Σταυρό του Χρίστου τον βλέπουμε. Για τα πάθη Του διαβάζουμε. Γιατί λοιπόν δεν ανεχόμαστε ούτε μια προσβολή;
Του αββα Ησαΐα
Αν κάποιος σου πει σκληρό λόγο, μην ξεσηκωθείς εναντίον του, αλλά φρόντισε να του βάλεις μετάνοια γρήγορα, πριν τον κατηγορήσεις μέσα στην καρδιά σου• γιατί ή οργή δεν αργεί να έρθει.
"Αν κάποιος σε βρίσει, μην του αντιμιλήσεις, ώσπου να σωπάσει. Κι αν εξετάσεις τον εαυτό σου και βρεις ότι υπάρχουν μέσα σου όσα άκουσες άπ' αυτόν, μετανόησε, σαν ν' αμάρτησες εσύ, και ή αγαθότητα του Θεού σε δέχεται πάλι.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
ΛΗ.
ΝΑ ΜΗ ΛΕΜΕ ΨΕΜΑΤΑ ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ. ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΤΙΚΑ ΤΟ ΨΕΜΑ.
Από το Γεροντικό
ΡΩΤΗΣΑΝ ένα γέροντα: - Τι είναι ή ζωή του μονάχου; Και αποκρίθηκε: Στόμα αληθινό, σώμα άγιο, καρδιά καθαρή.
Ένας γέροντας είπε:
Το ψέμα είναι «ο παλαιός άνθρωπος, ο φθειρόμενος κατά τάς επιθυμίας της απάτης» (Εφ. 4:22). Και ή αλήθεια, «ο καινός άνθρωπος, ο κατά Θεό κτισθείς» (Εφ. 4:24).
Είπε πάλι (ο ίδιος γέροντας):
Ή αλήθεια είναι ή ρίζα των καλών έργων. Και το ψέμα είναι ο (πνευματικός) θάνατος.
Κάποτε ο αββάς Αγαθών ρώτησε τον αββά 'Αλώνιο, αν υπάρχει περίπτωση να πει κανείς ψέματα. Και ο αββάς Αλώνιος αποκρίθηκε ότι υπάρχει.
- Πότε; τον ρώτησε.
Και του λέει ο γέροντας:
Να, πες ότι δυο άνθρωποι έκαναν φονικό μπροστά σου, Και ο ένας βρήκε καταφύγιο στο κελί σου. Ό άρχοντας τον αναζητεί Και σε ρωτάει: Έγινε μπροστά σου φόνος; Αν λοιπόν εσύ δεν πεις ψέματα, παραδίνεις τον άνθρωπο στο θάνατο. Είναι όμως προτιμότερο να τον αφήσεις ελεύθερο, στην κρίση του Θεού, γιατί Εκείνος γνωρίζει τα πάντα. Άπ' αυτό λοιπόν γίνεται φανερό, ότι μπορεί κάποτε να προτιμήσει κανείς το ψέμα από την αλήθεια.
Ό άββάς Γρηγόριος είπε:
Από κάθε άνθρωπο, πού έχει λάβει το άγιο βάπτισμα, ο Θεός απαιτεί αυτά τα τρία: από την ψυχή, ορθή πίστη• από τη γλώσσα, την αλήθεια• Και από το σώμα, σωφροσύνη.
Άντιόχου του Πανδέκτη
Όπως ακριβώς ο άνθρωπος, πού το στόμα του λέει την αλήθεια, αγιάζεται από την Αλήθεια, δηλαδή τον Κύριο γιατί ο Ίδιος λέει, «εγώ ειμί ή αλήθεια» (Ίω. 14:6) -, έτσι κι εκείνος πού λέει ψέματα, μολύνεται από τον πατέρα του, το διάβολο• γιατί το ψέμα προέρχεται από τον πονηρό, όπως είπε καθαρά ο Σωτήρας (Ίω. 8:44).
Του αββα Ησαΐα
Να μην επαινέσεις, παρά μόνο όσα είδες• Και όσα άκουσες, να μην τα πεις σαν να τα είδες.
Μάθε τη γλώσσα σου να λέει τα λόγια του Θεού με επίγνωση, Και το ψέμα θα φύγει μακριά σου.
Το ψέμα γεννιέται από την αγάπη της τιμής (Και της επιδοκιμασίας) των ανθρώπων όταν όμως το εξουδετερώσεις με την ταπείνωση, τότε ο φόβος του Θεού μεγαλώνει μέσα στην καρδιά σου.
Φυλάξου από το ψέμα, γιατι διώχνει το φόβο του Θεού από μέσα σου.
ΝΑ ΜΗ ΛΕΜΕ ΨΕΜΑΤΑ ΑΛΛΑ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ. ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΤΙΚΑ ΤΟ ΨΕΜΑ.
Από το Γεροντικό
ΡΩΤΗΣΑΝ ένα γέροντα: - Τι είναι ή ζωή του μονάχου; Και αποκρίθηκε: Στόμα αληθινό, σώμα άγιο, καρδιά καθαρή.
Ένας γέροντας είπε:
Το ψέμα είναι «ο παλαιός άνθρωπος, ο φθειρόμενος κατά τάς επιθυμίας της απάτης» (Εφ. 4:22). Και ή αλήθεια, «ο καινός άνθρωπος, ο κατά Θεό κτισθείς» (Εφ. 4:24).
Είπε πάλι (ο ίδιος γέροντας):
Ή αλήθεια είναι ή ρίζα των καλών έργων. Και το ψέμα είναι ο (πνευματικός) θάνατος.
Κάποτε ο αββάς Αγαθών ρώτησε τον αββά 'Αλώνιο, αν υπάρχει περίπτωση να πει κανείς ψέματα. Και ο αββάς Αλώνιος αποκρίθηκε ότι υπάρχει.
- Πότε; τον ρώτησε.
Και του λέει ο γέροντας:
Να, πες ότι δυο άνθρωποι έκαναν φονικό μπροστά σου, Και ο ένας βρήκε καταφύγιο στο κελί σου. Ό άρχοντας τον αναζητεί Και σε ρωτάει: Έγινε μπροστά σου φόνος; Αν λοιπόν εσύ δεν πεις ψέματα, παραδίνεις τον άνθρωπο στο θάνατο. Είναι όμως προτιμότερο να τον αφήσεις ελεύθερο, στην κρίση του Θεού, γιατί Εκείνος γνωρίζει τα πάντα. Άπ' αυτό λοιπόν γίνεται φανερό, ότι μπορεί κάποτε να προτιμήσει κανείς το ψέμα από την αλήθεια.
Ό άββάς Γρηγόριος είπε:
Από κάθε άνθρωπο, πού έχει λάβει το άγιο βάπτισμα, ο Θεός απαιτεί αυτά τα τρία: από την ψυχή, ορθή πίστη• από τη γλώσσα, την αλήθεια• Και από το σώμα, σωφροσύνη.
Άντιόχου του Πανδέκτη
Όπως ακριβώς ο άνθρωπος, πού το στόμα του λέει την αλήθεια, αγιάζεται από την Αλήθεια, δηλαδή τον Κύριο γιατί ο Ίδιος λέει, «εγώ ειμί ή αλήθεια» (Ίω. 14:6) -, έτσι κι εκείνος πού λέει ψέματα, μολύνεται από τον πατέρα του, το διάβολο• γιατί το ψέμα προέρχεται από τον πονηρό, όπως είπε καθαρά ο Σωτήρας (Ίω. 8:44).
Του αββα Ησαΐα
Να μην επαινέσεις, παρά μόνο όσα είδες• Και όσα άκουσες, να μην τα πεις σαν να τα είδες.
Μάθε τη γλώσσα σου να λέει τα λόγια του Θεού με επίγνωση, Και το ψέμα θα φύγει μακριά σου.
Το ψέμα γεννιέται από την αγάπη της τιμής (Και της επιδοκιμασίας) των ανθρώπων όταν όμως το εξουδετερώσεις με την ταπείνωση, τότε ο φόβος του Θεού μεγαλώνει μέσα στην καρδιά σου.
Φυλάξου από το ψέμα, γιατι διώχνει το φόβο του Θεού από μέσα σου.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Του αββά Μάρκου.
Το στόμα του ταπεινόφρονα θα πει την αλήθεια.
Αυτός που αντιλέγει στην αλήθεια είναι όμοιος με εκείνον τον υπηρέτη που ράπισε τον Κύριο στο πρόσωπο (Ιών, 18.22).
Του αγίου Εφραίμ
Κάποια νύχτα, χειμώνα καιρό, καθώς οι αδελφοί έκαναν μια έκτατη εργασία, ένας από αυτούς δεν άντεξε την παγωνιά και γύρισε στο κει του. Ένας άλλος τότε βαρυγκώμησε εναντίον του.
Έστειλαν λοιπόν κάποιον τρίτο αδελφό για να τον καλέσει πάλι στην εργασία. Αυτός πήγε και τον βρήκε να υποφέρει.
Οι αδελφοί ρωτάνε τι κανείς; Όσο για την εργασία σου, μη σε μέλει. Θα την κάνουμε εμείς.
Ο Θεός να θυμηθεί την αγάπη σας! Είπε εκείνος. Κι εγώ ήθελα να κοπιάσω μαζί σας μα η αδυναμία μου με εμποδίζει.
Γύρισε λοιπόν ο σταλμένος σε εκείνους που τον έστειλαν, και τους είπε.
Ο αδελφός υποφέρει πολύ, και μου είπε πως κι αυτός ήθελε
Να κοπιάσει μαζί μας, αλλά δεν μπορεί. Αυτός είναι που είπε ψέματα, ασκώντας οικονομία.
Το στόμα του ταπεινόφρονα θα πει την αλήθεια.
Αυτός που αντιλέγει στην αλήθεια είναι όμοιος με εκείνον τον υπηρέτη που ράπισε τον Κύριο στο πρόσωπο (Ιών, 18.22).
Του αγίου Εφραίμ
Κάποια νύχτα, χειμώνα καιρό, καθώς οι αδελφοί έκαναν μια έκτατη εργασία, ένας από αυτούς δεν άντεξε την παγωνιά και γύρισε στο κει του. Ένας άλλος τότε βαρυγκώμησε εναντίον του.
Έστειλαν λοιπόν κάποιον τρίτο αδελφό για να τον καλέσει πάλι στην εργασία. Αυτός πήγε και τον βρήκε να υποφέρει.
Οι αδελφοί ρωτάνε τι κανείς; Όσο για την εργασία σου, μη σε μέλει. Θα την κάνουμε εμείς.
Ο Θεός να θυμηθεί την αγάπη σας! Είπε εκείνος. Κι εγώ ήθελα να κοπιάσω μαζί σας μα η αδυναμία μου με εμποδίζει.
Γύρισε λοιπόν ο σταλμένος σε εκείνους που τον έστειλαν, και τους είπε.
Ο αδελφός υποφέρει πολύ, και μου είπε πως κι αυτός ήθελε
Να κοπιάσει μαζί μας, αλλά δεν μπορεί. Αυτός είναι που είπε ψέματα, ασκώντας οικονομία.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
ΛΘ.
Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΑΜΑΡΤΙΑ. ΌΣΟΙ ΤΗΝ ΥΠΟΜΕΝΟΥΝ ΑΓΟΓΓΥΣΤΑ ΤΕΛΙΚΑ
ΔΟΞΑΖΟΝΤΑΙ, ΕΝΩ ΟΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΕΣ ΤΙΜΩΡΟΥΝΤΑΙ ΣΥΧΝΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΖΩΗ.
Του Παλλαδίου
ΤΗΝ Καισαρεία της Παλαιστίνης ή παρθένα θυγατέρα ενός πρεσβυτέρου διακορεύτηκε (από κάποιον) και έμεινε έγκυος. Ό διακορευτής της την ορμήνεψε να συκοφαντήσει (σαν ένοχο) κάποιον αναγνώστη της πόλης, (πού λεγόταν Ευστάθιος). Καθώς λοιπόν ανακρινόταν από τον πατέρα της, κατηγόρησε τον
αναγνώστη. Ό πρεσβύτερος ενημέρωσε τον επίσκοπο. και ο επίσκοπος,
αφού συγκάλεσε το ιερατείο, έφερε στη μέση τον αναγνώστη και άρχισε να τον ρωτάει για το ζήτημα.
Εγώ δεν έχω σχέση μ' αυτή την υπόθεση, αποκρίθηκε εκείνος.
Ό επίσκοπος αγανάκτησε (με την άρνηση του) και του λέει αυστηρά: Δεν ομολογείς, άθλιε, την αμαρτία σου; Δεν μετανιώνεις; Εγώ, σε παρακαλώ, (δέσποτα), είπα την αλήθεια: Δεν έχω
(καμιά) σχέση μ' αυτή την υπόθεση. Δεν είμαι ένοχος για την ανομία πού διαπράχθηκε σε βάρος εκείνης (της νέας). Αν όμως θέλετε να με ακούσετε να ομολογώ αυτό πού δεν έκανα, τότε το έχω κάνει!
Όταν είπε αυτό, ο επίσκοπος τον καθήρεσε από το αξίωμα του αναγνώστη. Εκείνος τότε έπεσε στα πόδια του και παρακαλούσε:
Αφού έτσι αποφάσισες, άγιε επίσκοπε, ότι δηλαδή, επειδή είπα πώς αμάρτησα, δεν είμαι άξιος κληρικός της αγιοσύνης σου, πρόσταξε να μου δοθεί από τώρα αυτή σαν γυναίκα μου. Ούτε εγώ πια είμαι κληρικός, ούτε εκείνη παρθένα.
Ό επίσκοπος και ο πατέρας της, νομίζοντας κοντά στα άλλα ότι είχε ξετρελαθεί μαζί της και δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να την αποχωριστεί, του την έδωσαν για σύζυγο.
Εκείνος αμέσως την οδήγησε σ' ένα γυναικείο μοναστήρι, και παρακάλεσε την ηγουμένη να την κρατήσει, ώσπου να γεννήσει. και Αφού την άφησε εκεί, αποσύρθηκε σε κάποιον ξερότοπο, κλείστηκε σ' ένα κελί και επιδόθηκε σε υπερβολικά σκληρή άσκηση.
Με την καρδιά γεμάτη συντριβή, απευθύνθηκε στο Χριστό, λέγοντας Του με πολλά δάκρυα:
Εσύ, Κύριε, πού είσαι ο καρδιογνώστης όλων, γνωρίζεις και τις δικές μου πράξεις, Αφού γνωρίζεις τα πάντα πριν γίνουν και κά θε ανθρώπου τη σκέψη. Εσύ είσαι ο γρήγορος εξεταστής των λογισμών. Εσύ είσαι ο βοηθός όσων αδικούνται και ο δίκαιος υπερασπιστής όσων συκοφαντούνται, γιατί δεν σου αρέσει καμιά αδικία. «Πάσα ροπή ζυγού δικαιοσύνη παρά σοι». (Παροιμ. 16:11). Από δω κι εμπρός λοιπόν, Κύριε, ανήκει στην αμερόληπτη και δίκαιη
κρίση Σου ή φανέρωση της αλήθειας και ή αίσια έκβαση της υποθέσεως μου.
Ενώ λοιπόν περνούσε τον καιρό του καρτερικά με τέτοιες προσευχές και με νηστείες, ήρθε ο καιρός να γεννήσει εκείνη ή ταλαίπωρη. και τότε ή δίκαιη κρίση του Θεού της φέρνει ξαφνικό και αβάσταχτο πόνο. Σκοτεινά οράματα και φοβερά βάσανα τυραννούσαν εφτά μέρες τη δύστυχη τούτη, μα το παιδί δεν έβγαινε από την κοιλιά της. και οι πόνοι γίνονταν όλο και περισσότερο πιο αφόρητοι. "Άρχισε λοιπόν με σπαραχτικές κραυγές να χτυπιέται και να φωνάζει:
- Αλίμονο μου της άθλιας! Κινδυνεύω να χαθώ, γιατί έπεσα σε
δυο κακά, στην πορνεία και τη συκοφαντία! "Άλλος είναι πού με διακόρευσε, και τον αναγνώστη κατηγόρησα!
Καθώς λοιπόν δεν μπορούσε πια ούτε να ζήσει ούτε να πεθάνει, μα ούτε και να γεννήσει, κι από τη άλλη πάλι ούτε οι αδελφές άντεχαν τις δυνατές κραυγές της, έτρεξαν γρήγορα και ήρθαν να πουν στον επίσκοπο τα καθέκαστα. και μολονότι έγινε δέηση στην εκκλησία άπ' όλους, οι προσευχές του αθώου την έκαναν άκαρπη.
Σηκώθηκε τότε ο επίσκοπος και πήγε στο κελί, οπού ήταν κλεισμένος ο αναγνώστης. Στάθηκε μπροστά στην πόρτα του και χτυπούσε πολλή ώρα. Επειδή όμως εκείνος μήτε σημασία έδινε μήτε απαντούσε, πρόσταξε ο επίσκοπος να ξηλώσουν την πόρτα. Μπήκε λοιπόν μέσα και τον βρήκε πεσμένο καταγής.
-Αδελφέ αναγνώστη Ευστάθιε, του είπε σε τόνο απολογητικό, με τις προσευχές σου φανερώθηκε από την κρίση του Θεού ή συκοφαντία σε βάρος σου. Λυπήσου τώρα πια κι εσύ εκείνη πού σου έκανε το κακό, γιατί παραβασανίστηκε από τα δεινοπαθήματα, και απάλλαξε την από την αμαρτία της. Γιατί αυτά τα υποφέρει εξαιτίας των προσευχών σου. Παρακάλεσε λοιπόν το Θεό να τη λυτρώσει από τους ανυπόφορους πόνους της γέννας.
Ό αναγνώστης έκανε μαζί με τον επίσκοπο εκτενή προσευχή. Χωρίς άλλη καθυστέρηση, εκείνη ή ταλαίπωρη ελευθερώθηκε από την αγωνία και γέννησε το παιδί. και τότε ικέτευε όλους να της συγχωρήσουν την ανομία πού έκανε σε βάρος του δικαίου.
Από κει κι έπειτα θεωρούσαν όλοι τον αναγνώστη σαν μάρτυρα. Εκείνος πάλι, αφού εγκατέλειψε κάθε μέριμνα, έφτασε σε ύψη αγίας ζωής, αξιώθηκε μάλιστα να λάβει και πνευματικό χάρισμα.
Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΑΜΑΡΤΙΑ. ΌΣΟΙ ΤΗΝ ΥΠΟΜΕΝΟΥΝ ΑΓΟΓΓΥΣΤΑ ΤΕΛΙΚΑ
ΔΟΞΑΖΟΝΤΑΙ, ΕΝΩ ΟΙ ΣΥΚΟΦΑΝΤΕΣ ΤΙΜΩΡΟΥΝΤΑΙ ΣΥΧΝΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΖΩΗ.
Του Παλλαδίου
ΤΗΝ Καισαρεία της Παλαιστίνης ή παρθένα θυγατέρα ενός πρεσβυτέρου διακορεύτηκε (από κάποιον) και έμεινε έγκυος. Ό διακορευτής της την ορμήνεψε να συκοφαντήσει (σαν ένοχο) κάποιον αναγνώστη της πόλης, (πού λεγόταν Ευστάθιος). Καθώς λοιπόν ανακρινόταν από τον πατέρα της, κατηγόρησε τον
αναγνώστη. Ό πρεσβύτερος ενημέρωσε τον επίσκοπο. και ο επίσκοπος,
αφού συγκάλεσε το ιερατείο, έφερε στη μέση τον αναγνώστη και άρχισε να τον ρωτάει για το ζήτημα.
Εγώ δεν έχω σχέση μ' αυτή την υπόθεση, αποκρίθηκε εκείνος.
Ό επίσκοπος αγανάκτησε (με την άρνηση του) και του λέει αυστηρά: Δεν ομολογείς, άθλιε, την αμαρτία σου; Δεν μετανιώνεις; Εγώ, σε παρακαλώ, (δέσποτα), είπα την αλήθεια: Δεν έχω
(καμιά) σχέση μ' αυτή την υπόθεση. Δεν είμαι ένοχος για την ανομία πού διαπράχθηκε σε βάρος εκείνης (της νέας). Αν όμως θέλετε να με ακούσετε να ομολογώ αυτό πού δεν έκανα, τότε το έχω κάνει!
Όταν είπε αυτό, ο επίσκοπος τον καθήρεσε από το αξίωμα του αναγνώστη. Εκείνος τότε έπεσε στα πόδια του και παρακαλούσε:
Αφού έτσι αποφάσισες, άγιε επίσκοπε, ότι δηλαδή, επειδή είπα πώς αμάρτησα, δεν είμαι άξιος κληρικός της αγιοσύνης σου, πρόσταξε να μου δοθεί από τώρα αυτή σαν γυναίκα μου. Ούτε εγώ πια είμαι κληρικός, ούτε εκείνη παρθένα.
Ό επίσκοπος και ο πατέρας της, νομίζοντας κοντά στα άλλα ότι είχε ξετρελαθεί μαζί της και δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να την αποχωριστεί, του την έδωσαν για σύζυγο.
Εκείνος αμέσως την οδήγησε σ' ένα γυναικείο μοναστήρι, και παρακάλεσε την ηγουμένη να την κρατήσει, ώσπου να γεννήσει. και Αφού την άφησε εκεί, αποσύρθηκε σε κάποιον ξερότοπο, κλείστηκε σ' ένα κελί και επιδόθηκε σε υπερβολικά σκληρή άσκηση.
Με την καρδιά γεμάτη συντριβή, απευθύνθηκε στο Χριστό, λέγοντας Του με πολλά δάκρυα:
Εσύ, Κύριε, πού είσαι ο καρδιογνώστης όλων, γνωρίζεις και τις δικές μου πράξεις, Αφού γνωρίζεις τα πάντα πριν γίνουν και κά θε ανθρώπου τη σκέψη. Εσύ είσαι ο γρήγορος εξεταστής των λογισμών. Εσύ είσαι ο βοηθός όσων αδικούνται και ο δίκαιος υπερασπιστής όσων συκοφαντούνται, γιατί δεν σου αρέσει καμιά αδικία. «Πάσα ροπή ζυγού δικαιοσύνη παρά σοι». (Παροιμ. 16:11). Από δω κι εμπρός λοιπόν, Κύριε, ανήκει στην αμερόληπτη και δίκαιη
κρίση Σου ή φανέρωση της αλήθειας και ή αίσια έκβαση της υποθέσεως μου.
Ενώ λοιπόν περνούσε τον καιρό του καρτερικά με τέτοιες προσευχές και με νηστείες, ήρθε ο καιρός να γεννήσει εκείνη ή ταλαίπωρη. και τότε ή δίκαιη κρίση του Θεού της φέρνει ξαφνικό και αβάσταχτο πόνο. Σκοτεινά οράματα και φοβερά βάσανα τυραννούσαν εφτά μέρες τη δύστυχη τούτη, μα το παιδί δεν έβγαινε από την κοιλιά της. και οι πόνοι γίνονταν όλο και περισσότερο πιο αφόρητοι. "Άρχισε λοιπόν με σπαραχτικές κραυγές να χτυπιέται και να φωνάζει:
- Αλίμονο μου της άθλιας! Κινδυνεύω να χαθώ, γιατί έπεσα σε
δυο κακά, στην πορνεία και τη συκοφαντία! "Άλλος είναι πού με διακόρευσε, και τον αναγνώστη κατηγόρησα!
Καθώς λοιπόν δεν μπορούσε πια ούτε να ζήσει ούτε να πεθάνει, μα ούτε και να γεννήσει, κι από τη άλλη πάλι ούτε οι αδελφές άντεχαν τις δυνατές κραυγές της, έτρεξαν γρήγορα και ήρθαν να πουν στον επίσκοπο τα καθέκαστα. και μολονότι έγινε δέηση στην εκκλησία άπ' όλους, οι προσευχές του αθώου την έκαναν άκαρπη.
Σηκώθηκε τότε ο επίσκοπος και πήγε στο κελί, οπού ήταν κλεισμένος ο αναγνώστης. Στάθηκε μπροστά στην πόρτα του και χτυπούσε πολλή ώρα. Επειδή όμως εκείνος μήτε σημασία έδινε μήτε απαντούσε, πρόσταξε ο επίσκοπος να ξηλώσουν την πόρτα. Μπήκε λοιπόν μέσα και τον βρήκε πεσμένο καταγής.
-Αδελφέ αναγνώστη Ευστάθιε, του είπε σε τόνο απολογητικό, με τις προσευχές σου φανερώθηκε από την κρίση του Θεού ή συκοφαντία σε βάρος σου. Λυπήσου τώρα πια κι εσύ εκείνη πού σου έκανε το κακό, γιατί παραβασανίστηκε από τα δεινοπαθήματα, και απάλλαξε την από την αμαρτία της. Γιατί αυτά τα υποφέρει εξαιτίας των προσευχών σου. Παρακάλεσε λοιπόν το Θεό να τη λυτρώσει από τους ανυπόφορους πόνους της γέννας.
Ό αναγνώστης έκανε μαζί με τον επίσκοπο εκτενή προσευχή. Χωρίς άλλη καθυστέρηση, εκείνη ή ταλαίπωρη ελευθερώθηκε από την αγωνία και γέννησε το παιδί. και τότε ικέτευε όλους να της συγχωρήσουν την ανομία πού έκανε σε βάρος του δικαίου.
Από κει κι έπειτα θεωρούσαν όλοι τον αναγνώστη σαν μάρτυρα. Εκείνος πάλι, αφού εγκατέλειψε κάθε μέριμνα, έφτασε σε ύψη αγίας ζωής, αξιώθηκε μάλιστα να λάβει και πνευματικό χάρισμα.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Από το βίο του αγίου Γρηγορίου του θαυματουργού
Ο μέγας Γρηγόριος, αφού σπούδασε ολόκληρη την ελληνική σοφία και γνώρισε εμπειρικά πόσο αβάσιμες, αντιφατικές και αψήφιστες ήταν οι δοξασίες της, έγινε μαθητής του Ευαγγελίου του Χρίστου. και πριν ακόμη αναγεννηθεί με το βάπτισμα, έκανε τέτοια ζωή, ώστε καμιά κηλίδα αμαρτίας να μη φέρει στο (ιερό) λουτρό.
Έμενε λοιπόν στην Αλεξάνδρεια, όπου μαζεύονταν όλοι όσοι είχαν ζήλο για τη φιλοσοφία και την ιατρική. και ή παρουσία του ήταν ενοχλητική στους συνομηλίκους του - παρουσία ενός νέου στολισμένου με σωφροσύνη ανώτερη από των γερόντων -, γιατί του αγνού ο έπαινος αποτελούσε ντροπή για τους αμαρτωλούς.
Για να έχουν λοιπόν κάποια δικαιολογία οι ακόλαστοι και να μη φαίνονται ότι μόνο αυτοί είναι τέτοιοι (άνθρωποι), μηχανεύονται ένα τέχνασμα, για να ρίξουν λάσπη στη ζωή του μεγάλου (Γρηγορίου). και για να τον συκοφαντήσουν, παρουσιάζουν κάποια κοινή γυναίκα, από ένα παλιόσπιτο, γνωστή για την έξαχρείωσή της.
Καθώς λοιπόν εκείνος συζητούσε με σεμνότητα, όπως συνήθιζε, για κάποιο φιλοσοφικό ζήτημα με τους λόγιους άνδρες (του τόπου), πλησιάζει ή (διεφθαρμένη εκείνη) γυναίκα κουνιστή και λυγιστή, δείχνοντας, με όλα όσα έλεγε και έκανε, πώς τον γνωρίζει τάχα καλά. "Ύστερα άρχισε να παραπονιέται, ότι δεν της δίνει όσα της χρωστάει, προσθέτοντας με αδιαντροπιά και τους λόγους, για τους οποίους δεν της πλήρωνε δήθεν την αμοιβή (της ακολασίας).
"Όσοι γνώριζαν τη ζωή του αγίου, αγανάκτησαν και στράφηκαν οργισμένοι εναντίον της γυναίκας. Εκείνος, απεναντίας, ούτε ταράχθηκε, όπως αυτοί πού θύμωσαν για χάρη του, ούτε είπε τίποτα πού να δείχνει τη δυσφορία του, όπως θα 'ταν φυσικό, για τη συκοφαντία, ούτε κάλεσε κανένα μάρτυρα για το βίο του, ούτε με όρκο αρνήθηκε την κατηγορία, ούτε καυτηρίασε την κακία εκείνων πού έστησαν τη σκευωρία εναντίον του. Άλλα με ηρεμία και με φωνή κανονική στράφηκε σ' έναν από τους φίλους του και του είπε:
- Δώσε της τα χρήματα (πού ζητάει), για να μη μας ενοχλεί περισσότερο και να μην εμποδίζει τη συζήτηση πού κάνουμε.
Ή πόρνη του είπε πόσα ζητούσε από τον άγιο, και αμέσως της τα μέτρησε όλα. "Έτσι πήρε τέλος ή επιβουλή των ακολάστων εναντίον του αγνού.
Καθώς όμως εκείνη ή ξεδιάντροπη κρατούσε στα χέρια της τα κέρδη, τότε κιόλας έρχεται από το Θεό τόσο ή απόδειξη της αγνείας του νέου όσο και ο έλεγχος της συκοφαντίας των συνομηλίκων του. Τη στιγμή δηλαδή πού έπαιρνε στα χέρια τα χρήματα, (κυριεύθηκε από) δαιμονικό πνεύμα, (πού) την παραμόρφωσε. Έβγαλε ένα σπαραχτικό μουγκρητό - θηρίου περισσότερο παρά ανθρώπου - κι έπεσε στη γη μπρούμυτα, ανάμεσα στους συγκεντρωμένους.
Την ίδια στιγμή οι παρόντες βρέθηκαν μπροστά σ' ένα φρικτό και φοβερό θέαμα: Ξερίζωνε και μαδούσε τα μαλλιά της με τα ίδια της τα χέρια, ενώ τα μάτια της είχαν γυρίσει ανάποδα κι από το στόμα της έβγαζε αφρούς!
Το δαιμόνιο, (πού την είχε κυριέψει), δεν σταμάτησε να την καταπνίγει, ώσπου ο ίδιος ο μέγας εκείνος (Γρηγόριος) επικαλέστηκε το Θεό και Τον παρακάλεσε να τη λυπηθεί.
Τέτοια ήταν τα περιστατικά των νεανικών χρόνων του θαυμαστού Γρηγορίου - άξια προοίμια της κατοπινής βιωτής του.
Ο μέγας Γρηγόριος, αφού σπούδασε ολόκληρη την ελληνική σοφία και γνώρισε εμπειρικά πόσο αβάσιμες, αντιφατικές και αψήφιστες ήταν οι δοξασίες της, έγινε μαθητής του Ευαγγελίου του Χρίστου. και πριν ακόμη αναγεννηθεί με το βάπτισμα, έκανε τέτοια ζωή, ώστε καμιά κηλίδα αμαρτίας να μη φέρει στο (ιερό) λουτρό.
Έμενε λοιπόν στην Αλεξάνδρεια, όπου μαζεύονταν όλοι όσοι είχαν ζήλο για τη φιλοσοφία και την ιατρική. και ή παρουσία του ήταν ενοχλητική στους συνομηλίκους του - παρουσία ενός νέου στολισμένου με σωφροσύνη ανώτερη από των γερόντων -, γιατί του αγνού ο έπαινος αποτελούσε ντροπή για τους αμαρτωλούς.
Για να έχουν λοιπόν κάποια δικαιολογία οι ακόλαστοι και να μη φαίνονται ότι μόνο αυτοί είναι τέτοιοι (άνθρωποι), μηχανεύονται ένα τέχνασμα, για να ρίξουν λάσπη στη ζωή του μεγάλου (Γρηγορίου). και για να τον συκοφαντήσουν, παρουσιάζουν κάποια κοινή γυναίκα, από ένα παλιόσπιτο, γνωστή για την έξαχρείωσή της.
Καθώς λοιπόν εκείνος συζητούσε με σεμνότητα, όπως συνήθιζε, για κάποιο φιλοσοφικό ζήτημα με τους λόγιους άνδρες (του τόπου), πλησιάζει ή (διεφθαρμένη εκείνη) γυναίκα κουνιστή και λυγιστή, δείχνοντας, με όλα όσα έλεγε και έκανε, πώς τον γνωρίζει τάχα καλά. "Ύστερα άρχισε να παραπονιέται, ότι δεν της δίνει όσα της χρωστάει, προσθέτοντας με αδιαντροπιά και τους λόγους, για τους οποίους δεν της πλήρωνε δήθεν την αμοιβή (της ακολασίας).
"Όσοι γνώριζαν τη ζωή του αγίου, αγανάκτησαν και στράφηκαν οργισμένοι εναντίον της γυναίκας. Εκείνος, απεναντίας, ούτε ταράχθηκε, όπως αυτοί πού θύμωσαν για χάρη του, ούτε είπε τίποτα πού να δείχνει τη δυσφορία του, όπως θα 'ταν φυσικό, για τη συκοφαντία, ούτε κάλεσε κανένα μάρτυρα για το βίο του, ούτε με όρκο αρνήθηκε την κατηγορία, ούτε καυτηρίασε την κακία εκείνων πού έστησαν τη σκευωρία εναντίον του. Άλλα με ηρεμία και με φωνή κανονική στράφηκε σ' έναν από τους φίλους του και του είπε:
- Δώσε της τα χρήματα (πού ζητάει), για να μη μας ενοχλεί περισσότερο και να μην εμποδίζει τη συζήτηση πού κάνουμε.
Ή πόρνη του είπε πόσα ζητούσε από τον άγιο, και αμέσως της τα μέτρησε όλα. "Έτσι πήρε τέλος ή επιβουλή των ακολάστων εναντίον του αγνού.
Καθώς όμως εκείνη ή ξεδιάντροπη κρατούσε στα χέρια της τα κέρδη, τότε κιόλας έρχεται από το Θεό τόσο ή απόδειξη της αγνείας του νέου όσο και ο έλεγχος της συκοφαντίας των συνομηλίκων του. Τη στιγμή δηλαδή πού έπαιρνε στα χέρια τα χρήματα, (κυριεύθηκε από) δαιμονικό πνεύμα, (πού) την παραμόρφωσε. Έβγαλε ένα σπαραχτικό μουγκρητό - θηρίου περισσότερο παρά ανθρώπου - κι έπεσε στη γη μπρούμυτα, ανάμεσα στους συγκεντρωμένους.
Την ίδια στιγμή οι παρόντες βρέθηκαν μπροστά σ' ένα φρικτό και φοβερό θέαμα: Ξερίζωνε και μαδούσε τα μαλλιά της με τα ίδια της τα χέρια, ενώ τα μάτια της είχαν γυρίσει ανάποδα κι από το στόμα της έβγαζε αφρούς!
Το δαιμόνιο, (πού την είχε κυριέψει), δεν σταμάτησε να την καταπνίγει, ώσπου ο ίδιος ο μέγας εκείνος (Γρηγόριος) επικαλέστηκε το Θεό και Τον παρακάλεσε να τη λυπηθεί.
Τέτοια ήταν τα περιστατικά των νεανικών χρόνων του θαυμαστού Γρηγορίου - άξια προοίμια της κατοπινής βιωτής του.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Από το Γεροντικό
Ένας γέροντας διηγήθηκε, ότι στα χρόνια του μεγάλου Ισιδώρου, του πρεσβυτέρου της Σκήτης, ήταν εκεί κάποιος διάκονος (Παφνούτιος). Αυτόν, για τη μεγάλη του αρετή, (ο άββάς Ισίδωρος) θέλησε να τον κάνει ιερέα, σκοπεύοντας να τον αφήσει διάδοχο του μετά την κοίμηση του. Εκείνος όμως, από ευλάβεια, δεν δέχθηκε τη χειροτονία και παρέμεινε διάκονος.
Κάποιος λοιπόν από τους γέροντες, παρακινημένος από τον εχθρό (διάβολο), τον φθόνησε. και καθώς όλοι ήταν στην εκκλησία για την ακολουθία, πήγε κι έκρυψε το βιβλίο του στο κελί του διακόνου. Ύστερα ήρθε στον άββά Ισίδωρο και του είπε:
Κάποιος άπ' τους αδελφούς μου έκλεψε το βιβλίο.
Κατάπληκτος ο άββάς Ισίδωρος αποκρίθηκε:
Ποτέ δεν έχει γίνει τέτοιο πράγμα στη Σκήτη!
Τότε ο γέροντας εκείνος, πού είχε κρύψει το βιβλίο, λέει στον πρεσβύτερο:
Δώσε μου δυο πατέρες, για να κάνουμε έρευνα στα κελιά.
Αφού λοιπόν πήγαν κι έψαξαν πρώτα στα κελιά των άλλων, ήρθαν υστέρα και στο κελί του διακόνου. και μόλις βρήκαν εκεί το βιβλίο, το έφεραν στον πρεσβύτερο, στην εκκλησία, και του ανακοίνωσαν που το βρήκαν.
Ό διάκονος ήταν εκεί και το άκουσε. Βάζει αμέσως μετάνοια στον αββά Ισίδωρο, μπροστά σ' όλο το εκκλησίασμα, και του λέει:
Αμάρτησα! Βάλε μου επιτίμιο.
Του έβαλε πράγματι κανόνα να μην κοινωνήσει για τρεις εβδομάδες.
Κάθε φορά λοιπόν πού ο αδελφός ερχόταν στη (λατρευτική) σύναξη, στεκόταν μπροστά στην εκκλησία κι έβαζε μετάνοια σε όλους τους ανθρώπους, λέγοντας: Συγχωρέστε με, γιατί αμάρτησα.
Μετά από τρεις εβδομάδες έγινε δεκτός στη θεία κοινωνία. Αμέσως όμως δαιμονίστηκε ο γέροντας πού τον συκοφάντησε!
Άρχισε τότε να κραυγάζει και να ομολογεί (την αμαρτία του), λέγοντας: Συκοφάντησα το δούλο του Θεού!
Όλο το εκκλησίασμα έκανε προσευχή γι' αυτόν, αλλά δεν θεραπευόταν. Τότε ο μέγας Ισίδωρος (γυρίζοντας προς το διάκονο) του λέει, μπροστά σ' όλους τους αδελφούς:
Προσευχήσου γι' αυτόν. Αφού εσύ συκοφαντήθηκες, δεν θα θεραπευθεί παρά μόνο με τη δική σου μεσολάβηση.
Πράγματι, μόλις προσευχήθηκε, αμέσως ο γέροντας έγινε καλά.
Στο ορός Σινά ζούσε, ανάμεσα στους άλλους πατέρες, και κάποιος πού λεγόταν Νίκων. "Όχι πολύ μακριά του κατοικούσε κάποιος Φαρανίτης, πού είχε μια κόρη.
Ένας άνθρωπος λοιπόν, πού πήγε στο σπίτι του Φαρανίτη και βρήκε την κόρη του μονάχη, γιατί ο ίδιος έλειπε, τη διέφθειρε. Με τα τη συμβούλεψε να πει στον πατέρα της, ότι ο άββάς Νίκων της έκανε το κακό.
Όταν γύρισε ο Φαρανίτης κι έμαθε τι είχε γίνει, άναψε άπ' την οργή και τη στενοχώρια. Άρπαξε το ξίφος του κι έτρεξε στο γέροντα. Στάθηκε έξω (από το κελί του) και χτύπησε (την πόρτα).
Μόλις πρόβαλε ο γέροντας, ο Φαρανίτης άπλωσε το χέρι για να τον χτυπήσει με το ξίφος. Μα παρευθύς το χέρι του ξεράθηκε!
Έτσι, μην μπορώντας πια να σκοτώσει το γέροντα, πήγε και τον κατήγγειλε στους πρεσβυτέρους, πού αμέσως έστειλαν και κάλεσαν το γέροντα.
Όταν ήρθε, του επέβαλαν πολλές σωματικές τιμωρίες, και μετά αποφάσισαν να τον διώξουν. Μα εκείνος τους παρακαλούσε: Αφήστε με εδώ, για το θεό, να μετανοήσω!
και τότε τον απομάκρυναν για τρία χρόνια από την εκκλησία και τη μετάληψη των θείων Δώρων, δίνοντας εντολή να μην τον πλησιάσει κανείς (σ' όλο αυτό το διάστημα). ,
Έτσι πέρασε τρία χρόνια, μένοντας κάθε Κυριακή γονατιστός στην είσοδο της εκκλησίας και παρακαλώντας όλους: Κάντε προσευχή για μένα!
Ύστερα όμως (άπ' αυτόν τον κανόνα του άββά Νίκωνα), δαιμονίστηκε εκείνος πού έκανε την αμαρτία και συκοφάντησε το γέροντα. και καθώς τον τυραννούσε ο δαίμονας, ομολόγησε στην εκκλησία (την αλήθεια).
Τίποτα δεν ξέρει ο δούλος του Θεού, είπε. Εγώ έκανα την αμαρτία, και έβαλα (την κόρη) να συκοφαντήσει αυτόν!
Το εκκλησίασμα, μόλις το άκουσε, κίνησε σύσσωμο για το γέροντα, πού ησύχαζε στο κελί του. Του έβαλαν μετάνοια και του είπαν: Συγχώρεσέ μας, αββά.
Κι εκείνος τους αποκρίθηκε:
Ό Θεός να σας συγχωρέσει! Εγώ όμως δεν μένω πια μαζί σας, γιατί δεν βρέθηκε ούτε ένας (ανάμεσα σας) με διάκριση, για να μου δείξει κάποια συμπάθεια.
και αμέσως ο γέροντας αναχώρησε από κει. Νομίζω πάντως ότι ο γέροντας δεν έφυγε μόνο γι' αυτό πού τους είπε, καυτηριάζοντας τη σκληρότητα και την αδιακρισία τους και παρακινώντας τους έτσι σε διόρθωση, αλλά και για ν' αποφύγει την τιμή και τον έπαινο τους. Γιατί θα τον τιμούσαν βέβαια από τότε κι έπειτα, γνωρίζοντας πια τη μεγάλη του αρετή και την πνευματική ανδρεία και γενναιοφροσύνη του.
Ένας γέροντας διηγήθηκε, ότι στα χρόνια του μεγάλου Ισιδώρου, του πρεσβυτέρου της Σκήτης, ήταν εκεί κάποιος διάκονος (Παφνούτιος). Αυτόν, για τη μεγάλη του αρετή, (ο άββάς Ισίδωρος) θέλησε να τον κάνει ιερέα, σκοπεύοντας να τον αφήσει διάδοχο του μετά την κοίμηση του. Εκείνος όμως, από ευλάβεια, δεν δέχθηκε τη χειροτονία και παρέμεινε διάκονος.
Κάποιος λοιπόν από τους γέροντες, παρακινημένος από τον εχθρό (διάβολο), τον φθόνησε. και καθώς όλοι ήταν στην εκκλησία για την ακολουθία, πήγε κι έκρυψε το βιβλίο του στο κελί του διακόνου. Ύστερα ήρθε στον άββά Ισίδωρο και του είπε:
Κάποιος άπ' τους αδελφούς μου έκλεψε το βιβλίο.
Κατάπληκτος ο άββάς Ισίδωρος αποκρίθηκε:
Ποτέ δεν έχει γίνει τέτοιο πράγμα στη Σκήτη!
Τότε ο γέροντας εκείνος, πού είχε κρύψει το βιβλίο, λέει στον πρεσβύτερο:
Δώσε μου δυο πατέρες, για να κάνουμε έρευνα στα κελιά.
Αφού λοιπόν πήγαν κι έψαξαν πρώτα στα κελιά των άλλων, ήρθαν υστέρα και στο κελί του διακόνου. και μόλις βρήκαν εκεί το βιβλίο, το έφεραν στον πρεσβύτερο, στην εκκλησία, και του ανακοίνωσαν που το βρήκαν.
Ό διάκονος ήταν εκεί και το άκουσε. Βάζει αμέσως μετάνοια στον αββά Ισίδωρο, μπροστά σ' όλο το εκκλησίασμα, και του λέει:
Αμάρτησα! Βάλε μου επιτίμιο.
Του έβαλε πράγματι κανόνα να μην κοινωνήσει για τρεις εβδομάδες.
Κάθε φορά λοιπόν πού ο αδελφός ερχόταν στη (λατρευτική) σύναξη, στεκόταν μπροστά στην εκκλησία κι έβαζε μετάνοια σε όλους τους ανθρώπους, λέγοντας: Συγχωρέστε με, γιατί αμάρτησα.
Μετά από τρεις εβδομάδες έγινε δεκτός στη θεία κοινωνία. Αμέσως όμως δαιμονίστηκε ο γέροντας πού τον συκοφάντησε!
Άρχισε τότε να κραυγάζει και να ομολογεί (την αμαρτία του), λέγοντας: Συκοφάντησα το δούλο του Θεού!
Όλο το εκκλησίασμα έκανε προσευχή γι' αυτόν, αλλά δεν θεραπευόταν. Τότε ο μέγας Ισίδωρος (γυρίζοντας προς το διάκονο) του λέει, μπροστά σ' όλους τους αδελφούς:
Προσευχήσου γι' αυτόν. Αφού εσύ συκοφαντήθηκες, δεν θα θεραπευθεί παρά μόνο με τη δική σου μεσολάβηση.
Πράγματι, μόλις προσευχήθηκε, αμέσως ο γέροντας έγινε καλά.
Στο ορός Σινά ζούσε, ανάμεσα στους άλλους πατέρες, και κάποιος πού λεγόταν Νίκων. "Όχι πολύ μακριά του κατοικούσε κάποιος Φαρανίτης, πού είχε μια κόρη.
Ένας άνθρωπος λοιπόν, πού πήγε στο σπίτι του Φαρανίτη και βρήκε την κόρη του μονάχη, γιατί ο ίδιος έλειπε, τη διέφθειρε. Με τα τη συμβούλεψε να πει στον πατέρα της, ότι ο άββάς Νίκων της έκανε το κακό.
Όταν γύρισε ο Φαρανίτης κι έμαθε τι είχε γίνει, άναψε άπ' την οργή και τη στενοχώρια. Άρπαξε το ξίφος του κι έτρεξε στο γέροντα. Στάθηκε έξω (από το κελί του) και χτύπησε (την πόρτα).
Μόλις πρόβαλε ο γέροντας, ο Φαρανίτης άπλωσε το χέρι για να τον χτυπήσει με το ξίφος. Μα παρευθύς το χέρι του ξεράθηκε!
Έτσι, μην μπορώντας πια να σκοτώσει το γέροντα, πήγε και τον κατήγγειλε στους πρεσβυτέρους, πού αμέσως έστειλαν και κάλεσαν το γέροντα.
Όταν ήρθε, του επέβαλαν πολλές σωματικές τιμωρίες, και μετά αποφάσισαν να τον διώξουν. Μα εκείνος τους παρακαλούσε: Αφήστε με εδώ, για το θεό, να μετανοήσω!
και τότε τον απομάκρυναν για τρία χρόνια από την εκκλησία και τη μετάληψη των θείων Δώρων, δίνοντας εντολή να μην τον πλησιάσει κανείς (σ' όλο αυτό το διάστημα). ,
Έτσι πέρασε τρία χρόνια, μένοντας κάθε Κυριακή γονατιστός στην είσοδο της εκκλησίας και παρακαλώντας όλους: Κάντε προσευχή για μένα!
Ύστερα όμως (άπ' αυτόν τον κανόνα του άββά Νίκωνα), δαιμονίστηκε εκείνος πού έκανε την αμαρτία και συκοφάντησε το γέροντα. και καθώς τον τυραννούσε ο δαίμονας, ομολόγησε στην εκκλησία (την αλήθεια).
Τίποτα δεν ξέρει ο δούλος του Θεού, είπε. Εγώ έκανα την αμαρτία, και έβαλα (την κόρη) να συκοφαντήσει αυτόν!
Το εκκλησίασμα, μόλις το άκουσε, κίνησε σύσσωμο για το γέροντα, πού ησύχαζε στο κελί του. Του έβαλαν μετάνοια και του είπαν: Συγχώρεσέ μας, αββά.
Κι εκείνος τους αποκρίθηκε:
Ό Θεός να σας συγχωρέσει! Εγώ όμως δεν μένω πια μαζί σας, γιατί δεν βρέθηκε ούτε ένας (ανάμεσα σας) με διάκριση, για να μου δείξει κάποια συμπάθεια.
και αμέσως ο γέροντας αναχώρησε από κει. Νομίζω πάντως ότι ο γέροντας δεν έφυγε μόνο γι' αυτό πού τους είπε, καυτηριάζοντας τη σκληρότητα και την αδιακρισία τους και παρακινώντας τους έτσι σε διόρθωση, αλλά και για ν' αποφύγει την τιμή και τον έπαινο τους. Γιατί θα τον τιμούσαν βέβαια από τότε κι έπειτα, γνωρίζοντας πια τη μεγάλη του αρετή και την πνευματική ανδρεία και γενναιοφροσύνη του.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Του αγίου Μαξίμου
Όταν δουν οι δαίμονες ότι καταφρονούμε τα πράγματα του κόσμου, με σκοπό να μη μισήσουμε για χάρη τους τους ανθρώπους και ξεπέσουμε έτσι από την αγάπη, τότε ξεσηκώνουν εναντίον μας
συκοφαντίες, για να μισήσουμε τους συκοφάντες, μην υποφέροντας τη λύπη.
Δεν υπάρχει βαρύτερος πόνος από τη συκοφαντία, είτε στην πίστη του είτε στη διαγωγή του συκοφαντείται κάποιος. και κανείς δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος μπροστά στη συκοφαντία, παρά μόνο οποίος στρέφει το βλέμμα του στο Θεό, όπως ή Σωσάννα (Δαν. Σωσ.: 35, 60, 62). Μόνο Εκείνος μπορεί να μας λυτρώσει από τις δύσκολες περιστάσεις, όπως έκανε και στην περίπτωση της Σωσάννας, και να φανερώσει στους ανθρώπους την αλήθεια και να παρηγορήσει την ψυχή με την ελπίδα.
Όσο εσύ προσεύχεσαι με την -ψυχή σου για χάρη εκείνου πού σε συκοφάντησε, τόσο και ο Θεός πληροφορεί (για την αθωότητα σου) όσους σκανδαλίστηκαν (λόγω της συκοφαντίας).
Του αγίου Έφραίμ
Αν σου συμβεί να συκοφαντηθείς, και μετά αποκαλυφθεί ή καθαρότητα της συνειδήσεως σου, να μην υψηλοφρονήσεις, αλλά να υπηρετείς με ταπεινοφροσύνη τον Κύριο, πού σε λύτρωσε από συκοφαντίες ανθρώπων (Ψαλμ. 118:134), για να μην καταντήσεις «πτώμα έξαίσιον» (Ιώβ 20:5).
Όταν δουν οι δαίμονες ότι καταφρονούμε τα πράγματα του κόσμου, με σκοπό να μη μισήσουμε για χάρη τους τους ανθρώπους και ξεπέσουμε έτσι από την αγάπη, τότε ξεσηκώνουν εναντίον μας
συκοφαντίες, για να μισήσουμε τους συκοφάντες, μην υποφέροντας τη λύπη.
Δεν υπάρχει βαρύτερος πόνος από τη συκοφαντία, είτε στην πίστη του είτε στη διαγωγή του συκοφαντείται κάποιος. και κανείς δεν μπορεί να μείνει αδιάφορος μπροστά στη συκοφαντία, παρά μόνο οποίος στρέφει το βλέμμα του στο Θεό, όπως ή Σωσάννα (Δαν. Σωσ.: 35, 60, 62). Μόνο Εκείνος μπορεί να μας λυτρώσει από τις δύσκολες περιστάσεις, όπως έκανε και στην περίπτωση της Σωσάννας, και να φανερώσει στους ανθρώπους την αλήθεια και να παρηγορήσει την ψυχή με την ελπίδα.
Όσο εσύ προσεύχεσαι με την -ψυχή σου για χάρη εκείνου πού σε συκοφάντησε, τόσο και ο Θεός πληροφορεί (για την αθωότητα σου) όσους σκανδαλίστηκαν (λόγω της συκοφαντίας).
Του αγίου Έφραίμ
Αν σου συμβεί να συκοφαντηθείς, και μετά αποκαλυφθεί ή καθαρότητα της συνειδήσεως σου, να μην υψηλοφρονήσεις, αλλά να υπηρετείς με ταπεινοφροσύνη τον Κύριο, πού σε λύτρωσε από συκοφαντίες ανθρώπων (Ψαλμ. 118:134), για να μην καταντήσεις «πτώμα έξαίσιον» (Ιώβ 20:5).
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Μ.
ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ Η ΝΑ ΚΡΑΤΑΜΕ ΤΗ ΣΙΩΠΗ. Η ΑΡΓΟΛΟΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΜΑΡΤΙΑ.
Από το Γεροντικό
ΕΝΑΣ γέροντας είπε:
Υπάρχει άνθρωπος πού νομίζει ότι σωπαίνει, μα ή καρδιά του κατακρίνει τους άλλους. Αυτός πάντοτε μιλάει. Και υπάρχει άλλος πού μιλάει άπ' το πρωί ως το βράδυ, μα φυλάει τη σιωπή, γιατί δεν λέει τίποτα πού να μην είναι ωφέλιμο.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
Ποια είναι ή σημασία του ρητού, «πάν ρήμα άργόν ο εάν λαλήσωσιν οι άνθρωποι, άποδώσουσι περί αυτόν λόγον» (Ματθ. 12: 36);
Και αποκρίθηκε:
Κάθε λόγος πού αναφέρεται σε υλικά πράγματα, εκτός από τα απαραίτητα, είναι αργολογίας. Μόνο ή ομιλία για σωτηρία "ψυχής δεν είναι αργολογία. Ωστόσο, και σ' αύτη την περίπτωση, είναι καλύτερο ν' αποφεύγει κανείς τα πολλά λόγια. Γιατί καθώς μιλάς για το καλό, έρχεται και το κακό.
Πήγε κάποιος αδελφός σ' ένα γέροντα και του λέει:
Αββά, πες μου μια συμβουλή για τη σωτηρία μου.
Αν επισκεφθείς κάποιον, του απάντησε εκείνος, μη βιαστείς να μιλήσεις, πριν σκεφτείς καλά (αυτά πού πρόκειται να πεις).
Ό αδελφός κατανύχθηκε από τη συμβουλή και του έβαλε μετάνοια, λέγοντας:
Πραγματικά, πολλά βιβλία διάβασα, αλλά τέτοια σοφία πουθενά δεν συνάντησα. Και έφυγε ωφελημένος.
Ό άββάς Ησαΐας είπε:
Σοφία δεν είναι το να μιλήσεις. Σοφία είναι το να γνωρίζεις πότε πρέπει να μιλήσεις και τι να πεις. Κι αν έχεις γνώση, δείξε πώς δεν γνωρίζεις τίποτα, για να ξεφύγεις από πολλούς κόπους• γιατί εκείνος πού εμφανίζεται σαν γνωστικός, φορτώνει τον εαυτό του με κόπους. Να μην καυχιέσαι για τις γνώσεις σου, γιατί (στην πραγματικότητα) κανείς δεν γνωρίζει τίποτα.
Ό άββάς Ποιμήν είπε:
Αν ο άνθρωπος θυμηθεί το ρητό πού είναι γραμμένο (στο Ευαγγέλιο), «εκ των λόγων σον δικαίωθήση και εκ των λόγων σου καταδικασθήση» (Ματθ. 12:37), θα προτιμήσει μάλλον τη σιωπή.
Ό ίδιος (άββάς) είπε:
Ένας αδελφός ρώτησε τον άββά Παμβώ, αν είναι καλό να επαινούμε τον πλησίον. Και του είπε: Καλύτερα είναι να σωπαίνουμε".
ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ Η ΝΑ ΚΡΑΤΑΜΕ ΤΗ ΣΙΩΠΗ. Η ΑΡΓΟΛΟΓΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΜΑΡΤΙΑ.
Από το Γεροντικό
ΕΝΑΣ γέροντας είπε:
Υπάρχει άνθρωπος πού νομίζει ότι σωπαίνει, μα ή καρδιά του κατακρίνει τους άλλους. Αυτός πάντοτε μιλάει. Και υπάρχει άλλος πού μιλάει άπ' το πρωί ως το βράδυ, μα φυλάει τη σιωπή, γιατί δεν λέει τίποτα πού να μην είναι ωφέλιμο.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
Ποια είναι ή σημασία του ρητού, «πάν ρήμα άργόν ο εάν λαλήσωσιν οι άνθρωποι, άποδώσουσι περί αυτόν λόγον» (Ματθ. 12: 36);
Και αποκρίθηκε:
Κάθε λόγος πού αναφέρεται σε υλικά πράγματα, εκτός από τα απαραίτητα, είναι αργολογίας. Μόνο ή ομιλία για σωτηρία "ψυχής δεν είναι αργολογία. Ωστόσο, και σ' αύτη την περίπτωση, είναι καλύτερο ν' αποφεύγει κανείς τα πολλά λόγια. Γιατί καθώς μιλάς για το καλό, έρχεται και το κακό.
Πήγε κάποιος αδελφός σ' ένα γέροντα και του λέει:
Αββά, πες μου μια συμβουλή για τη σωτηρία μου.
Αν επισκεφθείς κάποιον, του απάντησε εκείνος, μη βιαστείς να μιλήσεις, πριν σκεφτείς καλά (αυτά πού πρόκειται να πεις).
Ό αδελφός κατανύχθηκε από τη συμβουλή και του έβαλε μετάνοια, λέγοντας:
Πραγματικά, πολλά βιβλία διάβασα, αλλά τέτοια σοφία πουθενά δεν συνάντησα. Και έφυγε ωφελημένος.
Ό άββάς Ησαΐας είπε:
Σοφία δεν είναι το να μιλήσεις. Σοφία είναι το να γνωρίζεις πότε πρέπει να μιλήσεις και τι να πεις. Κι αν έχεις γνώση, δείξε πώς δεν γνωρίζεις τίποτα, για να ξεφύγεις από πολλούς κόπους• γιατί εκείνος πού εμφανίζεται σαν γνωστικός, φορτώνει τον εαυτό του με κόπους. Να μην καυχιέσαι για τις γνώσεις σου, γιατί (στην πραγματικότητα) κανείς δεν γνωρίζει τίποτα.
Ό άββάς Ποιμήν είπε:
Αν ο άνθρωπος θυμηθεί το ρητό πού είναι γραμμένο (στο Ευαγγέλιο), «εκ των λόγων σον δικαίωθήση και εκ των λόγων σου καταδικασθήση» (Ματθ. 12:37), θα προτιμήσει μάλλον τη σιωπή.
Ό ίδιος (άββάς) είπε:
Ένας αδελφός ρώτησε τον άββά Παμβώ, αν είναι καλό να επαινούμε τον πλησίον. Και του είπε: Καλύτερα είναι να σωπαίνουμε".
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Ό άββάς Σισώης είπε:
- Έχω τριάντα χρόνια τώρα, πού δεν παρακαλώ το Θεό για αμαρτία, δηλαδή για οποιαδήποτε άλλη, παρά για τούτο μόνο προσεύχομαι: "Κύριε Ιησού", λέω, "φύλαξε με από τη γλώσσα μου". Και όμως, μέχρι σήμερα, καθημερινά πέφτω και αμαρτάνω με τη γλώσσα.
Του αγίου Έφραίμ
Εκείνος πού λέει πολλά λόγια, (όταν βρίσκεται) ανάμεσα σε αδελφούς, θα προκαλέσει πολλές φιλονικίες και πολλή αντιπάθεια εναντίον του. "Αν όμως δύσκολα ανοίγει τα χείλη του, θα γίνει αγαπητός.
Αδελφέ, όταν ο αθλητής αγωνίζεται, κρατάει σφιχτό το στόμα του. Σφίγγε κι εσύ το στόμα σου, (συγκρατώντας το) από τα περιττά (λόγια), και θα έχεις (ψυχική) ανάπαυση.
Όποιος λέει πολλά λόγια, γίνεται αντιπαθητικός. "Όποιος όμως προσέχει το στόμα του, γίνεται αγαπητός.
Όποιος φυλάει το στόμα του, φυλάει Και την ψυχή του. Απεναντίας, ο αυθάδης αυτοκαταστρέφεται ή (πάντως) «εγγίζει συντριβή», όπως είναι κάπου γραμμένο (Παροιμ. 10:14).
Ό κήπος πού δεν έχει φράχτη, ποδοπατιέται Και ερημώνεται.
Κι αυτός πού δεν φράζει το στόμα του, χάνει τους (πνευματικούς)
καρπούς του.
Άντιόχου του Πανδέκτη
Σ όλες τις περιστάσεις μας συμφέρει ή σιωπή. "Αν πάλι ρωτήσει κανείς, γιατί ο Παύλος «παρέτεινε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου» (Πράξ. 20:7), θα μπορούσαμε να του απαντήσουμε: Πρώτα-πρώτα, επειδή έμελλε να φύγει. Κι έπειτα, επειδή (οι ακροατές του) ήταν νεοκατήχητοι. Το κήρυγμα δηλαδή βρισκόταν τότε ακόμα στην αρχή του, Και γι' αυτό είχαν ανάγκη από πιο πολλή στήριξη. Πέρα άπ' αυτά όμως, ο Παύλος ήταν γεμάτος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, κι έτσι δεν μιλούσε εκείνος, αλλά το Πνεύμα με το στόμα εκείνου, καθώς Και ο ίδιος λέει: «...δοκιμήν ζητείτε του εν εμοι λαλούντος Χρίστου...» (Β' Κορινθίους 13:3).
Οι, πνευματοφόροι λοιπόν δεν μιλάνε οπότε θέλουν αυτοί, μα όταν τους παρακινεί το Άγιο Πνεύμα, πού κατοικεί μέσα τους. Και αν κάποτε πουν πολλά, δεν βλάπτονται καθόλου, γιατί έχουν τη χάρη του Πνεύματος, πού τους φωτίζει και διατηρεί το νου τους αθόλωτο. Ωστόσο Και γι' αυτούς είναι μάλλον πιο ωφέλιμη ή σιωπή, πού επιβάλλεται στη συγκεκριμένη ώρα από τις περιστάσεις. Όσο για τα γνωρίσματα εκείνου πού έχει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, είναι ή πραότητα, ή ήσυχαστικότητα, ή ταπεινοφροσύνη, συνδυασμένη με πολλή σοφία Και (πνευματική) γνώση, ή έλλειψη επιθυμίας για κάθε ηδονή και δόξα του κόσμου τούτου, καθώς Και ή ακόρεστη επιθυμία για τα επουράνια.
- Έχω τριάντα χρόνια τώρα, πού δεν παρακαλώ το Θεό για αμαρτία, δηλαδή για οποιαδήποτε άλλη, παρά για τούτο μόνο προσεύχομαι: "Κύριε Ιησού", λέω, "φύλαξε με από τη γλώσσα μου". Και όμως, μέχρι σήμερα, καθημερινά πέφτω και αμαρτάνω με τη γλώσσα.
Του αγίου Έφραίμ
Εκείνος πού λέει πολλά λόγια, (όταν βρίσκεται) ανάμεσα σε αδελφούς, θα προκαλέσει πολλές φιλονικίες και πολλή αντιπάθεια εναντίον του. "Αν όμως δύσκολα ανοίγει τα χείλη του, θα γίνει αγαπητός.
Αδελφέ, όταν ο αθλητής αγωνίζεται, κρατάει σφιχτό το στόμα του. Σφίγγε κι εσύ το στόμα σου, (συγκρατώντας το) από τα περιττά (λόγια), και θα έχεις (ψυχική) ανάπαυση.
Όποιος λέει πολλά λόγια, γίνεται αντιπαθητικός. "Όποιος όμως προσέχει το στόμα του, γίνεται αγαπητός.
Όποιος φυλάει το στόμα του, φυλάει Και την ψυχή του. Απεναντίας, ο αυθάδης αυτοκαταστρέφεται ή (πάντως) «εγγίζει συντριβή», όπως είναι κάπου γραμμένο (Παροιμ. 10:14).
Ό κήπος πού δεν έχει φράχτη, ποδοπατιέται Και ερημώνεται.
Κι αυτός πού δεν φράζει το στόμα του, χάνει τους (πνευματικούς)
καρπούς του.
Άντιόχου του Πανδέκτη
Σ όλες τις περιστάσεις μας συμφέρει ή σιωπή. "Αν πάλι ρωτήσει κανείς, γιατί ο Παύλος «παρέτεινε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου» (Πράξ. 20:7), θα μπορούσαμε να του απαντήσουμε: Πρώτα-πρώτα, επειδή έμελλε να φύγει. Κι έπειτα, επειδή (οι ακροατές του) ήταν νεοκατήχητοι. Το κήρυγμα δηλαδή βρισκόταν τότε ακόμα στην αρχή του, Και γι' αυτό είχαν ανάγκη από πιο πολλή στήριξη. Πέρα άπ' αυτά όμως, ο Παύλος ήταν γεμάτος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, κι έτσι δεν μιλούσε εκείνος, αλλά το Πνεύμα με το στόμα εκείνου, καθώς Και ο ίδιος λέει: «...δοκιμήν ζητείτε του εν εμοι λαλούντος Χρίστου...» (Β' Κορινθίους 13:3).
Οι, πνευματοφόροι λοιπόν δεν μιλάνε οπότε θέλουν αυτοί, μα όταν τους παρακινεί το Άγιο Πνεύμα, πού κατοικεί μέσα τους. Και αν κάποτε πουν πολλά, δεν βλάπτονται καθόλου, γιατί έχουν τη χάρη του Πνεύματος, πού τους φωτίζει και διατηρεί το νου τους αθόλωτο. Ωστόσο Και γι' αυτούς είναι μάλλον πιο ωφέλιμη ή σιωπή, πού επιβάλλεται στη συγκεκριμένη ώρα από τις περιστάσεις. Όσο για τα γνωρίσματα εκείνου πού έχει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, είναι ή πραότητα, ή ήσυχαστικότητα, ή ταπεινοφροσύνη, συνδυασμένη με πολλή σοφία Και (πνευματική) γνώση, ή έλλειψη επιθυμίας για κάθε ηδονή και δόξα του κόσμου τούτου, καθώς Και ή ακόρεστη επιθυμία για τα επουράνια.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Re: ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ.
Του αγίου Διαδόχου
Όπως όταν ανοίγονται συνεχώς Οι πόρτες των λουτρών, διώχνουν γρήγορα την εσωτερική θερμότητα προς τα έξω, έτσι Και ή ψυχή, όταν θέλει να λέει πολλά, ακόμα Και καλά, διασκορπίζει την περισυλλογή της από τη φωνητική πύλη (δηλαδή το στόμα). Γι' αυτό στερείται τα θεμελιώδη (πνευματικά) νοήματα και γίνεται ενοχλητική, μιλώντας στους τυχόντες για τους ανόητους λογισμούς της, καθώς δεν έχει πια το Άγιο Πνεύμα, πού της διατηρεί το νου χωρίς φαντασίες. Γιατί το αγαθό (Πνεύμα) αποφεύγει την πολυλογία, πού προξενεί κάθε ταραχή και φαντασία. Καλή είναι λοιπόν ή σιωπή, πού γίνεται στον κατάλληλο καιρό, γιατί δεν είναι τίποτ' άλλο παρά μητέρα πολύ σοφών νοημάτων.
Του αγίου Μαξίμου
Εκείνος πού υποκρίνεται σιωπή για να πράξει κάτι κακό, μηχανεύεται απάτη κατά του πλησίον. Αν αποτύχει σ' αυτήν, φεύγει, προσθέτοντας στο πάθος του οδύνη (για την αποτυχία του). Αντίθετα, εκείνος πού σωπαίνει για να ωφελήσει, αυξάνει τη φιλία Και φεύγει με χαρά, γιατί έλαβε φωτισμό πού διώχνει το σκοτάδι.
Εκείνος πού σε μια συγκέντρωση διακόπτει με αυθάδεια την ακρόαση των λόγων, δεν κρύβει ότι πάσχει από φιλοδοξία. Και, υποδουλωμένος σ' αυτήν, παρουσιάζει μύριους λόγους και προτάσεις, θέλοντας να διασπάσει τον ειρμό των λεγομένων (από τους άλλους).
Του αββα Ισαάκ
Αν φυλάξεις τη γλώσσα σου, θα λάβεις από το Θεό τη χάρη της καρδιακής κατανύξεως, μέσα στην οποία θ' αντικρίσεις την ψυχή σου• δηλαδή θα λάβεις το φωτισμό του νου και θα γεμίσεις με τη χαρά του Πνεύματος. "Αν όμως σε νικά ή γλώσσα σου, ποτέ δεν θα μπορέσεις να βγεις από το σκοτάδι (του νου). "Αν δεν έχεις καθαρή καρδιά, έχε τουλάχιστον καθαρό στόμα, όπως είπε κάποιος άγιος.
Όπως όταν ανοίγονται συνεχώς Οι πόρτες των λουτρών, διώχνουν γρήγορα την εσωτερική θερμότητα προς τα έξω, έτσι Και ή ψυχή, όταν θέλει να λέει πολλά, ακόμα Και καλά, διασκορπίζει την περισυλλογή της από τη φωνητική πύλη (δηλαδή το στόμα). Γι' αυτό στερείται τα θεμελιώδη (πνευματικά) νοήματα και γίνεται ενοχλητική, μιλώντας στους τυχόντες για τους ανόητους λογισμούς της, καθώς δεν έχει πια το Άγιο Πνεύμα, πού της διατηρεί το νου χωρίς φαντασίες. Γιατί το αγαθό (Πνεύμα) αποφεύγει την πολυλογία, πού προξενεί κάθε ταραχή και φαντασία. Καλή είναι λοιπόν ή σιωπή, πού γίνεται στον κατάλληλο καιρό, γιατί δεν είναι τίποτ' άλλο παρά μητέρα πολύ σοφών νοημάτων.
Του αγίου Μαξίμου
Εκείνος πού υποκρίνεται σιωπή για να πράξει κάτι κακό, μηχανεύεται απάτη κατά του πλησίον. Αν αποτύχει σ' αυτήν, φεύγει, προσθέτοντας στο πάθος του οδύνη (για την αποτυχία του). Αντίθετα, εκείνος πού σωπαίνει για να ωφελήσει, αυξάνει τη φιλία Και φεύγει με χαρά, γιατί έλαβε φωτισμό πού διώχνει το σκοτάδι.
Εκείνος πού σε μια συγκέντρωση διακόπτει με αυθάδεια την ακρόαση των λόγων, δεν κρύβει ότι πάσχει από φιλοδοξία. Και, υποδουλωμένος σ' αυτήν, παρουσιάζει μύριους λόγους και προτάσεις, θέλοντας να διασπάσει τον ειρμό των λεγομένων (από τους άλλους).
Του αββα Ισαάκ
Αν φυλάξεις τη γλώσσα σου, θα λάβεις από το Θεό τη χάρη της καρδιακής κατανύξεως, μέσα στην οποία θ' αντικρίσεις την ψυχή σου• δηλαδή θα λάβεις το φωτισμό του νου και θα γεμίσεις με τη χαρά του Πνεύματος. "Αν όμως σε νικά ή γλώσσα σου, ποτέ δεν θα μπορέσεις να βγεις από το σκοτάδι (του νου). "Αν δεν έχεις καθαρή καρδιά, έχε τουλάχιστον καθαρό στόμα, όπως είπε κάποιος άγιος.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.